ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (ΤΜΗΜΑ 2ο)
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης 71 /2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, με την υπ’αριθμ. 2/2022 Πράξη της, και τη Γραμματέα, Τ.Λ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος, …….. ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Κωσταντίνου Σπανορρήγα, με δήλωση κατ’άρθρο 242 § 2 του ΚΠολΔ.
Του εφεσιβλήτου, ……….. ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξουσία δικηγόρο του, Ευαγγελία Αποστολίδου.
Ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 11-4-2014 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………/29-4-2014) αγωγή του, η οποία ζήτησε να γίνει δεκτή.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, ερήμην του εναγομένου, η υπ’αριθμ. 3128/2020 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία αυτή έγινε δεκτή, ως βάσιμη και κατ’ουσίαν.
Ο εναγόμενος προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 20-11-2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/4-12-2020) έφεσή του, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, η πληρεξουσία δικηγόρος του εφεσιβλήτου ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις του, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος δεν εμφανίσθηκε, αλλά παραστάθηκε με δήλωσή του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 § 2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσε τις προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 παρ. 1 και 2 και 528 του ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την αντικατάσταση του πρώτου αυτών με το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α` 87/23.7.2015. Έναρξη ισχύος 1.1.2016-άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 Ν. 4335/2015) και του δευτέρου με το άρθρο 44 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, προκύπτει ότι είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων μόνον στην περίπτωση κατά την οποία η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από τον διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, οπότε, με την τυπική παραδοχή της έφεσης, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης, και αναδικάζεται η υπόθεση από το εφετείο, η συζήτηση ενώπιον του οποίου γίνεται πλέον προφορικά. Στην περίπτωση αυτή, που είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεν είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, ή με δήλωση του ενός ή ορισμένων μόνον πληρεξουσίων, ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση. Η κατά το άρθρο 528 του ΚΠολΔ απαγόρευση της παράστασης με δήλωση πληρεξουσίου δικηγόρου ισχύει όχι μόνον για το διάδικο, ο οποίος δικάστηκε στον πρώτο βαθμό σαν να ήταν παρών, αλλά και για τον αντίδικο του, ο οποίος είχε παραστεί κανονικά, (γιατί διαφορετικά προφορική συζήτηση δε νοείται), ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εκατέρωθεν ακροάσεως και κατ` αντιδικία συζητήσεως της υποθέσεως, για να εξασφαλίζεται η αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Εκ τούτων παρέπεται ότι, όταν ασκείται έφεση από διάδικο που δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό, μετά την έναρξη της ισχύος του Ν. 2915/2001 ήτοι από 1.1.2002 και εντεύθεν, ουδέποτε δύναται να παραληφθεί η προφορική συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή είναι κατά τα παραπάνω υποχρεωτική, και συνεπώς δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και δεν ισχύει ως εκ τούτου η ευχέρεια των πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων να προκαταθέσουν δήλωση ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης. Εάν ο μη προσηκόντως παριστάμενος και γι` αυτό ερήμην δικαζόμενος διάδικος είναι ο εκκαλών, τότε η έφεσή του απορρίπτεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ 3 του ΚΠολΔ και η απόρριψη συντελείται κατ` ουσία, ανεξάρτητα από την υποβολή ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσίβλητου, διότι ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση [ΑΠ 635/2020, ΑΠ 1478/2019, ΑΠ 11/2016, ΕφΔωδ 28/2020, ΕφΔυτΜακ 17/2020, ΕφΠειρ(Μον) 341/2021 αδημ.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»]. Εξάλλου, η απαγόρευση παράστασης με δήλωση αφορά και τους δύο διαδίκους, δηλαδή και αυτόν που παραστάθηκε κανονικά στον πρώτο βαθμό [ΑΠ 1478/2019, 11/2016, ΕφΔυτΜακ 17/2020, ΕφΠειρ(Μον) 341/2021 ό.π]. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι ήδη στην παρ. 3 εδ.α΄του άρθρου 524 του ΚΠολΔ, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 παρ.3 του ν.4842/2021 με έναρξη ισχύος, κατ’άρθρο 120 εδ.β΄ αυτού, από την 1-1-2022, ορίζεται ότι σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή, με αποτέλεσμα, κατ’απόκλιση όσων προεκτέθηκαν, να προηγείται της απόρριψης της έφεσης κατ’ουσίαν, η εξέταση του παραδεκτού της.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα, που προσκομίζονται από τον εφεσίβλητο, προκύπτουν τα ακόλουθα: Επί της από 11-4-2014 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………/29-4-2014) αγωγής του ενάγοντος κατά του εναγομένου, περί καταβολής χρηματικού ποσού, με βάση, κυρίως τις διατάξεις περί αναγνώρισης χρέους, επικουρικά εκείνες περί κυριότητας, επικουρικότερα, περί συμβάσεως υπέρ τρίτων, ακόμη επικουρικότερα, περί αδικοπραξιών και όλως επικουρικά περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, απευθυνόμενης στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην του εναγομένου, η υπ’αριθμ. 3128/2020 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε δεκτή ως νόμιμη, κατά την κύρια βάση της, και κατ’ουσίαν βάσιμη. Με την από 20-11-2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………./4-12-2020) έφεσή του, ο ερημοδικασθείς εναγόμενος, ως ηττηθείς διάδικος, προσέβαλε την πρωτόδικη απόφαση.
Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα [άρθρο 495 του ΚΠολΔ, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015) που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), 499, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1 και 517 του ΚΠολΔ)] και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει ομοίως μετά την αντικατάστασή του από το παραπάνω άρθρο), δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευσή της (29-9-2020), εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ κατατέθηκε κατά την άσκησή της (άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 35 παρ.2 περ.Α στοιχ.β του ν.4446/22-1-2016, που εφαρμόζεται από 22-1-2017 κατ’άρθρο 45 αυτού), το απαιτούμενο παράβολο (υπ’αριθμ. ………. e-παράβολο και από 30-11-2020 απόδειξη εξόφλησής του της Εθνικής Τράπεζας). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή. Όπως, ωστόσο, προκύπτει από τα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος δικαστηρίου, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας ορισθείσα δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε νομίμως από τη σειρά του οικείου πινακίου, ο εκκαλών παραστάθηκε με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ενώ ο εφεσίβλητος παραστάθηκε με την πληρεξουσία δικηγόρο του, Ευαγγελία Αποστολίδου. Σύμφωνα, όμως, με τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη, εφόσον η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από τον διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, είναι υποχρεωτική ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου η προφορική συζήτηση της υπόθεσης και δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Επομένως, δεν επιτρεπόταν παράσταση του ερημοδικασθέντος στον πρώτο βαθμό εναγομένου, με δήλωση και η υποβολή τέτοιας δήλωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του συνιστά μη προσήκουσα παράστασή του, με δικονομική συνέπεια την ερημοδικία του.
Κατ’ακολουθίαν, πρέπει να απορριφθεί κατ’ ουσίαν η υπό κρίση έφεση. Επίσης, πρέπει, λόγω της ήττας του εκκαλούντος, να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 εδ.ε΄του ΚΠολΔ), να ορισθεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ), για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τον εκκαλούντα, και να επιβληθούν σε βάρος του τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 183 του ΚΠολΔ, 63 § 1 i α), 68 § 1, 69 § 1 και 166 σε συνδυασμό με το κάτωθι αυτού παράρτημα Ι Β του ν. 4194/2013).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ την από 20-11-2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……../4-12-2020) έφεση του εναγομένου, κατά της υπ’αριθμ. 3128/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ερήμην του εκκαλούντος.
ΟΡΙΖΕΙ το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά αυτήν.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ουσίαν
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που κατέθεσε ο εκκαλών κατά την άσκησή της.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, την 11 -2-2022.
Η Δικαστής Η Γραμματέας