ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 133/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα Κ.Σ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….. για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας – εφεσίβλητης : ………….., η οποία εκπροσωπήθηκε με δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2) από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Κωνσταντίνο Καλόνομο.
Του εφεσίβλητου – εκκαλούντος : ……….. ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας δικηγόρο του, Ελένης Μαγειροπούλου.
Ο εφεσίβλητος – εκκαλών άσκησε την με αρ. κατ. …/…./2018 αγωγή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο με την με αρ. 2073/2020 απόφασή του την έκανε εν μέρει δεκτή κατ’ ουσία.
Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλαν η μεν εναγόμενη με την από 22.6.2020 (…../2020) έφεση, ο δε ενάγων με την από 9.9.2020 (………./2020) έφεση προς το Δικαστήριο τούτο.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου οι με αρ. κατ. ……/2020 και ………/2020 εφέσεις κατά της υπ’ αρ. 2073/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, οι οποίες πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και επειδή έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η δίκη και μειώνονται τα έξοδα (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
Οι ως άνω εφέσεις ασκήθηκαν νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 1), έχουν δε κατατεθεί τα σχετικά παράβολα [e-Παράβολα …….. . (……../2020 έφεση), ……. . (………../2020 έφεση)]. Είναι συνεπώς τυπικά δεκτές και πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος – εκκαλών, ιστορούσε, κατ’ ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της, ότι την 28.1.2001 τέλεσε με την εναγόμενη, ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη, νόμιμο γάμο, ο οποίος λύθηκε αμετάκλητα την 16.10.2017 και ότι κατά το χρόνο λύσης του γάμου, η τελική περιουσία της εναγομένης αυξήθηκε με την απόκτηση των αναφερομένων στην αγωγή περιουσιακών στοιχείων και με την ανακαίνιση και περαιτέρω αξιοποίηση της αρχικής περιουσίας με δικά του αποκλειστικά χρήματα αλλά και με αποτιμωμένη σε χρήμα προσωπική εργασία, εκτιμωμένης της αξίας ταύτης της αυξήσεως, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, στο χρηματικό ποσό των 296.603,53 ευρώ και της συνολικής πραγματικής συμβολής του σε αυτήν στο ποσό των 161.346,39 ευρώ άλλως, επικουρικώς, της τεκμαρτής εκ του νόμου συμβολής του στο ποσό των 98.867,84 ευρώ, το οποίο ζήτησε να του αποδώσει η εναγόμενη, είτε, εν μέρει αυτουσίως, με καταδίκη της σε σχετική δήλωση βούλησης για την προς αυτόν μεταβίβαση των αναφερομένων στην αγωγή ακινήτων και εν μέρει δια μετρητών χρημάτων, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, είτε εξ ολοκλήρου δια μετρητών χρημάτων, υποχρεώνοντάς την να του καταβάλει νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής τα ως άνω χρηματικά ποσά. Η εναγομένη ισχυρίστηκε ότι ο ενάγων δεν συνέβαλε καθόλου στην οποιαδήποτε επαύξηση της περιουσίας της κατά τη διάρκειας του γάμου τους. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του απέρριψε το κύριο αίτημα της αγωγής για απόδοση της πραγματικής συμβολής του ενάγοντος στην επαύξηση της περιουσίας της εναγομένης, ως αόριστο, επειδή δεν προσδιοριζόταν σ’ αυτήν ποιο το ύψος της συνεισφοράς του ενάγοντος, που υπερβαίνει το επιβαλλόμενο κατά τα άρθρα 1389 – 1390 ΑΚ μέτρο και εξέρχονται από τα όρια της υποχρέωσης για συνεισφορά στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών, ενώ έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, ως προς τον τεκμαρτό υπολογισμό της συνεισφοράς του ενάγοντος στα αποκτήματα της εναγομένης, υποχρεώνοντας την τελευταία να του καταβάλει νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής το χρηματικό ποσό των 71.666,67 ευρώ. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονούνται αμφότεροι οι διάδικοι για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, καθώς και για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανιστεί η απόφαση και (η μεν εναγομένη) να απορριφθεί η εναντίον της αγωγή, (ο δε ενάγων) να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του.
Σε σχέση με τον ισχυρισμό του εκκαλούντος ενάγοντος ότι εσφαλμένως απορρίφθηκε η αγωγή του κατά την κύρια βάση της πραγματικής συμβολής του στα αποκτήματα της εναγομένης, ως αόριστη, αυτός πρέπει να γίνει δεκτός, αφού στο δικόγραφο της αγωγής ο ενάγων ανέφερε ότι συνέβαλε στην επαύξηση της περιουσίας της εναγομένης με χρήματα για την αγορά στο όνομά της των αναφερομένων στην αγωγή περιουσιακών στοιχείων και με την παροχή αποτιμώμενης σε χρήμα προσωπικής εργασίας για την ανακαίνιση και την επαύξηση της αξίας της αρχικής περιουσίας. Εφόσον λοιπόν επικαλείτο πραγματική συμβολή του στην επαύξηση με χρήματα και με προσωπική εργασία, δεν απαιτείτο να αναφέρεται στην αγωγή, αν αυτή υπερέβαινε το επιβαλλόμενο από την υποχρέωση της συνεισφοράς του στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών μέτρο. Και τούτο γιατί η διάθεση χρηματικού κεφαλαίου ή αυτούσιων περιουσιακών στοιχείων ή προσωπικής εργασίας για την ανακαίνιση και για την επαύξηση της περιουσίας του άλλου συζύγου δεν εμπίπτει στο πραγματικό των άρθρων 1389, 1390 ΑΚ και με την έννοια αυτή δεν περιλαμβάνεται στις οικογενειακές ανάγκες και την επιβαλλόμενη υποχρέωση από κοινού συνεισφοράς στην αντιμετώπισή τους (ΑΠ 2120/2017, ΑΠ 1059/2014 ΑΠ 336/2010, δημ. ιστοσελίδα ΑΠ). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που την έκρινε ως προς την ανωτέρω κύρια βάση της αόριστη και την απέρριψε, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, δεκτών γενομένων των εφέσεων και να εξεταστεί περαιτέρω η αγωγή πρωτίστως ως προς την κύρια βάση της και, σε περίπτωση μη ουσιαστικής βασιμότητας αυτής, ως προς την επικουρική της βάση περί τεκμαρτού υπολογισμού της συνεισφοράς του ενάγοντος στα αποκτήματα της εναγομένης.
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που νομότυπα εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, πλην των ξενόγλωσσων αμετάφραστων εγγράφων το περιεχόμενο των οποίων αδυνατεί να κατανοήσει το Δικαστήριο, καθώς και από τις ένορκες βεβαιώσεις με αριθμούς …, …/5.2.2019 που ελήφθησαν ενώπιον του συμβ/φου Πειραιώς …….., τις με αριθμούς …, …./5.2.2019 ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν ενώπιον του συμβ/φου Νίκαιας …….., κατόπιν νομίμου κι εμπροθέσμου κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (βλ. την …./31.1.2019 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμ. ……….), την με αριθμό …./15.4.2021 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβ/φου Πειραιά …….. της μάρτυρος ………., η οποία εξετάστηκε και ως μάρτυρας στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, χωρίς εξ αυτού του λόγου να καθίσταται απαράδεκτη η ένορκη βεβαίωσή της, που ελήφθη κατόπιν νομίμου κι εμπροθέσμου κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (βλ. την ………./9.4.2021 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμ. …………), τις οποίες όλες επικαλούνται οι διάδικοι με τις προτάσεις, λαμβανομένης πλέον υπόψη και της με αριθμό ………../2019 ένορκης βεβαίωσης, που προσκομίζει και επικαλείται με τις προτάσεις της η εκκαλούσα – εφεσίβλητη, η οποία ελήφθη ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς κατόπιν προηγούμενης, εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (ΚΠολΔ 424, όπως αντικ. με το άρθρ. 23 του Ν. 4842/13.10.2021 και εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, σύμφωνα με το άρθρο 116 παρ. 1β του ίδιου νόμου, όπως διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του Ν. 4871/2021, δηλαδή και κατά το χρόνο συζήτησης των ένδικων εφέσεων), αφού στην επικαλούμενη από 18.1.2019 κλήση της εναγομένης, που επιδόθηκε στον ενάγοντα ενόψει της λήψης της, αναφέρονται τα ονοματεπώνυμα των μαρτύρων, η αγωγή που αφορά, ο τόπος, η ημέρα και η ώρα που θα δοθεί, ενώ δεν συντρέχει περίπτωση δικονομικής βλάβης του ενάγοντος από την έλλειψη της διεύθυνσης και του επαγγέλματος των μαρτύρων στην ως άνω επιδοθείσα κλήση, των μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφιών που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων η από 29.1.2019 υπεύθυνη δήλωση του ………….., η οποία κατά την κρίση του Δικαστηρίου συντάχθηκε αποκλειστικά και μόνο για να χρησιμοποιηθεί στη δίκη αυτή, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο στις 28.1.2001, ο οποίος λύθηκε με την υπ’ αρ. 2929/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που κατέστη αμετάκλητη στις 16.10.2017, όπως συνομολογείται από τους διαδίκους. Κατά τη διάρκεια του γάμου τους οι διάδικοι εργάζονταν, ο μεν ενάγων, ως τεχνίτης – εργολάβος ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων και καλωδιώσεων, η δε εναγόμενη, ως αναπληρώτρια καθηγήτρια φυσικής αγωγής σε σχολεία μέσης εκπαίδευσης, στη Σχολή της Αστυνομίας και σε αθλητικούς – γυμναστικούς συλλόγους («….» & «…..»). Τα εκ της εργασίας τους χρήματα αποτελούσαν το κοινό ταμείο τους, από το οποίο αναλάμβαναν κάθε φορά χρηματικά ποσά για την κάλυψη των δαπανών τους μεταξύ αυτών και της δαπάνης αγοράς των διαφόρων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και της συντήρησης ή της ανακαίνισης αυτών, ανεξάρτητα από το ποιος ήταν αυτός που κάθε φορά έκανε την καταβολή της δαπάνης, πλην της επιχείρησης και του επαγγελματικού αυτοκινήτου, για τα οποία θα γίνει λόγος ειδικά κατωτέρω. Από το έτος 2006 και μετά, κατά τους μήνες Ιούνιο έως και Σεπτέμβριο (καλοκαιρινή σαιζόν), η εναγόμενη διατηρούσε επιχείρηση τουριστικών ειδών σε οίκημα ιδιοκτησίας των γονέων της, στο νησί της …., στην οποία απασχολούταν αποκλειστικά και μόνο η ίδια. Η επιχείρηση αυτή αρχικά λειτούργησε τυπικά και μόνο φορολογικά στο όνομα του συζύγου της έως το έτος 2012, μετά, λειτούργησε και εξακολουθούσε να λειτουργεί και κατά το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου, στο όνομά της. Ο ενάγων ουδέποτε απασχολήθηκε στην επιχείρηση αυτή. Από τις ως άνω δραστηριότητές τους, κατά το χρονικό διάστημα από το 2001 έως και το 2006, αποκέρδαιναν, κατά μέσο όρο ετησίως, ο ενάγων το χρηματικό ποσό των 7.500 ευρώ και η εναγομένη το χρηματικό ποσό των 6.500 ευρώ, ήτοι σε αναλογία 53/% ο ενάγων και 47% η εναγομένη, επί του συνόλου των εισοδημάτων τους. Από το 2007 έως και το 2011, αποκέρδαιναν, κατά μέσο όρο ετησίως, ο ενάγων το χρηματικό ποσό των 8.000 ευρώ και η εναγομένη το χρηματικό ποσό των 30.000 ευρώ, ήτοι σε αναλογία 21% ο ενάγων και 79% η εναγομένη, επί του συνόλου των εισοδημάτων τους. Η κύρια πηγή εσόδων της εναγομένης, κατά το αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα, ήταν η επιχείρηση τουριστικών ειδών στη ….., η οποία της απέφερε ετησίως κατά μέσο όρο καθαρά έσοδα 25.000 ευρώ (τα επιπλέον έσοδα των 5.000 ευρώ προέρχονταν από τις άλλες αναφερόμενες ως άνω δραστηριότητές της). Από το 2012 έως και το 2014 ο ενάγων ήταν άνεργος, ενώ από το 2015 και μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου (16.10.2017) ο ενάγων ήταν συνταξιούχος με μηνιαία σύνταξη 1.200 ευρώ, ενώ η εναγόμενη, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από το 2012 έως το 2017 συνέχισε την ενασχόλησή της με την επιχείρηση τουριστικών ειδών στη Φολέγανδρο με ετήσια έσοδα 25.000 ευρώ. Κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου, η εναγόμενη είχε, δυνάμει του νομίμως μεταγεγραμμένου υπ’ αρ. ……../23.3.1993 συμβολαίου γονικής παροχής της συμβ/φου Νίκαιας, ………., την ψιλή κυριότητα του 2ου ορόφου του υπό στοιχεία Β1 διαμερίσματος, επιφανείας 92 τ.μ., οικοδομής κειμένης στο Κερατσίνι Αττικής, στην οδό ……….. Κατά την ημερομηνία της αμετάκλητης λύσης του γάμου η τελική περιουσία της εναγομένης αποτελούταν από τα εξής περιουσιακά στοιχεία, αποτιμωμένης της αξίας τούτων στο χρόνο άσκησης της αγωγής : Α) το ως άνω Β1 διαμέρισμα επί της οδού ………. εμπορικής αξίας 50.000 ευρώ, που είχε αποκτήσει προ γάμου. Στο ακίνητο αυτό δεν προέκυψε ότι έγινε οποιαδήποτε ανακαίνιση καθ’ όλο το χρονικό διάστημα του γάμου, όπως ισχυρίζεται ο ενάγων στην αγωγή του. Άλλωστε δεν προσκομίστηκαν αποδείξεις – τιμολόγια, από τα οποία να αποδεικνύεται ότι αγοράστηκαν υλικά ή ότι απασχολήθηκαν τεχνίτες και εργάτες για το σκοπό αυτό, ούτε ότι απασχολήθηκε ο ίδιος ο ενάγων προσφέροντας προσωπική εργασία. Β) Τα 2/3 εξ αδιαιρέτου της κυριότητας ενός εκτός σχεδίου αγροτεμαχίου, εκτάσεως 260,69 τ.μ., το οποίο με το διάταγμα ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής (ΦΕΚ 254Δ/18.10.1999) προβλέπεται να ενταχθεί στο σχέδιο, όταν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής, οπότε θα απομείνει οικόπεδο εκτάσεως 240 τ.μ., αρτίου οικοδομήσιμου, με διώροφη εντός αυτού κειμένη αυθαίρετη οικοδομή, επιφανείας 74 τ.μ. (α’ όροφος) και 24 τ.μ. (β’ όροφος), κατασκευασμένη το έτος 1966, ανακαινισμένη το έτος 2008, που βρίσκεται στη Σαλαμίνα στη θέση «……..» επί της οδού ……….., εμπορικής αξίας (οικοπέδου και κτισμάτων μετά την ανακαίνιση) 25.000 ευρώ, που απέκτησε κατά τη διάρκεια του γάμου, με τα νομίμως μεταγεγραμμένα υπ’ αρ. …./2003 και …./2007 αγοραπωλητήρια συμβόλαια των συμβ/φων Σαλαμίνας, ……. ……..και Νίκαιας, ………, αντίστοιχα. Για την απόκτηση του ως άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστού καταβλήθηκαν από το κοινό ταμείο των διαδίκων μετρητά χρήματα, 8.950 ευρώ (το έτος 2003) και 4.233,94 ευρώ (το 2007), κατά την αναλογία των οικονομικών τους δυνάμεων και έτσι ο ενάγων συνεισέφερε σε ποσοστό 53% στο ποσό των 8.950 ευρώ (το έτος 2003) και 21% στο ποσό των 4.233,94 ευρώ (το έτος 2007), που αντιστοιχούν στα ποσά των 4.744 ευρώ και 889 ευρώ, αντίστοιχα και συνολικά στο ποσό των 5.633 ευρώ. Το έτος 2008 έγινε ανακαίνιση με την τοποθέτηση νέων κουφωμάτων και πλακιδίων το συνολικό κόστος (υλικών και εργασίας) εκτιμάται ότι ανήλθε, κατά το ποσοστό που αναλογεί στο εξ αδιαιρέτου ποσοστό συγκυριότητας της εναγομένης, στο ποσό των 6.000 ευρώ και όχι στο ποσό των 75.000 ευρώ που ισχυρίζεται ο ενάγων. Άλλωστε δεν προσκομίστηκαν αποδείξεις – τιμολόγια αγοράς αγαθών – υλικών και αμοιβών τεχνιτών εργατών, από τα οποία να προκύπτει το αντίθετο. Και η δαπάνη αυτή καλύφθηκε από το κοινό ταμείο των διαδίκων. Έτσι στη δαπάνη αυτή συνεισέφερε ο ενάγων κατά την αναλογία των δυνάμεών του (21%) με το χρηματικό ποσό των 1.260 ευρώ. Επιπλέον προσφορά προσωπικής εργασίας του ενάγοντος δεν αποδείχθηκε. Έτσι για την απόκτηση και την ανακαίνιση του ως άνω περιουσιακού στοιχείου στο όνομα της εναγομένης δαπανήθηκε το συνολικό χρηματικό ποσό των (8.950 + 4.233,94 + 6.000) 19.183,94 ευρώ και ο ενάγων συνεισέφερε το χρηματικό ποσό των (5.633 + 1.260) 6.893 ευρώ, ήτοι ποσοστό (6893 Χ 100/19183,94) 36%, το οποίο αντιστοιχεί στο χρηματικό ποσό των 9.000 ευρώ επί της αξίας του ως άνω αποκτήματος (25.000), κατά τον κρίσιμο χρόνο της άσκησης της αγωγής. Γ) Το 50% εξ αδιαιρέτου της κυριότητας ενός οικοπέδου, επιφανείας 30,55 τ.μ., μη άρτιου και μη οικοδομήσιμου, στον Πειραιά στη θέση «……. ή ……..», επί της οδού …………, εμπορικής αξίας 5.826 ευρώ, το οποίο απέκτησε κατά τη διάρκεια του γάμου, με το νομίμως μεταγεγραμμένο υπ’ αρ. ………./2007 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβ/φου Νίκαιας, ………. Για την απόκτηση του ως άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστού καταβλήθηκαν μετρητά χρήματα 5.826 ευρώ από το κοινό ταμείο των διαδίκων, κατά την αναλογία των οικονομικών τους δυνάμεων και έτσι ο ενάγων συνεισέφερε σε ποσοστό 21%, που αντιστοιχεί στο ποσό των 1.223 ευρώ. Δ) Μία υπόγεια αποθήκη, κατά πλήρη κυριότητα 100%, επιφανείας 128,44 τ.μ., επί οικοδομής κτισμένης το έτος 1989, κειμένης στο Δήμο Κερατσινίου, επί της οδού ………., εμπορικής αξίας 21.000 ευρώ, το οποίο απέκτησε κατά τη διάρκεια του γάμου, με το νομίμως μεταγεγραμμένο υπ’ αρ. ………./2002 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβ/φου Πειραιώς, ………… Για την απόκτηση του ως άνω ακινήτου καταβλήθηκαν (το 2002) μετρητά χρήματα 17.608 ευρώ από το κοινό ταμείο των διαδίκων κατά την αναλογία των οικονομικών τους δυνάμεων και έτσι ο ενάγων συνεισέφερε σε ποσοστό 53%, που αντιστοιχεί στο χρηματικό ποσό των 11.130 ευρώ επί της αξίας του ως άνω αποκτήματος (21.000), κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της αγωγής. Στο εν λόγω ακίνητο δεν αποδείχθηκε ότι έγινε οποιαδήποτε ανακαίνιση καθ’ όλο το χρονικό διάστημα του γάμου, όπως ισχυρίζεται ο ενάγων στην αγωγή του. Άλλωστε δεν προσκομίστηκαν αποδείξεις – τιμολόγια από τα οποία να αποδεικνύεται ότι αγοράστηκαν υλικά ή ότι απασχολήθηκαν τεχνίτες και εργάτες για το σκοπό αυτό, ούτε ότι απασχολήθηκε ο ίδιος ο ενάγων προσφέροντας προσωπική εργασία. Ε) Ένα ισόγειο διαμέρισμα, κατά πλήρη κυριότητα 100%, επιφανείας 87 τ.μ., οικοδομής κτισμένης το έτος 1974, κειμένης στον Πειραιά στη θέση «…..», επί της οδού …….., το οποίο (η εναγόμενη) απέκτησε κατά τη διάρκεια του γάμου, με το νομίμως μεταγεγραμμένο υπ’ αρ. ……/2008 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του συμβ/φου Νίκαιας, … ……….., ανακαινισμένο μετά την αγορά του το έτος 2008, εμπορικής αξίας (μετά την ανακαίνιση) 100.000 ευρώ. Για την απόκτηση του ως άνω ακινήτου καταβλήθηκαν μετρητά χρήματα 72.500 ευρώ, τα οποία απέκτησαν οι διάδικοι σε προγενέστερο χρόνο από την πώληση ενός άλλου διαμερίσματος, πλήρους κυριότητας της εναγομένης,, δυνάμει του νομίμως μεταγεγραμμένου υπ’ αρ. ……../16.10.2007 συμβολαίου της συμβ/φου Πειραιώς ……….., αντί του εισπραχθέντος τιμήματος των 80.000 ευρώ και όχι των 147.967,63 ευρώ, που ισχυρίζεται ο ενάγων, και συγκεκριμένα του υπό στ. Γ2 διαμερίσματος επιφανείας 124,50 τ.μ., του τρίτου ορόφου οικοδομής κειμένης στη Νίκαια επί της οδού …… (πρώην ……….). Το εν λόγω ακίνητο (επί της οδού ………) το απέκτησε η εναγομένη κατά το ½ εξ αδιαιρέτου δυνάμει της νομίμως μεταγεγραμμένης με αρ. ………../19.8.2002 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτου της συμβ/φου Πειραιώς ………. και κατά το υπόλοιπο ½ εξ αδιαιρέτου δυνάμει της νομίμως μεταγεγραμμένης με αρ. ………../7.6.2007 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτου της συμβ/φου Αθηνών ………., στους οποίους πλειοδότησε η εναγομένη καταβάλλοντας στον πρώτο πλειστηριασμό (2002) 38.595 ευρώ και στον δεύτερο πλειστηριασμό (2007) 40.575 ευρώ, τα δε χρήματα που καταβλήθηκαν στους δύο πλειστηριασμούς προέρχονταν από το κοινό ταμείο των διαδίκων και έτσι ο ενάγων συνεισέφερε κατά την αναλογία των οικονομικών τους δυνάμεων σε ποσοστό 53% το έτος 2002 στον πρώτο πλειστηριασμό, που αντιστοιχεί στο ποσό των 20.455 ευρώ και σε ποσοστό 21% το έτος 2007 στο δεύτερο πλειστηριασμό, που αντιστοιχεί στο ποσό των 8.520 ευρώ. Έτσι, για την απόκτηση του ως άνω περιουσιακού στοιχείου (…………) στο όνομα της εναγομένης δαπανήθηκε το συνολικό χρηματικό ποσό των (38.595 + 40.575) 79.170 ευρώ και ο ενάγων συνεισέφερε το χρηματικό ποσό των (20.455 + 8.520) 28.975 ευρώ, ήτοι ποσοστό (28975/791,7) 36,5%. Στη συνέχεια το εν λόγω ακίνητο πωλήθηκε με το ως άνω συμβόλαιο στη θυγατέρα του καθ’ ου οι αναγκαστικοί πλειστηριασμοί, με τους οποίους το είχε αποκτήσει η εναγομένη, κατόπιν προηγηθείσας μεταξύ τους συμφωνίας, έναντι τιμήματος 80.000 ευρώ. Και ναι μεν στο συμβόλαιο αγοραπωλησίας του εν λόγω ακινήτου αναγράφεται ως πιστωθέν τίμημα το χρηματικό ποσό των 147.967,63 ευρώ, αλλά δεν αποδείχθηκε ότι το ποσό αυτό εξοφλήθηκε στην εναγομένη, με ποιο τρόπο και πότε, ούτε και προσκομίστηκε σχετική πράξη εξόφλησης. Επομένως, από το ποσό των 80.000 ευρώ που εισπράχθηκε από την εκποίηση του ως άνω στοιχείου (………..), ποσό 72.500 ευρώ δαπανήθηκε για την αγορά του διαμερίσματος επί της ………., ενώ το υπόλοιπο ποσό των 7.500 ευρώ δεν αποδείχθηκε ότι δαπανήθηκε για την απόκτηση, συντήρηση ή ανακαίνιση κάποιου περιουσιακού στοιχείου ή ότι διατηρείται με τη μορφή μετρητών στην περιουσία της εναγομένης κατά το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου. Στο ποσό των 72.500 ευρώ, ποσοστό 36,5%, που αντιστοιχεί στο ποσό των 26.463 ευρώ, αναλογεί στον ενάγοντα, που συνεισέφερε κατά τον πιο πάνω τρόπο στην απόκτηση του ως άνω ακινήτου (………..), από την εκποίηση του οποίου προήλθαν τα χρήματα για την αγορά του νέου διαμερίσματος (………..). Για την επισκευή και ανακαίνιση του εν λόγω διαμερίσματος (………..) η εναγομένη έλαβε μετά την αγορά τραπεζικό τοκοχρεωλυτικό δάνειο ύψους 90.000 ευρώ από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (αρ. σύμβασης ………./3.4.2008), το οποίο εξοφλήθηκε με ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, σταδιακά έως το 2014 (δηλαδή σε 6 έτη), με χρήματα από το κοινό ταμείο των διαδίκων, κατά την αναλογία των οικονομικών τους δυνάμεων και έτσι ο ενάγων συνεισέφερε στην εξόφλησή του, κατά ποσοστό 21% ετησίως κατά το χρονικό διάστημα από το 2008 έως και το 2011, που αντιστοιχεί στο χρηματικό ποσό των [90.000 : 6 έτη Χ 4 έτη (2008 – 2011) Χ 21%) 12.600 ευρώ. Από το 2012 έως το 2014 την εξόφληση του υπολοίπου ποσού του δανείου πραγματοποίησε η εναγόμενη αποκλειστικά με δικά της χρήματα, αφού ο ενάγων ήταν άνεργος. Έτσι για την απόκτηση και την ανακαίνιση του ως άνω περιουσιακού στοιχείου (…………..) στο όνομα της εναγομένης δαπανήθηκε το συνολικό χρηματικό ποσό των (72.500 + 90.000) 162.500 ευρώ και ο ενάγων συνεισέφερε το χρηματικό ποσό των (26.463 + 12.600) 39.063 ευρώ, ήτοι ποσοστό (39063 Χ 100/162500) 24%, το οποίο αντιστοιχεί στο χρηματικό ποσό των 24.000 ευρώ επί της αξίας του ως άνω αποκτήματος (100.000), κατά τον κρίσιμο χρόνο της άσκησης της αγωγής. Και ναι μεν δαπανήθηκαν συνολικά 162.500 ευρώ (72.500) για την αγορά και (90.000) ανακαίνιση του εν λόγω διαμερίσματος, πλην όμως η αξία του εν λόγω διαμερίσματος, κατά τον κρίσιμο χρόνο της άσκησης της αγωγής, δεν υπερέβαινε το ποσό των 100.000 ευρώ, ενόψει και της ύφεσης στην αγορά των ακινήτων και αυτή η πραγματική αξία του εν λόγω αποκτήματος της εναγομένης, κατά τον κρίσιμο χρόνο, πρέπει να αποτελέσει τη βάση για τον υπολογισμό της μετατροπής του ποσοστού της πραγματικής συμβολής του ενάγοντος (24%) σε χρήμα. ΣΤ) Μια επιχείρηση τουριστικών ειδών στη νήσο ………. επί ακινήτου επικαρπίας των γονέων της εναγομένης και ψιλής κυριότητας της ίδιας έως το Μάιο του 2012 και έκτοτε πλήρους κυριότητάς της (δυνάμει των νομίμως μεταγεγραμμένων υπ’ αρ. ………. και ………./25.5.2012 συμβολαίων παραίτησης επικαρπίας λόγω γονικής παροχής του συμβ/φου Νίκαιας ……….), εμπορικής αξίας του ακινήτου 25.000 ευρώ. Το οίκημα επί του οποίου στεγαζόταν η επιχείρηση ανακαινίστηκε το έτος 2012 με διαμόρφωση των τοίχων, του δαπέδου και της οροφής, τοποθέτηση πλακιδίων και κουφώματος, για τις οποίες δαπανήθηκε το χρηματικό ποσό των 10.000 ευρώ, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι προγενέστερα (2006-2011) έλαβε χώρα άλλη ανακαίνιση. Άλλωστε δεν προσκομίζονται αποδείξεις – τιμολόγια αγοράς υλικών ή καταβολής αμοιβών σε τεχνίτες – εργάτες. Στη δαπάνη αυτή (το έτος 2012) δεν συνεισέφερε ο ενάγων με χρήματα, καθότι εκείνη την περίοδο ήταν άνεργος και δεν είχε καθόλου έσοδα, αλλά ούτε και με προσωπική εργασία. Ο εξοπλισμός και οι δαπάνες της επιχείρησης, καθώς και ο εφοδιασμός της με εμπορεύματα δεν αποδείχθηκε ότι γινόταν με μετρητά χρήματα από το κοινό ταμείο των διαδίκων αλλά αποκλειστικά από τις εκάστοτε ακαθάριστες εισπράξεις της επιχείρησης, μέρος των οποίων αναλωνόταν για την αγορά νέων εμπορευμάτων, αγαθών και εξοπλιστικών ειδών της επιχείρησης. Όσον αφορά την αρχική αγορά εμπορευμάτων για το ξεκίνημα της επιχείρησης το έτος 2006, δεν αποδείχθηκε ποιο το ακριβές χρηματικό ύψος αυτής, ούτε αν έγινε με καταβολή μετρητών χρημάτων ή με πίστωση του τιμήματος των εμπορευμάτων, που εξοφλήθηκε από τις τρέχουσες εισπράξεις της επιχείρησης που επακολούθησαν κατά το χρονικό διάστημα της λειτουργίας της. Μετά ταύτα, η αξία της επιχείρησης, ως άυλης εμπορικής αξίας, ενόψει του ότι δεν προέκυψε, κατά το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου, το είδος και η ποσότητα των διαθέσιμων εμπορευμάτων και των παγίων στοιχείων της ούτε η αξία αυτών κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, ανέρχεται στο ποσό των 40.000 ευρώ, αλλά αυτή προέκυψε από την αποκλειστική ενασχόληση και μόνο της εναγόμενης και καθόλου του ενάγοντος, ο οποίος δεν απασχολήθηκε ποτέ σε αυτήν με οποιοδήποτε τρόπο, ακόμη και όταν στις αρχές (2006-2012) λειτουργούσε τυπικά και μόνο για φορολογικούς λόγους στο όνομά του. Ζ) Τρία αυτοκίνητα μάρκας α) MITSUBISHI PAJERO, έτους πρώτης κυκλοφορίας και απόκτησης 2004, αξίας 3.000 ευρώ, β) MERCEDES CLK Cabrio, έτους πρώτης κυκλοφορίας και απόκτησης 2008, αξίας 5.000 ευρώ και γ) CITROEN BERLINGO επαγγελματικό μεταχειρισμένο όχημα, αξίας 2.000 ευρώ. Στην απόκτηση των δύο πρώτων οχημάτων με χρήματα από το κοινό ταμείο των διαδίκων συνεισέφερε και ο ενάγων κατά την αναλογία των δυνάμεών του, ήτοι με 53% για το πρώτο όχημα και με 21% για το δεύτερο, που αντιστοιχούν σε 1.590 ευρώ για το πρώτο, 1.050 ευρώ για το δεύτερο, ενώ το τρίτο αυτοκίνητο (επαγγελματικό) αποκτήθηκε αποκλειστικά με χρήματα από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης της εναγομένης και ο ενάγων δεν συνεισέφερε καθόλου στην απόκτησή του. Συνολικά δε ο ενάγων συνεισέφερε στην απόκτηση των ως άνω οχημάτων με το χρηματικό ποσό των 2.640 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω η περιουσία της εναγομένης κατά το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου (16.10.2017), χωρίς να υπολογίζονται οι γονικές παροχές που έλαβε καθώς και η περιουσία που είχε κατά την τέλεση του γάμου, αυξήθηκε, αποτιμωμένης της αύξησης, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, κατά το ποσό των (25.000 + 5.826 + 21.000 + 100.000 + 10.000 ανακαίνιση κτίσματος …….. + 40.000 (άυλη εμπορική αξία επιχείρησης) + 3.000 + 5.000 + 2.000) 211.826 ευρώ. Στην ως άνω επαύξηση της περιουσίας της εναγομένης ο ενάγων συνέβαλε πραγματικά μόνο με μετρητά χρήματα, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, ενώ επιπλέον προσφορά προσωπικής του εργασίας στην επαύξηση της ως άνω περιουσίας της εναγομένης δεν αποδείχθηκε. Η συμβολή του αυτή ανέρχεται στο συνολικό χρηματικό ποσό των (9.000 + 1.223 + 11.130 + 24.000 + 2.640) 47.993 ευρώ, κατά το οποίο πρέπει η αγωγή του να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη στην καταβολή του, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Σχετικά με το αίτημα για αυτούσια απόδοση της συμβολής του με καταδίκη της εναγομένης σε δήλωση βούλησης για τη μεταβίβαση προς αυτόν των αιτουμένων ακινήτων, ήτοι α) του διαμερίσματος επί της ………. και β) της υπόγειας αποθήκης επί της …….., αυτό πρέπει να απορριφθεί, γιατί η αξία μόνο του πρώτου εξ αυτών (100.000 ευρώ) υπερβαίνει το χρηματικό ποσό στο οποίο αντιστοιχεί η συμβολή του, ενώ η αξία του δεύτερου εξ αυτών (21.000 ευρώ) υπολείπεται σημαντικά τούτου. Τέλος μέρος της δικαστικής δαπάνης του εφεσίβλητου – εκκαλούντος – ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εκκαλούσας – εφεσίβλητης – εναγομένης λόγω της εν μέρει ήττας της (ΚΠολΔ 176, 183) και να διαταχθεί η επιστροφή των παραβόλων των εφέσεων στους καταθέσαντες.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει τις εφέσεις αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται αυτές.
Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 2073/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της αγωγής.
Δέχεται εν μέρει αυτήν.
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των 47.993 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής.
Διατάσσει την επιστροφή των παραβόλων των εφέσεων στους καταθέσαντες.
Επιβάλλει μέρος της δικαστικής δαπάνης του εφεσιβλήτου – εκκαλούντος – ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας σε βάρος της εκκαλούσας – εφεσίβλητης – εναγομένης, που καθορίζει σε 2.500 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις 9 Μαρτίου 2022.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ