Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 504/2021

Αριθμός     504/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Δ.Π..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΑΝΤΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας ……………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον  πληρεξούσιό της δικηγόρο Δημοσθένη Σκλήρη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ-ΑΝΤΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:   ……………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Μαρία Δημητρουλάκη.

Ο εφεσίβλητος-αντεκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς  Πρωτοδικείου Πειραιά την από 16-5-2016 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2016) αγωγή κατά του  …………, κατοίκου …….. και της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας ………….., επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 1265/2017 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που θεώρησε καταργημένη τη δίκη ως προς τον πρώτο ως άνω εναγόμενο (…………) και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης ως προς τους λοιπούς εξ αυτών, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη και η υπ΄ αριθμ. 2811/2019 απόφαση αυτού, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αφενός μεν η β΄ εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα-αντεφεσίβλητη με την από  8.1.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2020) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………../2020), η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, αφετέρου δε ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος-αντεκκαλών  με την από 30.11.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020), της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενης την αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας-αντεφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και  η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου-αντεκκαλούντος, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: α) η από 8-1-2020 (με αριθμ. κατάθ. …………/10-1-2020) έφεση της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας, ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» και β) η από 30-11-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………./1-12-2020 αντέφεση του ενάγοντος, ήδη εφεσιβλήτου, ……………., που στρέφονται κατά της με αριθμ. 2811/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 6 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών. Οι ως άνω έφεση και αντέφεση έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1, 523, 591 παρ. 1 περ.ζ του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), ενώ έχει κατατεθεί το απαιτούμενο παράβολο για την άσκηση της έφεσης, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση και η αντέφεση να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν, περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), συνεκδικαζόμενες, λόγω του παρακολουθηματικού χαρακτήρα της αντέφεσης σε σχέση με την έφεση.

Στην από 16-5-2016 (με αριθμ. κατάθ. ………./16-5-2016) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ο ενάγων ιστορούσε ότι ο ……… (πρώτος εναγόμενος), οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. ………… ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του, που ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη προς τρίτους από την κυκλοφορία του στη δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………….», από υπαιτιότητά του και κάτω από τις συνθήκες που λεπτομερώς περιγράφονται στην αγωγή, συγκρούστηκε με την οδηγούμενη από τον ίδιο υπ’ αριθμ. κυκλ. ……….. δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του, με συνέπεια να τραυματιστεί ο ίδιος και πλέον να εμφανίζει αναπηρία και παραμόρφωση, περαιτέρω δε, υπέστη υλική ζημία, επειδή αναγκάστηκε να καταβάλει την αναφερόμενη αμοιβή ιατρού και πρέπει να υποβληθεί στο μέλλον σε επεμβάσεις πλαστικής χειρουργικής. Με αυτό το ιστορικό και, αφού ο ενάγων παραιτήθηκε από το δικόγραφο της αγωγής του ως προς τον πρώτο των εναγομένων, για τον οποίο η δίκη κηρύχθηκε καταργημένη, ζητούσε, περιορίζοντας παραδεκτά το αίτημα της αγωγής του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί ότι η δεύτερη εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει νομιμοτόκως το ποσό των 80.000 ευρώ ως ιδιαίτερη αποζημίωση για την αναπηρία και παραμόρφωσή του, το ποσό των 100 ευρώ ως αποζημίωση για αμοιβή ιατρού, που ήδη είχε καταβάλει και το ποσό των 5.197,50 ευρώ ως αποζημίωση για τις μελλοντικές επεμβάσεις πλαστικής χειρουργικής, που είναι αναγκαίο να υποστεί. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε καταρχήν την υπ’ αριθμ. 1265/2017 μη οριστική απόφασή του, με την οποία διέταξε τη διενέργεια ιατρικής πραγματογνωμοσύνης στον ενάγοντα. Ακολούθως, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 2811/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται η εκκαλούσα και ο αντεκκαλών της έφεσης και της αντέφεσης αντίστοιχα, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητούν δε να εξαφανισθεί και ακολούθως, η μεν εκκαλούσα ζητεί να απορριφθεί η αγωγή, ο δε αντεκκαλών ζητεί να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η αγωγή του.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 931ΑΚ “η αναπηρία ή η παραμόρφωση, που προξενήθηκε στον παθόντα, λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης αν επιδρά στο μέλλον του”. Ως “αναπηρία” θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής, νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως “παραμόρφωση”, νοείται κάθε ουσιώδης αλλοίωση της εξωτερικής εμφανίσεως του προσώπου, η οποία καθορίζεται όχι αναγκαίως κατά τις απόψεις ιατρικής, αλλά κατά τις αντιλήψεις της ζωής. Περαιτέρω, ως “μέλλον” νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Δεν απαιτείται βεβαιότητα δυσμενούς επιρροής της αναπηρίας ή παραμορφώσεως στο μέλλον του προσώπου. Αρκεί και απλή δυνατότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Η ΑΚ931 προβλέπει επιδίκαση από το δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του (βλ. ΑΠ 416/2012 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, για τη θεμελίωση της αυτοτελούς αυτής αξίωσης απαιτείται να συντρέξουν περιστατικά πέρα από εκείνα που απαιτούνται για τη θεμελίωση αξιώσεων με βάση τις Α.Κ.929 και 932, τα οποία συνθέτουν την έννοια της αναπηρίας ή της παραμορφώσεως στο μέλλον του παθόντος, δηλαδή να συντρέξουν ιδιάζοντα περιστατικά, εκτός και πέραν εκείνων που χρειάζονται για τη στοιχειοθέτηση αξιώσεων κατά τις Α.Κ. 929 και 932, από τα οποία ειδικά περιστατικά θα πρέπει να προκύπτουν οι ιδιαίτεροι λόγοι και τρόποι, εξαιτίας των οποίων επέρχονται δυσμενείς συνέπειες στην οικονομική πλευρά της μελλοντικής ζωής του. Έτσι, κατά τη διάταξη του άρθρου 931 Α.Κ., επιδικάζεται στον παθόντα την αναπηρία ή την παραμόρφωση ένα εύλογο κατά την κρίση του Δικαστηρίου χρηματικό ποσό, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, το ύψος δε του επιδικαζόμενου εύλογου χρηματικού ποσού καθορίζεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμόρφωσης, την ηλικία του παθόντος, καθώς και με τη συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της, κατά τη διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. αξιώσεως, για επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικώς συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής καταστάσεως μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης που θα υπήρχε χωρίς αυτό  (βλ. ΑΠ 1321/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1302/2014, ΑΠ 210/2013 στην ιστοσελίδα areiospagos.gr).

Με τον πρώτο λόγο (κατά το πρώτο σκέλος του) της έφεσης η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι το κονδύλιο της αγωγής, που αναφέρεται στην ιδιαίτερη αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ, είναι αόριστο, διότι δεν εκτίθενται σ’ αυτήν τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία να προκύπτει ότι η προβαλλόμενη αναπηρία επιδρά – και με ποιον τρόπο- στο μέλλον του αντιδίκου της. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και απορριπτέος, διότι το ως άνω κονδύλιο της αγωγής είναι αρκούντως ορισμένο, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 α ΚΠολΔ, καθόσον σαφώς αναφέρεται στην αγωγή ότι η αναπηρία του ενάγοντος έχει δυσμενείς επιπτώσεις τόσο στην επαγγελματική του εξέλιξη (δυσχέρεια άσκησης του επαγγέλματος του διανομέα φαγητών, αδυναμία άσκησης του επαγγέλματος του επισκευαστή κινητών τηλεφώνων), όσο και στην κοινωνική του ζωή (περιορισμό των δραστηριοτήτων του, μείωση των συναναστροφών του, αντιμετώπισή του από τους τρίτους με συναισθήματα λύπησης και οίκτου κλπ).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του ενάγοντος, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης επί της αρχικώς εκδοθείσας υπ’ αριθμ. 1265/2017 μη οριστικής απόφασης αυτού, της από 13-6-2018 έκθεσης ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ορθοπαιδικού – χειρουργού …………. και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Τη 16-5-2011 και περί ώρα 21.15 ο ………….., οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλ. ………. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, συγκρούσθηκε στη συμβολή των οδών Ροδόπης και Ολύμπου, στα Βριλήσσια Αττικής, με την υπ’ αριθμ. κυκλ. ……… δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του ενάγοντος, υπηκόου Πακιστάν, που την οδηγούσε. Συγκεκριμένα, ο …………, παραβιάζοντας την πινακίδα υποχρεωτικής διακοπής πορείας SΤΟΡ (Ρ-2), που υπήρχε στην πορεία του, εισήλθε στην παραπάνω διασταύρωση και επέπεσε στην εντός αυτής κινούμενη ως άνω δίκυκλη μοτοσυκλέτα, που οδηγούσε ο ενάγων, με αποτέλεσμα να την ανατρέψει και να τραυματισθεί ο τελευταίος. Όπως κρίθηκε πρωτοδίκως και δεν αμφισβητείται, για την πρόκληση του ατυχήματος, ο μεν οδηγός του ΙΧΕ αυτοκινήτου . ………… βαρύνεται με ποσοστό υπαιτιότητας 80%, ο δε οδηγός της δίκυκλης μοτοσυκλέτας (ενάγων) με ποσοστό 20%. Σημειώνεται ότι τα ανωτέρω είχαν γίνει δεκτά με την υπ’ αριθμ. 684/2014 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, που εκδόθηκε επί προγενέστερης αγωγής αποζημίωσης μεταξύ των ίδιων διαδίκων, οπότε εξ αυτής υφίσταται ως προς την υπαιτιότητα για την πρόκληση του επίδικου ατυχήματος δεδικασμένο. Αμέσως μετά τον τραυματισμό του, ο ενάγων διακομίσθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Γ.ΓΕΝΗΜΑΤΑΣ», στο οποίο διαγνώστηκε ότι υπέστη συντριπτικό, με ελεύθερο οστικό τεμάχιο (παρασχίδα), κάταγμα της μεσότητας του αριστερού μηριαίου οστού και κάταγμα κεφαλής (υποκεφαλικό) του 2ου μετακαρπίου της δεξιάς χειρός. Νοσηλεύτηκε στο ως άνω νοσοκομείο μέχρι τις 30-5-2011, ήτοι για χρονικό διάστημα 13 ημερών, όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση με τη μέθοδο της ενδομυελικής ήλωσης για το κάταγμα του αριστερού κάτω άκρου, ενώ το κάταγμα της δεξιάς άκρας χειρός αντιμετωπίστηκε συντηρητικά με την τοποθέτηση γύψινου επιδέσμου. Κατά την έξοδό του από το νοσοκομείο, συνεστήθη στον ενάγοντα η λήψη φαρμακευτικής αγωγής, η χρήση ζεύγους βακτηριών και ενός ζεύγους ελαστικών αντιθρομβωτικών καλτσών, έλαβε αναρρωτική άδεια ενός μήνα και του έγινε σύσταση για επανεξέταση. Στη συνέχεια, στις 30-6-2011, 28-7-2011, 30-8-2011 και 30-9-2011 ο ενάγων επανεξετάστηκε στα εξωτερικά ιατρεία του άνω νοσοκομείου και χορηγήθηκε σ’ αυτόν, διαδοχικά ανά μήνα, παράταση της αναρρωτικής άδειάς του συνεχώς μέχρι την 31-10-2011, οπότε και αυτή έληξε. Στο πλαίσιο της παρούσας δίκης, ο ενάγων εξετάστηκε από τον διορισθέντα από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πρραγματογνώμονα …………., ορθοπαιδικό – χειρουργό, παρουσία των διορισθέντων τεχνικών συμβούλων των διαδίκων. Ο ανωτέρω πραγματογνώμονας  διαπίστωσε κατά την εξέτασή του ότι, επτά έτη μετά το ατύχημα ο ενάγων φέρει: α) πωρωθέν υποκεφαλικό κάταγμα του 2ου μετακαρπίου δεξιά σε πλημμελή θέση (malunion), σε στροφή και βράχυνση, με ήπια δυσκαμψία της μετακαρπιοφαλαγγικής άρθρωσης του δείκτη δεξιά, β) ήπια αρχόμενη μετατραυματική αρθρίτιδα της μετακαρπιοφαλαγγικής του δείκτη δεξιά, γ)πωρωθέν κάταγμα της μεσότητας του μηριαίου αριστερά, με τα αρχικά υλικά οστεοσύνθεσης (ενδομυελικό ήλο και βίδες συγκράτησης) και με μικρό έλλειμμα στην έξω στροφή και στην κάμψη της άρθρωσης του ισχίου αριστερά. Δεν καταγράφηκε ανισοσκελία, καταγράφηκε όμως ικανή μυϊκή ατροφία του τετρακεφάλου αριστερά, με περίμετρο 43 εκ., σε σύγκριση με τον τετρακέφαλο δεξιά με περίμετρο 45 εκ. Επίσης, ως προς το άνω άκρο του, διαπιστώθηκε δυσκαμψία μετακαρπιοφαλαγγικής άρθρωσης του δείκτη δεξιά και μειωμένη συλληπτική ικανότητα λεπτών αντικειμένων μεταξύ δείκτη και αντίχειρα στο κυρίαρχο δεξί του χέρι. Εκ των ανωτέρω διαπιστώσεων, ο πραγματογνώμονας γνωμάτευσε ότι ο ενάγων είναι πλήρως και μόνιμα ανίκανος για οποιαδήποτε εργασία απαιτεί: α) λεπτή συλληπτική ικανότητα με το κυρίαρχο δεξιό του χέρι, όπως για την εργασία του επισκευαστή κινητών τηλεφώνων, για την οποία έλαβε σχετική τρίμηνη κατάρτιση στην χώρα καταγωγής του και β) άνοδο και κάθοδο κλίμακας και μετακίνηση με τα πόδια, ήτοι ως διανομέας φαγητού, εργασία που ασκούσε μέχρι το χρόνο του ατυχήματος. Περαιτέρω, κατά την παραπάνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης, οι βλάβες, που προκλήθηκαν στον ενάγοντα από το ένδικο ατύχημα, είναι μόνιμες και μη αναστρέψιμες, το δε ποσοστό αναπηρίας του, με βάση τον «ενιαίο πίνακα προσδιορισμού ποσοστών αναπηρίας», ο οποίος δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ. 4591/Β/27-12-2017 Φ.Ε.Κ., ανέρχεται στο 19%, χωρίς καμία πιθανότητα βελτίωσης. Ο τεχνικός σύμβουλος του ενάγοντος ……………., ορθοπαιδικός-χειρουργός, στην από 23-5-2018 ιατρική έκθεση εμφανίζει σχετικώς πιο επιβαρυμένη την κλινική εικόνα του ενάγοντος και καταλήγει στα ίδια περίπου συμπεράσματα με αυτά του πραγματογνώμονα. Εξάλλου, σύμφωνα με την από 9-7-2018 έκθεση του τεχνικού συμβούλου της ασφαλιστικής εταιρείας …………., ιατρού-ιατροδικαστή, κατά την κλινική εξέταση του ενάγοντος, προέκυψαν τα ακόλουθα ευρήματα: α) φυσιολογικού εύρους ανώδυνη κινητικότητα αριστερού γόνατος, β) φυσιολογικό εύρος κίνησης στην απαγωγή, κάμψη, έκταση και έσω στροφή του αριστερού ισχίου, με ελαφρά δυσκαμψία μόνο κατά την παθητική έξω στροφή της αριστερής κατ’ ισχίον άρθρωσης, γ) ήπια ατροφία τετρακέφαλου μυός αριστερού μηρού, με την περίμετρο του μηρού να υπολείπεται κατά 2 εκ., έναντι του υγιούς δεξιού σκέλους (43 εκ. έναντι 45 εκ.), δ) ισοσκελία και ικανοποιητική κινητικότητα ισχίων, ε) ήπια δυσκαμψία μετακαρποφαλαγγικής άρθρωσης δεξιού δείκτη, στ) ελάχιστη, ανεπαίσθητη παραμόρφωση στην ψηλάφηση του 2ου μετακαρπίου οστού της δεξιάς άκρας χειρός υποκεφαλικά, μικρή ανεπάρκεια σύγκλεισης (κάμψης) δείκτη δεξιάς άκρας χειρός, με επακόλουθη αδυναμία στο σχηματισμό τέλειας πυγμής με τη δεξιά άκρα χείρα, ζ) φυσιολογική δύναμη δραγμού με τη δεξιά άκρα χείρα, η) κλινική εξέταση χωρίς ανάδειξη αισθητικής ή κινητικής βλάβης του δεξιού μέσου και ωλένιου νεύρου. Συμπερασματικά, ο ανωτέρω ιατρός-ιατροδικαστής αποφαίνεται ότι ο ενάγων έχει πλέον εν πολλοίς απαλλαγεί από τις μετατραυματικές επιπλοκές, που ακολούθησαν τον προ επταετίας τραυματισμό του, είναι υγιής και πλήρως λειτουργικός στην παρούσα  φάση, ενώ η ήπια δυσκαμψία, που παρατηρείται στο αριστερό του ισχίο (η οποία επιδέχεται περαιτέρω βελτίωσης με φυσιοθεραπεία, όπως συμβαίνει και με τον αριστερό μηρό) και τη δεξιά άκρα χείρα του, θεωρείται αποδεκτή, αναμενόμενη, δεν επηρεάζει εμφανώς τη συνολική καθημερινή του δραστηριότητα και δεν χρήζει περαιτέρω ειδικής αντιμετώπισης. Όπως αποδείχθηκε, μετά την ανάρρωση από τον προαναφερόμενο τραυματισμό του, ο ενάγων επανήλθε σε πλήρως φυσιολογική κατάσταση, με την εξαίρεση: α) μιας ελαφράς δυσκαμψίας μόνο κατά την παθητική έξω στροφή της αριστερής κατ’ ισχίον άρθρωσης, β) μιας ήπιας ατροφίας του τετρακέφαλου μυός του αριστερού μηρού και γ) μιας ήπιας δυσκαμψίας της μετακαρποφαλαγγικής άρθρωσης του δεξιού δείκτη, με ελάχιστη, ανεπαίσθητη παραμόρφωση στην ψηλάφηση του 2ου μετακαρπίου οστού της δεξιάς άκρας χειρός υποκεφαλικά και μικρή ανεπάρκεια σύγκλεισης (κάμψης) του δείκτη της δεξιάς άκρας χειρός, με επακόλουθη αδυναμία στο σχηματισμό τέλειας πυγμής με τη δεξιά άκρα χείρα. Καταρχήν, τόσο η ελαφρά δυσκαμψία του αριστερού ισχίου (μόνο σε ορισμένη κίνηση), όσο και η ήπια ατροφία του αριστερού μηρού του ενάγοντος, όπως προαναφέρθηκε, επιδέχονται περαιτέρω βελτίωσης με φυσιοθεραπεία. Πέραν αυτού όμως, τόσο η ως άνω κατάσταση του αριστερού μηρού του ενάγοντος και της άρθρωσης του ισχίου του, όσο και η προαναφερόμενη κατάσταση του δεξιού του δείκτη και συνολικά της δεξιάς άκρας χειρός του, δεν του δημιουργούν οποιοδήποτε πρόβλημα στην καθημερινότητά του. Συγκεκριμένα, ο ενάγων, που γεννήθηκε το 1983, όπως κατά το χρόνο του ατυχήματος, συνέχισε να εργάζεται και μετά την αποθεραπεία του, έως σήμερα, απρόσκοπτα, ως διανομέας φαγητών, μεταβαίνοντας στις οικίες των πελατών με δίκυκλο μοτοποδήλατο. Κατά την εργασία του αυτή, ο ενάγων δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα εξαιτίας των ανωτέρω, γι’ αυτό άλλωστε, μετά τη θεραπευτική αγωγή, που ακολούθησε και τις αναρρωτικές άδειες, που έλαβε, κατά τα ανωτέρω, οπότε αποθεραπεύτηκε, δεν προσέφυγε σε κάποιον ιατρό ή θεραπευτικό ίδρυμα, παραπονούμενος για πόνους, δυσχέρεια βάδισης, κούραση κατά την ορθοστασία και τη βάδιση, δυσχέρεια χρήσης του δεξιού του χεριού κλπ., ώστε να επιδιώξει κάποια περαιτέρω θεραπευτική αγωγή, ούτε βέβαια προσέφυγε στα αρμόδια Κέντρα Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α) για να ελεγχθεί και να πιστοποιηθεί η αναπηρία, που διατείνεται ότι παρουσιάζει. Ο ανωτέρω δεν  επιδίωξε καν να βελτιώσει την ως άνω κατάσταση του αριστερού του μηρού και της άρθρωσης του ισχίου του με φυσιοθεραπεία, ακριβώς διότι δεν αντιμετωπίζει εξ αυτών κάποιο πρόβλημα. Επισκέφθηκε ιδιώτες γιατρούς πολύ αργότερα, ήτοι το 2016, προκειμένου να λάβει από αυτούς σχετικές γνωματεύσεις, ώστε να προετοιμαστεί για την κατάθεση της υπό κρίση αγωγής. Ειδικότερα δε, σε σχέση με τη δυσκαμψία της μετακαρποφαλαγγικής άρθρωσης του δεξιού του δείκτη και την ανεπάρκεια σύγκλεισης (κάμψης) του δείκτη της δεξιάς άκρας χειρός, στις οποίες ο ενάγων αποδίδει την αδυναμία του να ασκήσει το επάγγελμα του επιδιορθωτή κινητών τηλεφώνων, για το οποίο είχε εκπαιδευτεί στην πατρίδα του, επισημαίνονται τα ακόλουθα: Καταρχήν, όπως προαναφέρθηκε, ουδόλως αποδείχθηκε ότι η ως άνω κατάσταση της δεξιάς του άκρας χειρός του δημιουργεί κάποιο ουσιαστικό πρόβλημα διενέργειας οποιασδήποτε χειρωνακτικής εργασίας, περιλαμβανομένης και αυτής του επιδιορθωτή κινητών τηλεφώνων. Πέραν αυτού όμως, όπως αποδείχθηκε, ο ενάγων είχε παρακολουθήσει το 2005, στην πατρίδα του, για 3 μήνες μόνο, μια εκπαίδευση σε ιδιωτικό φορέα, για την επισκευή κινητών συσκευών. Έκτοτε, ουδέποτε άσκησε κάποιο συναφές με την κατάρτισή του αυτή επάγγελμα. Ενόψει δε της πολύ μικρής διάρκειας της εκπαίδευσής του, σε συνδυασμό με το μακρό χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε μέχρι το χρόνο του ατυχήματος και πολύ περισσότερο μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, θεωρείται ότι ο ενάγων έχει αποξενωθεί από την ως άνω ειδίκευση, μη δυνάμενος πλέον να ασχοληθεί επαγγελματικά μ’ αυτήν. Εξάλλου, η ως άνω κατάσταση του δεξιού χεριού και του αριστερού ποδιού του ενάγοντος ουδόλως τον εμποδίζει στις κοινωνικές του δραστηριότητες. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν μπορεί να έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, καθόσον η προαναφερόμενη λειτουργική-κινητική κατάσταση του δεξιού χεριού και του αριστερού ποδιού του ενάγοντος ουδόλως δημιουργεί πιθανότητα, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να έχει επίδραση στο μέλλον του, ήτοι δυσμενή επιρροή στην επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη αυτού. Έσφαλε, επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που επιδίκασε ιδιαίτερη αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ στον ενάγοντα και είναι βάσιμος ο σχετικός πρώτος λόγος (κατά το δεύτερο σκέλος του) της από 8-1-2020 έφεσης. Αντιθέτως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο μοναδικός λόγος της από 30-11-2020 αντέφεσης, με τον οποίο ζητείται η επιδίκαση μεγαλύτερου ποσού της ως άνω ιδιαίτερης αποζημίωσης. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων παρουσιάζει μία μετεγχειρητική ουλή της έξω επιφάνειας του μηρού στο επίπεδο της άρθρωσης του ισχίου αριστερά, μήκους 17 εκ., επιπλέον δε, φέρει μετεγχειρητικές ουλές, ήπια αντιαισθητικές, από 2 έως 3 εκ. στο επίπεδο τοποθέτησης των βιδών συγκράτησης, δηλαδή δύο κεντρικά στην έξω επιφάνεια και δύο περιφερικά στην έξω και στην πρόσθια επιφάνεια του μηρού αριστερά. Για την εξάλειψη των ως άνω αντιαισθητικών ουλών, ο ενάγων πρέπει να υποβληθεί σε απώτερο χρόνο σε επανορθωτική πλαστική χειρουργική αποκατάσταση. Η εναγομένη ισχυρίζεται ότι το σχετικό κονδύλιο της αγωγής προώρως αξιώνεται, διότι πρέπει να προηγηθεί η χειρουργική επέμβαση αφαίρεσης των ήδη υπαρχόντων στο σώμα του ενάγοντος υλικών οστεοσύνθεσης. Όμως, ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος, διότι, όπως εκθέτει και ο τεχνικός της σύμβουλος,  η τελευταία αυτή επέμβαση είτε θα επεκτείνει τις υπάρχουσες χειρουργικές τομές είτε θα επιφέρει και νέες, οπότε, σε κάθε περίπτωση, θα καταστεί αναγκαία η πλαστική χειρουργική αποκατάσταση της ως άνω περιοχής. Επίσης, αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι ο αντίδικός της θα έπρεπε να προβεί στη χειρουργική αυτή αποκατάσταση σε δημόσιο νοσοκομείο, προς μείωση των εξόδων. Πράγματι, όπως γίνεται δεκτό, η ελεύθερη επιλογή θεράποντος ιατρού, νοσοκομείου, θεραπευτικού ιδρύματος και θεραπευτικής μεθόδου ανήκει κατά κανόνα στον ίδιο το ζημιούμενο και, στην περίπτωση αυτή, ενόψει της σημασίας που έχει η υγεία για τον άνθρωπο, δεν μπορεί να λειτουργήσει το βάρος, που έχει ο παθών για περιορισμό της ζημίας του (βλ. ΕφΑθ 5508/1993 ΕλΔ 1995/1578, Κρητικό, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα σελ. 260-261). Όπως δε κρίθηκε πρωτοδίκως και δεν αμφισβητείται, η απαιτούμενη δαπάνη για την πλαστική χειρουργική αποκατάσταση, ανέρχεται στο ποσό των 3.199,50 ευρώ. Δεν έσφαλε, επομένως η εκκαλουμένη, που έκανε δεκτό το κονδύλιο αυτό, είναι δε αβάσιμος και απορριπτέος ο δεύτερος λόγος της από 8-1-2020 έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Τέλος, όπως προκύπτει από την 8955/23-6-2016 ΑΠΥ, ο ενάγων δαπάνησε για επίσκεψη και προεγχειρητικό έλεγχο στο ιατρείο του πλαστικού χειρουργού ………………., στις 23-6-2016, το ποσό των εκατό 100  ευρώ, το οποίο δικαιούται, μειωμένο όμως, κατά ποσοστό 20%, και, συνεπώς, του οφείλεται από την αιτία αυτή το ποσό των ογδόντα 80  ευρώ. Η δαπάνη αυτή ήταν αναγκαία όχι για την απόκτηση αποδεικτικού μέσου, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη, αλλά για να υποδειχθεί ο τρόπος αντιμετώπισης των ως άνω ουλών στο σώμα του ενάγοντος και  για να εκτιμηθεί το κόστος της αποκατάστασης αυτών. Κατά συνέπεια, η εξώδικη αυτή δαπάνη, που δεν έγινε από υπερβολική πρόνοια, συνιστά αποκαταστατέα έμμεση ζημία του ενάγοντος (βλ. ΕφΑθ 8349/2006 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2757/2004 ΕΔΠολ 2004/315). Δεν έσφαλε, επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε το κονδύλιο αυτό, γι’ αυτό είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο σχετικός τρίτος λόγος της από 8-1-2020 έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.

Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η από 8-1-2020 (με αριθμ. κατάθ. …………/10-1-2020) έφεση της ασφαλιστικής εταιρείας, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και μάλιστα στο σύνολό της, για την ενότητα της εκτέλεσης και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ’ ουσίαν, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα 3.279,50 ευρώ συνολικά (3.199,50+80), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στην καταθέσασα (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί η εκκαλούσα-εναγομένη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του αντιδίκου της, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, αναλόγως της έκτασης της νίκης και ήττας των μερών (άρθρα 178, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Περαιτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν η από 30-11-2020 (με αριθμ. κατάθ. …………/1-12-2020) αντέφεση του εφεσιβλήτου-ενάγοντος και να καταδικαστεί ο τελευταίος στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου του του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 178 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 8-1-2020 (με αριθμ. κατάθ. ……../10-1-2020) έφεση της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» και β) την από 30-11-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………/1-12-2020 αντέφεση του ………….

ΔΕΧΕΤΑΙ την από 8-1-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………/10-1-2020) έφεση κατά το τυπικό και ουσιαστικό της μέρος.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη με αριθμ. 2811/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 614 παρ. 6 ΚΠολΔ ειδική διαδικασία των περιουσιακών (αυτοκινητικών) διαφορών.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.

ΔΙΚΑΖΕΙ επί της ουσίας την από 16-5-2016 (με αριθμ. κατάθ. …………/16-5-2016) αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα τρεις χιλιάδες, διακόσια εβδομήντα εννέα ευρώ και πενήντα λεπτά  (3.279,50 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης στην καταθέσασα.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα-εναγομένη στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του αντιδίκου της, που ορίζει για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας σε τριακόσια (300) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό μέρος και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 30-11-2020 (με αριθμ. κατάθ. ………./1-12-2020) αντέφεση κατά το ουσιαστικό της μέρος.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αντεκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου του, που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  12 Οκτωβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ