Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 24/2022

Αριθμός    24/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: …….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Νικόλαο Κάσση    (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……… ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Μαρία Πιτσάκη.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 30.5.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  260/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα  με την από 31.1.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2019) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2019) αρχικά η 8η.10.2020  και, μετά από αναβολή,  η δικάσιμος της 4ης.3.2021, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 11.2.2021 έως 22.3.2021). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου  21 του ν. 4786/2021 (ΦΕΚ Α΄ 43/23.3.2021) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 49/2021 Πράξη  της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ζωή Καραχάλιου, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 31-01-2019 (γεν.αριθμ.καταθ……../2019) έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 260/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών) εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αρχικώς κατά τη δικάσιμο της 08-10-2020 οπότε η συζήτησή της αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 04-03-2021, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε, λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων για το χρονικό διάστημα από 11-02-2021έως 22-03-2021,για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας, κατά τα αναφερόμενα στη σχετική εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, και, ακολούθως, με την υπ’ αριθμ. 42/2021 Πράξη της ορισθείσας από την  Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Ζωής Καραχάλιου Εφέτη Πειραιά, προσδιορίστηκε οίκοθεν προς συζήτηση για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (……….) και ενεγράφη στο πινάκιο με πρωτοβουλία της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου, εγγραφή η οποία ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν.4786/ 2021(ΦΕΚ Α΄ 43/ 23-3-2021).

Η υπο κρίση έφεση της εν μέρει ηττηθείσας εναγόμενης κατά της ως άνω υπ΄αριθμ. 260/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρ.614 παρ.1 ΚΠολΔ), έχει ασκηθεί  νομότυπα με την κατάθεση δικογράφου στην γραμματεία του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση (αρ. 495§1 ,511 επ. Κ.Πολ.Δ.) και εμπρόθεσμα, καθόσον από τα στοιχεία της δικογραφίας, δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ εξάλλου δεν παρήλθε γι’ αυτό η καταχρηστική προθεσμία των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης απόφασης (25-01-2019) σύμφωνα με το άρθρο 518 § 2 ΚΠολΔ, ως ισχύει μετά  την αντικατάσταση της ανωτέρω παραγράφου από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015, που εφαρμόζεται για τα κατατεθειμένα από την 1.1.2016 ένδικα μέσα, όπως στην προκειμένη περίπτωση (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 και 147 παρ. 2 του ΚΠολΔ). Επομένως, η έφεση νόμιμα φερομένη στο Δικαστήριο αυτό, που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της (αρ. 19 Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί στην συνέχεια κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση  (άρθρα 532 και 533 παρ.1 ΚΠολΔ ) το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, δοθέντος ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το σχετικό παράβολο κατ΄άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ ως ισχύει κατά το χρόνο άσκησης της ένδικης έφεσης.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος με την από 30-05-2018 (γεν.αριθμ.καταθ……/2018) αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά εξέθεσε τα ακόλουθα: Ότι δυνάμει του από 1-10-2003 ιδιωτικού συμφωνητικού επαγγελματικής μίσθωσης, ο ……. εκμίσθωσε στους …….. και ………., που έχουν εν τω μεταξύ αποχωρήσει και στη θέση τους ως μισθώτρια έχει υπεισέλθει η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα, ένα ισόγειο κατάστημα, επιφανείας 50 τ.μ. που βρίσκεται στον Πειραιά και επι της οδού ………….,αποτελούμενο από έναν ενιαίο χώρο και W.C., προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως οβελιστήριο. Ότι δυνάμει του υπ΄αριθμ. ………/2006 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της Συμβ/φου Αθηνών, ……….. που έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά (τομ…..,αριθμ….), αυτός (ενάγων) απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα το ως άνω ακίνητο και υπεισήλθε έτσι στη θέση του εκμισθωτή, πλήρως και σε όλα τα δικαιώματα και τις απορρέουσες από την ανωτέρω σύμβαση μισθώσεως υποχρεώσεις. Ότι η ως άνω μεταβίβαση γνωστοποιήθηκε νομότυπα στην εναγόμενη δυνάμει της από 4-6-2007 εξώδικης δήλωσής του όπως προκύπτει από την υπ΄αριθμ…..΄/ 5-6-2007 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ………… Ότι η ένδικη μισθωτική σύμβαση αρχικά συμφωνήθηκε διετής, αρχόμενη την 1-11-2003 και λήξασα την 30-10-2005 και ότι στη συνέχεια κατόπιν διαδοχικών παρατάσεων κατέστη ήδη αορίστου χρόνου. Ότι το συμφωνηθεν μηνιαίο μίσθωμα ανήλθε αρχικά στο ποσό των 1.467 ευρώ πλέον του αναλογούντος σ΄αυτό τέλος χαρτοσήμου 3,6%, ήτοι 1.519,81 ευρώ και το οποίο (μίσθωμα) συμφωνήθηκε να καταβάλλεται από την εναγόμενη εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα. Ότι κατόπιν αλλεπάλληλων αναπροσαρμογών, το μίσθωμα μετά από προφορική συμφωνία με την εναγόμενη ανήλθε από την 1-5-2014 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του έτους 2016, οπότε η μίσθωση καταγγέλθηκε από αυτόν, στο ποσό των 1.542,40 ευρώ πλέον χαρτοσήμου 3,6%,ήτοι στο ποσό των 1.597,93 ευρώ. Ότι με την από 8-9-2016 (αριθμ. καταθ. ………/2016) αγωγή που άσκησε κατά της εναγόμενης κατήγγειλε την ως άνω μίσθωση και ζήτησε την απόδοση του παραπάνω μίσθιου ακινήτου. Ότι επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ΄αριθμ.13/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή, διατάχθηκε η απόδοση του μίσθιου ακινήτου και κηρύχθηκε αυτή προσωρινά εκτελεστή. Ότι κατά της απόφασης αυτής η εναγόμενη άσκησε την από 14-02-2018 (αριθμ.καταθ. ………./2018) έφεσή της ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δικάσιμος για την συζήτηση της οποίας δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Ότι η με την ως άνω από 8-9-2016 ασκηθείσα αγωγή του – καταγγελία της ένδικης μίσθωσης επέφερε τα αποτελέσματά της στο τέλος του μηνός Οκτωβρίου 2016 αφού επιδόθηκε στην εναγόμενη στις 26-9-2016 και έτσι για το μήνα Οκτώβριο ήταν ισχυρή. Ότι η εναγόμενη δεν του έχει καταβάλλει το ήδη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό μίσθωμα ποσού 1.542,40 ευρώ πλέον του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου 3,6%,ήτοι 1.597,93 ευρώ. Ότι από τον Νοέμβριο του 2016 αν και η μισθωτική σχέση έχει λήξει η εναγόμενη αρνείται να του παραδώσει το μίσθιο ακίνητο και για το λόγο αυτό δικαιούται αποζημίωση χρήσης 24 μηνών (για τους μήνες από Νοέμβριο 2016 έως και Οκτώβριο 2018) εκ ποσού 37.017,60 ευρώ (ήτοι 1542,40 ευρώ Χ 24 μήνες). Ότι, επικουρικώς, εάν κριθεί ότι η ένδικη σύμβαση μίσθωσης δεν έχει λυθεί σύμφωνα με τον παραπάνω τρόπο (με την άσκηση της προαναφερόμενης αγωγής), πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλλει τα μισθώματα για τους μήνες Νοέμβριο 2016 έως και Οκτώβριο 2018 εκ ποσού 30.360,67 ευρώ (ήτοι 1.542,40 ευρώ Χ 19 μήνες ). Στη συνέχεια ο ενάγων ισχυρίστηκε ότι λόγω της εκ μέρους της εναγόμενης παρακράτησης του μισθίου από τον μήνα Νοέμβριο 2016 και εφεξής, υπέστη περαιτέρω θετική ζημία συνιστάμενη στη διαφορά του μισθώματος που αναγκάστηκε να καταβάλει προκειμένου να στεγάσει την επιχείρησή του σε άλλο μίσθιο κατάστημα, στον δικό του εκμισθωτή σε σχέση με την αιτούμενη αποζημίωση χρήσης και την οποία (διαφορά) δεν θα κατέβαλλε εάν η εναγόμενη του είχε αποδώσει το μίσθιο εγκαίρως, αφού θα το χρησιμοποιούσε ο ίδιος και ότι  η εν λόγω διαφορά για το χρονικό διάστημα από Νοέμβριο 2016 έως και Μάιο 2018 ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 3.944,40 ευρώ (ήτοι 207,60  ευρώ μηνιαίως Χ 19 μήνες).

Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη για τις αναφερόμενες ως άνω αιτίες με απόφαση προσωρινά εκτελεστή να του καταβάλλει: Α. Το ποσό των 1597,93 ευρώ νομιμοτόκως από τότε που το μίσθωμα κατέστη απαιτητό και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Β. Το ποσό των 37.017,60 ευρώ ως αποζημίωση χρήσης, με το νόμιμο τόκο από τον κάθε μήνα που όφειλε να του καταβάλει και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση, άλλως και επικουρικώς το ποσό των συνολικό ποσό των 30.360,67 ευρώ, νομιμοτόκως από τότε που το κάθε μίσθωμα κατέστη απαιτητό και Γ. Το ποσό των 3.944,40 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση και τέλος να καταδικασθεί η εναγόμενη στην εν γένει δικαστική του δαπάνη.

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλούμενη υπ.΄αριθμ.260/2019 απόφαση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών, αντιμωλία των διαδίκων, η οποία απέρριψε ως απαράδεκτο το αγωγικό αίτημα περί επιδίκασης αποζημίωσης χρήσης για το χρονικό διάστημα από Ιούνιο έως και Οκτώβριο 2018, επίσης απέρριψε ως μη νόμιμο το παρεπόμενο αγωγικό αίτημα περί καταβολής τόκων υπερημερίας επί του ποσού της αιτούμενης αποζημίωσης χρήσης από τότε που κάθε μηνιαία αποζημίωση καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, κατόπιν έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361,574,695,608 παρ.2, 609, 601,343 παρ.1, 297, 298, 340, 345, 346 ΑΚ, 907, 908 παρ.1,910 αριθμ.2 και 176 ΚΠολΔ και αφού δέχθηκε ότι με την από 8-9-2016 (αριθμ.καταθ………./2016) αγωγή που άσκησε ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος  κατά της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 13/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (κατά της οποίας ασκήθηκε έφεση) κατήγγειλε νόμιμα την ως άνω μίσθωση και ότι αυτή έληξε στις 31-10-2016 εφόσον η παραπάνω αγωγή επιδόθηκε στις 26-09-2016, έκρινε τα ακόλουθα: Ότι η εναγόμενη οφείλει στον ενάγοντα ως μίσθωμα για το μήνα Οκτώβριο 2016 το ποσό των 1.597,93 ευρώ συμπεριλαμβανομένου του αναλογούντος χαρτοσήμου 3,6%, επίσης ότι η εναγόμενη από τον Νοέμβριο του 2016 μέχρι το Μάιο του 2018 εξακολουθούσε να παρακρατεί το μίσθιο και ως εκ τούτου οφείλει στον ενάγοντα ως αποζημίωση χρήσης για το εν λόγω χρονικό διάστημα το συνολικό ποσό των  30.360,67 ευρώ (ήτοι 1597,93 ευρώ Χ 19 μήνες) και τέλος ότι ο ενάγων έχει υποστεί θετική ζημία ύψους 324,21ευρώ συνιστάμενη στη διαφορά μεταξύ της αποζημίωσης χρήσης (1.597,93 ευρώ) και στο επιπλέον μίσθωμα που αναγκάζεται να καταβάλει στον δικό του εκμισθωτή, λόγω της υπερημερίας της εναγόμενης να αποδώσει εγκαίρως τη χρήση του μίσθιου ακινήτου, για τους μήνες Δεκέμβριο 2016, Απρίλιο 2017 και Μάιο 2017. Μετά από τα ανωτέρω, υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 32.282,81 ευρώ, νομιμοτόκως για κάθε επιμέρους ποσό από τις ημερομηνίες που αναλυτικά αναφέρονται στην εκκαλούμενη ως άνω απόφαση.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η εναγόμενη με την υπό κρίση έφεσή της για τους λόγους που αναφέρονται σ` αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή.

Σύμφωνα με το άρθρο 249 ΚΠολΔ αν η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται ολικά ή εν μέρει από την ύπαρξη ή ανυπαρξία μιας έννομης σχέσης ή την ακυρότητα ή τη διάρρηξη μιας δικαιοπραξίας, που συνιστά αντικείμενο άλλης δίκης εκκρεμούς σε πολιτικό ή διοικητικό δικαστήριο, ή από ζήτημα που πρόκειται να κριθεί ή κρίνεται από διοικητική αρχή, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζήτησης εωσότου περατωθεί τελεσίδικα ή αμετάκλητα η άλλη δίκη. Από τις διατάξεις αυτές, οι οποίες έχουν θεσπιστεί για να προλαμβάνεται η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων, αλλά και για την εξυπηρέτηση της αρχής της οικονομίας της δίκης, εφαρμόζονται δε και κατά τη διαδικασία ενώπιον του Εφετείου, ακόμη και ενώπιον του Αρείου Πάγου (ΑΠ 896/2008 ΤΝΠ Νόμος) σαφώς προκύπτει ότι: α) στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου εναπόκειται να διατάξει την αναβολή (ορθότερα αναστολή) της δίκης ή να προχωρήσει περαιτέρω στην έρευνα της υπόθεσης (ΑΠ 215/1999 ΕλλΔνη 40, 635 και ΑΠ 322/1995 ΕλλΔνη 37, 320), όταν για το ίδιο ζήτημα υπάρχει άλλη πολιτική δίκη, η οποία είναι εκκρεμής ενώπιον του ιδίου ή άλλου δικαστηρίου (πολιτικού, διοικητικού, διοικητικής αρχής, ΔΕΚ, ΕΔΔΑ, αλλά και διαιτητικού δικαστηρίου) ανεξαρτήτως βαθμού, μεταξύ των ιδίων ή άλλων προσώπων, για τον σκοπό εναρμονίσεως της δικαστικής κρίσης ως προς το ζήτημα αυτό ή για άλλον λόγο που αφορά την ορθή εκτίμηση της διαφοράς (βλ. Κ. Μπέη, ΠολΔικ άρθρο 249, Σαχπεκίδου, στον τ.μ. «Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Πολιτική Δικονομία» 2000. 71-72 και Β. Βαθρακοκοίλη, σε Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας 1994, υπ` αρθρ. 249 αρ. 4), β) η αναβολή αυτή χωρεί ύστερα από αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως, όταν υφίσταται εκκρεμές προδικαστικό ζήτημα στα πιο πάνω δικαστήρια, το οποίο απασχολεί το δικαστήριο, που εκδικάζει τη συγκεκριμένη υπόθεση, και προβλέπεται ότι η αυτοτελής στην τελευταία αυτή δίκη διάγνωση του προδικαστικού ζητήματος θα γίνει ταχύτερα και ασφαλέστερα λόγω των δυσχερειών του νομικού ζητήματος και έτσι η αναβολή θα συντελέσει στην επιτάχυνση της πορείας της δίκης, που θα αναβληθεί (ΕφΔωδ 363/1994 ΑρχΝ 1996, 312) και γ) όταν ο νόμος απαιτεί την εξάρτηση της αναβολής από άλλες έννομες σχέσεις, προϋποθέτει την ύπαρξη δεσμού νομικής αναγκαιότητας ανάμεσά τους, ώστε να μην είναι δυνατή η διάγνωση της επίδικης διαφοράς χωρίς την κρίση της υποκείμενης και εξαρτώσας έννομης σχέσης (ΕφΑθ 5574/2004 ΕλλΔνη 47, 545, ΕφΑθ 6771/1999 ΕλλΔνη 41,1389 και Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ  άρθρ.249 σελ.151 αρ. 2).

Στην προκειμένη περίπτωση από την επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας αλλά και από τους ισχυρισμούς των διαδίκων προέκυψε ότι η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη έχει ασκήσει σε βάρος του ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα την από 14-02-2018 (αριθμ.καταθ………./2018) έφεσή της που εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία ζητεί να εξαφανιστεί η υπ΄αριθμ.13/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία έγινε δεκτή η από 8-9-2016 (αριθμ.καταθ. ………/2016) αγωγή – καταγγελία της ένδικης μίσθωσης που άσκησε ο ενάγων κατά της εναγόμενης και ζήτησε την απόδοση του παραπάνω μίσθιου ακινήτου.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η παρούσα δίκη εξαρτάται από την δίκη που εκκρεμεί, καθόσον η δεύτερη έχει ως προδικαστικό ουσιαστικό ζήτημα το εάν η ένδικη σύμβαση μίσθωσης έχει λυθεί νόμιμα σύμφωνα με τον παραπάνω τρόπο, ήτοι με την άσκηση της προαναφερόμενης αγωγής, το οποίο είναι απαραίτητο να επιλυθεί για την γένεση των επίδικων εν προκειμένω δικαιωμάτων του ενάγοντος, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η διάγνωση της επίδικης διαφοράς χωρίς την κρίση της υποκείμενης και εξαρτώσας έννομης ως άνω σχέσης (ΕφΑθ 5574/2004 ΕλλΔνη 47, 545, ΕφΑθ 6771/1999 ΕλλΔνη 41, 1389 και Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ  άρθρ. 249 σελ. 151 αρ. 2).Με δεδομένη την εξάρτηση των δύο ως άνω δικών αλλά και για την αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, τη διαφύλαξη της ενότητας της νομολογίας και την ασφαλέστερη διάγνωση της διαφοράς, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 249 ΚΠολΔ, να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης επι της κρινόμενης έφεσης μέχρι να περατωθεί τελεσίδικα η δίκη επί της από 8-9-2016 (αριθμ.καταθ. ………./2016) αγωγής του ενάγοντος.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την από 31-01-2019 (γεν.αριθμ.καταθ……../2019) έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 260/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών)

Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης έως την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της από 8-9-2016 (αριθμ.καταθ. ………../2016) αγωγής του ενάγοντος κατά της εναγόμενης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 18 Ιανουαρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ