Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 663/2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  663/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δέτση, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς, και τη γραμματέα Κ.Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση  από 17-7-2017 και με ειδ. αρ. κατάθ. ……έφεση του εν μέρει  ηττηθέντος εναγομένου κατά της υπ’ αρ. 2286/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων με την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 17-5-2017, καθόσον από τα έγγραφα που προσκομίζονται δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει χωρήσει επίδοση της προσβαλλομένης απόφασης, αρμοδίως δε φέρεται για να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα 19, 495 § 1, 498, 500, 511, 513, 516, 517, 518 § 2 ΚΠολΔ, ως ισχύουν). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτούς, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρα 522 και  533 ΚΠολΔ).

Με την ένδικη αγωγή της η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ιστορούσε ότι, δυνάμει του υπ’ αρ. ……πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου του Σικάγο Ιλλινόις ΗΠΑ, ……, διόρισαν από κοινού με άλλους συγγενείς της πληρεξούσιο, αντιπρόσωπο και αντίκλητο τους τον εναγόμενο αδερφό της, παρέχοντας του ειδική εντολή να προβαίνει  στις ενέργειες,  που  αναφέρονται στην αγωγή και γενικά στην διαχείριση της κείμενης στην Ελλάδα ακίνητης περιουσίας τους. Ότι τυγχάνει κυρία των περιγραφόμενων αναλυτικά στην αγωγή της τριών οριζόντιων ιδιοκτησιών, που βρίσκονται στην Αθήνα, και τεσσάρων αγροτεμαχίων, που βρίσκονται στην Κεφαλλονιά. Ότι το έτος 2015 διαπίστωσε τυχαία ότι ο εναγόμενος, ενεργώντας ως εντολοδόχος της, δυνάμει του ανωτέρω πληρεξουσίου, είχε ήδη πωλήσει κατά τα έτη 2005-2006 τα άνω αγροτεμάχια, ενώ το 2010 και το 2012 είχε μεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα των οριζόντιων ιδιοκτησιών στην κόρη του, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή ως προς τα στοιχεία των μεταβιβάσεων. Ότι δεν της απέδωσε ως όφειλε το τίμημα από την πώληση των ακινήτων της, αλλά ούτε και τα επακριβώς αναφερόμενα στην αγωγή μισθώματα από την μίσθωση των οριζόντιων ιδιοκτησιών, τα οποία εισέπραττε από το 2000 μέχρι το 2016, σύμφωνα με την δοθείσα σ’ αυτόν εντολή για λογαριασμό της, και έτσι της οφείλει το συνολικό ποσό των 157.342,09 ευρώ. Ότι το ποσό αυτό εξακολουθεί να μην της αποδίδει παρά τις έγγραφες και τηλεφωνικές οχλήσεις της. Ότι ο εναγόμενος ενεργώντας ως εντολοδόχος της και διαχειριστής της περιουσίας της καταχράστηκε της εμπιστοσύνης της και ιδιοποιήθηκε παράνομα τα ανωτέρω εισπραχθέντα ποσά, τα οποία όφειλε να της αποδώσει, προκαλώντας σε αυτήν ισόποση περιουσιακή ζημία. Ότι από την αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου υπέστη και ηθική βλάβη, για την χρηματική ικανοποίηση της οποίας δικαιούται το ποσό των 50.000 ευρώ. Ζητούσε δε, κατά την κύρια βάση της αγωγής και επικουρικά με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, 1)να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλλει για τις παραπάνω αιτίες το  ποσό των 177.342,09 ευρώ (157.342,09 € + 20.000 € ηθική βλάβη) και 2) να αναγνωριστεί η υποχρέωσή του όπως της καταβάλλει επιπλέον το ποσό των 30.000 ευρώ  για ηθική βλάβη, εντόκως  από τότε που κάθε επιμέρους ποσό ήταν απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής, καθώς και να καταδικαστεί ο τελευταίος στα δικαστικά της έξοδα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση του, αφού απέρριψε τις ενστάσεις καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος και παραγραφής, που προέβαλε ο εναγόμενος, δέχτηκε εν μέρει την αγωγή ως ουσία βάσιμη και υποχρέωσε τον τελευταίο να καταβάλλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 167.342,05 ευρώ με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή για ποσό 35.000 ευρώ και επέβαλε σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας. Κατά της ανωτέρω απόφασης παραπονείται ο εναγόμενος, ήδη εκκαλών, με τους λόγους της έφεσής του, οι οποίοι, ορθώς εκτιμώμενοι, ανάγονται σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων ο πρώτος λόγος και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και δη του άρθρου 281 ΑΚ, ο δεύτερος λόγος, και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε να απορριφθεί η αγωγή.

Από τη διάταξη του άρθρου 719 ΑΚ προκύπτει, ότι ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να αποδώσει στον εντολέα κάθε τι που έλαβε για την εκτέλεση της εντολής ή απέκτησε από την εκτέλεση της εντολής. Ο εντολοδόχος δεν έχει κυριότητα επί των χρημάτων τα οποία αποκτά από την εκτέλεση της εντολής, είτε αυτά αποκτώνται με μετρητά, είτε με επιταγές ή συναλλαγματικές, είτε με κατάθεση σε προσωπικό του τραπεζικό λογαριασμό. Γι’ αυτό σε περίπτωση μη απόδοσης στον εντολέα και παράνομης ιδιοποίησης όσων απέκτησε από την εκτέλεση της εντολής διαπράττει το αδίκημα της υπεξαίρεσης του άρθρου 375 ΠΚ (ΑΠ 2039/2014 ΝΟΜΟΣ) ΑΠ 335/2003 ΧΡΙΔ 2003.619, ΑΠ 1115/2003 ΕλΔνη 46.120, ΕΔωδ 85/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕΑ 6285/2010 ΕλΔνη 2012.543).

Από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων, που νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, ήτοι από τη με αρ. ……….. ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ……ενώπιον της συμβολαιογράφου Αργοστολίου ……….., η οποία λήφθηκε με επιμέλεια της ενάγουσας μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της (άρθρα 421 επ. ΚΠολΔ, όπως ισχύουν με τον Ν. 4335/2016), τη με αρ. ……. ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ……….. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που λήφθηκε με επιμέλεια του εναγομένου, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου του (άρθρα 421 επ.  ΚΠολΔ, όπως ισχύουν με τον Ν. 4335/2016), καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται και νομίμως προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε για να χρησιμεύσουν προς άμεση απόδειξη  είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει του υπ’ αρ. ……πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου του Σικάγο της πολιτείας Ιλλινόις των ΗΠΑ, ……, η ενάγουσα, ……….., μαζί με τους α) ………. (αδερφή της ενάγουσας),  β) …………. (κουνιάδος της ενάγουσας), γ) ……….. (ανιψιά της ενάγουσας), δ) ………… (ανιψιά της ενάγουσας), ε) ……….. (ανιψιά της ενάγουσας), διόρισαν από κοινού τον εναγόμενο ως ειδικό πληρεξούσιο, αντιπρόσωπο και αντίκλητο τους, δίδοντάς του την ειδική εντολή, το δικαίωμα και την πληρεξουσιότητα, αντ’ αυτών και για λογαριασμό τους,  να προβαίνει, μεταξύ άλλων, και στις εξής ενέργειες, «…4)…. Να δωρίζει σε οποιονδήποτε με δωρεά εν ζωή ή αιτία θανάτου οποιοδήποτε ακίνητο τους (των εντολέων) που περιγράφεται παρακάτω είτε κατά κυριότητα ή κατά το δικαίωμα μόνο της ψιλής κυριότητας ή κατά το δικαίωμα μόνο της επικαρπίας με οποιουσδήποτε όρους και συμφωνίες εγκρίνει … 8) Να πωλεί, παραχωρεί, μεταβιβάζει και παραδίδει σε οποιονδήποτε ακόμα και προς εαυτόν, συμβαλλόμενος υπ’ αυτήν την ιδιότητα, δηλαδή του πωλητού και αγοραστού, με οποιοδήποτε τίμημα και με οποιουσδήποτε όρους και συμφωνίες εγκρίνει οποιοδήποτε ακίνητο των εντολέων του που βρίσκεται στην Ελλάδα ή ιδανικά εξ αδιαιρέτου μερίδια ακινήτων των εντολέων του. Να εισπράττει το τίμημα ή και να πιστώνει με αυτό τους αγοραστές με οποιαδήποτε ασφάλεια του πωλητού…. Να μεταβιβάζει στους αγοραστές τα επί των πωλούμενων κάθε είδους δικαιώματα των εντολέων (προσωπικά ή πραγματικά)… Να υπογράφει τα πωλητήρια συμβόλαια και να προβαίνει σ’ αυτά στις από το νόμο προβλεπόμενες δηλώσεις, ομολογίες, εγγυήσεις, παραιτήσεις και αναγνωρίσεις…. 9) Να διαχειρίζεται την ακίνητη περιουσία τους που βρίσκεται μέσα στην Ελληνική Επικράτεια. Να νοικιάζει με οποιουσδήποτε όρους και συμφωνίες ακίνητα κτήματα τους οπουδήποτε και αν βρίσκονται. Να συμφωνεί και εισπράττει μισθώματα είτε απευθείας από τους μισθωτές είτε έμμεσα με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων παρέχοντας τις σχετικές αποδείξεις και εξοφλήσεις. Να υπογράφει τα σχετικά μισθωτήρια συμβόλαια ή ιδιωτικά συμφωνητικά και να συμφωνεί σ’ αυτά το χρόνο, το μίσθωμα και τους λοιπούς της μίσθωσης όρους καθώς και εγγυήσεις και ποινικές ρήτρες… 11) Να εισπράττει κάθε είδους απαιτήσεις από τρίτους (νομικά ή φυσικά πρόσωπα) παρέχοντας τις σχετικές εξοφλήσεις και αποδείξεις… Να εισπράττει χρήματα από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τράπεζα ή υποκατάστημα, Δημόσιο Ταμείο, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή άλλο οργανισμό καθώς και κάθε τι που οφείλεται στους εντολές ή το δικαιούνται από οποιαδήποτε αιτία και με οποιοδήποτε δικαιόγραφο… δίνοντας και υπογράφοντας τις σχετικές αποδείξεις και εξοφλήσεις». Επίσης, με το ανωτέρω πληρεξούσιο οι εξουσιοδοτούντες δήλωσαν ότι  αναγνωρίζουν και εγκρίνουν όλες τις πράξεις του πληρεξουσίου τους τις σχετιζόμενες με τις δοθείσες σ’ αυτόν εντολές ως νόμιμες, έγκυρες, ισχυρές και απρόσβλητες, σα να έγιναν από τους ίδιους. Το πληρεξούσιο αυτό έγινε, διότι η ενάγουσα αλλά και οι λοιποί συμβαλλόμενοι σε αυτό συγγενείς της είναι μόνιμοι κάτοικοι ΗΠΑ, και δεν είχαν τη δυνατότητα να διαχειρίζονται την ακίνητη περιουσία, που είχαν στην Ελλάδα, διότι έρχονταν σπάνια στην πατρίδα τους. Έτσι επέλεξαν να αναθέσουν στον αδερφό της ενάγουσας (και της έτερης εντολέως, ………..), με τον οποίο διατηρούσαν πολύ καλές σχέσεις, από τότε που και ο ίδιος ζούσε στις ΗΠΑ, και  εμπιστεύονταν ανεπιφύλακτα, την διαχείριση της ακίνητης περιουσίας τους, δίδοντας του τις ανωτέρω εντολές. Έτσι, μεταξύ της ενάγουσας και του εναγομένου συνήφθη άτυπη σύμβαση εντολής, δυνάμει της οποίας ο τελευταίος ανέλαβε, χωρίς αμοιβή, να διαχειρίζεται τα ακίνητα της ενάγουσας στην Ελλάδα, έχοντας τη δυνατότητα  να προβαίνει στις νομικές ενέργειες που αναφέρονταν στο προαναφερόμενο πληρεξούσιο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα, κατά τον χρόνο χορήγησης της ανωτέρω εντολής και πληρεξουσιότητας προς τον εναγόμενο, είχε στην αποκλειστική κυριότητα  της τα παρακάτω ευρισκόμενα στην Ελλάδα ακίνητα : 1) Το με στοιχεία Β-1 διαμέρισμα του 2ου ορόφου επιφάνειας 100,22 τμ., που βρίσκεται στο ……… Αττικής, σε πολυκατοικία κείμενη επί της οδού ………, με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 88/1000 εξ αδιαιρέτου, στο οποίο ανήκει και η υπ’ αρ. 6 θέση στάθμευσης σε πυλωτή, επιφάνειας 15 τμ., 2) τη με στοιχεία Υ-6 αποθήκη, επιφάνειας 6,60 τμ., που βρίσκεται εντός της ίδιας πολυκατοικίας, με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 2/1000 εξ αδιαιρέτου, 3) το με στοιχεία Ε-1 διαμέρισμα του 5ου ορόφου (δεύτερη εσοχή), επιφάνειας 38,10 τμ., που βρίσκεται στο …. Δήμου Αθηναίων, σε πολυκατοικία κείμενη επί της οδού …. αρ. …. και …. αρ. …., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 33,30/1000 εξ αδιαιρέτου,  4) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 79,23 τμ., που βρίσκεται στη θέση «….», εκτός των ορίων του οικισμού ….., της κτηματικής περιφέρειας του δήμου ….. Κεφαλληνίας, 5) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 703,15 τμ., που βρίσκεται στη θέση «….»,  εκτός των ορίων του οικισμού …. της κτηματικής περιφέρειας του δήμου ….. Κεφαλληνίας, 6) ένα αγροτεμάχιο εμβαδού 178,82 τμ, που βρίσκεται στη θέση «…», εκτός των ορίων του οικισμού … της κτηματικής περιφέρειας του δήμου ……. Κεφαλληνίας και 7) ένα οικόπεδο εμβαδού 432,34 τμ., που βρίσκεται στη θέση «… ή ….», εντός του οικισμού …. της κτηματικής περιφέρειας του δήμου ….. Κεφαλληνίας.  Τον Νοέμβριο του 2014, δεδομένου ότι εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από τρίτον για την αγορά του διαμερίσματος της ενάγουσας στο …, ο δικηγόρος ……..διενήργησε, για λογαριασμό του υποψήφιου αγοραστή και κατόπιν συνεννόησης με την ενάγουσα, έλεγχο τίτλων στα βιβλία του υποθηκοφυλακείου …., οπότε διαπιστώθηκε η δωρεά της ψιλής κυριότητας αυτού στην κόρη του εναγομένου, ……… Ειδικότερα, δυνάμει του υπ’ αρ. ……. συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., που καταχωρήθηκε στο κτηματολογικό γραφείο ……. με αρ. πρωτ. ……., ο εναγόμενος, ενεργώντας ως εντολοδόχος και δυνάμει του ανωτέρω ειδικού πληρεξουσίου, μεταβίβασε λόγω δωρεάς εν ζωή, την ψιλή κυριότητα του με στοιχεία Β-1 διαμερίσματος και της Υ-6 αποθήκης, που βρίσκονται στην πολυκατοικία  επί της οδού …..στο ….., στην θυγατέρα του …….., παρακρατώντας την ισόβια επικαρπία για την ενάγουσα. Τότε, για πρώτη φορά, πληροφορήθηκε και η ίδια η ενάγουσα  την μεταβίβαση της ψιλής κυριότητας του ανωτέρω διαμερίσματος στην ανιψιά της με παρακράτηση της επικαρπίας και ακολούθως, μετά από έλεγχο στην υπόλοιπη ακίνητη περιουσία της  διαπίστωσε ότι ο εναγόμενος, χωρίς να την έχει ενημερώσει, στα πλαίσια διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας της δυνάμει του προαναφερόμενου ειδικού πληρεξουσίου, ενεργώντας για λογαριασμό της, είχε προβεί  σε μεταβιβάσεις και των υπόλοιπων  ακινήτων της. Ειδικότερα : α) Δυνάμει του υπ’ αρ. ……. συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κεφαλληνίας …….., που μεταγράφηκε στο υποθηκοφυλακείο Αργοστολίου (τόμος …, αύξ. αρ. ..), μεταβίβασε λόγω πώλησης το ευρισκόμενο στη θέση «..» .. Κεφαλληνίας αγροτεμάχιο στον ……… αντί τιμήματος, όσο και η αντικειμενική του αξία, 1.287,34 ευρώ. β) Δυνάμει του υπ’ αρ. …… συμβολαίου της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου Κεφαλληνίας, που μεταγράφηκε στο υποθηκοφυλακείο Αργοστολίου (τόμος .., αύξ. αρ. ….), μεταβίβασε λόγω πώλησης το ευρισκόμενο στη θέση «..» …. Κεφαλληνίας αγροτεμάχιο στον ……, αντί τιμήματος, όσο και η αντικειμενική του αξία, 11.426,32 ευρώ. γ) Δυνάμει του υπ’ αρ. …….. συμβολαίου της ίδιας ανωτέρω συμβολαιογράφου Κεφαλληνίας, που μεταγράφηκε στο υποθηκοφυλακείο Αργοστολίου (τόμος …, αύξ. αρ. ..), μεταβίβασε λόγω πώλησης το ευρισκόμενο στη θέση «..» … Κεφαλληνίας αγροτεμάχιο στην ……., αντί τιμήματος, όσο και η αντικειμενική του αξία, 1.886,19 ευρώ. δ)Δυνάμει του υπ’ αρ. …….. συμβολαίου της ίδιας ανωτέρω συμβολαιογράφου Κεφαλληνίας, που μεταγράφηκε στο υποθηκοφυλακείο Αργοστολίου (τόμος … αύξ. αρ. ….), μεταβίβασε λόγω πώλησης το ευρισκόμενο στη θέση «.. ή ..» … Κεφαλληνίας οικόπεδο στον εαυτό του αντί τιμήματος  15.365,92 ευρώ, μικρότερο από την αντικειμενική του αξία, που ανερχόταν σε 32.972 ευρώ. ε) Δυνάμει του υπ’ αρ. ……. συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών ……., που μεταγράφηκε στο  υποθηκοφυλακείο Αθηνών (τόμος .. , αύξ. αρ. ..), μεταβίβασε λόγω δωρεάς εν ζωή την ψιλή κυριότητα του με στοιχεία Ε-1 διαμερίσματος, που βρίσκεται στην πολυκατοικία στο .., στην κόρη του …….., παρακρατώντας την ισόβια επικαρπία για την ενάγουσα. Κατόπιν τούτου η ενάγουσα με την υπ’ αρ. ……  πράξη ανάκλησης πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου της πολιτείας του Ιλλινόι των ΗΠΑ, ….., η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο στις 21-3-2016, ανακάλεσε την δοθείσα με το υπ’ αρ. …… πληρεξούσιο εντολή και πληρεξουσιότητα προς τον τελευταίο. Αποδείχθηκε, εξάλλου, ότι το τίμημα από τις προαναφερόμενες αγοραπωλησίες, τις οποίες ενήργησε ο εναγόμενος για λογαριασμό της ενάγουσας ως εντολοδόχος αυτής, δεν της απέδωσε, όπως όφειλε, εκ της σύμβασης εντολής. Επίσης, τα δύο διαμερίσματα, των οποίων την ψιλή κυριότητα μεταβίβασε στην κόρη του, ήταν από το 2000 μέχρι και το 2016 μισθωμένα, τα δε μισθώματα αυτών εισέπραττε ο εναγόμενος ως εντολοδόχος της ενάγουσας στα πλαίσια της δοθείσης εντολής προς αυτόν για διαχείριση της περιουσίας της, πλην όμως ουδέποτε τις απέδωσε αυτά όπως όφειλε. Συγκεκριμένα, το διαμέρισμα επί της οδού …. στο … Αττικής ήταν μισθωμένο από 1-1-2000 μέχρι 31-7-2009 στον ……. και από 1-11-2009  μέχρι 31-3-2016 στον  ………. και ο εναγόμενος εισέπραξε τα κάτωθι μισθώματα : 1) για το έτος 2000 εισέπραξε 110.000 δρχ. μηνιαίως ή 322,82 € Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 3.873,84  €, 2) για  το έτος 2001 εισέπραξε  130.000 δρχ. μηνιαίως ή 381,51 € Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 4.578,12 €, 3) για  το έτος 2002 εισέπραξε 440,21 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 5.282,52 €, 4) για το έτος 2003 εισέπραξε 440,21 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 5.282,52 €, 5) για το έτος 2004 εισέπραξε 440,21 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 5.282,52 €, 6) για το έτος 2005 εισέπραξε 440,21 € μηνιαίως  Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 5.282,52 €, 7) για  το έτος 2006 εισέπραξε 500 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 6.000 €, 8) για το έτος 2007 εισέπραξε 500 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 6.000 €, 9) για  το έτος 2008 εισέπραξε 500 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 6.000 €, 10) για το έτος 2009  εισέπραξε 500  € Χ 7 μισθωτικοί μήνες = 3.500 € και 700 € μηνιαίως Χ 2 μισθωτικοί μήνες = 1.400 €, ήτοι σύνολο 4.900 €, 11) για  το έτος 2010 εισέπραξε 700  € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 8.400 €, 12) για  το έτος 2011 εισέπραξε 700 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες =8.400 €, 13) για το έτος 2012  εισέπραξε 500 € μηνιαίως  Χ 12 μισθωτικοί μήνες =6.000 €, 14) για  το έτος 2013 εισέπραξε  500 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 6.000 €, 15) για το έτος 2014 εισέπραξε  500 € μηνιαίως  Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 6.000 €, 16) για το έτος 2015  εισέπραξε 500 € μηνιαίως  Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 6.000 € και 17) για  το έτος 2016  εισέπραξε 500 € μηνιαίως  Χ 3 μισθωτικοί μήνες = 1.500. Συνολικά, δηλαδή, ο εναγόμενος από την μίσθωση του παραπάνω διαμερίσματος εισέπραξε για λογαριασμό της ενάγουσας, χωρίς να της αποδώσει, το ποσό των 94.782,04 ΕΥΡΩ. Ακόμη, το διαμέρισμα επί των οδών … αρ. .. και .. …. 1, στο  … Αττικής, ήταν μισθωμένο από 1-1-2000 μέχρι 31-12-2006 στον ………,  από 1-4-2007  μέχρι 30-6-2011 στην ….., από 7-9-2011 μέχρι 31-3-2012 στην ……, από 17-3-2014  μέχρι 30-9-2014 στην ……, από 6-11-2014 μέχρι 30-4-2015 στην ….. και από 1-10-2015  μέχρι 29-2-2016 στον  …… και ο εναγόμενος εισέπραξε τα κάτωθι μισθώματα : 1) για το έτος 2000 εισέπραξε 35.000 δρχ. μηνιαίως ή 102,71 € Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.232,52  €, 2) για  το έτος 2001 εισέπραξε  50.000 δρχ. μηνιαίως ή 146,74 € Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.760,88 €, 3) για  το έτος 2002 εισέπραξε 146,74 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.760,88 € €, 4) για το έτος 2003 εισέπραξε 150 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.800 €, 5) για το έτος 2004 εισέπραξε 150 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.800 €,  6) για το έτος 2005 εισέπραξε 150 € μηνιαίως  Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.800 €, 7) για  το έτος 2006 εισέπραξε 150 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 1.800 €, 8) για το έτος 2007 εισέπραξε 290 € μηνιαίως Χ 9 μισθωτικοί μήνες = 2.610 €, 9) για  το έτος 2008 εισέπραξε 290 € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 3.480 €, 10) για το έτος 2009  εισέπραξε 290  € Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 3.480 €, 11) για  το έτος 2010 εισέπραξε 320  € μηνιαίως Χ 12 μισθωτικοί μήνες = 3.840 €, 12) για  το έτος 2011 εισέπραξε 320 € μηνιαίως Χ 6 μισθωτικοί μήνες =1.920 € και 290 € μηνιαίως Χ 4 μισθωτικοί μήνες = 1.160 €, ήτοι σύνολο 3.080 €, 13) για το έτος 2012  εισέπραξε 290 € μηνιαίως  Χ 3 μισθωτικοί μήνες = 870 €, 14) για το έτος 2014 εισέπραξε  200 € μηνιαίως  Χ 6 μισθωτικοί μήνες = 1.200 € και 180 € μηνιαίως Χ 2 μισθωτικοί μήνες = 360 € ήτοι σύνολο 1.560 €, 15) για το έτος 2015  εισέπραξε 180 € μηνιαίως  Χ 4 μισθωτικοί μήνες = 720 €  και 200 € μηνιαίως Χ 3 μισθωτικοί μήνες = 600 € ήτοι σύνολο 1.320 € και 16) για  το έτος 2016  εισέπραξε 200 € μηνιαίως  Χ 2 μισθωτικοί μήνες = 400 €. Συνολικά, δηλαδή, ο εναγόμενος από την μίσθωση του παραπάνω διαμερίσματος εισέπραξε για λογαριασμό της ενάγουσας, χωρίς να της αποδώσει, το ποσό των 32.594,28 ΕΥΡΩ.  Με την από 15-6-2016 εξώδικη δήλωση-διαμαρτυρία και πρόσκληση, που επιδόθηκε στον εναγόμενο αυθημερόν, η ενάγουσα ζήτησε από τον αδερφό της να της αποδώσει τα εισπραχθέντα με βάση τη σύμβαση εντολής χρήματα. Γι’ αυτό με την από 15-6-2016 εξώδικη δήλωση-διαμαρτυρία και πρόσκληση, που επιδόθηκε στον εναγόμενο αυθημερόν, η ενάγουσα ζήτησε από τον αδερφό της να της αποδώσει τα εισπραχθέντα από τις πωλήσεις και μισθώσεις των ακινήτων της, που κατάρτισε κατ’ εντολή και για λογαριασμό της. Συνεπώς, ο εναγόμενος δεν απέδωσε στην ενάγουσα, ως όφειλε, από την μεταξύ τους σύμβαση εντολής, αλλά παρακράτησε για τον εαυτό του, παράνομα και υπαίτια, τα παραπάνω ποσά, που εισέπραξε από την διαχείριση της περιουσίας της, ήτοι από τις πωλήσεις των ακινήτων της  και την εκμίσθωση των διαμερισμάτων της, προκαλώντας της ισόποση ζημία που ανέρχεται συνολικά σε (1.287,34 + 11.426,32 + 1.886,19 + 15.365,92 + 94.782,04 + 32.594,28) 157.342,05 ΕΥΡΩ. Με τις άνω ενέργειες του, δηλαδή, ο εναγόμενος καταχράστηκε την εμπιστοσύνη, που του  έδειξε η ενάγουσα, αδερφή του, και, εκμεταλλευόμενος αφενός την απουσία της στο εξωτερικό, που της στερούσε τη δυνατότητα να εποπτεύει τις ενέργειες του, αφετέρου την ιδιότητα του εντολοδόχου και αποκλειστικού διαχειριστή της ακίνητης περιουσίας της στην ημεδαπή, προέβη στις αναλυτικά πιο πάνω αναφερόμενες  νομικές ενέργειες δια των οποίων ιδιοποιήθηκε παράνομα και υπαίτια, αφού αυτός γνώριζε ότι έπρεπε με βάση την πληρεξουσιότητα, που του είχε δοθεί, να αποδίδει στην ενάγουσα τα χρήματα, που εισέπραττε για λογαριασμό της, το προαναφερόμενο συνολικό ποσό. Επιπλέον, η ενάγουσα  από την άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου υπέστη και ηθική βλάβη και συνεπώς δικαιούται χρηματική ικανοποίηση ποσού 10.000 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό του πταίσματος του εναγομένου, το μέγεθος της ζημίας της ενάγουσας και όλες τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας. Αντίθετα, από τα ίδια ως  άνω αποδεικτικά στοιχεία, δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι η ενάγουσα, ούσα άτεκνη και οικονομικά αυτόνομη,  είχε προβεί στη σύνταξη του επίδικου πληρεξουσίου έχοντας πρόθεση στην πραγματικότητα να του δωρίσει όλη της την ακίνητη περιουσία, την οποία (πρόθεση)  του εξέφρασε και προφορικά λέγοντας του να κάνει ό,τι θέλει με αυτήν. Στην κρίση αυτή άγεται το Δικαστήριο από τα εξής :1) διότι, εάν πράγματι είχε τέτοια βούληση η ενάγουσα, θα προχωρούσε μόνη της στη σύνταξη του εν λόγω πληρεξουσίου, και όχι μαζί με την αδερφή της και τα λοιπά μέλη της οικογένεια αυτής, κάνοντας ένα κοινό πληρεξούσιο για την διαχείριση της περιουσίας τους στην Ελλάδα, 2) εάν του είχε δωρίσει την ακίνητη περιουσία της,  δεν υπήρχε λόγος ο εναγόμενος να προβεί στη σύνταξη  συμβολαίου  πώλησης  προς τον εαυτό του τού αγροτεμαχίου στη θέση «… ή …..» στην Κεφαλλονιά και 3) εάν είχε δωρίσει τα ακίνητα της στον εναγόμενο, δεν θα προχωρούσε σε διαπραγματεύσεις με υποψήφιο αγοραστή για την πώληση του διαμερίσματος στο …., επιτρέποντας μάλιστα στον δικηγόρο του υποψήφιου αγοραστή να διενεργήσει έλεγχο τίτλων. Να σημειωθεί εξάλλου, ότι η συγκατάθεση εκ μέρους της ενάγουσας για τις μεταβιβάσεις των παραπάνω ακινήτων της, την ύπαρξη της οποίας επικαλείται ο εναγόμενος για να καταδείξει το έγκυρο αυτών και τη γνώση της ενάγουσας, δεν αναιρεί την υποχρέωση του εναγομένου να αποδώσει, και όχι να παρακρατήσει για τον εαυτό του, το αντίτιμο των πωλήσεων και τα μισθώματα, που εισέπραττε όλο το επίδικο διάστημα για λογαριασμό της ενάγουσας, η οποία, αναφορικά με τα μισθωμένα διαμερίσματα, μετά την μεταβίβαση της ψιλής κυριότητας στην ανιψιά της ………., είχε πάντως διατηρήσει την ιδιότητα της επικαρπώτριας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει ο σχετικός πρώτος λόγος έφεσης να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Περαιτέρω, ο εκκαλών με τον δεύτερο λόγο έφεσης της ένδικης έφεσης επαναφέρει την πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος της ενάγουσας, ισχυριζόμενος ειδικότερα, ότι η αδράνεια της ενάγουσας επί 16 έτη του δημιούργησε την πεποίθηση  ότι δεν θα ασκήσει το δικαίωμα της (για απόληψη των εισπραχθέντων) και η ανατροπή πλέον της δημιουργηθείσας κατάστασης επιφέρει στον ίδιο επαχθείς συνέπειες, καθόσον βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία και έχει αναλώσει τα εισπραχθέντα χρήματα. Κατά την αληθή έννοια της διατάξεως του άρθρου 281 ΑΚ, το δικαίωμα ασκείται καταχρηστικά και όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε της ασκήσεώς του ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το διάστημα που μεσολάβησε χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις, του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή καταστάσεως που δημιουργήθηκε, υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση με εκείνη του υπόχρεου και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υποχρέου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, που συνεπάγεται επαχθείς για τον υπόχρεο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου, αφού, κατά τους κανόνες της καλής πίστης, δεν συγχωρείται να γίνει προς απόκρουση του δικαιώματος, επίκληση πράξεων άσχετων με τη συμπεριφορά αυτή. Για την εφαρμογή της διατάξεως δεν αρκεί μόνη η επί μακρό χρόνο αδράνεια του δικαιούχου να ασκήσει το δικαίωμά του, ούτε η καλόπιστη πεποίθηση του υποχρέου ότι δεν υπάρχει δικαίωμα κατ’ αυτού ή ότι δεν πρόκειται τούτο να ασκηθεί, ούτε κατ’ ανάγκην από την άσκησή του να δημιουργούνται απλώς δυσμενείς ή και αφόρητες επιπτώσεις για τον υπόχρεο, αλλά απαιτείται κατά περίπτωση, συνδυασμός των ανωτέρω (βλ μεταξύ άλλων ΟλΑΠ 6/2016, ΑΠ 16/2017, ΑΠ 848/2017, ΑΠ 645/2016 ΝΟΜΟΣ).  Στην προκειμένη περίπτωση  η προβληθείσα ένσταση κατ’ άρθρο 281 ΑΚ είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, δεδομένου ότι μόνη η αδράνεια της δικαιούχου ενάγουσας δεν αρκεί για την αποδυνάμωση του δικαιώματος της να αναζητήσει ό,τι απέκτησε ο εναγόμενος με βάση τη μεταξύ τους σύμβαση εντολής, ενώ δεν αναφέρονται περιστατικά αναγόμενα στη συμπεριφορά τόσο της δικαιούχου όσο και του υπόχρεου εναγομένου, τα οποία να του δημιούργησαν την εύλογη πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να ασκηθεί το καταγόμενο στη δίκη δικαίωμα από μέρους της. Επομένως, ορθώς ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας την προαναφερθείσα διάταξη το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τον παραπάνω ισχυρισμό του εναγομένου ως μη νόμιμο και πρέπει, ακολούθως, ο δεύτερος λόγος έφεσης να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος.

Ακόμη, από τον συνδυασμό των άρθρων 520, 525 και 527 ΚΠολΔ προκύπτει, μεταξύ άλλων, και ότι οι ενστάσεις του εναγομένου, που είχαν προταθεί πρωτοδίκως και απορριφθεί,  ανεξάρτητα από το ότι το δικαστήριο οφείλει να λάβει αυτεπάγγελτα υπόψη την αποσβεστική προθεσμία, επαναφέρονται στο εφετείο από τον εκκαλούντα – εναγόμενο, εφόσον αποβλέπουν στην εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, μόνο με λόγο εφέσεως περιεχόμενο στο εφετήριο ή στο δικόγραφο των προσθέτων λόγων της έφεσης (σε όσες διαδικασίες οι πρόσθετοι λόγοι εφέσεως ασκούνται μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο), διαφορετικά, αν προταθούν με τις προτάσεις, είναι απαράδεκτοι. Άλλως έχουν τα πράγματα προκειμένου περί ενστάσεων, που προτείνονται για πρώτη φορά στο εφετείο από τον εκκαλούντα – εναγόμενο, όχι προς εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, αλλά προς απόρριψη της αγωγής μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης βάσει άλλου λόγου εφέσεως και τη διακράτηση της υπόθεσης από το εφετείο (ΑΠ 194/2012, ΑΠ 88/2011, ΑΠ 1308/2006 ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, ο εκκαλών – εναγόμενος με τις προτάσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου επαναφέρει την πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση παραγραφής  της αξίωσης της ενάγουσας, την οποία απέρριψε το πρωτόδικο δικαστήριο ως ουσία αβάσιμη. Εντούτοις, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην αμέσως πιο πάνω σκέψη,  ο ισχυρισμός αυτός απαραδέκτως επαναφέρεται στο εφετείο με τις προτάσεις του εκκαλούντος και όχι με το δικόγραφο της έφεσης ή πρόσθετων λόγων και πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί.

Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης, πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη η ένδικη έφεση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό, και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 § 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 17-7-2017 (με ειδ. αρ. κατάθ.  ………) έφεση κατά της υπ’ αρ. 2286/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στις 30-10-2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ