Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 585/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός     585/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α.      ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρίας …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Αρβανίτη, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρίας ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ανδρέα Νασίκα.

Β. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρίας ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ανδρέα Νασίκα.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρίας ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Αρβανίτη, με δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα στην υπό στοιχείο Β έφεση – εφεσίβλητη στην υπό στοιχείο Α έφεση – άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 2-5-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ……… /2-5-2019 αγωγή και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτή. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των  διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η με αριθ. 1996/2020 οριστική απόφαση του άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που δέχθηκε τα σε αυτήν αναφερόμενα. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του  Δικαστηρίου τούτου: α) η ενάγουσα με την από 14-7-2020 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ ……../15-7-2020 έφεσή της και β) η εναγόμενη με την από 14-7-2020 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./14-7-2020 έφεσή της, των οποίων δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 18-2-2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιά ……./16-7-2020 και ……/16-7-2020 αντίστοιχα), κατά την οποία η συζήτηση αμφοτέρων των εφέσεων ματαιώθηκε λόγω της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων από 11-2-2021 έως 22-3-2021 εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού. Στη συνέχεια, με τη με αριθ. 91/2021 πράξη της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά Προέδρου Εφετών Σπυριδούλας Μακρή, η οποία εκδόθηκε σε εφαρμογή του άρθρου 21 του Ν. 4786/2021 (Φ.Ε.Κ. Α’ 43/23-3-2021) «περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση υποθέσεων των οποίων η συζήτηση ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων από 11-2-2021 έως 22-3-2021, οι άνω εφέσεις ορίστηκαν αυτεπαγγέλτως να συζητηθούν στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (3-6-2021), κατά την οποία εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας στην Α έφεση – εφεσίβλητης στη Β έφεση, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης στην Α έφεση – εκκαλούσας στη Β έφεση, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι υπό κρίση: α) από 14-7-2020 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Πρωτ. Πειραιά ……../14-7-2020 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Εφετ. Πειραιά ………/16-7-2020 έφεση (στο εξής: Α’ έφεση) και β) από 14-7-2020 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Πρωτ. Πειραιά ……./15-7-2020 και με  Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. Εφετ. Πειραιά ………./16-7-2020 έφεση (στο εξής: Β’ έφεση) της εναγομένης και του ενάγοντος αντίστοιχα στην από 2-5-2019 και με Γ.Α.Κ. και Ε.Α.Κ. ……../2-5-2019 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), κατά της με αριθ. 1996/15-5-2020 οριστικής απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου, το οποίο δίκασε την άνω αγωγή, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και δέχτηκε αυτήν εν μέρει ως βάσιμη κατ’ ουσία, κατά τα ειδικότερα σ’ αυτήν εκτιθέμενα, ασκήθηκαν σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους και εμπρόθεσμα, κατά τα άρθρα 495 παρ. 1, 496, 498 παρ. 1, 499, 500, 511, 513 παρ. 1 περ. β’, εδάφ. α’, 516 παρ. 1, 517 εδάφ. α’, 518 παρ. παρ. 1 και 2 και 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 Ν.4335/2015, δεδομένου ότι: Α) όσον αφορά την υπό στοιχείο Α’ έφεση, η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 15-6-2020, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. …../15-6-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, ……….., που προσκομίζει και επικαλείται η ανωτέρω εκκαλούσα, ενώ η άνω έφεσή της κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 14-7-2020 και Β) όσον αφορά την υπό στοιχείο Β’ έφεση, δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης στην εκκαλούσα και δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής (άρθρο 518 αριθ. 2 Κ.Πολ.Δ.), ενόψει του ότι το πρωτότυπο της άνω έφεσης κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 15-7-2020. Επομένως, αφού οι άνω εφέσεις αρμόδια φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ.) και έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο κατά το άρθρο 495 Κ.Πολ.Δ. (όπως ισχύει από 23-1-2017 μετά την αντικατάστασή του με τα άρθρα 35 παρ. 2 και 45 του Ν. 4446/2016 – ΦΕΚ Α’ 240/22-12-2016) παράβολο για την άσκησή τους, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια παραπάνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), συνεκδικαζόμενες λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, διότι έτσι επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρ. 246, 524 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, Εφ.Θεσ. 751/2020, www.nomotelia.gr).

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα στη Β’ έφεση – εφεσίβλητη στην Α’ έφεση, με την προαναφερθείσα αγωγή της εξέθεσε ότι στις 26-5-2018, από παράνομη και υπαίτια (αμελή) συμπεριφορά του πλοιάρχου και των λοιπών εντεταλμένων προσώπων προς διακυβέρνηση του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού-οχηματαγωγού πλοίου «BSP», νηολογίου Πειραιά, πλοιοκτησίας της εναγομένης, λόγω της υπερβολικής ταχύτητας κατά την είσοδό του στο λιμένα της Νάξου και κατά την πραγματοποίηση ελιγμών αναστροφής για να προσεγγίσει με την πρύμνη του τον προβλήτα πρόσδεσης, δημιουργήθηκε υψηλός κυματισμός, ο οποίος προκάλεσε την αλλεπάλληλη βίαιη πρόσκρουση στο λιμενοβραχίονα του υπό σημαίας Μάλτας τουριστικού επαγγελματικού πλοίου – θαλαμηγού «AA», με αριθμό ΙΜΟ……….., νηολογίου Βαλέτας Μάλτας, πλοιοκτησίας της ιδίας, με συνέπεια να υποστεί αυτό τις αναφερόμενες στην αγωγή υλικές ζημίες και εξαιτίας τούτων και η ίδια, υπό την άνω ιδιότητά της, τις αναφερόμενες στην αγωγή θετικές και αποθετικές ζημίες, τις οποίες, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, η εναγόμενη αρνείται να αποκαταστήσει. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει ως αποζημίωση το ποσό των 446.855,00 ευρώ, καθώς και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 2.717,00 δολ. Η.Π.Α, με βάση την ισοτιμία των άνω νομισμάτων κατά την ημέρα τέλεσης του αδικήματος, τα δε άνω ποσά  με το νόμιμο τόκο από την άνω ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος, άλλως επικουρικά από την επίδοση της αγωγής. Επίσης, ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγόμενη στα δικαστικά της έξοδα.

Επί της άνω αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η με αριθ. 1996/2020 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), η οποία δέχτηκε εν μέρει την αγωγή ως βάσιμη κατ’ ουσία. Ειδικότερα, με την ανωτέρω απόφαση έγινε δεκτό: α) ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είναι καθ’ ύλη και κατά τόπον αρμόδιο  (άρθρα 1, 7, 8, 9, 14 παρ. 2, 18 παρ. 1, 22, 25 παρ. 2 και 35 Κ.Πολ.Δ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και έχει και διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπόθεσης (άρθρο 242 εδάφ. γ’ ΚΙ.Ν.Δ.), β) ότι εφαρμοστέο δίκαιο τυγχάνει, με βάση το άρθρο 26 Α.Κ, το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, ως το δίκαιο του τόπου όπου έλαβε χώρα η αδικοπραξία (η σύγκρουση) και ότι δεν είναι εφαρμοστέα η Διεθνής Σύμβαση των Βρυξελλών του 1910 «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεων πλοίων», επειδή τη σύμβαση αυτή δεν την έχει επικυρώσει η Μάλτα, τη σημαία της οποίας έφερε το ζημιωθέν πλοίο, γ) ότι με βάση το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, που κρίθηκε εφαρμοστέο, η αγωγή είναι ορισμένη (πλην του κονδυλίου αποζημίωσης για τη μείωση της αξίας του πλοίου της ενάγουσας, το οποίο απορρίφθηκε ως αόριστο λόγω μη έκθεσης αναγκαίων στοιχείων για τον προσδιορισμό της αρχικής αξίας του πλοίου και της επικαλούμενης μετέπειτα μείωσής της λόγω του επιδίκου συμβάντος) και νόμιμη, κατά τις διατάξεις των άρθρων 236 εδ.α’ και β’, 239, 242 εδ. γ’ και 245 Κ.Ι.Ν.Δ, 297,298, 340, 345, 346 ΑΚ, 907, 908 παρ.1 δ, 176 Κ.Πολ.Δ, πλην του παρεπομένου αιτήματος καταβολής νομίμων τόκων σε χρόνο προγενέστερο της επίδοσης της αγωγής, το οποίο απορρίφθηκε ως μη νόμιμο λόγω μη επίκλησης από την ενάγουσα αντίστοιχης δήλης ημέρας ή όχλησης της εναγομένης σε καταβολή του αιτούμενου ποσού αποζημίωσης. Στη συνέχεια η αγωγή έγινε δεκτή εν μέρει κατ’ ουσία και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα ως αποζημίωση το ποσό των 246.855,00 ευρώ, καθώς και το ισάξιο σε ευρώ των 2.717,00 δολ. Η.Π.Α, με βάση την ισοτιμία των άνω νομισμάτων κατά το χρόνο διενέργειας της σχετικής δαπάνης, αμφότερα δε τα άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Ακόμη, η άνω απόφαση κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή για ποσό 50.000,00 ευρώ και καταδικάστηκε η εναγόμενη και σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, ποσού 2.800,00 ευρώ. Κατά της άνω οριστικής απόφασης παραπονούνται, τόσο η ενάγουσα όσο και η εναγόμενη, έχοντας έννομο προς τούτο συμφέρον, ως εν μέρει ηττηθέντες διάδικοι, με τις κρινόμενες εφέσεις τους, ζητώντας για τους περιεχόμενους σ’ αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, την παραδοχή των εφέσεών τους και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας και την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το μέρος που αυτή προσβάλλεται από τον καθένα τους, ώστε ακολούθως, αφού κρατηθεί και εκδικαστεί εξαρχής η αγωγή ως προς τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, κατά μεν την ενάγουσα, να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή και ως προς αυτά, κατά δε την εναγόμενη να απορριφθεί στο σύνολό της.

I. Aπό τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, με το οποίο ορίζεται ότι το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 118 ή 117, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα, προκύπτει ότι η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψη της ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, η οποία αποτελεί και προϋπόθεση του παραδεκτού της (Α.Π. 1247/2019, Α.Π. 1106/2014, Α.Π. 609/2012, Α.Π. 1611/2008, Α.Π. 1056/2002, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Επίσης, από τη διάταξη του άρθρου 298 Α.Κ. συνάγεται ότι η αποζημίωση που οφείλεται είτε από αδικοπραξία είτε από τη σύμβαση περιλαμβάνει τόσο τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δικαιούχου (θετική ζημία) όσο και το διαφυγόν κέρδος (αποθετική ζημία). Στην περίπτωση δε της θετικής ζημίας η αντιστοιχούσα αποζημίωση υπολογίζεται με βάση την αξία του πράγματος ως παλαιού και όχι αναλόγως της δαπάνης η οποία απαιτείται για την απόκτηση καινούργιου πράγματος, διότι άλλως ο ζημιωθείς θα αποκόμιζε ωφέλεια, πράγμα το οποίο θα ήταν αντίθετο προς την έννοια της αποζημίωσης και τη διέπουσαν αυτήν γενική αρχή της αποκατάστασης του ζημιωθέντος στην προ του ζημιογόνου γεγονότος περιουσιακή κατάσταση. Έτσι, αν μεν το πράγμα έχει υποστεί ολική καταστροφή, ώστε να μην παρέχει πλέον καμία χρησι­μότητα στον χρήστη, η ζημία του χρήστη συνίσταται στην αξία του πράγματος την οποία είχε κατά το χρόνο της πρώτης συ­ζήτησης της αγωγής, εφόσον όμως η ζη­μία είναι μερική, εξαιτίας των φθορών και βλαβών τις οποίες υπέστη το πράγμα, η ζημία ισούται με τη διαφορά η οποία προκύπτει μεταξύ της αξίας που είχε το πράγμα πριν από τις φθορές και βλάβες και της αξίας την οποία έχει το πράγμα μετά απ’ αυτές, εφό­σον η αποζημίωση ζητείται να παρασχε­θεί σε χρήμα, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο εδάφιο α’ του άρθρου 297 Α.Κ. (Α.Π. 449/2014, Α.Π. 1006/1977, Εφ.Λαρ. 195/2020, Εφ.Αθ. 29/2019, Εφ.Θεσ. 1460/2009, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 114/2018, www.efeteio-peir.gr). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις, τα περιστατικά που προσ­διορίζουν τη ζημία αυτή πρέπει, κατά το άρθρο 216 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, να εκτίθενται στην αγωγή με σαφήνεια και πληρότητα (Α.Π. 449/2014, ό.α, Α.Π. 1006/1977, ό.α, Εφ.Λαρ. 195/2020, ό.α, Εφ.Αθ. 29/2019, ό.α, Εφ.Πειρ. 114/2018, ό.α.).

Στην προκειμένη περίπτωση, με την ένδικη αγωγή η ενάγουσα αιτείται, εκτός άλλων, και το χρηματικό ποσό των 200.000,00 ευρώ λόγω μείωσης της εμπορικής αξίας του πλοίου της, ισχυριζόμενη ότι, μετά την άνω πρόσκρουσή του αυτό θεωρείται πλέον τρακαρισμένο, ενόψει και του ότι απαιτείται ο ολοκληρωτικός επαναχρωματισμός του (αναμενόμενου κόστους 130.000,00 ευρώ), καθώς και η αντικατάσταση της τηλεσκοπικής (αναδιπλούμενης) πασαρέλας του (κλίμακας ανόδου / καθόδου), της οποίας η τηλεσκοπική λειτουργία (έκταση – σύμπτυξη) παραμένει ανενεργής παρά την επιδιόρθωση του υδραυλικού συστήματός της, επειδή το τρίτο τμήμα της παραμένει κατεστραμμένο, μη δυνάμενο να συμπτυχθεί ή εκταθεί. Πλην όμως η ενάγουσα δεν προσδιορίζει στην αγωγή της την αγοραία αξία του πλοίου της πριν εμπλακεί στο ατύχημα και την αγοραία αξία αυτού μετά τις φθορές και βλάβες που υπέστη, ενώ δεν μνημονεύει και βασικά στοιχεία για την επιδίκαση ή όχι (και του ύψους) της αποζημίωσης για μείωση της αξίας του πλοίου της (όπως το χρόνο ναυπήγησής του, το τίμημα αγοράς του από το ναυπηγείο, το τίμημα και το χρόνο αγοράς του από την ενάγουσα), προκειμένου η επιδίκαση αυτής να μην είναι υποκειμενική και αυθαίρετη, αλλά να εδράζεται σε αντικειμενικά και μετρήσιμα στοιχεία. Κατ’ ακολουθία τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του έκρινε και αυτό ότι η αγωγή είναι αόριστη όσον αφορά το ανωτέρω κονδύλι αποζημίωσης για μείωση της αξίας του ζημιωθέντος πλοίου, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφήρμοσε και τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από την ενάγουσα με το μόνο λόγο της Β’ έφεσής της είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Μετά δε την απόρριψη του μόνου λόγου της Β’ έφεσης πρέπει να απορριφθεί και η έφεση αυτή στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσία. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του νόμιμου σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας – ενάγουσας, λόγω της ήττας της, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η Β’ έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδαφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, το οποίο καταβλήθηκε από την εκκαλούσα, όπως προκύπτει από το με κωδικό ……. e-παράβολο του Υπουργείου Δικαιοσύνης και το αντίστοιχο ηλεκτρονικό αποδεικτικό πληρωμής, που προσαρτώνται στην έκθεση κατάθεσης της άνω έφεσης

ΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 235, 236 Κ.Ι.Ν.Δ και 914 Α.Κ. προκύπτει ότι, σε περίπτωση σύγκρουσης πλοίων που έγινε εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων και κρίνεται κατά το Ελληνικό δίκαιο (άρθρο 26 Α.Κ.), αν δεν συντρέχει η εφαρμογή άλλου δικαίου, η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση εξαρτάται από το βαθμό της υπαιτιότητας του κάθε πλοίου. Ειδικότερα,  κατά τη διάταξη του άρθρου 236 Κ.Ι.Ν.Δ, α) αν η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα του ενός των πλοίων, οι εντεύθεν ζημίες βαρύνουν το υπαίτιο πλοίο, β) αν υπάρχει κοινή υπαιτιότητα, κάθε πλοίο ευθύνεται προς αποζημίωση ανάλογα με το βαθμό της υπαιτιότητας που το βαρύνει και γ) αν δε μπορεί να καθοριστεί η αναλογία ή σε περίπτωση ισότητας υπαιτιότητας, τότε η ευθύνη μερίζεται κατ’ ίσα μέρη. Η διάταξη αυτή αποτελεί ειδική εφαρμογή της αρχής του συντρέχοντος πταίσματος, την οποία καθιερώνει το άρθρο 300 Α.Κ. Βάσει της εν λόγω διάταξης, ο δικαστής δεν αφήνεται ελεύθερος να καθορίσει κατά την κρίση του το ποσοστό της ευθύνης του ζημιωθέντος, αλλά οφείλει να επιμερίσει αυτήν ανάλογα με την βαρύτητα του πταίσματος του. Μόνο δε, αν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί ο λόγος των αμοιβαίων πταισμάτων, η ευθύνη επιμερίζεται κατ’ ίσα μέρη (Α.Π. 58/2003, Εφ.Πειρ. 76/2014, Εφ.Πειρ. 985/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 239 Κ.Ι.Ν.Δ, η κατά τα άρθρα 235-238 ευθύνη των πλοίων σε περίπτωση σύγκρουσης αυτών, είναι ανεξάρτητη από την ευθύνη των υπαιτίων προσώπων προς τους ζημιωθέντες και τους πλοιοκτήτες. Από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται ότι, η από τη σύγκρουση ευθύνη του πλοιοκτήτη ρυθμίζεται αποκλειστικά από τα άρθρα 235-239 Κ.Ι.Ν.Δ. και είναι ανεξάρτητη της ευθύνης του παραλλήλως πραγματικώς πταίσαντος προσώπου (π.χ. του πλοιάρχου του πλοίου), το οποίο ευθύνεται ατομικά κατά τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις (Εφ.Πειρ. 615/2011, Εφ.Πειρ. 59/2010, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Κατά τις τελευταίες αυτές διατάξεις ο δράστης ευθύνεται σε αποζημίωση του ζημιωθέντος μόνο αν συντρέχει πταίσμα αυτού, ήτοι, αν κατά την τέλεση της πράξης βρίσκεται σε υπαιτιότητα (δόλο ή αμέλεια), κατά δε το άρθρο 235 Κ.Ι.Ν.Δ, «επί συγκρούσεως πλοίων, εάν αύτη συνέβη εκ τυχαίου συμβεβηκότος ή ανωτέρας βίας ή εάν υφίσταται αμφιβολία περί των αιτίων της, αι ζημίαι βαρύνουν τους υποστάντας αυτάς». Η κρίση, όμως, για την ύπαρξη τυχαίου γεγονότος πρέπει να γίνεται σε σχέση με ορισμένο πρόσωπο του οποίου κρίνεται η υπαιτιότητα. Όταν αυτή λείπει, τότε το ζημιογόνο γεγονός πρέπει να χαρακτηρισθεί ως τυχαίο (Μιχαηλίδη – Νουάρο, Ερμ. Α.Κ, υπ’ άρθρο 330, αριθ. 42, παρ. 2), δηλαδή, ως γεγονός το οποίο δεν προβλέφθηκε ούτε μπορούσε να προβλεφθεί ή να αποφευχθεί από ένα μέσο συνετό άνθρωπο (Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, Α.Κ, υπ’ άρθρο 330, αριθ. 53, σ. 181, Εφ.Πειρ. 985/2013, ό.α, Εφ.Πειρ. 592/1999, Ε.Ν.Δ. 27, 393). Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα γίνονται δεκτά από τη θεωρία και τη νομολογία, ως ανώτερη βία νοείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός, είτε αντικειμενικό, είτε σχετικό με το πρόσωπο του δικαιούχου, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να αποτραπεί με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης του μέσου ανθρώπου, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να αποβαίνει αναπόφευκτο  (Ολ.Α.Π. 29/1992, Α.Π. 153/2015, Α.Π. 1440/2010, Α.Π. 1051/2009, Α.Π. 1236/2008, Α.Π. 1537/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περίπτωση ανώτερης βίας συνιστά και η ορμητικότητα του ανέμου, η σφοδρότητα της θαλασσοταραχής και οι εν γένει εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες, συνεπεία των οποίων το πλοίο αδυνατεί να κυβερνηθεί ή να παραμείνει προσδεδεμένο στο αγκυροβόλιό του, εφόσον τα καιρικά αυτά φαινόμενα δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν ούτε να αποτραπούν οι δυσμενείς συνέπειές τους με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να αποβαίνει αναπόφευκτο (Εφ.Πειρ. 274/1999, Ε.Ν.Δ. 27, 18). Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή πρόκειται για επίταση ήδη υφισταμένων δυσμενών καιρικών συνθηκών ή τα έντονα καιρικά φαινόμενα ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από ορισμένες ατμοσφαιρικές ενδείξεις ή είχαν ήδη προαναγγελθεί με τα εκδιδόμενα σχετικώς από τις αρμόδιες υπηρεσίες (Ε.Μ.Υ.) δελτία καιρού και ο πλοίαρχος δεν λαμβάνει εγκαίρως τις προφυλάξεις που υπαγορεύουν οι κανόνες της ναυτικής τέχνης και η ναυτική πείρα προς εξουδετέρωση του κινδύνου, δεν συνιστά περίπτωση ανώτερης βίας η πρόσκρουση ή σύγκρουση του πλοίου συνεπεία των έντονων αυτών καιρικών φαινομένων (Εφ.Πειρ. 1003/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 274/1999, ό.α.). Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις της από 20ής Οκτωβρίου 1972 Διεθνούς Σύμβασης του Λονδίνου «περί διεθνών κανονισμών προς αποφυγήν συγκρούσεων εν τη θαλάσση», η οποία κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν.Δ.  93/1974 (Φ.Ε.Κ. Α’, 93), τέθηκε σε ισχύ με το Π.Δ. 94/1977 (Φ.Ε.Κ. Α’, 30) και τροποποιήθηκε με το Ν. 635/1977 (Φ.Ε.Κ. Α’ 189) και τα  Π.Δ. 233/1983 (Φ.Ε.Κ. Α’ 86), Π.Δ. 116/1989 (Φ.Ε.Κ. Α’ 52), Π.Δ. 84/1991 (Φ.Ε.Κ. Α’ 33), Π.Δ. 11/1996 (Φ.Ε.Κ. Α’ 6), Π.Δ. 171/2004 (Φ.Ε.Κ. Α’ 145), Π.Δ. 163/2014 (Φ.Ε.Κ. Α’ 245) και Π.Δ. 93/2016 (Φ.Ε.Κ. Α’ 161), έχει δε υπερνομοθετική ισχύ δυνάμει του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος και εφαρμόζεται και επί πάσης κατηγορίας πλεόντων εις τα Ελληνικά χωρικά ύδατα πλοίων υπό σημαία κρατών μη κυρωσάντων ή μη προσχωρησάντων εις την ανωτέρω Διεθνή Σύμβασιν, δυνάμει του άρθρου μόνου του Π.Δ. 403/1980, το οποίο εκδόθηκε κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης που παρασχέθηκε με το άρθρο 7 παρ. ε’ του Ν.Δ.   93/1974. ΜΕΡΟΣ Α’, Γενικά. «ΚΑΝΩΝ 1. α) Οι Κανόνες ούτοι θα εφαρμόζονται εφ’ όλων των πλοίων τόσον εις την ανοικτήν θάλασσαν, όσον και εις άπαντα τα μετ’ αυτής συγκοινωνούντα ύδατα, τα διαπλεύσιμα υπό ποντοπόρων πλοίων (…)». «ΚΑΝΩΝ 2. α) Ουδεμία διάταξις των παρόντων Κανόνων απαλλάσσει οιοδήποτε πλοίον ή τον πλοιοκτήτην, τον πλοίαρχον ή το πλήρωμα αυτού, εκ των συνεπειών οιασδήποτε αμελείας ως προς την συμμόρφωσιν προς τους παρόντας Κανόνας ή αμελείας αφορώσης εις την λήψιν οιωνδήποτε προληπτικών μέτρων υπαγορευομένων υπό της κοινής εμπειρίας ή των ειδικών συνθηκών της περιστάσεως, β) Κατά την εφαρμογήν και συμμόρφωσιν προς τους παρόντας Κανόνας, η δέουσα προσοχή θα δίδεται εις όλους τους κινδύνους ναυσιπλοΐας και συγκρούσεως, ως και τας οιασδήποτε ειδικάς περιστάσεις, περιλαμβανομένων και των περιορισμών των εμπλεκομένων πλοίων, ως εκ των οποίων ήθελε κριθή αναγκαία εκτροπή εκ των παρόντων Κανόνων, προκειμένου ν’ αποφευχθή άμεσος κίνδυνος»….. «ΜΕΡΟΣ Β’. Κανόνες χειρισμού και πλεύσεως. Τμήμα Ι. Διαγωγή πλοίων υπό οιανδήποτε κατάστασιν ορατότητος. ΚΑΝΩΝ 4. Εφαρμογή. Οι Κανόνες του παρόντος Τμήματος των Κανονισμών εφαρμόζονται εις πάσαν κατάστασιν ορατότητος. ΚΑΝΩΝ 5. (…….). ΚΑΝΩΝ 6. Ασφαλής ταχύτης. Παν πλοίον θα πλέη εν παντί χρόνω μετ’ ασφαλούς ταχύτητος, ούτως ώστε να δύναται να λαμβάνη πρέποντα και αποτελεσματικά μέτρα προς αποφυγήν συγκρούσεως και να ακινητή εντός της ενδεδειγμένης δια τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας αποστάσεως. Προς καθορισμόν της ασφαλούς ταχύτητος, αι κάτωθι παράγοντες θα είναι μεταξύ εκείνων οίτινες θα λαμβάνωνται υπ’ όψιν: α) Υφ’ απάντων των πλοίων: (i) η κατάστασις ορατότητος, (ii) η πυκνότης κυκλοφορίας, περιλαμβάνουσα και συγκεντρώσεις αλιευτικών πλοίων ή οιωνδήποτε ετέρων πλοίων, (iii) η ικανότης χειρισμού του πλοίου, ειδικώτερον δε η απόστασις ακινητοποιήσεως και η ικανότης στροφής υπό τας κρατούσας συνθήκας, (iν) .., (v) η κατάστασις του ανέμου, της θαλάσσης και του ρεύματος, ως και η ύπαρξις πλησίων ναυτιλιακών κινδύνων. (vi)το βύθισμα του πλοίου εν σχέσει προς το διατιθέμενον βάθος του ύδατος. β) (…)». Η τήρηση των Κανόνων της άνω Διεθνούς Σύμβασης πριν ή κατά την επέλευση της σύγκρουσης πλοίων έχει κρίσιμη σημασία στον καθορισμό του υπαιτίου. Η παραβίαση αυτών πρέπει να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια προς τη σύγκρουση και το συνακόλουθο ζημιογόνο αποτέλεσμα, επιπλέον δε πρέπει να οφείλεται σε πταίσμα του υπευθύνου στο πλοίο. Εάν η παραβίαση των Κανόνων τελέστηκε επειδή ο πλοίαρχος δεν είχε το χρόνο ή τη δυνατότητα να εκτελέσει τον επιβαλλόμενο χειρισμό, δεν θεωρείται υπαίτιος της σύγκρουσης που επήλθε. Ομοίως, εάν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες η εφαρμογή των Κανόνων επάγεται διακινδύνευση του πλοίου ή άλλων πλοίων, η υπαιτιότητα πρέπει να ερευνηθεί ανεξάρτητα από τους ορισμούς των Κανόνων, κατά τους πρακτικούς κανόνες της ναυτικής τέχνης (Α.Π. 58/2003, Ναυτικ.Δικ. 3, 166, Ι. Κοροτζή, ό.α, υπ’ άρθρο 236, σ. 287). Η παραβίαση ωστόσο των Κανόνων δεν είναι επιτρεπτή όταν ο κίνδυνος φαίνεται αμφίβολος ή μακρινός (Ι. Κοροτζή, ό.α, υπ’ άρθρο 236, σ. 287). Εκτός από τους πιο πάνω Διεθνείς Κανόνες, ισχύουν παραλλήλως και οι τοπικοί Κανονισμοί, των οποίων η εφαρμογή δεν εμποδίζεται από τυχόν αντίθεση διάταξής τους προς διάταξη των Διεθνών Κανόνων (Κανών 1 περίπτ. β’). Εξάλλου, με το άρθρο 241 του Κ.Ι.Ν.Δ, που ορίζει ότι οι διατάξεις περί συγκρούσεως εφαρμόζονται και για την ανόρθωση ζημιών τις οποίες προξένησε το ένα πλοίο στο άλλο και που οφείλονται είτε στην εκτέλεση εσφαλμένου είτε στην παράλειψη ωφέλιμου χειρισμού είτε στη μη τήρηση των κανονισμών ναυσιπλοΐας έστω και αν δεν υπήρχε πρόσκρουση, διευρύνεται η έννοια της σύγκρουσης, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών της 23.9.1910 «Περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων», και κατά συνέπεια, για την ύπαρξη σύγκρουσης δεν είναι πάντα απαραίτητη η υλική και άμεση επαφή των πλοίων. Έτσι υπάρχει σύγκρουση σε περίπτωση που πλοίο, κατά την είσοδο στο λιμάνι με ταχύτητα ανώτερη απ’ αυτή που καθόριζε ο Γενικός Κανονισμός Λιμένος, δημιούργησε υψηλό κυματισμό, ο οποίος μετατόπισε ασφαλώς αγκυροβολημένο σκάφος, με αποτέλεσμα αυτό να προσκρούσει στην προκυμαία (Εφ.Πειρ. 267/1997, Νομ.Εφ.Πειρ. 1996-1997, 714, Εφ.Πειρ. 226/1995, Ε.Ν.Δ. 24, 148, Εφ.Πατρ. 656/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Δ. Καμβύση, Ιδιωτ. Ναυτ. Δικ, έκδ. 1982, σ. 636, Ι. Κοροτζή, ό.α, υπ’ άρθρο 241, σ. 303).

Από την εκτίμηση της υπ’ αριθ. ……/9-9-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα απόδειξης …….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Νάξου …….., της υπ’ αριθ. …../9-9-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα απόδειξης ……. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …….., της υπ’ αριθ. ……../9-9-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα απόδειξης …….. ενώπιον της αμέσως ανωτέρω συμβολαιογράφου, της υπ’ αριθ. …./9-9-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα απόδειξης ……… ενώπιον της ιδίας συμβολαιογράφου, της υπ’ αριθ. ……../23-9-2019 συμπληρωματικής ένορκης βεβαίωσης του ίδιου μάρτυρα ενώπιον της ιδίας συμβολαιογράφου και της υπ’ αριθ. ……./ 9-9-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα απόδειξης …… ενώπιον του επίτιμου Γενικού Προξένου της Ελλάδος στο …., οι οποίες λήφθηκαν κατ’ άρθρο 422 Κ.Πολ.Δ. με επιμέλεια της ενάγουσας μετά από νομότυπη κλήτευση της εναγομένης προ δυο τουλάχιστον εργασίμων ημερών από τη λήψη αυτών (βλ. την υπ’ αριθ. ……../4-9-2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……….), της υπ’ αριθ. …../5-9-2019 ένορκης βεβαίωση του μάρτυρα ανταπόδειξης  ……… και της υπ’ αριθ. ……../9-9-2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ανταπόδειξης …….. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …… ……., οι οποίες λήφθηκαν κατ’ άρθρο 422 Κ.Πολ.Δ. με επιμέλεια της εναγομένης μετά από νομότυπη κλήτευση της ενάγουσας προ δυο τουλάχιστον εργασίμων ημερών από τη λήψη αυτών (βλ. την υπ’ αριθ. …..’/2-9-2019 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά ………..), απ’ όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, έστω και για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 529 παρ. 1α΄Κ.Πολ.Δ.) για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρο 395 Κ.Πολ.Δ.),  ανεξαρτήτως αν αυτά (έγγραφα) πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρο 340 παρ. 1 εδαφ. β’ Κ.Πολ.Δ. – Α.Π. 1782/2017, www.areiospagos.gr, Εφ.Πειρ. 47/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πατρ. 279/2019, www.dsanet.gr), για μερικά μάλιστα εκ των οποίων (εγγράφων) γίνεται ειδικότερη μνεία παρακάτω, χωρίς να παραγνωρίζεται η αποδεικτική δύναμη των λοιπών, συμπεριλαμβανομένων σ’ αυτά των προσκομισθέντων με επίκληση από τους διαδίκους φωτογραφιών των οποίων η γνησιότητα και ο χρόνος λήψης δεν αμφισβητούνται (άρθρα 444 παρ. 1Γ’, 448 παρ. 2, 449 και 457 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνονται υπόψη και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 24 Μαΐου 2018 και περί ώρα 20.10’ μ.μ. πρυμνοδέτησε στην εξωτερική πλευρά του εσωτερικού λιμενοβραχίονα της μαρίνας θαλαμηγών του λιμένος Νάξου το υπό σημαίας Μάλτας ιστιοφόρο τουριστικό – επαγγελματικό πλοίο (sailing super yacht) «AA.», με αριθμό ΙΜΟ …….., νηολογίου Βαλέτας Μάλτας, ΔΔΣ ……, κ.ο.χ. 245, κ.κ.χ.73, κατασκευής από αλουμίνιο, πλοιοκτησίας της εδρεύουσας στη Βαλέτα Μάλτας και διατηρούσας υποκατάστημα στον Πειραιά, ενάγουσας εταιρίας «……….». Η πρυμνοδέτηση του άνω πλοίου έγινε σε προστατευμένη περιοχή από τον εξωτερικό λιμενοβραχίονα του άνω λιμένος, ο οποίος λειτουργεί και ως κυματοθραύστης των κυμάτων του Αιγαίου πελάγους που προκαλούνται όταν πνέουν βόρειοι άνεμοι, με την πόντιση στη θάλασσα της δεξιάς άγκυρας του πλοίου, με αλυσίδα μήκους 82,5 μέτρων με τρία κλειδιά (shackles) και πρόσδεση χιαστί με τέσσερις πρυμναίους κάβους (δύο αριστερά και δύο δεξιά) στις δέστρες (μπίτες) του λιμενοβραχίονα, εις τρόπον ώστε η πρύμνη του πλοίου να απέχει από την προβλήτα περί τα 2-3 μέτρα και με τέτοια διάταξη ώστε τόσο η αλυσίδα της άγκυρας όσο και τα πρυμναία σχοινιά πρόσδεσης να είναι τεντωμένα και να μη συντρέχει λόγος εφαρμογής προστατευτικού μπαλονιού στην πρύμνη, η οποία άλλωστε είχε επικλινή διαμόρφωσή σε εξέδρα μπάνιου, στην οποία δεν είθισται η εφαρμογή προστατευτικού μπαλονιού. Προηγουμένως, ο πλοίαρχος του άνω πλοίου επικοινώνησε με το Κεντρικό Λιμεναρχείο Νάξου και ζήτησε οδηγίες ως προς το σημείο που θα έπρεπε να πρυμνοδετήσει με ασφάλεια λόγω του μεγάλου μεγέθους του πλοίου του και επειδή η μαρίνα θαλαμηγών του λιμένα είχε μικρό εύρος για να το δεχτεί, υπεδείχθη από τη Λιμενική Αρχή στον πλοίαρχο να πρυμνοδετήσει στην εξωτερική πλευρά του εσωτερικού λιμενοβραχίονα της μαρίνας θαλαμηγών, όπως και αυτός έπραξε, συμμορφούμενος με την άνω υπόδειξη, κατ’  άρθρο 11 παρ. 1 του Γενικού Κανονισμού Λιμένος Νάξου (εγκριθέντος με την υπ’ αριθ. 262/10-2-1978 απόφαση του Υπουργού Ε.Ν, Φ.Ε.Κ. Β’ 393/24-4-1978). Μετά από 36 ώρες περίπου από την πρυμνοδέτηση του άνω πλοίου και συγκεκριμένα περί ώρα 08:45’ της 26ης Μαΐου 2018 – ενώ στο μεταξύ είχαν καταπλεύσει ή αποπλεύσει ασφαλώς έμπροσθεν του άνω πλοίου, το οποίο είχε μέσα το τετραμελές πλήρωμά του και τέσσερις επιβάτες, περί τα είκοσι πλοία της γραμμής, εκτελώντας ελιγμούς προσέγγισης στην προβλήτα πρόσδεσης Ε-Γ/Ο-Γ πλοίων – προσέγγισε το λιμάνι της Νάξου το υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο «BSP», νηολογίου Πειραιά, με αριθμό νηολογίου ….., αριθμό ΙΜΟ ……, Δ.Δ.Σ. ……, κ.χ.χ. 5664, κ.κ.χ. 3131, πλοιοκτησίας της εδρεύουσας στην ….. Αττικής εναγομένης εταιρίας «…………», προκειμένου να προσδέσει για να αποβιβάσει τους επιβάτες και τα οχήματα που μετέφερε. Όμως το τελευταίο αυτό πλοίο προσέγγισε τον άνω λιμένα με μη ασφαλή για τις επικρατούσες συνθήκες (ΒΒΔ άνεμοι έντασης 4-5 μποφόρ, με ριπές μέχρι και 6 μποφόρ, ύπαρξη στην πορεία του του πρυμνοδετημένου πλοίου της ενάγουσας) ταχύτητα, που ανέρχονταν σε 21 μίλια την ώρα. Επιπλέον, μόλις βρέθηκε σε απόσταση 0,15 ναυτικών μιλίων (ή 280 μέτρων περίπου) από το λιμένα και το πλοίο της ενάγουσας, πλησίον του οποίου εκείνη την ώρα δεν υπήρχε άλλο πρυμνοδετημένο πλοίο και ενώ είχε εκπέσει, εκ λάθους του πλοιάρχου του, νοτιότερα της ευθυγράμμισης του προβλήτα πρόσδεσης του πλοίου του και από τη συνήθη πορεία του την οποία επέβαλε η ορθή ναυτική πρακτική υπό τις άνω επικρατούσες καιρικές συνθήκες, άρχισε χειρισμούς αναστροφής για να προσεγγίσει με την πρύμνη του στην προβλήτα πρόσδεσης των επιβατηγών – οχηματαγωγών πλοίων, έχοντας μειώσει κατά το χρόνο εκείνο την ταχύτητά του μόλις στα 14,6 μίλια, μέχρι που πρυμνοδέτησε με ταχύτητα (τελική) 1,1 μίλια. Αποτέλεσμα της μη δικαιολογούμενης από καιρικές συνθήκες, κινδύνους ή εμπόδια μη ασφαλούς άνω ταχύτητας προσέγγισης του άνω λιμένα και πραγματοποίησης των άνω ελιγμών αναστροφής του μεγάλου μήκους και βυθίσματος πλοίου της εναγομένης  (124,20 μ. μήκος, 12,45 μ. βύθισμα) πλησίον του πολύ μικρότερου μήκους και βυθίσματος πρυμνοδετημένου πλοίου της ενάγουσας (μήκος 35,41 μ, βύθισμα 2,00 μ), οι οποίοι καταγράφηκαν από δορυφόρο, είναι επισκέψιμοι στην ιστοσελίδα «www.marinetraffic.com» και αποτυπώνονται στα σκαριφήματα «video screenshots from marinetraffic.com» που επισυνάπτονται στην αγωγή, ήταν να δημιουργηθεί απότομα υψηλός κυματισμός, ο οποίος σε διάστημα μικρότερο του ενός λεπτού έφθασε στο σημείο πρόσδεσης του πλοίου της ενάγουσας, κυριολεκτικά το ανασήκωσε και το «κοπάνησε»  βίαια με την πρύμνη του στην προβλήτα 2-3 φορές (μέχρι που καταλάγιασε ο κυματισμός), προκαλώντας του εκτεταμένες υλικές ζημιές που παρατίθενται στη συνέχεια. Το άνω ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του πλοιάρχου του Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου της εναγομένης, ο οποίος, ενεργώντας αμελώς, δεν προσέγγισε τον άνω λιμένα και δεν πρυμνοδέτησε με ασφαλή για τις άνω επικρατούσες συνθήκες ταχύτητα, όπως όφειλε και μπορούσε, αλλά, χωρίς να επιβάλλεται τούτο από ιδιαίτερα άσχημες καιρικές συνθήκες, κινδύνους η εμπόδια, προσέγγισε τον άνω λιμένα με την υπερβολική ταχύτητα των 21 μιλίων ανά ώρα, επιπλέον δε, μόλις βρέθηκε σε απόσταση 0,15 ναυτικών μιλίων (ή 280 μέτρων περίπου) από το λιμένα και το πλοίο της ενάγουσας, έχοντας εκ λάθους του εκπέσει νοτιότερα της ευθυγράμμισης του προβλήτα πρόσδεσης του πλοίου του και από τη συνήθη πορεία του που επέβαλε η ορθή ναυτική πρακτική υπό τις άνω επικρατούσες καιρικές συνθήκες, άρχισε χειρισμούς αναστροφής για να προσεγγίσει με την πρύμνη του στην προβλήτα πρόσδεσης των επιβατηγών – οχηματαγωγών πλοίων, έχοντας μειώσει κατά το χρόνο εκείνο την ταχύτητά του μόλις στα 14,6 μίλια, κατά παράβαση α) του Κανόνα 6 της άνω Διεθνούς Σύμβασης του Λονδίνου «περί των Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων εν θαλάσση», που επιτάσσει κάθε πλοίο να πλέει κάθε στιγμή με ασφαλή ταχύτητα, ώστε να μπορεί να λαμβάνει τα πρέποντα και αποτελεσματικά μέτρα προς αποφυγή σύγκρουσης και να ακινητοποιείται στην ενδεδειγμένη απόσταση για τις επικρατούσες περιστάσεις και συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη, εκτός άλλων…..(iii) την ικανότητα χειρισμού του πλοίου, ειδικότερα δε την απόσταση ακινητοποίησης και την ικανότητα στροφής υπό τας κρατούσας συνθήκες, (iν) .., (v) την κατάσταση του ανέμου, της θάλασσας και του ρεύματος, ως και την ύπαρξη πλησίον ναυτιλιακών κινδύνων. (vi) το βύθισμα του πλοίου σε σχέση με το διατιθέμενο βάθος του ύδατος και β) του άρθρου 4 παρ. 1 εδάφ. β’ του Γενικού Κανονισμού Λιμένος Νάξου, που επιτάσσει την ήρεμη πλεύση σε ακτίνα ενός μιλίου από το λιμένα, εφόσον οι καιρικές συνθήκες και οι ελικτικές ιδιότητες του πλοίου επιτρέπουν τούτο, όμως με ταχύτητα όχι ανώτερη από πέντε μίλια την ώρα. Υφίσταται δε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των άνω υπαίτιων (αμελών)  πράξεων και παραλείψεων του άνω πλοιάρχου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και της επελθούσας ζημίας στο πρυμνοδετημένο πλοίο της ενάγουσας. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι η ορμητικότητα του ανέμου ή του ρεύματος ή αποθαλασσία εμπόδισε το πλοίο της εκκαλούσας εναγομένης να κυβερνηθεί και δη κατά τρόπο που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί ή να αποτραπεί, ακόμα και με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης, έτσι ώστε το αποτέλεσμα να αποβαίνει αναπόφευκτο και η επακολουθήσασα πρόσκρουση του πλοίου της ενάγουσας στην προβλήτα από τον προκληθέντα υψηλό κυματισμό να θεωρείται τυχαία ή αναπόφευκτη (με την επισήμανση ότι ο σχετικός ισχυρισμός της εναγομένης αποτελεί αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, ενόψει του ότι τα τυχερά και η ανώτερη βία αποκλείονται ab initio της έννοιας της υπαιτιότητας, η οποία αποτελεί στοιχείο της βάσης της αγωγής κατά του πλοιοκτήτη του ζημιογόνου πλοίου – Ι. Κοροτζή, παρατηρήσεις  στην Π.Π.Πειρ. 1362/2002, Ναυτ.Δικ. 2002, 226, όπου και αναφορά στη σχετική θεωρία και νομολογία). Αντίθετη κρίση δεν δύναται να στηριχθεί στο προσκομιζόμενο με επίκληση από την εκκαλούσα εναγόμενη με τις προτάσεις της άνευ ημερομηνίας έγγραφο της ασχολούμενης με αγοραπωλησίες και ναυλώσεις πολυτελών θαλαμηγών (yachts) εταιρίας «………», το οποίο υπογράφεται από την Οικονομική της Διευθύντρια ….., «Προς κάθε ενδιαφερόμενο», με Θέμα «Ακύρωση ναυλοσυμφώνου τύπου ΜΥΒΑ ηλεκτρονικού συμβολαίου υπ’ αριθ. ……… λόγω ανωτέρας βίας», στο οποίο η άνω εταιρία, επικαλούμενη συμμετοχή της ως «ενδιαφερόμενο  μέρος»  (stakeholder) στο άνω ναυλοσύμφωνο  μεταξύ της ενάγουσας ως εκναυλώτριας και του ……. ως ναυλωτή, με τη μεσολάβηση και της μεσίτριας ναυλώσεων εταιρίας «……….», δηλώνει ότι «λόγω ανωτέρας βίας, η πλοιοκτήτρια μας ενημέρωσε, ως ενδιαφερόμενο μέρος, ότι το ναυλοσύμφωνο πρέπει να τερματιστεί και όλα τα ποσά που καταβλήθηκαν από το ναυλωτή να επιστραφούν εξ ολοκλήρου, σύμφωνα με τους όρους του ναυλοσυμφώνου». Και τούτο διότι στο άνω ιδιωτικό έγγραφο – το οποίο, με βάση το περιεχόμενό του, πρόδηλα απευθύνεται προς κάθε ενδιαφερόμενο για τη συγκεκριμένη ναύλωση και μόνο και κρίνεται ότι δεν λήφθηκε για να χρησιμεύσει ως αποδεικτικό μέσο στη συγκεκριμένη δίκη (Α.Π. 17/2021, Α.Π. 439/2018, Α.Π. 762/2017, Εφ.Αιγ. 35/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) – η αναφορά περί ανωτέρας βίας έχει την έννοια της μη υπαιτιότητας της εκναυλώτριας ενάγουσας για τη ματαίωση της ναύλωσης και όχι της συνομολόγησης στο όνομα και για λογαριασμό της τελευταίας έναντι τρίτων της ανωτέρας βίας ως αιτίας πρόκλησης του ενδίκου ατυχήματος και της ανυπαρξίας κάθε σχετικής ευθύνης του άνω πλοίου της εναγομένης, στην οποία δεν γίνεται η παραμικρή αναφορά, ως έδει άλλωστε, αφού η αναφερόμενη στο άνω έγγραφο ναύλωση δεν την αφορά, ως μη συμβαλλόμενη. Το πρωτοβάθμιο, επομένως, Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε κατ’ ουσία τον ανωτέρω ισχυρισμό της εναγομένης με συνοπτικότερη έστω αιτιολογία που αντικαθίσταται με αυτήν της παρούσας, δεν έσφαλε κατ’ αποτέλεσμα ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτόμενου ως ουσιαστικά αβάσιμου, του δεύτερου λόγου της έφεσης της εναγομένης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στην προκειμένη περίπτωση έλαβε χώρα «σύγκρουση» υπό την έννοια του άρθρου 241 Κ.Ι.Ν.Δ, δοθέντος ότι το σκάφος της ενάγουσας υπέστη πράγματι τις επικαλούμενες απ’ αυτήν και κατωτέρω περιγραφόμενες ζημίες από την πρόσκρουσή του στην προβλήτα, συνεπεία του υψηλού κυματισμού που προκλήθηκε από την υπερβολική και μη ασφαλή άνω ταχύτητα κατά τον είσπλου του πλοίου της εναγομένης στον άνω λιμένα και κατά τους ελιγμούς αναστροφής που επιχείρησε πλησίον του πλοίου της ενάγουσας, από αμέλεια του πλοιάρχου του. Δεν αποδείχθηκε όμως ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι συνέτρεξαν στην προκειμένη περίπτωση έκτακτες καιρικές συνθήκες που δικαιολογούσαν κατ’ εξαίρεση την άνω υπερβολική ταχύτητα του πλοίου της κατά την προσέγγιση του άνω λιμένος και κατά τους ελιγμούς αναστροφής του για πρυμνοδέτηση και δη οι επικαλούμενοι ισχυροί έως πολύ ισχυροί βόρειοι άνεμοι έντασης 6-7 μποφόρ, οι οποίοι, ανυπαίτια για το πλοίο της, βοηθούσης και της πολύ ισχυρής αποθαλασσίας λόγω του προβληματικού άνω λιμένα όταν πνέουν τέτοιοι άνεμοι επειδή είναι τεχνητός και με χαμηλό κυματοθραύστη, προκάλεσαν έκπτωση του πλοίου της προς τα νότια αβαθή, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί αυτό να αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, αρχικά για να κρατηθεί στην πορεία του και στη συνέχεια για να ελιχθεί για να πρυμνοδετήσει, με τις εντεύθεν συνέπειες για το πλοίο της ενάγουσας που προαναφέρθηκαν. Ειδικότερα, από το υπ’ αριθ. πρωτ. …… / 31-05-2018 / ΕΜΥ / Ε1 / 11-6-2018 πιστοποιητικό καιρού της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, το οποίο προσκόμισε η ίδια η εναγόμενη, αποδεικνύεται ότι κατά το χρόνο του ατυχήματος επικρατούσαν άνεμοι βόρειοι βορειοδυτικοί σχεδόν μέτριοι έως μέτριοι (4-5 μποφόρ), με ριπές ισχυροί (6 μποφόρ). Το άνω πιστοποιητικό της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας, στο οποίο αναφέρεται ακόμη ότι «τυχόν διαφοροποιήσεις λόγω τοπικών αιτιών ή καιρικά φαινόμενα πολύ μικρής διάρκειας χώρου και χρόνου δεν μπορούν να εκτιμηθούν γιατί δεν διαθέτουμε τόσο πυκνό δίκτυο παρατήρησης καιρού», ως δημόσιο έγγραφο αρμόδιας δημόσιας υπηρεσίας για την πιστοποίηση τοπικών καιρικών συνθηκών, κρίνεται περισσότερο πειστικό από την εγγραφή του πλοιάρχου του πλοίου της εναγομένης στο προσκομιζόμενο απόσπασμα ημερολογίου γέφυρας αυτού, με βάση μέτρηση του ανεμομέτρου του, ότι η ένταση των επικρατούντων ανέμων κατά το χρόνο του συμβάντος ήταν 6-7 μποφόρ, δηλαδή ισχυροί έως πολύ ισχυροί ή σχεδόν θυελλώδεις. Άλλωστε η άνω εγγραφή του ημερολογίου – στο οποίο, σημειωτέον, δεν έχει καταγραφεί η πρόσκρουση του πλοίου της εναγομένης – δεν συμβαδίζει με την εγγραφή σ’ αυτό ότι ο επικρατών άνεμος είναι «ισχυρός» και δεν ενισχύεται από αντίστοιχη κατάθεση κάποιου αυτόπτη μάρτυρα, αντίθετα αναιρείται από τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων απόδειξης ……….. (αλιέα που έτυχε να βρίσκεται στο σημείο κατά το χρόνο της πρόσκρουσης) και ……….. (ναύτη που κατά τον ίδιο χρόνο επέβαινε στο πλοίο της ενάγουσας), αλλά και από την κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης ……… (ναυπηγού μηχανολόγου – εκτιμητή – επιθεωρητή ζημιών, προστηθέντα του ……….), με βάση έλεγχο που έκανε στην ιστοσελίδα «marine traffic» για τις καιρικές συνθήκες κατά το χρόνο του ατυχήματος. Σε άλλη άποψη δεν δύναται να οδηγήσει η κατάθεση του μάρτυρος ανταπόδειξης ………. (πλοιάρχου Ε.Ν. – υπαλλήλου της εναγομένης) ότι «για το λιμάνι της Νάξου, η επισήμανση που υπάρχει στα δελτία της ΕΜΥ για τοπικά αύξηση της έντασης του ανέμου 40% παραπάνω και του ύψους κύματος 2,5 φορές παραπάνω από τα αναφερόμενα στην πρόγνωση, ισχύει σχεδόν πάντοτε», διότι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο λιμένας της Νάξου δεν είναι ο πιο προβληματικός σε σχέση με άλλους νησιωτικούς λιμένες της Ελλάδας, όπως καταδεικνύουν άλλωστε και τα δημοσιεύματα που προσκομίζει η ίδια η εναγόμενη, η οποία συνομολογεί μάλιστα ότι ο πλοίαρχος του πλοίου της . …… είναι πολύ έμπειρος και έχει καταπλεύσει χωρίς πρόβλημα εκατοντάδες φορές το άνω πλοίο της, όπως και δεκάδες άλλα, στο συγκεκριμένο λιμάνι, ακόμα και με χειρότερες καιρικές συνθήκες. Ακόμη, δεν ασκεί έννομη επιρροή η περαιτέρω κατάθεση του άνω μάρτυρος ανταπόδειξης ότι «εάν ο βόρειος άνεμος είναι ιδιαίτερα ισχυρός, τότε το λιμάνι καθίσταται ανασφαλές και στην περίπτωση αυτή τα πλοία καταφεύγουν και αγκυροβολούν για ασφάλεια στον όρμο του Αγίου Προκοπίου», ενόψει του ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, δεν αποδείχθηκε ότι έπνεε ο άνω επικαλούμενος άνεμος. Τέλος, δεν κρίνεται πειστική η κατάθεση των άνω μαρτύρων ανταπόδειξης (……….. και………….) ότι ήταν επισφαλής υπό τις επικρατούσες συνθήκες η πρυμνοδέτηση του πλοίου της ενάγουσας με πόντιση στη θάλασσα μόνο της δεξιάς του άγκυρας με τρία κλειδιά αντί και των δυο αγκυρών του με πέντε κλειδιά η καθεμία, επειδή στη θέση που είχε πρυμνοδετήσει εξωτερικά της μαρίνας ήταν εκτεθειμένο στον υψηλό κυματισμό που αναπόφευκτα προκαλούσαν τα μεγάλα πλοία της γραμμής, όπως αυτό της εναγομένης. Και τούτο διότι, όπως ήδη αναφέρθηκε, μέχρι τη στιγμή της πρόσκρουσης, το πρυμνοδετημένο σε υποδειχθέν σημείο από τις  λιμενικές αρχές πλοίο της ενάγουσας το είχαν προσεγγίσει άλλα 20 περίπου πλοία της γραμμής χωρίς να συμβεί το παραμικρό, ενώ οι επικρατούσες άνω καιρικές συνθήκες κατά το χρόνο του ατυχήματος δεν απαιτούσαν, κατά τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και εμπειρίας,  πόντιση και της δεύτερης (αριστερής) άγκυρας του άνω πλοίου ή τη μεθόρμισή του στον όρμο του Αγίου Προκοπίου. Εξάλλου, όπως κατέθεσε τεκμηριωμένα και γι’ αυτό πειστικά ο αντιληφθείς τα σχετικά γεγονότα με βάση τις ειδικές γνώσεις του κατ’ άρθρο 413 Κ.Πολ.Δ. μάρτυρας απόδειξης ……, αξιωματικός Π.Ν. ε.α, στηριζόμενος και στο πόνημα «ΝΑΥΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ», Αθήνα, 2019, του πλοιάρχου Α’ Ε.Ν. / πρώην καθηγητή ΑΣΔΕΝ πλοιάρχων Ασπροπύργου Γεωργίου Φαμηλωνίδη «1. Κατά τη στιγμή προσέγγισης της θαλαμηγού «AA» στο λιμένα Νάξου, αριστερά και δεξιά της θέσης πρόσδεσης, η οποία είχε υποδειχθεί από τις αρμόδιες λιμενικές αρχές, υπήρχαν προσδεμένα άλλα σκάφη και ως εκ τούτου και όταν τα βάθη και ο πυθμένας το επιτρέπουν, αποφεύγεται η πόντιση και των δυο αγκυρών, για την αποφυγή της εμπλοκής των αγκυρών και αλυσίδων του σκάφους που προσεγγίζει το λιμένα με τις αλυσίδες και άγκυρες των λοιπών σκαφών που έχουν ήδη ποντίσει τις άγκυρές τους και 2. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους κανόνες της ναυτικής τέχνης και τεχνικής, το μήκος του εκτάματος της αλυσίδας της άγκυρας, σε άμματα («κλειδιά» / shackles), για αγκυροβολία σε ρηχά νερά, έτσι όπως αυτό αναφέρεται και σε σχετικά συγγράμματα, προκύπτει από τον τύπο α=1,5√β, όπου «α» ο αριθμός αμμάτων και «β» το βάθος σε μέτρα. Από τους ναυτικούς χάρτες της περιοχής προκύπτει ότι, στη θέση αγκυροβολίας της θαλαμηγούς AA το βάθος είναι 4 μέτρα, ήτοι ο αριθμός αμμάτων πρέπει να είναι 3, δηλαδή όσα και τα άμματα τα οποία είχε ποντίσει η θαλαμηγός κατά τη στιγμή του συμβάντος και αναφέρθη στο ημερολόγιο συμβάντων του Λιμεναρχείου. Επίσης, για τον υπολογισμό του εκτάματος της αλυσίδας της άγκυρας πολλαπλασιάζουμε το βάθος με έναν συντελεστή από 4 έως 8. Ακόμα και στην περίπτωση εφαρμογής του μεγαλύτερου δυνατού συντελεστή, ήτοι του 8, προκύπτει ότι το έκταμα της αλυσίδας πρέπει να είναι 32 μέτρα (4 μέτρα βάθος Χ 8 συντελεστής). Λαμβάνοντας υπόψιν ότι ένα άμμα ισοδυναμεί με 27,5 μέτρα και ότι το σκάφος είχε ποντίσει 3 άμματα, προκύπτει ότι η θαλαμηγός είχε ποντίσει αλυσίδα μήκους 82,5 μέτρων, δηλαδή πολύ περισσότερο από τα 32 μέτρα που προέκυψαν μετά την εφαρμογή του μεγαλύτερου δυνατού συντελεστή, δηλαδή δυόμιση φορές περίπου περισσότερα απ’ ότι ζητά ο κανονισμός για αγκυροβολία με κακές καιρικές συνθήκες. Σημειώνεται ότι η θαλαμηγός διαθέτει αλυσίδα άγκυρας μήκους 110 μέτρων, δηλαδή 4 άμματα, όπως είθισται για τέτοιου τύπου σκάφη (θαλαμηγοί) και τη στιγμή του συμβάντος είχε ποντιστεί άγκυρα μήκους 82,5 μέτρων, δηλαδή 3 άμματα, μήκος το οποίο εκτιμάται πλέον του αναγκαίου, δεδομένου ότι η αγκυροβολία λαμβάνει χώρα εντός λιμένα, δηλαδή προστατευμένης περιοχής και σε αμμώδη βυθό. Η θαλαμηγός AA είναι εφοδιασμένη με άγκυρες τύπου CQR (άγκυρα τύπου «άροτρο»). Ο συγκεκριμένος τύπος άγκυρας είναι ιδανικός τόσο για αμμώδεις και λασπώδεις βυθούς, δηλαδή ιδανική για αμμώδη βυθό, όπως αυτός στην περιοχή της αγκυροβολίας». Κατόπιν τούτων πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι ισχυρισμοί της εναγομένης με τον πρώτο λόγο της έφεσής της ότι η επίδικη πρόσκρουση δεν οφείλεται σε αμέλεια του πλοιάρχου του πλοίου της κατά την προσέγγιση του άνω λιμένα, αλλά σε αποκλειστική υπαιτιότητα, άλλως σε συνυπαιτιότητα κατά 95% του πλοιάρχου του  πλοίου της ενάγουσας, επειδή αυτός α) είχε το πλοίο του πρυμνοδετημένο σε επισφαλή θέση του άνω λιμένα, β) δεν είχε ποντίσει και τη δεύτερη άγκυρα στην πλώρη του πλοίου του και γ) δεν είχε μεθορμίσει το πλοίο του στον υπήνεμο όρμο του Αγίου Προκοπίου, ως επιβάλλονταν από τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες. Ενόψει όμως του ότι η εκκαλουμένη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου έκρινε ότι παραβιάστηκαν από τον πλοίαρχο του πλοίου της εναγομένης και οι διατάξεις των Κανόνων 13, 16 και 19 των άνω Διεθνών Κανονισμών προς Αποφυγήν Συγκρούσεων στη θάλασσα, παρόλο που, όπως προκύπτει από τους τίτλους και το περιεχόμενό τους, οι δυο πρώτοι εξ’ αυτών αφορούν αντιπλέοντα πλοία που διασταυρώνονται (και όχι τις περιπτώσεις που το ένα από τα δυο πλοία είναι αγκυροβολημένο) και ο τελευταίος εξ αυτών αφορά τη διαγωγή πλοίων υπό περιορισμένη ορατότητα, ήτοι περιπτώσεις που δεν συντρέχουν εν προκειμένω, πρέπει να αντικατασταθεί σχετικά η αιτιολογία της με αυτήν της παρούσας απόφασης, κατ’ άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι από την παραπάνω ισχυρή πρόσκρουση στο λιμενοβραχίονα του  πλοίου της ενάγουσας, το τελευταίο υπέστη τις κατωτέρω ζημίες: 1) Η πτυσσόμενη πασαρέλα (κλίμακα ανόδου / καθόδου του πλοίου), η οποία λειτουργεί μέσω υδραυλικού συστήματος,  τηλεσκοπικά, συμπιέστηκε και δη προς την κλειστή του θέση το τρίτο (τελικό) τηλεσκοπικό τμήμα αυτής, με αποτέλεσμα α) την παραμόρφωση του βάκτρου του υδραυλικού κυλίνδρου, που ήταν σε πλήρη έκταση τη στιγμή της πρόσκρουσης και β) την παραμόρφωση της μεταλλικής κατασκευής του τηλεσκοπικού τρίτου τμήματος. 2) Η αριστερά πλευρά της αλουμινοκατασκευής του άβακα της πρύμνης υπέστη κυρτώσεις και εκδορές σε μήκος περίπου 2200 mm, που άρχισαν από το κέντρο της αριστερής πλευράς της πλατφόρμας και εκτείνονταν μέχρι την κόψη (χείλος) της αριστερής πλευράς αυτής, 3) Η πλατφόρμα των κολυμβητών υπέστη εκδορές και κυρτώματα – στρεβλώσεις. Το δάπεδο της πλατφόρμας, που είναι καλυμμένο με ξυλεία τικ (teak), καταστράφηκε πλήρως σε μια περιοχή διαστάσεων 2400 mm x 1350 mm. Για να επισκευαστεί η άνω περιοχή χρειάστηκε να αποξηλωθεί όλο το δάπεδο της πλατφόρμας, καθώς και μέρος του ξύλινου περιβλήματος (πέτσωμα) του κατωτέρω βάθρου της πλατφόρμας, το οποίο έφερε ρωγμές και σχισίματα, ενώ το πλοίο χρειάστηκε να βαφτεί τοπικά στις περιοχές που επλήγησαν. Για την αποκατάσταση των ανωτέρω υλικών ζημιών η ενάγουσα επιβαρύνθηκε με τις παρακάτω εκτιθέμενες δαπάνες συνολικού ποσού 59.355,00 ευρώ, όπως εκτιμήθηκαν κι εγκρίθηκαν από το Νηογνώμονα του ζημιωθέντος πλοίου «……….», ο οποίος έδωσε εντολή να ανελκυστεί το ζημιωθέν πλοίο σε καρνάγιο ώστε να απoκατασταθεί πλήρως η στεγανότητά του και γενικά η αξιοπλοΐα του και μετά το τέλος των επισκευών να βαφτεί τοπικά στις περιοχές που επλήγησαν. Συγκεκριμένα η ενάγουσα κατέβαλε: Α) Για εργασίες στο ναυπηγείο «………» συνολικό ποσό 8.810,00 ευρώ και συγκεκριμένα: α) για την ανέλκυση και παραμονή του πλοίου δύο ημέρες και την καθέλκυσή του, ποσό 5.500,00 ευρώ, β) για την παραμονή του πλοίου για 14 επιπλέον μέρες (14 Χ 150,00 ευρώ ημερησίως), ποσό 2.100,00 ευρώ, γ) για την παροχή ρεύματος (16 KW x 30,00 ευρώ ανά KW, ποσό 480,00 ευρώ, δ) για την παροχή νερού (30 m³) Χ 10,00 ευρώ ανά ΚΜ), ποσό 300,00 ευρώ, ε) για αποκομιδή απορριμμάτων κατ’ αποκοπή 150,00 ευρώ, στ) για την αποκομιδή απορριμμάτων κατά αποκοπή, ποσό 150,00 ευρώ, ζ) για την παροχή τεσσάρων δεξαμενών ακαθάρτων Χ 70,00 ευρώ ανά δεξαμενή, ποσό 280,00 ευρώ (βλ. υπ’αριθ. ……./2-7-2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών), Β) για την επισκευή της πασαρέλας από την εταιρία «………», ποσό 4.658,00 ευρώ (βλ. το από 14-6-2018 τιμολόγιο που έχει συνταχθεί στην αγγλική), Γ) για την αντικατάστασή του δαπέδου της πλατφόρμας κολυμβητών κι ενός σκαλοπατιού με ξυλεία teak από την εταιρία «… ………..», ποσό 9.300,00 ευρώ (βλ. υπ’ αριθ…….. /27-6-2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών), Δ) για την επισκευή των στρεβλωμένων αλουμινοκατασκευών της αριστερής πλευράς της πρύμνης και την αντικατάστασή τους από την εταιρία «…………», ποσό 6.000,00 ευρώ (βλ. υπ’ αριθ. ……./13-6-2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών), Ε) για την αποκατάσταση των ζημιών και την έναρξη της βαφής, για την έναρξη της οποίας παρέστη ανάγκη ανέγερσης σκαλωσιών και σκεπάστρου του σκάφους από την εταιρία «…….», ποσό 1.260,00 ευρώ (βλ. υπ’ αριθ. ……../28-6-2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών), ΣΤ) για την αγορά υφαλοχρωμάτων [προς επίστρωση των βρεχόμενων μερών του πλοίου (γάστρας), που απαιτήθηκε λόγω της 20ήμερης περίπου παραμονής του στη στεριά και της έκθεσης των βρεχόμενων μερών του στον ατμοσφαιρικό αέρα] από την εταιρία «………..», ποσό 2.200,00 ευρώ (βλ. υπ’ αριθ. ……../4-7-2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών), Ζ) για την προσωρινή βαφή του πλοίου (τρίψιμο, μόνωση, υλικά, βάψιμο τρία χέρια) από την εταιρία «………..», ποσό 27.127,00 ευρώ (βλ. υπ’ αριθ. ……./2-7-2018 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών) και Η) για την επιθεώρηση και παρακολούθηση της επισκευής από τον Νηογνώμονα του πλοίου «………..», ποσά 1.247,00 δολ. Η.Π.Α. και 1.470,00 δολ. Η.Π.Α, ήτοι συνολικό ποσό 2.717,00 δολ. Η.Π.Α. (βλ. σχετ. τα υπ’ αριθ. ……./18-6-2018 και …../11-6-2018 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών). Οι ανωτέρω δαπάνες, συνολικού ποσού 59.355,00 ευρώ, πλέον 2.717,00 δολ. Η.Π.Α, επιδικάστηκαν ως ανωτέρω με την εκκαλούμενη απόφαση και δεν προσβάλλονται από την εναγόμενη με λόγο έφεσης, ώστε να δύναται να κριθούν εκ νέου από το Δικαστήριο τούτο (Β. Βαθρακοκοίλη, Η έφεση, 2015, υπ’ άρθρο 522, αριθ. 1339, σ. 338).

Περαιτέρω, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι κατά το χρόνο του ατυχήματος είχε συνάψει για το άνω πλοίο της τρεις συμβάσεις ναύλωσης, εκ των οποίων, μετά τις άνω ζημιές που υπέστη αυτό, η ίδια αναγκάστηκε να υποτιμολογήσει την πρώτη σύμβαση ( κατά τη διάρκεια της οποίας το πλοίο χρησιμοποιήθηκε από τη ναυλώτρια μόνο για δεξιώσεις στον τόπο αγκυροβολίας του) και να ακυρώσει τις λοιπές (αφού, κατά τη διάρκειά τους, το πλοίο έμεινε ακινητοποιημένο σε ναυπηγείο για επισκευές). Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι είχε συνάψει στην Αθήνα την από 22-2-2018 σύμβαση ναύλωσης, με ναυλώτρια την εδρεύουσα στη Μονρόβια της Λιβερίας και διατηρούσα γραφείο στον Πειραιά εταιρία «………..», για χρονικό διάστημα από ώρα 12:00 της 2-6-2018 μέχρι ώρα 12:00 της 10-6-2018, έναντι συνολικού ναύλου 85.000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α, ναύλωση την οποία η αντισυμβαλλομένη της συνήψε για να χρησιμοποιήσει το άνω πλοίο για  δεξιώσεις και ψυχαγωγικές θαλάσσιες περιηγήσεις συνεργατών της   ενόψει της επικείμενης Διεθνούς Ναυτικής Έκθεσης των «ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΩΝ». Ότι επειδή το άνω ατύχημα έλαβε χώρα λίγο πριν την έναρξη της άνω Διεθνούς Έκθεσης, η ανωτέρω ναυλώτρια, μη έχουσα ευχέρεια ναύλωσης άλλου πλοίου, δέχθηκε μεν να χρησιμοποιήσει το άνω πλοίο στην κατάσταση που βρισκόταν μετά την πρόσκρουση ενώ αυτό ελλιμενίζονταν στην προβλήτα της μαρίνας Αγίου Κοσμά Αττικής και παρέθεσε, κατά τη διάρκεια της άνω ναύλωσης και στο περιθώριο της άνω Διεθνούς Έκθεσης, σειρά δεξιώσεων στο εξωτερικό του κατάστρωμα και στα σαλόνια του σε συνεργάτες της (τραπεζίτες, ασφαλιστές, νηογνώμονες, κ.λ.π.), πλην όμως δικαιολογημένα ζήτησε και έλαβε έκπτωση 40.000,00 ευρώ επί του ναύλου, την οποία η ίδια (ενάγουσα) αναγκάστηκε να αποδεχθεί προς περιορισμό της ζημίας της, αφού, διαφορετικά, η ναυλώτρια μπορούσε να υπαναχωρήσει από τη ναύλωση και να ζητήσει αποζημίωση. Ότι, μετά ταύτα η ίδια (ενάγουσα), αντί να εισπράξει ναύλο 85.000,00 ευρώ, εισέπραξε τελικά από τη ναυλώτρια μόλις 45.000,00 ευρώ (όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. ……./11-6-2018 απόδειξη λιανικών συναλλαγών για παροχή υπηρεσιών της, ποσού 85.000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. ποσού 10.200,00 ευρώ και το υπ’ αριθ. ……./15-6-2018 πιστωτικό τιμολόγιό της, ποσού 40,000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. ποσού 4.800,00 ευρώ), με συνέπεια να απολέσει ναύλο 40.000,00 ευρώ, με αποκλειστική υπαιτιότητα της εκκαλούσας εναγομένης. Περαιτέρω, η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι κατά το χρόνο του ατυχήματος είχε συνάψει δυο ακόμη συμβάσεις ναύλωσης του πλοίου της και δη 1) την από 20-3-2018 σύμβαση ναύλωσης, με ναυλωτή τον κάτοικο Μαϊάμι …………, για χρονικό διάστημα ώρα 12:00 της 10-6-2018 μέχρι ώρα 12:00 της 19-6-2018, έναντι συνολικού ναύλου 88.500,00 ευρώ. Και 2) την από 15-2-2018 σύμβαση ναύλωσης, με ναυλωτή τον . ……., η οποία καταρτίστηκε μέσω της ναυλομεσίτριας εταιρίας «……….», θυγατρικής της παγκοσμίου φήμης ναυλομεσίτριας στην «αγορά» των θαλαμηγών εταιρίας «……….», για το χρονικό διάστημα από ώρα 12:00 της 20-6-2018 μέχρι ώρα 12:00 της 27-6-2018, έναντι συνολικού ναύλου 59.000,00 ευρώ. Ισχυρίζεται δε ότι τα άνω ποσά των ναύλων από τις τρεις άνω συμβάσεις θα τα εισέπραττε η ίδια κατά τη φυσιολογική πορεία των πραγμάτων συνεπεία των άνω προπαρασκευαστικών μέτρων που είχε λάβει, αλλά τα απώλεσε λόγω των ζημιών που υπέστη το πλοίο της μετά την πρόσκρουση και ότι τα δικαιούται από την εναγόμενη ως αποζημίωση για την αποθετική ζημία της.

Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 216 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ,  που ορίζει ότι η αγωγή πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα, για να είναι ορισμένη η αγωγή με την οποία αξιώνεται διαφυγόν κέρδος που συνίσταται στην απώλεια των κερδών που θα αποκόμιζε ο ζημιωθείς από την εκμετάλλευση πράγματος ή δικαιώματος, πρέπει να εκτίθενται σε αυτή με πληρότητα και σαφήνεια τα περιστατικά που προσδιορίζουν ήδη κατά το χρόνο της αγωγής την προσδοκία ορισμένου κέρδους με βάση την πιθανή εξέλιξη, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, καθώς και οι ειδικές περιστάσεις και τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα. Ενόψει τούτων, για την πληρότητα της αγωγής με την οποία επιδιώκεται επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους συνισταμένου σε απώλεια εσόδων λόγω διακοπής ή μειωμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, αρκεί να αναφέρονται στο δικόγραφό της όλα εκείνα τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει ότι ο ενάγων θα εισέπραττε με πιθανότητα από την επαγγελματική αυτή δραστηριότητα το αιτούμενο ποσό, χωρίς να είναι ανάγκη να αναγράφεται και ότι δεν εξοικονόμησε δαπάνη ή να προσδιορίζεται και να αφαιρείται η τυχόν εξοικονομηθείσα, γιατί ο προσδιορισμός και η αφαίρεση της τυχόν δαπάνης που εξοικονομήθηκε μπορεί να γίνει, βάσει των αποδείξεων, ύστερα από πρόταση του εναγομένου ή και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ακόμη και το πρώτον από το Εφετείο, εφόσον το ζήτημα του ύψους της αποθετικής ζημίας κατέστη νομίμως αντικείμενο της κατ’ έφεση δίκης (Ολ.Α.Π. 22/1995, Α.Π. 1453/2009, Εφ.Πειρ. 102/2014, Εφ.Κρ. 527/1997, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 288, 297 και 298 Α.Κ. προκύπτει ότι, αν από το ζημιογόνο γεγονός, εκτός από τη ζημία, προέκυψε και κέρδος για τον ζημιωθέντα, που τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς το ζημιογόνο γεγονός, εκείνος που έχει υποχρέωση για αποζημίωση δικαιούται να προτείνει την ένσταση συμψηφισμού αν το κέρδος είναι χρηματικό και αν αυτό δεν είναι χρηματικό, την ένσταση συνυπολογισμού στη ζημία. Στην τελευταία περίπτωση ο ενάγων δικαιούται να επιλέξει είτε να κρατήσει το κέρδος και να εκπέσει την αξία του από την αποζημίωση είτε να το αποδώσει και να ζητήσει ολόκληρη την αποζημίωση (βλ. Γ. Μπαλή, Ενοχ.Δ, παρ. 22). Ο σχετικός ισχυρισμός πρέπει να είναι πλήρης και ορισμένος, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 262 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. Έτσι, ο ενιστάμενος οφείλει, εκτός από άλλα, να αναφέρει και την αξία που έχει το αντικείμενο που αποτελεί το κέρδος του ενάγοντος, γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, είναι αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτίμησης (Εφ.Πειρ. 102/2014, Εφ.Πειρ. 527/1997, Εφ.Κρητ. 435/1997, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και με σχετικό σκέλος των τέταρτου και πέμπτου των λόγων της Α έφεσής της η εναγόμενη ισχυρίστηκε ότι η αγωγή είναι αόριστη ως προς τα κονδύλια των διαφυγόντων κερδών, ποσών 88.500,00 ευρώ και 59.000,00 ευρώ από τις από 20-3-2018 και από 15-2-2018 αντίστοιχα άνω ναυλώσεις του πλοίου της ενάγουσας, αφού, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η τελευταία είχε απολέσει τους ναύλους αυτούς, το διαφυγόν της κέρδος θα ανερχόταν σε μικρότερα ποσά, δεδομένου ότι αυτή θα είχε δαπανήσει διάφορα ποσά για τη μισθοδοσία του κυβερνήτη και του πληρώματος του πλοίου της, για την αγορά καυσίμων και λιπαντικών για την κίνησή του, για ασφάλιση του σκάφους και των μηχανών του έναντι κινδύνου ολικής ή μερικής του απώλειας και έναντι κινδύνων αστικής της ευθύνης, για τέλη ελλιμενισμού και αγκυροβολίας, κ.ά, τα οποία παρέλειψε να αναφέρει. Η αγωγή όμως είναι πλήρως ορισμένη, καθόσον η ενάγουσα δεν απαιτείται για το ορισμένο της αγωγής της να αναγράψει την εξοικονομηθείσα δαπάνη. Ο δε ισχυρισμός της εναγομένης περί αφαίρεσης δαπανών της ενάγουσας που ματαιώθηκαν λόγω της μη ναύλωσης του πλοίου και αποτελούν όφελος για την ενάγουσα, δεν συνιστά άρνηση της αγωγής αλλά η επίκληση του συνυπολογιστέου κέρδους μπορεί, με ταυτόχρονη επίκληση συγκεκριμένων περιστατικών (και ποσά δαπανών κ.λ.π.), να αποτελέσει ανατρεπτική της αγωγής ένσταση της εναγομένης, η οποία οδηγεί στην απόρριψη της αγωγής σε σχέση με το μέρος του αξιούμενου ποσού αποζημίωσης, το οποίο καλύπτεται από το κέρδος που αποκομίζει η ενάγουσα από το επιζήμιο γεγονός, για να είναι δε η ένσταση αυτή ορισμένη πρέπει να αναγράφεται η αξία του κέρδους που αποκόμισε η ενάγουσα, την οποία όμως η εναγόμενη δεν αναφέρει. Το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε σιωπηρά τον ανωτέρω ισχυρισμό της εναγομένης, ορθά κατ’ αποτέλεσμα εφήρμοσε το νόμο και εκτίμησε το δικόγραφο της αγωγής και πρέπει, αφού συμπληρωθεί η αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτήν της παρούσας, να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι τέταρτος και πέμπτος λόγος της Α έφεσης κατά το σχετικό σκέλος τους.             Το άρθρο 138 Α.Κ. ορίζει στην πρώτη μεν παράγραφο: «Δήλωση βούλησης που δεν έγινε σοβαρά παρά μόνον φαινομενικά (εικονική) είναι άκυρη», στη δε δεύτερη παράγραφο: «Άλλη δικαιοπραξία που καλύπτεται κάτω από την εικονική είναι έγκυρη, αν τα μέρη την ήθελαν και συντρέχουν οι όροι που απαιτούνται για τη σύστασή της». Από την πρώτη διάταξη (άρθρο 138 παρ. 1 Α.Κ.) συνάγεται ότι η δήλωση βούλησης που δεν έγινε σοβαρά, παρά μόνο φαινομενικά αποκαλείται εικονική και είναι άκυρη, θεωρούμενη σαν να μην έγινε (άρθρο 180 Α.Κ.). Εικονική είναι λοιπόν η δήλωση βούλησης, η οποία σε γνώση του δηλούντος δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και έχει ως σκοπό να δημιουργήσει σε άλλους την εντύπωση μεταβολής ορισμένης νομικής κατάστασης, χωρίς να υπάρχει πρόθεση στο δηλούντα τέτοιας νομικής μεταβολής. Εικονική μπορεί να είναι η δήλωση βούλησης όχι μόνο σε μονομερή δικαιοπραξία, αλλά και σε σύμβαση, στην τελευταία δε περίπτωση για την αντίστοιχη ακυρότητα της σύμβασης προϋποτίθεται γνώση της εικονικότητας από τον αντισυμβαλλόμενο του δηλούντος και συμφωνία όλων των κατά το χρόνο κατάρτισης συμβαλλομένων ότι η σύμβαση που συνάφθηκε δεν παράγει έννομες συνέπειες. Έτσι, για την εικονικότητα της σύμβασης αρκεί το γεγονός ότι η δηλωθείσα βούληση των δικαιοπρακτούντων βαρύνεται με ελάττωμα, το οποίο συνίσταται στο ότι δεν αποσκοπεί πράγματι στην παραγωγή των εννόμων αποτελεσμάτων της δικαιοπραξίας που καταρτίζεται. Ως εκ τούτου δεν είναι ανάγκη να προκύπτει ο σκοπός ή τα αίτια που οδήγησαν στην ελαττωματική αυτή δήλωση, εκτός αν υποκρύπτει άλλη δικαιοπραξία και μόνο για την έρευνα του κύρους ή μη αυτής κατά τη δεύτερη διάταξη του άρθρου 138 Α.Κ.. Η τελευταία όμως αυτή διάταξη δεν είναι προσδιοριστική της κατά την πρώτη παράγραφο του άρθρου 138 Α.Κ. εικονικότητας, υπό την έννοια ότι οριοθετεί απλώς την έκταση και την ενέργειά της, αλλά έχει αυτοτέλεια διότι στηρίζεται σε νέα πραγματικά γεγονότα, διαφορετικά από εκείνα που απαρτίζουν την εικονικότητα της εμφανούς δικαιοπραξίας (Ολ.Α.Π. 32/1998, Α.Π. 365/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Για την ακυρότητα, επομένως, ως εικονικής μιας σύμβασης ουσιώδες στοιχείο είναι η γνώση και η συμφωνία όλων των, κατά το χρόνο της κατάρτισής της συμβαλλομένων, για το ότι η συναφθείσα σύμβαση είναι εικονική και δεν παράγει έννομες συνέπειες. Για την εικονικότητα, δηλαδή, της δικαιοπραξίας αρκεί το γεγονός ότι η δηλωθείσα βούληση των δικαιοπρακτούντων βαρύνεται με ελάττωμα, που συνίσταται στο ότι δεν αποσκοπεί πράγματι στην παραγωγή των εννόμων αποτελεσμάτων της δικαιοπραξίας που καταρτίζεται. Ως εκ τούτου, δεν είναι ανάγκη να προκύπτει ο σκοπός ή τα αίτια που οδήγησαν στην ελαττωματική αυτή δήλωση. Η κατά τα άνω ακυρότητα της δικαιοπραξίας είναι απόλυτη, δηλαδή μπορεί να προταθεί από καθένα που έχει έννομο συμφέρον, σύμφωνα με τις διατάξεις των όρθρων 180 Α.Κ. και 68 και 70 Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 563/2016, Α.Π. 160/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Η εικονικότητα δε δύναται να αποδειχθεί και με μάρτυρες (Α.Π. 1024/2018, Α.Π. 1822/2012, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, η σύμβαση ναύλωσης δεν απαιτεί έγγραφο προς σύστασή της, αλλά προς απόδειξή της και μόνο (Δ. Καμβύση, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, 1982, υπ’ άρθρο 108, σ. 336, Ι. Κοροτζή,  Ναυτικό Δίκαιο, 2005, σ. 110), ενώ οι διατάξεις του Κ.Ι.Ν.Δ. σχετικά με τη λύση της δεν είναι αναγκαστικό δίκαιο, γι’ αυτό και οι ρυθμίσεις του συχνά μεταβάλλονται και συμπληρώνονται με συμφωνίες των μερών (Α. Κιάντου – Παμπούκη, ναυτικό δίκαιο, 1993, παρ. 128 ΙΙΙ, σ. 459).             Με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και με σχετικό σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσής της η εναγόμενη ισχυρίστηκε ότι η από 22-2-2018 ναύλωση του άνω πλοίου για το διάστημα από 2-6-2018 έως και 10-6-2018 στην εταιρία «………….», καθώς και τα από 11-6-2018 και από 15-6-2018 ανωτέρω φορολογικά παραστατικά που επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα προς απόδειξη της είσπραξης από μέρους της από τη ναυλώτρια τελικού ναύλου 45.000,00 ευρώ αντί του αρχικά συμφωνηθέντος ποσού 85.000,00 ευρώ ήταν εικονικά, όπως αποδεικνύεται εκ του ότι α) η ναυλώτρια στην άνω ναύλωση εταιρία ………….., που ασκεί επιχείρηση διαχείρισης πλοίων,  έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα στην ίδια διεύθυνση που εδρεύει και η ενάγουσα (………), β) η ανωτέρω ναύλωση δεν ήταν δυνατό να εκτελεστεί, επειδή το άνω πλοίο της ενάγουσας είχε καταστεί αναξιόπλοο λόγω του ένδικου ναυτικού ατυχήματος, γ) οι ίδιοι οι μάρτυρες απόδειξης της ενάγουσας …….., …….. και . ……. βεβαίωσαν ότι η ανωτέρω ναύλωση δεν εκτελέστηκε και δ) η ενάγουσα δεν προσκόμισε κανένα έγγραφο σε απόδειξη της επικαλούμενης τροποποιητικής συμφωνίας της με τη ναυλώτρια για μείωση του ναύλου, η οποία μάλιστα παραδόξως φέρεται να καταρτίστηκε πέντε ημέρες μετά τη λήξη της ναύλωσης και συγκεκριμένα στις 15-6-2018, καίτοι ο ναύλος είχε συμφωνηθεί καταβλητέος την ημέρα του απόπλου ή την επόμενη εργάσιμη ημέρα. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου από το άνω αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας προκύπτει πράγματι ότι η άνω ναύλωση δεν καταρτίσθηκε μεταξύ των άνω συμβληθέντων στα σοβαρά και με συναλλακτική τους πρόθεση για ναύλωση του άνω πλοίου από την εταιρία «……….», αλλά, κατόπιν συμφωνίας τους, καταρτίσθηκε φαινομενικά – κατ’ επίφαση και μόνο προκειμένου να δημιουργηθεί στους τρίτους η εντύπωση ότι ναυλώθηκε πράγματι το άνω πλοίο, έτσι ώστε να δύναται να στηριχθεί απαίτηση της ενάγουσας κατά της εναγομένης για διαφυγόντα κέρδη της από τη ματαίωση της ναύλωσης αυτής. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου θεμελιώνεται στα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: 1) Στο γεγονός ότι η ναυλώτρια έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα στην ίδια διεύθυνση και όροφο (5ο) που εδρεύει και η εκναυλώτρια ενάγουσα (………..). 2) Στο γεγονός ότι το άνω ναυλοσύμφωνο δεν φέρει βέβαιη χρονολογία πριν το ατύχημα (που έλαβε χώρα στις 26-5-2018), αλλά θεωρήθηκε από την αρμόδια λιμενική αρχή μόλις στις 1-6-2018, ενώ καταρτίστηκε στις 22-2-2018. 3) Στο γεγονός ότι το άνω ναυλοσύμφωνο αναγράφει συμφωνημένο εβδομαδιαίο ναύλο  85.000,00 ευρώ, ενώ κατά το  άνω διάστημα της ναύλωσης η ανοιχτή προσφορά της ενάγουσας στο διαδίκτυο για ναύλωση του άνω πλοίου στη θαλάσσια περιοχή της Μεσογείου ήταν για ποσό 66.500,00 δολ. Η.Π.Α. ή 59.910,44 ευρώ. 4) Στο γεγονός ότι η ενάγουσα δεν προσκόμισε α) κανένα στοιχείο που να καταδεικνύει πραγματική χρήση του πλοίου από τη ναυλώτρια κατά την περίοδο της ναύλωσης, β) κανένα έγγραφο αρμόδιας αρχής που να βεβαιώνει ότι το πλοίο διατηρούσε την κλάση του κατά τη διάρκεια της ναύλωσής του, ώστε να επιτρέπεται να παραλαμβάνει επιβάτες από ελληνικούς λιμένες κατ’ άρθρο 41 παρ. 1 ν./ 187/1973 (Κ.Δ.Ν.Δ.) και γ) κανένα έγγραφο άλλου εκδότη από την ίδια, που να καταδεικνύει την πραγματική καταβολή από μέρους της ναυλώτριας προς αυτήν έστω του μειωμένου ναύλου των 45.000,00 ευρώ, κατόπιν σχετικής τροποποιητικής συμφωνίας τους. 5) Στο γεγονός ότι η επικαλούμενη από την ενάγουσα (προφορική) τροποποιητική συμφωνία για μείωση του ποσού του οφειλόμενου ναύλου φέρεται να καταρτίστηκε πέντε ημέρες μετά τη λήξη της ναύλωσης και συγκεκριμένα στις 15-6-2018. 6) Στο γεγονός ότι το άνω ναυλοσύμφωνο προβλέπει να καταβληθεί ο ναύλος στην ενάγουσα την ημέρα του απόπλου ή την επόμενη εργάσιμη ημέρα, παρόλο που, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, είθισται στις βραχυχρόνιες εποχιακές ναυλώσεις Ε/Γ-Τ/Ρ πλοίων αναψυχής να δίδεται μια προκαταβολή στον πλοιοκτήτη ή στον αναγνωρισμένο αντιπρόσωπό του και το υπόλοιπο ποσό του ναύλου να καταβάλλεται πριν την αναχώρηση του πλοίου. 7) Στο γεγονός ότι, εντός της περιόδου της άνω ναύλωσης (2-6-2018 έως 10-6-2018) δηλώθηκε εκ μέρους της ενάγουσας εκναυλώτριας ιδιοχρησία του άνω πλοίου [συγκεκριμένα α) στο ειδικό έντυπο πληροφοριακών στοιχείων επαγγελματικού πλοίου αναψυχής της Λιμενικής Αρχής Σαρωνικού για το άνω πλοίο, που προσκομίζεται με επίκληση από την ενάγουσα, υπάρχει καταχώρηση για ιδιοχρησία του από 8-6-2018 έως και 10-6-2018 και β) στο απόσπασμα του ημερολογίου του άνω πλοίου, που είναι θεωρημένο από την αρμόδια λιμενική αρχή και προσκομίζεται με επίκληση από την εναγόμενη, καταγράφονται ημερήσιοι πλόες  του στις 2-6-218 και στις 9-6-2018 προς Αίγινα, για ιδιοχρησία στη δεύτερη περίπτωση και χωρίς αναφορά της αιτίας στην πρώτη περίπτωση και 8) Στο γεγονός  ότι, ενώ η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η άνω ναύλωση εκτελέστηκε μετά το ατύχημα (και περιορίστηκε μόνο η χρήση του άνω πλοίου από τη ναυλώτρια και ο ναύλος που της καταβλήθηκε), οι μάρτυρές της ……., …….. και …….. κατέθεσαν ότι η άνω ναύλωση ακυρώθηκε μετά το ατύχημα. Μετά ταύτα, η άνω ναύλωση κρίνεται εικονική και ως εκ τούτου άκυρη, όπως και οι συναρτώμενες απ’ αυτήν προαναφερθείσες υπ’ αριθ. …../11-6-2018 απόδειξη λιανικών συναλλαγών για παροχή υπηρεσιών ποσού 85.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. 10.200,00 ευρώ και υπ’ αριθ. ……/15-6-2018 πιστωτικό τιμολόγιο, ποσού 40.000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. ποσού 4.800,00 ευρώ, έκδοσης αμφοτέρων της ενάγουσας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι η άνω σύμβαση ναύλωσης και τα άνω φορολογικά παραστατικά της ενάγουσας δεν είναι εικονικά, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού σκέλους του τρίτου λόγου της έφεσης της εναγομένης.            Με τις προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και με σχετικό σκέλος του τέταρτου λόγου της έφεσής της η εναγόμενη ισχυρίστηκε ότι και η από 20-3-2018 ναύλωση του πλοίου για το διάστημα από 10-6-2018 έως και 19-6-2018 στον ……… ήταν εικονική, ως αποδεικνύεται και από το ίδιο το άνω ναυλοσύμφωνο, με το οποίο συμφωνήθηκε να καταβληθεί ο ναύλος την ημέρα του απόπλου ή την επόμενη εργάσιμη ημέρα, παρόλο που στις βραχυχρόνιες εποχιακές ναυλώσεις σκαφών αναψυχής αποτελεί πάγια συναλλακτική πρακτική να προκαταβάλλεται ο ναύλος. Από το άνω αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας προκύπτει πράγματι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι και η άνω ναύλωση δεν καταρτίσθηκε μεταξύ των άνω συμβληθέντων στα σοβαρά και με συναλλακτική τους πρόθεση για ναύλωση του άνω πλοίου από τον άνω ναυλωτή, αλλά, κατόπιν συμφωνίας τους, καταρτίσθηκε φαινομενικά – κατ’ επίφαση και μόνο, προκειμένου να δημιουργηθεί στους τρίτους η εντύπωση ότι ναυλώθηκε πράγματι το άνω πλοίο, έτσι ώστε να δύναται να στηριχθεί απαίτηση της ενάγουσας κατά της εναγομένης για διαφυγόντα κέρδη της από τη ματαίωση της άνω ναύλωσης. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου θεμελιώνεται στα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: 1) Στο γεγονός ότι το άνω ναυλοσύμφωνο δεν φέρει βέβαιη χρονολογία πριν το ατύχημα (που έλαβε χώρα στις 26-5-2018), ούτε  θεώρηση αρμόδιας λιμενικής αρχής, καίτοι είχε καταρτιστεί από 20-3-2018. 2) Στο γεγονός ότι το άνω ναυλοσύμφωνο αναγράφει συμφωνημένο εβδομαδιαίο ναύλο  88.500,00 ευρώ, ενώ κατά το  άνω διάστημα της ναύλωσης η ανοιχτή προσφορά της ενάγουσας στο διαδίκτυο για ναύλωση του άνω πλοίου στη θαλάσσια περιοχή της Μεσογείου ήταν για ποσό 66.500,00 δολ. Η.Π.Α. ή 59.910,44 ευρώ. 3) Στο γεγονός ότι η ενάγουσα δεν προσκόμισε κανένα έγγραφο που να καταδεικνύει την πραγματική καταβολή από μέρους του ναυλωτή έστω μιας προκαταβολής ή μέρους του άνω συμφωνημένου ναύλου των 88.500,00 ευρώ, 4) Στο γεγονός ότι το άνω ναυλοσύμφωνο προβλέπει να καταβληθεί ο ναύλος στην ενάγουσα την ημέρα του απόπλου ή την επόμενη εργάσιμη ημέρα, παρόλο που στις βραχυχρόνιες εποχιακές ναυλώσεις Ε/Γ-Τ/Ρ πλοίων αναψυχής είθισται να δίδεται μια προκαταβολή στον πλοιοκτήτη ή στον αναγνωρισμένο αντιπρόσωπό του και το υπόλοιπο ποσό του ναύλου να καταβάλλεται πριν την αναχώρηση του πλοίου. Και 5) Στο γεγονός ότι δεν προσκομίστηκαν από την ενάγουσα αντίγραφα ανταλλαγέντων ηλεκτρονικών μηνυμάτων της με τον άνω ναυλωτή, ο οποίος εμφανίζεται στο άνω ναυλοσύμφωνο ως μόνιμος κάτοικος Η.Π.Α, προς απόδειξη  τουλάχιστον της ματαίωσης της συγκεκριμένης ναύλωσης.  Επομένως και η άνω σύμβαση ναύλωσης είναι εικονική και ως εκ τούτου άκυρη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι η άνω σύμβαση ναύλωσης δεν είναι εικονική, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού σκέλους του τέταρτου λόγου της έφεσης της εναγομένης.            Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο του άνω ατυχήματος η ενάγουσα είχε συνάψει την από 15-2-2018 και με αριθ. ηλεκτρονικού συμβολαίου τύπου ΜΥΒΑ ………. σύμβαση ναύλωσης για το άνω πλοίο της, με ναυλωτή τον ……….., για το χρονικό διάστημα από ώρα 12:00 της 20-6-2018 μέχρι ώρα 12:00 της 27-6-2018, έναντι συνολικού ναύλου 59.000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. Η σύναψη της άνω σύμβασης ναύλωσης έγινε με τη μεσολάβηση της εδρεύουσας στη …. Γερμανίας ναυλομεσιτικής εταιρίας «……..», θυγατρικής της προαναφερθείσας εταιρίας «………», η οποία, σημειωτέον, κατέχει κυρίαρχη θέση παγκοσμίως στον επιχειρηματικό κλάδο αγοραπωλησιών και ναυλώσεων πολυτελών θαλαμηγών και συνυπέγραψε το άνω ναυλοσύμφωνο ως ενδιαφερόμενο μέλος (Stakeholder), μαζί με την ενάγουσα εκναυλώτρια, τον άνω ναυλωτή και την άνω ναυλομεσίτρια, αναλαμβάνοντας υπό την ιδιότητά της αυτή, που συνεπάγονταν την κεντρική διαχείριση της ναύλωσης, την υποχρέωση να διατηρεί το ναύλο και τον ισχύοντα Φ.Π.Α. μέχρι να ξεκινήσει η ναύλωση. Η εναγόμενη δεν αμφισβητεί τη σύναψη και τους ειδικότερους όρους της άνω ναύλωσης, οι οποίοι αποδεικνύονται από το άνω ναυλοσύμφωνο που προσκομίζει και επικαλείται νόμιμα η ενάγουσα, ενώ την ακύρωση της άνω ναύλωσης λόγω των επισκευών του πλοίου της ενάγουσας που απαιτήθηκαν μετά το ένδικο ατύχημα επιβεβαίωσαν οι μάρτυρες απόδειξης και λεπτομερέστερα ο εξ αυτών …………., στέλεχος της προαναφερθείσας εταιρίας «…………». Ο τελευταίος κατέθεσε μεταξύ άλλων, όσον αφορά την ανωτέρω ναύλωση – και η κατάθεσή του δεν αντικρούστηκε από άλλο αποδεικτικό μέσο – ότι, όπως τον πληροφόρησε η συνάδελφός του  οικονομική διευθύντρια της άνω εταιρίας και υπεύθυνη για την καταβολή των ναύλων κα …………, συνεπεία του ως άνω ναυτικού συμβάντος η άνω ναύλωση ακυρώθηκε, ο δε συμφωνηθείς και προκαταβληθείς ολικός ναύλος εξ 59.000,00 ευρώ επεστράφη στον άνω ναυλωτή, καθώς και τα επιπλέον ποσά 7.080,00 και 17.700,00 ευρώ τα οποία ο τελευταίος είχε προκαταβάλει για Φ.Π.Α. και προκαταβολές τροφοδοσίας (Advance Payment Allowances). Λόγω δε της κατάρτισης της άνω ναύλωσης μέσω της ναυλομεσιτικής εταιρίας «………..», ο ναύλος καταβλήθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της τελευταίας «προς μεταβίβαση στο ενδιαφερόμενο μέρος» (εταιρία «……….»), όπως βεβαιώνεται στην προαναφερθείσα επιστολή της άνω εταιρίας, που υπογράφεται από την οικονομική της διευθύντρια ………., με θέμα «Ακύρωση ναυλοσυμφώνου τύπου ΜΥΒΑ ηλεκτρονικού συμβολαίου υπ’ αριθ. …….. λόγω ανωτέρας βίας». Άλλωστε, το άνω ναυλοσύμφωνο ορίζει τα εξής σχετικά με την καταβολή του ναύλου: «ο ναύλος, ποσού 59.000,00 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 7.080,00 ευρώ, πλέον τροφοδοσίας 17.700,00 ευρώ,  θα καταβληθεί ως ακολούθως: «Πρώτη δόση 29.500,00 ευρώ (50% του ναύλου), ημερομηνία καταβολής 23 Φεβρουαρίου 2018, δεύτερη δόση 29.500,00 ευρώ υπόλοιπο ναύλου, πλέον Φ.Π.Α. 7.080,00 ευρώ, πλέον προκαταβολές για τις προμήθειες (πετρέλαια, φαγώσιμα, ποτά, κλπ) 17.700,00 ευρώ = σύνολο 54.280,00 ευρώ. Ημερομηνία καταβολής 18 Μαΐου 2018. Εις τον κάτωθι λογαριασμό πελατών των ναυλομεσιτών και θα θεωρείται καταβληθείς (ο ναύλος) μόλις το έμβασμα πιστωθεί. Δικαιούχος του λογαριασμού : …………..προς μεταβίβαση στο ενδιαφερόμενο μέρος». Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το άνω ποσό του προκαταβληθέντος από το ναυλωτή ……….. ναύλου, το οποίο επιστράφηκε στον τελευταίο μετά την ακύρωση της ναύλωσης από την εταιρία «…………..», θα το εισέπραττε η ενάγουσα κατά τη φυσιολογική πορεία των πραγμάτων συνεπεία των άνω προπαρασκευαστικών ενεργειών της, αλλά το απώλεσε εξαιτίας της άνω «σύγκρουσης» του πλοίου της με υπαιτιότητα του πλοίου της εναγομένης και της ανάγκης να παραμείνει αυτό από 10-6-2018 έως και 25-6-2018 για επισκευές στην επισκευαστική βάση Περάματος. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή επίσης έκρινε ότι από τη ματαίωση της άνω συμφωνηθείσας ναύλωσης η ενάγουσα απώλεσε το άνω ποσό ναύλου (59.000,00 ευρώ), ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, απορριπτομένου ως αβάσιμου του πέμπτου λόγου της έφεσης της εναγομένης κατά το σκέλος του με το οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Μετά ταύτα αποδεικνύεται ότι η συνολική (θετική και αποθετική) ζημία της ενάγουσας από την ένδικη «σύγκρουση», η οποία συνέβη με αποκλειστική υπαιτιότητα του πλοίου της εναγομένης, ανέρχεται στο ποσό των (59.355,00 + 59.000,00) 118.355,00 ευρώ και στο ποσό των 2.717,00 δολ. Η.Π.Α, με την ισοτιμία ευρώ / δολ. Η.Π.Α. κατά το χρόνο διενέργειας της σχετικής δαπάνης.             Κατόπιν όλων αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου της έφεσης της εναγομένης προς εξέταση, πρέπει αυτή (Α έφεση) να γίνει δεκτή τυπικά και κατ’ ουσία (ως προς τους τρίτο και τέταρτο λόγους της), να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς όλα τα κεφάλαιά της, για την ενότητα της εκτέλεσης (Εφ.Πατρ. 21/2019, Εφ.Θεσ. 174/2018, Εφ.Πειρ. 16/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδ. Ε’, σ. 430-431, παρ. 1143), ώστε η απόφαση να έχει ενιαίο διατακτικό (Α.Π. 748/1984, ΕλλΔνη 26, 642, Εφ.Πειρ. 155/2019, Εφ.Πατρ. 279/2018, Εφ.Δωδ. 309/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) και να κρατηθεί η υπόθεση προς εκδίκαση κατ’ ουσία στο Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.). Ακολούθως, αφού απορριφθεί ότι κρίθηκε ως απορριπτέο στο σκεπτικό, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η από 2-5-2019 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2-5-2019 αγωγή  [η οποία είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρονται και αναλύονται στην ανωτέρω υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη, καθώς και σ’ αυτές των άρθρων 236 εδ.α’ και β’, 239, 242 εδ. γ’ και 245 Κ.Ι.Ν.Δ. (με την επισήμανση ότι για την εκ της συγκρούσεως ευθύνη της εναγόμενης πλοιοκτήτριας δεν εφαρμόζονται οι γενικές περί αδικοπραξίας διατάξεις ούτε αυτές των άρθρων 84 εδ.β’ Κ.Ι.Ν.Δ. και 922 Α.Κ.), 297,298, 340, 345, 346 ΑΚ, 176 Κ.Πολ.Δ, πλην του παρεπομένου αιτήματος καταβολής νομίμων τόκων σε χρόνο προγενέστερο της επίδοσης της αγωγής και δη από την ημερομηνία διάπραξης του επίδικου αδικήματος (26-5-2018), το οποίο είναι μη νόμιμο και απορριπτέο, αφού η ημερομηνία αυτή δεν συνιστά δήλη ημέρα, ούτε η ενάγουσα επικαλείται ότι επιχείρησε κατά την ημερομηνία αυτή όχληση «ακριβή, ορισμένη και σαφή» προς την εναγόμενη για να της καταβάλει τα αιτούμενα ποσά (Α.Π. 999/2015, Α.Π. 1866/2014, Α.Π. 1605/2013, www.areiospagos.gr)] και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 118.355,00 ευρώ και το ποσό των 2.717,00 δολ. Η.Π.Α. με την ισοτιμία ευρώ / δολ. Η.Π.Α. κατά το χρόνο διενέργειας της σχετικής δαπάνης,  αμφότερα δε τα άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, η εναγόμενη, λόγω της ήττας της και ανάλογα με την έκταση αυτής, πρέπει να καταδικαστεί σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά μερική αποδοχή του σχετικού αιτήματος της ενάγουσας (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. και άρθρα 63 παρ. 1α’, 68 παρ. 1, 69 παρ. 1 Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου άσκησης έφεσης στη νικήσασα μερικά εκκαλούσα στην Α έφεση (άρθρο 495 παρ. 3 εδαφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις αναφερόμενες στο σκεπτικό Α και Β εφέσεις.

Δέχεται τυπικά αυτές.

Ι. Απορρίπτει τη Β έφεση κατ’ ουσία.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε επτακόσια (700,00) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του με κωδικό e-παραβόλου άσκησης έφεσης ………. του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ.

ΙΙ. Δέχεται την Α έφεση κατ’ ουσία.

Εξαφανίζει τη με αριθ. 1996/2020 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία.

Κρατεί και δικάζει κατ΄ ουσία την υπόθεση που αφορά την αναφερθείσα στο σκεπτικό από 2-5-2019 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2-5-2019 αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των εκατόν δέκα οκτώ χιλιάδων τριακοσίων πενήντα πέντε (118.355,00) ευρώ και το ποσό των δυο χιλιάδων επτακοσίων δέκα επτά (2.717,00) δολ. Η.Π.Α. με την ισοτιμία ευρώ / δολ. Η.Π.Α. κατά το χρόνο διενέργειας της σχετικής δαπάνης, τα δε άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει την εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000,00) ευρώ.

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα του με κωδικό e- παραβόλου άσκησης έφεσης ………..  του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις  25-11-2021 και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, την 1η  Δεκεμβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ