Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 565/2021

Αριθμός     565/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:  …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Επαμεινώνδα Κλειτσίκα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Στυλιανή Γραφιαδέλλη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 4.10.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2032/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή .

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών  με την από  12.7.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2019) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ……./2019) αρχικά η 21η.5.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 86/2020 Πράξη  του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 12-7-2019 (αρ. καταθ. …../2019) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος εναγομένου, ήδη εκκαλούντος, κατά της υπ΄ αρ. 2032/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 παρ. 3 α, 593-602, 610-613 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015), αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της ένδικης εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εφέσεως, πρωτίστως, λόγω της φύσεως της προκειμένης διαφοράς [αφορά διατροφή ενήλικου τέκνου (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ)].

Με την από 4-10-2018 (αρ. καταθ. ……./2018) αγωγή της που συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 23-1-2019, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ζήτησε, όπως το αίτημά της νόμιμα περιορίστηκε με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας Δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και με τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προτάσεις της, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής (αγωγής), να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγομένου-πατέρα της να της καταβάλλει, ως συνεισφορά στη μηνιαία διατροφή της, το ποσό των 859 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση, λόγω του ότι αν και είναι 18 ½ ετών, ενόψει των αναγκών της εκπαίδευσής της δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτόν της, καθόσον στερείται εισοδημάτων και περιουσίας, καθώς επίσης λόγω των σπουδών του δεν μπορεί να εργασθεί. Τέλος, ζήτησε να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 2032/2019 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε εν μέρει την ένδικη αγωγή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη και, μεταξύ άλλων, αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλλει στην ενάγουσα, εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, ποσό διατροφής ύψους τετρακοσίων ογδόντα ενός (481) ευρώ μηνιαίως με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση και καταδίκασε τον εναγόμενο στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία όρισε στο ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ, από το οποίο θα αφαιρεθεί το ποσό των τριακοσίων ευρώ που έχει ήδη προκαταβάλει για την αιτία αυτή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την κρινόμενη από 12-7-2019 (αρ. καταθ. …../2019) έφεση ο εν μέρει ηττηθείς εναγόμενος και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αγωγή και επικουρικά να προσδιορισθεί το ύψος της νόμιμης συνεισφοράς του στη διατροφή της ενάγουσας σε ποσοστό 10% των πραγματικών αναγκών της και να προσδιορισθεί το συνολικό ύψος της συμμετοχής του στις μηνιαίες ανάγκες διατροφής της ενάγουσας στο ποσό των 20 ευρώ, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ΄ αυτήν (έφεση).

Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486 παρ. 1 και 1489 παρ. 2 του ΑΚ συνάγεται ότι δικαίωμα διατροφής έχει έναντι των γονέων του και το ενήλικο τέκνο, εφόσον δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες, ενόψει των τυχόν αναγκών της εκπαίδευσής του (ΑΠ 155/2011, ΑΠ 1402/2005, ΑΠ 884/2003 ΝΟΜΟΣ). Η διατροφή αυτή περιλαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 1493 του ΑΚ, όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Προϋπόθεση, δηλαδή, να αξιώσει διατροφή από τους γονείς του το ενήλικο τέκνο είναι η απορία του και συγκεκριμένα η έλλειψη επαρκών περιουσιακών στοιχείων ή η αδυναμία του να μετέλθει κατάλληλη εργασία (ΑΠ 1402/2005, ΑΠ 471/2005 ΝΟΜΟΣ). Δικαιούχος διατροφής είναι και εκείνος που, ενόψει των αναγκών της εκπαίδευσής του, δεν μπορεί να μετέλθει κατάλληλη εργασία, που να επιτρέπει την απρόσκοπτη συνέχιση των σπουδών του. Έτσι, στην ανάλογη διατροφή ενός ενήλικου τέκνου που στερείται επαρκών περιουσιακών προσόδων και δεν έχει ακόμα υποχρέωση να εργαστεί, γιατί έχει την πρόθεση να σπουδάσει περιλαμβάνεται όχι μόνο η δαπάνη για τροφή, στέγαση και κάθε άλλο απαραίτητο για την επιβίωσή του, αλλά και η δαπάνη για την επαγγελματική του εκπαίδευση, θεωρητική ή τεχνική, οιασδήποτε βαθμίδας περιλαμβανομένης και της πανεπιστημιακής (ΑΠ 1486/2018). Λαμβάνονται δε προς τούτο υπόψη οι επιδόσεις του δικαιούχου, ήτοι η ικανότητά του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ορισμένου βαθμού και επιπέδου σπουδών (ΑΠ 471/2005 ΕλλΔνη 46.1425, ΑΠ 884/2003 ΕλλΔνη  45.116, ΑΠ 396/2001 ΕλλΔνη 43.113, ΑΠ 212/1999, ΑΠ 1060/1993 ΕλλΔνη 35.1292). Στην προκειμένη περίπτωση με αυτό το περιεχόμενο η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη (πρβλ. ΑΠ 67/1999 ΕλλΔνη 40.592), καθόσον περιέχει, κατ΄ άρθρο 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όλα τα απαιτούμενα στοιχεία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε όμοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο της ένδικης εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα.

Για την κάλυψη των δαπανών διατροφής του ενήλικου τέκνου επιβαρύνονται και οι δύο γονείς του, καθένας από τους οποίους είναι υποχρεωμένος να καλύψει ένα ποσοστό από τις ανάγκες του τέκνου του, ανάλογο με τις οικονομικές δυνατότητές του, που πηγάζουν από τα εισοδήματα ή τους πόρους ή την περιουσία του υποχρέου. Ο επιμερισμός δε αυτός της απαιτουμένης για το τέκνο διατροφής, μεταξύ των γονέων του, γίνεται χωρίς να απαιτείται η υποβολή ενστάσεως συνεισφοράς και του άλλου γονέα, εκ μέρους του εναγομένου-γονέα, εφόσον με την αγωγή ζητείται όχι ολόκληρο το ποσό της απαιτουμένης για το εν λόγω τέκνο διατροφής, αλλά μόνο το ποσό, που αντιστοιχεί στην υποχρέωση συμμετοχής του εναγομένου στη διατροφή αυτή, μετά την αφαίρεση της συμμετοχής του άλλου γονέα του. Τυχόν δε υποβληθείσα ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ένσταση συνεισφοράς και του άλλου γονέα του τέκνου αποτελεί αρνητικό ισχυρισμό (ΑΠ 1330/2011, ΕφΠειρ 780/2014, ΕφΘεσσαλ 2944/2004 Αρμ. 2005.886). Ο εναγόμενος µε προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθµα µε την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και µε τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προτάσεις του, μεταξύ άλλων, αφού αρνήθηκε αιτιολογηµένα την αγωγή, προέβαλε τον ισχυρισμό, τον οποίο επαναφέρει με λόγο της ένδικης εφέσεως, ως προς την αξίωση διατροφής της ενάγουσας, ότι σ΄ αυτή (διατροφή) πρέπει να συνεισφέρει η υπόχρεη μητέρα της κατά ποσοστό 90%. Ο ισχυρισµός αυτός του εναγοµένου, εφόσον µε την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιµώνται οι διατροφικές ανάγκες της ενάγουσας, αλλά µόνο το µέρος που κατά την άποψή της (ενάγουσας) πρέπει να βαρύνει τον εναγόµενο σε αναλογία προς τις οικονοµικές δυνάµεις της υπόχρεης µητέρας της και αυτού (εναγοµένου), λειτουργεί ως άρνηση και ο συσχετισµός των οικονοµικών δυνάµεων των δύο γονέων (στην περίπτωση που η ενάγουσα δικαιούται διατροφής) πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύµφωνα µε τα εκατέρωθεν αποδεικνυόµενα πραγµατικά περιστατικά. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε όμοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και ο σχετικός λόγος της εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί.

Η ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος (άρθρο 281 του ΑΚ) είναι δυνατόν να προβληθεί και κατά της αγωγής διατροφής. Για την θεμελίωσή της, όμως, απαιτείται η προβολή και απόδειξη ιδιαίτερων περιστατικών, τα οποία σε συγκεκριμένη περίπτωση, καταδεικνύουν προφανή υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή του οικονομικού σκοπού του δικαιώματος διατροφής, κατά την άσκησή του από τον ενάγοντα σε βάρος του εναγομένου, λ.χ. περιστατικά, από τα οποία συνάγεται σαφής και κατηγορηματική δήλωση του αιτουμένου την διατροφή τέκνου να μην υπάρχει πλέον μεταξύ του γεννήτορα και αυτού οποιοσδήποτε συναισθηματικός δεσμός ή σαφής προσβολή του προσώπου του εναγομένου γονέα ή άλλα περιστατικά, από τα οποία να προκύπτουν ενέργειες του τέκνου, που να δείχνουν περιφρόνηση προς τον εναγόμενο γονέα και έλλειψη αγάπης και σεβασμού προς αυτόν (ΕφΠειρ 727/2019, ΕφΠειρ 780/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2564/2011 ΕλλΔνη 2012.795).

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων ………… και …….. ., αντίστοιχα, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, καθώς και από τα έγγραφα τα οποία νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, [ανάμεσα στα οποία έγγραφα των οποίων για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή, όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1088/2019, ΑΠ 394/2012), [εκτός από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον εκκαλούντα από 18-1-2019 έγγραφη βεβαίωση του ………..  , Λογιστή, που συντάχθηκε για να χρησιμοποιηθεί ειδικά στην παρούσα δίκη, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, (πρβλ. ΟλΑΠ 8/1987 ΕλλΔνη 1987.628, ΑΠ 17/2021, ΑΠ 1088/2019, ΑΠ 297/2019, ΑΠ 898/2017, ΑΠ 311/2012)], από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες (άρθρα 444, 448 και 457 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΑΠ 1707/2009, ΑΠ 230/2008, ΑΠ 239/2004), και από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον εκκαλούντα υπ΄ αρ. …./17-4-2018 ένορκη κατάθεση μαρτύρων (στην οποία περιλαμβάνονται οι ένορκες καταθέσεις των …………., …………. και …….. .) που, με επιμέλεια αυτού (εναγομένου, ήδη εκκαλούντος), λήφθηκαν την 17-4-2018, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πατρών …………., μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης, (βλ. την υπ΄ αρ. ……../12-4-2018 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………..), για να χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη δίκη ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ των ίδιων διαδίκων περί επιδικάσεως προσωρινής διατροφής υπέρ της ήδη ενάγουσας, καθώς και σε τυχόν αγωγή, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και, όπως προεκτέθηκε, συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους προβαλλόμενους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εναγόμενος και η ……….., μη διάδικος στην παρούσα δίκη, τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο στην Αθήνα την 10-7-1999. Από το γάμο τους αυτό απέκτησαν δύο τέκνα, ήδη ενήλικα, και συγκεκριμένα την ενάγουσα, που γεννήθηκε την 17-12-1999, και τον ………, που γεννήθηκε την 3-2-2002. Με την υπ΄ αρ. 477/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς απαγγέλθηκε αμετάκλητα η λύση του ως άνω γάμου τους και με την υπ΄ αρ. 2442/2011 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ., 681Β΄και 681Γ΄ του ΚΠολΔ) ανατέθηκε οριστικά η επιμέλεια των (τότε) ανήλικων τέκνων στην (τότε) ενάγουσα μητέρα τους. Με την υπ΄ αρ. 212/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) υποχρεώθηκε ο ήδη εναγόμενος να καταβάλει στη μητέρα των (τότε) ανήλικων τέκνων τους (στην οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχε ανατεθεί οριστικά η επιμέλειά τους) για λογαριασμό τους προσωρινή μηνιαία διατροφή ύψους 450 ευρώ για την (τότε) ανήλικη, ήδη ενάγουσα, ….. και 600 ευρώ για τον ανήλικο ….., ενώ με την υπ΄ αρ. 894/2018 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) υποχρεώθηκε προσωρινά ο ήδη εναγόμενος να καταβάλει στην ήδη ενήλικη ενάγουσα ως συνεισφορά του στη μηνιαία διατροφή της το ποσό των 450 ευρώ μηνιαίως. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα, ηλικίας, κατά τον χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής, 19 περίπου ετών, από το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018 είναι φοιτήτρια του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, στο οποίο εισήχθη κατόπιν των Πανελλαδικών Εξετάσεων του έτους 2017. Η ελάχιστη προβλεπόμενη από το Πρόγραμμα Σπουδών διάρκεια φοίτησης στο ως άνω Τμήμα είναι 8 εξάμηνα και η ενάγουσα, κατά την άσκηση της αγωγής, φοιτούσε ήδη στο 3° εξάμηνο και κατά τη χειμερινή περίοδο του ακαδημαϊκού έτους 2019-2020 βρισκόταν χρονολογικά στο Ε (5ο) εξάμηνο σπουδών. Από την εισαγωγή της στο εν λόγω Τμήμα και για την παρακολούθηση των μαθημάτων του Τμήματος αυτού χρειάστηκε η μίσθωση οικίας. Συγκεκριμένα η ενάγουσα διαμένει σε νεόδμητη μισθωμένη οικία στην πόλη των Ιωαννίνων, εμβαδού 45 τ.μ., έναντι μηνιαίου μισθώματος ανερχόμενου στο ποσό των 330 ευρώ. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα δύναται να διαμένει στις Φοιτητικές Κατοικίες του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και ότι δεν το πράττει. Επιπλέον, βαρύνεται με τα λειτουργικά έξοδα της οικίας της (λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, ύδρευσης, θέρμανσης κλπ). Παρακολουθεί μαθήματα για την εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας, καταβάλλοντας μηνιαία δίδακτρα, ανερχόμενα στο ποσό των 80 ευρώ. Η ενάγουσα στερείται εισοδημάτων από οποιαδήποτε πηγή και δεν διαθέτει ατομική περιουσία. Λόγω δε των σπουδών της, για τις οποίες μέχρι την ενηλικίωσή της είχε προετοιμαστεί κατάλληλα από τους γονείς της, της καθημερινής παρακολούθησης των μαθημάτων της Σχολής της και της ανάγκης μελέτης και προετοιμασίας της προκειμένου να ολοκληρώσει με επιτυχία και εγκαίρως, χωρίς καθυστερήσεις, τις σπουδές της, δεν δύναται, δεδομένου ότι δεν έχει ελεύθερο χρόνο, να εργασθεί. Δεν αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, ενώ οι λοιπές προς διατροφή, συντήρηση, ένδυση, ψυχαγωγία και μετακινήσεις της δαπάνες, είναι οι συνήθεις των συνομηλίκων της, της αυτής, από απόψεως οικονομικών δυνατοτήτων των γονέων της, καταστάσεως. Επομένως, εφόσον, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, η ενάγουσα δεν μπορεί να εξασφαλίσει μόνη της τη διατροφή της, έχει δικαίωμα διατροφής σε χρήμα κατά μήνα προκαταβαλλομένης έναντι των γονέων της, οι οποίοι ενέχονται ανάλογα με τις οικονομικές δυνάμεις τους. Από αυτούς, η μητέρα της ενάγουσας εργάζεται ως υπάλληλος γραφείου στην εταιρεία με την επωνυμία «…………….». Για το  φορολογικό έτος 2016 δήλωσε εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες 29.741,55 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε μηνιαίο εισόδημα 2.478,46 ευρώ (που συμπεριλαμβάνει μισθό και αναλογία σε επιδόματα-δώρα), ενώ για τα φορολογικά έτη 2014 και 2015 είχε δηλώσει 29.712,70 ευρώ και 30.046,33 ευρώ, αντίστοιχα, (βλ. το υπ΄ αρ. πρωτ. ………../21-9-2017 πιστοποιητικό της Προϊσταμένης ΔΟΥ Α΄ Πειραιά με εντολή Διοικητού). Κατά το μήνα Ιανουάριο 2020 έλαβε ως μισθό το ποσό των 1.740 περίπου ευρώ. Διέμενε, κατά την άσκηση της ένδικης αγωγής και τη συζήτηση αυτής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με το τέκνο της ………….. σε ιδιόκτητη οικία στο Κερατσίνι, για την κτήση της οποίας είχε λάβει στεγαστικό δάνειο από Τράπεζα και για την αποπληρωμή του οποίου κατέβαλε το ποσό των 320 ευρώ μηνιαίως, το οποίο (ποσό) δεν προαφαιρείται, αλλά συνεκτιμάται στις οικονομικές της δυνάμεις. Μετά δε την έκδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως και συγκεκριμένα την 24-1-2020 ο εναγόμενος κοινοποίησε προς τη μητέρα της ενάγουσας την υπ΄ αρ. ……./24-1-2020 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………….., με την οποία, εκτός άλλων, κατέσχεσε αναγκαστικά το ως άνω ακίνητο, και ορίστηκε πλειστηριασμός αυτού, με ηλεκτρονικά μέσα, την 16 Σεπτεμβρίου 2020. Έκτοτε η μητέρα της ενάγουσας, με το τέκνο της ………., αλλά και την ίδια την ενάγουσα, όταν επιστρέφει από τα Ιωάννινα, διαμένουν στην οικία της μάμμης της ενάγουσας στη …. Αττικής. Η μητέρα της ενάγουσας επιβαρύνεται με τις αναλογούσες στην ίδια κοινόχρηστες δαπάνες και στις δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας. Επιπλέον, όπως δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με διάταξη της ως άνω εκκαλουμένης αποφάσεώς του που δεν προσβάλλεται με λόγο εφέσεως, είναι κυρία κατά ποσοστό 12,50% εξ αδιαιρέτου ενός οικοπέδου εμβαδού 234,92 τ.μ. στη …., το οποίο δεν της αποφέρει κάποιο εισόδημα. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει η μητέρα της ενάγουσας, ενώ βαρύνεται, κατά την αναλογία της, με τη διατροφή του τέκνου της …………. Ο εναγόμενος, πατέρας της ενάγουσας, είναι έμπορος υγρών καυσίμων, με έδρα το ………. και διατηρεί τέσσερα πρατήρια υγρών καυσίμων, ήτοι την έδρα της επιχείρησής του με τρία υποκαταστήματα: α) επί της οδού ……….. ………, β) στο ……… και γ) στην ……….., τα οποία λειτουργούν ως ελεύθερα πρατήρια. Στα πρατήρια αυτά, που είναι μισθωμένα, απασχολείται προσωπικό εννέα ατόμων, ενώ στον εναγόμενο ανήκουν κατά κυριότητα: α) το υπ΄ αρ. κυκλοφορίας …….. επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσεως, εργοστασίου κατασκευής FORD, τύπου FOCUS, 1596 κ.ε., με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας 10-1-2007, το οποίο απέκτησε την 3-10-2013, β) το υπ΄ αρ. κυκλοφορίας ……. φορτηγό μη ανατρεπόμενο, εργοστασίου κατασκευής CITROEN, τύπου BERLINGO, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας 28-4-2004, το οποίο απέκτησε την 29-5-2017, γ) το υπ΄ αρ. κυκλοφορίας ……….. φορτηγό μη ανατρεπόμενο, εργοστασίου κατασκευής FORD τύπου WERKE, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας 16-2-2007, το οποίο απέκτησε την 7-8-2017 και δ) και το υπ΄ αρ. κυκλοφορίας …….. . βυτιοφόρο υγρών καυσίμων, φορτηγό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής ΜΑΝ-VOLKSWAGEN, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας 20-10-2006 και του οποίου η άδεια κυκλοφορίας και οι κρατικές πινακίδες κυκλοφορίας του κατατέθηκαν αρμοδίως την 12-10-2017 (βλ. την από 12-10-2017 βεβαίωση προσωρινής ακινησίας φορτηγού της Διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών Αμαλιάδας). Επιπλέον, ο εναγόμενος, όπως δέχθηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με διάταξη της ως άνω εκκαλουμένης αποφάσεώς του που δεν προσβάλλεται με λόγο εφέσεως, είναι κύριος ενός αγροτεμαχίου στην …… επιφάνειας 711 τ.μ., το οποίο δεν του αποφέρει εισόδημα. Διαμένει σε διαμορφωμένους ως οικίες χώρους, όπισθεν των πρατηρίων του και είναι απαλλαγμένος από την καταβολή μισθώματος για την αιτία αυτή, λογαριασμών κοινής ωφέλειας και κοινοχρήστων. Τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης του εναγομένου, όπως αυτά αποτυπώνονται στα εκκαθαριστικά του σημειώματα για τα φορολογικά έτη 2014, 2015, 2016 και 2017 ανέρχονται στα ποσά των 2.459.061,46 ευρώ, 2.781.667,45 ευρώ, 2.377.844,86 ευρώ και 3.254.575,58 ευρώ αντίστοιχα. Τα ανωτέρω ακαθάριστα έσοδα δεν αντιστοιχούν αναγκαίως και  σε υψηλά καθαρά κέρδη. Ο εναγόμενος επικαλείται ότι το ποσοστό του κέρδους δεν υπερβαίνει τη μία ποσοστιαία μονάδα (1%). Προς απόδειξη του καθαρού κέρδους του, προσκομίζει, μεταξύ άλλων αποδεικτικών μέσων και, τις πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου της αρμόδιας φορολογικής αρχής (εκκαθαριστικά σημειώματα) των ως άνω φορολογικών ετών (2014, 2015, 2016 και 2017) κατά τις οποίες τα φορολογητέα εισοδήματά του ήταν αντίστοιχα 6.018,40 ευρώ, 63.452,97 ευρώ, 9.278,69 ευρώ και 5.787,88 ευρώ. Επίσης κατά τα φορολογικά έτη 2014 και 2016 έλαβε επιστροφή φόρου εισοδήματος 5.977,70 ευρώ και 6.855,91 ευρώ αντίστοιχα, ενώ κατά τα φορολογικά έτη 2015 και 2017 υποχρεώθηκε στην καταβολή φόρου εισοδήματος 34.070,47 ευρώ και 3.095,97 ευρώ αντίστοιχα. Οι σχετικές, όμως, φορολογικές δηλώσεις του εναγομένου, όπως και της μητέρας της ενάγουσας, δεν προκύπτει ότι έχουν ελεγχθεί και συνεπώς δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο (πρβλ. ΑΠ 1156/2017, ΕφΘεσσαλ 740/2009, ΕφΑθ 1009/1991ΑρχΝ 1992.481). Περαιτέρω, οι οφειλές του έως και την 31-12-2018 προς την εταιρεία «…………» ανέρχονταν στο ποσό των 141.684,33 ευρώ, από το οποίο ποσό 123.296,57 ευρώ είχε ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, πλέον των νομίμων τόκων και προς την εταιρεία «…………..» στο ποσό των 52.347,43 ευρώ, από το οποίο το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο ανερχόταν στο ποσό των 52.049,83 ευρώ. Επίσης, όφειλε την 8-1-2019 προς την εταιρεία «………….» το ποσό των 12.780,82 ευρώ. Για τη συγκεκριμένη οφειλή έχει αναλάβει την υποχρέωση, με το από 28-3-2013 ιδιωτικό συμφωνητικό, να καταβάλλει στην ως άνω εταιρεία κάθε μήνα το ποσό των 985 ευρώ έως την πλήρη εξόφλησή της. Περαιτέρω, ο εναγόμενος μέχρι την 8-1-2019 είχε δύο δεδομένα που εμφανίζονταν στα αρχεία της «……..»,  από τα οποία το πρώτο αφορά οφειλή προς την εταιρεία «…………», που, όμως, ήδη έχει ρυθμιστεί, και το δεύτερο  μισθώματα που έχουν ήδη εξοφληθεί. Τα χρέη αυτά, όπως και ο φόρος εισοδήματος που καταβάλλεται, δεν προαφαιρούνται από το εισόδημα του εναγομένου, αλλά απλώς συνεκτιμώνται στις οικονομικές του δυνάμεις ως στοιχεία προσδιοριστικά των συνθηκών διαβίωσής του και ως επιπλέον βιοτικές του ανάγκες (πρβλ. ΑΠ 120/2013, ΑΠ 680/2010, ΑΠ 204/2010, ΑΠ 837/2009, ΑΠ 471/2005, ΕφΔωδ 195/2013, Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου: Αγωγές Οικογενειακού Δικαίου, τομ. Β΄, εκ. 2003, σελ. 58 και οι εκεί παραπομπές). Επιπλέον, έχει σε βάρος τρίτων απαιτήσεις ποσών 13.958,91 ευρώ και 15.412,42 ευρώ (βλ. τις υπ΄ αρ. …./2017 και …../2017 διαταγές πληρωμής του Ειρηνοδικείου …-Ειρηνοδίκη …..). Κατόπιν τούτων, για το επίδικο χρονικό διάστημα, τα συνολικά μηνιαία καθαρά εισοδήματα του εναγομένου ανέρχονται κατά μέσον όρο στο ποσό των 3.000 ευρώ, αφού τα τρία από τα ως άνω πρατήρια υγρών καυσίμων βρίσκονται σε καλή θέση για εμπορία υγρών καυσίμων, ήτοι στο …………., στο ……….., πλησίον του λιμένα της ………., και στην .…….. Τα ανωτέρω δε, δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι εγκρίθηκε καταβολή στον εναγόμενο κοινωνικού μερίσματος για το έτος 2018, διότι για τη χορήγηση αυτού λήφθηκε υπόψη το προαναφερόμενο φορολογητέο εισόδημα ποσού 5.787,88 ευρώ, ούτε όμως, από το γεγονός ότι από ελέγχους που διενεργήθηκαν αρμοδίως στο υποκατάστημα του εναγομένου στα …….. δεν διαπιστώθηκαν παραβάσεις σ΄ αυτό. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει ο εναγόμενος. Βαρύνεται όμως, και με τη διατροφή του τέκνου του ………, για την οποία όφειλε να καταβάλει δυνάμει της προαναφερόμενης υπ΄ αρ. 212/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) το ποσό των 600 ευρώ και δυνάμει της υπ΄ αρ. 139/2019 αποφάσεως του ιδίου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) το ποσό των 650 ευρώ. Η εφεσίβλητη δε, δεν άσκησε έφεση ή αντέφεση ως προς τις οικονομικές υποχρεώσεις του εναγομένου. Συνεπώς, ο εναγόμενος υποχρεούται να διατρέφει το ως άνω ενήλικο τέκνο του (ενάγουσα) κατά την αναλογία του, με απαιτούμενα έξοδα για την ανατροφή και τη συντήρησή του, που είναι τα συνήθη των συνομηλίκων του (τέκνου) της αυτής, από απόψεως οικονομικών δυνατοτήτων των γονέων του, καταστάσεως, ενώ οι δαπάνες για τη διατροφή, τη συντήρηση, την ιατροφαρμακευτική του περίθαλψη, την ένδυση και τη ψυχαγωγία του ιδίου είναι οι συνήθεις. Ο εναγόμενος µε προφορική δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθµα µε την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και µε τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προτάσεις του, μεταξύ άλλων, προέβαλε τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της ενάγουσας τον οποίο επαναφέρει με λόγο της ένδικης εφέσεως και συγκεκριμένα ότι η ενάγουσα ασκεί καταχρηστικά το δικαίωµα διατροφής της, διότι έχει αποξενωθεί πλήρως από αυτόν (πατέρα της), καταδεικνύει έναντί του πλήρη περιφρόνηση και παντελή έλλειψη αγάπης και σεβασµού, που υποδηλώνουν την πλήρη, σαφή και κατηγορηµατική επιθυµία της να µη συνδέεται µαζί του µε τη συγγενική σχέση µε την οποία φυσικώς και νοµικώς συνδέεται. Ο ισχυρισµός αυτός του εναγοµένου συνιστά νόµιµη ένσταση, στηριζόµενη στις διατάξεις των άρθρων 1507 και 281 του ΑΚ, είναι όμως, απορριπτέος ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος, διότι δεν αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα ενεργεί σε αντίθεση με τις υπό τη διάταξη του άρθρου 1507 του ΑΚ προβλεπόμενες υποχρεώσεις της και ειδικότερα, δεν εκδηλώθηκε επιθυμία της να αποκόψει οποιονδήποτε συναισθηματικό δεσμό με τον γεννήτορα της-εναγόμενο ούτε πρόθεση προσβολής του προσώπου του ή περιφρόνησης ή έλλειψης αγάπης και σεβασμού προς αυτόν, συμπεριφορές οι οποίες μπορούν, κατά τα προαναφερόμενα στη νομική σκέψη της απόφασης να θεμελιώσουν την ένσταση της καταχρηστικής άσκησης της διατροφικής αξίωσης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά και ο σχετικός λόγος της εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα πρέπει να απορριφθεί. Ακολούθως, με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι, για την ανάλογη με τις ανάγκες της ενάγουσας διατροφή, όπως αυτές προκύπτουν από τις σημερινές συνθήκες της ζωής της και συγκεκριμένα τις ανάγκες της για διατροφή, ένδυση, υπόδηση, εκπαίδευση και ψυχαγωγία, απαιτείται, για το επίδικο χρονικό διάστημα, λαμβανομένης υπόψη και της οικονομικής κατάστασης των γονέων της, ποσό 700 ευρώ μηνιαίως. Για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς που βαρύνει τους γονείς της ενάγουσας πρέπει να γίνει αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας καθενός από αυτούς (γονείς) στο σύνολο των εισοδημάτων τους. Έτσι, ο εναγόμενος πατέρας της πρέπει, με βάση την προαναφερθείσα οικονομική δυνατότητά του και την προσωπική κατάστασή του, συσχετιζόμενη με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση της μητέρας της ενάγουσας, να καλύψει το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως, το οποίο είναι σε θέση να καταβάλλει, ενώ το υπόλοιπο ποσό που είναι αναγκαίο για τη διατροφή της κατά τα ανωτέρω βαρύνει τη μητέρα της, ως έχουσα, κατά νόμο, συντρέχουσα και ανάλογη των οικονομικών και εν γένει δυνατοτήτων της υποχρέωση διατροφής της. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγοµένου να καταβάλλει στην ενάγουσα, εντός του πρώτου τριηµέρου κάθε µήνα, ως τακτική σε χρήµα διατροφή της, ποσό ύψους τετρακοσίων ογδόντα ενός (481) ευρώ µηνιαίως, µε το νόµιµο τόκο από την καθυστέρηση πληρωµής κάθε µηνιαίας δόσης έως την εξόφληση, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και πρέπει, αφού γίνουν δεκτοί ως κατ΄ ουσίαν βάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της εφέσεως, απορριπτομένων των λοιπών λόγων (εφέσεως) κατά τα ανωτέρω, να γίνει αυτή (έφεση) δεκτή. Ακολούθως, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, ήτοι και ως προς τις διατάξεις που αφορούν την ανωτέρω αγωγή και δεν προσβλήθηκαν, αλλά θα περιληφθούν στην ενιαία απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), αναγκαίως  δε  και  κατά τη διάταξη  περί  δικαστικών εξόδων που θα καθορισθεί εξ αρχής και αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, να δικασθεί εκ νέου η αγωγή, (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγοµένου να καταβάλλει στην ενάγουσα, εντός του πρώτου τριηµέρου κάθε µήνα, ως τακτική σε χρήμα διατροφή της, το ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ µηνιαίως, µε το νόµιµο τόκο από την καθυστέρηση πληρωµής κάθε µηνιαίας δόσης έως την εξόφληση. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας κάθε πλευράς, από τα οποία (δικαστικά έξοδα) θα αφαιρεθεί το ποσό των 300 ευρώ που έχει ήδη προκαταβληθεί από τον ίδιο (εναγόμενο), για την αιτία αυτή, κατά τη διάταξη του άρθρου 173 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 106, 178, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 12-7-2019 (αρ. καταθ. …./2019) έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄ αρ. 2032/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς [ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 παρ. 3 α, 593-602, 610-613 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015)].

Κρατεί και δικάζει την από 4-10-2018 (αρ. καταθ. ……/2018) αγωγή.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Αναγνωρίζει την υποχρέωση του εναγοµένου να καταβάλλει στην ενάγουσα (………….), εντός του πρώτου τριηµέρου κάθε µήνα, ως τακτική σε χρήμα διατροφή της, το ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ µηνιαίως, µε το νόµιµο τόκο από την καθυστέρηση πληρωµής κάθε µηνιαίας δόσης έως την εξόφληση.

Καταδικάζει τον εναγόμενο, στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ από το οποίο θα αφαιρεθεί το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ που έχει ήδη προκαταβάλει για την αιτία αυτή.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την  23η Νοεμβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ