Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 614/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός απόφασης  614/2021

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

                      Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Δανιήλ, Εφέτη – Εισηγήτρια, Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ………. για να δικάσει τις κάτωθι αναφερόμενες υποθέσεις μεταξύ:

Α. Της αιτούσας: ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας ………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Μπούτσικο.

Των καθ’ων η αίτηση: 1)   ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας ………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Παντελίδη, 2)   ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……….. η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 3)  ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………. η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 4)   ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……….. η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 5) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Αρετή Χαλκίδη, 6)   ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……. η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, και 7)  αλλοδαπής τραπεζικής εταιρείας …………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Ασημίνα – Σοφία Χαιροπούλου.

Β. Της αιτούσας: ασφαλιστικής εταιρείας ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Μπούτσικο.

Των καθ’ων η αίτηση: 1) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………, η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………, η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 3)   ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Αρετή Χαλκίδη, και 4) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας …………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Παντελίδη.

Η αιτούσα  ζήτησε να γίνει δεκτή η από 6.5.2021 αίτησή της (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……../12.5.2021), την οποία άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, και η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η αυτή ως άνω αιτούσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 24.5.2021 αίτησή της (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…../25.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……../31.5.2021), την οποία επίσης άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, και η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση ομοίως για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, τα οποία συνεκφωνήθηκαν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, οι ανωτέρω πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρασταθέντων διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους, τους οποίους εξέθεσαν και στα έγγραφα σημειώματα που κατέθεσαν, πλην της πληρεξουσίας δικηγόρου της αλλοδαπής τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «……..», η οποία εμφανίσθηκε μεν κατά την προαναφερθείσα δικάσιμο, αλλά δεν κατέθεσε σημείωμα.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι κάτωθι αναφερόμενες αιτήσεις: α) Η στηριζόμενη στο άρθρο 724 παρ.2 του ΚΠολΔ από 6.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……../7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……./12.5.2021) αίτηση της αιτούσας – ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας – περί αναστολής εν όλω της ενέργειας τελεσίδικης απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία επιδικάσθηκε χρηματική απαίτηση στην εταιρεία με την επωνυμία «….. .» εκχωρηθείσα ακολούθως στην πρώτη καθ’ης, ομοίως ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, σε βάρος της, και με βάση την οποία, ως τίτλο, επιβλήθηκε στη συνέχεια από την ως άνω δανείστριά της εις χείρας των λοιπών των καθ’ων – ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών – ως τρίτων το ασφαλιστικό μέτρο της συντηρητικής κατάσχεσης περιουσιακών της στοιχείων (των κατατεθέντων χρημάτων στους τηρούμενους στις εν λόγω τράπεζες λογαριασμούς της) για το ποσό του 1.082.562.19 ευρώ, και περί ολικής ανάκλησης της ανωτέρω συντηρητικής κατάσχεσης στους τραπεζικούς λογαριασμούς της, ελλείψει τίτλου για το ασφαλιστικό αυττό μέτρο σε σχέση με το σύνολο του προαναφερθέντος ποσού, για το οποίο επιβλήθηκε, αλλά και εξαιτίας της εγνωσμένης φερεγγυότητάς της, και, συνεπώς, της ανυπαρξίας επικείμενου κινδύνου ως απαιτούμενης προϋπόθεσης λήψης του εν λόγω ασφαλιστικού μέτρου, μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ασκηθείσας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και ενσωματωθείσας στο δικόγραφο της ένδικης αίτησης ανακοπής της, στρεφομένης κατά των αυτών καθ’ων, του άρθρου 702 του ΚΠολΔ, και β) η από 24.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./25.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……./31.5.2021) αίτηση της ιδίας αιτούσας, με αίτημα τον εξαναγκασμό των καθ’ων η αίτηση αυτή ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών σε συμμόρφωση προς τη χορηγηθείσα στην αιτούσα ενόψει της συζήτησης της υπό στοιχεία α΄ αίτησής της προσωρινή διαταγή του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία περιορίσθηκε, προσωρινά και μέχρι τη συζήτηση της πρώτης αίτησης, η επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση μόνον στα χρηματικά διαθέσιμα του λογαριασμού, που διατηρεί στην τράπεζα «……..», και μέχρι του ποσού των 550.000 ευρώ, και ανεστάλη η εκτέλεση της απόφασής του, ως τίτλου για την επιβολή του ως άνω εξασφαλιστικού μέτρου, αναφορικά με τα υπόλοιπα των καταθέσεών της στις λοιπές τράπεζες, μεταξύ των οποίων και στις καθ’ων, που δυστροπούν να αποδεσμεύσουν τα αντίστοιχα ποσά, οι οποίες (αιτήσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και μείωση των εξόδων (άρθρο 246 και 524 παρ.1 εδαφ.α΄του ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ.1 και 2 του άρθρου 724 ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πέμπτο παρ.2 του N. 4335/2015 [ΦΕΚ Α΄87/23.7.2015, με έναρξη ισχύος την 1η.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 Ν. 4335/2015)] ο δανειστής μπορεί με βάση οριστική απόφαση, καθώς και με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων, να ζητήσει εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση, ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί με τη διαταγή πληρωμής. Το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση ή τη διαταγή πληρωμής μπορεί με αίτηση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται και κατά τη διαδικασία του άρθρου 702 παρ.1, να αναστείλει ολικά ή εν μέρει την εκτέλεση των ασφαλιστικών μέτρων που αναφέρονται στην παρ.1, αν πιθανολογείται η εξόφληση ή η ανυπαρξία, ολική ή εν μέρει, της απαίτησης, για την οποία έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση ή η διαταγή πληρωμής, ή να περιορίσει την εκτέλεση σε ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, αν πιθανολογείται ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για την εξασφάλιση της απαίτησης. Από την παραπάνω διάταξη, όπως αυτή ήδη ισχύει, μετά την τροποποίησή της με το Ν. 4335/2015, προκύπτει ότι τίτλο για την αυτοδύναμη εκ μέρους του δανειστή επιβολή και του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης, ως εξασφαλιστικό μέτρο για την ικανοποίηση της απαίτησης που του επιδικάσθηκε, αποτελεί και η οριστική απόφαση που δεν είναι προσωρινώς εκτελεστή, μόλις εκδοθεί, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη επίδοσή της στον οφειλέτη. Περαιτέρω, σε περίπτωση αυτοδύναμης επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης με τίτλο οριστική απόφαση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 724 παρ. 1 του ΚΠολΔ, το δικαστήριο που την εξέδωσε, σε περίπτωση δε άσκησης ενδίκων μέσων το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, μπορεί, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, εκείνου δηλαδή κατά του οποίου εκδόθηκε η οριστική απόφαση, να διατάξει, κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, την αναστολή της ενέργειάς της (της οριστικής απόφασης) – ολικά ή εν μέρει – ως τίτλου για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης και την ανάκλησή της, εφόσον έχει υλοποιηθεί η αυτοδύναμη επιβολή του ως άνω εξασφαλιστικού μέτρου, αν πιθανολογείται η εξόφληση του οφειλόμενου ποσού ή η ανυπαρξία (ολική ή μερική) της απαίτησης, για την οποία έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση (ΣυμβΑΠ 182/2019 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Ο νεωτερισμός που επέφερε ο ν. 4335/2015 είναι ότι προσέθεσε ως τίτλο για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης την οριστική δικαστική απόφαση επιπλέον, τόσο του τίτλου της διαταγής πληρωμής, που προβλέπει και προέβλεπε η διάταξη και πριν την τροποποίησή της, όσο και της δικαστικής απόφασης, που διατάσσει την εγγραφή της προσημείωσης, ή την επιβολή της συντηρητικής κατάσχεσης, και που τα άρθρα 706 και 707 επ. του ΚΠολΔ τις ρυθμίζουν ως ασφαλιστικά μέτρα, αν συντρέξουν οι κατά νόμο προϋποθέσεις για την επιβολή ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 682 του ΚΠολΔ). Ενόψει του ότι η διαταγή πληρωμής δεν παρουσιάζει περισσότερα εχέγγυα ορθής κρίσης από την οριστική απόφαση που δέχθηκε την αγωγή και διέγνωσε την ισχύ της επικαλούμενης χρηματικής αξίωσης του δανειστή, αλλά απεναντίας υπάρχει υπεροχή της τελευταίας, κρίθηκε αναγκαία από τον νομοθέτη η εισαγωγή της υφιστάμενης ρύθμισης με την οποία καθιερώνεται και η οριστική απόφαση ως τίτλος για την αυτοδύναμη εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης (βλ. σχετ. αιτ. εκθ. του ν. 4335/2015). Ο οφειλέτης όμως και στην περίπτωση αυτή δύναται να αμυνθεί ασκώντας την προβλεπόμενη κατ’άρθρο άρθρο 724 παρ.2 του ΚΠολΔ αίτηση αναστολής της εκτέλεσης της συντηρητικής κατάσχεσης για συγκεκριμένους όμως πλέον και ρητά προβλεπόμενους στο άρθρο αυτό λόγους, ενώπιον του δικαστηρίου, που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής, το οποίο και θα εκδικάσει την εν λόγω αίτηση κατά τη διαδικασία του άρθρου 702 του ΚΠολΔ. Ειδικότερα, το δικαστήριο προκειμένου να χορηγήσει την αιτηθείσα αναστολή πρέπει να πιθανολογήσει την εξόφληση ή την ανυπαρξία της χρηματικής απαίτησης για την οποία εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής. Σε περίπτωση μερικής εξόφλησης ή μερικής ανυπαρξίας της απαίτησης, δύναται να διατάξει μερική αναστολή, τον περιορισμό δηλαδή αντίστοιχα του ποσού για το οποίο επιβλήθηκε η συντηρητική κατάσχεση. Αν δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την ολική αναστολή εκτέλεσης των ασφαλιστικών μέτρων, που έχουν ως τίτλο διαταγή πληρωμής ή οριστική απόφαση, η διάταξη της παρ.2 του άρθρου 724 ΚΠολΔ, παρέχει την δυνατότητα στο δικαστήριο, ανεξάρτητα από την όποια δυνατότητα μερικής αναστολής της εκτέλεσής τους ή και παράλληλα με αυτή, να περιορίσει τιην εκτέλεσή τους σε ορισμένα μόνον περιουσιακά στοιχεία, εφόσον πείθεται ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για την εξασφάλιση της απαίτησης. Ο όρος «αναστολή» του ασφαλιστικού μέτρου, που χρησιμοποιείται στην προκειμένη διάταξη (724 παρ. 2 ΚΠολΔ) έχει την έννοια της ανάκλησης του ασφαλιστικού μέτρου (Β.Βαθρακοκοίλη, ΕρμΚΠολΔ, άρθρ. 724, αριθμ. 9). Όμοια είναι και η δυνατότητα που παρέχεται από την διάταξη του άρθρου 702 παρ.3 ΚΠολΔ προκειμένου για ασφαλιστικά μέτρα που επιβλήθηκαν ή πρόκειται να επιβληθούν σε εκτέλεση σχετικής απόφασης. Η ρύθμιση των άρθρων 702 παρ.3 και 724 παρ.2, αποτελεί ειδική εκδήλωση των άρθρων 116 ΚΠολΔ και 692 παρ.3 ΚΠολΔ, που καθιερώνουν αντίστοιχα την τήρηση των κανόνων της καλής πίστης και το ανεπίτρεπτο λήψης από το δικαστήριο περισσότερων ασφαλιστικών μέτρων από όσα είναι αναγκαία. Εξάλλου, με δεδομένο ότι τα ασφαλιστικά μέτρα αποσκοπούν, σύμφωνα με τη γενική διάταξη του άρθρου 682 παρ.1 του ΚΠολΔ, στην εξασφάλιση ή διατήρηση δικαιώματος ή τη ρύθμιση μιας κατάστασης για να αντιμετωπισθεί επείγουσα περίπτωση, ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η κατ’ άρθρο 724 παρ. 2 του ΚΠολΔ αναστολή εκτέλεσης των ασφαλιστικών μέτρων, που στηρίζονται σε οριστική απόφαση [για την ταυτότητα δε του νομικού λόγου και η ανάκληση αυτών (ασφαλιστικών μέτρων)], δικαιολογείται όχι μόνον όταν η ασφαλιζόμενη απαίτηση έχει εξοφληθεί ή είναι ανύπαρκτη, αλλά και όταν δεν πιθανολογείται επικείμενος κίνδυνος ή επείγουσα περίπτωση για την επιβολή τους (ΕφΔωδ 158/2019 Αρμ 2019.733, ΕφΛαρ 6/2019 ΕφΑΔ 2019.87, ΕφΘεσ 2480/2017 Αρμ 2017.1737). Συγκεκριμένα, ο ως άνω επικείμενος κίνδυνος (βλ. και άρθρ. 682 § 1 του ΚΠολΔ) αποτελεί προϋπόθεση επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης, ανεξάρτητα από αν η τελευταία επιβάλλεται κατόπιν δικαστικής απόφασης που την διατάσσει (άρθρο 707 του ΚΠολΔ), ή αυτοδύναμα δυνάμει διαταγής πληρωμής ή οριστικής απόφασης, κατ’ άρθρ.724 του ΚΠολΔ, η δε έλλειψη επικείμενου κινδύνου στην τελευταία περίπτωση θα αποδεικνύεται από τον οφειλέτη στο πλαίσιο αίτησης ανάκλησης του ασφαλιστικού μέτρου. Δε μπορεί να θεωρηθεί δε ότι αποτελεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση πιθανή μεταβολή στο μέλλον της περιουσιακής κατάστασης κάποιου προσώπου, γιατί με τέτοια εκδοχή θα δικαιολογούνταν η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, και μάλιστα με τη μορφή της συντηρητικής κατάσχεσης, σε κάθε εκκρεμή αγωγή, ενόψει της ενδεχόμενης, κατά την κοινή πείρα και λογική, μεταβολής ή ελάττωσης της περιουσιακής κατάστασης του διαδίκου ενώ ούτε η ελαττωμένη περιουσιακή κατάσταση του καθ` ου αρκεί για να δικαιολογήσει τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης. Απαιτώντας, συνεπώς, ο νόμος επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα πέριπτωση, εννοεί προφανώς την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης για έκτακτη δικαστική προστασία του διαδίκου, δικαιολογημένη από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών και συγκεκριμένα κινδύνου ματαίωσης της ικανοποίησης της απαίτησης, λόγω πιθανολόγησης αποξένωσης του οφειλέτη απο την κατασχετήρια περιουσία του, έτσι ώστε να είναι αδύνατη στο μέλλον η επίσπευση εναντίον του αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν κάποτε ο δανειστής θα αποκτήσει τίτλο εκτελεστό, μετά τον τερματισμό της διαγνωστικής δίκης ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής, ως τέτοιας νοουμένης εκείνης, η οποία χρήζει άμεσης ρύθμισης με δικαστική παρέμβαση, λόγω ανάγκης για ταχεία προστασία του ουσιαστικού δικαιώματος, το οποίο πρέπει να ασφαλισθεί από το δικαιούχο, για να μην προξενηθεί, από τη βραδύτητα της επίλυσης της διαφοράς, ουσιώδης και αναπότρεπτος κίνδυνος (ΕφΑνΚρ 57/2021, ΕφΔωδ 98/2020, ΕφΑΘ 300/2019, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, η κρατούσα και εν προκειμένω υποστηριζόμενη γνώμη δέχεται ότι εφόσον επιτρέπεται η συντηρητική κατάσχεση ή εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, κατ’άρθρο 724 ΚΠολΔ με τίτλο οριστική απόφαση, το ίδιο αυτό ασφαλιστικό μέτρο μπορεί να επιβληθεί κατά την ανωτέρω διάταξη και με τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Ενισχυτικό της δυνατότητας λήψης αυτοδύναμων ασφαλιστικών μέτρων με τίτλο τελεσίδικη απόφαση αποτελεί και το πρόσθετο επιχείρημα ότι, εφόσον δύναται να ανασταλεί η αναγκαστική εκτέλεση, που επισπεύδεται δυνάμει τελεσίδικης απόφασης με την άσκηση έκτακτου ενδίκου μέσου (αναψηλάφηση ή αναίρεση), τότε θα πρέπει η τελεσίδικη δικαστική απόφαση να εξομοιωθεί με τη διαταγή πληρωμής και την οριστική απόφαση των οποίων έχει ανασταλεί η εκτελεστότητα (άρθρ. 632 § 3, 912 του ΚΠολΔ), ώστε να αποτελεί τίτλο επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης (βλ. σχετ. ΕφΛαρ 190/2020 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Επισημαίνεται ότι η τελεσιδικία της καταψηφιστικής για τη χρηματική απαίτηση απόφασης δεν εμποδίζει μεν την αυτοδύναμη επιβολή μ’αυτή συντηρητικής κατάσχεσης, όμως αυτή θα ισχύει αυτοδικαίως ως αναγκαστική στην περίπτωση του άρθρου 722 § 1 του ΚΠολΔ. Στην περίπτωση δε που η τελεσιδικία της απόφασης ανατραπεί με την ευδοκίμηση έκτακτου ένδικου μέσου κατ’αυτής, ανατρέπεται και η τροπή της συντηρητικής κατάσχεσης σε αναγκαστική και αυτή αναβιώνει ως συντηρητική, εφόσον η αυτοδύναμη επιβολή της μπορεί να στηριχθεί στην πρωτόδικη απόφαση (βλ. σχετ. ΕφΑιγ 16/2021 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, από το άρθρο 421 του ΑΚ, που ορίζει ότι αν ο οφειλέτης, για να ικανοποιήσει το δανειστή, αναλάβει απέναντί του νέα υποχρέωση αυτή δεν θεωρείται ότι έγινε αντί καταβολής, εκτός αν προκύπτει σαφώς το αντίθετο, σε συνδυασμό με το άρθρο 455 του ίδιου Κώδικα για την εκχώρηση, συνάγεται σαφώς ότι η εκχώρηση της απαίτησης μπορεί να έχει ως αιτία την ικανοποίηση του εκδοχέα ως δανειστή του εκχωρητή χρηματικής απαίτησης. Μάλιστα, εφόσον προκύπτει, σαφώς ότι αυτή έγινε σε αντικατάσταση του χρέους προς τον εκδοχέα, δηλαδή αντί καταβολής, τότε επέρχεται απόσβεση του χρέους αυτού (βλ.σχετ. ΑΠ 1537/2004 ΕλλΔνη 2005.772).

Όπως προκύπτει από τις υπ’αριθμ….΄/13.5.2021, ….΄/13.5.2021, …΄/13.5.2021, …΄/13.5.2021 εκθέσεις επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικής Επιμελήτριας ……, που προσκομίζει η αιτούσα,  ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση από 6.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……/7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……./12.5.2021), αίτησής της του άρθρου 724 παρ.2 του ΚΠολΔ, με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στις δεύτερη, τρίτη, τέταρτη και έκτη των καθ’ων αντίστοιχα ανώνυμες τραπεζικές εταιρείες με την επωνυμία «……….», «……..», «………», και «………..», (άρθρα 122, 123, 124, 126 και 127 του ΚΠολΔ). Επομένως, οι ανωτέρω διάδικοι, οι οποίες, κατά τη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, ήταν απούσες και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο πρέπει να δικαστούν ερήμην, αλλά η υπόθεση θα εξετασθεί σαν να ήταν και αυτές παρούσες, διότι εκδικάζεται κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, όπως προεκτέθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης (άρθρα 270 παρ.1, 682 επ., 686 παρ.2, 4 και 724 παρ.2 του ΚΠολΔ, Π. Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, εκδ. 1985, σελ. 50).

Η αιτούσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την από 6.5.2021 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……/12.5.2021) αίτησή της, που άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ισχυρίσθηκε ότι η πρώτη των καθ’ων, ομοίως ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………», για την εξασφάλιση χρηματικής απαίτησής της, που επιδικάσθηκε με την υπ’αριθμ. 88/2020 τελεσίδικη απόφαση του Δικαστηρίου τούτου στην εταιρεία με την επωνυμία «………….», και στη συνέχεια μεταβιβάσθηκε σ’αυτήν δυνάμει εγγράφως μεταξύ τους καταρτισθείσας σύμβασης εκχώρησης, σε βάρος της ιδίας (της αιτούσας), προέβη στην επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης για το ποσό του 1.082,562,19 ευρώ, εις χείρας των λοιπών των καθ’ων, ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών, ως τρίτων, επί των ποσών των χρηματικών καταθέσεών της στους κάθε είδους τηρούμενους στις ανωτέρω τράπεζες λογαριασμούς της. Ότι όσον αφορά την προαναφερθείσα συντηρητική κατάσχεση έχει ασκήσει σε βάρος των νυν καθ’ων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ανακοπή, το δικόγραφο της οποίας έχει συμπεριλάβει αυτούσιο στην ένδικη αίτηση, ζητώντας την ακύρωσή της, κατ’εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 702 του ΚΠολΔ. Ότι η εκχωρηθείσα στην πρώτη των καθ’ων απαίτηση, που επιδικάσθηκε στην εκχωρήτρια εταιρεία με την ανωτέρω δικαστική απόφαση, ανέρχεται κατά κεφάλαιο στο ποσό των 430.000 ευρώ, η τοκοφορία του οποίου δεν έχει εισέτι εκκινήσει, πλέον δικαστικής δαπάνης, ποσού 14.000 ευρώ, καθώς και ότι η επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης επί των χρηματικών διαθεσίμων υπολοίπων της σε όλες τις τράπεζες της ημεδαπής, στις οποίες διατηρεί λογαριασμούς, και μάλιστα για ποσό υπερπολλαπλάσιο αυτού της σε βάρος της απαίτησης, όπερ εκ του νόμου συνεπάγεται τη δέσμευση των αντίστοιχων ποσών των καταθέσεών της, διαταράσσει σημαντικά την εύρυθμη λειτουργία της, και συγκεκριμένα προκαλεί ανυπέρβλητη δυσχέρεια στην προσήκουσα εκπλήρωση των υποχρεώσεών της έναντι των ασφαλισμένων της, ως προς τους οποίους έχει επέλθει ο ασφαλιστικός κίνδυνος, και οι οποίοι διατηρούν αξιώσεις σε βάρος της για την καταβολή της συμφωνηθείσας ασφαλιστικής αποζημίωσης, έναντι των εργαζομένων της, των κάθε είδους συνεργατών και πρακτόρων της, του Ελληνικού Δημοσίου και των ασφαλιστικών φορέων, καθώς μειώνει την απαραίτητη για την αποπληρωμή των πάσης φύσης οφειλών της ρευστότητά της, σε συνδυασμό με την εγνωσμένη φερεγγυότητά της, όντας μία καθιερωμένη πλέον εταιρεία στην οικεία ασφαλιστική αγορά, (η 6η μεγαλύτερη στην Ελλάδα από πλευράς μεγέθους), που παρουσίασε αύξηση για το έτος 2020 στην παραγωγή ασφαλίστρων και σε ίδια κεφάλαια σε σχέση με το προηγούμενο έτος,  και την ισχυρή κεφαλαιακή της επάρκεια,  τελώντας υπό την εποπτεία και τον έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τα ειδικότερα στο δικόγραφο εκτιθέμενα, με αποτέλεσμα η απαίτηση της πρώτης καθ’ης να είναι πλήρως εξασφαλισμένη και η ικανοποίησή της στο μέλλον να παρίσταται βέβαιη, μη συντρέχουσας, συνακόλουθα, της απαιτούμενης προϋπόθεσης του επικείμενου κινδύνου για την επιβολή και πλέον τη διατήρηση της ισχύος του εν λόγω ασφαλιστικού μέτρου, το οποίο της επιφέρει (της αιτούσας) σοβαρή βλάβη στην άσκηση της επιχειρηματικής της δραστηριότητας. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε να ανασταλεί ολικά η ενέργεια της προαναφερθείσας απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου ως τίτλου για την αυτοδύναμη επιβολή από την πρώτη των καθ’ων της επίμαχης συντηρητικής κατάσχεσης εις χείρας των λοιπών εξ αυτών ως τρίτων,  και να ανακληθεί το συγκεκριμένο ασφαλιστικό μέτρο, μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ανακοπής της, ώστε να αποδεσμευθούν στο σύνολό τους τα αντίστοιχα ποσά των καταθέσεών της στους τηρούμενους στις ανωτέρω τράπεζες λογαριασμούς της. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η ανωτέρω αίτηση παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο προς εκδίκασή της, ως το Δικαστήριο, που εξέδωσε την (τελεσίδικη) απόφαση, με την οποία ως τίτλο επιβλήθηκε από την πρώτη των καθ’ων συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων της αιτούσας, κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ., 702 και 724 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, ως προς την πρώτη των καθ’ων ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “…………”, που επέβαλε τη συντηρητική κατάσχεση προς εξασφάλιση της ικανοποίησης χρηματικής απαίτησής της σε βάρος της αιτούσας, ενώ ως προς τις λοιπές εξ αυτών, ανώνυμες τραπεζικές εταιρείες, εις χείρας των οποίων ως τρίτων επιβλήθηκε το ανωτέρω ασφαλιστικό μέτρο επί των ποσών των χρηματικών καταθέσεων της αιτούσας στους κάθε είδους τηρούμενους σ’αυτές λογαριασμούς της, απορριπτέα τυγχάνει ως απαράδεκτη, κατόπιν αυτεπάγγελτου ελέγχου απ’αυτό το Δικαστήριο ως προς τη συνδρομή εν προκειμένω των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης, καθώς, σύμφωνα με όσα ειδικότερα εκτίθενται στο δικόγραφο, αυτές δε νομιμοποιούνται παθητικά, διότι ουδόλως συνδέονται με την επίδικη έννομη σχέση, ως κατά το ουσιαστικό δίκαιο υπόχρεες της καταγομένης προς κρίση αξίωσης της αιτούσας. Είναι δε η αίτηση, όσον αφορά την πρώτη των καθ’ων, νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 724 παρ. του ΚΠολΔ, 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, και περαιτέρω ερευνητέα κατ’ουσίαν. Επισημαίνεται ότι η νομότυπη παραίτηση της αιτούσας από το δικόγραφο της συμπεριληφθείσας στο δικόγραφο της ένδικης αίτησης από 6.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../7.5.2021) ανακοπής της, την οποία άσκησε σε βάρος των νυν καθ’ων, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με αίτημα την ακύρωση της επίμαχης συντηρητικής κατάσχεσης, κατ’εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 702 του ΚΠολΔ, και μέχρι την έκδοση απόφασης επί της οποίας ζητείται με την κρινόμενη αίτηση η αναστολή της ενέργειας της απόφασης αυτού του Δικαστηρίου ως τίτλου για την αυτοδύναμη επιβολή του ως άνω ασφαλιστικού μέτρου, παραίτηση, η οποία έλαβε χώρα παραδεκτά με το κατατεθέν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 12.5.2021 δικόγραφο της αιτούσας (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……../12.5.2021) που επιδόθηκε στην πρώτη καθ’ης στις 14.5.2021, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. ……./14.5.2021 έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικής Επιμελήτριας ………, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 297 του ΚΠολΔ, όπερ συνεπάγεται ότι η ανωτέρω ανακοπή θεωρείται μη ασκηθείσα (άρθρο 295 παρ.1 εδαφ.α΄του ΚΠολΔ), ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί εν προκειμένω, διότι η διάταξη του άρθρου 724 παρ.2 του ΚΠολΔ, στην οποία θεμελιώνεται η κρινόμενη αίτηση, δε συνδέει (δεν εξαρτά), σε περίπτωση παραδοχής μίας τέτοιας αίτησης ως βάσιμης, την ισχύ της διαταχθείσας αναστολής εν όλω ή εν μέρει της ενέργειας της απόφασης, με τίτλο την οποία επιβλήθηκε αυτοδύναμα από το δανειστή το ασφαλιστικό μέτρο της συντηρητικής κατάσχεσης επί περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη του, με συγκεκριμένο χρονικό σημείο στο μέλλον, ή με την επέλευση κάποιου γεγονότος, και δη με την έκδοση απόφασης επί οποιουδήποτε άλλου ένδικου βοηθήματος του δανειστή, την προηγούμενη άσκηση του οποίου προϋποθέτει ως όρο του παραδεκτού για την υποβολή της σχετικής αίτησης, πολλώ δε μάλλον του προβλεπομένου στη διάταξη του άρθρου 702 του ΚΠολΔ, δηλαδή δεν προβλέπει ορισμένη χρονική διάρκεια της ισχύος της απόφασης, που εκδίδεται κατ’εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 724 παρ.2 του ΚΠολΔ,  κατά τρόπον ώστε η ένδικη αίτηση, κατόπιν της παραίτησης της αιτούσας από το δικόγραφο της ανωτέρω ανακοπής της, απορριπτέα να τυγχάνει ως απαράδεκτη λόγω πρόδηλης αοριστίας της περί το αιτητικό της, άλλως ως καταφανώς καταχρηστικά και προσχηματικά ασκούμενη, και σε κάθε περίπτωση ως νομικά και ουσιαστικά αβάσιμη.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος της αιτούσας ……….., που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την απόφαση αυτή πρακτικά, του συνόλου των προσκομιζομένων από τους διαδίκους εγγράφων, και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη των καθ’ων, ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία “……….”, άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της αιτούσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», και κατά της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη – αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “…….” το από 12.7.2010 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./4.8.2010) δικόγραφό της, το οποίο τιτλοφορείται ως “κύρια παρέμβαση – αγωγή – πλαγιαστική αγωγή”, και με το οποίο η ανωτέρω, κατά το εν προκειμένω ενδιαφέρον τμήμα του, επικαλούμενη ότι έχει καταβάλει στην ασφαλισμένη της εταιρεία με την επωνυμία  “……” για την ολική καταστροφή από πυρκαγιά του σκάφους, πλοιοκτησίας της, με την ονομασία “ΑS” το συνολικό ποσό των 475.000 ευρώ ως ασφαλιστική της αποζημίωση, εκ των οποίων ποσό 410.858 ευρώ αφορούσε στο κεφάλαιο της σε βάρος της απαίτησης της ως άνω ασφαλισμένης της και ποσό 64.142 ευρώ σε δικαστική δαπάνη της τελευταίας λόγω προηγηθείσης μεταξύ τους αντιδικίας, με αποτέλεσμα να έχει αυτοδικαίως υποκατασταθεί στη θέση της ασφαλισμένης της ως προς τις αξιώσεις της τελευταίας προς καταβολή αποζημίωσης έναντι των υπαιτίων της ζημίας της εταιρειών, μεταξύ των οποίων και της εταιρείας με την επωνυμία “…………”, άλλως ότι έχει καταστεί δικαιούχος αυτών (των αξιώσεων) κατά το ποσό των 430.000 ευρώ δυνάμει καταρτισθείσας με την ασφαλισμένη της σύμβασης εκχώρησης, καθώς και ότι οι υπαίτιες εταιρείες αδρανούν να ασκήσουν αγωγές κατά των πλαγιαστικώς εναγομένων ασφαλιστικών τους εταιρειών, που ασφάλιζαν την έναντι τρίτων εν γένει αστική τους ευθύνη, ζήτησε κυρίως μεν να υποχρεωθούν οι πλαγιαστικώς εναγόμενες να της καταβάλουν, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, το ποσό του καταβληθέντος ασφαλίσματος των 475.000 ευρώ, άλλως το εκχωρηθέν ποσό των 430.000 ευρώ, άλλως μέρος της ασφαλιστικής αποζημίωσης ποσού 410.858 ευρώ, κατά τα προεκτεθέντα, πλέον τόκων από την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου στις 4.8.2001, άλλως από την επίδοση στις 7.6.2006 της κύριας αγωγής της πλοιοκτήτριας του καταστραφέντος σκάφους σε βάρος των υπαιτίων της ζημίας της εταιρειών, άλλως από την επίδοση της πλαγιαστικής αγωγής μέχρι την εξόφληση, επικουρικώς δε, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί η εκ των πλαγιαστικώς εναγομένων και ήδη αιτούσα ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλει στην ασφαλισμένη της εταιρεία με την επωνυμία “………….” το ανωτέρω ποσό, άλλως όποιο ποσό κατά κεφάλαιο, τόκους και δικαστική δαπάνη, υποχρεωθεί η τελευταία ως υπαίτια της πρόκλησης της ζημίας στο ως άνω σκάφος να καταβάλει στην ίδια την πλαγιαστικώς ενάγουσα και ήδη πρώτη των καθ’ων, ως πλέον δικαιούχο της αξίωσης της ασφαλισμένης της και πλοιοκτήτριας του σκάφους αυτού από την ολοσχερή καταστροφή του, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα του συμβάντος, άλλως από την επίδοση της πλαγιαστικής αγωγής, άλλως από την καταβολή της αποζημίωσης, μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης. Επί της πλαγιαστικής αυτής αγωγής, καθώς και άλλων δικογράφων, εκδόθηκε η υπ’αριθμ.4247/2014 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν άπαντα αυτά, κηρύχθηκε το ανωτέρω Δικαστήριο λειτουργικά αναρμόδιο προς εκδίκασή τους λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς, και παραπέμφθηκε η υπόθεση προς συζήτηση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, στο οποίο και εισήχθη για να συζητηθεί με την από 29.10.2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../2015) κλήση της πλαγιαστικώς ενάγουσας και ήδη πρώτης των καθ’ων ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “……….”. Επί της υπόθεσης εκδόθηκε τελικά η υπ’αριθμ.3446/2017 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, κατά το εν προκειμένω ενδιαφέρον για την παρούσα υπόθεση τμήμα της, αφενός μεν έγινε δεκτή η από 7.7.2006 με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……../20006 κύρια αγωγή της εταιρείας με την επωνυμία  “……….” ως κατ’ουσίαν βάσιμη ως προς τη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία “…………..”, ασφαλισμένη της νυν αιτούσας, η οποία κρίθηκε ως υπαίτια για τη ζημία, την οποία υπέστη η ενάγουσα από την ολική καταστροφή του σκάφους της, και υποχρεώθηκε να της καταβάλει, ως μη δικαιούχο διάδικο, λόγω προηγηθείσης υποκατάστασης της ασφαλιστικής της εταιρείας – και ήδη πρώτης καθ’ης – στη θέση της έναντι των υπαιτίων της ζημίας της, μετά την καταβολή του ασφαλίσματος, αλλά και τη μεταξύ τους κατάρτιση σύμβασης εκχώρησης των σχετικών αξιώσεών της, ως αποζημίωση το ποσό των 430.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής αυτής, που, σημειωτέον, έλαβε χώρα στις 7.7.2006, μέχρι την εξόφληση, πλέον δικαστικής δαπάνης, ποσού 17.000 ευρώ, αφετέρου δε απορρίφθηκε η προαναφερθείσα πλαγιαστική αγωγή της πρώτης καθ’ης ως απαράδεκτη ελλείψει ενεργητικής νομιμοποίησής της ως προς αμφότερες τις βάσεις της (κύρια και επικουρική). Σε βάρος της απόφασης αυτής ασκήθηκαν εφέσεις, μεταξύ άλλων, και από την πλαγιαστικώς ενάγουσα και ήδη πρώτη καθ’ης, η οποία με την από 31.5.2018 έφεσή της, προσέβαλε την πρωτόδικη απόφαση, και κατά το κεφάλαιο αυτής, που αφορούσε στην απόρριψη της πλαγιαστικής αγωγής της κατά την επικουρική της βάση. Επισημαίνεται ότι η διάταξη της πρωτόδικης απόφασης, σύμφωνα με την οποία η δεύτερη εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία “………..” υποχρεώθηκε να καταβάλει στην ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία “………….” το ποσό των 430.000 ευρώ, ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη λόγω  της ολικής καταστροφής του σκάφους της, πλέον τόκων από την επίδοση της αγωγής της, δεν προσβλήθηκε με έφεση, επομένως, συνιστά κεφάλαιο της εκκαλουμένης, το οποίο δε μεταβιβάσθηκε στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, και ως προς το οποίο η απόφαση αυτή κατέστη τελεσίδικη. Πρέπει, επίσης να σημειωθεί ότι η ενάγουσα μετά την καταβολή του ασφαλίσματος και την υποκατάσταση της ασφαλιστικής της εταιρείας «……….» στις αξιώσεις της σε βάρος των υπαιτίων για την πρόκληση της ζημίας της, που αποτελεί περίπτωση νόμιμης εκχώρησης, αλλά και κατόπιν της συμβατικής εκχώρησης προς την ασφαλιστική της εταιρεία των αξιώσεών της, γεγονότα, που έλαβαν χώρα μετά την επέλευση της εκκρεμοδικίας, παρά την επιδίκαση στην ίδια του ανωτέρω ποσού, δεν εδικαιούτο να το εισπράξει, εφόσον δεν ήταν πλέον δικαιούχος αυτού, ει μη μόνον η ειδική της διάδοχος ως άνω ασφαλιστική της εταιρεία, και ήδη πρώτη των καθ’ων, η οποία και ενομιμοποιείτο να επισπεύσει για την ικανοποίηση της απαίτησής της αυτής και αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της εναγομένης της κύριας αγωγής εταιρείας με την επωνυμία “……….”, ως φορέας πλέον του δικαιώματος. Επί όλων των ασκηθεισών για την υπόθεση εφέσεων εκδόθηκε η υπ’αριθμ.88/2020 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν αυτές, έγινε δεκτή η έφεση της πλαγιαστικώς ενάγουσας (νυν πρώτης καθ’ης) και κατ’ουσίαν ως προς την τέταρτη εφεσίβλητη (και ήδη αιτούσα), εξαφανίσθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ως προς τις διατάξεις της, που αφορούσαν στην πλαγιαστική αγωγή, κατά την επικουρική της βάση, κατά της πρώτης πλαγιαστικώς εναγομένης/αιτούσας (ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……..»), κρατήθηκε και δικάσθηκε η ανωτέρω αγωγή κατά την επικουρική της βάση ως προς την προαναφερθείσα πλαγιαστικώς εναγόμενη, έγινε αυτή εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και αναγνωρίσθηκε ότι η πρώτη πλαγιαστικώς εναγόμενη ως άνω ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία και ήδη αιτούσα οφείλει να καταβάλει στην εταιρεία με την επωνυμία «…………..» (ασφαλισμένη της, και κριθείσα ως υπαίτια για την ολική καταστροφή του σκάφους, πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία “………….”), το ποσό των 430.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή του από την τελευταία στην ειδική διάδοχο της ενάγουσας της κύριας αγωγής (ως άνω πλοιοκτήτριας εταιρείας του καταστραφέντος σκάφους), ασφαλιστική της εταιρεία/πλαγιαστικώς ενάγουσα και ήδη πρώτη καθ’ης ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……..». Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση επιβλήθηκαν σε βάρος της πρώτης πλαγιαστικώς εναγομένης και ήδη αιτούσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………» μέρος της δικαστικής δαπάνης της πλαγιαστικώς ενάγουσας και ήδη πρώτης καθ’ης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………» αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίσθηκε στο ποσό των 14.000 ευρώ. Πιθανολογήθηκε επίσης ότι στις 22.4.2021 καταρτίσθηκε εγγράφως μεταξύ της πρώτης καθ’ης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……..», και της εταιρείας με την επωνυμία «………..» σύμβαση εκχώρησης, με την οποία η τελευταία, ως εκχωρήτρια, σε μερική εξόφληση και αντί καταβολής της οφειλής της προς την αντισυμβαλλομένη της – εκδοχέα, η οποία, όπως έχει ήδη εκτεθεί, επιδικάσθηκε με την προαναφερθείσα υπ’αριθμ. 3446/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς στην ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία «…………» ως μη δικαιούχο αυτής, ειδική διάδοχος της οποίας διαρκούσης της εκκρεμοδικίας κατέστη η ανωτέρω ασφαλιστική της εταιρεία, και το ύψος της οποίας (οφειλής) προσδιορίσθηκε από τα συμβαλλόμενα μέρη στο σχετικώς καταρτισθέν συμφωνητικό της εκχώρησης ως διαμορφωθέν κατά το χρόνο της σύναψης της σύμβασης στο συνολικό ποσό του 1.082.562,19 ευρώ, εκ του οποίου το ποσό των 430.000 αφορούσε σε κεφάλαιο, το ποσό των 635.562,19 ευρώ σε τόκους αυτού από την 7η.7.2006 (ημερομηνία επίδοσης της κύριας αγωγής), και το ποσό των 17.000 ευρώ σε δικαστική δαπάνη, μεταβίβασε στην εκδοχέα ανωτέρω ασφαλιστική εταιρεία (πρώτη καθ’ης) τη δική της απαίτηση σε βάρος της αιτούσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «……….», την οποία αναγνωρίσθηκε ότι υποχρεούται η τελευταία να της καταβάλει με την ως άνω υπ’αριθμ.88/2020 τελεσίδικη απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου. Σύμφωνα δε με την ανωτέρω σύμβαση εκχώρησης το ύψος της εκχωρηθείσας προς την πρώτη καθ’ης απαίτησης ανερχόταν κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης στο ποσό του 1.082.562,19 ευρώ, ενώ επιπροσθέτως εκχωρήθηκε στην εκδοχέα και η απαίτηση της εκχωρήτριας σε βάρος της αιτούσας για τόκους επί του κεφαλαίου της επιδικασθείσας απαίτησής της, αρχής γενομένης από την υπέχουσα θέση καταβολής (όπως προεκτέθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας μπορεί να συμφωνηθεί μεταξύ εκχωρητή και εκδοχέα ότι η εκχώρηση της απαίτησης έχει ως αιτία την ικανοποίηση του εκδοχέα ως δανειστή του εκχωρητή χρηματικής απαίτησης, και μάλιστα, εφόσον προκύπτει σαφώς ότι αυτή έγινε σε αντικατάσταση του χρέους προς τον εκδοχέα, δηλαδή αντί καταβολής, τότε επέρχεται απόσβεση του χρέους αυτού), προς την πρώτη καθ’ης, σύμφωνα με το διατακτικό της τελεσίδικης απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, ημερομηνία κατάρτισης της σύμβασης αυτής, που έλαβε χώρα διά της υπογραφής του εν λόγω συμφωνητικού, ήτοι από τις 22.4.2021. Συμφωνήθηκε δηλαδή ρητά μεταξύ των ανωτέρω ότι η απαίτηση της εκχωρήτριας εταιρείας σε βάρος της αιτούσας και ασφαλιστικής της εταιρείας, που αναγνωρίσθηκε ότι της οφείλεται με βάση την ανωτέρω τελεσίδικη απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, μεταβιβάσθηκε στην εκδοχέα πρώτη καθ’ης, σε εξόφληση και αντί καταβολής της απαίτησης της εκδοχέως σε βάρος της εκχωρήτριας, που επιδικάσθηκε στην ασφαλισμένη της εκδοχέως και πλοιοκτήτρια του ολικά καταστραφέντος σκάφους ως μη δικαιούχο διάδικο με την υπ’αριθμ. 3346/2017 πλέον τελεσίδικη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Πιθανολογήθηκε επίσης ότι ακολούθως η πρώτη καθ’ης ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………….», προς εξασφάλιση της ως άνω απαίτησής της σε βάρος της αιτούσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία μεταβιβάσθηκε σ’αυτήν από την εταιρεία με την επωνυμία «………..» κατά τα προεκτεθέντα, αφού της επέδωσε την τελεσίδικη απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που επιδίκασε στην εκχωρήτρια εταιρεία την εκχωρηθείσα απαίτηση, και τη σύμβαση εκχώρησης, προέβη στις 27.4.2021 στην επιβολή του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης, κατ’εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 724 του ΚΠολΔ, με τίτλο την προαναφερθείσα απόφαση, εις χείρας των λοιπών των καθ’ων, ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών, ως τρίτων, για το ποσό του 1.082.562,19 ευρώ, επί των κατά το χρόνο της επιβολής της συντηρητικής κατάσχεσης χρηματικών υπολοίπων της αιτούσας στους κάθε είδους τηρούμενους στις ως άνω τράπεζες λογαριασμούς της (καταθέσεων, όψεως, ταμιευτηρίου, τρεχούμενου ή οποιουδήποτε άλλου), καθώς και εις χείρας των τραπεζών «…….» και «……….», στις οποίες όμως η αιτούσα δε διατηρούσε λογαριασμό. Κατόπιν της επιβολής από την πρώτη καθ’ης, εις χείρας των λοιπών εξ αυτών, ως τρίτων, της συντηρητικής κατάσχεσης για το προαναφερθέν ποσό επί των ποσών των χρηματικών καταθέσεων της αιτούσας στους τηρούμενους λογαριασμούς της στις ανωτέρω τράπεζες, οι οποίες προέβησαν εμπρόθεσμα στην προβλεπόμενη στη διάταξη του 985 παρ.1 του ΚΠολΔ (θετική) δήλωση, όπερ τυγχάνει εφαρμογής και σε περίπτωση συντηρητικής κατάσχεσης εις χείρας τρίτου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη του άρθρου 712 παρ.2 του ιδίου Κώδικα, δεσμεύθηκε εις χείρας απασών των καθ’ων το εν λόγω ποσό, πλην της εξ αυτών τράπεζας με την επωνυμία «………..», εις χείρας της οποίας δεσμεύθηκε για τον ίδιο λόγο το τότε διαθέσιμο στο λογαριασμό της αιτούσας ποσό των 640.602,77 ευρώ, με αποτέλεσμα στις 10.5.2021 το διαθέσιμο χρηματικό υπόλοιπο της αιτούσας στους τραπεζικούς λογαριασμούς της στις καθ’ων να ανέρχεται στην εξ αυτών ……. στο ποσό των 439.818,18 ευρώ, στην «………..» στο ποσό των 7.198.099,34 ευρώ, στην τράπεζα …….. στο ποσό των 868.334,84 ευρώ, στην Τράπεζα …. στο ποσό των 817.003,71 ευρώ, στην .. .. στο ποσό των 623.749,48 ευρώ, και στην Τράπεζα …. στο ποσό των 5.221.781,33 ευρώ (βλ. σχετ. το προσκομιζόμενο από 10.5.2021 σχετικό έγγραφο της αιτούσας). Με την κρινόμενη αίτηση, κατά συνοπτική παράθεση του περιεχομένου του δικογράφου της, η αιτούσα ζητά την εν όλω αναστολή της ενέργειας της απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου ως τίτλου για την αυτοδύναμη εγγραφή της συντηρητικής κατάσχεσης, και την ανάκληση του επιβληθέντος ασφαλιστικού μέτρου στο σύνολό του, επικαλούμενη ότι η σε βάρος της απαίτηση της πρώτης καθ’ης, που στην πραγματικότητα ανέρχεται στο ποσό των 430.000 ευρώ, πλέον τόκων από την καταβολή του ανωτέρω ποσού σ’αυτήν από την εκχωρήτρια εταιρεία με την επωνυμία «…………..», σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό της απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία (καταβολή), όμως, δεν έχει ακόμη λάβει χώρα, με αποτέλεσμα να μην έχει εισέτι εκκινήσει η τοκοφορία του επιδικασθέντος κεφαλαίου, λόγω της φερεγγυότητάς της ιδίας (της αιτούσας), είναι πλήρως και επαρκώς εξασφαλισμένη, όπερ συνεπάγεται ότι δε συντρέχει εν προκειμένω η απαιτούμενη προϋπόθεση του επικείμενου κινδύνου για την επιβολή και διατήρηση της ισχύος του συγκεκριμένου ασφαλιστικού μέτρου, που, επιπροσθέτως, δυσχεραίνει σημαντικά την εύρυθμη λειτουργία της, καθώς μειώνει την αναγκαία για την εκπλήρωση των  πάσης φύσεως υποχρεώσεών της ρευστότητα, διά της δέσμευσης των διαθεσίμων της σε όλες τις τράπεζες της ημεδαπής, και μάλιστα για ποσό υπερπολλαπλάσιο του πραγματικού ύψους της οφειλής της. Πιθανολογήθηκε στην κρινόμενη περίπτωση ότι η απαίτηση της πρώτης καθ’ης σε βάρος της αιτούσας ανέρχεται στην πραγματικότητα κατά κεφάλαιο στο ποσό των 430.000 ευρώ, πλέον τόκων από την υπέχουσα θέση καταβολής του ποσού αυτού εκχώρηση της σε βάρος της αιτούσας  και επιδικασθείσας με την υπ’αριθμ. 88/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου απαίτησης της ασφαλισμένης της και εκχωρήτριας εταιρείας με την επωνυμία «………….» στην πρώτη καθ’ης, που κατά τα προεκτεθέντα έλαβε χώρα στις 22.4.2021, όπως σαφώς και πέραν πάσης αμφιβολίας συνάγεται από την επισκόπηση των σχετικών χωρίων του αιτιολογικού και του διατακτικού της ανωτέρω απόφασης, τα οποία αφορούν στην παραδοχή της πλαγιαστικής αγωγής της πρώτης καθ’ης κατά την επικουρική της βάση, βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία, και αποτυπώνουν το αληθές και ηθελημένο περιεχόμενο της απόφασης, εκφράζοντας την πραγματική βούληση του εκδόσαντος αυτήν δικαστηρίου, με αποτέλεσμα η ως άνω απόφαση να μη χρήζει αποσαφήνισης διά της διαδικασίας της διόρθωσης. Με την εν λόγω απόφαση, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ρητά αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση της πλαγιαστικώς εναγομένης και ήδη αιτούσας να καταβάλει στην ασφαλισμένη της εταιρεία με την επωνυμία «…………..» (και ήδη στην πρώτη καθ’ης κατόπιν της εκχώρησης προς αυτήν της ως άνω αξίωσης) κατά κεφάλαιο μόνον το ποσό των 430.000 ευρώ, πλέον τόκων από την καταβολή του από την ανωτέρω εταιρεία «…………..» προς την πρώτη καθ’ης, ως ειδική διάδοχο της ασφαλισμένης της και ενάγουσας της κύριας αγωγής εταιρείας με την επωνυμία “………..” (και ήδη από την κατάρτιση της σύμβασης εκχώρησης μέχρι την εξόφληση) μετά την καταβολή του ασφαλίσματος, και δικαστικής δαπάνης ποσού 14.000 ευρώ, και όχι το σύνολο του επιδικασθέντος με την υπ’αριθμ. 3446/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς στην ενάγουσα της κύριας αγωγής εταιρεία με την επωνυμία “……….” σε βάρος της ασφαλισμένης της αιτούσας και πρώτης εναγομένης της αγωγής αυτής εταιρείας με την επωνυμία «…………..» ποσού, αποτελουμένου από το κεφάλαιο της απαίτησης των 430.000 ευρώ, τους τόκους από την επίδοση της αγωγής (στις 7.7.2006) και τη δικαστική δαπάνη ποσού 17.000 ευρώ, το οποίο στη σύμβαση εκχώρησης ειδικότερα προσδιορίσθηκε κατά το χρόνο υπογραφής του σχετικού ιδιωτικού συμφωνητικού στο ποσό του 1.082.562,19 ευρώ ως το κεφάλαιο της απαίτησης της εκχωρήτριας εταιρείας σε βάρος της αιτούσας, πλέον του νομίμου τόκου από την καταβολή του στην πρώτη καθ’ης, και για το οποίο επιβλήθηκε από την τελευταία συντηρητική κατάσχεση εις χείρας των τραπεζών ως τρίτων επί των ποσών των καταθέσεων της αιτούσας στους λογαριασμούς της, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η πρώτη καθ’ης, ζητώντας μάλιστα με αίτησή της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που επίσης δικάσθηκε κατά τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, τη διόρθωση του διατακτικού της ως άνω απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, η οποία, όμως, δε χωρεί εν προκειμένω. Και τούτο διότι δεν πρόκειται περί ακούσιας πλημμέλειας, που παρεισέφρησε κατά τη σύνταξη ή την καθαρογραφή της ως άνω απόφασης, ήτοι περί δεκτικού διόρθωσης προφανούς λογιστικού ή γραφικού σφάλματος του δικαστηρίου, που την εξέδωσε, αντίθετα τυχόν παραδοχή μιας τέτοιας αίτησης άγει σε ηθελημένη και ανεπίτρεπτη μεταβολή του περιεχομένου της απόφασης αυτής, και σε νέα δικανική κρίση, που προσβάλλει το εξ αυτής απορρέον δεδικασμένο. Πιθανολογήθηκε επίσης ότι η συνεπεία της επιβληθείσας από την πρώτη καθ’ης συντηρητική κατάσχεση δέσμευση των χρηματικών διαθεσίμων της αιτούσας σε όλες τις τράπεζες της ημεδαπής, όπου η τελευταία διατηρεί λογαριασμό, και δη για ποσό υπερπολλαπλάσιο του πραγματικού ύψους της οφειλής της, δυσχεραίνει σημαντικά την εύρυθμη λετουργία της, διότι εξ ορισμού άγει σε μείωση της ανά πάσα στιγμή απαιτουμένης για την αποπληρωμή των διαφόρων χρεών της επαρκούς ρευστότητάς της, όπερ συνεπάγεται σοβαρή διατάραξη του ομαλού ρυθμού εκπλήρωσης των πάσης φύσης υποχρεώσεών της προς τους ασφαλισμένους της, οι οποίοι διατηρούν αξιώσεις σε βάρος της για την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης λόγω της επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, τους εργαζομένους και συνεργάτες της, τους προμηθευτές της, το Ελληνικό Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς, δεδομένου ότι εκ των πραγμάτων η καταβολή των οφειλών της λαμβάνει χώρα σχεδόν αποκλειστικά μέσω των συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών, όπως συμβαίνει πλέον στην πλειονότητα των σύγχρονων συναλλαγών, με αποτέλεσμα να υπερβαίνει το προσήκον και αναγκαίο μέτρο για την εξασφάλιση του δικαιώματος της πρώτης καθ’ης, η οποία σε κάθε περίπτωση μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικά διά του περιορισμού του συγκεκριμένου ασφαλιστικού μέτρου στις κριθείσες ως επαρκούς ύψους – σε σχέση με το ποσό της απαίτησης της πρώτης καθ’ης – χρηματικές καταθέσεις της αιτούσας στον τραπεζικό λογαριασμό, που διατηρεί σε μία μόνον εκ των καθ’ων, και μάλιστα για μικρότερο ποσό αυτού, για το οποίο επιβλήθηκε, προκειμένου να τελεί σε αναλογία με το ποσό της οφειλής της κατά κεφάλαιο,τόκους και δικαστική δαπάνη, στην εξασφάλιση του οποίου άλλωστε αποβλέπει η συντηρητική κατάσχεση, ώστε να μην ματαιωθεί η ικανοποίηση της δανείστριάς της. Πρέπει, επομένως, ενόψει τούτων, να γίνει εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και να περιορισθεί η επιβληθείσα από την πρώτη καθ’ης συντηρητική κατάσχεση μόνον στις καταθέσεις του λογαριασμού, που διατηρεί η αιτούσα στην έβδομη των καθ’ων αλλοδαπή τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “………”, εις χείρας αυτής ως τρίτης, στον οποίο το διαθέσιμο υπόλοιπο της ανωτέρω στις 10.5.2021, μη συνυπολογιζομένου του δεσμευθέντος συνεπεία της επιβολής του εν λόγω ασφαλιστικού μέτρου ποσού του 1.082.562,19 ευρώ, ανερχόταν στο σημαντικού ύψους ποσό των 5.221.781,33 ευρώ, και δη για το ποσό των 550.000 ευρώ, όπερ, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, επαρκεί για την εξασφάλιση της απαίτησης της πρώτης καθ’ης, και να ανασταλεί η ενέργεια της υπ’αριθμ.88/2020 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου ως τίτλου για την αυτοδύναμη επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης όσον αφορά το επιπλέον των 550.000 ποσό, που δεσμεύθηκε στον ως άνω λογαριασμό, καθώς και (όσον αφορά) τα ποσά των καταθέσεων της αιτούσας στους λογαριασμούς της στις λοιπές δεύτερη έως και έκτη των καθ’ων τράπεζες, και να ανακληθεί το επιβληθέν ασφαλιστικό μέτρο ως προς το υπόλοιπο των 550.000 ευρώ ποσό του λογαριασμού της αιτούσας στην τράπεζα “………”, αλλά και ως προς τους λογαριασμούς της ιδίας στις λοιπές τράπεζες. Η δικαστική δαπάνη της τέταρτης καθ’ης τράπεζας “…….”, που υπέβαλε σχετικό αίτημα με το έγγραφο σημείωμα, που κατέθεσε, θα επιβληθεί σε βάρος της αιτούσας λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), με την επισήμανση ότι η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “………..”, η οποία επίσης παραστάθηκε, δεν κατέθεσε σημείωμα και δεν υπέβαλε αίτημα αναφορικά με τα δικαστικά της έξοδα, ενώ μέρος της δικαστικής δαπάνης της αιτούσας θα επιβληθεί σε βάρος της πρώτης καθ’ης ανάλογο με την έκταση της νίκης και της ήττας τους (άρθρα 176, 178 παρ.1, και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ).

Με την έτερη των συνεκδικαζομένων με την παρούσα απόφαση αιτήσεων από 24.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../25.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……../ 31.5.2021) αίτηση της ιδίας αιτούσας, η οποία στρέφεται κατά των εκ των καθ’ων της προηγουμένως ασκηθείσας αίτησής της ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών με την επωνυμία “…….”, “………”, και “………”, καθώς και κατά της πρώτης καθ’ης της αίτησης αυτής ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “………”, η αιτούσα, επικαλούμενη ότι με τη χορηγηθείσα κατά την κατάθεση της προγενέστερης αίτησής της, και κατόπιν σχετικώς υποβληθέντος αιτήματός της, από 11.5.2021 προσωρινή διαταγή του Δικαστηρίου τούτου, κατ’εφαρμογήν του άρθρου 691 του ΚΠολΔ, αφενός μεν περιορίσθηκε η επιβληθείσα από την ανωτέρω ασφαλιστική εταιρεία με την υπ’αριθμ.88/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου συντηρητική κατάσχεση εις χείρας των τότε καθ’ων τραπεζών ως τρίτων μόνον στο λογαριασμό που διατηρεί στην τράπεζα “………”, και μέχρι του ποσού των 550.000 ευρώ, αφετέρου δε ανεστάλη κατά τα λοιπά η εκτέλεση της ως άνω απόφασης όσον αφορά στους λογαριασμούς της στις λοιπές των καθ’ων τράπεζες, προσωρινά και έως τη συζήτηση της αίτησης αυτής κατά τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, καθώς και ότι οι νυν καθ’ων τράπεζες δυστροπούν και δεν έχουν εισέτι αποδεσμεύσει, ως όφειλαν, τα χρηματικά της διαθέσιμα στους τηρούμενους σ’αυτές λογαριασμούς της, παρότι εξωδίκως κληθείσες, παραβιάζοντας τοιουτοτρόπως το περιεχόμενο της προαναφερθείσας προσωρινής διαταγής, και διαταράσσοντας σημαντικά την εύρυθμη λειτουργία της, αφού ουσιαστικά παρεμποδίζεται στην προσήκουσα εκπλήρωση των πάσης φύσης υποχρεώσεών της, ζήτησε να υποχρεωθούν με την απόφαση που θα εκδοθεί να συμμορφωθούν πλήρως με την εν λόγω προσωρινή διαταγή και να αποδεσμεύσουν άμεσα τα ποσά των χρηματικών της καταθέσεων στους λογαριασμούς, που διατηρεί σ’αυτές. Η αίτηση αυτή, κατά τη συζήτηση της οποίας στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, οι εκ των καθ’ων πρώτη και δεύτερη ανώνυμες τραπεζικές εταιρείες με την επωνυμία “……..”, και “……….” ήταν απούσες και δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο, παρότι κληθείσες εμπρόθεσμα και νομότυπα να παραστούν από την αιτούσα κατά τη δικάσιμο αυτή, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες από την τελευταία υπ’αριθμ……./1.6.2021, και ……/1.6.2021 αντίστοιχα εκθέσεις επίδοσης της αυτής ως άνω δικαστικής επιμελήτριας, πλην όμως η εκδίκαση της υπόθεσης θα πρέπει να προχωρήσει σαν ήταν αυτές παρούσες κατά τα προεκτεθέντα, κατόπιν της χορήγησης από το παρόν Δικαστήριο, επί σχετικώς υποβληθέντος αιτήματος της αιτούσας, και ενόψει της συζήτησης της εν λόγω αίτησης, της από 31.5.2021 προσωρινής διαταγής του, με βάση τη διάταξη του άρθρου 691 του ΚΠολΔ, με την οποία συμπληρώθηκε και διευκρινίσθηκε το περιεχόμενο της προηγουμένως χορηγηθείσας από 11.5.2021 προσωρινής διαταγής του, διά της προσθήκης σ’αυτήν της φράσης:”Διατάσσει την αποδέσμευση του εις χείρας των καθ’ων τραπεζών κατασχεθέντος διαθεσίμου υπολοίπου των λογαριασμών, που διατηρεί η αιτούσα σ’αυτές”, κατέστη πλέον άνευ αντικειμένου, και η εξέταση της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητάς της παρέλκει, πολλώ δε μάλλον που διά της έκδοσης της παρούσας απόφασης παύει η ισχύς της από 11.5.2021 προσωρινής διαταγής, η οποία (ισχύς) διατηρήθηκε μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο από το Δικαστήριο τούτο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, όπως αναφέρεται στα ταυτάριθμα με την απόφαση αυτή πρακτικά, και η σχετική υποχρέωση των καθ’ων/τραπεζών να αποδεσμεύσουν τα εις χείρας τους ως τρίτων συντηρητικώς κατασχεθέντα χρηματικά υπόλοιπα της αιτούσας στους σ’αυτές τηρούμενους λογαριασμούς της απορρέει ήδη κατά νόμο από το διατακτικό της εν λόγω απόφασης. Η δικαστική δαπάνη των τρίτης και τέταρτης των καθ’ων τράπεζας “…….” και εταιρείας “………….”, που παρέστησαν και υπέβαλαν σχετικό αίτημα με τα έγγραφα σημειώματα, τα οποία κατέθεσαν, θα επιβληθεί σε βάρος της αιτούσας λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 6.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……/7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……/12.5.2021) αίτηση, και β) την από 24.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……/25.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ………/31.5.2021) αίτηση της ιδίας αιτούσας, ερήμην των δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, και έκτης των καθ’ων της υπό στοιχεία α΄αίτησης, και των πρώτης και δεύτερης των καθ’ων της υπό στοιχεία β΄αίτησης, και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 6.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……/12.5.2021) αίτηση ως προς τις δεύτερη έως και έβδομη των καθ’ων τραπεζικές εταιρείες.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της αιτούσας τη δικαστική δαπάνη της εκ των καθ’ων τράπεζας “…….”, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 6.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……../7.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ……../12.5.2021) αίτηση ως προς την πρώτη καθ’ης εταιρεία με την επωνυμία “……….”.

ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΙ την επιβληθείσα από την πρώτη καθ’ης με τίτλο την υπ’αριθμ. 88/2020 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου συντηρητική κατάσχεση μόνον στις καταθέσεις του λογαριασμού, που διατηρεί η αιτούσα στην έβδομη των καθ’ων αλλοδαπή τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “………..”, εις χείρας αυτής ως τρίτης, και δη για το ποσό των πεντακοσίων πενήντα χιλιάδων (550.000) ευρώ.

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την ενέργεια της υπ’αριθμ.88/2020 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου ως τίτλου για την αυτοδύναμη επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης όσον αφορά το επιπλέον των πεντακοσίων πενήντα χιλιάδων (550.000) ευρώ ποσό, που δεσμεύθηκε στον ως άνω λογαριασμό της αιτούσας στην τράπεζα “……….”, καθώς και (όσον αφορά) τα ποσά των καταθέσεων της ιδίας στους τραπεζικούς λογαριασμούς της στις λοιπές δεύτερη έως και έκτη των καθ’ων, και διατάσσει την ανάκληση του επιβληθέντος ασφαλιστικού μέτρου ως προς το υπόλοιπο των πεντακοσίων πενήντα χιλιάδων (550.000) ευρώ διαθέσιμο ποσό του λογαριασμού της αιτούσας στην τράπεζα “………..”, αλλά και ως προς τα ποσά των καταθέσεων της ιδίας στους τηρούμενους στις άλλες τράπεζες λογαριασμούς της.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της πρώτης καθ’ης της ανωτέρω αίτησης εταιρείας με την επωνυμία “………..” μέρος της δικαστικής δαπάνης της αιτούσας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 24.5.2021 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../25.5.2021 για το σωρευόμενο στο δικόγραφο αυτής αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής, και ………./31.5.2021) αίτηση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της αιτούσας τη δικαστική δαπάνη των εκ των καθ’ων της ανωτέρω αίτησης τράπεζας «…….» και εταιρείας «………..», το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 25 Νοεμβρίου 2021.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 16 Δεκεμβρίου 2021.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ