Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 335/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός     335/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Ιανουαρίου  2022 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………. για τον εαυτό της ατομικά και ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της ………………….. η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Νικολάου Γερασίμου, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρίας ……………, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Μαρίας Αρβανίτη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 12-11-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ……./15-11-2019 αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η με αριθ. 2987/15-9-2020 οριστική απόφαση του παραπάνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που απέρριψε την άνω αγωγή. Την απόφαση αυτή πρόσβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ενάγουσα με την από 17-10-2020 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../21-10-2020 έφεσή της, δικάσιμος της οποίας, με τη με ΓΑΚ …… και ΕΑΚ …../21-10-2020 πράξη της Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, ορίστηκε η 3-6-2021 και κατόπιν νόμιμης αναβολής,  η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία η άνω έφεση συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση από 17-10-2020 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./21-10-2020 έφεση της ηττηθείσας ενάγουσας ………., για τον εαυτό της ατομικά και ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της ……., κατά της με αριθ. 2987/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, επί της από 12-11-2019 και με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./15-11-2019 αγωγής της ανωτέρω εκκαλούσας κατά της εναγόμενης και ήδη εφεσίβλητης εταιρίας «……………» και απέρριψε την άνω αγωγή, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), με την κατάθεση του δικογράφου της άνω έφεσης στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 21-10-2020, προ πάσης επιδόσεως της πρωτόδικης απόφασης (αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε προκύπτει άλλωστε από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα), αλλά σε κάθε περίπτωση εντός της προβλεπόμενης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 15-9-2020. Η άνω έφεση αρμόδια εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ.), ενώ για το παραδεκτό της καταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την κατάθεσή της το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. (όπως η διάταξη αυτή ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 35 παρ. 2 Ν. 4446/2016) παράβολο των 100,00 ευρώ. Πρέπει, επομένως, η άνω έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙ. Με την προαναφερθείσα αγωγή, όπως το περιεχόμενό της παραδεκτά διορθώθηκε με τις πρωτόδικες προτάσεις της ενάγουσας (άρθρο 224 εδάφ. β’ Κ.Πολ.Δ.), η τελευταία εκθέτει ότι ο σύζυγός της ………, με τον οποίο η ίδια απέκτησε μια ανήλικη θυγατέρα, το πρωί της 1-12-2017 βρέθηκε νεκρός στον κοιτώνα «………..» της πόλης Τσοσάν (Zhoushan) της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, έχοντας υποστεί όλως αιφνιδίως και αναπάντεχα, καρδιακή ανακοπή εξ αφορμής της εκτέλεσης των εργασιακών του καθηκόντων ως αρχιμηχανικός της εναγόμενης ναυτιλιακής εταιρίας. Ότι τα άνω καθήκοντα του αρχιμηχανικού τα ασκούσε δυνάμει της από 1-3-2015 σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που είχε συνάψει με την εναγόμενη, η οποία εδρεύει καταστατικά στις Νήσους Μάρσαλ και πραγματικά στην ….. Αττικής, όπου και έχει εγκαταστήσει γραφείο δυνάμει των διατάξεων του Α.Ν. 89/1967 και Ν. 27/1975. Ότι, ειδικότερα, η τελευταία τον είχε προσλάβει με την άνω ειδικότητα, ως υπεύθυνο για την επίβλεψη και τον εν γένει συντονισμό του δεξαμενισμού των υπό διαχείριση δεξαμενόπλοιών της, έναντι μηνιαίων αποδοχών ύψους 5.888,21 ευρώ. Ότι για τις ανάγκες αυτής της εργασίας του ο σύζυγός της κλήθηκε πολλές φορές να ταξιδέψει και επί της ουσίας να «μετεγκατασταθεί» στην Ασία, ενώ, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, η εναγόμενη του είχε αναθέσει την αποκλειστική ευθύνη της τεχνικής επιθεώρησης και των συναφών εργασιών συντήρησης κατά το δεξαμενισμό του υπό διαχείριση Μ/Τ πλοίου της «SL», ενόσω αυτό βρισκόταν στο ναυπηγείο της άνω πόλης Τσοσάν της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή. Ότι στις 27-11-2017 η διοίκηση της εναγόμενης ανακοίνωσε στο σύζυγό της ότι οι σχετιζόμενες με το δεξαμενισμό του άνω πλοίου εργασίες έπρεπε να ολοκληρωθούν σε συντομότερο χρονικό διάστημα απ’ αυτό που είχε προβλεφθεί, επειδή εκτάκτως το πλοίο έπρεπε να παραδοθεί άμεσα στους ναυλωτές του, με αποτέλεσμα στο ήδη επιβαρυμένο πρόγραμμα του συζύγου της να προστεθούν εντελώς εξαιρετικές και ασυνήθιστες εργασιακές συνθήκες. Ότι, το βράδυ της 30ης-11-2017, κατά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με το σύζυγό της, αυτός της ανέφερε ότι η επίσπευση του χρόνου ολοκλήρωσης των εργασιών δεξαμενισμού του πλοίου τον είχε αναγκάσει να εργάζεται νυχθημερόν καθ’ υπέρβαση του νόμιμου ωραρίου εργασίας των οκτώ ωρών ημερησίως και χωρίς ενδιάμεση ανάπαυση, γεγονός, που συνέτεινε στην ψυχολογική του πίεση και στη σωματική του καταπόνηση. Ότι το εργασιακό περιβάλλον του επιδεινώθηκε από την αδιάφορη στάση της εναγόμενης που δεν είχε στείλει μαζί του δεύτερο αρχιμηχανικό ή αντικαταστάτη του κατά τα τελευταία κρίσιμα εικοσιτετράωρα της ζωής του. Ότι οι δυσμενείς και επικίνδυνες για τη ζωή του άνω συνθήκες εργασίας που του επέβαλε υπαίτια η εναγόμενη, προκάλεσαν, ως ξένο προς τον οργανισμό του και βίαιο συμβάν, την άνω καρδιακή ανακοπή που επέφερε το θάνατό του. Ότι η συμπεριφορά αυτή της εναγόμενης βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια με το  θάνατό του, αφού, εάν εκείνη ενεργούσε σύμφωνα με την καλή πίστη και τη γενική εργοδοτική υποχρέωση πρόνοιας, ο σύζυγός της θα βρισκόταν ακόμα στη ζωή. Ότι, ακόμη, ενόψει του ότι ο άνω θάνατος του συζύγου της προκλήθηκε στα πλαίσια της εργασίας του, συνιστά εργατικό ατύχημα υπό την έννοια του βίαιου συμβάντος του άρθρου 1 του Ν. 551/1915, ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματος αυτής ή των προστηθέντων της και ως εκ τούτου η εναγόμενη να ενέχεται να καταβάλει στην ίδια και στην εκπροσωπούμενη απ’ αυτήν θυγατέρα της την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παρ. 5 του άνω νόμου περιορισμένη κατ’ αποκοπήν ειδική αποζημίωση μισθών πέντε ετών, που ανέρχεται στο ποσό των 353.292,60 ευρώ. Ότι, επιπλέον, από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της εναγόμενης η ίδια και η θυγατέρα της βίωσαν βαρύ ψυχικό πόνο και οδύνη, προς αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης, ανερχόμενης για εκάστη, με βάση τα αναφερόμενα κριτήρια, στο ποσό των 200.040,00 ευρώ, δεδομένου ότι εκάστη έχει ήδη εισπράξει από την ασφαλιστική εταιρία της εναγόμενης το ποσό των 25.000,00 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και μετά από παραδεκτή τροπή των αιτημάτων της αγωγής από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά με το δικόγραφο των προτάσεών της (άρθρο 223 εδ.β’, 295 παρ. 1 εδ. β’, 297 Κ.Πολ.Δ.), η ενάγουσα ζητεί να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη εταιρία υποχρεούται να της καταβάλει, ως ειδική αποζημίωση του άρθρου 3 παρ. 5 ν. 551/1915, το ποσό των 353.292,60 ευρώ και ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ψυχικής τους οδύνης, το ποσό των 200.040,00 ευρώ για την ίδια ατομικά και το ποσό των 200.000,40 ευρώ στην ίδια για λογαριασμό της ανήλικης θυγατέρας της, της οποίας διατηρεί μόνη της τη γονική μέριμνα μετά τον άνω θάνατο του συζύγου της, επιφυλασσόμενη να διεκδικήσει ενώπιον των ποινικών Δικαστηρίων επιπλέον ποσό 40,00 ευρώ από εκάστη αξίωση χρηματικής ικανοποίησης, τα δε άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία επέλευσης του επίδικου συμβάντος, ήτοι από 1-12-2017, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγόμενη στα δικαστικά της έξοδα.

III. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική  διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, αφού έκρινε ότι είναι καθ’ ύλη, κατά τόπο και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκαση της άνω αγωγής, ότι έχει προς τούτο και διεθνή δικαιοδοσία, ότι εφαρμοστέο τυγχάνει το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο και ότι με βάση το δίκαιο αυτό η άνω αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, πλην των παρεπόμενων αιτημάτων της για τοκοδοσία από την ημερομηνία επέλευσης του επίδικου συμβάντος και για κήρυξη της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής, ακολούθως την απέρριψε στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσία, δεχόμενο ότι ο θάνατος του συζύγου της ενάγουσας δεν οφείλονταν σε απρόβλεπτα, αιφνίδια, εξαιρετικά και βίαια συμβάντα, σχετιζόμενα με το πιεστικό εργασιακό περιβάλλον του, αλλά ήταν φυσικός από παθολογικά αίτια και οφείλονταν στην ιδιοσυστασία του οργανισμού του και επέβαλε στην ενάγουσα τη δικαστική δαπάνη της εναγόμενης εκ 15.100,00 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη η ενάγουσα με την υπό κρίση έφεσή της για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε να γίνει δεκτή η ως άνω αγωγή της στο σύνολό της.

IV. Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 και 6 του Ν. 551/1915, ο οποίος έχει κωδικοποιηθεί με το Β.Δ. της 24ης Ιουλίου/25ης Αυγούστου 1920 «περί κωδικοποιήσεως των νόμων περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχήματος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων» και διατηρηθεί σε ισχύ δυνάμει της διάταξης του άρθρου 38 Εισ.Ν.Α.Κ, συνάγεται ότι ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο ιδρύει δικαίωμα αποζημίωσης κατά τις διατάξεις του εν λόγω νόμου, συνιστά και η πρόκληση μερικής ή ολικής ανικανότητας προς εργασία ή ο θάνατος του εργαζόμενου συνεπεία εκτάκτως και αιφνιδίως επενεργήσαντος εξωτερικού αιτίου κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής ασχέτου προς την σύσταση και την βαθμιαία και προοδευτική εξασθένηση και φθορά του οργανισμού του παθόντος και τους δυσμενείς εγγενείς της εργασίας όρους (Α.Π. 541/2020, Α.Π. 1000/2018, Α.Π. 154/2006, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Τέτοιο συμβάν θεωρείται και η νόσος του εργαζομένου, η οποία επήλθε από  την εκτέλεση της εργασίας κάτω από όλως εξαιρετικές και ανώμαλες συνθήκες που είχαν σαν συνέπεια να καταπονηθεί ο οργανισμός του βαρύτατα και αποτέλεσαν την κύρια αφορμή για να αναπτυχθεί, εκδηλωθεί και επιδεινωθεί η ασθένειά  του. Οι όροι του βίαιου συμβάντος υπάρχουν ακόμη και στην περίπτωση κατά  την οποία, μετά την εκδήλωση της νόσου, εξακολουθεί η αυτή απασχόληση του εργαζομένου με κανονικές, έστω και δυσμενείς, συμφυείς όμως με τη φύση της εργασίας συνθήκες, με αποτέλεσμα την παραπέρα επιδείνωση της κλονισμένης ήδη υγείας του, εφόσον, όμως, ο εργοδότης γνωρίζει την κλονισμένη από ασθένεια υγεία τούτου και τον κίνδυνο που ενέχει γι’ αυτήν η συνέχιση της εργασίας του, γιατί τότε δεν επιτρέπεται σ’ αυτόν να αξιώνει από το μισθωτό να συνεχίσει εργαζόμενος, ενόψει και των διατάξεων των άρθρων 288  και 662 του Α.Κ. που επιβάλλουν σ’ αυτόν να εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις, όπως απαιτεί η καλή πίστη και ιδιαίτερα να ρυθμίζει την εργασία κατά τρόπο, ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του μισθωτού (Ολ.Α.Π. 1287/1986, Νο.Β. 35, 1605,  Ολ.Α.Π. 937/1975, Νο.Β. 23, 1269, Α.Π. 868/2018, Α.Π. 1437/2002, Α.Π. 944/2001, Α.Π. 1316/2000, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Αντίθετα δεν συνιστά ατύχημα από βίαιο συμβάν, κατά την έννοια των προαναφερόμενων διατάξεων, η εκδήλωση προϋπάρχουσας και σε λανθάνουσα έστω κατάσταση πάθησης του εργαζόμενου ή η επιδείνωση αυτής, όταν αυτή είναι συνέπεια της εκτέλεσης της εργασίας αυτού (εργαζομένου) που ανελήφθη με τη σύμβαση και παρέχεται από αυτόν κάτω από κανονικές έστω και δυσμενείς, σύμφυτες, όμως, προς αυτή συνθήκες εργασίας, χωρίς τη μεσολάβηση άλλου εξωτερικού γεγονότος ξένου προς τον οργανισμό του παθόντος. Ούτε επίσης συντρέχουν οι όροι του ως άνω ατυχήματος όταν η ασθένεια του εργαζομένου εκδηλώθηκε κάτω από κανονικές συνθήκες εργασίας του εργαζομένου και επιδεινώθηκε αυτή από την εξακολούθηση της εργασίας του με τις ίδιες αυτές συνθήκες, χωρίς να γνωρίζει ο εργοδότης την εκδήλωση της ασθένειάς του αυτής, ή όταν μετά την εκδήλωσή της ο ίδιος ο παθών δεν επιθυμούσε να επισκεφθεί γιατρό, θεωρώντας ότι δεν έχει σοβαρό πρόβλημα, με συνέπεια η κατάσταση της υγείας του να επιδεινωθεί, επειδή εξαρχής δεν προέβη σε ενδεδειγμένη ιατρική θεραπεία, καθόσον η υποχρέωση της εργοδότριας δεν φθάνει μέχρι του σημείου να επιβάλλει στο μισθωτό της να επισκεφθεί γιατρό, ούτε και να αξιώσει απ’ αυτόν να υποβληθεί σε εξετάσεις προκειμένου να συνεχίσει την εργασία του, πολύ δε περισσότερο όταν η εργασία που του αναθέτει δεν απαιτεί από μέρους του την καταβολή ιδιαίτερης σωματικής δύναμης (Ολ.Α.Π. 937/1975, Νο.Β. 23, 1269, Α.Π. 1424/2015, Α.Π. 1690/2013, Α.Π. 1602/2012, Α.Π. 154/2006, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Βασική πηγή πληροφόρησης αποτελεί ο ίδιος ο πάσχων εργαζόμενος, αφού αυτός γνωστοποιεί την ένταση και το είδος των συμπτωμάτων της ασθενείας του και με βάση αυτή την πληροφόρηση ο εργοδότης οφείλει να αξιολογήσει την περίπτωση και να ενεργήσει αναλόγως (Εφ.Πειρ. 432/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 347/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Έτσι, ο εργοδότης δύναται να έχει άμεση γνώση, όταν τα συμπτώματα αυτά είναι έκδηλα και εμφανή. Δεν είναι βεβαίως μεταξύ των υποχρεώσεών του η ορθή διάγνωση της ασθένειας του εργαζόμενου, αφού κάτι τέτοιο αποτελεί έργο (και μάλιστα από τα δυσχερέστερα) των ειδικών ιατρών (Α.Π. 1000/2018, Α.Π. 347/2014, Α.Π. 1690/2013,Εφ.Πειρ. 360/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 16 του Ν. 551/1915, ο παθών από εργατικό ατύχημα του άρθρου 1 αυτού δικαιούται να ζητήσει πλήρη αποζημίωση, κατά τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου (άρθρα 297, 298 και 914 του Α.Κ.), μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων απ’ αυτόν ή όταν επήλθε σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τήρησης των διατάξεων αυτών. Ειδικότερα, τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες οι οποίες ειδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφαλείας των εργαζομένων. Δεν αρκεί, δηλαδή, ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (Ολ.Α.Π. 26/1995, Α.Π. 19/2014, Α.Π. 11/2012, Α.Π. 1509/2011, Α.Π. 1858/2011, Α.Π. 963/2007, Α.Π. 954/2004, Α.Π. 274/2000, Α.Π. 26/1995, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Μόνον εάν συντρέχουν οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις θεμελιώνεται συνδρομή περίπτωσης επιλογής μεταξύ της ως άνω αποζημίωσης ή εκείνης που προβλέπει ο Ν. 551/2015, η άσκηση δε της επιλογής μεταξύ των δύο αξιώσεων που συρρέουν διαζευκτικά, επιφέρει τη συγκέντρωση της ευθύνης του υπόχρεου στην επιλεγείσα και αποκλείει την άλλη. Τέλος, σε κάθε περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση προς αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα ή τα μέλη της οικογένειας του θανούντος μπορούν να απαιτήσουν χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, αντίστοιχα, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, έχοντας σχετική αξίωση, που κρίνεται, κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 926, 932  Α.Κ.), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τήρησης των επιβαλλομένων όρων ασφαλείας (Ολ.Α.Π. 1117/1986, Νο.Β. 35, 891, Α.Π. 2014/2007, Α.Π. 73/2007, Εφ.Πειρ. 91/2022, Εφ.Πειρ. 371/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Υπάρχει δε η αιτιώδης αυτή συνάφεια όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η φερόμενη ως ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης ήταν πρόσφορη να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα και επέφερε πράγματι τούτο στη συγκεκριμένη περίπτωση (Α.Π. 1398/2015, Α.Π. 1602/2012, Α.Π. 1302/2011, Εφ.Πειρ. 91/2022, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

V. Από την επανεκτίμηση των προσκομιζόμενων με επίκληση από την εκκαλούσα – ενάγουσα υπ’ αριθ. …./29-1-2020, …./29-1-2020 και …./29-1-2020 ενόρκων βεβαιώσεων μαρτύρων απόδειξης ενώπιον της συμβολαιογράφου Κοζάνης …………, υπ’ αριθ. ……./30-1-2020 ένορκης βεβαίωσης μάρτυρα απόδειξης ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ……….. και υπ’ αριθ. …./5-2-2-20 ένορκης βεβαίωσης μάρτυρα απόδειξης ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδας στην Οδησσό, οι οποίες έχουν ληφθεί κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 K.Πολ.Δ. κλήτευσης της εναγόμενης (βλ. τις υπ’ αριθ. …/24-1-2020, …../27-1-2020 και …./27-1-2020 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………), η τελευταία προς αντίκρουση των ισχυρισμών της εναγόμενης στις προτάσεις της, των προσκομιζόμενων με επίκληση από την εφεσίβλητη – εναγόμενη υπ’ αριθ. ………/20-1-2020 και ………/30-1-2020 ενόρκων βεβαιώσεων μαρτύρων ανταπόδειξης ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ……… και της υπ’ αριθ. …../21-1-2020 ένορκης βεβαίωσης μάρτυρα ανταπόδειξης ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πατρών, οι οποίες έχουν ληφθεί κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης, κατ’ άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ, κλήτευσης της ενάγουσας (βλ. τις υπ’ αριθ. …/16-12-2019, …./16-1-2020 και …./24-1-2020 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά, …. .), όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία παρακάτω, χωρίς να αγνοείται η σημασία και η σπουδαιότητα των λοιπών και χωρίς να παραλείπεται κανένα κατά την επανεκτίμηση της ουσίας της διαφοράς, σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο …………. γεννήθηκε στην . Γρεβενών την 14-4-1968 και ήταν σύζυγος της ενάγουσας……. και πατέρας της εκπροσωπούμενης νόμιμα απ’ αυτήν ανήλικης θυγατέρας τους ………… Ο ανωτέρω είχε πολυετή ναυτική εμπειρία ως αξιωματικός του Εμπορικού Ναυτικού σε ποντοπόρα πλοία μεταφοράς υγρού φορτίου, όλα διαχείρισης και εκμετάλλευσης εταιριών συμφερόντων του εφοπλιστή ………., στα οποία είχε εργαστεί ως μαθητευόμενος και ως Γ’ Μηχανικός κατά τα έτη 1989-1999, ως Β’ Μηχανικός κατά τα έτη 2000-2003 και ως Α’ Μηχανικός κατά τα έτη 2003 έως 2015. Ακόμη, ήταν απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών Χανίων Κρήτης και κάτοχος πολλών επαγγελματικών πιστοποιήσεων επί διεθνών και εθνικών ναυτιλιακών συμβάσεων που είχαν σχέση με τεχνικά θέματα συναφή με την ειδικότητά του, τα οποία ελάμβανε με συνεχή εκπαίδευση. Εξαιτίας της πολυετούς και επιτυχημένης σταδιοδρομίας του σε ποντοπόρα δεξαμενόπλοια του άνω ομίλου, στις αρχές του 2015 του προτάθηκε να στελεχώσει ως αρχιμηχανικός (Superintendent Engineer) την  εναγόμενη αλλοδαπή ναυτιλιακή εταιρία «………», η οποία ήταν νόμιμα εγκατεστημένη στην Ελλάδα (….. Αττικής) και ανήκε στα επιχειρηματικά συμφέροντα της εφοπλίστριας ………, αδελφής του άνω εφοπλιστή ……. … Η θέση αυτή συνεπαγόταν την εργασιακή του μετακίνηση από τη θάλασσα στην ξηρά, για να προσφέρει απ’ εκεί τις εμπειρίες του και τις εξειδικευμένες τεχνικές του γνώσεις και ο ίδιος την αποδέχθηκε, για να βρίσκεται περισσότερο χρόνο κοντά στην οικογένειά του. Έτσι, στην ….. Αττικής, στις 1-3-2015, συνήψε με την εναγόμενη σύμβαση εξαρτημένης χερσαίας εργασίας αορίστου χρόνου, δυνάμει της οποίας προσλήφθηκε απ’ αυτήν για να εργαστεί ως αρχιμηχανικός, αντί μηνιαίου μισθού 5.888,21 ευρώ. Ακολούθως, εντάχθηκε στο τεχνικό τμήμα της εναγόμενης και ορίστηκε υπεύθυνος για την τεχνική λειτουργία και διαχείριση πέντε εκ των δέκα οκτώ δεξαμενόπλοιων που αυτή διαχειρίζονταν και δη των δεξαμενόπλοιων «SL», «SF», «SLX», «SLD» και «AC» (βλ. την υπ’ αριθ. πρωτ. ……../3597/2017 βεβαίωση της Διεύθυνσης Ποντοπόρου Ναυτιλίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής). Στο άνω τμήμα της εναγόμενης τεχνικός διευθυντής ήταν, κατά την κρίσιμη για την αγωγή χρονική περίοδο, ο ……, προϊστάμενοί του ήταν οι αρχιμηχανικοί ……. και ……., οι οποίοι είχαν την ειδικότητα των διαχειριστών στόλου (fleet managers) και συνεπικουρείτο από τους αρχιμηχανικούς ……… και ……. Ο συνήθης τόπος παροχής της εργασίας του ήταν τα γραφεία της εναγόμενης στην ……. Αττικής (λεωφόρος …….. .), συχνά όμως μετέβαινε και στην αλλοδαπή για να παρακολουθεί και να συντονίζει  εργασίες συντήρησης και επισκευής των άνω πλοίων. Στα πλαίσια αυτών των καθηκόντων του μετέβη στις 17-11-2017, συνοδευόμενος από τον βοηθό αρχιμηχανικό …….. και δύο τεχνικούς, κατ’ εντολή του άνω τεχνικού διευθυντή της εναγόμενης, στην πόλη Donglangzui Liuheng, στην περιοχή Putuo Zhoushan της επαρχίας Zhejiang της Κίνας, όπου είχε καταπλεύσει και δεξαμενιστεί στο τοπικό ναυπηγείο «……. .» το υπό ελληνική σημαία άνω δεξαμενόπλοιο «SF», Ν.Π. ……, αρ. ΙΜΟ …, έτους ναυπήγησης 2007, προκειμένου να διενεργηθεί η υποχρεωτική ανά πενταετία γενική επιθεώρησή του, συμπεριλαμβανομένων και των υφάλων του, από τον παρακολουθούντα αυτό αγγλικό νηογνώμονα «…………..», για να διαπιστωθεί η συμμόρφωσή του ή μη προς τις απαιτήσεις της Διεθνούς Σύμβασης «περί ασφαλείας ανθρώπινης ζωής εν θαλάσσει» του έτους 1974 και να διενεργηθούν σ’ αυτό τυχόν απαιτούμενες επισκευές για να διατηρήσει την κλάση του. Κατά το δεξαμενισμό του άνω πλοίου, ο προαναφερθείς είχε την ευθύνη του ελέγχου, της επίβλεψης και του συντονισμού  των εκτελούμενων επισκευών από το άνω ναυπηγείο, σύμφωνα με τις υποδείξεις του επιθεωρητή του άνω αγγλικού νηογνώμονα, της τήρησης του χρονοδιαγράμματος του δεξαμενισμού και των εργασιών επισκευής, της αποστολής αναφορών προόδου των εργασιών αυτών στο τεχνικό τμήμα της εναγόμενης και της παραγγελίας ανταλλακτικών και της πρόσληψης υπεργολάβων, όποτε αυτό ήταν αναγκαίο και κατόπιν έγκρισης της εναγόμενης. Το ημερήσιο ωράριο εργασίας του ήταν από ώρα 08.00 π.μ. έως ώρα 19.00 μ.μ. Ειδικότερα, από ώρα 08:00 π.μ. έως ώρα 09:00 π.μ. γινόταν η ημερήσια συνάντηση στο πλοίο, στην οποία, πέραν αυτού (……), μετείχαν ο βοηθός του ……., ο πλοίαρχος …….., οι Α’ και Β’ Μηχανικοί, ο Υποπλοίαρχος και οι Κινέζοι επικεφαλής των διαφόρων τμημάτων. Κατά τη συνάντηση αυτή γινόταν απολογισμός της προόδου των εργασιών και προγραμματισμός των επόμενων. Μετά τις 09:00 π.μ. ο …… μαζί με τον βοηθό του …….. παρακολουθούσαν τις εργασίες που γίνονταν, όπως ενδεικτικά τον χρωματισμό κ.λ.π. Υπήρχε διάλειμμα από ώρα 10:00 έως ώρα 10:30 για καφέ, από ώρα 12:00 έως ώρα 13:00 για μεσημεριανό φαγητό και από ώρα 15:00 έως 15:30’ για καφέ (βλ. χαρακτηριστικά τις ένορκες βεβαιώσεις του πλοιάρχου του πλοίου ……… και του βοηθού αρχιμηχανικού …. .). Το άνω πλοίο παρέμεινε αρχικά για δυο ημέρες στο αγκυροβόλιο του άνω ναυπηγείου, στη συνέχεια παρέβαλε στην προβλήτα αναμονής μέχρι οι υπεύθυνοι του άνω ναυπηγείου να αποφασίσουν σε ποια από τις δυο δεξαμενές που διέθετε το ναυπηγείο θα εισέρχονταν αυτό, στις 22-11-2017 μπήκε με συνοδεία ρυμουλκού σε δεξαμενή του ναυπηγείου, όπου του έγινε γενική αποσκωρίαση και χρωματισμός, ενώ, μετά από έξι ημέρες βγήκε από τη δεξαμενή και επανήλθε στη προβλήτα αναμονής προκειμένου να ολοκληρωθούν οι υπόλοιπες επισκευές, οι οποίες ολοκληρώθηκαν την 5-12-2017, καθ’ υπέρβαση κατά δυο ημέρες του συμφωνημένου δωδεκαήμερου χρόνου παραμονής του στο ναυπηγείο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι στις 30-11-2017, μετά το πέρας της εργασίας του, ο άνω σύζυγος της ενάγουσας, από κοινού με άλλους συναδέλφους του, μετέβησαν στο μπαρ του τοπικού ξενοδοχείου (κοιτώνα) «……….», για να γιορτάσουν την ονομαστική εορτή του βοηθού του, αρχιμηχανικού ……… Μετά τα μεσάνυχτα οι συνάδελφοί του αποχώρησαν για να διανυκτερεύσουν στο πλοίο, όπου τους είχαν παραχωρηθεί καμπίνες, ενώ αυτός τους δήλωσε ότι θα διανυκτέρευε στο άνω ξενοδοχείο. Την επόμενη ημέρα ο άνω βοηθός του τον κάλεσε τηλεφωνικά, προκειμένου να οργανώσουν την καθιερωμένη πρωινή τους συνάντηση, αλλά πληροφορήθηκε το θάνατό του. Συγκεκριμένα, περί ώρα 08:00 της 1-12-2017 αυτός βρέθηκε νεκρός στο δωμάτιό του στον τρίτο όροφο του άνω ξενοδοχείου. Άμεσα, μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο της πόλης, όπου, κατόπιν διενέργειας ηλεκτροκαρδιογραφήματος, περί ώρα 9.10 π.μ. επιβεβαιώθηκε ο θάνατός του, ο οποίος εκτιμήθηκε ότι είχε επέλθει προ 5ώρου, οπότε είχε διακοπεί η αναπνευστική και η καρδιακή λειτουργία του. Ειδικότερα, σύμφωνα με την από 31-1-2018 ιατροδικαστική έκθεση του Ινστιτούτου Εγκληματολογίας και Ιατροδικαστικής της πόλης Zhushan Κίνας, η οποία συντάχθηκε μετά από νεκροψία και νεκροτομή και προσκομίζεται από την εναγόμενη σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, ως αιτία θανάτου του βεβαιώνεται – με βάση τα αποτελέσματα της μεταθανάτιας εξέτασης, της απεικονιστικής εξέτασης, των τοξικολογικών εξετάσεων, τη μελέτη του περιστατικού και των αποδεικτικών στοιχείων – ο αιφνίδιος θάνατος λόγω στεφανιαίας αθηροσκληρωτικής καρδιοπάθειας με επιπλοκές θρόμβωσης του αριστερού πρόσθιου κατιόντος κλάδου. Συγκεκριμένα, αναφέρεται σ’ αυτήν ότι έπασχε από καρδιομεγαλία και αυξημένο σωματικό βάρος και ότι εμφάνιζε εκτεταμένη αθηροσκλήρωση με ασβεστοποίηση στα τοιχώματα των στεφανιαίων αρτηριών, στένωση του αυλού έως III-IV βαθμού στον αριστερό πρόσθιο κατιόντα κλάδο, II-III βαθμού στον αριστερό πρόσθιο κατιόντα κλάδο, II-III βαθμού στον αριστερό περιμετρικό κλάδο και I-II βαθμού στη δεξιά στεφανιαία αρτηρία, σκούρες ερυθρές και φαιές – υποκίτρινες θρομβοειδείς ουσίες έφραζαν τον αυλό του ανώτερου τμήματος του αριστερού πρόσθιου κατιόντα κλάδου, καθώς και ότι η  μικροσκοπική εξέταση έδειξε υπερτροφία των καρδιομυοκυττάρων, εστιακή λανθάνουσα ρήξη του μυοκαρδίου, σημαντική ηωσινοφιλική χρώση, εστιακή λύση των καρδιομυοκυττάρων, πολλαπλασιασμό των ενδιάμεσων ινωδών ιστών του μυοκαρδίου, σχηματισμό εστιακής ινώδους ουλής, πάχυνση του εσωτερικού ινομαλγία και πολλαπλασιασμό των ινωδών ιστών. Σημειώνεται εδώ ότι η άνω ιατροδικαστική έκθεση έχει δεσμευτική αποδεικτική δύναμη και αποτελεί πλήρη απόδειξη, χωρίς να επιτρέπεται ανταπόδειξη, για όσα βεβαιώνονται σ’ αυτή ότι έγιναν από το συντάκτη της ή ότι έγιναν ενώπιόν του, ενόψει του ότι εκδόθηκε από ιατρό που ασκεί δημόσια λειτουργία και δεν προσβλήθηκε για πλαστότητα, επίσης αποτελεί πλήρη απόδειξη για όσα βεβαιώνονται σ’ αυτή, την αλήθεια των οποίων όφειλε να βεβαιώσει ο συντάκτης της, ως προς τα οποία επιτρέπεται ανταπόδειξη, ενώ ως προς περιεχόμενες σ’ αυτήν επιστημονικές κρίσεις και γνώμες του συντάκτη της εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο (Α.Π. 717/2020, Α.Π. 1787/2014, Α.Π. 353/2007, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μιχ. Μαργαρίτη / Άντα Μαργαρίτη, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, έκδ. 2018,  υπ’ άρθρο 438, αριθ. 12, σ. 689), όπως άλλωστε και η προσκομιζόμενη προς αντίκρουσή της από την ενάγουσα από 21-1-2020 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του ιατροδικαστή & ιατρού δημόσιας υγείας ……….., κι αν ακόμη θεωρηθεί ότι αυτή εκδόθηκε για να χρησιμοποιηθεί στην προκείμενη δίκη και ανεξάρτητα και από το ότι αυτή δεν εκδόθηκε κατά τη νεκροψία του προσώπου στου οποίου την κατάσταση της υγείας αφορά, αλλά σε μεταγενέστερο χρόνο, ενόψει του ότι αυτή δεν αποτελεί ανώμοτη μαρτυρία, αλλά εκδόθηκε από ιατρό εντός του κύκλου της αρμοδιότητάς του, επί αποδεικτέου θέματος για το οποίο επιτρέπεται η δια μαρτύρων απόδειξη (Α.Π. 983/1981, Νο.Β. 1982, 643, Α.Π. 353/2007, Εφ.Πειρ. 541/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μιχ. Μαργαρίτη / Άντα Μαργαρίτη, ό.α, υπ’ άρθρο 438, αριθ. 12, σ. 689, Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 339, αριθ. 11, σ. 690). Περαιτέρω, ενδείξεις στεφανιαίας αθηροσκληρωτικής καρδιοπάθειας σε λανθάνουσα κατάσταση του συζύγου της ενάγουσας προκύπτουν και από τα προσκομιζόμενα απ’ αυτήν από 20-2-2016 αποτελέσματα των βιοχημικών του εξετάσεων ορού στο Διαγνωστικό Πολυϊατρείο Π. Φαλήρου «…….», αφού σ’ αυτά εμφανίζονται τιμές μεγαλύτερες από τις φυσιολογικές στα σχετιζόμενα με καρδιαγγειακές παθήσεις πεδία αθηρωματικού δείκτη, χοληστερόλης LDL και ολικής χοληστερόλης και δη τιμή αθηρωματικού δείκτη 6,5 mg/dl (φυσιολογικές τιμές 3,9-5,9 mg/dl), τιμή χοληστερόλης LDL 171 mg/dl (φυσιολογική τιμή <130 mg/dl) και τιμή ολικής χοληστερόλης 234 mg/dl (φυσιολογικές τιμές 125 – 200 mg/dl). Δεν αποδεικνύεται όμως ότι αυτός, κατά την εργασία του στην εναγόμενη, εκδήλωσε ποτέ συμπτώματα της καρδιακής αυτής νόσου, ούτε ότι γνωστοποίησε ποτέ σ’ αυτήν ή στον πλοίαρχο του άνω πλοίου παράπονο για τέτοια πάθησή του ή για άλλο πρόβλημα υγείας του ή για βαρύτατη καταπόνηση του οργανισμού του από όλως εξαιρετικές και ανώμαλες συνθήκες εργασίας του κατά τη διάρκεια του άνω δεξαμενισμού, ούτε ότι είχε ζητήσει απ’ αυτούς να εξεταστεί από ιατρό ή να αντικατασταθεί, κάτι που άλλωστε ούτε η ίδια η ενάγουσα ισχυρίζεται. Έτσι, η εναγόμενη και οι προστηθέντες της προϊστάμενοί του εύλογα θεωρούσαν ότι αυτός ήταν απόλυτα υγιής και ότι οι συνθήκες εργασίας του δεν ήταν επιβλαβείς για την υγεία του. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ότι το ωράριο εργασίας του ήταν εξαντλητικό, ενόψει του ότι, κανείς μάρτυρας με άμεση γνώση δεν κατέθεσε περί ύπαρξης ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος ολοκλήρωσης των εργασιών στο άνω ναυπηγείο και άσκησης σχετικής πίεσης εκ μέρους των προϊσταμένων του υπαλλήλων της εναγόμενης, άποψη που ενισχύεται και εκ του ότι η διάρκεια των εργασιών δεξαμενισμού του άνω πλοίου είχε προγραμματιστεί να είναι δωδεκαήμερη και τελικά διήρκησε  δεκατέσσερις μέρες και δη από 22-11-2017 έως 5-12-2017. Η δεκάωρη δε ημερήσια απασχόλησή του κατά τη διάρκεια του άνω δεξαμενισμού του πλοίου, την οποία επιβεβαίωσαν, επικαλούμενοι άμεση γνώση τους, οι μάρτυρες ανταπόδειξης ……… (αρχιμηχανικός, βοηθός του συζύγου της ενάγουσας κατά τον άνω δεξαμενισμό) και ……… (πλοίαρχος του άνω πλοίου κατά τον άνω δεξαμενισμό), κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, είναι συνήθης για αρχιμηχανικούς που παρακολουθούν επισκευές – επιθεωρήσεις  δεξαμενοπλοίων στην αλλοδαπή και δικαιολογείται από το είδος, τη φύση, τη μικρή διάρκεια και το έκτακτο της εργασίας αυτής και από την υψηλόβαθμη και υπεύθυνη θέση που κατέχουν και τις υψηλές αποδοχές που λαμβάνουν. Οι δυσκολίες δε που αντιμετώπισε αυτός κατά την εκτέλεση των άνω καθηκόντων του, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν συνηθισμένες και αναμενόμενες λόγω της φύσης της άνω εργασίας του, ο ίδιος δε τις γνώριζε εκ των προτέρων λόγω της πολυετούς πείρας του ως μηχανικός Ε.Ν. σε δεξαμενόπλοια. Ως εκ τούτου, κατά λογική αναγκαιότητα, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι αποτελούσαν όλως εξαιρετικές, ασυνήθεις και ανώμαλες συνθήκες εργασίας, που είχαν γενικά την τάση να βλάψουν σοβαρά την υγεία του, κατά την αντίληψη του μέσου συνετού ανθρώπου, με βάση τα δεδομένα του χρόνου που εκδηλώθηκαν και συνακόλουθα ότι μπορούσαν να προβλεφθούν ως πιθανή αιτία θανάτου του από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου – καρδιακή ανακοπή (αντικειμενική πρόγνωση), ακόμη κι αν γίνει δεκτό ότι πράγματι του δημιούργησαν εντονότατη ψυχική και συναισθηματική φόρτιση, δεδομένου ότι στη σύγχρονη ζωή πολλοί είναι οι παράγοντες τέτοιας φόρτισης. Περαιτέρω, αβάσιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός της ενάγουσας περί αδιαφορίας της εναγόμενης ως προς τον διορισμό δεύτερου αρχιμηχανικού, κατά παράβαση του γενικότερου καθήκοντος πρόνοιας για την εξασφάλιση συνθηκών προστασίας της υγείας του άνω εργαζομένου της, αφού αποδείχθηκε ότι ο τελευταίος είχε μεταβεί στην Κίνα με συνεργείο δυο τεχνικών, καθώς και το βοηθό του, επίσης αρχιμηχανικό, ο οποίος ήταν πτυχιούχος του Τμήματος Μηχανολόγων και Αεροναυπηγών του Πανεπιστημίου Πατρών και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου ναυτικής και θαλάσσιας τεχνολογίας και επιστήμης του Τμήματος Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του Ε.Μ.Π. και είχε και διετή εργασιακή εμπειρία. Όσα αντίθετα βεβαιώνουν οι μάρτυρες απόδειξης …. …. (συνταξιούχος μηχανικός Ε.Ν. – συμφοιτητής του συζύγου ενάγουσας, ο οποίος είχε συνυπηρετήσει παλαιότερα μαζί του, όχι, πάντως, σε πλοία της εναγόμενης), ………… (πατέρας ενάγουσας), ………. (αδελφή ενάγουσας), ……….. ……… (μητέρα ενάγουσας) και ……….. (συνταξιούχος πλοίαρχος Ε.Ν, ο οποίος είχε συνυπηρετήσει παλαιότερα με το σύζυγο της ενάγουσας, όχι, παντως, σε πλοία της εναγόμενης), ως προς τις συνθήκες εργασίας του τελευταίου και ως προς την κατάσταση της υγείας του, κρίνονται μη πειστικά, διότι ως επί το πλείστον αποτελούν μεταφορά των διηγήσεων της ενάγουσας ή διηγήσεις του θανόντος σε παρελθόντα χρόνο, αναιρούμενα από τις ένορκες βεβαιώσεις των άνω μαρτύρων ανταπόδειξης ….. και ……, την ένορκη βεβαίωση του μάρτυρος ανταπόδειξης …….. (αρχιπλοιάρχου της εναγόμενης) και την άνω από 31-1-2018 κινεζική ιατροδικαστική έκθεση. Επίσης, μη πειστική κρίνεται η προσκομιζόμενη με επίκληση από την ενάγουσα από 21-1-2020 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του ιατροδικαστή & ιατρού δημόσιας υγείας ……….., ο οποίος, μεταξύ άλλων, αναφέρει, σχολιάζοντας, κατ’ εντολήν της ενάγουσας, την άνω από 31-1-2018  ιατροδικαστική έκθεση, ότι «ο θανών δεν προκύπτει να είχε διαγνωσμένη στεφανιαία νόσο (αρνητική δοκιμασία κόπωσης το έτος 2013)» και ότι «η αιφνίδια και απρόσμενη θρόμβωση του προσθίου κατιόντα κλάδου της αριστερής στεφανιαίας αρτηρίας, που επέφερε το θάνατο σε μικρό χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, δύναται να συνδεθεί με τις συνθήκες εργασίας του και με προηγηθέν ψυχοπιεστικό γεγονός». Και τούτο διότι η άνω γνωμοδότηση είναι γενικόλογη, ενδοιαστική και υποθετική και έρχεται και σε αντίθεση α) με τα αναφερόμενα στην ίδια τη γνωμοδότηση ότι ο θανών είχε προδιάθεση σε καρδιακή νόσο και ότι το κάπνισμα και η δυσλιπιδαιμία από την οποία έπασχε αυτός «είναι γνωστοί παράγοντες κινδύνου», κάτι που αναγνωρίζεται γενικώς στην ιατρική επιστήμη, η οποία την χαρακτηρίζει ύπουλο και αθόρυβο αντίπαλο του ανθρώπου (βλ. ιατρικό περιοδικό Med Nutrition σε ps:// www.mednutrition στην ιστοσελίδα gr/portal/ygeia/kardiaggeiaka/3059-dyslipidaimia-enas-ypoulos-kai-athoryvos – antipalos), β) με τα αναφερόμενα στην εμπεριστατωμένη άνω από 31-1-2018 κινεζική ιατροδικαστική έκθεση  περί «εκτεταμένης αθηροσκλήρωσης με ασβεστοποίηση στα τοιχώματα στεφανιαίων αρτηριών, με στένωση του αυλού στον αριστερό εμπρόσθιο κατιόντα κλάδο μέχρι τον αριστερό κλάδο» και με το συμπέρασμά της ότι ο θανών «έπασχε από στεφανιαία αθηροσκληρωτική καρδιακή νόσο με θρόμβωση αριστερού πρόσθιου κατιόντος κλάδου, που είχε ως αποτέλεσμα ξαφνικό καρδιακό θάνατο», γ) με τις καταθέσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης – συναδέλφων του θανόντος ………. ότι αυτός ουδέποτε τους παραπονέθηκε για πρόβλημα υγείας του ή για κόπωσή του λόγω πίεσης της εναγόμενης να τελειώσουν οι επισκευές και δ) με το κρίσιμο γεγονός ότι κατά τις πρωινές ώρες της 1-12-2017 που απεβίωσε, αυτός βρισκόταν εκτός του πλοίου και συγκεκριμένα στον τρίτο όροφο του ξενοδοχείου – μπαρ «………», όπου είχε διανυκτερεύσει μετά την έξοδό του από το πλοίο το προηγούμενο βράδυ, με συνέπεια, σε κάθε περίπτωση, να μην υπάρχει, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πρόσφορη αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των επικαλούμενων στρεσογόνων συνθηκών εργασίας του και του επελθόντος θανάτου του από έμφραγμα του μυοκαρδίου / καρδιακή ανακοπή. Σημειώνεται εδώ ότι το έμφραγμα του μυοκαρδίου, η απόφραξη δηλαδή σημαντικού καρδιακού αγγείου, που σε πολλές περιπτώσεις επιφέρει το θάνατο, και μάλιστα αιφνιδίως, χωρίς να προηγηθούν ενοχλήσεις, σε άτομα που εξωτερικά φαίνονται απολύτως υγιή, προϋποθέτει την ύπαρξη στεφανιαίας νόσου, οφειλομένης σε αρτηριοσκλήρυνση των στεφανιαίων αρτηριών της καρδιάς και ρήξη της αθηρωματικής πλάκας των στεφανιαίων αρτηριών, η οποία μπορεί να πυροδοτηθεί εξ αφορμής διαφόρων εξωγενών παραγόντων, όπως η έντονη σωματική άσκηση, η υπερβολική κατανάλωση τροφής, η έλλειψη ύπνου, αλλά και από έντονο ψυχολογικό «στρες», οι οποίοι είναι δυνατόν να προκαλέσουν παθοφυσιολογικές μεταβολές στον οργανισμό. Οι εξωγενείς, όμως αυτοί παράγοντες, καθ’ αυτοί, δεν δύνανται, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και τα διδάγματα της κοινής πείρας να προκαλέσουν έμφραγμα του μυοκαρδίου, χωρίς ύπαρξη στεφανιαίας νόσου, και ως εκ τούτου πρόσφορη αιτία του θανάτου από έμφραγμα του μυοκαρδίου, είναι η νόσος και όχι οι εξωγενείς παράγοντες οι οποίοι συμπτωματικά μπορεί να συντελέσουν στην εκδήλωση της ήδη υπάρχουσας νόσου, η πρόκληση και εξέλιξη της οποίας οφείλεται σε άλλους παράγοντες παθολογικούς ή μη του ίδιου του ασθενούς, όπως το κάπνισμα, η αρτηριακή υπέρταση, η παχυσαρκία, η αύξηση χοληστερόλης, κ.λ.π. και όχι σε παράγοντες εξωτερικούς και άσχετους με τον ασθενή, προερχόμενους από τη συμπεριφορά τρίτων (Α.Π. 1237/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Υπό τα ανωτέρω δεδομένα ο θάνατος του συζύγου της ενάγουσας κρίνεται φυσικός από παθολογικά αίτια, οφειλόμενος στην ιδιοσυστασία του οργανισμού του και συγκεκριμένα στην προϋπάρχουσα άνω πάθηση του (στεφανιαία αθηροσκληρωτική καρδιοπάθεια), η οποία εκδηλώθηκε, κάτω από κανονικές συνθήκες εργασίας, σύμφυτες και προσιδιάζουσες στη φύση των καθηκόντων του και όχι σε βίαιο και απρόβλεπτο γεγονός, ξένο προς τον οργανισμό του και επομένως δεν ήταν απότοκος εργατικού ατυχήματος με την έννοια που προαναφέρθηκε. Ακόμη, κρίνεται ότι καμία αμέλεια ως προς την επέλευσή του δεν βαρύνει την εναγόμενη εργοδότρια και τους προστηθέντες της επικεφαλής του θανόντος, η συμπεριφορά των οποίων δεν ήταν ούτε παράνομη ούτε υπαίτια, ούτε, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή να προκαλέσει αιτιωδώς το θάνατο του. Συνεπώς, η ενάγουσα δεν δικαιούται ειδική αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης για την ίδια και την ανήλικη θυγατέρα της εκ της αιτίας αυτής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που κατέληξε στην ίδια κρίση, έστω με πιο συνοπτική αιτιολογία, που αντικαθίσταται παραδεκτά με αυτήν της παρούσας (άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ.) και απέρριψε την αγωγή ως προς αμφότερα τα άνω αιτήματά της ως αβάσιμη κατ’ ουσία, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία, εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων. Συνεπώς, είναι αβάσιμα και απορριπτέα τα αντίθετα υποστηριζόμενα από την ενάγουσα με τους τρεις πρώτους λόγους της έφεσής της, με τους οποίους ειδικότερα αυτή ισχυρίζεται ότι η εκκαλούμενη απόφαση εσφαλμένα εκτίμησε α) τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης ……….. και ……., ως προς την εκφερόμενη με αυτές άποψη ότι ο άνω θάνατος του συζύγου της οφείλεται στις δυσμενείς συνθήκες εργασίας του (πρώτος λόγος), β) τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης ………. και ……., καθώς και την από 21-1-2020 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του ιατροδικαστή & ιατρού δημόσιας υγείας …….., ως προς την εκφερόμενη με αυτές άποψη  ότι ο άνω θάνατος του συζύγου της οφείλεται στις δυσμενείς συνθήκες εργασίας του (δεύτερος λόγος) και γ) τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης ……………, καθώς και την άνω από 21-1-2020 ιδιωτική ιατροδικαστική γνωμοδότηση, ως προς την εκφερόμενη με αυτές άποψη ότι ο σύζυγός της δεν έπασχε από στεφανιαία νόσο και ότι ο άνω θάνατός του οφείλεται στις δυσμενείς συνθήκες εργασίας του (τρίτος λόγος).

VI. Κατά το άρθρο 193 Κ.Πολ.Δ, εφόσον ο διάδικος προσβάλλει με ένδικο μέσο την απόφαση ως προς την ουσία της υπόθεσης, μπορεί να την προσβάλλει και ως προς τη διάταξή της σχετικά με τα δικαστικά έξοδα, παραπονούμενος είτε για τον σε βάρος του καταλογισμό τους, είτε για το ότι καταλογίστηκαν υπέρ αυτού, αλλά σε ποσό μικρότερο από εκείνο που κατά την άποψή του έπρεπε να υπολογιστούν (Εφ.Πειρ. 76/2021, Εφ.Πειρ. 672/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Σκοπός της διάταξης είναι να περιορίσει τη δυνατότητα αυτοτελούς άσκησης ένδικων μέσων μόνο για το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, χωρίς ταυτόχρονη προσβολή της απόφασης και ως προς το κεφάλαιο της ουσίας της υπόθεσης, ρύθμιση που ισχύει για όλα τα ένδικα μέσα (Α.Π. 510/2021, Α.Π. 207/2020, Α.Π. 1276/2017, Α.Π. 1637/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Επίσης, από τα άρθρα 176, 189, 190 παρ. 3 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. συνάγεται ότι, σε περίπτωση που ηττάται ο διάδικος, όπως όταν απορρίπτεται η αγωγή του, καταδικάζεται στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του αντιδίκου του, μετά την υποβολή από τον τελευταίο σχετικού αιτήματος, ακόμη και όταν δεν έχει υποβληθεί κατάλογος εξόδων. Η καταψήφιση στη δικαστική δαπάνη του διαδίκου που ηττήθηκε δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας και είναι συνέπεια της αρχής της ήττας (Α.Π. 461/2021, Α.Π. 171/2020, Α.Π. 248/2019, Α.Π. 97/2018, Α.Π. 476/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 179 Κ.Πολ.Δ, ως ίσχυε πριν συμπληρωθεί με δεύτερο εδάφιο με τo άρθρο 8 Ν. 4842/2021 (Φ.Ε.Κ. Α’, 190), που ισχύει από 1-1-2022 (άρθρο 120 του ιδίου νόμου), το δικαστήριο μπορεί να συμψηφίσει όλα τα έξοδα ή ένα μέρος τους, μόνο όταν πρόκειται για διαφορές ανάμεσα σε συζύγους ή σε συγγενείς εξ αίματος έως και τον δεύτερο βαθμό ή όταν η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής. Ιδιαίτερη δυσχέρεια στην εφαρμογή του κανόνα δικαίου συντρέχει σε περίπτωση διακύμανσης της νομολογίας ή πλοκής των νομικών θεμάτων που συνάπτονται με την υπόθεση (Α.Π. 1335/2019, Α.Π. 82/2019, Α.Π. 1034/2012, Εφ.Πειρ. 76/2020, Εφ.Πειρ. 678/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Στις άνω περιπτώσεις ο συμψηφισμός ή μη των δικαστικών εξόδων ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή της ουσίας και η σχετική κρίση του δεν είναι δεκτική αναιρετικού ελέγχου (Μιχ. Μαργαρίτη – Άντα Μαργαρίτη, Κ.Πολ.Δ, 2018, υπ’ άρθρο 179, αριθ. 2, σ. 309, Α.Π. 455/2020, Α.Π. 773/2009, Α.Π. 1533/2008, Α.Π. 433/2007, ΑΠ 171/2007, Εφ.Πειρ. 76/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 520 παρ. 1 K.Πολ.Δ, το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει, εκτός των απαιτούμενων, κατά τα άρθρα 119 έως 120 του ιδίου Κώδικα στοιχείων, και τους λόγους έφεσης, δηλαδή  τις αποδιδόμενες στην εκκαλούμενη απόφαση πλημμέλειες και ελλείψεις, που συνίστανται ως επί το πλείστον σε παραδρομές του πρωτοδίκως δικάσαντος Δικαστηρίου και ανάγονται είτε στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου είτε στην εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (Α.Π. 1962/2006, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Οι λόγοι της έφεσης πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, ώστε να μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία του Εφετείου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 522 K.Πολ.Δ, που ορίζει ότι η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση (και τους τυχόν πρόσθετους λόγους αυτής) και να είναι σε θέση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο να κρίνει για τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά τους, αλλά και να μπορεί ο εφεσίβλητος να αμυνθεί, αποκρούοντας και ανασκευάζοντας αυτούς. Οι αόριστοι λόγοι έφεσης εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου (Α.Π. 202/2019, Α.Π. 574/2018, Α.Π. 1130/2015, Α.Π. 1709/2013, Α.Π. 864/2010, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, όταν αποδίδεται στην εκκαλούμενη απόφαση εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων περί δικαστικής δαπάνης, πρέπει να αναφέρεται στο δικόγραφο της έφεσης ο κανόνας δικαίου που παραβιάστηκε και γιατί η δικαστική δαπάνη έπρεπε να επιβληθεί στον αντίδικο ή να συμψηφισθεί, ώστε να είναι δυνατό να ελεγχθεί η παραβίαση ή μη των σχετικών διατάξεων και να αποκλειστεί η περίπτωση του λογιστικού σφάλματος (Μιχ. Μαγαρίτη / Άντα Μαργαρίτη, Ερμ. Κ.Πολ.Δ, έκδ. 2018, υπ’ άρθρο 520, παρ. ΙΙΙ.30.ζ, σ. 813, Β. Βαθρακοκοίλη, Η έφεση, έκδ. 2015, αριθ. 1666, σ. 305, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδ. 2003, παρ. παρ. 541 α’ και ιστ’, σ. 219, 220, Εφ.Πειρ. 6/2021, Εφ.Πειρ. 57/2021, Εφ.Πειρ. 124/2020, Εφ.Πειρ. 24/2016, Εφ.Αθ. 3808/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο της έφεσής της η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου επιβλήθηκε σε βάρος της  από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δικαστική δαπάνη ποσού 15.100,00 ευρώ, η οποία είναι και υπέρογκη, αφενός διότι δεν ανταποκρίνεται έστω κατ’ ελάχιστο στην πραγματική δικαστική δαπάνη στην οποία υποβλήθηκε η ενάγουσα στην πρωτόδικη δίκη και αφετέρου διότι φέρνει την ίδια και τη μονογονεϊκή πλέον οικογένειά της σε εξαιρετικά δυσμενή οικονομική θέση και απειλεί την αξιοπρεπή της διαβίωση. Ο λόγος αυτός της έφεσης, που είναι παραδεκτός, αφού προσβάλλεται συγχρόνως και η ουσία της υπόθεσης, κατά τα προαναφερόμενα, είναι απορριπτέος ως αόριστος, διότι δεν αναφέρεται στο δικόγραφο της έφεσης, ως έπρεπε, κατά την προαναφερθείσα νομική σκέψη, ποιος νομικός κανόνας εφαρμόστηκε εσφαλμένα από την εκκαλουμένη, συνεπεία της οποίας (εσφαλμένης εφαρμογής) επιδικάστηκε δικαστική δαπάνη σε βάρος της ενάγουσας, αλλά και ποιο θα ήταν το ορθό ποσό και ποιος ο ορθός υπολογισμός για την επιβολή της δικαστικής δαπάνης, ώστε να είναι δυνατό να ελεγχθεί η παραβίαση ή μη των σχετικών διατάξεων και να αποκλειστεί η περίπτωση του λογιστικού σφάλματος. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν συντρέχει εν προκειμένω λόγος συμψηφισμού των δικαστικών εξόδων κατ’ άρθρο 179 Κ.Πολ.Δ, δεδομένου ότι οι κανόνες δικαίου που εφαρμόσθηκαν για την απόρριψη της αγωγής δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη δυσχέρεια και η νομολογιακή εφαρμογή τους δεν εμφανίζει ταλάντευση ή αντιφατικότητα, ενώ το αντικείμενο της αγωγής, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 παρ.1 Ιβ, και 68 παρ.1 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ν. 4194/2013) και τα άρθρα του Παραρτήματος Ι του ιδίου Κώδικα που αφορούν στην αμοιβή του δικηγόρου για την παράστασή του σε πολιτικές υποθέσεις ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, δικαιολογούν τον προσδιορισμό των δικαστικών εξόδων της εναγόμενης που νίκησε, λόγω της απόρριψης της αγωγής στο σύνολό της, στο άνω ποσό που επιδίκασε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.

VII. Κατόπιν όλων αυτών και δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει η κρινόμενη από 17-10-2020 και με ΓΑΚ …. και Ε.Α.Κ. …../21-10-2020 έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός της, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ηττηθείσας εκκαλούσας (άρθρα 106, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, 69 παρ. 1 Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την εκκαλούσα υπ’ αριθ. .. . … e-παράβολου άσκησης έφεσης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ποσού εκατό (100,00) ευρώ (άρθρο 495 αριθ. 3 Κ.Πολ.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την έφεση κατά της με αριθ. 2987/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τμήμα ναυτικών διαφορών – ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών).

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ. Και

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από την εκκαλούσα παράβολου άσκησης έφεσης, ποσού εκατό (100,00) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 10 Ιουνίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ