Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 633/2021

Αριθμός     633/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

 ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Ηλία Μπαϊράμη  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:   Υπό εκκαθάριση ομόρρυθμης εταιρείας ………….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 27.1.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 5064/2017 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε μερικώς την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την  από 22.12.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2017) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ……./2017) αρχικά η 21η.3.2019.

Με την υπ΄ αριθμ. 58/12.4.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2021) Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 307 ΚΠολΔ, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της εκκαλούσας, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 307 του ΚΠολΔ «Αν για οποιονδήποτε λόγο που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης είναι αδύνατο να εκδοθεί η απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται αφού οριστεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για τη συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου, είτε της γραμματείας του δικαστηρίου. Το ίδιο εφαρμόζεται και όταν το δικαστήριο διατάζει να επαναληφθεί η συζήτηση. Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις οι κλήσεις για συζήτηση και τα αποδεικτικά της επίδοσης συντάσσονται ατελώς. Μόλις συμπληρωθεί το οκτάμηνο, ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων επιλαμβάνεται και ερευνά αν είναι δικαιολογημένη ή μη η καθυστέρηση.….Όταν αυτή κριθεί δικαιολογημένη, παρέχεται στον δικαστή προθεσμία δύο μηνών για τη δημοσίευση των αποφάσεων που καθυστερούν πέραν του οκταμήνου. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης καθυστέρησης, όπως και όταν παρέλθει η προθεσμία των δύο μηνών που χορηγήθηκε, κατά το προηγούμενο εδάφιο, χωρίς να έχουν δημοσιευθεί οι αποφάσεις που καθυστερούν, ο δικαστής υποχρεούται να επιστρέψει τη δικογραφία, άλλως αυτή αφαιρείται αμέσως με πράξη του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ή του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης αυτού.….». Εξάλλου, η, κατ΄ άρθρο 307 του ΚΠολΔ, συνεπεία αδυναμίας εκδόσεως αποφάσεως επαναλαμβανόμενη συζήτηση, αποτελεί, όπως και εκείνη του άρθρου 254 του ΚΠολΔ, συνέχεια της προηγούμενης και όχι νέα συζήτηση (πρβλ. ΑΠ 82/2015, ΕφΑθ 720/2012, ΕφΑθ 1503/2010). Συνεπώς, ο διάδικος, ο οποίος δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, είχε όμως παρασταθεί στην αρχική, δικάζεται κατ΄ αντιμωλίαν, χωρίς να απαιτείται στη νέα συζήτηση η εκ νέου κατάθεση ιδιαίτερων έγγραφων προτάσεων, αλλά αρκούν και ισχύουν οι έγγραφες προτάσεις που κατατέθηκαν κατά τη συζήτηση της οποίας διατάχθηκε η επανάληψη, επιτρεπομένης βέβαια της συμπλήρωσης αυτών, ενώ ο διάδικος που δεν παρίσταται στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, είχε όμως παρασταθεί στην αρχική, δικάζεται αντιμωλία, χωρίς να χρειάζεται κατάθεση νέων προτάσεων (πρβλ. ΕφΑθ 718/2018, ΕφΠειρ 488/2016, ΕφΠειρ 639/2015, ΕφΠειρ 516/2015, ΕφΛαρ 459/2015, ΕφΠειρ 726/2014, ΕφΠειρ 275/2014, ΕφΛαρ 502/2013,ΕφΑθ 720/2012, ΕφΑθ 313/2012, ΕφΘεσ 151/2012, ΕφΑθ 3334/2011, ΕφΔυτΜακ 88/2011, ΕφΑθ 961/2009, ΕφΘεσ 2976/2005). Εξάλλου κατόπιν τούτων όσα ο διάδικος επικαλέστηκε και προέβαλε με τις έγγραφες προτάσεις του της προηγούμενης συζήτησης (κατά την οποία διατάχθηκε η επανάληψη) θεωρούνται ως επικληθέντα και προβληθέντα και κατά την επανάληψή της. Συνεπώς, η αρχική και η επαναλαμβανόμενη συζήτηση συνιστούν μία συζήτηση (ΑΠ 936/2018 ΕΠολΔ 2019.103, ΑΠ 869/2017 ΝΟΜΟΣ). Πρόκειται, δηλαδή, για δύο συνεχόμενα δικονομικά στάδια, που αποτελούν ένα αδιάσπαστο δικονομικό σύνολο (ΕφΠειρ 230/2016). Αντιστρόφως, βάσει των ίδιων ως άνω διατάξεων, ο διάδικος, ο οποίος δεν παρέστη στην αρχική, αλλά μόνο στην επαναλαμβανόμενη, δικάσιμο, εφόσον καταθέσει νομότυπα προτάσεις, δικάζεται κατ΄ αντιμωλίαν (ΕφΠειρ 542/2012 ΕΕμπΔ 2013.417, ΕφΔωδ 212/2009 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 351/2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 52/2000 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατ΄ εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν ακρόασης και της τήρησης προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 του ΚΠολΔ), σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε διαδίκου, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο αν νομίμως φέρεται προς συζήτηση η υπόθεση στο Δικαστήριο. Ειδικότερα, εφόσον κάποιος από τους διαδίκους δεν παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την προσδιορισμένη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 307 του ΚΠολΔ, ημέρα συζήτησης της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το σχετικό πινάκιο, πρέπει να αποδειχθεί η σχετική κλήτευση αυτού. Η μη κλήτευση δε του απολειπόμενου διαδίκου για τη συζήτηση έχει ως συνέπεια την κήρυξη αυτής ως απαράδεκτης (ΕφΑθ 143/2013, ΕφΠατρ 450/2010, ΕφΠατρ 1253/2007, ΕφΛαρ 519/2007). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ΄ αρ. 58/2021 (αρ. καταθ. ../2021) Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά τη διάταξη του άρθρου 307 του ΚΠολΔ, διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, της κατωτέρω αναφερόμενης υπόθεσης, μετά την έκδοση και της υπ΄ αρ. 32/2021 Πράξης της ιδίας Προέδρου, όπως αυτή εν μέρει ανακλήθηκε με την υπ΄ αρ. 36/2021 όμοια Πράξη, με την οποία αφαιρέθηκαν από την αναφερόμενη σ΄ αυτή (Πράξη) Δικαστή δικογραφίες επί πολιτικών υποθέσεων, που χειριζόταν, εκ των οποίων και η ένδικη υπόθεση, η οποία είχε εκδικασθεί την 9-5-2019 και δεν είχε εκδοθεί επ΄ αυτής απόφαση. Κατά την αρχική δικάσιμο της 9-5-2019 της ένδικης από 22-12-2017 (αρ. καταθ. …/2017) εφέσεως κατά της υπ΄ αρ. 5064/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, την από 27-1-2017 (αρ. καταθ. …./2017) αγωγή της ήδη εφεσίβλητης, όπως προκύπτει από τα υπ΄ αρ. 9/2021 πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού (δικάσιμος 9-5-2019), οι διάδικοι είχαν παρασταθεί στο Δικαστήριο και συγκεκριμένα η εκκαλούσα παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου Δικηγόρου της Ηλία Μπαϊράμη, η δε εφεσίβλητη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της ………. Το γεγονός, όμως, αυτό, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, δεν αναιρεί την υποχρέωση κλήτευσής τους, για τη δικάσιμο της επαναλαμβανόμενης αυτής συζήτησης, ήτοι για την παρούσα δικάσιμο. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, κατά την παρούσα δικάσιμο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης, η οποία αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εκκαλούσα εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της Ηλία Μπαϊράμη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ), η δε εφεσίβλητη δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο. Συνεπώς, πρέπει να ελεγχθεί εάν η εφεσίβλητη κλήθηκε να παραστεί στην παρούσα συζήτηση της εφέσεως νομίμως και εμπροθέσμως. Εφόσον αποδειχθεί δε, ότι η εφεσίβλητη έχει κλητευθεί νομίμως για τη δικάσιμο αυτή, τότε το γεγονός της μη παράστασής της δεν επηρεάζει την έκβαση της προκείμενης δίκης, αφού, σύμφωνα με αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, εφόσον η αρχική και επαναλαμβανόμενη συζήτηση συνιστούν δύο δικονομικά στάδια μίας ενιαίας συζήτησης, ο διάδικος αρκεί να παρίσταται νόμιμα σε ένα από τα δύο αυτά στάδια.

Από την από 26-4-2021 έκθεση επιδόσεως του Επιμελητή Δικαστηρίων του Εφετείου Πειραιώς …….., που βρίσκεται εντός της δικογραφίας, προκύπτει ότι η ως άνω Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς με κλήση προς συζήτηση της υπόθεσης κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο επιδόθηκε στον Δικηγόρο της εφεσίβλητης ………. (στον οποίο έχει χορηγηθεί η από 20-3-2019 δικαστική πληρεξουσιότητα κατ΄ άρθρο 96 του ΚΠολΔ και ο οποίος είναι ο πληρεξούσιος Δικηγόρος που εκπροσώπησε την ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, στην πρωτοβάθμια δίκη) και για λογαριασμό της, κατ΄ άρθρο 143 του ΚΠολΔ και προ τριάντα τουλάχιστον ημερών από την ορισθείσα δικάσιμο, όπως ορίζεται στην ως άνω Πράξη. Σημειώνεται ότι, από το άρθρο 143 παρ.1 του KΠολΔ, όπως η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο πρώτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 με έναρξη ισχύος την 1-1-2016 σύμφωνα με την παρ. 4 του ένατου άρθρου του άρθρου 1 του ιδίου νόμου, με την οποία ορίζεται ότι «Ο δικαστικός πληρεξούσιος που διορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 96 είναι αυτοδικαίως και αντίκλητος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στη δίκη στην οποία είναι πληρεξούσιος, έως και την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, εκτός αν με δικόγραφο γνωστοποιηθεί στους λοιπούς διαδίκους η αντικατάστασή του», συνάγεται ότι ο Δικηγόρος που παραστάθηκε ως πληρεξούσιος του διαδίκου στην πρωτοβάθμια δίκη θεωρείται κατά νόμο αντίκλητος για τις αναγόμενες στη δίκη αυτή επιδόσεις εγγράφων, μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, εκτός αν γνωστοποιηθεί η αντικατάστασή του (ΑΠ 667/2020, 1034/2019 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, παραδεκτά προχωρά η συζήτηση της ένδικης εφέσεως, εφόσον η εφεσίβλητη κλήθηκε να παραστεί στην παρούσα δικάσιμο μέσω του πληρεξουσίου Δικηγόρου της, που είναι αυτοδικαίως και αντίκλητος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στη δίκη αυτή, στην οποία είναι πληρεξούσιος, και εφόσον δεν προκύπτει ότι έχει αντικατασταθεί και ότι με δικόγραφο έχει γνωστοποιηθεί στην εκκαλούσα η αντικατάστασή του. Ως εκ τούτου η ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού συζήτηση της υπόθεσης κατ΄ άρθρο 307 του ΚΠολΔ, στην παρούσα δικάσιμο της 3-6-2021, θεωρείται συνέχεια της προηγούμενης και διεξάγεται κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Η κρινόμενη από 22-12-2017 (αρ. καταθ. …./2017) έφεση της εν μέρει ηττηθείσας εναγομένης, ήδη εκκαλούσας, κατά της υπ΄ αρ. 5064/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε από την εκκαλούσα, κατ΄ άρθρο 495 του ΚΠολΔ, παράβολο, ποσού εκατό (100) ευρώ (βλ.το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ με κωδικό: ……../2017, ποσού 100 ευρώ και είδους παραβόλουe-ΠΑΡΑΒΟΛΟ και την από 27-12-2017 εξόφληση της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ WINBANK).

Με την από 27-1-2017 (αρ. καταθ. ………/2017) αγωγή της, που συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 5-10-2017, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ισχυρίσθηκε ότι δυνάμει του υπ΄ αρ. ………/2014 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Νίκαιας …….. που έχει νόμιμα καταχωρηθεί στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νίκαιας, πώλησε στην εναγομένη αγοράστρια τα λεπτομερώς περιγραφόμενα σ΄ αυτή (αγωγή) κατά θέση, όρια και έκταση ακίνητα (Α1, ΥΡ2, Υ8 οριζόντιες ιδιοκτησίες), αντί συνολικού τιμήματος ποσού 92.759,47 ευρώ. Ότι η πώληση και η μεταβίβαση των ακινήτων αυτών έγινε υπό τη διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης εξόφλησης ολόκληρου του τιμήματος, το οποίο πιστώθηκε στο σύνολό του και συμφωνήθηκε να καταβληθεί σε 21 άτοκες δόσεις. Επιπλέον ισχυρίσθηκε ότι συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής τριών, οποιωνδήποτε, εκ των συμφωνηθέντων δόσεων, επί 5 ημέρες από την καθορισμένη ημερομηνία καταβολής τους, θα πληρούται η διαλυτική αίρεση. Ότι η αίρεση πληρώθηκε, λόγω υπερημερίας της εναγομένης ως προς την καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα σ΄ αυτή (αγωγή). Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζήτησε: α) να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη της οφείλει δέκα (10) από τις συμφωνηθείσες δόσεις, δηλαδή από την έκτη μέχρι τη δέκατη πέμπτη δόση και δη το συνολικό ποσό των 42.483,21 ευρώ, νομιμότοκα μέχρι την εξόφληση, β) να αναγνωρισθεί ότι έχει πληρωθεί η συμφωνηθείσα με το άνω συμβόλαιο διαλυτική αίρεση και ότι έχουν ανατραπεί αυτοδικαίως υπέρ αυτής τα αποτελέσματα της σύμβασης πώλησης και γ) να καταδικασθεί η εναγομένη σε δήλωση βουλήσεως περί πληρώσεως της διαλυτικής αίρεσης. Τέλος, ζήτησε να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 5064/2017 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων, αφού έκρινε ότι είναι νόμιμη, πλην του υπό στοιχείο α) αιτήματος, που έκρινε μη νόμιμο και απορριπτέο, καθώς επίσης αφού απέρριψε τη σωρευθείσα καταψηφιστική αγωγή για την καταδίκη σε δήλωση βούλησης ως ουσιαστικά αβάσιμη, λόγω μη καταβολής του προσήκοντος τέλους δικαστικού ενσήμου, κατά τα λοιπά δέχθηκε εν μέρει ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη την ένδικη αγωγή και αναγνώρισε ότι πληρώθηκε η διαλυτική αίρεση, που τέθηκε με το υπ΄ αρ. ……../10-10-2014 συμβόλαιο αγοραπωλησίας οριζοντίων ιδιοκτησιών της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ….., και ανατράπηκαν αυτοδικαίως υπέρ της ενάγουσας τα αποτελέσματα της ανωτέρω σύμβασης πώλησης. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την κρινόμενη από 22-12-2017 (αρ. καταθ. ……./2017) έφεση η εν μέρει ηττηθείσα εναγομένη και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να απορριφθεί η ένδικη αγωγή.

Σύμφωνα με το άρθρο 1033 του ΑΚ «Για τη μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτου απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και εκείνου που την αποκτά, ότι μετατίθεται σ΄ αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία. Η συμφωνία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβάλλεται σε μεταγραφή.». Για τη μεταβίβαση, με τον παράγωγο αυτό τρόπο της κυριότητας ακινήτου, αποτελεί προϋπόθεση, το να ήταν κύριος εκείνος που συμφώνησε τη μεταβίβασή της. Περαιτέρω κατά άρθρο 202 του ΑΚ αν με τη δικαιοπραξία εξαρτήθηκε η ανατροπή των αποτελεσμάτων της από γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο (αίρεση διαλυτική), μόλις συμβεί το γεγονός αυτό παύει η ενέργεια της δικαιοπραξίας και επανέρχεται αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση. Ενόψει της διάταξης αυτής, ο διαλυτικός όρος που περιέχεται στη σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης της κυριότητας ακινήτου, σύμφωνα με τον οποίο, σε περίπτωση που ο αγοραστής, ο οποίος ανέλαβε την υποχρέωση για ορισμένη ενέργεια μέσα σε τακτή προς τούτο προθεσμία, δεν προέβη στην εκπλήρωση αυτής, θα εκπίπτει από κάθε δικαίωμά του που απορρέει από την πώληση και το πωληθέν θα καθίσταται αναγόραστο και θα επιστρέφει χωρίς άλλη διατύπωση στην κυριότητα του πωλητή, συνιστά διαλυτική αίρεση, υπό την οποία τελεί όχι μόνο η κατά το άρθρο 1033 του ΑΚ συμφωνία για τη μεταβίβαση της κυριότητας, αλλά και η ενοχική δικαιοπραξία η οποία αποτελεί, κατά την παραπάνω διάταξη, τη νόμιμη αιτία της μεταβίβασης. Όταν η διαλυτική αυτή αίρεση πληρωθεί, γιατί πέρασε άπρακτη η προθεσμία μέσα στην οποία όφειλε ο αγοραστής να ενεργήσει, τότε, κατά τη βούληση των μερών που σαφώς εκφράστηκε και είναι σύμφωνη με τα οριζόμενα στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 202 του ΑΚ, ανατρέπεται η όλη σύμβαση τόσο κατά την ενοχική, όσο και κατά την εμπράγματη ενέργειά της, με την έννοια ότι παύει αυτή να ισχύει μόλις επέλθει το αιρετικό γεγονός και επανέρχεται αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση, άρα και η κυριότητα στον πωλητή, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη ενέργειά του. Από το συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων συνάγεται ότι στη σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης κάποιου ακινήτου, που χρειάζεται να γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο που υποβάλλεται σε μεταγραφή, για να επέλθει η έννομη συνέπεια της μεταβίβασης της κυριότητας μπορεί να προστεθεί και ειδικός όρος διαλυτικός, κατά τον οποίο αν δεν πληρωθεί ολοσχερώς και εμπροσθέσμως από τον αγοραστή το πιστωθέν τίμημα που συμφωνήθηκε ή και μερικές δόσεις αυτού, εφόσον συμφωνήθηκε να καταβληθεί σε περιοδικές δόσεις, αυτοδικαίως και χωρίς άλλη προειδοποίηση η κυριότητα του πωληθέντος ακινήτου επανέρχεται στον πωλητή, ο δε αγοραστής εκπίπτει από τα δικαιώματά του από τη σύμβαση πώλησης. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 158, 159, 166, 180, 181, 361, 369, 513 και 1033 του ΑΚ προκύπτει ότι όπου ο νόμος απαιτεί την τήρηση τύπου για την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, ο τύπος απαιτείται για ολόκληρο το περιεχόμενό της και προκειμένου για ακίνητο πρέπει να καλύπτει τόσο την μεταβιβαστική της κυριότητάς του εμπράγματη σύμβαση όσο και την ενοχική της πώλησής του ως προς όλα τα ουσιώδη στοιχεία της, δηλαδή ως προς το πράγμα και το τίμημα. Η μη τήρηση, όμως, του τύπου ως προς μέρος του τιμήματος ακινήτου, όπως στην περίπτωση που αυτό συμφωνήθηκε μεγαλύτερο από αυτό που εικονικά (άρθρο 138 του ΑΚ) αναγράφεται στο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, δεν καθιστά άκυρη την όλη σύμβαση, αλλά άκυρη είναι μόνον η συμφωνία για το εκτός συμβολαίου επιπλέον τίμημα, όπως αυτό συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 13 παρ. 3 του Ν. 1587/1950, κατά την οποία: «Το αντέγγραφον εξ ου προκύπτει ότι συνεφωνήθη ή κατεβλήθη τίμημα μεγαλύτερον του αναγραφέντος εν τω συμβολαίω και εν τη δηλώσει του φόρου του παρόντος Νόμου είναι άκυρον και δεν δύναται να προσαχθή και να ληφθή υπ΄ όψει υπό του Δικαστηρίου και υφ΄ οιασδήποτε ετέρας Αρχής». Με τη διάταξη, δηλαδή, αυτή ρητά περιορίσθηκε η ακυρότητα της πώλησης ακινήτου μόνο στην άτυπη συμφωνία για καταβολή τιμήματος μεγαλύτερου από το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο χωρίς κατά τα λοιπά να επηρεάζεται το κύρος της πώλησης από το αναγραφόμενο στο συμβόλαιο εικονικό τίμημα (ΑΠ 543/1996). Η διάταξη, όμως, αυτή δεν απαγορεύει την επίκληση της άκυρης, για το επιπλέον, μη αναγραφόμενο στο τίμημα του ακινήτου, συμφωνίας, όταν από την επίκληση και την απόδειξη αυτής δικαιολογείται έννομο συμφέρον (ΑΠ 249/2009). Η απόδειξη της συμφωνίας αυτής δεν επιτρέπεται να γίνει με τη χρήση αντεγγράφου, το οποίο από την ίδια παραπάνω διάταξη χαρακτηρίζεται ως άκυρο και απαγορευμένο αποδεικτικό μέσο, όμως, τα λοιπά αποδεικτικά μέσα είναι επιτρεπτά και η απόδειξη της συμφωνίας δεν συνιστά ανεπίτρεπτη απόδειξη κατά του περιεχομένου του αγοραπωλητήριου συμβολαίου ή τροποποιητικής αυτού συμφωνίας, αφού δεν αμφισβητείται το περιεχόμενό του, όπως εξωτερικά έχει, αλλά η σπουδαιότητα των δικαιοπρακτικών δηλώσεων των μερών ως προς το πράγματι συμφωνηθέν ύψος του τιμήματος, γι΄ αυτό και δεν ισχύουν οι περιορισμοί των άρθρων 164 του ΑΚ και 393, 438 και 441 του ΚΠολΔ (ΑΠ 580/2019, ΑΠ 656/2014, ΑΠ 801/2010).

Από τα έγγραφα τα οποία νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1088/2019, ΑΠ 394/2012), και α) από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από την εκκαλούσα υπ΄ αρ. …../2017 και ……/2017 ένορκες βεβαιώσεις των ……… και ……, αντίστοιχα, που, με επιμέλεια αυτής (εναγομένης, ήδη εκκαλούσας), λήφθηκαν την 5-4-2017, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης (βλ. την υπ΄ αρ. ………/30-3-2017 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς ………), καθώς και β) από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από την εφεσίβλητη υπ΄ αρ. …../9-5-2017, ……/9-5-2017 και ……/18-5-2017 (ως προς την τελευταία κατ΄ άρθρο 529 του ΚΠολΔ) ένορκες βεβαιώσεις των …….., …… και ………., αντίστοιχα, που με επιμέλεια αυτής (ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης), λήφθηκαν την 9-5-2017 οι δύο πρώτες και την 18-5-2017 η τρίτη, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……., μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας (βλ. την υπ΄ αρ. ………/4-5-2017 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Αθηνών διορισμένου στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……… ως προς τις δύο πρώτες και την υπ΄αρ. ……/15-5-2017 έκθεση επιδόσεως του ιδίου ως άνω Δικαστικού Επιμελητή ……. ως προς την τρίτη από αυτές), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και, όπως προεκτέθηκε, συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους προβαλλόμενους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:Η ενάγουσα, ομόρρυθμη εταιρεία, η οποία συστάθηκε δυνάμει του από 19-11-2010 ιδιωτικού συμφωνητικού, το οποίο κατατέθηκε στον αρμόδιο Γραμματέα την 8-12-2010 και καταχωρήθηκε στα βιβλία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό μητρώου …. και με αριθμό κατάθεσης ……./2010, είχε ως σκοπό και αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την ανέγερση οικοδομών προς πώληση. Η ως άνω δε εταιρεία, ενάγουσα, λύθηκε, δυνάμει του από 1-6-2015 ιδιωτικού συμφωνητικού, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. με αρ. πρωτ. …./9-7-2015, και τέθηκε υπό εκκαθάριση, εκπροσωπούμενη από τους μοναδικούς ομόρρυθμους εταίρους, διαχειριστές και ήδη εκκαθαριστές, …….. και ……… Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δυνάμει του υπ΄ αρ. ………/10-10-2014 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ………., νομίμως καταχωρηθέντος στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νίκαιας, που καταρτίσθηκε μεταξύ της εναγομένης και των οικοπεδούχων α) ………, β) …….. γ) ………. και δ) ….. ……. και ως εκ τρίτου συμβαλλομένης της,νομίμως εκπροσωπούμενης από τους συνδιαχειριστές της, εργολήπτριας εταιρείας, ενάγουσας, πριν τεθεί υπό εκκαθάριση, μεταβιβάσθηκαν στην εναγομένη λόγω πωλήσεως, κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, οι εξής οριζόντιες ιδιοκτησίες κείμενες σε πολυκατοικία ευρισκομένη στη Νίκαια Αττικής στη θέση «………» επί της οδού ………., και ειδικότερα: α) Το διαμέρισμα του πρώτου (Α΄) ορόφου πάνω από την πυλωτή με τα στοιχεία Α1, που έχει επιφάνεια 95 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 135,24/1000 εξ αδιαιρέτου, β) η θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του υπογείου με τα στοιχεία ΥΡ2, που έχει επιφάνεια 11,70 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 1/1000 εξ αδιαιρέτου και γ) η αποθήκη του υπογείου με τα στοιχεία Υ8, που έχει επιφάνεια 2,50 τ.μ. και ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 1/1000 εξ αδιαιρέτου. Ειδικότερα οι ανωτέρω οικοπεδούχοι σε εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους που είχαν αναλάβει με το υπ΄ αρ. ……./11-3-2011 προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……… και με την υπ΄ αρ. ……../22-6-2011 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας της ιδίας ως άνω Συμβολαιογράφου, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ΄ αρ. ……../9-11-2012 πράξη αυτής (ιδίας Συμβολαιογράφου), απέναντι στην εργολήπτρια, ήτοι να μεταβιβάσουν στην ίδια (εργολήπτρια) ή στα τρίτα πρόσωπα που θα υποδείξει αυτή, με τίμημα που θα δικαιούται να διαπραγματεύεται, να συμφωνεί και να λαμβάνει ολόκληρο αυτή (εργολήπτρια), τα ανωτέρω ποσοστά εξ αδιαιρέτου από το οικόπεδο της πολυκατοικίας, στα οποία περιλαμβάνονται και τα οικοπεδικά ποσοστά που ανήκουν στις παραπάνω αναφερόμενες αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, πώλησαν αυτές στην εναγομένη με συνολικό τίμημα, οριζόμενο στο ανωτέρω συμβόλαιο, στο ποσό των 92.759,47 ευρώ, από το οποίο ποσό 89.775 ευρώ αντιστοιχούσε στο πωλούμενο διαμέρισμα, ποσό 2.334,15 ευρώ στην πωλούμενη θέση στάθμευσης αυτοκινήτου και ποσό 650,32 ευρώ στην πωλούμενη αποθήκη, με την επισημείωση ότι από το παραπάνω τίμημα ποσό 686,20 ευρώ αντιστοιχούσε στην αξία των μεταβιβαζομένων οικοπεδικών ποσοστών. Περαιτέρω στο ανωτέρω υπ΄ αρ. ………/10-10-2014συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….. ορίσθηκε ότι ολόκληρο το παραπάνω τίμημα θα έπρεπε να το καταβάλλει η αγοράστρια-εναγομένη στην εργολήπτρια-ενάγουσα σε είκοσι μία (21) άτοκες, συνεχείς, δόσεις, οι οποίες θα πληρώνονταν ως εξής: 1) η πρώτη δόση, ποσού 5.000 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 28-11-2014, 2) η δεύτερη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-1-2015, 3) η τρίτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-3-2015, 4) η τέταρτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-5-2015, 5) η πέμπτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-7-2015, 6) η έκτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 30-9-2015, 7) η έβδομη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 30-11-2015, 8) η όγδοη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-1-2016, 9) η ένατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-3-2016, 10) η δέκατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-5-2016, 11) η ενδέκατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-7-2016, 12) η δωδέκατη δόση, ποσού 1.983,21 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-8-2016, 13) η δέκατη τρίτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 30-9-2016, 14) η δέκατη τέταρτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-10-2016, 15) η δέκατη πέμπτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 30-11-2016, 16) η δέκατη έκτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-12-2016, 17) η δέκατη έβδομη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-1-2017, 18) η δέκατη όγδοη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 28-2-2017, 19) η δέκατη ένατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-3-2017, 20) η εικοστή δόση, ποσού 4.500 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 30-4-2017 και 21) η εικοστή πρώτη δόση, ποσού 4.776,26 ευρώ, ήταν καταβλητέα την 31-5-2017. Για τις ανωτέρω δόσεις η ενάγουσα-εργολήπτρια εταιρεία είχε εκδώσει, την ίδια ημέρα της υπογραφής του συμβολαίου, σε διαταγή της είκοσι μία (21) συναλλαγματικές, τις οποίες είχε αποδεχθεί, επίσης την ίδια ημέρα, η εναγομένη-αγοράστρια και οι οποίες αντιστοιχούσαν σε ποσά και λήξεις με τις παραπάνω δόσεις. Συμφωνήθηκε δε μεταξύ τους ότι η πληρωμή καθεμιάς θα συνεπάγεται και θα αποδεικνύει την εξόφληση της αντίστοιχης δόσης ή μέρους της αντίστοιχης δόσης για την οποία εκδόθηκε. Επίσης, ρητά συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβαλλομένων δια του προαναφερομένου συμβολαίου ότι: α) η πώληση και μεταβίβαση αυτή τελεί υπό τη διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης αποπληρωμής ολόκληρου του παραπάνω οφειλόμενου τιμήματος και β) ότι σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής τριών,οποιωνδήποτε,από τις δόσεις που συμφωνήθηκαν του οφειλόμενου τιμήματος επί πέντε (5) ημέρες από την παραπάνω ημερομηνία καταβολής τους, η διαλυτική αίρεση θα πληρούται. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη έχει καταβάλει τις πέντε πρώτες από τις προαναφερθείσες δόσεις, δηλαδή την πρώτη δόση, ποσού 5.000 ευρώ, που ήταν καταβλητέα την 28-11-2014, τη δεύτερη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, που ήταν καταβλητέα την 31-1-2015, την τρίτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, που ήταν καταβλητέα την 31-3-2015, την τέταρτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, που ήταν καταβλητέα την 31-5-2015 και την πέμπτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, που ήταν καταβλητέα την 31-7-2015, ήτοι το συνολικό ποσό των 23.000 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι έχει καταβάλει 1) την 10-11-2015 το ποσό των 3.160 ευρώ, όπως προκύπτει από την υπ΄ αρ. ….. απόδειξη πληρωμής που φέρει την εταιρική σφραγίδα (βλ. σχετ. 17 της εκκαλούσας-εναγομένης), και 2) την 26-11-2015 το ποσό των 900 ευρώ, την 7-12-2015 το ποσό των 2.820 ευρώ, την 30-12-2015 το ποσό των 2.500 ευρώ, την 20-1-2016 το ποσό των 2.000 ευρώ, την 29-2-2016 το ποσό των 1.000 ευρώ και την 14-7-2016 το ποσό των 2.000 ευρώ.Οι υπό στοιχείο 2) αμέσως πιο πάνω αναφερόμενες καταβολές έγιναν με μεταφορά των χρηματικών ποσών από τραπεζικούς λογαριασμούς της εναγομένης σε τραπεζικούς λογαριασμούς του ……….., πατέρα του συνεκκαθαριστή της ενάγουσας, …….., με τη ρητή μνεία ότι αφορούν εξόφληση συναλλαγματικών, όπως αναγράφεται στις αντίστοιχες αποδείξεις. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα απέστειλε στην εναγομένη την από 12-10-2016 εξώδικη δήλωση-πρόσκληση-πλήρωση διαλυτικής αίρεσης-ανατροπή πώλησης, η οποία της κοινοποιήθηκε την 13-10-2016, με την οποία, μεταξύ άλλων, ισχυριζόταν ότι η εναγομένη έως τότε της είχε καταβάλει μόνο τις πρώτες πέντε ως άνω δόσεις και ότι παρά τις αλλεπάλληλες οχλήσεις της, δεν της είχε καταβάλει έως τότε εκ των άνω συμφωνηθέντων δόσεων – τμηματικών καταβολών συνολικά οκτώ (8) συμφωνηθείσες δόσεις, συνολικού ποσού 33.483,21 ευρώ, ήτοι: α) την έκτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 30-9-2015, β) την έβδομη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 30-11-2015, γ) την όγδοη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 31-1-2016, δ) την ένατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 31-3-2016, ε) την δέκατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 31-5-2016, στ) την ενδέκατη δόση, ποσού 4.500 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 31-7-2016, ζ) τη δωδέκατη δόση, ποσού 1.983,21 ευρώ, την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 31-8-2016 και η) τη δέκατη τρίτη δόση, ποσού 4.500 ευρώ,την οποία θα έπρεπε να είχε καταβάλει την 30-9-2016. Περαιτέρω δήλωνε στην εναγομένη ότι η ως άνω αναφερόμενη διαλυτική αίρεση έχει πληρωθεί και ότι η εν λόγω πώληση έχει ανατραπεί, την καλούσε δε (την εναγομένη) να προσέλθει την Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016 και ώρα 12 το μεσημέρι στο γραφείο της ως άνω Συμβολαιογράφου Νίκαιας ………, προκειμένου να υπογράψει τη σχετική πράξη πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, προσκομίζοντας κάθε κατά νόμο πιστοποιητικό. Κατόπιν της ανωτέρω εξώδικης δήλωσης-πρόσκλησης-πλήρωσης διαλυτικής αίρεσης-ανατροπής πώλησης η εναγομένη κοινοποίησε την 18 Οκτωβρίου 2016 στην ενάγουσα και στην ως άνω Συμβολαιογράφο ……….., την από 17-10-2016 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωση, με την οποία, μεταξύ άλλων, παρέθετε λεπτομερώς τις καταβολές που είχαν πραγματοποιηθεί και για τις οποίες είχε αποδεικτικά στοιχεία και ειδικότερα ότι έχει καταβληθεί από αυτήν μέχρι 31-7-2015 το συνολικό ποσό των 23.000 ευρώ. Επίσης, ισχυριζόταν ότι από τον Ιούλιο του 2015 επιβλήθηκαν οι κεφαλαιακοί περιορισμοί «capital control» με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα σε όλες τις οικονομικές συναλλαγές που γίνονταν με μετρητά χρήματα και για το λόγο αυτό εξόφλησε μεν τη δόση του Ιουλίου 2015 παρά τη δυσμενή οικονομική κατάσταση, έκτοτε δε μετέφερε πλέον χρηματικά ποσά από το λογαριασμό της σε λογαριασμό δικό της που της υπέδειξε σε Τράπεζες, είτε στην «……….» είτε στην «.. .», και ειδικότερα ότι από το μήνα Αύγουστο 2015 και εφεξής της έχει καταβάλει με εμβάσματα και χειρόγραφη απόδειξη το συνολικό ποσό των 35.478 ευρώ, καθόσον από το μήνα Αύγουστο 2015 λόγω των «capital control» δεν μπορούσαν να γίνουν συναλλαγές με μετρητά χρήματα. Επιπλέον ισχυριζόταν ότι η συμφωνία τους μετά την επιβολή των «capital control» ήταν η πληρωμή των ανωτέρω δόσεων να γίνεται με μεταφορά χρημάτων στο λογαριασμό της (ενάγουσας) στην «…» όταν της κατέθεταν πελάτες της χρήματα ή επιταγές και με την αποπληρωμή του ποσού των 92.759,47 ευρώ να της παραδώσει τις ανωτέρω συναλλαγματικές και ότι ξαφνικά της κοινοποίησε την 12-10-2016 ότι θα έπρεπε να προσέλθει στη Συμβολαιογράφο που συντάχθηκε το αγοραπωλητήριο συμβόλαιο προκειμένου δήθεν να υπογράψει για την αποδοχή της πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, αφού της χρωστούσε, κατ΄ αυτήν (ενάγουσα) πάντοτε, για 8 δόσεις έως και 30-9-2016, το ποσό των 33.483,21 ευρώ ενώ στην πραγματικότητα της έχει καταβάλει έως τότε το ποσό των 35.478 ευρώ, γεγονός που αποδεικνύει περίτρανα την εμπιστοσύνη που υπήρχε στο πρόσωπό της (ενάγουσας), ώστε στην πραγματικότητα να της έχει καταβάλει έως τότε επιπλέον 2.000 περίπου ευρώ σε σχέση με το ποσό που θα έπρεπε να έχει καταβάλει. Διαμαρτυρόταν δε έντονα για το αβάσιμο και αναληθές περιεχόμενο της εξώδικης διαμαρτυρίας-πρόσκλησης της (ενάγουσας) που είναι αποκλειστικά κατασκεύασμα δικό της προκειμένου να αποκομίσει από αυτήν περιουσιακό όφελος. Επίσης, δήλωνε ότι θα παραστεί με τον έναν εκ των πληρεξουσίων Δικηγόρων της στην ορισθείσα συνάντηση της 20-10-2016, προκειμένου να αρνηθεί να υπογράψει την πράξη πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης. Καλούσε δε την ενάγουσα να επικοινωνήσει με τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της, προκειμένου να γίνει εκκαθάριση των χρηματικών ποσών που της έχει καταβάλει και το τυχόν υπόλοιπο της οφειλής της μέχρι τη λήξη των δόσεων που ορίζονται στο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο και να της παραδώσει όλες τις μέχρι τότε εξοφληθείσες συναλλαγματικές. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατόπιν των ανωτέρω εξωδίκων δηλώσεων δεν υπήρξε υπογραφή της σχετικής πράξης εμφάνισης και δηλώσεων κατά την ορισθείσα, με την εξώδικη δήλωση, ημερομηνία. Κατόπιν των ανωτέρω η ενάγουσα απέστειλε στην εναγομένη την από 2-12-2016 εξώδικη απάντηση-πρόσκληση και διαμαρτυρία, που της κοινοποιήθηκε την 6-12-2016, με την οποία, μεταξύ άλλων, η ενάγουσα αρνήθηκε το περιεχόμενο της προγενέστερης από 17-10-2016 εξώδικης απάντησής της, ισχυρίσθηκε ότι η εναγομένη καθυστερεί να καταβάλει, πλέον των οκτώ προαναφερόμενων δόσεων και άλλες δύο δόσεις, από τις συμφωνηθείσες, ήτοι τη δέκατη τέταρτη δόση και τη δέκατη πέμπτη καθεμία ποσού 4.500 ευρώ, καταβλητέες την 31-10-2016 και την 30-11-2016 αντίστοιχα, ανερχόμενες (και οι δέκα) στο συνολικό ποσό των 42.483,21 ευρώ, δήλωνε και πάλι ότι έχει πληρωθεί η διαλυτική αίρεση και καλούσε εκ νέου την εναγομένη να προσέλθει την Δευτέρα 12-12-2016 και ώρα 12 το μεσημέρι στο γραφείο της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……., προκειμένου να υπογράψει τη σχετική πράξη πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, προσκομίζοντας κάθε κατά νόμο πιστοποιητικό. Ακολούθως η εναγομένη την 12-12-2016 κοινοποίησε στην ενάγουσα και στην προαναφερόμενη Συμβολαιογράφο ………. με τηρητή υπόμνηση ότι ουδόλως συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την πλήρωση της διαλυτικής αίρεσης του υπ΄ αρ. ………/10-10-2014αγοραπωλητηρίου συμβολαίου, την από 9-12-2016 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωσή της, με την οποία, μεταξύ άλλων, ισχυρίσθηκε ότι η πρώτη από 12-10-2016 εξώδικη δήλωση-πρόσκληση-πλήρωση διαλυτικής αίρεσης-ανατροπή πώλησης είναι πλήρης αβάσιμων, αναληθών και αναπόδεικτων ισχυρισμών και ότι και στη δεύτερη από 2-12-2016 εξώδικη απάντηση-πρόσκληση και διαμαρτυρία της αναφέρεται εκ νέου σε γεγονότα ψευδή και αναληθή. Επιπλέον αρνούμενη και πάλι την πλήρωση της αίρεσης, ισχυρίσθηκε ότι έως τότε είχε καταβάλει όλες τις οφειλόμενες δόσεις του συμβολαίου. Από τις αναφερόμενες στην από 17-10-2016 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωση της εναγομένης, μόνο η πρώτη καταβολή την 6-8-2015, ποσού  4.500 ευρώ, αφορούσε οφειλόμενη δόση συμφωνηθείσα μεταξύ των διαδίκων με το υπ΄ αρ. ………./10-10-2014 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….. Περαιτέρω η εναγομένη ισχυρίσθηκε πρωτοδίκως, ισχυρισμό που επαναφέρει και στον παρόντα βαθμό, ότι το αληθές και πραγματικό συμφωνηθέν τίμημα για την αγοραπωλησία των ακινήτων αυτών ανερχόταν στο ποσό των 160.000 ευρώ, καταβλητέο κατά το ποσό των 20.000 ευρώ κατά την υπογραφή του σχετικού συμβολαίου, ενώ, από το υπόλοιπο τίμημα των 140.000 ευρώ, το ποσό των 92.759,47 ευρώ, που ήταν το εμφανές τίμημα της αγοραπωλησίας, θα καταβαλλόταν κατά τα ως άνω και για το υπολειπόμενο τίμημα των 47.240 ευρώ, το οποίο ήταν εκτός του συμβολαίου, συντάχθηκε το από 10-10-2014 εικονικό ιδιωτικό συμφωνητικό, με τον τότε εταίρο-συνδιαχειριστή και ήδη συνεκκαθαριστή της ενάγουσας, ……….., δυνάμει του οποίου το ποσό αυτό (47.240 ευρώ) συμφωνήθηκε δήθεν ως αμοιβή του τελευταίου για γενόμενες εργασίες ελαιοχρωματισμών, αλλαγής εσωτερικής διαρρύθμισης, τοποθέτησης πρόσθετων παροχών ρεύματος, αλλαγής ντουλαπιών κουζίνας και ντουλαπιών υπνοδωματίων, ειδών υγιεινής και άλλων εργασιών, που είχαν ήδη αποπερατωθεί, χωρίς, βέβαια, αυτές ουδέποτε να έχουν πραγματοποιηθεί. Ότι για την αιτία αυτή εκδόθηκαν 11 συναλλαγματικές με ημερομηνία εκδόσεως την ημερομηνία υπογραφής του συμβολαίου και ότι από τα χρήματα αυτά έχει ήδη καταβάλει το ποσό των 22.500 ευρώ. Έτσι, λοιπόν, κατά τους ισχυρισμούς της εναγομένης, αυτή έχει καταβάλει, προς εξόφληση των ακινήτων, έως και τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2016, το συνολικό ποσό των 79.774 ευρώ, δηλαδή ποσό 37.274 ευρώ για το εμφανές τίμημα της αγοραπωλησίας, το ποσό των 22.500 ευρώ για το μη εμφανές τίμημα, με βάση το από 10-10-2014 εικονικό ιδιωτικό συμφωνητικό, και το ποσό των 20.000 ευρώ κατά την υπογραφή του αγοραπωλητηρίου συμβολαίου. Αναφορικά με τα ανωτέρω εκτιθέμενα λεκτέα τα ακόλουθα: Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι έχει καταβάλει το ποσό των 37.274 ευρώ είναι κατ΄ ουσίαν αβάσιμος, γιατί, εκτός των προαναφερόμενων, δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη έχει καταβάλει άλλα ποσά προς εξόφληση της οφειλής της που απορρέει από το υπ΄ αρ. ……../10-10-2014 συμβόλαιο. Εξάλλου οι υπόλοιπες προσκομιζόμενες αποδείξεις μεταφοράς διάφορων χρηματικών ποσών σε τραπεζικούς λογαριασμούς του …………, εργολάβου οικοδομών, αναφέρονται σε άλλες συναλλαγές του τελευταίου με την εναγομένη και το σύζυγό της […………., ο οποίος, εργάζεται στην εταιρεία που διατηρεί η σύζυγός του και την εκπροσωπούσε (τη σύζυγό του) σε κάθε συμφωνία ή διένεξη με την ενάγουσα] και συγκεκριμένα σε δάνεια που τους χορήγησε, ήδη από την 19-5-2016, συνολικού ποσού 33.240 ευρώ. Επίσης, δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη κατά την υπογραφή του συμβολαίου αγοραπωλησίας κατέβαλε το ποσό των 20.000 ευρώ και συνεπώς ο σχετικός περί του αντιθέτου ισχυρισμός της εναγομένης, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος. Ακολούθως, όσον αφορά το από 10-10-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό, η εναγομένη, στην από 17-10-2016 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωσή της, δεν κάνει καμία μνεία για τα περί εμφανούς και μη εμφανούς τιμήματος της αγοραπωλησίας, ενώ, στην από 9-12-2016 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωσή της προς την ενάγουσα, αναφέρει ρητά, μεταξύ άλλων, ότι το από 10-10-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό αφορά την προσωπική σχέση που έχει με τον ……….., ατομικά και όχι ως έναν εκ των εταίρων της ενάγουσας εταιρείας και ότι έχει υπογραφεί μεταξύ τους για αιτία, ήτοι πρόσθετες εργασίες για την αποπεράτωση του διαμερίσματος που δεν προχώρησε παρά τα αντιθέτως ιστορούμενα στο ως άνω συμφωνητικό. Κατόπιν τούτων το από 10-10-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό δεν είναι εικονικό και ουδέποτε συνήφθη μεταξύ τους συμφωνία για εμφανές και μη εμφανές τίμημα της αγοραπωλησίας και οι σχετικοί ισχυρισμοί της, που προβλήθηκαν για πρώτη φορά δια των προτάσεων της στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επαναφέρονται και στον παρόντα βαθμό, είναι απορριπτέοι ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμοι. Ο ισχυρισμός που προβάλλει η εναγομένη ότι θεωρεί ότι είναι απόλυτα φυσιολογικό αρχικά και πριν υπάρξει ρήξη στις μεταξύ τους σχέσεις με την αντίδικο σχετικά με το επίδικο ζήτημα, σε απάντηση της από 12-10-2016 εξώδικης δήλωσης και κλήσης της, να μην εκθέσει άμεσα την κατάσταση περί εμφανούς και μη εμφανούς τιμήματος αφού και οι δύο πλευρές ουσιαστικά είχαν συμφωνήσει σε αυτό, ελπίζοντας ότι το μεταξύ τους ζήτημα που είχε ανακύψει θα μπορούσε τυχόν να διευθετηθεί χωρίς να εκτεθούν και οι δυο πλευρές περαιτέρω με τις «εκτός συμβολαίου συμφωνίες τους» και ότι στην προσπάθειά της να μην αναφερθεί στο «εκτός συμβολαίου τίμημα» στην από 9-12-2016 εξώδικη απάντησή της προσπάθησε να διαφοροποιήσει το από 10-10-2014 συμφωνητικό από το συμβόλαιο, κρίνεται απορριπτέος ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος, αφού ήδη με την ανταλλαγή των δύο πρώτων εξωδίκων δηλώσεων η σχέση τους είχε διαρραγεί. Τα ανωτέρω δε, δεν ανατρέπονται ούτε από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από την εκκαλούσα-εναγομένη σχετικό 12, ήτοι από το από 1-10-2014 ηλεκτρονικό μήνυμα του Δικηγόρου της εφεσίβλητης-ενάγουσας προς τον τότε πληρεξούσιο Δικηγόρο αυτής (εκκαλούσας-εναγομένης), καθόσον αυτό (ηλεκτρονικό μήνυμα), όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενό του, αφορά σκέψεις του πληρεξουσίου Δικηγόρου της ενάγουσας ως προς τον τρόπο καταβολής του τιμήματος, ενώ με αυτό δήλωνε ότι περίμενε τις παρατηρήσεις του πληρεξουσίου Δικηγόρου της (εναγομένης). Δεν αποδείχθηκε, όμως, ότι τελικά οι διάδικοι συμφώνησαν τα ανωτέρω, ενόψει κυρίως ότι στις εξώδικες δηλώσεις τους που κοινοποιήθηκαν εκατέρωθεν δεν αναφέρονται σε παρόμοια συμφωνία. Επομένως, η ένσταση συμψηφισμού που, παραδεκτά, προβάλλει η εκκαλούσα, του ποσού των 79.774 ευρώ με τη συνολική οφειλή της, την οποία δεν ισχυρίζεται ότι έχει εξοφλήσει ολοσχερώς, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη εμφανίσθηκε, μεταξύ άλλων, την 12-12-2016 ενώπιον της ως άνω Συμβολαιογράφου ……… και, εκτός άλλων, δήλωσε ότι αρνείται να υπογράψει την πράξη πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9-12-2016 εξώδικη απάντηση-διαμαρτυρία-δήλωσή της, συντάχθηκε δε η υπ΄ αρ. ……/12-12-2016 πράξη εμφάνισης και δηλώσεων της Συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….. Στη συνέχεια από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν υπήρξε συνεπής στην καταβολή των δόσεων του οφειλόμενου τιμήματος, αλλά καθυστέρησε την καταβολή για χρονικό διάστημα πέραν των πέντε ημερών από τη συμφωνημένη ημερομηνία καταβολής την έκτη δόση, την έβδομη δόση και την όγδοη δόση, έχει καταβάλει με την ίδια καθυστέρηση μερικώς την ένατη δόση (όπως δέχθηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με διάταξη της ως άνω εκκαλουμένης αποφάσεώς του που δεν προσβάλλεται με λόγο εφέσεως εκ μέρους της ενάγουσας, ήτοι ως προς την παραδοχή ότι υπήρξε καταβολή για την ένατη δόση, έστω και μερική), και οφείλει (εξ ολοκλήρου) τη δέκατη δόση, την ενδέκατη δόση, τη δωδέκατη δόση, τη δέκατη τρίτη δόση, τη δέκατη τέταρτη δόση και τη δέκατη πέμπτη δόση, ήτοι δέκα δόσεις. Η δε πλήρωση της αίρεσης επήλθε και με μόνη την καθυστέρηση καταβολής των έκτης, έβδομης και όγδοης δόσεων, (ήτοι τριών δόσεων) που συμφωνήθηκαν του οφειλόμενου τιμήματος επί πέντε (5) ημέρες από την παραπάνω ημερομηνία καταβολής τους, όπως ρητά συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Από τα προεκτεθέντα, συνεπώς, συνάγεται ότι πληρώθηκε η διαλυτική αίρεση, που είχε τεθεί με το υπ΄ αρ. ………/10-10-2014 συμβόλαιο, με αποτέλεσμα να έχουν ανατραπεί τα αποτελέσματα της σύμβασης πώλησης. Κατόπιν τούτων δεν συντρέχει περίπτωση παράβασης του καθήκοντος αληθείας εκ μέρους της ενάγουσας και απόπειρας απάτης στο Δικαστήριο επίσης εκ μέρους αυτής (ενάγουσας). Η εναγοµένη ισχυρίσθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρει με λόγο εφέσεως ότι η ένδικη αγωγή ασκήθηκε καταχρηστικά, µε συνέπεια να καθίσταται απορριπτέα, καθόσον η ενάγουσα δολίως απέκρυψε με την ένδικη αγωγή της ότι αυτή της είχε καταβάλει για την εξόφληση των ακινήτων το συνολικό ποσό των 79.774 ευρώ και ότι το από 10-10-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό είναι εικονικό. Τα επικαλούμενα, για τη θεμελίωση της εν λόγω ενστάσεως, πραγματικά περιστατικά όμως, και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος (άρθρο 281 του ΑΚ) και συνεπώς αυτή (ένσταση) είναι μη νόμιμη και πρέπει να απορριφθεί. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του, ως προς την ως άνω ένσταση έκρινε όμοια, έστω και με εσφαλμένη αιτιολογία, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα έκρινε και δεν έσφαλε. Συνεπώς, αφού αντικατασταθεί η εσφαλμένη αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο της εφέσεως. Συνακόλουθα, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι πληρώθηκε η διαλυτική αίρεση, που τέθηκε με το υπ΄ αρ. ……./10-10-2014 συμβόλαιο αγοραπωλησίας οριζοντίων ιδιοκτησιών της Συμβολαιογράφου Νίκαιας …. . και ανατράπηκαν αυτοδικαίως υπέρ της ενάγουσας τα αποτελέσματα της ανωτέρω σύμβασης πώλησης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε όμοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, ώστε τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο της ένδικης εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, πρέπει η έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί, λόγω της ήττας της εκκαλούσας, η εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε, κατ΄ άρθρο 495 του ΚΠολΔ, με το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ με κωδικό: ………/2017, ποσού 100 ευρώ και είδους παραβόλουe-ΠΑΡΑΒΟΛΟ και την από 27-12-2017 εξόφληση της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ WINBANK,  στο Δημόσιο Ταμείο καινα συμψηφιστούν στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω του ότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρα 106, 179, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 22-12-2017 (αρ. καταθ. …./2017) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 5064/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε με το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ με κωδικό: ………../2017, ποσού 100 ευρώ και είδους παραβόλου e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ και την από 27-12-2017 εξόφληση της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ WINBANK,  στο Δημόσιο Ταμείο

Συμψηφίζει, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την 29η Δεκεμβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ