Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 488/2021

Αριθμός  488/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών,   Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη-Εισηγήτρια και Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και από τη Γραμματέα Ε.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ, Μυρσίνη Δεληγιαννίδου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Ευάγγελο Αλπανίδη.

Ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς α) η εφεσίβλητη άσκησε την από  11.11.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………/2013) αγωγή της και β)  το εκκαλούν κατέθεσε την απ΄ο 24.4.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……../2013) πρόσθετη παρέμβαση. Επί αυτών εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 2124/2017 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε την αγωγή και απέρριψε την κύρια παρέμβαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου   το κυρίως παρεμβαίνον και ήδη εκκαλούν με την από 8.5.2019  (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) έφεσή του,  της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2020) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εκκαλούντος και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 8.5.2019 (υπ΄αριθ. κατάθ. …………../9.5.2019) έφεση του πρωτοδίκως ηττηθέντος κυρίως παρεμβαίνοντος Ελληνικού Δημοσίου κατά της νικήσασας ενάγουσας – καθ΄ης η κύρια παρέμβαση και της υπ΄αριθ. 2124/9.5.2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τακτικής Διαδικασίας), ασκήθηκε νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου αυτής στο πρωτοβαθμίως δικάσαν δικαστήριο και σύνταξη σχετικής έκθεσης (495, 500, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ), και εμπρόθεσμα (518 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθώς δεν προκύπτει ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης. Για δε το παραδεκτό της, δεν απαιτείται παράβολο έφεσης, λόγω της ιδιότητας του εκκαλούντος (44 ν. 4446/2016, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 40 παρ. 5 ν. 4465/2017, βλ. και Μ. Μαργαρίτης, ΕρμΚΠολΔ, τόμ. Α΄, άρθρο 495, αρ. 17, σελ. 849). Σημειωτέον ότι δεν απαιτείται να στρέφεται η έφεση και κατά των αρχικώς εναγομένων, καθόσον, σύμφωνα με την κρατούσα στη νομολογία άποψη, ο εκκαλών – κυρίως παρεμβάς  που αντιποιείται το αντικείμενο της δίκης που διεξάγεται μεταξύ άλλων, καθίσταται μεν αυτός κύριος διάδικος και αντίδικος των αρχικών διαδίκων, όμως δεν δημιουργείται σχέση αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ του παρεμβάντος και κάποιου από τους αρχικούς διαδίκους ή μεταξύ των αρχικών διαδίκων (ΑΠ 649/1971, ΝοΒ 20.203, 913/1985, 1610/1980, ΕφΛαρ 64/2014, ΕφΛαρ 334/2013, ΕφΘεσσ 1266/2000, ΕφΑθ 8532/1989, 2066/1988, 8232/1987, ΝΟΜΟΣ). Πρέπει συνεπώς να εξεταστεί περαιτέρω κατ΄ουσίαν ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

Επειδή από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2, 4, 10 παρ. 2, 4και 6, 12 παρ. 1 περ. α`, 2 περ. α` και 6, 16 παρ.1 και 6, 21 και 70  του από 15/28-7-1938 β.δ/τος “περί κωδικοποιήσεως της περί αποκαταστάσεως αστών προσφύγων κειμένης νομοθεσίας”, που έχουν εφαρμογή εδώ ως εκ του χρόνου κατά τον οποίο έλαβε χώρα η παραχώρηση του επιδίκου ακινήτου στο δικαιοπάροχο των διαδίκων (1940), συνάγεται ότι από την παρέλευση έτους από της αποπληρωμής ολόκληρου του τιμήματος ακινήτου που διατέθηκε προς αστική αποκατάσταση πρόσφυγα, ο υπερ ού η διάθεση, η οποία λαμβάνει χώρα και με προσωρινή παραχώρηση, σε περίπτωση δε θανάτου εκείνου οι κατά το κοινό δίκαιο κληρονόμοι αυτού, αποκτούν πλήρες και απεριόριστο δικαίωμα κυριότητας και πριν ακόμη από την έκδοση οριστικού παραχωρητηρίου και τη μεταγραφή αυτού. Η οφειλή δε εκείνου προς τον οποίο έγινε η παραχώρηση ή των κληρονόμων του από το τίμημα του ακινήτου που παραχωρήθηκε πριν από την 11-11-1944,λογίζεται, κατά πλάσμα του νόμου, εξοφληθείσα έκτοτε, δηλαδή από την 11-11-1944, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ.2 του ν.18/1944 και 1 παρ. 3 του αν. ν. 1073/1946, κατά τις οποίες υποχρεώσεις κάθε φύσεως σε δραχμές στηριζόμενες σε γενεσιουργό αιτία υφισταμένη πριν από την ισχύ του πρώτου από τους νόμους αυτούς (18/1944) και παραμείνασες ανεξόφλητες, λογίζονται εξοφληθείσες κατά την ως άνω ημερομηνία(11-11-1944). Από αυτά παρέπεται ότι μετά την παρέλευση έτους από την αποπληρωμή του τιμήματος το Δημόσιο παύει να έχει, έκτοτε, οποιαδήποτε εξουσία και δικαίωμα επί του παραχωρηθέντος ακινήτου, είναι δε δυνατή η κτήση επ` αυτού κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία από τρίτο που νεμήθηκε αυτό με τα προσόντα της χρησικτησίας αυτής. Μετά τη συμπλήρωση της έκτακτης χρησικτησίας δεν ασκεί έννομη επιρροή το γεγονός ότι εκδόθηκε οριστικό παραχωρητήριο υπέρ του αρχικού δικαιούχου ή των κληρονόμων του. Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των ν.8 παρ.1 Κωδ. (7.39) και 9 παρ.1 Πανδ. (50.14), που έχουν εδώ εφαρμογή, κατ` άρθρο 51Εισ.ΝΑΚ, μπορούσε κάποιος να γίνει κύριος ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, αν νεμόταν αυτό επί συνεχή τριακονταετία με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, ενώ, κατά τα άρθρα 1045 και 974 Α.Κ., προς κτήση κυριότητας ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία απαιτείται νομή τούτου με διάνοια κυρίου επί εικοσαετία. Περαιτέρω, ναι μεν τόσο από τους ορισμούς των ν.7 παρ.5 Πανδ. (10.3), ν.42 Πανδ. (4.12), ν.3 Κωδ.(7.34), ν.28 Πανδ. (10.3), όσο και από τις διατάξεις των άρθρων 787,980, 981, 982 και 994 AK,συνάγεται η αρχή κατά την οποία ο συγκοινωνός, όπως είναι και ο εξ αδιαθέτου συγκληρονόμος, λογίζεται νεμόμενος το κοινό πράγμα και στο όνομα των λοιπών συγκοινωνών και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αντιτάξει κατ` αυτών αποσβεστική ή κτητική παραγραφή πριν καταστήσει σ` αυτούς γνωστό ότι νέμεται ποσοστό μεγαλύτερο της μερίδας του ή ολόκληρο το κοινό αποκλειστικώς για δικό του λογαριασμό ως κύριος, πλην όμως τέτοια γνωστοποίηση δεν απαιτείται όταν οι λοιποί συγκοινωνοί έχουν λάβει γνώση της αποφάσεως που εκδήλωσε ο κοινωνός που κατέχει ολόκληρο το κοινό να νέμεται εφεξής αυτό αποκλειστικώς για τον εαυτό του (ΑΠ1468/2006, 1194/2006, 326/1995, ΝΟΜΟΣ). Τέλος, σε αναγνωριστική κυριότητας αγωγή, λόγω του απόλυτου χαρακτήρα της κυριότητας, ο ισχυρισμός ότι τρίτος είναι κύριος, δεν συνιστά ένσταση από δικαίωμα τρίτου (ΑΠ 1311/2010, ΝΟΜΟΣ).

Με την από 11.11.2013 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………../14.11.2013) αγωγή της, η ενάγουσα – καθ ης η κύρια παρέμβαση  και ήδη εφεσίβλητη, ζήτησε ν΄αναγνωριστεί η κυριότητά της επί του αναφερομένου ειδικότερα στην αγωγή, κειμένου στον ……… και καταχωρισθέντος στα οικεία κτηματολογικά βιβλία, αστικού προσφυγικού ακινήτου έναντι των εναγομένων, καθόσον, κατά μεν ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου απέκτησε αυτό ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος της αρχικής δικαιούχου – παραχωρησιούχου, ………. δυνάμει του αναφερομένου από 1940 παραχωρητηρίου που μετεγράφη νόμιμα, κατά δε το υπόλοιπο ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας και με προσμέτρηση του χρόνου νομής  χρησικτησίας των δικαιοπαρόχων της (από το έτος 1963) τους οποίους διαδέχτηκε στη νομή. Ότι οι εναγόμενοι, κληρονόμοι της έτερης δικαιούχου – παραχωρησιούχου, …………, με την ιδιότητά τους αυτή, υπέβαλαν το έτος 1995 αίτηση έκδοσης παραχωρητηρίου του ποσοστού 50% εξ αδιαιρέτου επί του ένδικου ακινήτου, αμφισβητώντας με τον τρόπο αυτόν την κατά τα ανωτέρω κυριότητά της. Στην ως άνω ανοιγείσα δίκη, παρενέβη κυρίως το ήδη εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, με την από 24.4.2013 (υπ΄αριθ. κατάθ. …………./26.4.2013) κύρια παρέμβασή του, με την οποία ισχυρίστηκε ότι το ένδικο ακίνητο είχε παραχωρηθεί κατά το ως άνω ποσοστό σε κάθε μία, δυνάμει του αναφερομένου παραχωρητηρίου, πλην όμως η …………., δεν κατέστη κυρία του ποσοστού 50% εξ αδιαιρέτου που είχε παραχωρηθεί στην έτερη δικαιούχο ………. και δη με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας όπως αναφέρεται στην αγωγή, καθόσον ουδέποτε εκδόθηκε σχετικό παραχωρητήριο προς την. ………. και συνεπώς αυτό παρέμεινε στην κυριότητά του ως δημόσιο, μετά από απαλλοτρίωση, κτήμα, επί του οποίου δεν χωρεί χρησικτησία. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο συνεκδίκασε τις ανωτέρω αγωγή και κύρια παρέμβαση ερήμην των εναγομένων και, αφού απέρριψε την κύρια παρέμβαση, έκανε δεκτή την αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων.

Από την εκτίμηση της κατάθεσης της μάρτυρα απόδειξης που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται και χρησιμοποιούνται είτε για άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα έστω και εάν δεν μνημονεύεται αυτό ειδικά, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά :

Το υπ΄αριθ. … οικόπεδο του υπ΄αριθ. …. Ο.Τ. του Αστικού Προσφυγικού Συνοικισμού … της περιφέρειας Δήμου …., εμβαδού 204,9 τμ, κείμενο στην οδό …………….., μετά της επ΄αυτού ισόγειας οικίας, επιφανείας 45 τμ, συγκειμένης εξ ενός μαγειρείου και ενός δωματίου, το οποίο εμφαίνεται στο κατατεθέν στο Υπουργείο  Κοινωνικής Υγείας και Πρόνοιας υπ΄αριθ. ……./20.1.1940 τοπογραφικό διάγραμμα του Μηχανικού ………, αλλά και στο από Μαΐου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα της Αρχιτέκτονος Μηχανικού ………, παραχωρήθηκε προσωρινά κατά χρήση στις ……… και ………., κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου σε κάθε μία το έτος 1940, για την εκπλήρωση του σκοπού αποκατάστασης αστών προσφύγων, με αναγραφή των ονομάτων τους στους εκτιμητικούς πίνακες των εγκατασταθεισών προσφυγικών οικογενειών του Κρατικού Αστικού Προσφυγικού Συνοικισμού ……… (βλ. υπ΄αριθ. πρωτ. ………./15.4.2005, υπ΄αριθ. πρωτ. ……./16.4.2014 και υπ΄αριθ. πρωτ. ……/26.3.2012 έγγραφα της Περιφέρειας Αττικής) του γεγονότος αυτού αποτελούντος μη οριστικό νόμιμο τίτλο (άρθρο 23 παρ. 4 βδ 330/1960). Οι ανωτέρω δικαιούχοι εγκαταστάθηκαν, (η μεν πρώτη με την οικογένειά της στο έμπροσθεν δωμάτιο, η δε δεύτερη μόνη της στο μαγειρείο του ανωτέρω ακινήτου) πριν την έκδοση και μεταγραφή παραχωρητηρίων, συνέχισαν δε μέχρι το θάνατo της ………. το έτος 1963 (βλ. κατάθεση μάρτυρα στα πρακτικά), ασκώντας τις προσιδιάζουσες πράξεις νομής.  Για το ½ εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου της δικαιούχου ………..,  εξεδόθη το υπ΄αριθ. ………/12.10.2004 οριστικό παραχωρητήριο της ανωτέρω Υπηρεσίας που διορθώθηκε με την υπ΄αριθ. ……../1.11.2004 απόφαση αυτής, επ΄ονόματι της εφεσίβλητης – ενάγουσας, ως κληρονόμου της ……….. Μετά το θάνατο της έτερης συνδικαιούχου, ………., εγκαταστάθηκε στο κοινό ακίνητο και δη στο μαγειρείο του οικήματος, ο γιός της, ……., ο οποίος παρέμεινε μέχρι το 1964. Ωστόσο, η δικαιοπάροχος της εφεσίβλητης – ενάγουσας, ………., εναντιώθηκε στην παραμονή του στο ακίνητο («επαναστάτησε», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει  μάρτυρας στα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης) στο οποίο είχε εγκατασταθεί με την οικογένειά της κατά τα ανωτέρω. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το υπ΄αριθ. πρωτ. …./14.4.1963 έγγραφο του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας του τότε Βασιλείου της Ελλάδος που κοινοποιήθηκε και στο Αστυνομικό Τμήμα Πειραιώς, είχε αποκαλυφθεί ότι ο  ανωτέρω, ……. κατείχε δύο ακόμη προσφυγικά καταλύματα, (ήτοι τα αναφερόμενα στο ανωτέρω έγγραφο ως «παραπήγματα» υπ΄αριθ. … και …….., στο συνοικισμό …..), επιπλέον δε, εκτός από τη δικαιοπάροχο της εφεσίβλητης, κατά της παραμονής του στο επίδικο αντέδρασε στην εγκατάστασή του και το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας του ως άνω Υπουργείου, το οποίο με το ως άνω έγγραφο του έταξε προθεσμία 15 ημερών, ήτοι μέχρι τις 30.4.1963, προκειμένου να υποβάλει δήλωση εγκατάστασης είτε στο επίδικο (μαγειρείο), παραδίδοντας τα άλλα δύο καταλύματα, είτε στα άλλα δύο καταλύματα, παραδίδοντας το επίδικο (μαγειρείο), άλλως θα αποβαλλόταν διοικητικά. Εν όψει της πραγματικής και νομικής αυτής εξέλιξης, ο εν λόγω ………, επέλεξε να περιοριστεί στα άλλα δύο καταλύματα που κατείχε στη ……, εγκαταλείποντας το επίδικο στο οποίο δεν επανήλθε ούτε αξίωσε δικαιώματα. ΄Εκτοτε, η ……, συνέχισε να διαβιώνει με την οικογένειά της στο επίδικο, χρησιμοποιώντας εν γνώσει του …………. αυτό ως κατοικία, μετά δε το θάνατό της παρέμεινε ο γιός της μέχρι το θάνατό του το έτος 1987, ενώ από το 1980 χρησιμοποιεί το επίδικο και η εφεσίβλητη – ενάγουσα ως κατοικία της ίδιας και των τέκνων της (βλ. υπ΄αριθ. πρωτ. ……./15.4.2005 αίτησή της προς την Περιφέρεια Αττικής προς έκδοση παραχωρητηρίου του επιδίκου). Σημειωτέον, ότι οι λοιποί, πλην της εφεσίβλητης – ενάγουσας, εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της ……….., δικαιοπαρόχου της ενάγουσας, παραιτήθηκαν των κληρονομικών δικαιωμάτων τους επ΄αυτού.  Στη συνέχεια, το έτος 1996, οι κληρονόμοι της …………, υπέβαλαν αίτηση προς την ίδια ως άνω Υπηρεσία, προκειμένου να εκδοθεί παραχωρητήριο στο όνομά τους, πράγμα που δεν έγινε μέχρι σήμερα. Ωστόσο, από το έτος 1963, οπότε αποχώρησε ο ……. …… και ο  γιος της αρχικής δικαιούχου ……… συνέχισε να κατοικεί στο όλο ακίνητο ήτοι και στο επίδικο μέχρι το θάνατό του το 1987, οπότε συνέχισε να κατοικεί σε αυτό η εφεσίβλητη – ενάγουσα με τα τέκνα της ασκώντας και οι δύο τις προσιδιάζουσες  πράξεις νομής επ΄αυτού και δη εν γνώσει του κληρονόμου της έτερης δικαιούχου ……, ο οποίος δεν αντέδρασε στη γνωστή σε αυτόν  κατά τα ανωτέρω αντιποίηση της νομής του εξ αδιαιρέτου ποσοστού της μητέρας του, παρήλθε χρόνος άνω της εικοσαετίας, μέχρι τουλάχιστον το έτος 1987, οπότε πέθανε ο γιος της …………, ο οποίος κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από την εφεσίβλητη – ενάγουσα μετά και την παραίτηση των λοιπών κληρονόμων της. Σημειωτέον, ότι όπως προκύπτει από την ως άνω υπ΄αριθ. ……./2005 αίτηση της εφεσίβλητης – ενάγουσας, αυτή κατοικούσε στο επίδικο από το 1980 και είχε φροντίσει να εκδίδονται στο όνομά της οι λογαριασμοί ηλεκτροδότησης, υδροδότησης και τηλεφωνικής σύνδεσης, διευκολύνοντας την ομαλή χρήση του. Έτσι, η τελευταία είχε καταστεί κυρία του επιδίκου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας και με προσμέτρηση του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων της, ήτοι της αρχικής δικαιούχου και του γιού της, πολύ πριν την υποβολή της αίτησης των κληρονόμων της ………. για έκδοση παραχωρητηρίου, δοθέντος, ότι όπως προαναφέρθηκε στη νομική σκέψη της παρούσας, από την πραγματική ή πλασματική αποπληρωμή τους τα αστικά προσφυγικά ακίνητα καθίστανται δεκτικά χρησικτησίας και το δημόσιο αποξενώνεται από κάθε δικαίωμα επ΄ αυτών. Τέλος, το γεγονός ότι η εφεσίβλητη ενάγουσα υπέβαλε την ως άνω αίτηση προς έκδοση παραχωρητηρίου επί του επιδίκου δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι φανερώνει ότι δεν είχε διάνοια κυρίου (είχε κακή πίστη) κατά την άσκηση της υπερεικοσαετούς νομής, αντιθέτως δε, δηλώνει ότι έχουσα την πεποίθηση ότι έχει καταστεί κυρία με έκτακτη χρησικτησία επιχείρησε τη δημιουργία νόμιμου τίτλου, ανεξαρτήτως του ότι η αρμόδια υπηρεσία του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου δεν είχε στην πραγματικότητα τέτοια αρμοδιότητα για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, πράγμα που ενίοτε δεν είναι κατανοητό στους, μη έχοντες νομικές γνώσεις, πολίτες.

Εν όψει των ανωτέρω, η κύρια παρέμβαση του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου ήταν μη νόμιμη και  το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε όμοια, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία -η οποία παραδεκτά αντικαθίσταται από την παρούσα (ΚΠολΔ 534)- και απέρριψε την κύρια παρέμβαση του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, δεν έσφαλε και ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και οι λόγοι της κρινόμενης έφεσης με τους οποίους το εκκαλούν παραπονείται ότι το επίδικο του ανήκει κατά κυριότητα, καθόσον α) μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί παραχωρητήριο, β) η εφεσίβλητη τελούσε σε κακή  πίστη, γ) το επίδικο κατέστη κοινόχρηστο επειδή προερχόταν από απαλλοτρίωση για τη στέγαση αστών προσφύγων, δ) δεν γνωστοποιήθηκε η αντιποίηση της νομής στους κληρονόμους της έτερης δικαιούχου ………. ώστε να αρχίσει να διαδράμει ο χρόνος χρησικτησίας, ε)  το επίδικο αποτελεί δημόσιο κτήμα, μη δεκτικό χρησικτησίας και στ) η εφεσίβλητη υπέβαλε αίτηση έκδοσης παραχωρητηρίου για το επίδικο στο όνομά της, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είχε διάνοια κυρίου, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Μη υπάρχοντος δε άλλου λόγου έφεσης προ εξέταση, πρέπει αυτή ν΄απορριφθεί και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης εις βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του, πλην όμως μειωμένα λόγω της ιδιότητας τους εκκαλούντος, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 8.5.2019 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………../9.5.2019) έφεση κατά της υπ΄αριθ. 2124/2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Τακτικής Διαδικασίας).

Δέχεται την έφεση τυπικά και απορρίπτει αυτήν κατ΄ουσίαν.

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 14η Σεπτεμβρίου  2021 και δημοσιεύθηκε, με την ίδια σύνθεση και με Γραμματέα την Τ.Λ. λόγω αποσπάσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέως Ε.Τ., στις 4 Οκτωβρίου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους, τη δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εκκαλούντος και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εφεσίβλητης.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ