Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 611/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός  611/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α. ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Λειβαδιώτου – Σαξώνη.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρίας ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρίου Σταμούλη, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Β. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρίας ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρίου Σταμούλη, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.             ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Λειβαδιώτου – Σαξώνη.            Ο εκκαλών στην Α έφεση – εφεσίβλητος στη Β έφεση άσκησε την από 27-11-2019 και με ΓΑΚ ……. και ΕΑΚ ……/10-12-2019 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, απευθυνόμενη κατά της εφεσίβλητης στην Α έφεση – εκκαλούσας στη Β έφεση. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 2344/2020 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Κατά της τελευταίας ως άνω απόφασης παραπονούνται: α) ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την κρινόμενη από 19-11-2020 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./1-12-2020 έφεσή του (υπό στοιχείο Α) και β) η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την κρινόμενη από 28-4-2021 και με ΓΑΚ … και ΑΚ …/5-5-2021 έφεσή της (υπό στοιχείο Β), οι οποίες, με τις υπ’ αριθ. ……./7-1-2021 και ……../14-5-2021 πράξεις, αντιστοίχως, ορίσθηκαν να συζητηθούν για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκαν.            Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι υπό κρίση: α) από 19-11-2020 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./1-12-2020 έφεση του ……….. κατά της εταιρίας «…………» και β) από 28-4-2021 και με ΓΑΚ …. και ΑΚ ……./5-5-2021 έφεση της εταιρίας «…………» κατά του …………, οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης (και δη κατά της με αριθ. 2344/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, επί της από 27-11-2019 και με ΓΑΚ ……. και ΕΑΚ ……../10-12-2019 αγωγής του εκκαλούντος στην Α έφεση) είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 του Κ.Πολ.Δ). Οι άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, ενόψει του ότι δεν επικαλείται κάποιος διάδικος την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε προκύπτει αυτή από κάποιο στοιχείο (άρθρα 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, όπως τα άρθρα 495, 518 και 591 ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο τρίτο και τέταρτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αντίστοιχα). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εκ μέρους των εκκαλούντων, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 3 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. – Εφ.Δωδ. 225/2018, Εφ.Πειρ. 166/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών στην Α έφεση / εφεσίβλητος στη Β’ έφεση με την προαναφερθείσα αγωγή του κατά της εναγομένης, με την οποία παραιτήθηκε παραδεκτά από το δικόγραφο της προηγούμενης από 11-7-2019 και με ΑΚ ………../2019 αγωγής του εναντίον της (άρθρο 294 Κ.Πολ.Δ), εξέθεσε ότι, δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που κατήρτισε στον Πειραιά στις 30-5-2017, 18-11-2017 και 5-2-2018 με το νόμιμο εκπρόσωπο της εναγομένης εταιρίας και ήδη εκκαλούσας στη Β έφεση, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου «ΕΣ» (πρώην «ΕΧ»), αριθ. νηολ. Πειραιά …., κ.ο.χ. 1.981,95, κ.κ.χ. 1.128,95, ναυτολογήθηκε κατά τις άνω ημερομηνίες στο άνω πλοίο, στο λιμάνι του Πειραιά την 1η φορά, στο λιμάνι του Περάματος τη 2η φορά και στο λιμάνι του Βόλου την 3η φορά, με την ειδικότητα του Μηχανοδηγού Α’ και με τους όρους και τις αποδοχές που καθορίζονταν στις οικείες Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, έτους 2016 στην πρώτη ναυτολόγηση και έτους 2017 στις λοιπές, υπηρέτησε δε στο άνω πλοίο έως 9-1-2018, 3-7-2018 και 28-2-2019 αντίστοιχα, οπότε απολύθηκε κατά την 1η ναυτολόγηση στον Πειραιά αμοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου, κατά τη 2η ναυτολόγηση στο Βόλο λόγω μετάθεσης και κατά την 3η ναυτολόγηση στον Πειραιά αμοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου. Ότι με νεότερες συμφωνίες που κατήρτισε με τον πλοίαρχο του άνω πλοίου στις 18-11-2017 και στις 14-11-2018 αναφορικά με την 1η και την 3η άνω ναυτολόγησή του συμφωνήθηκε να ισχύουν έκτοτε γι’ αυτές και μέχρι την εκάστοτε απόλυσή του οι Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων έτους 2017 και 2018 αντίστοιχα. Ότι κατά τα χρονικά διαστήματα εργασίας του α) από 1-1-2018 έως 9-1-2018, β) από 5-2-2018 έως 3-7-2018, γ) από 8-7-2018 έως 13-11-2018 και δ) από 14-11-2018 έως 28-2-2018, προς κάλυψη των αναγκών που δημιουργούνταν από την πραγματοποίηση των αναφερομένων πλόων του άνω πλοίου, ο ίδιος απασχολείτο όλες τις ημέρες τις εβδομάδας, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών,  επί 15 ώρες ημερησίως, ήτοι από 06:00’ μέχρι 08:30’ και από 12:00’ μέχρι 01:00’. Ότι η εναγόμενη πλοιοκτήτρια δεν του έχει καταβάλει για τα ως άνω χρονικά διαστήματα της εργασίας του, διαφορά αμοιβής για υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, ποσού 24.294,74 ευρώ και πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές ποσού 7.855,17 ευρώ και συνολικά το ποσό των 32.149,91 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούμενος ευθύνη της εναγομένης από έγκυρες συμβάσεις ναυτικής εργασίας του, άλλως από τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, ζήτησε να υποχρεωθεί αυτή να του καταβάλει το άνω συνολικό ποσό των 32.149,91 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του την 29-2-2018, άλλως από την επίδοση της αγωγής.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε την άνω αγωγή ως παραδεκτή και νόμιμη κατά την κύρια βάση της και αφού απέρριψε την επικουρική βάση της ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, δέχθηκε την κύρια βάση της ως εν μέρει βάσιμη κατ’ ουσία και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 5.759,67 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του ενάγοντος την 29-2-2019.            Κατά της ως άνω απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και η εναγόμενη με τους λόγους των εφέσεών τους, που συνιστούν παράπονα για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε να αναδικαστεί η αγωγή από το Δικαστήριο τούτο και να γίνει δεκτή εν όλω ή να απορριφθεί στο σύνολό της αντιστοίχως. Επιπλέον, η εκκαλούσα της Β έφεσης υποβάλλει αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, κατ’ άρθρο 914 Κ.Πολ.Δ, επειδή κατέβαλε στον αντίδικό της το χρηματικό ποσό των 5.759,67 ευρώ που η εκκαλουμένη του επιδίκασε προσωρινά.             Από την εκτίμηση των υπ’ αριθ. ………/30-1-2020 και ……./30-1-2020 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων του ενάγοντος ………. και ……….. ενώπιον του συμβολαιογράφου Βόλου Ιωάννη ……….., που λήφθηκαν μετά από προηγούμενη νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης κατά τα άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. σε συνδ. με το άρθρο 591 αριθ. 1 του ιδίου κώδικα (βλ. την υπ’ αριθ. ……./23-1-2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά ………..) και των υπ’ αριθ. ……./25-9-2019 και ………/24-9-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων της εναγομένης ……… και ……. ……. ενώπιον της συμβολαιογράφου Χαλκίδας ……… και της συμβολαιογράφου Μυτιλήνης ………. αντίστοιχα, που λήφθηκαν μετά από προηγούμενη νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος κατά τα άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. σε συνδ. με το άρθρο 591 αριθ. 1 του ιδίου κώδικα (βλ. την υπ’ αριθ. ……./19-9-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά ……..), οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται κατά το λόγο γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα (χωρίς το γεγονός ότι οι εξ αυτών ………. και ……. τυγχάνουν αντίδικοι της εναγομένης επειδή έχουν ασκήσει εναντίον της άλλη, δική τους, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο, να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους – Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 196/2020, Εφ.Αθ. 3879/2012, Εφ.Πατρ. 698/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), καθώς και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε μερικά των οποίων θα γίνει παρακάτω ειδική μνεία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Την 30-5-2017, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε στον Πειραιά, μεταξύ της εναγομένης εταιρίας, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού (Ε/Γ-Ο/Γ) πλοίου με την ονομασία «ΕΣ», νηολογίου Πειραιά, με αριθ. ….., κοχ 1.981,95, μηκ. 77,87 μ, πλάτ. 22,00 μ, ΔΔΣ ….., έτους ναυπήγησης 1996 και του ενάγοντος, ο τελευταίος, απογεγραμμένος έλληνας ναυτικός, ετών 62, ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του Μηχανοδηγού Α’ στο ως άνω πλοίο, στο οποίο και παρείχε τις υπηρεσίες του μέχρι την 9-1-2018, οπότε απολύθηκε στον Πειραιά αμοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου. Κατόπιν, στις 5-2-2018, δυνάμει αντίστοιχης σύμβασης, ο ενάγων ναυτολογήθηκε στον Πειραιά στο ίδιο πλοίο και απασχολήθηκε σ’ αυτό μέχρι τις 3-7-2018, οπότε απολύθηκε στο Βόλο λόγω μεταθέσεως. Ακολούθως, δυνάμει αντίστοιχης σύμβασης, ο ενάγων ναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο στον Πειραιά στις 8-7-2018 και απασχολήθηκε σ’ αυτό μέχρι τις 28-2-2019, οπότε απολύθηκε με κοινή συναίνεση των μερών. Καθ’ όλο το χρονικό διάστημα των άνω ναυτολογήσεων του ενάγοντος, οι οποίες δεν αμφισβητούνται από την εναγόμενη,  οι όροι της εργασίας του και το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών, κατά ρητή συμφωνία των μερών, διεπόταν αρχικά από τους όρους της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2016 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. ΥΑ 2242.5 – 1.5/72672/2016 (Φ.Ε.Κ. Β’ 2796/5-9-2016) και ακολούθως – κατά ρητή προς τούτο συμφωνία – από 18-11-2017, από τους όρους της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2017 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 (Φ.Ε.Κ. Β’ 4005/17-11-2017) και από 14-11-2018, από τους όρους της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2018 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. ΥΑ 2242.5-1.580350/2018 (Φ.Ε.Κ. Β’ 5084/14-11-2018). Η εναγόμενη, με τον πρώτο λόγο της έφεσής της, επαναφέρει τον ισχυρισμό που είχε προβάλει και πρωτόδικα, ότι ουδεμία συμφωνία περί εφαρμογής των ως άνω ΣΣΝΕ έτους 2017 και 2018 είχε συναφθεί και ότι αντιθέτως, ενόψει της μη μετενέργειας των ως άνω ΣΣΝΕ (καθόσον δεν εφαρμόζεται επί ναυτικής εργασίας ο ν. 1876/1990), με τη λήξη ισχύος αυτών, οι όροι εργασίας του ενάγοντος, συνεπώς και η αμοιβή του, ρυθμίζονταν από τους όρους των ατομικών συμβάσεων εργασίας του που προέβλεπαν κλειστό μισθό. Προς υποστήριξη του άνω ισχυρισμού της επικαλείται μάλιστα δικαστική ομολογία του ενάγοντος περί μη εφαρμογής των ως άνω ΣΣΝΕ, συναγόμενη από την προγενέστερη υπ’ αριθ. κατάθ. ………../2019 αγωγή του, από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκε νόμιμα με το δικόγραφο της κρινόμενης αγωγής. Πλην όμως, η ομολογία που μπορεί να συναχθεί από το δικόγραφο προγενέστερης αγωγής αποτελεί εξώδικη ομολογία και εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο (Α.Π. 1387/2017, Τ.Ν.Π/ ΝΟΜΟΣ, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 352, αριθ. 5, Β. Βαθρακοκοίλη, Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 352, αριθ. 65), είναι δε ελεύθερα ανακλητή (Α.Π. 319/2015, Α.Π. 1176/2009, Α.Π. 1414/2007, Α.Π. 255/2003, Α.Π. 184/2001, Εφ.Πειρ. 98/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 354, αριθ. 1, Β. Βαθρακοκοίλη, Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 354, αριθ. 1). Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων, με τις ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων του που επικαλείται και προσκομίζει, αποδεικνύει τη συμφωνία του με την εναγόμενη περί εφαρμογής της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων ετών 2017 και 2018 για τα επίδικα χρονικά διαστήματα από 1-1-2018 έως 13-11-2018 και από 14-11-208 έως 28-2-2019 αντίστοιχα, ανεξαρτήτως της αναφερόμενης στις άνω ΣΣΝΕ διάρκειας ισχύος αυτών. Συνακόλουθα, ο πρώτος λόγος έφεσης της εναγομένης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια των άνω ναυτολογήσεων του ενάγοντος το άνω πλοίο ήταν δρομολογημένο στη γραμμή Βόλος – Σκιάθος – Γλώσσα Σκοπέλου – Σκόπελος – Αλόννησος, ενώ από 18-1-2019 έως 28-2-2019 αντικατέστησε το πλοίο «Α» στα ενδοκυκλαδικά δρομολόγια των γραμμών α) Σύρος – Κύθνος – Κέα – Λαύριο και επιστροφή, β) Σύρος – Πάρος – Νάξος – Ίος –Σίκινος – Φολέγανδρος – Κίμωλος – Μήλος και επιστροφή, γ) Σύρος – Πάρος – Σέριφος – Σίφνος – Κίμωλος – Μήλος και επιστροφή και δ) Σύρος – Τήνος – Άνδρος και επιστροφή. Ειδικότερα, το άνω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια με προγραμματισμένες αναχωρήσεις – αφίξεις ως ακολούθως: Από 1-1-2018 έως 8-1-2018. Κάθε Δευτέρα και Τετάρτη είχε αναχώρηση από Βόλο στις 09.00 για Σκιάθο (αφ. 11.35 – αναχ. 11.50), Γλώσσα (αφ. 12.20 – αναχ. 15.00), Σκιάθο (αφ. 15.30 – αναχ. 15.45) και κατάπλου στο Βόλο στις 18.20. Κάθε Τρίτη είχε αναχώρηση από Βόλο στις 09.00, για Σκιάθο (αφ. 11.35 – αναχ. 11.50), για Σκόπελο (αφ. 12.50 – αναχ. 13.45), Σκιάθο (αφ. 14.45 – αναχ.15.00) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 17.35. Κάθε Πέμπτη είχε αναχώρηση από Βόλο στις 09.00 για Σκιάθο (αφ. 11.35 – αναχ. 11.50), Σκόπελο (αφ. 12.50 – αναχ. 13.05), Αλόννησο (αφ.13.35 – αναχ. 13.50), Σκόπελο (αφ.14.20 – αναχ. 14.35), Σκιάθο (αφ. 15.35 – αναχ.15.50) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 18.25. Κάθε Παρασκευή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 09.00 για Σκιάθο (αφ. 11.35 – αναχ . 11.50), Γλώσσα (αφ. 12.20 – αναχ. 12.30), Σκόπελο (αφ. 13.30 – αναχ.13.45), Αλόννησο (αφ. 14.15 – αναχ.14.30), Σκόπελο (αφ. 15.00 – αναχ. 15.15), Γλώσσα (αφ. 16.05 – αναχ. 16.15), Σκιάθο (αφ. 16.45 – αναχ. 17.00) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 19.35. Κάθε Κυριακή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 09.00 για Σκιάθο (αφ. 11.35 – αναχ. 11.50), Σκόπελο (αφ. 12.50 – αναχ. 13.05), Αλόννησο (αφ. 13.35 – αναχ. 14.45), Σκόπελο (αφ. 15.15 – αναχ. 15.30), Γλώσσα (αφ. 16.20 – αναχ. 16.30), Σκιάθο (αφ. 17.00 – αναχ. 17.15) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 19.50. Από 10-3-2018 έως 27-5-2018 και από 3-9-2018 έως 31-10-2018, το πλοίο δεν εκτελούσε δρομολόγια τις Δευτέρες, τις Πέμπτες και τα Σάββατα. Τις υπόλοιπες ημέρες εκτελούσε δρομολόγια ως εξής: Κάθε Τρίτη, Τετάρτη, Παρασκευή και Κυριακή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 08.00 για Σκιάθο (αφ. 10.15 – αναχ. 10.30), Γλώσσα (αφ. 11.00 – αναχ. 11.10), Σκόπελο (αφ.  11.55 – αναχ. 12.10), Αλόννησο (αφ. 12.40 – αναχ. 13.00), Σκόπελο (αφ. 13.30 – αναχ. 13.45), Γλώσσα (αφ. 14.30 – αναχ. 14.40), Σκιάθο (αφ. 15.10 – αναχ. 15.30) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 17.45. Από 28-5-2018 έως 21-6-2018: Κάθε Δευτέρα, Πέμπτη και Κυριακή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 07.45 για Σκιάθο (αφ. 10.00 – αναχ. 10.15), Γλώσσα (αφ.10.45 – αναχ.10.55), Σκόπελο (αφ. 11.40 – αναχ. 11.55), Αλόννησο (αφ.12.25 – αναχ.13.00), Σκόπελο (αφ.13.30 – αναχ.13.45), Γλώσσα (αφ.14.30 – αναχ.14.40), Σκιάθο (αφ.15.10 – αναχ.15.30) και κατάπλου στο Βόλο στις 17.45. Κάθε Τρίτη είχε αναχώρηση από Βόλο στις 07.45 για Σκιάθο (αφ. 10.00 – αναχ .10.15), Σκόπελο (αφ. 11.10 – αναχ.12.30), Σκιάθο (αφ.13.25 – αναχ. 13.45) και κατάπλου στο Βόλο στις 16.00. Κάθε Τετάρτη είχε αναχώρηση από Βόλο στις 12.00 για Σκιάθο (αφ. 14.15 – αναχ. 14.30), Σκόπελο (αφ. 15.25 – αναχ. 15.40), Αλόννησο (αφ.16.10 – αναχ.16.30), Σκιάθο (αφ.17.45 – αναχ. 18.05) και κατάπλου στο Βόλο στις 20.20. Κάθε Παρασκευή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 07.45 για Σκιάθο (αφ. 10.00 – αναχ. 10.15), Γλώσσα (αφ. 10.45 – αναχ. 10.55), Σκιάθο (αφ. 11.25 – αναχ. 11.45) και κατάπλου στο Βόλο στις 14.00, από όπου αναχωρούσε εκ νέου στις για Σκιάθο (αφ. 18.45 – αναχ. 19.00) και Σκόπελο (αφ. 19.55). Κάθε Σάββατο αναχωρούσε από Σκόπελο στις 06.45 για Σκιάθο (αφ. 07.44 – αναχ. 08.00) και κατέπλεε στο Βόλο στις 10.15. Αναχωρούσε εκ νέου από Βόλο στις 12.00 για Σκιάθο (αφ. 14.15 – αναχ. 14.30), Σκόπελο (αφ. 15.25 – αναχ.15.45), Σκιάθο (αφ.16.40 – αναχ. 17.00) και κατάπλου στο Βόλο στις 19.15. Από 22-6-2018  έως   2-9-2018: Κάθε Δευτέρα, Πέμπτη, Παρασκευή και Κυριακή το πλοίο είχε αναχώρηση από Βόλο στις 07.45 για Σκιάθο (αφ. 10.10 – αναχ. 10.25), Σκόπελο (αφ.11.25 – αναχ.11.45), Αλόννησο (αφ. 12.15 – αναχ. 12.30), Σκιάθο (αφ. 13.45 – αναχ. 14.00) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 16.15. Στη συνέχεια αναχωρούσε ξανά στις 17.45 για Σκιάθο (αφ. 20.00 – αναχ.20.15), Γλώσσα (αφ.20.45 – αναχ. 20.55), Σκιάθο (αφ.21.25 – αναχ.21.40) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 23.55. Κάθε Τρίτη, Τετάρτη και Σάββατο είχε αναχώρηση από Βόλο στις 07.45 για Σκιάθο (αφ. 10.10 – αναχ. 10.25), Γλώσσα (αφ. 10.55 – αναχ.11.05), Σκόπελο (αφ. 11.55 – αναχ. 12.10), Αλόννησο (αφ.12.40 – αναχ. 13.00), Σκόπελο (αφ. 13.30 – αναχ.13.45), Γλώσσα (αφ.14.35 – αναχ.14.45), Σκιάθο (αφ. 15.15 – αναχ .15.30) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 17.55. Από 1-11-2018 έως 14-1-2019: Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Σάββατο είχε αναχώρηση από Βόλο στις 08.00 για Σκιάθο (αφ. 10.15 – αναχ. 10.30), Γλώσσα (αφ. 11.00 – αναχ. 14.45), Σκιάθο (αφ. 15.15 – αναχ. 15.30) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 17.45. Κάθε Τρίτη και Πέμπτη είχε αναχώρηση από Βόλο στις 08.00 για Σκιάθο (αφ. 10.15 – αναχ. 10.30), Σκόπελο (αφ. 11.25-αναχ. 11.40), Αλόννησο (αφ. 12.10- αναχ . 12.50), Σκόπελο (αφ. 13.20 – αναχ. 13.35), Σκιάθο (αφ. 14.30 – αναχ. 14.45) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις 17.00. Την Παρασκευή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 08.00, για Σκιάθο (αφ. 10.15 – αναχ. 10.30), Γλώσσα (αφ. 11.00 – αναχ. 11.10), Σκόπελο (αφ.11.55 – αναχ. 12.10), Αλόννησο (αφ.12.40 – αναχ. 13.00), Σκόπελο (αφ.13.30 – αναχ. 13.45), Γλώσσα (αφ. 14.30 –  αναχ.14 .40), Σκιάθο (αφ. 15.10 – αναχ.15.30) και τελικό κατάπλου στο Βόλο. Την Κυριακή είχε αναχώρηση από Βόλο στις 08.00 για Σκιάθο (αφ. 10.15 – αναχ. 10.30), Σκόπελο (αφ. 11.25 – αναχ. 11.40), Αλόννησο (αφ. 12.10 – αναχ. 14.45), Σκόπελο (αφ. 15.15 – αναχ. 15.30), Γλώσσα (αφ. 16.15 – αναχ. 16.25), Σκιάθο (αφ. 16.55 – αναχ. 17.10) και τελικό κατάπλου στο Βόλο στις  19.25. Από 18-1-2019 έως 28-2-2019: Το πλοίο εκτελούσε ενδοκυκλαδικά δρομολόγια σε αντικατάσταση του πλοίου «Α»: Κάθε Δευτέρα το πλοίο είχε αναχώρηση από Σύρο στις 07.00 για Κύθνο (αφ. 09.25 – αναχ. 09.40), Κέα (αφ. 11.00 – αναχ. 11.15), Λαύριο (αφ. 12.15 – αναχ. 17.00), Κέα (αφ. 18.00 – αναχ. 18.15), Κύθνο (αφ. 19.35 – αναχ. 19.50) και Σύρο (αφ. 22.15). Κάθε Τρίτη είχε αναχώρηση από Σύρο στις 07.00 για Πάρο (αφ. 08.30 – αναχ. 08.45), Σέριφο (αφ. 10.45 – αναχ. 10.55), Σίφνο (αφ. 11.45 – αναχ. 12.00), Κίμωλο (αφ. 13.00 – αναχ.13.10), Μήλο (αφ. 14.10 – αναχ. 14.25), Κίμωλο (αφ. 15.25 – αναχ.15.35), Σίφνο (αφ. 16.35 – αναχ. 16.45), Σέριφο (αφ. 17.35 – αναχ.17.45), Πάρο (Αφ. 19.45 – αναχ. 20.00) και Σύρο (αφ. 21.30). Κάθε Τετάρτη είχε αναχώρηση από Σύρο στις 07.00 για Σέριφο (αφ. 9.20 – αναχ. 9.30), Σίφνο (αφ. 10.20 – αναχ.10.15), Κίμωλο (αφ.11.30 – αναχ.11 .40), Μήλο (αφ.12.45-αναχ. 13.00), Κίμωλο  (αφ.14,05 – αναχ.14.15), Σίφνο (αφ. 15.15 – αναχ. 15.25), Σέριφο (αφ. 16.15 – αναχ. 16.25) και άφιξη στη Σύρο. Από Σύρο αναχωρούσε στις 19.00 για Τήνο (αφ. 19.50 – αναχ.20.00) και Άνδρο (αφ. 22.00). Κάθε Πέμπτη είχε αναχώρηση από Άνδρο στις 07.00 για Τήνο (αφ. 09.00 – αναχ. 09.10) και κατάπλου στη Σύρο στις 10.00. Από Σύρο αναχωρούσε στις 10.15 για Κύθνο (αφ. 12.40 – αναχ.12.50), Κέα (αφ. 14.10 – αναχ. 14.20) και Λαύριο (αφ. 15.20). Κάθε Παρασκευή είχε αναχώρηση από Λαύριο στις 07.00 για Κέα (αφ. 08.00 – αναχ. 08.10), Κύθνο (αφ. 09.35 – αναχ. 09.45), Σύρο (αφ. 12.10 – αναχ. 12.30), Πάρο (αφ. 14.00 – αναχ. 14.15), Νάξο (αφ. 15.25 – αναχ. 15.40), Ίο (αφ. 17.25 – αναχ. 17.35), Σίκινο (αφ. 18.05 – αναχ. 18.15), Φολέγανδρο (αφ. 19.00 – αναχ. 19.10) , Κίμωλο (αφ. 20.40 – αναχ. 20.50) και Μήλο (αφ. 21.50). Κάθε Σάββατο είχε αναχώρηση από Μήλο στις 07.00 για Κίμωλο (αφ. 08.00 – αναχ. 08.10), Φολέγανδρο (αφ. 09.40 – αναχ. 09.50), Σίκινο (αφ. 10.30 – αναχ. 10.40), Ίο (αφ. 11.10 – αναχ. 11.20), Νάξο (αφ. 13.05 – αναχ. 13.20), Πάρο (αφ. 14.30 – αναχ . 14.45) και Σύρο (αφ. 16.15). Κάθε Κυριακή είχε αναχώρηση από Σύρο στις 07.00 για Πάρο (αφ. 08.30 – αναχ. 08.45), Σέριφο (αφ. 10.45 – αναχ. 10.55), Σίφνο (αφ. 11.45 – αναχ. 12.00), Κίμωλο (αφ.13.00 – αναχ. 13.10), Μήλο (αφ. 14.10 – αναχ. 17.30), Κίμωλο (αφ. 18.30 – αναχ.18.40), Σίφνο (αφ. 19.40 – αναχ. 19.50), Σέριφο (αφ.20.40 – αναχ. 20.50), Πάρο (αφ. 22.50 –  αναχ.23.00) και κατάπλου στη Σύρο στις 0.30. Ανεκτέλεστα παρέμειναν τα δρομολόγια των ακόλουθων ημερών: 1-5-2018 (απεργία Π.Ν.Ο.), 27-5-2018 (Κυριακή), 30-5-2018 (απεργία Π.Ν.Ο.), 30-9-2018 (απαγορευτικό), 29-11-2018 (απαγορευτικό), 25-12-2018 (αργία), 1-12-2018 (αργία), 05-1-2019 (απαγορευτικό), 6-1-2019 (αργία), 23-1-2019 (απαγορευτικό), 25-1-2019 (απαγορευτικό), 30-1-2019 (απαγορευτικό), 31-1-2019 (απαγορευτικό), 1-2-2019 (απαγορευτικό), 5-2-2019 (απαγορευτικό), 12-2-2019 (απαγορευτικό), 15-2-2019 (απαγορευτικό), 26-2-2019 (απαγορευτικό), 27-2-2019 (απαγορευτικό), ήτοι συνολικά 19 ημέρες κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια λόγω απεργίας της Π.Ν.Ο. ή απαγορευτικού λόγω καιρικών συνθηκών ή αργίας, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από 9-1-2018 έως 9-3-2018 και από 15-1-2019 έως 17-1-2019 δεν εκτέλεσε δρομολόγια λόγω ετήσιας επιθεώρησης. Καθ’ όλες τις χρονικές περιόδους ναυτολόγησης του ενάγοντος στο παραπάνω πλοίο υπηρετούσαν σ’ αυτό ως προσωπικό μηχανής ένας Μηχανικός Α’, ένας Μηχανικός Α/Β, δύο Μηχανικοί Γ’, δύο Μηχανοδηγοί Α’, δύο Μηχανοδηγοί Β’, ένας Ηλεκτρολόγος, ένας Καθαριστής και ένας Δόκιμος Μηχανής, ήτοι 11 συνολικά άτομα. Ο ενάγων παρείχε τις υπηρεσίες του με την ειδικότητα του Α’ Μηχανοδηγού, ασκώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς του στο μηχανοστάσιο, απασχολούμενος σε δυο τετράωρες βάρδιες καθημερινά, και Σάββατα, Κυριακές και αργίες, ανεξάρτητα εάν το πλοίο ήταν εν πλω ή βρισκόταν ακινητοποιημένο σε λιμάνι. Κατά την παροχή των υπηρεσιών του τελούσε υπό τις διαταγές και την εποπτεία του Α’ Μηχανικού και συνεπικουρούσε αυτόν και τους λοιπούς αξιωματικούς της μηχανής στα καθήκοντά τους. Το αντικείμενο της εργασίας του ειδικότερα συνίστατο στη μέριμνα για την καλή συντήρηση και καλή λειτουργία των κινητηρίων μηχανών του πλοίου και των ηλεκτρογεννητριών, την καθαριότητα και την τάξη του μηχανοστασίου, την καλή συντήρηση των εξαρτημάτων, εργαλείων και λοιπών υλικών  του μηχανοστασίου και πλέον ειδικότερα τη λίπανση και παρακολούθηση όλων των συναρμολογημάτων των κυρίων μηχανών και των βοηθητικών μηχανημάτων του μηχανοστασίου, την παρακολούθηση των θερμοκρασιών των βαλβίδων, τον καθαρισμό όλων των διαμερισμάτων των μηχανών και των ψυγείων, τον έλεγχο του καζανιού, τις επισκευές μηχανικής φύσης παντός είδους, την αντικατάσταση των φθαρμένων υλικών και την παραλαβή των καυσίμων, για τα οποία ελάμβανε εντολές σχετικώς από τον Α’ Μηχανικό, ενώ ανά τετραήμερο εκτελούσε και βάρδια πυρασφάλειας. Εξάλλου, η καθημερινή διάρκεια της απασχόλησής του και πέραν των δυο τετράωρων βαρδιών Μηχανοδηγού Α’ που εκτελούσε, δεν ήταν εκ των προτέρων καθορισμένη επακριβώς, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών και της αναπόφευκτης εξάρτησης της απρόσκοπτης και ασφαλούς λειτουργίας των δυο μηχανοστασίων του πλοίου (στα οποία μοιράζονταν οι ναυτολογημένοι με ειδικότητες μηχανοστασίου) καθώς και της συντήρησης (αλλαγή λαδιών, φίλτρων, μικροεπισκευές, κ.λ.π.) των συστημάτων και εξοπλισμού τους από τον ανθρώπινο παράγοντα, παρότι τα μηχανοστάσια ήταν αυτοματοποιημένα. Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές συνάγεται, κατά την κρίση και του Δικαστηρίου τούτου, το συμπέρασμα ότι ο ενάγων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του κατά τα χρονικά διαστήματα των άνω ναυτολογήσεών του και εντός των πλαισίων της καλύτερης λειτουργίας των υπηρεσιών του πλοίου, πράγματι εργαζόταν, για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτού που σχετίζονταν με την ειδικότητά του, κατ’ εντολή του πλοιάρχου, πέραν του νομίμου ωραρίου του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, καθώς και κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Μετά ταύτα δεν κρίνονται ακριβείς οι εγγραφές για τις ώρες υπερωρίας του στις έγγραφες μηνιαίες καταστάσεις ωρών ανάπαυσης ναυτικών και στα μηνιαία εκκαθαριστικά σημειώματα αποδοχών που προσκομίζει η εναγόμενη, όπως βάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων, ο οποίος πράγματι εργαζόταν υπερωριακά, όπως προεκτέθηκε και οι άνω εγγραφές είχαν εντελώς τυπικό χαρακτήρα. Σημειωτέον δε ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητας του ενάγοντος στο πλοίο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, αφού ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών, υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 Κ.Ι.Ν.Δ. (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 23/2021, Εφ.Πειρ. 284/2020, Εφ.Πειρ. 218/2016, Εφ.Πειρ. 45/2010, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Ι. Ληξουριώτη «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις», έκδ. 3η, σ. 160). Σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν και λαμβανομένων επίσης υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του άνω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω τακτικές ακτοπλοϊκές γραμμές που δεν εμφανίζουν σημαντική επιβατική κίνηση παρά μόνο κατά τους θερινούς μήνες, της συνολικής διάρκειας εκάστου ημερησίου κυκλικού δρομολογίου από την αναχώρηση του πλοίου στο λιμένα αφετηρίας μέχρι την άφιξη και τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα μετά την ολοκλήρωση του δρομολογίου, της σταθερής καταβολής στον ενάγοντα από την εναγόμενη, εργοδότριά του και πλοιοκτήτρια, κάθε μήνα συγκεκριμένων χρηματικών ποσών για απασχόληση Σάββατα και αργίες, καθώς και ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, ακόμα και κατά το χρονικό διάστημα (δίμηνο περίπου) που το πλοίο παρέμεινε σε ακινησία λόγω ετήσιας επιθεώρησης (βλ. καταστάσεις ανάλυσης μισθοδοσίας του για τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο 2018 και Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2019), της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος όπως εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο τούτο κρίνει ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του από 1-1-2018 έως 9-1-2018, από 5-2-2018 έως 3-7-2018, από 8-7-2018 έως 13-11-2018 και από 14-11-2018 έως 28-2-2019, ήτοι επί 376 συνολικά ημέρες,  ανήλθε σε 9 ώρες και όχι σε 15 ώρες όπως ισχυρίζεται ο ίδιος, ούτε σε 8 ώρες όπως ισχυρίζεται η εναγόμενη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος κατά τα ίδια άνω χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του ανήλθε σε 10 ώρες, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά το σχετικό βάσιμο εν μέρει λόγο (δεύτερο, κατά το σχετικό σκέλος του) της έφεσης της εναγομένης, απορριπτομένου ως αβάσιμου του περί του αντιθέτου (περί 15ωρης συνολικής ημερήσιας εργασίας του) λόγου (πρώτου, κατά το σχετικό σκέλος του) της έφεσης του ενάγοντος. Ακολούθως, εφόσον αποδείχθηκε ότι κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησής του στο άνω πλοίο ο ενάγων απασχολήθηκε υπερωριακά πέραν των 8 ωρών, που καθορίζονται στο άρθρο 13 των εφαρμοστέων εν προκειμένω ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. ως ώρες υποχρεωτικής ημερήσιας εργασίας για όλους τους ναυτικούς της συγκεκριμένης κατηγορίας πλοίων, ήτοι επί 1 ώρα κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και επί 9 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες, εργασία η οποία θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή (άρθρο 13 των άνω Σ.Σ.Ν.Ε.), δικαιούται αυτός της προβλεπομένης πρόσθετης υπερωριακής αμοιβής στις άνω Σ.Σ.Ν.Ε, η οποία ανέρχεται στα παρακάτω ποσά: Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2018 έως 9-1-2018: α) 9 ώρες Χ 2 ημέρες αργίας (Πρωτοχρονιά και Θεοφάνεια), ήτοι 18 ώρες X 11,10 ευρώ / ώρα = 199,80 ευρώ και β) 1 ώρα Χ 7 ημέρες (6 καθημερινές και 1 Κυριακή)  Χ 9,25 ευρώ ανά ώρα = 64,75 ευρώ και συνολικά  (199,80 + 64,75) 264,55 ευρώ, Β) Κατά το χρονικό διάστημα από 5-2-2018 έως 3-7-2018: α) 9 ώρες Χ 7 ημέρες αργίας (Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Δεύτερα Πάσχα, Αγίου Γεωργίου, 1η Μαΐου και της Αναλήψεως) και 20 Σάββατα) = 243 ώρες Χ 11,10 ευρώ / ώρα = 2.697,30 ευρώ και β) 1 ώρα Χ 119 ημέρες (18 Κυριακές και 101 καθημερινές) Χ 9,25 ευρώ / ώρα = 1.100,75 ευρώ  και συνολικά (2.697,30 + 1.100,75) 3.798,05 ευρώ. Γ) Κατά το χρονικό διάστημα από 8-7-2018 έως 13-11-2018: α) 9 ώρες Χ 3 ημέρες αργίας (15-8-2018, 14-9-2019 και 28-10-2018) και 18 Σάββατα = 21 ημέρες ή (10 Χ 21) 189 ώρες Χ 11,10 ευρώ/ώρα = 2.097,90 ευρώ και β) 1 ώρα Χ 107 ημέρες (18 Κυριακές και 89 καθημερινές) = 107 ώρες Χ 11,10 ευρώ / ώρα = 1.187,70 ευρώ και συνολικά (2.097,90 + 1.187,70)  3.285,60 ευρώ. Δ) Κατά το χρονικό διάστημα από 14-11-2018 έως 28-2-2019: α) 9 ώρες Χ 18 ημέρες (15 Σάββατα και 3 αργίες) = 162 ώρες Χ 11,33 ευρώ / ώρα = 1.830,60 ευρώ και β) 1 ώρα Χ 75 ημέρες (14 Κυριακές και 61 καθημερινές) = 150 ώρες Χ 9,44 ευρώ / ώρα = 1.416,00 ευρώ και συνολικά το ποσό των (1.830,60+1.416,00) 3.246,60 ευρώ. Ήτοι, συνολικά για αμοιβή υπερωριακής εργασίας ο ενάγων δικαιούταν το ποσό των (264,55 + 3.798,05 + 3.285,60 + 3.246,60) 10.594,80 ευρώ, ο δε μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής υπερωριακής εργασίας που δικαιούταν κατά το συνολικό χρονικό διάστημα των 376 ημερών της ναυτικής εργασίας του στο πλοίο της εναγομένης ανήλθε σε (10.594,80 ευρώ / 376 ημέρες Χ 30 ημέρες) 845,32 ευρώ. Με το επικουρικό σκέλος του δεύτερου λόγου της έφεσής της η εναγόμενη επαναφέρει την υποβληθείσα και πρωτοδίκως ένσταση εξόφλησης του σχετικού κονδυλίου, ισχυριζόμενη ότι για την αιτία αυτή έχει καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 6.076,72 ευρώ ως αμοιβή Σαββάτων και αργιών, το ποσό των 2.460,04 ευρώ ως υπερωρίες μισθοδοσίας και το ποσό των 2.004,82 ευρώ ως έκτακτες αμοιβές. Η καταβολή του τελευταίου ποσού ως έκτακτες αμοιβές δεν αποδεικνύεται ότι έγινε σε εξόφληση αμοιβής υπερωριακής εργασίας, ενόψει του ότι οι έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας του ενάγοντος δεν προέβλεπαν κάτι τέτοιο και δεν προσκομίστηκε κάποιο σχετικό αποδεικτικό έγγραφο που να φέρει την υπογραφή του και να αποδεικνύει το αντίθετο. Όμως οι υπόλοιπες καταβολές που επικαλείται η εναγόμενη (6.076,72+2.460,04=) 8.536,76 ευρώ αποδεικνύονται από τις προσαγόμενες και επικαλούμενες απ’ αυτήν αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, ο οποίος άλλωστε με την αγωγή του συνομολογεί την καταβολή προς αυτόν του συνολικού ποσού των 8.523,97 ευρώ ως αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση (και συγκεκριμένα ποσού 4.394,38 ευρώ για το διάστημα από 5-2-2018 έως 3-7-2018, 2.974,32 ευρώ για το διάστημα από 8-7-2018 έως 13-11-2018 και 1.155,27 ευρώ για το διάστημα από 14-11-2018 έως 28-2-2019). Ως εκ τούτων, η άνω ένσταση εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσία. Περαιτέρω, με τον τρίτο λόγο της έφεσής της η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση, κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων, απέρριψε ως μη νόμιμο τον ισχυρισμό της περί συμβατικού συμψηφισμού του κονδυλίου της υπερωριακής αμοιβής του με το άνω ποσό 2.004,82 ευρώ που του κατέβαλε εξ ελευθεριότητας ως «έκτακτες αμοιβές» και εμφανίζεται, κατά τα επιμέρους ποσά, στις αποδείξεις μισθοδοσίας του. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος γιατί στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού με την εκκαλούμενη απόφαση ο άνω ισχυρισμός της εναγομένης απορρίπτεται ως μη νόμιμος με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή και χωρίς να γίνει εκτίμηση των αποδείξεων. Μετά ταύτα ο ενάγων δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης υπόλοιπο (10.594,80 – 8.536,76) 2.058,04 ευρώ, ο δε μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την άνω αιτία κατά το επίδικο άνω διάστημα της ναυτικής εργασίας του στο πλοίο της εναγομένης (συνολικά 376 ημέρες) ανήλθε σε (10.594,80 / 376 Χ 30) 845,32 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι για το άνω διάστημα ο ενάγων δικαιούται υπόλοιπο 4.370,92 ευρώ ως αμοιβή λόγω υπερωριακής απασχόλησης, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά μερική παραδοχή ως βάσιμου κατ’ ουσία του σχετικού (δεύτερου, κατά το σχετικό σκέλος του) λόγου της έφεσης της εναγομένης, απορριπτομένου αντίστοιχα ως αβάσιμου κατ’ ουσία του πρώτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, κατά το σχετικό σκέλος του, με το οποίο αυτός ισχυρίζεται ότι εργαζόταν υπερωριακά κατά μέσον όρο επί 7 ώρες ημερησίως.

Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα ανωτέρω διεξοδικά παρατέθηκαν για τους πλόες του, το άνω πλοίο της εναγομένης, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του ενάγοντος από 22-6-2018 έως 3-7-2018 και από 8-7-2018 έως 2-9-2018, εκτελούσε εβδομαδιαίως 11 αναχωρήσεις τακτικών κυκλικών δρομολογίων του από το λιμένα του Βόλου (λιμένα αφετηρίας) μετ’ επιστροφής, με ενδιάμεσους προορισμούς τους λιμένες Σκιάθου, Σκοπέλου, Αλοννήσου και Γλώσσας, κατά τις προαναφερθείσες διακρίσεις. Τα κυκλικά αυτά δρομολόγια, διάρκειας μεγαλύτερης των 6 ωρών έκαστο,  εκτελούνταν καθημερινά κατά κύριο λόγο εντός των ωρών 07.00 έως 23.00 και μόνο τα απογευματινά εξ αυτών, κατά τις ημέρες Δευτέρα, Πέμπτη, Παρασκευή και Κυριακή, επεκτείνονταν και κατά τις νυχτερινές ώρες, καθώς το πλοίο απέπλεε από τον άνω λιμένα αφετηρίας (Βόλο) στις 17:45 προς Σκιάθο – Γλώσσα – Σκιάθο – Βόλο, όπου και επέστρεφε στις 23.55. Η άνω υπέρβαση του ορίου της 23ης ώρας κατά 55 λεπτά σε 4 από τα 11 εβδομαδιαία δρομολόγια του άνω πλοίου δεν αναιρεί το χαρακτήρα του ως ημερόπλοιου (βλ. και Α.Π. 345/2019, Α.Π. 259/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ούτε όμως μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ασήμαντη. Επομένως, ο ενάγων ναυτικός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των πέντε δρομολόγια εβδομαδιαίως που αφορούσαν πλόες που δεν ήταν ημερινοί, ήτοι για 4 δρομολόγια εξπρές εβδομαδιαίως και συνολικά για 39,44 δρομολόγια εξπρές κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του από 22-6-2018 έως 3-7-2018 και από 8-7-2018 έως 2-9-2018 σε (9,86 εβδομάδες Χ 4 δρομολόγια εβδομαδιαίως = 39,44 δρομολόγια εξπρές), σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. παρ. 5 και 6 εδάφ. β’ του άρθρου 33 της ΣΣΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2017, το πραγματικό των οποίων επικαλείται και οι οποίες εφαρμόζονται και σε ημερόπλοια που εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους κατά τις νυχτερινές ώρες, δηλ. μετά τις 23:00 και μέχρι τις 07:00 (Α.Π. 345/2019, ό.α.). Για τα μη επεκτεινόμενα κατά τις νυχτερινές ώρες δρομολόγια τις ημέρες Τρίτη, Τετάρτη και Σάββατο ο ενάγων δεν δικαιούται πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές κατά την παρ. 3 του άρθρου 33 της άνω ΣΣΝΕ, αφού επιχειρεί τη θεμελίωση της σχετικής αξίωσής του μόνο στη βάση της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 33 της άνω ΣΣΕ, με συνέπεια το Δικαστήριο να μη δύναται να προβεί αυτεπάγγελτα σε υπαγωγή της στη βάση της διάταξης της παρ. 3 του ιδίου άρθρου, όπως αβάσιμα ζητεί ο ενάγων με σχετικό σκέλος του δεύτερου λόγου της έφεσής του, διότι έτσι θα προσέβαλε τη θεμελιώδη δικονομική αρχή της διαθέσεως (Εφ.Πειρ. 421/2021, Εφ.Πειρ. 243/2019, www.efeteio-peit.gr, Εφ.Πειρ. 345/2002, ΕφΠειρ. 1015/2000, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Δ. Κονδύλης, Το δεδικασμένο κατά τον ΚΠολΔ, 2007, παρ. 16, σ. 302 επομ, Στ. Κουσούλης, Οι πραγματικοί ισχυρισμοί στην πολιτική δίκη, 2003, σ. 9, π.ρ.β.λ. Σπ. Τσαντίνη, Δεδικασμένο και Νομική Αιτία, 2016, παρ. 5, σλ. 218). Κατά περαιτέρω  συνέπεια, η πρόσθετη αμοιβή του για δρομολόγια εξπρές διαμορφώνεται, σύμφωνα με τα αντίστοιχα αιτήματα της αγωγής και ενόψει των σχετικών λόγων των εφέσεων του ενάγοντος και της εναγομένης, με τους οποίους αυτοί παραπονούνται για τα υπολογισθέντα ποσά (δεύτερος και τέταρτος λόγος των εφέσεών τους αντίστοιχα), ως εξής: Για 4 δρομολόγια εξπρές ανά εβδομάδα  δικαιούται το 1/60 των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, ήτοι των παροχών που του καταβάλλονται παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του  τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (Α.Π. 1224/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1013/2003, Δ.Ε.Ε. 2004, 214, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 284/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 200/2016, Εφ.Πειρ. 442/2015, Εφ.Πειρ. 618/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), στις οποίες περιλαμβάνονται η αμοιβή για την υπερωριακή εργασία, οι αποδοχές αδείας με το αντίτιμο τροφής (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, Εφ.Πειρ. 368/2019, www.efeteio-peir.gr) και το ημερήσιο αντίτιμο τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ναυτικού, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτούσια (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 231/2013, Εφ.Πειρ. 377/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), όχι όμως και το επίδομα ιματισμού, αφού τούτο δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθόσον η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (Α.Π. 774/2003, Α.Π. 226/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr), απορριπτομένων όσων αντίθετων υποστηρίζονται από την εναγόμενη και τον ενάγοντα με τους πέμπτο και δεύτερο λόγους των εφέσεών τους αντίστοιχα, κατά τα σχετικά σκέλη τους. Ειδικότερα, ο ενάγων δικαιούται [μισθός ενεργείας 1.280,19 ευρώ + επίδομα Κυριακής 281,64 ευρώ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 ευρώ + αντίτιμο τροφής 576,30 ευρώ (19,21 ευρώ ημερήσιο αντίτιμο τροφής Χ 30 ημέρες) + ειδικό επίδομα για την παρακολούθηση της λειτουργίας των βοηθητικών μηχανημάτων του πλοίου 19,81 ευρώ + μισθός αδείας 354,96 ευρώ (μισθός ενεργείας 1.280,19 + επίδομα Κυριακών 281,64 = 1.561,83 ευρώ : 22 Χ 5) + τροφοδοσία 5 ημερών 96,05 ευρώ + μέσος όρος υπερωριών ανά μήνα 845,32 ευρώ] 3.489,49 ευρώ Χ 1/60 Χ 9,86 εβδομάδες που εκτελούνταν τα δρομολόγια από 22-6-2018 έως 3-7-2018 και από 8-7-2018 έως 2-9-2018 Χ 4 δρομολόγια εξπρές /εβδομάδα  =  2.293,75 ευρώ. Το εναπομείναν οφειλόμενο υπόλοιπο για πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, μετά την αφαίρεση του ποσού των 744,12 ευρώ που ο ενάγων συνομολογεί ότι έλαβε για την αιτία αυτή, διαμορφώνεται σε 2.293,75 – 744,12 = 1.549,63 ευρώ. Η εκκαλουμένη, που δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται ως πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές μόνο το ποσό των 1.388,75 ευρώ, έσφαλε προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει να εξαφανιστεί κατά τούτο, κατά παραδοχή ως βάσιμου κατ’ ουσία (μερικώς) του σχετικού σκέλους του δεύτερου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, απορριπτομένου αντίστοιχα ως αβάσιμου κατ’ ουσία και του σχετικού σκέλους του τέταρτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με το οποίο η τελευταία ισχυρίζεται ότι ο ενάγων δεν δικαιούται αμοιβή λόγω εξπρές δρομολογίων.            Κατόπιν όλων αυτών, η εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα, για τα άνω χρονικά διαστήματα απασχόλησής του, υπόλοιπο πρόσθετης αμοιβής του για υπερωριακή εργασία και για δρομολόγια εξπρές, συνολικού ποσού (2.058,04 + 1.549,63) 3.607,67 ευρώ. Εξάλλου, στην προκείμενη περίπτωση υφίσταται εύλογη αντιδικία μεταξύ των διαδίκων κατά την έννοια του άρθρου 346 εδάφ. δ’ Α.Κ. (Α.Π. 553/2019, Α.Π. 1207/2017, Α.Π. 1059/2017, Εφ.Πειρ. 655/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), ενόψει της ως άνω σημαντικής διαφοράς του ύψους των ποσών που αφορούν στις αιτούμενες πρόσθετες αμοιβές του ενάγοντος, δηλαδή αυτών τα οποία αναφέρονται στην αγωγή και εκείνων που αντίστοιχα δέχθηκε το Δικαστήριο τούτο. Ως εκ τούτου, κατά το σχετικό βάσιμο αίτημα της εναγομένης – εκκαλούσας, το οποίο προβλήθηκε παραδεκτά πρωτοδίκως και επαναφέρεται νόμιμα στο Δικαστήριο τούτο με τον έκτο λόγο της έφεσής της, η ως άνω αξίωση πρέπει να επιδικασθεί με το νόμιμο τόκο υπερημερίας (και όχι επιδικίας). Ακολούθως, μη υπάρχοντος άλλου λόγου των Α και Β εφέσεων προς εξέταση, πρέπει να γίνουν αυτές δεκτές ως ουσιαστικά βάσιμες και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένης και της διάταξής της περί δικαστικής δαπάνης που θα καθοριστεί εξαρχής. Στη συνέχεια πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση προς εκδίκαση κατ’ ουσία στο Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία η από 27-11-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ../10-12-2019 αγωγή κατά την κύρια βάση της από έγκυρες συμβάσεις ναυτικής εργασίας [κατά την οποία είναι αρκούντος ορισμένη, παρά τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από την εναγόμενη στις προτάσεις της (για το ότι δεν απαιτείται περαιτέρω αναφορά στο είδος των κατ’ ιδίαν εργασιών που εκτελέσθηκαν υπερωριακά βλ. Εφ.Πειρ. 196/2020, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 376/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ούτε ειδικότερος προσδιορισμός των ημερών και των ωρών υπερωριακής εργασίας βλ. Α.Π. 1600/2006, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 218/2016, Τ.Ν.Π.  ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 994/2007, Πειρ.Νομ. 2008, 199, ούτε της συχνότητας επανάληψης κάθε επιμέρους υπερωριακής εργασίας βλ. Εφ.Πειρ. 196/2020, Εφ.Πειρ. 590/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ούτε της ανάγκης η οποία παρέστη για την εκτέλεση της υπερωριακής εργασίας, επομένως και του οφέλους που αποκόμισε η εναγόμενη εργοδότρια από την παροχή των σχετικών υπηρεσιών βλ. Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 369/2016, Εφ.Πειρ. 176/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 330 εδ. α’, 340, 341, 345 εδάφ. α’, 346 εδάφ. α’, 648, 653, 655 εδάφ. α’, β’ Α.Κ, 1, 2, 53, 54, 60, 84 παρ. 1, 105, 106 Κ.Ι.Ν.Δ, 1, 3, 6, 8, 10 παρ. 1, 3, 4, 11, 13 παρ. 1, 2, 4 και 5, 18, 33 παρ. 1, 2, 5, 6 εδάφ. β’, 7, 38, 39 Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων έτους 2017 (Υ.Α. 2242.5-1.5/77056/2017), 176 Κ.Πολ.Δ.)] και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 3.607,67 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη ημέρα της απόλυσής του, ήτοι από 29-2-2019. Εξάλλου, το παραδεκτά και νόμιμα, κατ’ άρθρο 914 Κ.Πολ.Δ, υποβληθέν στο Δικαστήριο τούτο με το δικόγραφο της κρινόμενης έφεσης της εκκαλούσας – εναγομένης αίτημά της για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, με επίκληση της εκ μέρους της καταβολής προς τον ενάγοντα του ποσού των 5.759,67 ευρώ, ως προς το οποίο κηρύχθηκε η εκκαλουμένη προσωρινά εκτελεστή, γεγονός που προαποδεικνύεται από την από 4-9-2020  απόδειξη είσπραξης του ως άνω ποσού απ’ αυτόν δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Μαρίας Λειβιδιώτου Σαξώνη, πρέπει να γίνει δεκτό ως νόμιμο, αφού εξαφανίζεται ολικά η εκκαλουμένη απόφαση, που αποτελεί και τον τίτλο της εκτέλεσης και ακολούθως να γίνει δεκτό και ως βάσιμο κατ’ ουσία, ενόψει του ότι το επιδικασθέν καταψηφιστικά στον ενάγοντα ποσό των 3.607,67 ευρώ υπολείπεται του ανωτέρω προαποδεικνυομένου καταβληθέντος σ’ αυτόν ποσού των 5.791,61 ευρώ και να διαταχθεί η απόδοση του ποσού της διαφοράς (μεταξύ του καταβληθέντος και του καταψηφιστικά επιδικασθέντος) ποσού των 2.152,00 ευρώ, καθώς και του ποσού των 267,21 ευρώ για αναλογούντες καταβληθέντες τόκους επί του αποδοτέου άνω ποσού, ήτοι συνολικά ποσό 2.419,21 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της παρούσας (Ολ.Α.Π. 5/2001, Α.Π. 188/2003, Εφ.Πειρ. 366/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, η εναγόμενη, λόγω της ήττας της και ανάλογα με την έκταση αυτής, πρέπει να καταδικασθεί στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατ’ αποδοχή του βάσιμου σχετικού αιτήματός του (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει τις Α και Β εφέσεις αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται αυτές τυπικά και κατ’ ουσία.

Εξαφανίζει τη με αριθ. 2344/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση που αφορά την αναφερθείσα στο σκεπτικό από 27-11-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …./10-12-2019 αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των τριών χιλιάδων εξακοσίων επτά ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (3.607,67), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη ημέρα της απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από 29-2-2019.

Καταδικάζει την εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900,00) ευρώ.

Διατάσσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.Υποχρεώνει τον εφεσίβλητο – εκκαλούντα – ενάγοντα να αποδώσει  στην εκκαλούσα – εφεσίβλητη – εναγόμενη το ποσό των δυο χιλιάδων τετρακοσίων δέκα εννέα ευρώ και εικοσιένα λεπτών (2.419,21), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της παρούσας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στις 15-12-2021, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.          

  Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ