Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 587/2021

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Γ΄ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Περίληψη

Σύμφωνα με το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Ποια πρόσωπα θεωρούνται ότι ανήκουν στην οικογένεια αυτή κι ως εκ τούτου είναι δικαιούχοι της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης. Εξάλλου, μόνη η παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας δεν καθιερώνει αυτή καθεαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αλλά πρέπει να υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης – παράβασης και του επελθόντος αποτελέσματος.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ   587/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1)Aνώνυμης εταιρίας ……………. και 2) ……………..οι οποίες παραστάθηκαν αμφότερες διά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Θωμά Καμενόπουλου (με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 ΚΠολΔ).

ΚΑΙ των ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) ……………. 2) ………….. 3) ……………. 4) ………….., 5) Α…………όπως αυτός εκπροσωπείται από τους γονείς του …………., 6) ………… και 7) …………..οι οποίοι παραστάθηκαν άπαντες διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους  Γεωργίου Καραμιζάρη (με δήλωση, κατ΄ άρθρο 242 ΚΠολΔ).

ΟΙ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΙ, άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 1-10-2018 και με αρ. εκθ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ.) …………/4-10-2018 αγωγή τους κατά της πρώτης εναγόμενης – ήδη δεύτερης εκκαλούσας …………. και της δεύτερης εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας – ήδη πρώτης εκκαλούσας. Το ως άνω Δικαστήριο, με την υπ΄αρ. 3651/2019 οριστική απόφασή του, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα για ζημίες από αυτοκίνητα, (άρθρα 614 επ.), έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή.

Ήδη οι εναγόμενες – εκκαλούσες προσβάλλουν την απόφαση αυτή με την κρινόμενη, από 18-12-2019 έφεσή τους, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο,που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης αντίστοιχα (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………../19-12-2019, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ. …………./23-9-2020.

Η παραπάνω έφεση προσδιορίστηκε αρχικά, για τη δικάσιμο της 4ης-3-2021, κατά την οποία ματαιώθηκε, εξαιτίας της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων ένεκα του covid 19, ενώ προσδιορίστηκε εκ νέου αυτεπαγγέλτως προς συζήτηση, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αρ. 33, δυνάμει της υπ΄αρ. 42/5-4-2021 Πράξης της, ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Δικαστή Ζωή Καραχάλιου, Εφέτη και ήδη Προέδρου Εφετών, σύμφωνα με το άρθρο 21 του Ν.4786/2021.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ύστερα από δήλωσή τους που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση  των  εκκαλουσών-  εναγόμενων, κατά της υπ΄ αρ. 3651/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορώνκαι ειδικότερα για ζημίες από αυτοκίνητα (άρθρα 614 επ.), όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τον Ν.4335/23-7-2015, ο οποίος καταλαμβάνει τις αγωγές, που ασκήθηκαν μετά την 1-1-2016 (άρθρο 9 παρ.2 ως άνω νόμου), όπως εν προκειμένω, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2, 591 παρ.1  ΚΠολΔ), δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται ούτε προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένηςκαι από τη δημοσίευσή της μέχρι την άσκηση της έφεσης, δεν έχει παρέλθει διετία. Έχει κατατεθεί δε από τις εκκαλούσες τοπροβλεπόμενο, από το άρθρο 495 παρ.3εδ.α ΚΠολΔ, παράβολο του Δημοσίου, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κάτωθεν του δικογράφου της. Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς την παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 522 ,533 παρ.1,2 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου ‘’οικογένεια του θύματος’’, προφανώς διότι ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσης του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις από τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διάταξης, που απορρέει από τον σκοπό της θέσπισής της, στην οικογένεια του θύματος, ως αόριστης νομικής έννοιας, περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων τούτων περιλαμβάνονται ο σύζυγος, οι κατιόντες, οι ανιόντες, οι αδελφοί του θανόντος, καθώς και οι αγχιστείς πρώτου βαθμού, ήτοι πεθερός, πεθερά, γαμπρός και νύφη (ΑΠ 870/2020, ΑΠ 602/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ δεν περιλαμβάνονται οι συγγενείς εξ αγχιστείας δεύτερου βαθμού ήτοι οι από αδελφήγαμβρός και από αδελφό νύφη του θανόντος. Σημειωτέον δε ότι, η επιδίκαση της, από το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπομένης, χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης, κατ` εκτίμηση του δικαστή της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης (Ολ.ΑΠ 21/2000, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 870/2020, ο.π). Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 914, 297 και 298 ΑΚ, προϋπόθεση της ευθύνης προς αποζημίωση είναι η ύπαρξη μεταξύ ζημιογόνου γεγονότος και της ζημίας, αιτιώδους συνάφειας, η οποία υπάρχει όταν η πράξη ή η παράλειψη του ευθυνόμενου προσώπου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων το επιζήμιο αποτέλεσμα. Μόνη δε η παράβαση των διατάξεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας δεν καθιερώνει αυτή καθεαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αλλά αποτελεί στοιχείο, η στάθμιση του οποίου θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης και του επελθόντος αποτελέσματος (ΑΠ 1252/2001 Ελλ.Δικ.43.109, ΑΠ 576/2000, Εφ.Πατρ.1440/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι εφεσίβλητοι – ενάγοντες εξέθεταν στηναπό 1-10-2018 και με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης ………/2018 αγωγή τους, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου της, ότι στη Σαλαμίνα, επί της λεωφ. Αιαντείου, στις 28-8-2017 και περί ώρα 18.20, η πρώτη εναγόμενη – ήδη δεύτερη εκκαλούσα …………, οδηγώντας το Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο με αρ. κυκλοφ. …………….., ιδιοκτησίας της, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη έναντι τρίτων στη δεύτερη εναγόμενη και ήδη πρώτη εκκαλούσα εταιρία, προκάλεσε, από αποκλειστική υπαιτιότητά της, το θανάσιμο τραυματισμό του …………….., συγγενή των εναγόντων – ήδη εφεσίβλητων, κατά τη σύγκρουση του ως άνω οχήματος (η οποία έγινε υπό τις συνθήκες που αναλυτικά περιγράφονται στην αγωγή), με το δίκυκλο μοτοποδήλατο με αρ. κυκλοφ. ……….., το οποίο οδηγούσε ο ως άνω θανών, ιδιοκτησίας του. Για την αιτία αυτή, ζητούσαν, όπως παραδεκτά μετέτρεψαν το αίτημα της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση, πρακτικά αυτού, αλλά και με τις πρωτόδικες προτάσεις τους (άρθρα 223,295,297 ΚΠολΔ), να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρο έκαστη, να τους καταβάλουν ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατο του ως άνω συγγενή τους, στην πρώτη ενάγουσα, χήρα του θανόντος, το ποσό των 70.000 ευρώ, σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων, τέκνα του, το ποσό των 50.000 ευρώ, στην τέταρτη ενάγουσα, νύφη του θανόντος (ήτοι σύζυγο του γιου του – τρίτου ενάγοντος), το ποσό των 10.000 ευρώ, στονπέμπτο των εναγόντων, ανήλικο εγγονό του θανόντος (όπως ο τελευταίος εκπροσωπείται από τους γονείς του – τρίτο και τέταρτη των εναγόντων), το ποσό των 10.000 ευρώκαι σε καθένα από τους έκτο και έβδομη των εναγόντων, αδέρφια του, το ποσό των 20.000 ευρώ. Ζητούσαν, ακόμη (οι ενάγοντες), να αναγνωριστεί ότι, οι εναγόμενεςοφείλουν να καταβάλουν,επίσης εις ολόκληρο, ως αποζημίωση,τα δαπανηθέντα ποσά, που αφορούν τα έξοδα κηδείας του θανόντος, τα έξοδα περίθαλψης αυτού και τη δαπάνη αποκλειστικής νοσοκόμας, όπως περαιτέρω τα επιμέρους κονδύλια εξειδικεύονται στην αγωγή, στην πρώτη των εναγόντων το ποσό των 7.433,10 ευρώ (και συνολικά 77.433,10 ευρώ) και σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων, το ποσό των 7.399,65 ευρώ (και συνολικά 57.399,65 ευρώ), όλα τα ανωτέρω ποσά με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση.

Με την υπ’αρ. 3651/2019 οριστική απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, πλην του κονδυλίου των 692,39 ευρώ που αφορά στα έξοδα περίθαλψης του θανόντος, το οποίο απέρριψε ως αόριστο, καθώς και τα αιτήματα αυτής περί κήρυξης προσωρινά εκτελεστής της απόφασης που θα εκδοθεί και της απαγγελίας προσωπικής κράτησης εναντίον της πρώτης εναγομένης, τα οποία καθίστανται μη νόμιμα μετά την μετατροπή του αιτήματος της αγωγής συνολικά σε αναγνωριστικό, διότι συνάδουν με τον καταψηφιστικό χαρακτήρα της. Ακολούθως την έκανε εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, αναγνώρισε δε ότι οι εναγόμενες, η καθεμία εις ολόκληρο, υποχρεούνται να καταβάλουν, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 40.000 ευρώ, σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων το ποσό των 30.000 ευρώ, στην τέταρτη ενάγουσα το ποσό των 3.000 ευρώ, στον τρίτο και τέταρτη των εναγόντων, για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους – πέμπτου ενάγοντα, το ποσό των 10.000 ευρώ, και σε καθένα από τους έκτο και έβδομη των εναγόντων, το ποσό των 5.000 ευρώ. Ακόμη, αναγνώρισε ότι, οι εναγόμενες, οφείλουν να καταβάλουν, επίσης εις ολόκληρο έκαστη, ως αποζημίωση, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 1.280,48 ευρώ (και συνολικά 41.280,48 ευρώ) και σε καθένααπό τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων το ποσό των 900 ευρώ (και συνολικά 30.900 ευρώ), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω απόφαση.

Ήδη κατά της παραπάνω οριστικής απόφασης παραπονούνται οι εναγόμενες-  εκκαλούσες με την κρινόμενη έφεσή τους για τους λόγους που εκθέτουν σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε να απορριφθεί η ως άνω αγωγή των αντιδίκων τους.

Με τον δεύτερο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούσες υποστηρίζουν ότι κακώς η εκκαλουμένη δεν απέρριψε την αγωγή ως προς την τέταρτη των εναγόντων -νύφη από γιο του θανόντος, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης αυτής και σε κάθε περίπτωση ως νομικά αβάσιμη, διότι, όπως υποστηρίζουν, η τελευταία δεν ανήκει στα δικαιούμενα χρηματική ικανοποίηση πρόσωπα. Ο λόγος, όμως, αυτός της έφεσης είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθώς, σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, οι πρώτου βαθμού συγγενείς εξ αγχιστείας, στους οποίους ανήκει η σύζυγος του γιού (νύφη) του θανόντος ανήκει στα πρόσωπα της οικογένειάς του, πουνομιμοποιούνται ενεργητικά να αξιώσουν χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατό του, αντίθετα από τη νύφη από αδερφό που, ως συγγενής δευτέρου βαθμού αγχιστείας, δεν νομιμοποιείται.

Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης του δεύτερου των εναγόντων, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με τηνεκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού,και όλων των εγγράφων, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, ορισμένα από τα οποία μνημονεύονται ειδικώς παρακάτω, χωρίς να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, καθώς και της υπ’ αρ. …/13-2-2019 ένορκης βεβαίωσης του ………, η οποία λήφθηκε νόμιμα στις 13-2-2019, ήτοι μετά την πρωτόδικη συζήτηση της αγωγής, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, κατόπιν κλήτευσης των εναγόμενων, που έλαβε χώρα  με σχετική προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου των εναγόντων, ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προς αντίκρουση του προβληθέντος, με τις προτάσεις τους, ισχυρισµού των εναγόμενων, περί συντρέχοντος πταίσματος του θανόντος ως προς την έκταση του θανάσιμου τραυματισμού του εκ του ένδικου συµβάντος, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Στις 28-8-2017 και περί ώρα 18.20 στη Σαλαμίνα o………….οδηγώντας το υπ’ αρ. κυκλοφ. ……… µοτοποδήλατο µάρκας Suzuki RV 50, ιδιοκτησίας του, έβαινε κανονικά επί της λεωφόρου Αιαντείου µε κατεύθυνση προς Σαλαµίνα. Η οδός αυτή είναι δρόµος διπλής κυκλοφορίας, ευθεία, συνολικού πλάτους 9 µέτρων, µε µία λωρίδα ανά κατεύθυνση, έχει δε διπλή συνεχόµενη διαχωριστική γραµµή, η οποία διακόπτεται στη διασταύρωση αυτής µε την οδό Μπουµπουλίνας. Την ίδια ώρα, η πρώτη εναγόμενη -δεύτερη εκκαλούσα, η οποία είχε σταθμεύσει το υπ΄αρ. κυκλοφ. ………. ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο ιδιοκτησίας της, µάρκας SMART-2006, επί της ως άνω οδού, και αριστερά κατά την κίνηση του παραπάνω µοτοποδήλατου, στο ύψος του σούπερ µάρκετ ‘’Αλυκή’’, εκκίνησε το όχηµά της ώστε να εξέλθει από τη θέση στάθµευσης με σκοπό να διασχίσει κάθετα το ρεύµα πορείας της λεωφ. Αιαντείου προς Αιάντειο και να συνεχίσει την πορεία της επί της ως άνω λεωφόρου µε κατεύθυνση προς Σαλαµίνα. Επιχείρησε, όμως, τον σχετικό ελιγµό, χωρίς προηγουμένως να ελέγξει επαρκώς και να καταβάλει τη δέουσα προσοχή, προκειμένου να βεβαιωθεί ότι δεν κινούνται οχήματα επί των δύο ρευμάτων κυκλοφορίας της εν λόγω λεωφόρου, τόσο αριστερά όσο και δεξιά της, πριν εισέλθει σε αυτήν, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθεί την ανωτέρω μοτοσικλέτα που οδηγούσε, με κανονική για τις συνθήκες ταχύτητα, ο ……….., αν και αυτό ήταν εφικτό,διότι η οδός ήταν ευθεία, ο καιρός ήταν καλός και η ορατότητα δεν περιοριζόταν, υπήρχε δε ακόμη φως ημέρας (βλ.σχετικά από 28-8-2017 έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήµατος, καθώς και το σχετικό σχεδιάγραµµα που συνέταξε ο αρχ/ας ……….).Η προπεριγραφείσα ενέργεια της πρώτης εναγόμενης -οδηγού είχε ως συνέπεια να συγκρουστεί το αυτοκίνητό της με τοως άνω μοτοποδήλατο, του οποίου την πορεία έφραξε εισερχόμενη ξαφνικά κάθετα στο ρεύμα πορείας του, αιφνιδιάζοντας τον οδηγό αυτού, ο οποίος δεν κατάφερε, όταν την αντιλήφθηκε, να προβεί σε αποφευκτικό ελιγμό ή να τροχοπεδήσει έγκαιρα. Εξαιτίας δε της σύγκρουσης, το δίτροχο όχημα ανετράπη και ο οδηγός του τραυματίστηκε θανάσιμα.Αποκλειστικά υπαίτια του παραπάνω ατυχήματος, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, όπως κρίθηκε και από την εκκαλουμένη, ήταν πρώτη εναγόμενη – οδηγός του προαναφερθέντος αυτοκινήτου, η οποία δεν κατέβαλε την επιμέλεια που όφειλε και μπορούσε κατά τις περιστάσεις, ως μέση συνετή οδηγός, προκειμένου να αποφευχθεί το ατύχημα. Ειδικότερα, εισήλθεκάθετα στο ρεύμα κυκλοφορίας, που εκινείτο ο …….., χωρίς να έχει τεταμένη την προσοχή της και να ελέγξει επαρκώς, ως όφειλε, την κίνηση σε αυτό, ώστε να βεβαιωθεί ότι δεν υπάρχουν διερχόμενα οχήματα, παρά το ότι η ορατότητά της δεν περιοριζόταν, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, παραβιάζοντας έτσι τις διατάξεις των άρθρων12 παρ. 1 και 19 παρ. 1,2 και 3,21 παρ. 1,2 του ΚΟΚ σε συνδ. µε το άρθρο 330 εδ. β του ΑΚ, συμπεριφορά, που είχε ως αιτιώδη συνέπεια να μην αντιληφθεί εγκαίρως το διερχόμενο μοτοποδήλατο του ……….. και να προκληθεί το επίδικο ατύχημα.Η ίδια η ως άνω οδηγός, στο απολογητικό υπόμνημά της, που κατέθεσε στα πλαίσια της προανάκρισης, το οποίο μάλιστα επικαλούνται οι εκκαλούσες στον πρώτο λόγο της έφεσής τους, παραδέχεται την ύπαρξη υπαιτιότητάς της, ανεξαρτήτως του ότι θεωρεί συνυπαίτιο και τον θανόντα οδηγό. Ο ισχυρισμός της ότι το οδόστρωμα δεν έφερε διπλή διαχωριστική γραμμή και λανθασμένα αυτή αποτυπώνεται στο σχεδιάγραμμα της τροχαίας,δεν ελέγχεται ως ορθός, καθώς το σχεδιάγραμμα αυτό δεν αναιρείται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Η ύπαρξη διπλής διαχωριστικής γραμμής αναφέρεται και στην ως άνω έκθεση αυτοψίας, όπου γίνεται μεν μνεία ότι είναι αποχρωματισμένη, αλλά, παραταύτα, συνεχίζει να διακρίνεται όπως φαίνεται και από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες.Το γεγονός,  εξάλλου, ότι ο ………….., 76 ετών κατά το χρόνο του ατυχήματος, ήταν κάτοχος της υπ΄αρ. ………/17-4-1990 άδειας ικανότητας οδήγησης, η οποία είχε λήξει, καθόσον η άδεια αυτή ισχύει, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 95 παρ.1 ΚΟΚ µέχρι τη συµπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του κατόχου της, δεν προέκυψε ότι άσκησε κάποια επιρροή στην πρόκληση του ατυχήματος, καθώς δεν αποδείχθηκε αμέλεια στην οδηγική συµπεριφορά του θανόντος, ενόψει ότι ο θανών, όπως προεκτέθηκε, εκινείτο κανονικά στο ρεύμα κυκλοφορίας του,όταν η εναγόμενη εισήλθε σε αυτό, ενώ δεν μπορούσε να προβλέψει την παραπάνω κίνησή της,ούτε είχε ικανό χρόνο από τότε που την αντιλήφθηκε, να προβεί σε αποφευκτικό ελιγμό. Όπως αναφέρθηκε δε στη μείζονα σκέψη, σε περίπτωση τροχαίου οδικού ατυχήµατος, η από τον οδηγό οχήµατος παραβίαση διάταξης του ΚΟΚ, όπως εν προκειμένω της διάταξης του άρθρου 95 παρ. 1, δεν καθιερώνει αυτή καθεαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος,χωρίς τη διαπίστωση ότι η παράβαση αυτή συνδέεται αιτιωδώς με το βλαπτικό αποτέλεσµα. Σύμφωνα λοιπόν με τα ανωτέρω, οι ισχυρισμοί των εναγόμενωνπερί αποκλειστικής υπαιτιότητας του θανόντος ως προς το ατύχημα, αλλά και η, επικουρικά προβληθείσα από αυτές πρωτοδίκως, ένσταση συνυπαιτιότητας αυτού (άρθρο 300ΑΚ), πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι, όπως ορθά κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, κι επομένως απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει και ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο επαναφέρουν τους ως άνω ισχυρισμούς. Εξαιτίας δε της σύγκρουσης των ως άνω οχημάτων και της ένεκα αυτής ανατροπής του μοτοποδήλατου, που επέβαινε ο ………. και της πτώσης του στο οδόστρωμα, ο τελευταίος υπέστη, όπως προεκτέθηκε, θανάσιμο τραυματισμό. Ειδικότερα, μετά τη σύγκρουση, ο …… μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά‘’ΤΖΑΝΕΙΟ’’, όπου διαπιστώθηκε ότι έπασχε από οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα αρ., τραυματική υπαραχνοειδή αιμορραγία και θλάση εγκεφάλου δεξιά. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση κρανιεκτομής για την αποσυμπίεση και την αφαίρεση του αιματώματος (βλ.φύλλο ιστορικού ασθενούς του ως άνω νοσοκομείου).  Ακολούθως, στις 29-8-2017 διακομίσθηκε διασωληνωμένος στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ). Διαπιστώθηκαν περαιτέρω αύξηση των διαστάσεων των αριστερών καρδιακών κοιλοτήτων και παρουσία καταγμάτων των πλευρών 11, 12 αριστερά και 11 δεξιά, δύο υπόπυκνες αλλοιώσεις στον αριστερό λοβό, στο ήπαρ, με περιφερειακή οζώδη πρόσληψη και συλλογή εντός του δεξιού οσχέου και στον αριστερό βραχίονα. Στις 4-9-2017 υποβλήθηκε σε νέα χειρουργική επέμβαση μετά από γναθοχειρουργική εκτίμηση και στις 7-9-2017 υπέστη τραχειοστομία με τοποθέτηση μάσκας. Την ίδια ημέρα εξήλθε της ΜΕΘ και μεταφέρθηκε χωρίς καταστολή σε θάλαμο για συνέχιση της νοσηλείας του, όπως αναφέρεται στο Ενημερωτικό εξόδου της ΜΕΘ του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών. Έκτοτε δεν ανέκτησε επικοινωνία με το περιβάλλον (βλ. την από 12-10-2017 ιατρική γνωμάτευση του νευροχειρουργού του ίδιου νοσοκομείου ………..), ενώ απεβίωσε τελικά στις 4-11-2017 συνεπεία πνευμονικού οιδήματος και προσφάτων ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεων του μυοκαρδίου, εικόνα πολυοργανικής ανεπάρκειας σε έδαφος κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης (βλ. σχετικά την από 18-4-2018 ιατροδικαστική έκθεση του …………). Προέκυψε, όμως, ότι ο ως άνω θανών, επέβαινε στο εν λόγω μοτοποδήλατο, κατά το χρόνο που συνέβη το ατύχημα, χωρίς να φορά προστατευτικό κράνος, τουλάχιστον με τον προσήκοντα τρόπο δεμένο, ως όφειλε κατ’ άρθρο 12 παρ. 6 ΚΟΚ, γεγονός πουσυνετέλεσε στη μεγαλύτερη έκταση τουπροκληθέντος ένεκα του ατυχήματος, τραυματισμού του, που οδήγησε στο θάνατό του, ο οποίος οφείλεται, κατά τα προαναφερθέντα, σε βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Ο θανών, λοιπόν, βαρύνεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, όπως έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, γενομένης εν μέρει δεκτής της σχετικής ένστασης των εναγόμενων (άρθρο 300 ΑΚ) και ως ουσιαστικά βάσιμης, με συντρέχουσα υπαιτιότητα, ως προς την πρόκληση του θανάτου του, σε ποσοστό 20%. Ο ισχυρισμός των εναγόντων -εφεσίβλητων, ότι ο θανών φορούσε κράνος, το οποίο αποσπάστηκε με την πτώση, καθώς αυτό βρέθηκε πλησίον του σημείου της σύγκρουσης,όπως αναφέρει ο ως άνω ενόρκως βεβαιών ………….., που μετέβη στον τόπο του ατυχήματος κάποιες ώρες αργότερα, (κατόπιν υποδείξεως του φίλου του δεύτερου ενάγοντος – γιου του θανόντος), δεν κρίνεται ως βάσιμος, διότι μπορεί μεν να έφερε μαζί του κράνος ο θανών, αλλά δεν το φορούσε, τουλάχιστον δεμένο σωστά, διότι αν συνέβαινε αυτό, το κράνος δεν θα είχε αποσπαστεί. Από την άλλη πλευρά, απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει και ο πρώτος λόγος της έφεσης περί αναγνώρισης μεγαλύτερου ποσοστού συνυπαιτιότητας του θανόντος ως προς τον θανάσιμο τραυματισμό του (για το λόγο ότι δεν φορούσε κράνος). Κι αυτό διότι, δεν μπορεί να αναιρεθεί το γεγονός ότι ο κύριος λόγος του (θανάσιμου) τραυματισμού του ήταν η πτώσηεξαιτίας της σύγκρουσης. Περαιτέρω, η πρώτη ενάγουσα, σύζυγος του θανόντος, αναγκάστηκε να καταβάλει για τα έξοδα της κηδείας και ταφής του, 1.800 ευρώ (όπως ειδικότερα αυτά αναφέρονται στην εκκαλουμένη και στην υπ’αρ. …./11-7-2017 απόδειξη του Γραφείου Τελετών …………). Το παραπάνω ποσό  πρέπει να μειωθεί κατά το ποσοστό του συντρέχοντος πταίσματος του θανόντος (20%) στην έκταση των σωματικών βλαβών που οδήγησαν στο θάνατό του, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, και να διαμορφωθεί στα 1.440 ευρώ, εκ των οποίων, η πρώτη ενάγουσα έλαβε το ποσό των 759,52 ευρώ, από τον ασφαλιστικό φορέα του θανόντος, οπότε δικαιούται, για την αιτία αυτή, το υπόλοιπο ποσό των 680,48 ευρώ, όπως έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ως προς το κονδύλι δε αυτό, που επιδικάστηκε με την εκκαλουμένη, δεν υπάρχει ειδικό παράπονο στην κρινόμενη έφεση. Ακόμη προέκυψε ότι, ο ………….κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο Ναυτικό Νοσοκοµείο Αθηνών χρειαζόταν για το χρονικό διάστημα 30 ημερών, κατά το οποίο δεν νοσηλευόταν σε ΜΕΘ, αλλά σε απλό θάλαμο, ιδιαίτερη φροντίδα αποκλειστικής νοσοκόμας για την αντιµετώπιση των κατακλίσεων, χρέη της οποίας άσκησαν εκ περιτροπής η πρώτη, ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγόντων, µε υπερένταση των δυνάµεών τους και παραμελώντας τις δικές τους εργασίες και υποχρεώσεις. Για την κάλυψη της δαπάνης αυτής θα απαιτούνταν η καταβολή από τον θανόντα, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, το ποσό των 100 ευρώ ημερησίως (για δύο οκτάωρες βάρδιες μη εξειδικευμένου προσωπικού με αμοιβή αυτού για κάθε βάρδια 50 ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.000 ευρώ {(2Χ50 ευρώ) χ 30 ημέρες}, το οποίο πρέπει να μειωθεί κατά το ποσοστό 20% του συντρέχοντος ως προς την έκταση του τραυματισμού του, πταίσματος του θανόντος, και να διαμορφωθεί στο ποσό των 2.400 ευρώ. Το ποσό αυτό δικαιούνται να λάβουν ως αποζημίωση (ΑΠ 371/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθένας κατά το ποσοστό του κληρονομικού τους μεριδίου εκ της αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής του θανόντος, οι πρώτη, δεύτερος και τρίτος των εναγόντων (σύζυγος και τέκνα του θανόντος αντίστοιχα), ήτοι το ποσό των 600 ευρώ (2/8 χ 2.400 ευρώ) η πρώτη ενάγουσακαι το ποσό των 900 ευρώ (3/8 χ 2.400 ευρώ), έκαστος εκ των δεύτερου και τρίτου των εναγόντων.Οι εναγόμενες -εκκαλούσες, με τον τέταρτο λόγο της έφεσής τους, παραπονούνται ότι κακώς η εκκαλουμένη επιδίκασε το ως άνω ποσό στους τρεις πρώτους των εναγόντων, διότι,η σχετική αξίωση, πέραν του ότι είναι αόριστη αλλά και μη νόμιμη, λόγω του προσωποπαγούς της χαρακτήρα, ασκείται καταχρηστικά από αυτούς, αφού ο ως άνω συγγενής τους πριν το θάνατό του, νοσηλευόταν σε ΜΕΘ, όπου είχε 24ωρη νοσοκομειακή φροντίδα.Σε κάθε περίπτωση, οι εκκαλούσες υποστηρίζουν ότι, το επιδικασθέν ποσό είναι υπερβολικό, καθώς, ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι οι ενάγοντες προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στον ……….., αυτές δεν μπορούν να αποτιμηθούν πάνω από 300 ευρώ μηνιαίως, δεδομένου ότι δεν είναι επαγγελματίες νοσοκόμοι. Ωστόσο, οι ισχυρισμοί αυτοίτων εκκαλουσών και συνεπώς κι ο ανωτέρω λόγος της έφεσης, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Ειδικότερα, η εν λόγω αξίωση (άρθρο 930 παρ.3 ΑΚ) έχει περιουσιακό χαρακτήρα κι ως εκ τούτου κληρονομείται, η δε αγωγή περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για το ορισμένο αυτής. Το δε επιδικασθέν με την εκκαλουμένη κονδύλιο, αφορά στο διάστημα που ο ………… νοσηλευόταν εκτός ΜΕΘ, ενώ για το υπόλοιπο διάστημα που βρισκόταν στη ΜΕΘ, η σχετική αξίωση απορρίφθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Επίσης, λήφθηκε υπόψη από το τελευταίο για τον υπολογισμό του κονδυλίου που επιδικάστηκε, ότι οι ενάγοντες δεν έχουν εξειδικευμένες γνώσεις, καθώς, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, οι αμοιβές του εξειδικευμένου νοσηλευτικού προσωπικού (αποκλειστικής νοσοκόμας) είναι υψηλότερες. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο θανών, ο οποίος κατά το χρόνο του ατυχήματος, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ήταν 76 ετών, πρώην επιπλοποιός και ήδη συνταξιούχος (του ΙΚΑ), διέμενε στη Σαλαμίνα μαζί με την πρώτη ενάγουσα – σύζυγό του, με την οποία τους συνέδεαν στενοί δεσμοί συζυγικής αγάπης. Μάλιστα, ενόψει ότι η πρώτη ενάγουσα ήταν κωφάλαλη, η σχέση της με το θανόντα ήταν ακόμη πιο σημαντική για την κοινωνικοποίησή της, μετά δε το θάνατό του διαμένει μαζί με τον γιο τους- δεύτερο ενάγοντα. Κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας έγγαμης συμβίωσής τους απέκτησαν δύο τέκνα – ήδη ενήλικα(τον δεύτερο και τρίτο των εναγόντων), με τους οποίους ο θανών είχε επίσης σχέση πατρικής στοργής και αγάπης. Το ότι, τα τελευταία χρόνια, για επαγγελματικούς λόγους, ο μεν δεύτερος ενάγων διέμενε στην Κρήτη, ο δε τρίτος ενάγων, στην Ολλανδία μαζί με την οικογένειά του (την τέταρτη ενάγουσα και το ανήλικο τέκνο τους -πέμπτο ενάγοντα), δεν μειώνουν τη στενή συναισθηματική σχέση,που τους συνέδεε με τους γονείς τους και ειδικότερα τον θανόντα. Γι αυτό, άλλωστε, μόλις έμαθαν για το ατύχημα, ήρθαν στην Αθήνα, ώστε να βρίσκονται κοντά στον νοσηλοευόμενο πατέρα τους. Ακόμη, ο θανών διατηρούσε καλές σχέσεις τόσο με τη σύζυγο του τρίτου εναγόμενου (τέταρτη ενάγουσα) -νύφη του, όσο και με τον εγγονό του -πέμπτο ενάγοντα, καθώς η οικογένεια επισκεπτόταν κάθε χρόνο την Ελλάδα κι είχε αναπτυχθεί σχέση τρυφερότητας μεταξύ παππού και εγγονού, όπως φαίνεται και από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, που απεικονίζονται ο παππούς (θανών) να πηγαίνει βόλτα τον εγγονό του, να παίζει μαζί του κ.α.Πολύ καλές σχέσεις διατηρούσε, τέλος,ο θανών και με τα αδέρφια του, έκτο και έβδομη των εναγόντων. Το Δικαστήριο,συνεπώς, από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν, οδηγείται στην κρίση ότι οι ενάγοντες υπέστησαν ψυχική οδύνη λόγω του θανάτου του προαναφερθέντος συγγενικού τους προσώπου. Λαμβάνοντας δε υπόψη τις συνθήκες του ατυχήματος, το βαθμό του πταίσματος της πρώτης εναγόμενης (δεύτερης εκκαλούσας) -οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου και την συνυπαιτιότητα του θανόντος ως προς την έκταση των τραυμάτων του, την ηλικία αυτού, του βαθμού συγγένειας του θανόντος με τον καθένα από τους ενάγοντες, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των μερών, πλην της δεύτερης εναγόμενης (πρώτης εκκαλούσας) ασφαλιστικής εταιρίας της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, κρίνει με βάση τα διδάγματα της ανθρώπινης εμπειρίας και της λογικής ότι πρέπει να επιδικασθεί σ΄αυτούς χρηματική ικανοποίηση για την ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφισή τους. Τα ποσά δε που επιδίκασε, για την αιτία αυτή, σε καθένα από τους ενάγοντες, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη, γενομένου εν μέρει δεκτού, για τα ποσά αυτά αντίστοιχα, του σχετικού αιτήματος της αγωγής και ως ουσιαστικά βάσιμου, ήτοι 40.000 ευρώ στην πρώτη ενάγουσα, 30.000 ευρώ, σε καθένα από τους δεύτερο και τρίτο των εναγόντων, 3.000 ευρώ στην τέταρτη ενάγουσα, 10.000 ευρώ στους τρίτο και τέταρτη των εναγόντων για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους – πέμπτου ενάγοντα και 5.000 ευρώ σε καθένα από τους έκτο και έβδομη των εναγόντων, κρίνονται εύλογα, σύμφωνα και με την αρχή της αναλογικότητας, κατά τα αναφερθέντα ανωτέρω και στημείζονα σκέψη, και όχι υπερβολικά, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι εκκαλούσες με τοντρίτο λόγο της έφεσης τους, ο οποίος πρέπει, ως εκ τούτου να απορριφθεί.

Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πουμε την εκκαλουμένη απόφαση του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Επομένως, η κρινόμενη έφεση, πρέπει ν΄ απορριφθεί στο σύνολό της, κατά τα προαναφερθέντα ως ουσιαστικά αβάσιμη. Η δε δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθεί εις βάρος των εκκαλουσών (άρθρα 176,183 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό οριζόμενα. Τέλος, θα διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τις εκκαλούσες παραβόλου της έφεσης, στο Δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.3 εδ.ε ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δέχεται τυπικά την έφεση.

Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.

Επιβάλλει εις βάρος των εκκαλουσών τη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων, την οποία ορίζει,για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650)  ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο ταμείο του, κατατεθέντος από τις εκκαλούσες, παραβόλου της έφεσης (e-παράβολο με αρ…………/2019, ποσού 100 ευρώ).

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 3Δεκεμβρίου 2021, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                   Η  ΓPAMMATEAΣ