Αριθμός 538/2021
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ :
1) ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Αναστάσιο Γιαλούρη.
2) ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο, Αναστάσιο Γιαλούρη.
3) ………., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αναστασίου Γιαλούρη.
4) ………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Αναστάσιο Γιαλούρη.
5) ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο, Αναστάσιο Γιαλούρη
ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΑΝΑΚΟΠΗ :
- ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο, Μυρτώ – Μαρία Κωτούλα.
- Της Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας ……….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
- Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
- Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας …………… η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
- Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας ………….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Οι ανακόπτοντες κατέθεσαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 2.7.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2021) ανακοπή τους (Διαδικασία άρθρου 702 παρ 1 ΚΠολΔ, εν συνδυασμών με τ΄ άρθρα 686 επ ΚΠολΔ), της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρασταθέντων διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 724 του Κ.Πολ.Δ, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου πέμπτου του άρθρου 1 του ισχύοντος από 1-1-2016 νόμου 4335/2015 « 1. Ο δανειστής μπορεί με βάση οριστική απόφαση, καθώς και με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων να ζητήσει εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί με τη διαταγή πληρωμής. 2. Το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση ή τη διαταγή πληρωμής μπορεί με αίτηση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται και κατά τη διαδικασία του άρθρου 702 παρ. 1 να αναστείλει ολικά ή εν μέρει την εκτέλεση των ασφαλιστικών μέτρων που αναφέρονται στην παρ. 1, αν πιθανολογείται η εξόφληση ή η ανυπαρξία ολική ή εν μέρει της απαίτησης για την οποία έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση ή η διαταγή πληρωμής ή να περιορίσει την εκτέλεση σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία,– , αν πιθανολογείται ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για την εξασφάλιση της απαίτησης.». Από την ανωτέρω διάταξη, όπως αυτή ισχύει μετά την τροποποίησή της με το Ν. 4335/2015, προκύπτει ότι τίτλο για την αυτοδύναμη εκ μέρους του δανειστή επιβολή και του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης, ως εξασφαλιστικού μέτρου για την ικανοποίηση της απαίτησης που του επιδικάστηκε, αποτελεί και η οριστική απόφαση που δεν είναι προσωρινά εκτελεστή, μόλις εκδοθεί, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη επίδοσή της στον οφειλέτη. Περαιτέρω, σε περίπτωση αυτοδύναμης επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης με τίτλο οριστική απόφαση σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του ως άνω άρθρου, αρμόδιο δικαστήριο να διατάξει την αναστολή εκτέλεσης του εν λόγω ασφαλιστικού μέτρου ή να το περιορίσει σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία ή, ακόμη, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, να το ανακαλέσει, είναι, κατά τη διάταξη της παρ. 2 του ιδίου ως άνω άρθρου το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση. Μετά όμως την άσκηση ενδίκων μέσων κατά της οριστικής απόφασης και όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του ενδίκου μέσου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 697 Κ.Πολ.Δ, το οποίο επιλαμβάνεται μετά από σχετική αίτηση, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 702 παρ. 1Κ.Πολ.Δ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 724 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, δικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και υποβάλλεται και αυτοτελώς και ανεξάρτητα από στάση δίκης (ΜονΕφ. Αθ. 300/2019, Μον. Εφ. Αθ. 2647/2018). Συνακόλουθα, εφόσον αρμόδιο για την αναστολή εκτέλεσης του ασφαλιστικού μέτρου ή τον περιορισμό αυτού σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία ή την ανάκληση αυτού, είναι, μετά την άσκηση ενδίκου μέσου κατά της οριστικής απόφασης και όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία, το δικαστήριο του ενδίκου μέσου, τούτο καθίσταται αρμόδιο και για την εκδίκαση των διαφορών που αφορούν την εκτέλεση απόφασης που διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα ή ανακαλεί ολικά ή εν μέρει απόφαση γι΄αυτά, καθώς και την εκτέλεση του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου που επιβλήθηκε αυτοδυνάμως βάσει διαταγής πληρωμής ή οριστικής απόφασης κατ΄αρθρο 724 ΚΠολΔ.
Εξάλλου κατά το άρθρο 519 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ «`Οσο διαρκεί η προθεσμία της έφεσης δεν μπορεί να εκτελεστεί η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Κάθε πράξη που ενεργείται κατά τη διάρκεια της προθεσμίας της έφεσης είναι άκυρη, επιτρέπεται όμως να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα», ενώ κατά το άρθρο 521 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.” Η έφεση που έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και νόμιμα αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Κάθε πράξη που ενεργείται μετά την άσκηση της έφεσης είναι άκυρη, επιτρέπεται όμως να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα». Οι διατάξεις των άρθρων 519 παρ. 1 και 521 παρ.1 Κ.Πολ.Δ έχουν υπόψη τους καταψηφιστικές και όχι αναγνωριστικές ή διαπλαστικές αποφάσεις, αφού μόνο οι πρώτες θα μπορούσαν να εκτελεστούν.
Περαιτέρω, στην εισηγητική έκθεση του Ν. 4335/2015 για το άρθρο 724 αναφέρονται τα ακόλουθα: « Το άρθρο 724 υπο την υφιστάμενη (πριν από την τροποποίηση) ρύθμιση καθιερώνει τη διαταγή πληρωμής ως τίτλο για την αυτοδύναμη εγγραφή προσημειώσης υποθήκης και την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης. Η διαταγή πληρωμής στηρίζεται μόνο στο πραγματικό και αποδεικτικό υλικό που προσκόμισε ο δανειστής, χωρίς οποιαδήποτε δυνατότητα ακρόασης του οφειλέτη επομένως δεν παρουσιάζει περισσότερα εχέγγυα ορθής κρίσης από την οριστική απόφαση που δέχθηκε την αγωγή και διέγνωσε την ισχυ της επικαλουμένης χρηματικής αξίωσης του δανειστή. Μολονότι αποτελεί η διαταγή πληρωμής εκτελεστό τίτλο, εντούτοις με την παρεχόμενη δυνατότητα αναστολής της εκτελεστότητάς της (άρθρο 632 παρ.2) δεν διαφοροποιείται από τη μη κηρυχθείσα προσωρινώς εκτελεστή οριστική απόφαση ή αυτήν της οποίας μεταγενέστερα διατάχθηκε αναστολή της προσωρινής εκτελεστότητας. Υπάρχει λοιπόν όχι μόνον απόλυτη ομοιότητα ανάμεσα στη διαταγή πληρωμής και στην οριστική απόφαση, αλλά υπεροχή της τελευταίας. Επιπλέον, με βάση την οριστική και μη καταστάσα τελεσίδικη απόφαση μπορούν να επιβληθούν αυτοδύναμα ασφαλιστικά μέτρα (άρθρα 519 παρ.1 και 521 παρ.1), προδήλως τα ίδια ασφαλιστικά μέτρα που προβλέπει και το άρθρο 724. Ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαία η εισαγωγή της παρούσας ρύθμισης, με την οποία καθιερώνεται η οριστική απόφαση ως τίτλος για την αυτοδύναμη εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης». Από την αιτιολογία αυτή σαφώς προκύπτει ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν να επεκτείνει το δικαίωμα που έχει ο δανειστής που έχει εξοπλιστεί με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και για επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου και στον δανειστή που έχει εξοπλιστεί με οριστική καταψηφιστική απόφαση αφού η τελευταία παρέχει περισσότερα εχέγγυα ορθής κρισης από την διαταγή πληρωμής, όχι, όμως, και στον δανειστή που έχει εξοπλιστεί με οριστική αναγνωριστική απόφαση καθόσον ουδεμία σκέψη (επιβεβλημένη ενόψει του θέματος) περί αυτού έστω εν σπέρματι περιλαμβάνεται στην αιτιολογία αυτή.
Η ερμηνεία αυτή, εξάλλου απορρέει και από την διατύπωση της διατάξεως του άρθρου 724 ΚΠολΔ στο οποίο αναγράφεται ότι «Ο δανειστής … μπορεί να ζητήσει εγγραφή προσημειώσεως υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί με την διαταγή πληρωμής». Από την διατύπωση αυτή καθίσταται σαφές ότι δεν αφήνεται περιθώριο να εννοηθεί ότι ο δανειστής … μπορεί να ζητήσει εγγραφή προσημειώσεως υποθήκης και να επιβάλλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που αναγνωρίζεται ότι οφείλεται με την απόφαση αφού η επιδίκαση χρηματικού ποσού παραπέμπει σε καταψηφιστική και όχι σε αναγνωριστική απόφαση. Απ` όλα τα ανωτέρω συνάγεται ότι με τον αναφερόμενο στην διάταξη του άρθρου 724 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όρο «οριστική απόφαση», νοείται κατά την άποψη που υιοθετεί το Δικαστήριο (βλ. αντίθετη ΜονΕΦΠειρ 526/2020 ΝΟΜΟΣ) η καταψηφιστική απόφαση και επομένως, δεν είναι δυνατή η εγγραφή προσημείωσης ή η επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης με βάση αναγνωριστική ή διαπλαστική απόφαση.
Στην προκειμένη περίπτωση με την υπό κρίση ανακοπή οι ανακόπτοντες εκθέτουν ότι δυνάμει της υπ΄αριθμόν 4306/19-9-2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) αναγνωρίστηκε ότι έκαστος των τριών πρώτων εξ αυτων υποχρεούται να καταβάλει στην καθ΄ης το ποσό των 25.000 ευρώ και έκαστος των λοιπών των καθ΄ων το ποσό των 8.000 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής άπαντες οι διάδικοι άσκησαν έφεση επι της οποίας εξεδόθη η υπ΄αριθμόν 513/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά με την οποία αναβλήθηκε η έκδοση αποφασης μέχρις εκδόσεως αποφάσεως από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επί συγκεκριμένου ζητήματος και διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομιστούν τα αναφερόμενα σ΄αυτήν έγγραφα, ενώ ήδη, κατόπιν αιτήσεως της καθ΄ης προσδιορίστηκαν να δικαστούν οι εφέσεις κατά την δικάσιμο της 17-3-2022. Μετά την έκδοση της ανωτέρω μη οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά η καθής προέβη, σε συντηρητική κατάσχεση προς εξασφάλιση του δικαιώματος της, με το από 11-5-2021 κατασχετήριο εις χείρας των τραπεζών …………….. δεσμεύοντας όλους τους λογαριασμούς των αιτούντων στις τράπεζες αυτές. Επικαλούμενοι οι αιτούντες ανεπανόρθωτη βλάβη, επείγουσα περίπτωση και ακυρότητα της συντηρητικής κατάσχεσης λόγω του ότι επιβλήθηκε βάσει αναγνωριστικής και όχι καταψηφιστικής απόφασης ζητούν την εν όλω ή εν μέρει ακύρωση της επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης και την ακύρωση του κατασχετηρίου εγγράφου. Ζητούν, επίσης, την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση και την καταδίκη της καθ΄ης στα δικαστικά έξοδα αυτών. Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα η ανακοπή αυτή αρμόδια εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το οποίο είναι καθ΄υλην αρμόδιο για την εκδίκαση αυτής ως Δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η κύρια δίκη καθόσον μετά την άσκηση ενδίκου μέσου κατά της οριστικής απόφασης και όσο διαρκεί η εκκρεμοδικία, αρμόδιο για την εκδίκαση των διαφορών περί την εκτέλεση του άρθρου 702 ΚΠολΔ στις οποίες περιλαμβάνεται και η ένδικη, είναι το δικαστήριο του ενδίκου μέσου σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη προεκτιθέμενη μειζονα σκέψη. Περαιτέρω, η ανακοπή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη στις διατάξεις των άρθρων 702, 697 και 933 Κ.Πολ.Δ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ΄ουσίαν κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων καθώς η ανακοπή ασκήθηκε προ της παρόδου 45 ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης (άρθρο 934 εδαφ α ΚΠολΔ), δοθέντος ότι τα αποτελέσματα της κατάσχεσης εις χείρας τρίτου αρχίζουν από την επίδοση του εγγράφου που ανακοινώνει την κατάσχεση σε κείνον κατά του οποίου στρέφεται (άρθρο 715 παρ 2 εδαφ β σε συνδυασμό με 712 ΚΠολΔ), η οποία (επίδοση) έγινε στις 2-7-2021, όπως προκύπτει από τις υπ΄αριθμούς ………./2-7-2021 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών, ……….. Το παρεπόμενο αίτημα περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση πρέπει ν΄απορριφθεί ως αλυσιτελώς προβαλλόμενο αφού σε περίπτωση ευδοκίμησης της ανακοπής και ακύρωσης της επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης αποδεσμεύονται οι συντηρητικά κατασχεθέντες λογαριασμοί και επανέρχονται τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση δίχως περαιτέρω ενέργειες του οφειλέτη. Σημειώνεται δε, ότι εκ περισσού η κρινόμενη ανακοπή απευθύνεται και στις Τράπεζες (………), εις χείρας των οποίων επιβλήθηκε η επίδικη κατάσχεση.
Από την χωρίς όρκο κατάθεση του τρίτου των ανακοπτόντων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι, πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ΄αριθμόν 4306/19-9-2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) αναγνωρίστηκε ότι έκαστος των τριών πρώτων των αιτούντων υποχρεούται να καταβάλει στην καθ΄ης το ποσό των 25.000 ευρώ και έκαστος των λοιπών των εξ αυτών το ποσό των 8.000 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής τόσο οι εναγόμενοι όσο και η ενάγουσα άσκησαν έφεση επί της οποίας εξεδόθη η υπ΄αριθμόν 513/27-7-2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά με την οποία αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης μέχρις εκδόσεως αποφάσεως από την πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου επί παραπεμφθέντος σ΄αυτήν με την υπ΄αριθμόν 8/2019 απόφαση της τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου ζητήματος και επιπρόσθετα διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομιστούν τα αναφερόμενα σ΄αυτήν έγγραφα. Μετά πάροδο εννέα μηνών η καθ΄ης με το με ημερομηνία 11-5-2021 κατασχετήριο (το οποίο υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο …………….) επέβαλε συντηρητική κατάσχεση εις χείρας τρίτων και συγκεκριμένα εις χείρας των τραπεζών ………… . μέχρι του ποσού των 33.137,74 ευρώ για καθένα των τριών πρώτων των αιτούντων και μέχρι του ποσού των 10.984,88 ευρώ για καθένα των λοιπών των αιτούντων δεσμεύοντας το σύνολο των τραπεζικών λογαριασμών που διατηρούν οι αιτούντες στις ανωτέρω τράπεζες. Στη συνέχεια, ενόψει του ότι εξεδόθη η υπ΄αριθμόν 3/2021 απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου επί του παραπεμφθέντος με την προαναφερόμενη απόφαση της τακτικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου ζητήματος και ως εκ τούτου συνετελέσθη το γεγονός για το οποίο αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης επι των ανωτέρω εφέσεων, προσδιορίστηκε η εκδίκαση αυτων, επιμελεία της καθ΄ης, στις 17-3-2022. Ωστόσο, η επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση είναι άκυρη διότι στηρίχθηκε στην υπ΄αριθμόν 4306/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η οποία είναι αναγνωριστική και όχι καταψηφιστική δοθέντος ότι δεν είναι δυνατή η εγγραφή προσημείωσης ή η επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης με βάση αναγνωριστική ή διαπλαστική απόφαση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προεκτιθέμενη μείζονα σκέψη. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος κατά λογική αναγκαιότητα λόγος της ανακοπής, ο οποίος είναι νόμιμος (άρθρο 724 παρ 1 ΚΠολΔ) και ν΄ακυρωθεί το με ημερομηνία 11-5-2021 κατασχετήριο της καθ΄ης (το οποίο υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ………..) και εν τέλει η συντηρητική κατάσχεση που επιβλήθηκε στους λογαριασμούς των ανακοπτόντων. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η ανακοπή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν καθόσον η δέσμευση του συνολου των λογαριασμών των αιτούντων προκαλεί σ΄αυτούς ανεπανόρθωτη βλάβη αφού αποστερεί αυτούς από την χρήση τους και εντεύθεν από την πληρωμή κάθε οφειλής και εκπλήρωση των οικονομικών υποχρεώσεων τους με ανυπολόγιστες συνέπειες στην ατομική και επαγγελματική τους ζωή. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων καθόσον η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 Κ.Πολ.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει το με ημερομηνία 11-5-2021 κατασχετήριο εις χείρας τρίτου της καθ΄ης (………), το οποίο υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ………., με το οποίο βάσει της υπ΄αριθμόν 4306/2018 οριστικής (αναγνωριστικής) απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, επιβλήθηκε συντηρητική κατάσχεση σε όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς που διατηρούν οι ανακόπτοντες στις Τράπεζες …………………
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 8 Νοεμβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ