Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 583/2021

Αριθμός    583 /2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Δημήτριο Κουγιά (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Κωνσταντίνα Μενούνου-Νικολαρά.

Ο εκκαλών κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από  18.5.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2017) ανακοπή, επί τη οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3773/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών με την από 30.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς …………./2020) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 30.6.2020 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………/30.6.2020 – ………./28.12.2020) έφεση του πρωτοδίκως ηττηθέντος ανακόπτοντος κατά της υπ΄αριθ. 3773/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών), που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε την από 18.5.2017 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………/2017) ανακοπή στρεφομένη κατά της από 10.4.2017 επιταγής προς απόδοση ακινήτου κάτω από απόγραφο της υπ΄αριθ. ……./2006 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτων της συμβολαιογράφου Αθηνών ……. και της υπ΄αριθ. …../18.5.2017 έκθεσης βίαιης αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή Πειραιά ……….., ασκήθηκε νομότυπα με κατάθεση του δικογράφου αυτής στο πρωτοβαθμίως δικάσαν δικαστήριο  και σύνταξη σχετικής έκθεσης (495, 500, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ), και εμπρόθεσμα (518 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθώς δεν προκύπτει ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης. Για δε το παραδεκτό της προσκομίστηκε το υπ΄αριθ. …………/2020 ηλεκτρονικό παράβολο (495 παρ. 3 Α β ΚΠολΔ). Πρέπει συνεπώς να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της.

Σύμφωνα με το άρθρο 918 παρ.1 ΚΠολΔ, αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να γίνει μόνο βάσει αντιγράφου του εκτελεστού τίτλου, που έχει τον εκτελεστήριο τύπο, δηλαδή το απόγραφο. Ο εκτελεστήριος τύπος συνίσταται στην έκδοσή του στο όνομα του ελληνικού λαού και στη διαταγή προς όλα τα αρμόδια όργανα να εκτελέσουν τον τίτλο. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι, σε περίπτωση παντελούς έλλειψης ενός των παραπάνω στοιχείων από το αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου, δηλαδή όταν το απόγραφο, δεν φέρει τον εκτελεστήριο τύπο, δεν μπορεί να γίνει με βάση αυτό αναγκαστική εκτέλεση. Η έλλειψη του εκτελεστήριου τύπου, συνεπάγεται, όπως προκύπτει από την παραπάνω διάταξη σε συνδυασμό με αυτήν του άρθρου 159 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης. Εξάλλου, κατά το άρθρο 924α ΚΠολΔ, η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης αρχίζει από την επίδοση σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, αντιγράφου του απογράφου με επιταγή για εκτέλεση, η οποία γράφεται κάτω από το αντίγραφο. Η σειρά που ακολουθείται για να κινηθεί η διαδικασία της εκτέλεσης αρχίζει από το πρωτότυπο του εκτελεστού τίτλου, στο οποίο τίθεται ο εκτελεστήριος τύπος που προβλέπεται στο άρθρο 918 παρ. 1 ΚΠολΔ και από το έγγραφο που διαμορφώνεται με τον τρόπο αυτόν εξάγεται το απόγραφο, ήτοι, ένα πλήρες αντίγραφο του πρωτοτύπου του εκτελεστού τίτλου που περιέχει τον εκτελεστήριο τύπο. Το απόγραφο παραδίδεται σε αυτόν που νομιμοποιείται και έχει έννομο συμφέρον για αναγκαστική εκτέλεση. Συνεπώς, το επιδιδόμενο αντίγραφο του απογράφου πρέπει να είναι πλήρες και να φέρει και αυτό αντιγραφή του εκτελεστηρίου τύπου του άρθρου 918 παρ. 1 ΚΠολΔ και κατά τα δύο παραπάνω στοιχεία του, εάν δε λείπει κάποιο από αυτά, τότε η εκτέλεση είναι άκυρη (Μπρίνιας, Αναγκαστική εκτέλεση , τ. Α παρ. 82, σελ. 224, Γιδόπουλος Εκτέλεση, παρ. 80, σελ. 171 και 174, σημ. 6, ΕφΠειρ 612/1999, ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 1727/1993,…..). Με τον 1ο λόγο της κρινόμενης έφεσης, ο εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, κατ΄εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο το 2ο λόγο της ως άνω ανακοπής του, με τον οποίο ισχυρίστηκε ότι στο απόγραφο της ανακοπτόμενης ως άνω περίληψης  κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτων και κάτω από τη διαταγή προς τα όργανα της εκτέλεσης, δεν βεβαιωνόταν από τη συντάξασα συμβολαιογράφο, ότι ο εκτελεστήριος τύπος αποτελεί ακριβές αντίγραφο εκ του πρωτοτύπου που διατηρεί στο αρχείο της, αλλά μόνο ότι είναι ακριβές αντίγραφο εκ του πρωτοτύπου, γι΄αυτό και ο δικηγόρος του επισπεύδοντος και ήδη εφεσιβλήτου, δεν βεβαιώνει ότι το έγγραφο αυτό αποτελεί  αντίγραφο του απογράφου αλλά απλό αντίγραφο εκ του πρωτοτύπου. Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται και χρησιμοποιούνται είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά, έστω και εάν δεν μνημονεύεται ειδικά, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά :Δυνάμει της υπ΄αριθ. ……./2006 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτων (επί της ……./2006 έκθεσης πλειστηριασμού) της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., μετά από πλειστηριασμό που διενεργήθηκε στις 22.3.2006, επισπεύσει της εταιρίας “…………”, κατακυρώθηκε στον Ιωακείμ Ιορδανίδη, ακίνητο ιδιοκτησίας μέχρι τότε του καθ΄ου η εκτέλεση – εκκαλούντος. Ο τελευταίος άσκησε κατά των ως άνω έκθεσης πλειστηριασμού και περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης, την από 27.6.2006 ανακοπή, ζητώντας την ακύρωσή τους. Επ΄αυτής εκδόθηκε η υπ΄αριθ. 2309/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατόπιν, επί έφεσης που άσκησε ο εφεσίβλητος ……., ως καθολικός διάδοχος του αρχικώς επισπεύδοντος …….., εξεδόθη η υπ΄αριθ. 262/2015 οριστική απόφαση του Εφετείου Πειραιώς, δυνάμει της οποίας η ανακοπή απερρίφθη τελεσίδικα. Στην απόφαση αυτή μνημονεύεται ο θάνατος του αρχικώς καθ΄ου η ανακοπή – επισπεύδοντος, καθώς και η υπ΄αριθ. 647/2013 του εκδόσαντος δικαστηρίου προδικαστική απόφαση, δυνάμει της οποίας διατάχθηκε η προσκόμιση πιστοποιητικού μη δημοσίευσης διαθήκης του αρχικώς επισπεύδοντος – καθ΄ου η ανακοπή, …….. Στη συνέχεια, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου ………., επέδωσε στις 22.12.2015 στον ανακόπτοντα και ήδη εκκαλούντα, επιταγή προς εκτέλεση, επιτάσσοντας αυτόν να του αποδώσει τη χρήση του με στοιχεία Γ1 – Γ2 διαμερίσματος του 3ου υπέρ το ισόγειο ορόφου πολυκατοικίας επί της οδού  ………. στον Πειραιά, δυνάμει της υπ΄αριθ. ……./2006 ως άνω περίληψης. Παρελθόντος έτους από την επίδοση αυτή, στις 10.4.2017, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου ……. επέδωσε στον ανακόπτοντα – εκκαλούντα νέα επιταγή προς εκτέλεση με όμοιο περιεχόμενο. Η εν λόγω επιταγή είχε γραφεί κάτω από το συγκοινοποιούμενο αντίγραφο της ως άνω περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης ακινήτων, στο εμπρόσθιο φύλλο της οποίας είχε τεθεί η φράση «ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ» και στο τελευταίο φύλλο της περιείχε διαταγή προς τα όργανα της εκτέλεσης να συνδράμουν σε αυτήν. Κάτω δε από την τελευταία αυτή διαταγή αναγραφόταν «Αριθμός Απογράφου …. – Ο,τι πρώτο απόγραφο εκτελεστό – Αθήνα, 6.4.2006 – Η συμβολαιογράφος» και σφραγίδα και υπογραφή της ως άνω συμβολαιογράφου. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου –επιτάσσοντος είχε επικυρώσει το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου, ως ακριβές αντίγραφο εκ του εις χείρας του πρωτοτύπου αυτού απογράφου. Συνεπώς, το κοινοποιηθέν αντίγραφο απογράφου είναι έγκυρο και ισχυρό, περιέχον τον εκτελεστό τίτλο και την περιαφή αυτού με τον εκτελεστήριο τύπο, την ακρίβεια του οποίου βεβαιώνει η συντάξασα συμβολαιογράφος. Η δε επιταγή προς εκτέλεση που συντάχθηκε κάτω από το αντίγραφο του απογράφου, το πρωτότυπο του οποίου κατέχει ο πληρεξούσιος δικηγόρος του επιτάσσοντος, όπως βεβαιώνεται στην από 10.4.2017 επιταγή, χωρίς από κανένα στοιχείο να προκύπτει το αντίθετο. Να σημειωθεί επίσης ότι η βεβαίωση της συμβολαιογράφου ότι εξήγαγε το αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης από το πρωτότυπο, χωρίς να αναφέρει ότι το πρωτότυπο (που  συνέταξε η ίδια),  διατηρείται στο αρχείο της, δεν επιφέρει ακυρότητα, αφού πρόκειται για πράξη που έχει συντάξει η ίδια και όχι άλλος συμβολαιογράφος από το αρχείο του οποίου ανασύρθηκε και δεν επιβάλλεται σχετική πανηγυρική διατύπωση από διάταξη νόμου. Περαιτέρω, ο έτερος ισχυρισμός του εκκαλούντος – ανακόπτοντος ότι δεν αναφέρεται κάτωθι  της επιταγής ότι αυτή αποτελεί αντίγραφου του πρωτοτύπου  και υπό την εκδοχή ότι μπορεί να συνιστά ατέλεια του εκτελεστήριου τύπου, είναι απορριπτέος καθόσον η ακυρότητά του συναρτάται με την επέλευση βλάβης την οποία ουδόλως επικαλείται (Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεσις, τ.Α, εκδ. Β – 1979, σελ. 307 επ., παρ. 117 και 119). Διάφορο θα ήταν το θέμα εάν η επιταγή προς εκτέλεση δεν συμπεριλαμβανόταν στο απόγραφο, ή εάν ο εκτελεστήριος τύπος δεν ετίθετο στο πρωτότυπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου, ζήτημα το οποίο δεν προτείνεται. Τέλος, ο εφεσίβλητος – επισπεύδων την εκτέλεση, είναι γιός του αρχικώς επισπεύδοντος ………, (που κατέβαλε το εκπλειστηρίασμα) ο οποίος απεβίωσε κατά τη διάρκεια της δίκης επί ανακοπής του ήδη εκκαλούντος – ανακόπτοντος κατά της εκτέλεσης, επί της οποίας εκδόθηκε αρχικά η υπ΄αριθ. 674/2013 μη οριστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά, δυνάμει της οποίας διετάχθη η επανάληψη της δίκης για την προσκόμιση πιστοποιητικού μη δημοσίευσης διαθήκης και μετά από αυτήν, εξεδόθη η οριστική υπ΄αριθ. 262/2015 οριστική απόφαση του ίδιου δικαστηρίου με διαδίκους, μεταξύ άλλων τον ήδη εφεσίβλητο και τον ήδη εκκαλούντα. Μετά δε την απόρριψη της ανακοπής εκείνης του ήδη εκκαλούντα, ο εφεσίβλητος συνέχισε την εκτέλεση στο δικό του όνομα. Ετσι, κοινοποίηση των νομιμοποιητικών εγγράφων θα απαιτούνταν μόνο στην περίπτωση που η καθολική διαδοχή είχε επέλθει σε χρόνο που δεν επιφέρει διακοπή της δίκης και συνέχισή της στο όνομα του διαδόχου (Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ, 1997, κάτω από το άρθρο 925, σελ. 303 και ΑΠ 614/2001, ΝΟΜΟΣ, Δνη 2002.120). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε την ανακοπή του ήδη εκκαλούντα,  κρίνοντας όμοια, ήτοι ότι η ένδικη εκτέλεση επισπεύδεται εγκύρως με πλήρες απόγραφο που φέρει όλα τα στοιχεία του εκτελεστηρίου τύπου, καθώς και βεβαίωση για την ακρίβεια του εκτελεστού τίτλου, ότι η επιταγή προς εκτέλεση συντάχθηκε κάτω από αντίγραφο του απογράφου  από το πρωτότυπο που κατείχε ο ίδιος και ότι μετά τη διαγνωστική δίκη επί της οποίας εξεδόθη η υπ΄αριθ. 262/2015 οριστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς μεταξύ των ίδιων διαδίκων, ο εφεσίβλητος συνέχισε τη διαδικασία στο όνομά του και δεν χρειάζεται κοινοποίηση των νομιμοποιητικών αυτού εγγράφων, ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, η κρινόμενη έφεση ως προς όλους τους λόγους της πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Να σημειωθεί ότι δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 205 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα που περιέχεται στις προτάσεις του εφεσιβλήτου, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του άσκησαν προφανώς αβάσιμη ανακοπή και παρέβησαν τις αρχές της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης, ενώ η απόρριψη της ανακοπής και της έφεσης ως αβάσιμης δεν υποδηλώνουν και παράβαση της ανωτέρω διάταξης και δεν αρκεί ενδεχόμενος δόλος και βαριά αμέλεια, ούτε αποδείχθηκε σκόπιμη παρέλκυση της δίκης. Μετά από αυτά, αφού διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου έφεσης που αναφέρεται στο διατακτικό στο Δημόσιο Ταμείο (495 παρ. 3Γ εδ. προτελευταίο ΚΠολΔ), πρέπει, τέλος, να επιβληθεί εις βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, η δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (176, 183, 1921 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την από 30.6.2020 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………./30.6.2020 – ………/28.12.2020) έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του υπ΄αριθ. …………./2020 ηλεκτρονικού παραβόλου.

Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας εις βάρος του εκκαλούντος, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    30 Νοεμβρίου 2021, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ