Αριθμός 8/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 3ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………. και 2) ………. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Δήμητρα Σισμανίδου.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρείας ………….. και 2) ………………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Τριαντάφυλλο Σπάχο.
Οι εφεσίβλητοι κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 11.2.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2020) ανακοπή καθώς και τους από 26.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2020) πρόσθετους λόγους ανακοπής, επί των οποίων (ανακοπής και προσθέτων αυτής λόγων) εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3299/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την ανακοπή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι καθ΄ ων η ανακοπή και ήδη εκκαλούντες με την από 18.1.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2021) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2021) αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 18.1.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2021 έφεση των ηττηθέντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καθ’ων η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής και ήδη εκκαλούντων, κατά της με αριθμό 3299/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (μισθωτικών) διαφορών (614 αρ. 1 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) εντός της μη γνήσιας διετούς προθεσμίας από την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης την (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 εδ. α`του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 27.1.2021 και δεν γίνεται επίκληση κοινοποίησης της εκκαλουμένης που δημοσιεύθηκε στις 29.10.2020 από τα διάδικα μέρη, ούτε προκύπτει τέτοια κοινοποίηση. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) εφόσον για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί κατά την άσκησή της από τους εκκαλούντες, το απαιτούμενο παράβολο, ποσού 100 ευρώ υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ. α` του ΚΠολΔ (όπως αυτό ίσχυε μετά την αντικατάσταση του με τα άρθρα 35 παρ. 2 και 45 του Ν. 4446/2016, ΦΕΚ Α’ 240/22.12.2016, με ισχύ από 23-01-2017) (βλ. το ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό …………/2021).
Με την από 11.2.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2020 ανακοπή τους και τους πρόσθετους λόγους αυτής, που ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι εξέθεταν ότι κατά των ιδίων στρεφόταν η με αριθμό …../2020 διαταγή απόδοσης χρήσης µισθίου και καταβολής µισθωµάτων του Δικαστή του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε για απαιτήσεις εκ συµβάσεως µίσθωσης ακινήτου που βρίσκεται στον Πειραιά, έναντι µισθώµατος που υπερβαίνει τα 600 ευρώ, µετά από αίτηση των ήδη εκκαλούντων. Ότι η ως άνω διαταγή απόδοσης µισθίου και καταβολής µισθωµάτων ήταν ακυρωτέα για τους λόγους οι οποίοι ειδικότερα εξειδικεύονταν στην ανακοπή τους και στο δικόγραφο των προσθέτων αυτής λόγων και ακολούθως ζήτησαν την ακύρωσή της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε ότι, ήταν το καθ’ύλη και κατά τόπον αρμόδιο, έκρινε ότι η ανακοπή ασκήθηκε εντός της προθεσμίας του άρθρου 632 παρ. 1 του ΚΠολΔ, και ακολούθως εκδικάζοντας κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 αρ. 1 ΚΠολΔ δέχθηκε τυπικά την ανακοπή και στη συνέχεια κατ’ουσίαν και ακύρωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής κρίνοντας ότι η σύμβαση μισθώσεως και ακολούθως η απαίτηση δεν αποδεικνυόταν από τα έγγραφα που προσκόμισαν οι καθ’ ων ήδη εκκαλούντες με την αίτησή τους. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τώρα οι εκκαλούντες με την κρινόμενη έφεση τους και τους διαλαμβανόμενους σε αυτή λόγους, που άπτονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνισή της, προκειμένου να απορριφθεί η ανακοπή και να επικυρωθεί η ανακοπτόμενη διαταγή απόδοσης μισθίου.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 637 ΚΠολΔ η διαταγή απόδοσης της χρήσης του μισθίου ακινήτου εκδίδεται, εάν αποδεικνύεται εγγράφως η έναρξη της μίσθωσης και εφ’ όσον έχει επιδοθεί έγγραφη όχληση με δικαστικό επιμελητή δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την κατάθεση της αίτησης έκδοσης της διαταγής. Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 639 παρ. 3 του ΚΠολΔ στην αίτηση για την έκδοση της διαταγής απόδοσης του μισθίου επισυνάπτεται το έγγραφο από το οποίο αποδεικνύεται η μίσθωση, η έκθεση επίδοσης της όχλησης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό έγγραφο. Τα ίδια με το νυν ισχύον άρθρο 639 παρ. 3 ΚΠολΔ όριζε και το προϊσχύον επί των διαταγών απόδοσης του μισθίου άρθρο 662Γ ΚΠολΔ. Επομένως, για την έκδοση διαταγής πληρωμής των οφειλομένων μισθωμάτων απαιτείται να αποδεικνύονται εγγράφως η απαίτηση και το ποσό των οφειλομένων μισθωμάτων, ενώ για την έκδοση διαταγής απόδοσης μισθίου απαιτείται επιπλέον να αποδεικνύεται εγγράφως η έναρξη της μίσθωσης. Σε όλες τις διατάξεις περιλαμβάνεται η απαίτηση για έγγραφη απόδειξη αλλά σε καμία διάταξη δεν ορίζεται ότι το ιδιωτικό συμφωνητικό της μίσθωσης είναι το έγγραφο -πολλώ δε μάλλον το μοναδικό έγγραφο- από το οποίο αποδεικνύονται η ύπαρξη της μίσθωσης, η έναρξή της και το ποσόν των οφειλόμενων μισθωμάτων, δεδομένου μάλιστα ότι η μισθωτική σύμβαση είναι άτυπη. Γίνεται δεκτό ότι η σύναψη της μίσθωσης μπορεί να προκύπτει με ασφάλεια και από άλλα έγγραφα ή συνδυασμό εγγράφων (βλ ενδεικτικά: Παπαδάκης, Διαταγή Πληρωμής, έκδ. 2012, σ 442-443 και τις εκεί παραπομπές). Αν και η ύπαρξη και προσκόμιση του ιδιωτικού συμφωνητικού, δηλαδή του μισθωτηρίου εγγράφου, δεν ορίζεται νομοθετικά ούτε επιβάλλεται ερμηνευτικά ως απαραίτητη προϋπόθεση έκδοσης των δύο ανωτέρω διαταγών (καταβολής μισθωμάτων και απόδοσης μισθίου), στην πράξη είχε επικρατήσει να προσκομίζεται σχεδόν πάντοτε το έγγραφο αυτό και να αποτελεί μάλιστα το βασικότερο έγγραφο από το οποίο αρχίζει ο αρμόδιος δικαστής την εξέταση των προϋποθέσεων έκδοσης της διαταγής πληρωμής των μισθωμάτων ή απόδοσης του μισθίου. (Γ. Πλαγάκου Έκδοση διαταγής πληρωμής μισθωμάτων – απόδοσης μισθίου με προσκόμιση εκτύπωσης της ηλεκτρονικής δήλωσης της μίσθωσης από τον διαδικτυακό τόπο της ανεξάρτητης αρχής δημοσίων εσόδων ΕλΔικ 60, 1019 επ.). Περαιτέρω η ιδιόχειρη υπογραφή, ως όρος του κύρους του αποδεικτικού εγγράφου, μπορεί μεθοδολογικά να υποκατασταθεί από τελολογικά ή λειτουργικά της ισοδύναμα, που επιτελούν ίδια με αυτήν λειτουργία. Από τη στιγμή λοιπόν που τα ηλεκτρονικά δεδομένα, που κατά τον ορισμό του άρθρου 2 παρ. 1 π.δ. 150/2001 χρησιμεύουν στην απόδειξη της γνησιότητας του ηλεκτρονικού εγγράφου, μπορούν να υποκαταστήσουν λειτουργικά ή τελολογικά την ιδιόχειρη υπογραφή, λόγοι δογματικοί, μεθοδολογικοί και συναλλακτικοί επιβάλλουν το ηλεκτρονικό έγγραφο στο οποίο είναι αυτά προσαρτημένα να έχει την αποδεικτική δύναμη του άρθρου 445 ΚΠολΔ. Αυτήν ακριβώς την εκδοχή υιοθέτησε και η νομολογία, δεχόμενη ότι η ηλεκτρονική διεύθυνση, που καθορίζεται κατά τρόπο μοναδικό από τον ίδιο το χρήστη, επέχει θέση ιδιόχειρης υπογραφής, έστω και εάν δεν έχει την παραδοσιακή μορφή της τελευταίας. Ήδη με τη θέση σε ισχύ, δυνάμει του ν. 3994/2011, των νέων διατάξεων των άρθρων 444 παρ. 2 ΚΠολΔ και 448 παρ. 3 ΚΠολΔ, επιβεβαιώνεται πλέον και νομοθετικά η ανωτέρω θέση. Τα ηλεκτρονικά έγγραφα, ως μηχανικές απεικονίσεις, αναπτύσσουν την αποδεικτική ισχύ των ιδιωτικών εγγράφων, όχι μόνο μέσω της εφαρμογής του π.δ. 150/2001 αλλά και μέσω του άρθρου 448 παρ. 3 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο: «Οι απεικονίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 444 αποτελούν πλήρη απόδειξη με την επιφύλαξη του άρθρου 445 ΚΠολΔ». Με την απόδειξη της γνησιότητας του περιεχομένου της μηχανικής απεικόνισης, κατά το άρθρο 457 παρ. 4 ΚΠολΔ βαρύνεται ο διάδικος που την προσάγει και την επικαλείται. Για παράδειγμα, ο δέκτης του ηλεκτρονικού εγγράφου θα πρέπει να αποδείξει αυτό στάλθηκε από το φερόμενο εκδότη-αποστολέα του. Η απόδειξη της γνησιότητάς της μπορεί να γίνει με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, ακόμα και με μάρτυρες (άρθρο 458 ΚΠολΔ). Σε περίπτωση πάντως που η προσαγόμενη και επικαλούμενη μηχανική απεικόνιση είναι φανερά αλλοιωμένη, γίνεται δεκτό ότι εφαρμόζεται αναλογικά η διάταξη του άρθρου 457 παρ. 1 ΚΠολΔ, με αποτέλεσμα να παρέλκει η διεξαγωγή απόδειξης σχετικά με τη γνησιότητά της. Εφόσον αναγνωρισθεί ή αποδειχθεί η γνησιότητα ηλεκτρονικού εγγράφου, τότε κατά το άρθρο 448 παρ. 3 ΚΠολΔ οι μηχανικές απεικονίσεις, ως προς τις δικαιοπρακτικές δηλώσεις βούλησης που περιέχουν, αποτελούν πλήρη απόδειξη τόσο για την προέλευση των δηλώσεων αυτών όσο και για το περιεχόμενό τους. Είναι επιτρεπτή όμως η ανταπόδειξη (άρθρο 445 ΚΠολΔ) (βλ. Σαρηγιάννη Διπλωματική εργασία Το ηλεκτρονικό έγγραφο ως αποδεικτικό στοιχείο στην πολιτική δίκη δημοσιευμένη στο διαδίκτυο στη σελίδα του ΑΠΘ). Περαιτέρω κατά το άρθρο 245 παρ. 1 του ΚΠολΔ που εφαρμόζεται και στην κατ’ έφεση διαδικασία σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ (ΑΠ 917/2010, ΕφΘεσ 2382/2013 δημ. νόμος, ΕφΠειρ 296/2010 ΕΝΔ 2010, 182), το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει οτιδήποτε μπορεί να συντελέσει στη διάγνωση της διαφοράς και ιδιαίτερα την αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων ή των νόμιμων αντιπροσώπων τους στο ακροατήριο για την υποβολή ερωτήσεων και την παροχή διασαφήσεων σχετικών με την υπόθεση. Η, κατά την παραπάνω διάταξη, διατασσόμενη από το δικαστήριο αυτοπρόσωπη εμφάνιση των διαδίκων στο ακροατήριο, δεν αποτελεί μεν αποδεικτικό μέσο, από τα περιοριστικώς αναφερόμενα στο άρθρο 339 του ΚΠολΔ, αλλά αποσκοπεί σε συνδυασμό με τα άλλα νόμιμα μέσα, στην πληρέστερη διαφώτιση του δικαστηρίου, με την υποβολή ερωτήσεων και την παροχή διασαφήσεων από τους διαδίκους, στα τυχόν αμφίβολα και διφορούμενα περιστατικά, που αποτέλεσαν αντικείμενο απόδειξης, ώστε μετά από τη συνεκτίμηση των διασαφήσεων, οι οποίες δόθηκαν, να διαγνωσθεί ασφαλέστερα η διαφορά, αφού, σε διαφορετική περίπτωση της μη δηλαδή δυνατότητας συνεκτίμησης των διασαφήσεων, η διάταξη του άρθρου 245 παρ. 1 ΚΠολΔ θα ήταν κενή περιεχομένου (ΑΠ 396/2011, ΑΠ 917/2010 δημ. νομος).
Με την εκκαλουμένη απόφαση έγινε δεκτός ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του σχετικός λόγος ανακοπής σύμφωνα με τον οποίο η σύμβαση μίσθωσης, με βάση την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, δεν αποδεικνυόταν από έγγραφα σύμφωνα με το άρθρο 637 του ΚΠολΔ, διότι ο δεύτερος νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης ουδέποτε έθεσε ιδιόχειρα την υπογραφή του στο από 27.6.2017 μισθωτήριο που προσκομίστηκε κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής, και ούτε αποδέχθηκε την με αριθμό …./20.7.2017 ηλεκτρονική δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας της πρώτης εκκαλούσας, ούτε τη με αριθμό ……/20.7.2017 ηλεκτρονική δήλωση πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας του δευτέρου εκκαλούντος.
Ακολούθως στη συγκεκριμένη περίπτωση από όλο το προσκομιζόμενο αποδεικτικό υλικό δηλαδή την εξέταση του μάρτυρα των εκκαλούντων που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και όλα τα προσκομιζόμενα έγγραφα που λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Οι εκκαλούντες, με την από 6.12.2019 αίτησή τους, η οποία κατατέθηκε στην Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης ………../6.12.2019, ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εφεσίβλητοι: α) να τους αποδώσουν την χρήση δύο ισογείων καταστημάτων που βρίσκονται στον Πειραιά επί της συμβολής των οδών ……… και ………. και β) να τους καταβάλουν εις ολόκληρο το ποσό των 14.748 ευρώ για οφειλόμενα μισθώματα με τον νόμιμο τόκο από την επομένη λήξεως της προθεσμίας καταβολής εκάστου μισθώματος και μέχρι την εξόφληση. Για το λόγο αυτό προσκόμισαν α) το από 27.06.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μισθώσεως β) τις αποδείξεις υποβολής δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας με αριθμό ……./20.07.2017 για την πρώτη εκκαλούσα και με αριθμό ……./20.07.2017 για τον δεύτερο εκκαλούντα γ) τις με αριθμό ……./22.04.2019 και ……/22.04.2019 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή ………. δ) τις με αριθμό ……../30.10.2019 και . …./30.10.2019 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή ……………. περί έγγραφης όχλησης της μισθώτριας (πρώτης εφεσίβλητης) και του εγγυητή (δευτέρου εφεσιβλήτου – και νομίμου εκπροσώπου της πρώτης) για καταβολή των καθυστερούμενων μισθωμάτων 15 τουλάχιστον ημέρες πριν από την κατάθεση της αιτήσεως. Στη συνέχεια με τη με αριθμό …./2020 προσβαλλόμενη διαταγή απόδοσης μισθίου και καταβολής μισθωμάτων του αρμοδίου Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, πράγματι υποχρεώθηκε η πρώτη εφεσίβλητη να αποδώσει στους ήδη εκκαλούντες την χρήση του ως άνω μισθίου και επιπλέον υποχρεώθηκαν οι εφεσίβλητοι να καταβάλουν εις ολόκληρο στους καθ’ ων το ως άνω ποσό για οφειλόμενα μισθώματα με τον νόμιμο τόκο από την επομένη λήξεως της προθεσμίας καταβολής εκάστου μισθώματος.
Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι εκκαλούντες με τους πέντε συναφείς λόγους εφέσεως ισχυρίζονται ότι η σκαναρισμένη υπογραφή του δευτέρου εφεσιβλήτου εγγυητή και νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εφεσίβλητης μισθώτριας, τόσο στη θέση της υπογραφής της μισθώτριας όσο και στη θέση του εγγυητή, τέθηκαν κατ’εντολή του δευτέρου εφεσιβλήτου και σύμφωνα με την πρακτική αυτής (λόγω της απουσίας του από την έδρα της κατά το χρόνο κατάρτισης του ιδιωτικού συμφωνητικού μισθώσεως) και ότι στη συνέχεια αφού και οι ίδιοι οι εκκαλούντες υπέγραψαν το μισθωτήριο το απέστειλαν σε δύο πρωτότυπα στην πρώτη εφεσίβλητη. Ότι συνεπώς το ιδιωτικό συμφωνητικό επαγγελματικής μισθώσεως ήταν νόμιμα καταρτισμένο και ότι νομίμως και σύμφωνα με την αρχή της έγγραφης απόδειξης εκδόθηκε σε βάρος των εφεσιβλήτων η με αριθμό …./2020 διαταγή απόδοσης χρήσης µισθίου και καταβολής µισθωµάτων του Δικαστή του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και ότι κατά κατάχρηση δικονομικού δικαιώματος πλέον οι εφεσίβλητοι προσέβαλαν το κύρος της προαναφερόμενης διαταγής απόδοσης μισθίου. Μάλιστα επικαλούνται και προσκομίζουν (σχετ. 15) το απ 25.7.2019 ηλεκτρονικό μήνυμα του δευτέρου εκκαλούντος προς την ηλεκτρονική διεύθυνση ………….. με το οποίο αυτός φαίνεται ότι γνωστοποιεί στην παραπάνω ηλεκτρονική διεύθυνση το ύψος των οφειλόμενων από την πρώτη εφεσίβλητη μισθωμάτων για το έτος 2018 και ισχυρίζονται ότι έλαβαν ηλεκτρονικά απάντηση στις 7.8.2019 από την ίδια ηλεκτρονική διεύθυνση …………. με βάση την οποία φυσικό πρόσωπο με στοιχεία ……….. τους δηλώνει για λογαριασμό της πρώτης εφεσίβλητης ότι δεν πρέπει να ανησυχούν και ότι τα οφειλόμενα από την πρώτη εφεσίβλητη μισθώματα του έτους 2018 θα καταβληθούν κανονικά και τους προτρέπει να σφραγίσουν σχετική επιταγή. Οι εφεσίβλητοι αρνούνται τη γνησιότητα του προαναφερόμενου ηλεκτρονικού μηνύματος ότι δηλαδή απεστάλη από το ……… διαχειριστή της …………. ., η οποία εταιρία εκθέτουν πάντως ότι με βάση τον όρο 11 του από 11.6.2010 μεταξύ τους ιδιωτικού συμφωνητικού τους μεταβίβασε τη μίσθωση που αυτή είχε συνάψει με τους εκκαλούντες. Τονίζουν δε ότι το παραπάνω ηλεκτρονικό μήνυμα δεν είναι γνήσιο διότι διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ………… δεν υπάρχει. Επομένως στο στάδιο αυτό οι εκκαλούντες δεν αποδεικνύουν, όπως έχουν το βάρος σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, ότι το προαναφερόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα προέρχεται από τον καθ’ομολογία των εφεσιβλήτων διαχειριστή της ……………, προηγούμενης μισθώτριας όπως συνομολογείται από τα διάδικα μέρη και ότι επομένως υπάρχει αιτιώδης αναγνώριση χρέους της πρώτης εφεσίβλητης ως προς τα οφειλόμενα για το έτος 2018 μισθώματα. Όμως οι εκκαλούντες προσκομίζουν επιπλέον μετ’επικλήσεως το σχετικό 2, το οποίο εστάλη μετά από ηλεκτρονική επικοινωνία της συνηγόρου τους με την ιδιωτική εταιρία παροχής ηλεκτρικής ενέργειας ……………. από την ηλεκτρονική της διεύθυνση …………….. και από το οποίο προκύπτει σε πρώτη ανάγνωση ότι το επίδικο από 27.6.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως χρησιμοποιήθηκε από την πρώτη εφεσίβλητη προκειμένου να ηλεκτροδοτηθεί το μίσθιο στη σύνδεση ………… Σημειώνεται ότι η πρώτη εφεσίβλητη αρνείται κατηγορηματικά ότι συνήφθη αυτή η σύμβαση μισθώσεως και ισχυρίζεται ότι κατείχε (πριν την έξωση της) το ακίνητο δυνάμει άλλης ενοχικής σχέσεως και ειδικότερα δυνάμει της μονομερούς μεταβίβασης μισθωτικής σχέσης από την πρώην μισθώτρια ………….., στην οποία πράγματι οι εκκαλούντες είχαν εκμισθώσει το επίδικο μίσθιο. Όμως στην περίπτωση που έχει χρησιμοποιηθεί από την πρώτη εφεσίβλητη το προαναφερόμενο από 27.6.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως με βάση το οποίο εξεδόθη η με αριθμό ……../2020 διαταγή απόδοσης χρήσης µισθίου και καταβολής µισθωµάτων του Δικαστή του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, έχει βασιμότητα ο ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι η σκαναρισμένη υπογραφή του δευτέρου εφεσιβλήτου εκπροσώπου της τόσο στη θέση της υπογραφής της μισθώτριας όσο και στη θέση του εγγυητή τέθηκαν κατ’εντολή του νομίμου εκπροσώπου της και σύμφωνα με την πρακτική αυτής, με αποτέλεσμα να πληρούται η αρχή της έγγραφη απόδειξης που απαιτεί το άρθρο 637 του ΚΠολΔ για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, σε συνδυασμό και με τα υπόλοιπα έγγραφα που στη συγκεκριμένη περίπτωση προσκομίζονται (μηνύματα ηλεκτρονικής επικοινωνίας κλπ). Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι με το άρθρο 25 παρ. 1 περ. γ του ν. 4624/2019 η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από ιδιωτικούς φορείς για σκοπό διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχουν συλλεχθεί επιτρέπεται, μεταξύ άλλων, εφόσον είναι απαραίτητη για τη θεμελίωση, άσκηση ή υποστήριξη νομικών αξιώσεων, εκτός και εάν υπερτερεί το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων να μην τύχουν επεξεργασίας τα δεδομένα αυτά. Επομένως μη νομίμως οι εφεσίβλητοι παραπονούνται για την αποστολή της πρώτης σελίδας του μισθωτηρίου που χρησιμοποιήθηκε στην πληρεξούσια δικηγόρο των εκκαλούντων (η οποία στη συνέχεια το προσκόμισε σε αυτό το δικαστήριο) περί παράνομης επεξεργασίας των δεδομένων αυτών. Τούτο διότι δεν προέβαλαν λόγους από τους οποίους να αποδεικνύεται ότι έχουν υπέρτερο συμφέρον να μην τύχουν επεξεργασίας τα παραπάνω δεδομένα. Κατόπιν όλων των προαναφερόμενων πρέπει στη συγκεκριμένη περίπτωση για τη δημιουργία ασφαλέστερης δικανικής πεποίθησης, να αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως και να διαταχθεί όπως εμφανισθούν αυτοπροσώπως ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού οι εκκαλούντες και ο δεύτερος εφεσιβλητος νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης εφεσίβλητης …………… ή o νόμιμος αναπληρωτής αυτού για να υποβληθούν σε αυτούς ερωτήσεις και για να παράσχουν αυτοί διασαφήσεις επί της υπό κρίση υποθέσεως και προκειμένου τα διευκρινιστούν τα παρακάτω: α) αν η σκαναρισμένη υπογραφή του δευτέρου εφεσιβλήτου εκπροσώπου της πρώτης εφεσίβλητης, τόσο στη θέση της υπογραφής της μισθώτριας όσο και στη θέση του εγγυητή που εμφαίνονται στο από 27.6.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως που φέρεται να καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων μερών και να προσκομίστηκε για την έκδοση της με αριθμό ………./2020 διαταγή απόδοσης χρήσης µισθίου και καταβολής µισθωµάτων του Δικαστή του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τέθηκαν κατ’εντολή του δευτέρου εφεσίβλήτου νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εφεσίβλητης και σύμφωνα με την πρακτική αυτής, και β) αν το αμέσως προαναφερόμενο ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως προσκομίστηκε από αυτούς σε οποιαδήποτε εταιρία παροχής ρεύματος προκειμένου να ηλεκτροδοτηθεί το μίσθιο που περιγράφεται στο από 27.6.2017 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως, δηλαδή τα δύο ισόγεια καταστήματα κυριότητας εκκαλούντων που βρίσκονται στον Πειραιά επιφανείας 42,22 τμ και 24,45 τμ, αντίστοιχα επί της διασταύρωσης των οδών …….. και ………. με είσοδο από την ………, τα οποία έχουν συνενωθεί σε ένα, αποτελούν ενιαίο χώρο. Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται, διότι η παρούσα απόφαση είναι μη οριστική (ΕφΑθ 458/2019 δημ. νόμος).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων την από 18.1.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2021 έφεση, κατά της με αριθμό 3299/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση
Αναβάλλει να αποφασίσει οριστικώς
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτοπροσώπως των εκκαλούντων και του δευτέρου εφεσιβλήτου νόμιμου εκπροσώπου της πρώτης εφεσίβλητης ………… ή του νομίμου αναπληρωτή αυτού προς υποβολή προς αυτούς ερωτήσεων και παροχή διασαφήσεων επί της υπό κρίση υποθέσεως, αναφορικά με τα ζητήματα που μνημονεύονται στο σκεπτικό.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 10 Ιανουαρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ