Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 574/2021

Αριθμός  574/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών,  Μαρία Ανδρεοπούλου, Εφέτη και Σοφία Καλούδη, Εφέτη-Εισηγήτρια  και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την  ………….,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

Α. ΚΑΛΟΥΣΩΝ-ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρείας ………. και 2) Ανώνυμης εταιρείας …………..οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Γεώργιο  Παραμυθιώτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ΝΠΙΔ ………………εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Αντώνιο Κασιμάτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ) και 2) Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό  Οικονομικών, ο οποίος κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, εκπροσωπήθηκε δε από το δικαστικό πληρεξούσιό του ΝΣΚ, Παναγιώτη Γαρόζη.

Β. ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό  Οικονομικών, ως ασκούντος την εποπτεία επί των υπέρ κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών σύμφωνα με το Ν 4182/2013,  το οποίο εκπροσωπήθηκε από το δικαστικό πληρεξούσιό του ΝΣΚ, Παναγιώτη Γαρόζη.

ΚΑΘ΄ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) 1) Ανώνυμης εταιρείας …………….και 2) Ανώνυμης εταιρείας ……………., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Γεώργιο  Παραμυθιώτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΠΡΟΣ ΟΝ Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) …………..εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Αντώνιο Κασιμάτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Το  ΝΠΙΔ με την επωνυμία «………….» άσκησε ενώπιον του  Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  7.5.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2013) αγωγή του,  επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 762/2016 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή και την, με τις από 6.10.2014 προτάσεις, ασκηθείσα από το Ελληνικό Δημόσιο υπέρ του ως άνω ΝΠΙΔ, πρόσθετη παρέμβαση και η υπ΄ αριθμ. 2537/2018  απόφαση αυτού, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και την πρόσθετη παρέμβαση.

Τις προαναφερόμενες αποφάσεις προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) οι ανώνυμες εταιρείες με τις επωνυμίες «………….» και «…………..»,  με την από  13.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2018, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2018) έφεσή τους,  β) το ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ……….» με την από 12.10.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου  ……/2018, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………/2018) έφεσή του και γ)  ο Υπουργός Οικονομικών -με την προαναφερόμενη ιδιότητά του- με την από  20.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2018, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου  ………./2018) έφεσή του. Δικάσιμος των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε  η 21η Μαρτίου 2019, οπότε, συζητήσεως γενομένης, εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 481/2019 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που συνεκδίκασε τις προαναφερόμενες εφέσεις, καθώς και την πρόσθετη παρέμβαση που άσκησε – με τις από  15.3.2019 προτάσεις του- το Ελληνικό Δημόσιο κατά των  ανωνύμων εταιρειών με τις επωνυμίες «………….» και «…………» και υπέρ του ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ………….», η οποία (απόφαση) δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα.

Με την, κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από  2.12.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2019) κλήση των ανωνύμων εταιρειών με τις επωνυμίες «…………» η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς εκδίκαση ενώπιον  αυτού στη δικάσιμο της 7ης.5.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 13-3-2020 έως 31-5-2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 96/2020 Πράξη  της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Σπυριδούλας Μακρή, Προέδρου Εφετών, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Με την, κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από  14.12.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2020) κλήση του Ελληνικού Δημοσίου, επανεισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον αυτού η με  ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2018 έφεση, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο δικαστικός πληρεξούσιος ΝΣΚ του Ελληνικού Δημοσίου, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των λοιπών διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Α) Με την από 2-12-2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2019) κλήση επαναφέρονται προς συζήτηση: α) η από 13.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2018) έφεση των ανωνύμων εταιριών με επωνυμία «………….» και «……….» κατά του ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ……….. και του Ελληνικού Δημοσίου, β) η από 12.10.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2018) έφεση του ανωτέρω ιδρύματος κατά των προαναφερόμενων ανωνύμων εταιριών και του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και γ) η από 20.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2018) έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά των ως άνω ανωνύμων εταιριών, κατά της με αριθμό 2537/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε με την παρουσία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, την από 7-5-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/5-6-2013 αγωγή λογοδοσίας του εκκαλούντος στην υπο στοιχ. β’ έφεση, Ιδρύματος …………. κατά των ως άνω εφεσιβλήτων-εκκαλουσών ανωνύμων εταιριών. Με την με αριθμό 481/2019 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου άπασες οι παραπάνω εφέσεις συνεκδικάστηκαν με την ασκηθείσα από το ως άνω εκκαλούν στην υπο στοιχ. γ’ έφεση, Ελληνικό Δημόσιο, με τις από 15.3.2019 προτάσεις του ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, πρόσθετη παρέμβαση αυτού υπέρ του εκκαλούντος Ιδρύματος, και η μεν υπο στοιχείο β’ έφεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη ως προς το τρίτο εφεσίβλητο, Ελληνικό Δημόσιο, όπως και η πρόσθετη παρέμβαση του τελευταίου,  οι δε λοιπές εφέσεις (υπο στοιχ. α’, β’ ως προς τις δύο πρώτες εφεσίβλητες, και γ’) έγιναν τυπικά δεκτές, ενώ  αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης ως προς την ουσία της διαφοράς και διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης κατ’άρθρο 254 ΚΠολΔ, προκειμένου να προσκομισθούν τα δικαιολογητικά- παραστατικά στοιχεία, που βρίσκονται επισυνημμένα στους με αριθμούς … και ….. λογαριασμούς λογοδοσίας που κατατέθηκαν πρωτοδίκως. Ακολούθως, μετά την ως άνω κλήση ορίστηκε  νέα συζήτηση της υπόθεσης για τη δικάσιμο στις 7-5-2020, οπότε, όμως, αυτή ματαιώθηκε λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων για υγειονομικούς λόγους (πανδημία covid 19). Ήδη δε η υπόθεση παραδεκτά επαναφέρεται προς κρίση με τη με αριθμό 96/2020 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, κατ’άρθρο 74 παρ.2 ν. 4690/2020. Β) Περαιτέρω,  με την από 14-12-2020 κλήση του Ελληνικού Δημοσίου (ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2020), επαναφέρεται προς συζήτηση μόνον η υπο στοιχ. γ’ με αριθμό ………./2018 έφεση αυτού κατά της ίδιας ως άνω εκκαλουμένης απόφασης. Οι ανωτέρω κλήσεις πρέπει να συνεκδικασθούν (άρθρο 246 ΚΠολΔ) και η δεύτερη εξ αυτών να απορριφθεί ως απαράδεκτη, επειδή με αυτήν δεν εισάγονται προς συζήτηση όλες οι εφέσεις που έχουν ήδη συνεκδικασθεί με την ως άνω με αριθμό 481/ 2019 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου (βλ.  μεταξύ άλλων ΕφΠειρ 664/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΙΙ. Με την από 7-5-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./5-6-2013 αγωγή του, το ενάγον, και ήδη εκκαλούν, Ίδρυμα εξέθετε ότι ο ιδρυτής του, …………, όρισε στην ιδρυτική του πράξη, που εγκρίθηκε νόμιμα, ότι παραχωρεί σε αυτό, το ποσοστό του 1/5 επι των εισπραττόμενων κατ’ έτος μισθωμάτων από το «…………», που βρίσκεται στον Πειραιά, αφαιρουμένων των απαιτούμενων για τη συντήρηση και επισκευή αυτού δαπανών, καθώς και των πάσης φύσεως αναλογουσών σ’ αυτό φορολογιών ή άλλων επιβαρύνσεων, ότι ως εκ τούτου οι ως άνω απαιτήσεις εκ των μισθωμάτων του έχουν εκχωρηθεί νόμιμα ήδη εκ της συστάσεως του και συνεπώς νομιμοποιείται να ζητήσει ως εκδοχέας τους από τις εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες ανώνυμες εταιρίες, οι οποίες κατέστησαν συγκύριες του ως άνω ακινήτου κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσοστά, να λογοδοτήσουν για τις διαχειριστικές πράξεις, που έχουν επιχειρήσει αναφορικά με την είσπραξη των μισθωμάτων επί του εν λόγω ακινήτου κατά το χρονικό διάστημα από 1-10-2008 έως και 31-5-2013. Οτι πέραν των ανωτέρω, η πρώτη εναγόμενη με το από 2-7-2008 ιδιωτικό συμφωνητικό, που κατήρτισε με τους δικαιοπαρόχους της, πωλητές των εξ αδιαιρέτου ποσοστών της επι του ακινήτου, ανέλαβε  να εκπληρώνει η ίδια την υφιστάμενη έναντι του ενάγοντος, κατά τα επικαλούμενα από τους ίδιους τους πωλητές, υποχρέωση αυτών, προς απόδοση ποσού ίσου  προς το 1/5 επι των εισπραττομένων κατ’ έτος μισθωμάτων, που περιήλθε στο τελευταίο με την ιδρυτική του πράξη, μετά την αφαίρεση των κάθε είδους φορολογικών επιβαρύνσεων και των αναγκαίων για τη συντήρηση και επισκευή του μίσθιου γενομένων δαπανών, ενώ  επιπλέον  συμφωνήθηκε η μεταξύ τους σύμβαση να ισχύει ως γνήσια σύμβαση  υπέρ τρίτου  (δηλαδή του ενάγοντος, Ιδρύματος) κατ’ άρθρο 411 ΑΚ, και τέλος, ότι οι εναγόμενες, καίτοι νομίμως προσκληθείσες προς τούτο, αρνούνται να λογοδοτήσουν για τη γενόμενη εκ μέρους τους διαχείριση επι των εισπραττόμενων μισθωμάτων και εξόδων, και ότι τα έσοδα από τις διαχειριστικές τους πράξεις και συγκεκριμένα από τα μισθώματα, που όφειλαν να του αποδώσουν, πιθανολογείται ότι ανέρχονται στο ποσό των 329.911.94 ευρώ για την πρώτη εναγόμενη και 165.631,55 ευρώ για τη δεύτερη εναγομένη. Με βάση δε, το ιστορικό αυτό ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να του αποδώσουν λογαριασμό της εκ μέρους τους γενόμενης διαχειρίσεως κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, που να περιέχει αντιπαράθεση των εσόδων και εξόδων καθώς και το προκύπτον αποτέλεσμα (αρνητικό ή θετικό), επισυνάπτοντας όλα τα σχετικά δικαιολογητικά, να καταδικαστούν αυτές σε χρηματική ποινή 50.000 ευρώ εκάστη για την περίπτωση μη εμπρόθεσμης κατάθεσης του αιτούμενου λογαριασμού, και τέλος να υποχρεωθούν στην καταβολή του καταλοίπου του λογαριασμού, κατά τον λόγο της εξ αδιαιρέτου μερίδας τους, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι εξοφλήσεως,  και δη η μεν πρώτη εξ αυτών στη καταβολή  ποσού 329.911,94 ευρώ και η δεύτερη 165.631,55 ευρώ, κηρυσσομένης της αποφάσεως, που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής. Το Ελληνικό Δημόσιο, ήδη εκκαλούν, με τις από 6-10-2014 προτάσεις, που κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του ενάγοντος ιδρύματος, του οποίου την εποπτεία ασκεί, προκειμένου να προστατεύσει τη λειτουργία και την εκπλήρωση του σκοπού του και την υπέρ αυτού ταχθείσα περιουσία. Επί της ως άνω αγωγής και της πρόσθετης παρέμβασης εκδόθηκε αρχικά η υπ’ αριθμόν 762/2016 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία αυτές συνεκδικάσθηκαν και αναγνωρίσθηκε καταρχήν το δικαίωμα του ενάγοντος να ζητήσει λογοδοσία από τις εναγόμενες, ως διαχειριζόμενες δική του περιουσία, οι οποίες, ακολούθως, υποχρεώθηκαν να καταθέσουν αρμοδίως εντός συγκεκριμένης τρίμηνης προθεσμίας λογαριασμό περιέχοντα αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων αναφορικά με την εκ μέρους τους διαχείριση  κατά το χρονικό διάστημα από 1-10-2008 μέχρι 31-5-2013 του κειμένου στη συμβολή τον οδών ……………στον Πειραιά «………», καθώς και το αποτέλεσμα αυτής, επισυνάπτοντας παράλληλα και όλα τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα, ενώ, για την περίπτωση μη συμμόρφωσης τους, αυτές καταδικάστηκαν στην καταβολή  εικαζόμενου ελλείμματος, και δη ποσού 329.911,94 ευρώ η πρώτη εναγόμενη και ποσού 165.631,55 ευρώ η δεύτερη, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι εξοφλήσεως, απειλουμένης σε βάρος τους και χρηματικής ποινής, ποσού 5.000 ευρώ. Οι εναγόμενες συμμορφούμενες με το διατακτικό της ως άνω απόφασης προέβησαν στην εμπρόθεσμη κατάθεση του λογαριασμού μετά των σχετικών εγγράφων, και η υπόθεση εισήχθη εκ νέου προς συζήτηση με την από 31-7-2017 κλήση του ενάγοντος,  στο ακροατήριο του  πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο  με τη με αριθμό 2537/2018 οριστική απόφαση του, έκανε δεκτή εν μέρει την αγωγή κατά την κύρια βάση της, ως ουσιαστικά  βάσιμη και υποχρέωσε την μεν πρώτη εναγομένη να καταβάλει στο ενάγον Ίδρυμα το ποσό των 84.025,48 ευρώ, και τη δεύτερη το ποσό των 39.084,74 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη τόσο το ως άνω ενάγον Ίδρυμα και το υπέρ αυτού προσθέτως παρεμβαίνον, Ελληνικό Δημόσιο, με τις ως άνω υπό στοιχ.β’ και γ’ εφέσεις τους αντίστοιχα, όσο και οι εναγόμενες με την υπό στοιχ. α’ ως άνω έφεση τους για τους εκτιθέμενους σ’ αυτές λόγους, και ζητούν οι μεν εκκαλούντες στις υπό στοιχ.β’ και γ’ εφέσεις, δηλαδή το Ίδρυμα ……….. και το Ελληνικό Δημόσιο, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, ώστε να γίνει στο σύνολο της δεκτή η αγωγή του Ιδρύματος, οι δε εκκαλούσες-εναγόμενεςνα εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και η συμπροσβαλλόμενη με αριθμό 762/2016 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ώστε να απορριφθεί η σε βάρος τους αγωγή.

ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 108, 109 παρ. 1 και 110 ΑΚ προκύπτει ότι η ιδρυτική πράξη, με την οποία μια περιουσία ορίστηκε για να εξυπηρετηθεί ορισμένος σκοπός (ίδρυμα), γίνεται με διάταξη τελευταίας βούλησης ή με δικαιοπραξία εν ζωή, που περιβάλλεται με συμβολαιογραφικό τύπο και σ’ αυτήν πρέπει να καθορίζεται ο σκοπός του ιδρύματος, η περιουσία που αφιερώνεται, η οποία ασφαλώς θα πρέπει να επαρκεί για τον σκοπό του και ο οργανισμός του, καθώς και ότι αφενός το ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα με διάταγμα που εγκρίνει τη σύστασή του και αφετέρου με μεταγενέστερο διάταγμα μπορεί να γίνει συμπλήρωση ή τροποποίηση του οργανισμού του. Αν το ίδρυμα ιδρύθηκε με δικαιοπραξία εν ζωή και εγκρίθηκε πριν από τον θάνατο του ιδρυτή, τότε εκείνος έχει από τον χρόνο έκδοσης του διατάγματος ενοχική υποχρέωση να μεταβιβάσει την αφιερωθείσα περιουσία (άρθρο 113 παρ. 1 ΑΚ). Στην περίπτωση αυτή, η ιδρυτική πράξη έχει χαρακτήρα υποσχετικής δικαιοπραξίας και επομένως για τη μεταβίβαση ακινήτου απαιτείται χωριστή εκποιητική δικαιοπραξία με τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 1033 ΑΚ. Ειδικά όμως τα δικαιώματα που μεταβιβάζονται με απλή εκχώρηση, όπως η κατάθεση χρηματικών ποσών σε τράπεζα, και εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη βούληση του ιδρυτή περιέρχονται, κατά τη διάταξη του άρθρου 113 παρ. 2 ΑΚ, αυτοδικαίως στο ίδρυμα, μόλις τούτο συσταθεί, αφού όμως λάβει χώρα σχετική αναγγελία, κατ’ άρθρο 460 ΑΚ, οπότε η ιδρυτική πράξη φέρει και χαρακτήρα εκποιητικής δικαιοπραξίας. (ΑΠ 1815/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 522 ΚΠολΔ, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους. Από το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης το εφετείο αποκτά την ίδια εξουσία με το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και, άρα, μπορεί να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως, το παραδεκτό, το ορισμένο και το νόμω βάσιμο της αγωγής και να την απορρίψει για έναν από τους λόγους αυτούς εάν και έγινε δεκτή κατ`ουσία πρωτοδίκως, αρκεί να ζητεί την απόρριψή της ο εναγόμενος. Στην περίπτωση αυτή, επειδή δεν επιτρέπεται να αντικατασταθούν οι αιτιολογίες της εκκαλουμένης απόφασης, κατά τη διάταξη του άρθρου 534 του ίδιου κώδικα, αφού η αντικατάσταση αυτή οδηγεί σε διαφορετικό, κατά το αποτέλεσμα, διατακτικό, εξαφανίζεται η εκκαλουμένη απόφαση και απορρίπτεται η αγωγή για τον τυπικό αυτό λόγο και μάλιστα χωρίς ειδικό γι` αυτό παράπονο, κατά τη διάταξη του άρθρου 533 παρ.1 του κώδικα αυτού, αρκεί να μην καθίσταται χειρότερη η θέση του εκκαλούντος (βλ. Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση, έκδοση Στ`, παρ. 851 και 852, σελ. 345, ΑΠ 248/2016 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 1778/2011 ΝοΒ 59.982, ΕφΑθ 80/ 2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 1531/ 2011ΔΕΕ 2011.936). Εν προκειμένω, στην αγωγή και κατά την κύρια βάση της το ενάγον στηρίζει την ασκούμενη έναντι των εναγομένων αξίωση του σε γενόμενη εκ μέρους του ιδρυτή του εκχώρηση αξίωσης επι μελλοντικών στο διηνεκές μισθωμάτων, για την οποία, ωστόσο, δεν επικαλείται ότι έλαβε χώρα σχετική αναγγελία κατ’άρθρο 460 ΑΚ, ούτως ώστε η ιδρυτική πράξη να έχει το χαρακτήρα και της εκποιητικής δικαιοπραξίας. Κατά συνέπεια, η αγωγή πάσχει αοριστίας κατά την κύρια βάση της και πρέπει να απορριφθεί, το δε πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε αυτήν ορισμένη και ακολούθως την έκανε δεκτή στην ουσία της έσφαλε. Κατόπιν τούτου, ενόψει του ότι, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα μείζονα σκέψη, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, δικάζοντας έφεση του εναγομένου, με την οποία ζητείται η εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως και η απόρριψη της αγωγής, έχει την εξουσία να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το ορισμένο αυτής, πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η με ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2018 έφεση των εναγομένων εταιριών, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες οι με ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………/2018) έφεση του ενάγοντος ιδρύματος και ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………../2018 έφεση του Ελληνικού Δημοσίου, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, και στη συνέχεια, αφού κρατηθεί και δικαστεί η υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο, να απορριφθεί η αγωγή κατά την κύρια βάση της ως αόριστη.

IV. Από τις διατάξεις των άρθρων 522, 535 παρ. 1 και 536 παρ. 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά την παραδοχή λόγου εφέσεως ως βάσιμου, εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση και, αν η ουσία της υποθέσεως ερευνήθηκε στον πρώτο βαθμό, κρατεί αυτό την υπόθεση και τη δικάζει κατ` ουσίαν. Στην περίπτωση αυτή είναι αρμόδιο να ερευνήσει όλα τα πρωτοδίκως υποβληθέντα για την οριστική διάγνωση της διαφοράς ζητήματα και επομένως, αν κρίνεται αγωγή με περισσότερες βάσεις, το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα δεν περιορίζεται μόνο στις διατάξεις της αποφάσεως που πλήττονται με την έφεση, αλλά εκτείνεται και στις μη εξετασθείσες πρωτοδίκως βάσεις, διότι δεν δικάζεται πλέον η έφεση, αλλά η αγωγή. Έτσι, αν έγινε δεκτή πρωτοδίκως (εν όλω η εν μέρει) αγωγή ως προς την κύρια βάση της και δεν ερευνήθηκε ως προς την επικουρική, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά την εξαφάνιση της αποφάσεως και την απόρριψη της αγωγής ως προς την κύρια βάση της, είναι υποχρεωμένο, αν κρατήσει το ίδιο την υπόθεση, να προβεί αυτεπαγγέλτως σε έρευνα της επικουρικής βάσεως. H έρευνα των μη εξετασθέντων πρωτοδίκως βάσεων γίνεται από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, διότι τούτο υποκαθίσταται κατά το νόμο στη θέση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και γι` αυτό δεν απαιτείται για την ενέργεια αυτή έφεση, αντέφεση ή αίτημα του ενάγοντος. Με την έρευνα των μη εξετασθεισών πρωτοδίκως βάσεων της αγωγής απευθείας από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εισάγεται εξαίρεση στην αρχή της μη υπερβάσεως του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία καθιερώνει το άρθρο 12 του ΚΠολΔ, το δε εφετείο όταν, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως, ερευνά τη μη εξετασθείσα πρωτοδίκως βάση της αγωγής, δεν δεσμεύεται από τον κανόνα του άρθρου 536 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αλλά μπορεί να καταστήσει και δυσμενέστερη τη θέση του εκκαλούντος, σύμφωνα με το άρθρο 536 παρ. 2 του ίδιου κώδικα. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 478 Α.Κ., “αν τρίτος υποσχέθηκε στον οφειλέτη ότι θα καταβάλει το χρέος του, ο δανειστής, σε περίπτωση αμφιβολίας, δεν αποκτά δικαίωμα από τη σύμβαση αυτή”. Η διάταξη αυτή θέτει ερμηνευτικό κανόνα, κατά τον οποίο, αν δεν προκύπτει από τη σύμβαση τι θέλησαν τα μέρη, τότε η σχέση λειτουργεί μόνο μεταξύ των συμβαλλομένων, δημιουργείται δηλαδή μεταξύ τους ενοχική σχέση εσωτερικού χαρακτήρα. Η σύμβαση αυτή, καλουμένη σύμβαση ελευθερώσεως, είναι υποσχετική δικαιοπραξία, από την οποία απορρέει αυτοτελής ενοχή, μπορεί δε να συναφθεί και ως αμφοτεροβαρής σύμβαση, οπότε εξαρτάται από τη συμφωνία των μερών το περιεχόμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων καθενός (Α.Π.1752/ 2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η υπόσχεση δε του τρίτου μπορεί να αφορά υπαρκτό ή μελλοντικό χρέος του οφειλέτη (ΕφΠειρ 317/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

V. Εν προκειμένω, όπως αναφέρθηκε, στην κρινόμενη αγωγή, πέραν της προαναφερθείσας βάσης περί εκχωρήσεως απαίτησης, περιέχεται και επικουρική βάση από σύμβαση υπόσχεσης ελευθερώσεως τρίτου (άρθρο 478 ΑΚ), που κατήρτισε εγγράφως η πρώτη εναγομένη με τους δικαιοπαρόχους της, πωλητές των εξ αδιαιρέτου ποσοστών της επι του ακινήτου, στα πλαίσια της οποίας αυτή φέρεται να ανέλαβε να εκπληρώνει η ίδια την υφιστάμενη έναντι του ενάγοντος, κατά τα επικαλούμενα από τους ίδιους τους πωλητές, υποχρέωση των τελευταίων, προς απόδοση ποσού ίσου προς το 1/5 επι των εισπραττομένων κατ’ έτος μισθωμάτων, που περιήλθε στο τελευταίο με την ιδρυτική του πράξη μετά την αφαίρεση των αναγκαίων για τη συντήρηση και επισκευή του γενομένων δαπανών καθώς και αυτών που αναλογούν σε κάθε είδος φορολογική ή παρόμοιας φύσης υποχρέωση, ενώ επιπλέον τα μέρη όρισαν την μεταξύ τους σύμβαση  ως γνήσια σύμβαση  υπέρ τρίτου (άρθρο 411 ΑΚ). Η ως άνω επικουρική βάση της αγωγής είναι επαρκώς ορισμένη, εφόσον αναφέρεται η συμφωνία και το χρέος, ενώ λόγω του αυτοτελούς χαρακτήρα της, δεν απαιτείται να αναφέρονται σε αυτήν για το ορισμένο της και τα θεμελιωτικά κατά νόμο περιστατικά του χρέους του παλαιού οφειλέτη. Περαιτέρω, αυτή τυγχάνει και  νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων303, 478 και 411 ΑΚ. Πρέπει λοιπόν να εξετασθεί και από ουσιαστική άποψη.

VΙ. Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα των εναγομένων στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη (2537/2018) απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, όλων των εγγράφων, που νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, και λαμβάνονται  υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων καθώς και των με αριθμό κατάθεσης …/15-12-2016 και …./15-12-2016 εκθέσεων κατάθεσης λογοδοσίας, με τα συνημμένα επ’ αυτών έγγραφα, τα οποία, μετά την κατάθεση τους στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου  και τη σύνταξη σχετικής έκθεσης, παραδεκτώς επισκοπούνται, ως μέρος της δικογραφίας, αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Το ενάγον και ήδη εκκαλούν-εφεσίβλητο Ίδρυμα συνεστήθη από τον ……….. με μονομερή δικαιοπραξία εν ζωή για απεριόριστη διάρκεια, η δε ιδρυτική του πράξη εγκρίθηκε, δυνάμει του από 29-7-1938 Β.Δ/τος, που δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθμό ΦΕΚ 321/12-9-1938. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του καταστατικού του ενάγοντος, ο ιδρυτής αυτού, …………, παραχώρησε σ’ αυτό το 1/5 των εισπραττόμενων στο διηνεκές κατ’ έτος μισθωμάτων από το «…………», που βρίσκεται στον Πειραιά και στη συμβολή των οδών ………….., αφαιρούμενων των απαιτούμενων για τη συντήρηση και επισκευή αυτού δαπανών, καθώς και των πάσης φύσεως αναλογουσών σ’ αυτό φορολογιών ή άλλων επιβαρύνσεων. Μετά τον θάνατο του ιδρυτή στις 2-7-1940 τρία εκ των τέκνων του, και εκ διαθήκης κληρονόμοι αυτού, ήτοι η ……….., 2) η ……….. και 3) η …………….., με την από 22-10-1968 αγωγή, που άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς σε βάρος του Ιδρύματος, ζητούσαν να αναγνωρισθεί, ότι ουδεμία υποχρέωση υπείχαν έναντι του Ιδρύματος ούτε εκ της ιδρυτικής του πράξης και του δια του βασιλικού διατάγματος  εγκριθέντος καταστατικού αυτού, ούτε από άλλη έννομη σχέση να του καταβάλουν οιοδήποτε μέρος των μισθωμάτων του εν λόγω ακινήτου και ότι συνακόλουθα το (εναγόμενο εκεί) Ίδρυμα ουδέν δικαίωμα είχε σε απόληψη οιοδήποτε μέρους των εισπραττόμενων από αυτές μισθωμάτων. Επι της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 341/1970 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που την απέρριψε ως αβάσιμη, η οποία ακολούθως επικυρώθηκε με την με αριθμό 2068/1971 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, που απέρριψε ως αβάσιμη την έφεση των εναγουσών, δεχόμενη ότι με βάση την ιδρυτική πράξη και το καταστατικό αυτού «ουδείς χρονικός περιορισμός δια τον ίδιο (ενν. διαθέτη) ή και δια τους κληρονόμους αυτού ετέθη προς εκπλήρωσιν της αναληφθείσης υποχρεώσεως, προκύπτοντος του αντίθετου, ως εκ του δηλωθέντος σκοπού της κατ’έτος προικοδοτήσεως ορισμένου αριθμού απόρων κορασίδων και της απεριορίστου διάρκειας του συσταθέντος ιδρύματος, καταβληθείσης προσθέτως υπό του ιδρυτού της πρώτης δόσεως, εκ δραχμών 250.000 …» και ότι ορθώς απερρίφθη υπο της εκκαλουμένης αποφάσεως η αγωγή, διότι οι ενάγουσες ως κληρονόμοι του ως άνω Ιδρυτή υπεισήλθαν και στα μισθωτικά δικαιώματα αυτού για την κατ’ έτος πληρωμή του προς το εναγόμενο Ίδρυμα εκχωρηθέντος ως άνω ποσοστού των μισθωμάτων, η οποία ως υποχρέωση του κληρονομηθέντος ενοχικού χαρακτήρος μεταβιβάστηκε σε αυτές  έναντι του εναγόμενου κατά το λόγο της κληρονομικής τους  μερίδας. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενες εταιρίες, που ανήκουν στον ίδιο Όμιλο Επιχειρήσεων (……….), απέκτησαν την συγκυριότητα του ανωτέρω ακινήτου ως εξής: η μεν πρώτη εναγόμενη σε ποσοστό 662,429/1000 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθμό ……../2-7-2008 συμβολαίου αγοράς της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., νομίμως μεταγεγραμμένου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμό ……../30-9-2008 πράξη εξόφλησης και άρσης διαλυτικής αίρεσης της ιδίας συμβολαιογράφου, η δε δεύτερη σε ποσοστό 332,571/1000 εξ αδιαιρέτου και δη: α) 95/1000 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθμό ………../28-7-2008 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., νομίμως μεταγεγραμμένου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμό ………/18-11-2008 πράξη εξόφλησης και άρσης διαλυτικής αίρεσης του ιδίου συμβολαιογράφου, β) 10/1000 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθμό ………./1-8-2008 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., νομίμως μεταγεγραμμένου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμό ………../ 19-11-2008 πράξη εξόφλησης και άρσης διαλυτικής αίρεσης του ιδίου συμβολαιογράφου, γ) 112,571/ 1000 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’αριθ. ………../1-8-2008 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, …………., νομίμως μεταγεγραμμένου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ……./18-11-2008 πράξη εξόφλησης και άρσης διαλυτικής αίρεσης του ιδίου συμβολαιογράφου, δ) 60/1000 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………/19-9-2008 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., νομίμως μεταγεγραμμένου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ………/18-11-2008 πράξη εξόφλησης και άρσης διαλυτικής αίρεσης του ιδίου συμβολαιογράφου, και ε) 55/1000 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………../19-11-2008 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., νομίμως μεταγραμμένου. Επιπλέον, αποδείχθηκε, ότι η πρώτη εναγόμενη κατά την ίδια ημέρα σύναψης του ως άνω συμβολαίου αγοράς της ιδανικής της μερίδας κατήρτισε  με τους πωλητές ιδιωτικό συμφωνητικό, όπου ορίζονται μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα: (παρ.3) με την ως άνω ιδρυτική πράξη ο ιδρυτής του Ιδρύματος ……….. εκχώρησε και παραχώρησε προς το ίδρυμα το 1/5 (ήτοι ποσοστό 20%) των τότε εισπραττομένων αλλά και των μελλόντων να εισπράττονται μισθωμάτων του Μεγάρου, μετά την αφαίρεση των απαιτουμένων δια τη συντήρηση και επισκευή τούτου ποσών ή των ισχυουσών ή των επιβληθησομένων και αναλογουσών εις το ίδρυμα κατά το εν πέμπτο παντός είδους φορολογικών ή άλλων επιβαρύνσεων. (παρ.4)  Με την με αρ. 341/1970 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία επικυρώθηκε με την με αριθμό  2068/71 απόφαση του Εφετείου Αθηνών (των οποίων αποφάσεων αντίγραφα παραδόθηκαν από τους Πωλητές στο παριστάμενο εκπρόσωπο της Αγοράστριας) έχει κριθεί αμετακλήτως, ότι η εκ της εν λόγω εκχωρήσεως γεννηθείσα έναντι του Ιδρύματος ενοχική υποχρέωση του Ιδρυτού μεταβιβάστηκε λόγω κληρονομικής διαδοχής στους καθολικούς διαδόχους του. Έτσι από το σύνολο των μισθωμάτων που καταβάλλουν σήμερα κατά τα προεκτεθέντα οι μισθωτές του Μεγάρου, οι πωλητές …………, ………… ……….. ως επικαρπωτής, ………… λόγω της προεκτεθείσης ιδιότητας τους ως καθολικών διαδόχων του Ιδρυτού του  Ιδρύματος δικαιούνται και αποκτούν κατά το προσήκον σε κάθε ένα από αυτούς ποσοστό συνιδιοκτησίας, ποσοστό 80% των εν λόγω μισθωμάτων, το δε υπόλοιπο ποσοστό των μισθωμάτων αυτών εξ είκοσι επί της εκατό (20%) περιέρχεται λόγω της άνω εκχωρήσεως στο Ίδρυμα. Στους εκ των πωλητών ………………., λόγω συμβατικώς αναληφθείσης υπ’ αυτών κατά το παρελθόν έναντι του ιδρύματος υποχρεώσεως από τα μισθώματα του Μεγάρου,  περιέρχεται κατά το προσήκον σε κάθε έναν από αυτούς ποσοστό  συνιδιοκτησίας, ποσοστό 80% το δε υπόλοιπο ποσοστό εξ 20% περιέρχεται στο Ίδρυμα. Στους εκ των πωλητών ……………. λόγω συμβατικής υποχρεώσεως αναληφθείσας υπό του πατρός τους και δικαιοπαρόχου τους …………., τα μισθώματα του Μεγάρου περιέρχονται σε κάθε μία από αυτές κατά το προσήκον ποσοστό συνιδιοκτησίας ποσοστό 80% το δε υπόλοιπο ποσοστό εξ 20% περιέρχεται στο Ίδρυμα. (παρ.5)  Ήδη δια του παρόντος, η αγοράστρια εταιρεία αναλαμβάνει την υποχρέωση έναντι των πωλητών να εκπληρώνει την πιο πάνω, ενοχική οφειλή τους προς το Ίδρυμα. Η δήλωση αυτή της αγοράστριας εταιρίας έχει την έννοια  της υπόσχεσης ελευθερώσεως των πωλητών, την οποία αυτοί αποδέχονται, καταρτιζόμενης έτσι μεταξύ τους της σύμβασης του άρθρου 478ΑΚ. Κατά τη ρητή βούληση των συμβαλλομένων η συμφωνία αυτή έχει το χαρακτήρα και τα έννομα αποτελέσματα γνήσιας σύμβασης υπέρ του Ιδρύματος, ως τρίτου, σύμφωνα με το άρθρο 411 ΑΚ., η οποία έχει την ενέργεια σωρευτικής αναδοχής χρέους κατ’ άρθρο 477 Α.Κ. Επομένως, από τη γνωστοποίηση της παρούσας στο Ίδρυμα, αυτό αποκτά έναντι της αγοράστριας εταιρείας άμεση και ευθεία αξίωση για την εκπλήρωση της πιο πάνω υποχρέωσης των πωλητών. (παρ.6) Ρητά συμφωνείται ότι η ως άνω υποχρέωση της αγοράστριας εταιρείας άρχεται με την εξόφληση από αυτήν στους πωλητές του πιστωμένου με το ως άνω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο τιμήματος, η οποία θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τους όρους του ως άνω αγοραπωλητηρίου το αργότερο εντός τριών μηνών από σήμερα ήτοι έως την 30 Σεπτεμβρίου 2008, δεδομένου ότι δυνάμει του ως άνω αγοραπωλητηρίου, η αγοράστρια εκχώρησε στους πωλητές τα μισθώματα, οι οποίοι και θα εξακολουθούν να τα εισπράττουν έως την πλήρη εξόφληση του  τιμήματος ήτοι έως την Σεπτεμβρίου2018. Ως εκ τούτου για το χρονικό διάστημα από σήμερα έως και την εξόφληση του τιμήματος οι πωλητές δηλώνουν και εγγυούνται ότι θα εξακολουθούν να εισπράττουν το 80% των αναλογούντων στα πωληθέντα ποσοστά του Μεγάρου μισθωμάτων τους, το δε 20% θα περιέρχεται στο Ίδρυμα σύμφωνα με ό,τι ίσχυε μέχρι σήμερα.(παρ.7). Εκτός αυτού, η αγοράστρια εταιρεία υπόσχεται στους πωλητές να επιδιώξει τη σύναψη απ΄ευθείας με το Ίδρυμα αυτοτελούς σύμβασης στερητικής αναδοχής χρέους ή την κατ’ επιλογή του Ιδρύματος υποκατάσταση της αναληφθείσας από αυτήν ενοχικής υποχρέωσης των πωλητών με τη μεταβίβαση στο Ίδρυμα κατά κυριότητα ακινήτου, από την εκμετάλλευση του οποίου θα μπορεί αυτό να αντλεί ισάξιους πόρους για την εκπλήρωση των σκοπών του. Σε κάθε περίπτωση και με οποιαδήποτε εκδοχή, αποκλειστικώς υπόχρεη τόσο έναντι των πωλητών όσο και έναντι του Ιδρύματος για την εκπλήρωση της παροχής θα είναι η αγοράστρια εταιρεία.(παρ. 9) Τα συμβαλλόμενα με την παρούσα σύμβαση μέρη δηλώνουν ρητά, προς αποφυγή κάθε αμφιβολίας, ότι  με τη σύμβαση αυτή σκοπούν αφ’ ενός μεν να απαλλάξουν τους Πωλητές, ως οφειλέτη, από το έναντι  του Ιδρύματος χρέους τους και ταυτόχρονα να υπεισέλθει η αγοράστρια ως ανάδοχος του χρέους, στη θέση του οφειλέτου, αφ’  ετέρου δε να προσπορίσουν στο ίδρυμα απ’ευθείας δικαίωμα έναντι  της Αγοράστριας (παρ. 10). Οι ως άνω πωλητές ρητά δηλώνουν και εγγυούνται στην αγοράστρια εταιρεία ότι μέχρι σήμερα έχουν εκπληρώσει την ως άνω υποχρέωση τους προς το ίδρυμα». Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης στις εναγόμενες της συγκυριότητας του ως άνω ακινήτου υφίσταντο ενεργείς οι ακόλουθες μισθώσεις οριζόντιων ιδιοκτησιών του Μεγάρου και ειδικότερα: 1) στην εταιρεία «………….» ήταν εκμισθωμένα δώδεκα κύρια δωμάτια του δευτέρου ορόφου, επιφάνειας 710 τ.μ., 2) στην εταιρεία «………….» ένα δωμάτιο του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 45 τ.μ., 3) στον . ………. ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, 4) στον . ………. δύο δωμάτια του πρώτου ορόφου, επιφάνειας 78 τ.μ., 5) στην . ……….ένα δωμάτιο του Α’ ορόφου, επιφάνειας 9,50 τ.μ., 6) στην εταιρεία «………..» ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 82,50 τ.μ. με πατάρι επιφάνειας 79,90 τ.μ., 7) στην εταιρεία «………» ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 82,50 τ.μ. με πατάρι επιφάνειας 79,90 τ.μ., 8) στην εταιρεία «…………..» οκτώ δωμάτια του τρίτου ορόφου, επιφάνειας 452,60 τ.μ., 9) στον ………. ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 70 τ.μ. με πατάρι, 10) στον ……… ένα δωμάτιο του τρίτου ορόφου, επιφάνειας 33 τ.μ., 11) στον ………. ένα δωμάτιο του τρίτου ορόφου, επιφάνειας 15 τ.μ., 12) στην εταιρεία «………….» δύο δωμάτια του τρίτου ορόφου, επιφάνειας 45 τ.μ., 13) στον ……….. ένα δωμάτιο του πρώτου ορόφου, 14) στους . ………. και ……. ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 75,60 τ.μ., 15) στον ……….. ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 135 τ.μ., 16) στον ………. ένα δωμάτιο του τρίτου ορόφου, επιφάνειας 43,05 τ.μ., 17) στην εταιρεία «…………..» ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 72,59 τ.μ., 18) στην εταιρεία «. …………….» ένα κατάστημα του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 72,59 τ.μ., 19) στον ……….. ένα δωμάτιο του πρώτου ορόφου. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι τα εισπραχθέντα από την πρώτη εναγομένη μισθώματα ανέρχονταν: α) για το επίδικο χρονικό διάστημα  έτους 2008 στο συνολικό ποσό των  67.858,34 ευρώ, και πλέον αναλυτικά αυτή έλαβε από τους κάτωθι μισθωτές τα ακόλουθα ποσά για μισθώματα (κατά το ποσοστό της συγκυριότητας της) : από την εταιρία με την επωνυμία ………. ., 9.582,83 ευρώ, την . ….., 155,32 ευρώ, τον ………. ., 16 ευρώ,  την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «……….», 7.782,36 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία ……….,  9.800,06 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία  ………. ., 5.640,90 ευρώ,  τον ………. . 300 ευρώ, τον ………. …., 11.701,37 ευρώ τoν ………, 193,83 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία ……….., 7.767,34 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία «…….» , 14.607, 83 ευρώ, και τον ………., 310,50 ευρώ.  Επιπλέον, αυτή κατά την ίδια χρονική περίοδο δαπάνησε 939,50 ευρώ στη ……….. για την ασφάλιση του κτιρίου, 416,50 ευρώ στον ………. για αποτύπωση κτιρίου, 35 ευρώ για τέλη κτηματογράφησης, 3.238,92 ευρώ για χαρτόσημο ενοικίου, 2.699,10 ευρώ για συμπληρωματικό φόρο 3% και 21.380,35 ευρώ για φόρο εισοδήματος. Δηλαδή συνολικά το ποσό των  28.709,37 ευρώ. Κατά συνέπεια, το οφειλόμενο στο ενάγον ποσοστό 1/5 επι των εισπραχθέντων ενοικίων κατά το έτος αυτό αφαιρουμένων των ως άνω αναλογουσών δαπανών ανέρχεται σε 7.829,79 ευρώ (67.858,34- 28709,37 χ 20%), β) για το έτος 2009 στο συνολικό ποσό 281.673,59 ευρώ, και πλέον αναλυτικά αυτή έλαβε από τους κάτωθι μισθωτές τα ακόλουθα  ποσά για μισθώματα (κατά το ποσοστό της συγκυριότητας της) : από την εταιρία με την επωνυμία ………. …….. , 35.489,70 ευρώ, την ……., 1.035,80 ευρώ, τον ………. …, 1.103,46 ευρώ και 165,71 ευρώ, την ………………, 16,06 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «……….» , 33.204,74 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία …….,  30.257,50 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία  ………. …, 20002,93 ευρώ, τον ………. 990,25 ευρώ, 1.523,54 ευρώ 288,24 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία ………  1.545,24 ευρώ, τον ………. ..,  47550,72 ευρώ, τον ……… 5.863,58 ευρώ, τoν …….., 776,72 ευρώ, την εταιρiα με την επωνυμία ……., 11.864,20 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία «…….», 71.845,90 ευρώ, τον ………, 992,40 ευρώ και τέλος από την εταιρία ……. 17.156,90 ευρώ.  Επιπλέον, αυτή κατά την ίδια χρονική περίοδο δαπάνησε 3649,72 ευρώ στην ………………… για ασφάλιση του κτιρίου, για Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας 25.467,49 ευρώ,  στον ……. για αποτύπωση κτιρίου, 5.140,80 ευρώ, 3.970,01 ευρώ στο …….. για Μελέτες όψεις, 7.148,33 ευρώ για αμοιβές μελέτης οικοδομικής αδείας στην …….., 184,54 ευρώ για φορολογικά αδείας ΤΣΜΔΕ , 9.121,70 ευρώ για χαρτόσημό ενοικίων  3,6%, 7.601,42 ευρώ για συμπληρωτικό φόρο 3% και 52.574,65 ευρώ για φόρο εισοδήματος. Δηλαδή συνολικά το ποσό των 114.858,66 ευρώ. Κατά συνέπεια, το οφειλόμενο στο ενάγον ποσοστό 1/5 επι των εισπραχθέντων ενοικίων κατά το έτος αυτό αφαιρουμένων των ως άνω αναλογουσών δαπανών ανέρχεται σε 33.362,98 ευρώ (281.673,59- 114.858,66 χ 20%), γ) για το έτος 2010 στο συνολικό ποσό των 220.039,64 ευρώ, και πλέον αναλυτικά αυτή έλαβε από τους κάτωθι μισθωτές τα ακόλουθα  ποσά για μισθώματα (κατά το ποσοστό της συγκυριότητας της) : από την εταιρία με την επωνυμία ……….., 38.698,27 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «……….» , 33.619,80 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία ………..,  29.110,50 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία  ……….., 21.083,58 ευρώ, τον ……….. 5.716,66 ευρώ και 897,29 ευρώ και 6 ευρώ, τον ………… 52,99 ευρώ, τον …….,  22893, 43 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία «……….», 40.803,25 ευρώ, τον ……….., 482,73 ευρώ, από την εταιρία ……..  18.734,38 ευρώ και 332,76 ευρώ και τέλος, από τον …………, 9.608, ευρώ.  Επιπλέον, αυτή κατά την ίδια χρονική περίοδο δαπάνησε 3.564,19  ευρώ στη ……….. για ασφάλιση του κτιρίου, για Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας 25.253,14 ευρώ, για αμοιβές μελέτης οικ. Αδείας στον ………….. τα ποσά των 3.259,50 ευρώ και 14.145 ευρώ αντίστοιχα στην εταιρία με την επωνυμία «………..» για έκδοση πιστοποιητικού 114,07 ευρώ,  για ΔΕΗ  ΙΔ, 4.002,40 ευρώ, 7.156,87 ευρώ για χαρτόσημό ενοικίων 3,6%, 5.964,13 ευρώ για συμπληρωτικό φόρο 3% και 44.959,91 ευρώ για φόρο εισοδήματος. Δηλαδή συνολικά το ποσό των 108.419,21 ευρώ. Κατά συνέπεια, το οφειλόμενο στο ενάγον ποσοστό 1/5 επι των εισπραχθέντων ενοικίων κατά το έτος αυτό αφαιρουμένων των ως άνω αναλογουσών δαπανών ανέρχεται σε 22.724,08 ευρώ (222.039,64- 108419,21 χ 20%), δ) για το έτος 2011 158.584,59 ευρώ, και πλέον αναλυτικά αυτή έλαβε από τους κάτωθι μισθωτές τα ακόλουθα ποσά για μισθώματα (κατά το ποσοστό της συγκυριότητας της) : από την εταιρία με την επωνυμία ………….,41.017,99 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «…………», 41.870,53 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία …………,  5.816 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία  ………, 23.759,15 ευρώ, τον ………, 25.988,85 ευρώ, από την εταιρία …….. 9.675,90 ευρώ και 848,23 ευρώ, από τον …………, 4.804 ευρώ και τέλος από την …………., 4.803,94 ευρώ. Επιπλέον, αυτή κατά την ίδια χρονική περίοδο δαπάνησε  3564,20 ευρώ στη ………. για ασφάλιση του κτιρίου, Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας 25.253,14 ευρώ, για αμοιβές μελέτης οικοδομικής αδείας στον ……………… τα ποσά των  7.578,03 ευρώ, 2.933,55 ευρώ και 12.221,28 ευρώ αντίστοιχα, ΕΕΤΗΔΕ 3468 ευρώ, 5.202,25 ευρώ για χαρτόσημό ενοικίων  3,6%, 4.335,21 ευρώ,  για συμπληρωτικό φόρο 3% και 23.097,66 ευρώ για φόρο εισοδήματος. Δηλαδή συνολικά το ποσό των  87.653,32 ευρώ. Κατά συνέπεια, το οφειλόμενο στο ενάγον ποσοστό 1/5 επι των εισπραχθέντων ενοικίων κατά το έτος αυτό αφαιρουμένων των ως άνω αναλογουσών δαπανών ανέρχεται σε 14.186,25 ευρώ (158.584,59- 87.653,32 χ 20%), ε) για το έτος 2012 στο συνολικό ποσό των 95.618,95 ευρώ, και πλέον αναλυτικά αυτή έλαβε από τους κάτωθι μισθωτές τα ακόλουθα  ποσά για μισθώματα (κατά το ποσοστό της συγκυριότητας της): από την εταιρία με την επωνυμία …………,35.360,48 ευρώ, την ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «………..»,10.190,98 ευρώ, την εταιρία με την επωνυμία  ……….., 20.236,14 ευρώ,  από την εταιρία ……… 19487,22 ευρώ και 764,63 ευρώ   και τέλος από την ………. 9.579,50 ευρώ.  Επιπλέον, αυτή κατά την ίδια χρονική περίοδο δαπάνησε  3477 ευρώ στην …………… για ασφάλιση του κτιρίου, για Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας 25.253,14 ευρώ, φορολογικά αδείας 663,18 ευρώ, ΕΕΤΗΔΕ 2012 1.210,57 ευρώ, ΙΚΑ προκαταβολή 135,56 ευρώ, 3.008,58 ευρώ για χαρτόσημό ενοικίων 3,6%, 2.507,23 ευρώ  για συμπληρωτικό φόρο 3% και  10.541,75 ευρώ για φόρο εισοδήματος. Δηλαδή συνολικά το ποσό των  46.797.01 ευρώ. Κατά συνέπεια, το οφειλόμενο στο ενάγον ποσοστό 1/5 επι των εισπραχθέντων ενοικίων κατά το έτος αυτό αφαιρουμένων των ως άνω αναλογουσών δαπανών ανέρχεται σε  9.764,38 ευρώ (95618,95- 46797,01 χ 20%), και τέλος ε) για την επίδικη περίοδο  έτους 2013 στο συνολικό ποσό των 6.434,80 ευρώ, και πλέον αναλυτικά αυτή έλαβε από τους κάτωθι μισθωτές  τα ακόλουθα ποσά για μισθώματα (κατά το ποσοστό της συγκυριότητας της) : από την εταιρία …… 5.886,80 ευρώ και 548 ευρώ.  Επιπλέον, αυτή κατά την ίδια χρονική περίοδο δαπάνησε  1015 ευρώ για ασφάλιστρα στην …………., για Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας 10.522,15 ευρώ, για φορολογικά αδείας ΤΣΜΔΕ, 3.972,55 ευρώ, τέλη κατάληψης πεζοδρομίου υλικά αναλ. 170,46 ευρώ, ΙΚΑ 214,91 ευρώ, ΔΕΔΗΕ για παρ. Ηλεκτροδότησης μεγάρου 36.240,73 ευρώ, εργασίες …… 738 ευρώ, αμοιβές μελέτης οικ. Αδείας ……………, 2.444,36 ευρώ,  4.073,94 ευρώ και 4.888,72 ευρώ, ΕΥΔΑΠ παλιές οφειλές 1.012 ευρώ, 929 ευρω, δαπάνη σύνδεσης αποχετευτικού αγωγού 144 ευρώ, χαρτόσημό ενοικίων 3,6%, 243,19 ευρώ, 202,66 ευρώ για συμπληρωτικό φόρο 3%. Δηλαδή συνολικά το ποσό των 87.180,47 ευρώ. Κατά συνέπεια, επειδή για το συγκεκριμένο έτος τα έξοδα υπερβαίνουν τα έσοδα η πρώτη εναγομένη ουδέν οφείλει να αποδώσει στο ενάγον. Ήτοι συνολικά για την επίδικη χρονική περίοδο  το οφειλόμενο στο ενάγον Ίδρυμα εκ μέρους της πρώτης εναγόμενης ποσό, που αντιστοιχεί στο εισπραχθέν για λογαριασμό αυτού ποσό επι ποσοστού 1/5  των μισθωμάτων αφαιρουμένων των ως άνω δαπανών, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 87.867,48 ευρώ. Τα ανωτέρω εκτίθενται στον υπ’ αριθμό …../2016 λογαριασμό λογοδοσίας, που κατέθεσε αρμοδίως η πρώτη εναγόμενη, στον οποίο έχουν επισυναφθεί ειδικοί αναλυτικοί λογαριασμοί για κάθε ένα από τα έτη της επίδικης χρονικής περιόδου. Σημειωτέον δε, ότι ουδόλως αποδείχθηκαν περισσότερα  έσοδα εκ μισθωμάτων της πρώτης εναγόμενης κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, όπως αβάσιμα διατείνεται το ενάγον, δεδομένου ότι τα δηλωμένα μισθώματα στο Ε2 έντυπο της ΔΟΥ ετών 2008-2010, δεν εισπράχθησαν στο σύνολο τους, ενώ σχετικά με τα αφαιρετέα ως άνω έξοδα, αυτά αφορούν σε γενόμενες δαπάνες από φορολογικές και λοιπές συναφείς επιβαρύνσεις καθώς και σε δαπάνες επισκευής, συντήρησης και ασφάλισης του κτιρίου (ως πράξη τακτικής διαχείρισης αποσκοπούσας στην διατήρηση του προσοδοφόρου ακινήτου με την ευρεία έννοια), σύμφωνα και με όσα κατέθεσε ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ο μάρτυς, τεχνικός διευθυντής των εναγομένων, στον οποίο είχε ανατεθεί μετά την αγορά του κτιρίου η αφαίρεση των κάθε είδους αυθαίρετων κατασκευών του, ενώ ο ίδιος επιμελήθηκε και της έκδοσης των αναγκαίων οικοδομικών αδειών για τις επισκευαστικές εργασίες. Αντιθέτως, τα λοιπά διαλαμβανόμενα έξοδα στην ως άνω λογοδοσία της πρώτης εναγομένης (αμοιβές συμβολαιογράφων, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών, πάγιες δαπάνες κενών διαμερισμάτων, αμοιβές εκτιμητών αξίας ακινήτων)δεν προέκυψε ότι συνέχονται με τα οριζόμενα ως αφαιρετέα έξοδα κατά το προαναφερόμενου άρθρο5 της ιδρυτικής πράξης του ενάγοντος και κατά συνέπεια δεν λαμβάνονται υπόψιν για τον υπολογισμό του τελικώς αποδοτέου σε αυτό ποσού. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η αγωγή πρέπει να γίνει μερικώς δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη αναφορικά με την εξεταζόμενη επικουρική της βάση, ως προς την πρώτη εναγομένη, στην οποία και (μόνο) αφορά, και να υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στο ενάγον το ποσό των 87.867,48 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας αναφορικά με τις με αριθμούς κατάθεσης ……./2018 και ………./2018 απορριφθείσες εφέσεις, καθώς και αυτά αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας ως προς την αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2018 έφεση, που έγινε ουσιαστικά δεκτή,  πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων κατ’άρθρο 179 ΚΠολΔ, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν, ενώ πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στις  εκκαλούσες στη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2018 έφεση του κατατεθέντος εκ μέρους τους παραβόλου και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του αντίστοιχου παραβόλου, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες στις με αριθμούς ………../2018 και  ………./2018 εφέσεις, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ με την παρουσία των  διαδίκων: α) την με αρ. εκθ. κατ. ………./ 2019 κλήση, με την οποία εισάγονται προς εκδίκαση οι με αριθμό έκθεσης κατάθεσης:  α) ……../ 2018, β) ……./ 2018 και γ) ……../ 2018 εφέσεις κατά της με αριθμό 2537/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της συμπροσβαλλόμενης με αριθμό 762/2016 απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου και β) και την με αρ. εκθ. κατ. …………./ 2020 κλήση, με την οποία εισάγεται προς εκδίκαση η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./ 2018 έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ως απαράδεκτη τη με αρ. εκθ. κατ. ………../ 2020 κλήση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ουσίαν τις με αριθμούς κατάθεσης ………/2018 και  ………../2018 εφέσεις.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του με αριθμό …………./ 2018 παραβόλου, ποσού 150 ευρώ,  στο Δημόσιο Ταμείο.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατ’ουσίαν την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2018 έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στις εκκαλούσες  του παράβολου με αριθμό   …………./2018, ποσού 150 ευρώ.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ τις με αριθμούς 2537/2018 και 762/2016 αποφάσεις του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ και ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 7-5-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2013 αγωγή και την από 6-10-2014 πρόσθετη υπέρ του ενάγοντος παρέμβαση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς την κύρια βάση της και ως προς τις δύο εναγόμενες και ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν ως προς την επικουρική βάση της ως προς την πρώτη εναγόμενη (στην οποία και αφορά).

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τη πρώτη  εναγόμενη να καταβάλει στο ενάγον το ποσό των ογδόντα επτά χιλιάδων οκτακοσίων εξήντα επτά ευρώ και σαράντα οκτώ λεπτών (87.867,48 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 23η Σεπτεμβρίου 2021.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 Δημοσιεύθηκε δε στις 25 Νοεμβρίου 2021 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αναχωρήσεως της Εφέτου Μαρίας Ανδρεοπούλου, αποτελούμενη από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο, Εφετών, Γεωργία Λάμπρου και Σοφία Καλούδη, Εφέτες και με Γραμματέα την Τ.Λ., λόγω αποσπάσεως και αναχωρήσεως της Γραμματέως, Ε.Τ.,  με απόντες τους διαδίκους, τον δικαστικό πληρεξούσιο ΝΣΚ του Ελληνικού Δημοσίου και τους πληρεξουσίους δικηγόρους των λοιπών διαδίκων.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ