Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 63/2022

Αριθμός    63 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα  2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:     Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης ………… παραστάθηκε δε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου Παντελή Μήτση.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  1) ………., 2) α) ……… β) …….. οι οποίοι δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 10.10.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./20217) αγωγή και ανακοίνωση δίκης με προσεπίκληση σε παρέμβαση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  4706/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ενάγουσα-ανακοινώνουσα δίκη με προσεπίκληση σε παρέμβαση και ήδη εκκαλούσα με την από 15.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2020) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ……./2020) που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την υπ΄αριθμόν ……./12-8-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ……… που προσκομίζει και επικαλείται η εκκαλούσα εταιρία  προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης εφέσεως  με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον εφεσίβλητο, ο οποίος ούτε -εμφανίστηκε , ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου. Επομένως, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ 4  ΚπολΔ). Επιπρόσθετα, από τις υπ΄αριθμούς …. και ….. /12-8-2021 εκθέσεις επίδοσης του αυτού ως άνω δικαστικού επιμελητή προκύπτει ότι  ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης εφέσεως  με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους καθ΄ων  η ανακοίνωση δίκης,  οι  οποίοι  ούτε  εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν  από πληρεξούσιο δικηγόρο όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου. Το Δικαστήριο, ωστόσο, δεν θα περιλάβει διάταξη επ΄αυτής (ανακοίνωσης) καθόσον   η ανακοίνωση δίκης δεν αποτελεί μορφή παροχής ενδίκου προστασίας και δεν δημιουργεί υποχρέωση του Δικαστηρίου ν΄αποφανθεί επ΄αυτής εφόσον ο τρίτος προς τον οποίο ανακοινώθηκε η δίκη δεν παρενέβη στη δίκη.

Η κρινόμενη  με ειδικό  αριθμό καταθ. στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ……./2020 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 4706/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά που εκδόθηκε  κατά την τακτική  διαδικασία,  αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  23-10-2018   και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά  στις 28-9-2020,  δίχως εν τω μεταξύ  να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης  (άρθρα 495,511,513,516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι καταβλήθηκε και το προβλεπόμενο παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. υπ΄αριθμόν e- παραβολο …………/2020).

Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση η ενάγουσα τεχνική εταιρία  ιστορούσε ότι  δυνάμει συμβάσεως έργου που συνήψε με την εταιρία «………» με ομορρύθμους εταίρους τους α) …….. ………, β)……… και γ) ………… (εναγόμενος)  ανέλαβε την ανακαίνιση,  τακτοποίηση από πολεοδομική άποψη,  διακόσμηση και  πλήρη εξοπλισμό του αναφερόμενου σ΄αυτή ισογείου  καταστήματος  εντός και εκτός αυτού, το οποίο είχε μισθώσει η τελευταία, καθώς και όλων των χώρων που ήταν διαθέσιμοι προς εκμετάλλευση ώστε να καταστεί το μίσθιο  κατάλληλο για  εκμετάλλευση   ως «ΚΑΦΕ – ΜΠΑΡ»  αντί αμοιβής ύψους  115.561,53 ευρώ πλέον ΦΠΑ 22.621,82 ευρώ ανερχομένης  συνολικά σε  138.183,15 ευρώ. Το έργο αυτό εκτέλεσε η ενάγουσα από τον Δεκέμβριο 2009 μέχρι και Οκτώβριο 2010 οπότε και το παρέδωσε στην εργοδότρια εταιρία.  Εν τω μεταξύ στις 28-7-2010  αποχώρησε από την εταιρία ο τρίτος των εταίρων  (εναγόμενος)  μεταβιβάζοντας το μερίδιό του στους λοιπούς,  οι οποίοι αναγνωρίζοντας την οφειλή τους  κατέβαλαν στην ενάγουσα μέρος του οφειλόμενου ποσού αφήνοντας υπόλοιπο  54.185 ευρώ για το οποίο και αποδέχτηκαν δεκατρείς (13) συναλλαγματικές 1500 ευρώ εκάστη, δεκαεξ (16) συναλλαγματικές 2000 ευρώ εκάστη και μία συναλλαγματική 2.685 ευρώ  τις οποίες ουδέποτε εξόφλησαν  και για το λόγο αυτό η ενάγουσα αιτήθηκε την έκδοση της υπ΄αριθμόν …../2011 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά  βάσει της οποίας επίσπευσε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των τελευταίων η οποία δεν είχε αποτέλεσμα πλην μικρών καταβολών. Στις  7-10-2015 οι ανωτέρω εταίροι προέβησαν σε   λύση της εταιρίας, η οποία καταχωρήθηκε στο ΓΕΜΗ του επαγγελματικού επιμελητηρίου Πειραιά στις 16-10-2015  και την ίδια ημέρα (16-10-2015) ο εναγόμενος προέβη σε έναρξη δραστηριότητας στη Α΄ΔΟΥ Πειραιά   συνεχίζοντας  την αυτή εμπορική δραστηριότητα στο όνομά του ως ατομική επιχείρηση καθώς από έτους και συγκεκριμένα την 2-10-2014 είχε αγοράσει τον κινητό εξοπλισμό του καταστήματος. Συνεπεία  της εξέλιξης αυτής  κατέστη  ατελέσφορη η αναγκαστική εκτέλεση  που  επιχείρησε η ενάγουσα  στον εξοπλισμό της επιχείρησης με το από 25-4-2017 κατασχετήριο των επι μέρους κινητών πραγμάτων  για την ικανοποίηση της απαίτησης της  η οποία είχε ανέλθει στο ποσό των 71.569,36 ευρώ  καθώς ο εναγόμενος  προέβαλε με δήλωση τρίτου ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά  ίδιον δικαίωμα κυριότητας στα πράγματα αυτά.  Ζήτησε δε, λόγω του ότι  δια του ανωτέρω τρόπου μεταβιβάστηκε κατ΄ουσίαν  η εν λόγω επιχείρηση στον εναγόμενο, ο οποίος τελούσε σε γνώση της οφειλής της επιχείρησης προς την ενάγουσα, ν΄αναγνωρισθεί, ότι  ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα όπως παραδεκτά περιορίστηκε από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό το αίτημα της αγωγής,   το ποσό των 71.569,36 ευρώ  με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως  του από 25-4-2017 κατασχετηρίου κινητής περιουσίας εις χείρας τρίτου, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη. Με το αυτό δικόγραφο η ενάγουσα εταιρία  ανακοίνωσε κατ΄άρθρο 91 ΚΠολΔ την δίκη στους  εταίρους που προέβησαν σε λύση της εταιρίας α) ……….., β)………..  οι οποίοι ούτε εμφανίστηκαν ούτε παραστάθηκαν κατά την συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Επί της ανωτέρω  αγωγής και της ανακοίνωσης δίκης  εκδόθηκε η με αριθμό 4706/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως αόριστη  με την αιτιολογία ότι δεν αναφερόταν σ΄αυτήν επαρκώς η απαίτηση της ενάγουσας και η γενεσιουργός αιτία αυτής και συγκεκριμένα δεν αναφερόταν σ΄αυτήν ότι η αξίωση της ενάγουσας προέρχεται από σύμβαση έργου, ο χρόνος παράδοσης του έργου, η εκτέλεση και παράδοση του έργου στην εργοδότρια εταιρία καθώς και η συμφωνηθείσα αμοιβή, ούτε με ποιον τρόπο προσδιορίστηκε η αμοιβή της ενάγουσας, ούτε αν προσδιορίστηκε κατά μονάδα κάθε εργασίας ή κατ΄αποκοπή. Ωστόσο,  με το ανωτέρω  περιεχόμενο η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη ως προς το ποσό των 54.185 ευρώ καθόσον στην αγωγή εκτίθεται ότι δυνάμει συμβάσεως έργου  που συνήψε η εταιρία δια του συνόλου των ομορρύθμων εταίρων αυτής ανέθεσε  στην ενάγουσα τις αναφερόμενες στην αγωγή εργασίες και τον εξοπλισμό του καταστήματός της  τις οποίες εκτέλεσε η τελευταία κατά το χρονικό διάστημα από Δεκέμβριο 2009 μέχρι και Οκτώβριο 2010 τοποθετώντας  σ΄αυτό και  τα αναφερόμενα στην αγωγή κινητά πράγματα  αντί του ποσού των συνολικού ποσού των 115.561,53 ευρώ πλέον ΦΠΑ 22621,82 ευρώ, ήτοι συνολικά 138.183,15 ευρώ. Ακολούθως εκτίθεται  ότι κατεβλήθη στην ενάγουσα  σημαντικό  μέρος του ποσού και απέμεινε απλήρωτο το ποσό των 54.185 ευρώ  το οποίο αναγνώρισαν οι εναπομείναντες εταίροι α) …… και β) ………. αποδεχόμενοι τις αναφερόμενες στην αγωγή συναλλαγματικές εκδόσεως της ενάγουσας  συνολικής αξίας 54.185 ευρώ, οι οποίες ουδέποτε πληρώθηκαν και για το λόγο αυτό η ενάγουσα αιτήθηκε την έκδοση διαταγή πληρωμής η οποία εξεδόθη διατάσσοντας τους ανωτέρω εταίρους να καταβάλουν το ανωτέρω ποσό πλέον τόκων και εξόδων.  Ως προς το ποσό όμως για το πέραν των 54.185 ευρώ  και συγκεκριμένα για το ποσό των (71.569,36 – 54.185 =) 17.384,36 ευρώ η αγωγή είναι αόριστη αφού δεν εκτίθεται σ΄αυτήν  η γενεσιουργός αιτία αυτού καθώς  η αναφερόμενη στο δικόγραφο  ως αιτία αυτού  «επικαιροποίηση  της επιταγής πληρωμής»  είναι αόριστη διότι  δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο τον έλεγχο του βασίμου κατά το νόμο του ποσού αυτού, ούτε στον εναγόμενο την άμυνα κατ΄αυτού. Επομένως, απορρίπτοντας την αγωγή ως αόριστη το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  υπέπεσε σε σφάλμα  δεκτού γενομένου του σχετικού λόγου έφεσης ως βασίμου. Συνεπώς, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η αγωγή από το Δικαστήριο αυτό και κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη  να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ΄ουσίαν  καθώς είναι νόμιμη ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 479 ΑΚ, 70,191,183,176 ΚΠολΔ.

Με  τη διάταξη του άρθρου 479 του ΑΚ, στην οποία ορίζεται ότι “αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή επιχείρηση αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή έως την αξία των μεταβιβαζομένων στοιχείων για χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή στην επιχείρηση. Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει …”, καθιερώνεται αναγκαστική εκ του νόμου σωρευτική αναδοχή των χρεών με την έννοια του άρθρου 477 του ΑΚ και δημιουργείται έτσι παθητική εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος, από αυτούς δε τους δύο ο μεν πρώτος ευθύνεται απεριόριστα, ο δε δεύτερος περιορισμένα και συγκεκριμένα μέχρι την αξία των μεταβιβαζομένων κατά τον χρόνο της μεταβίβασης. Για τη δημιουργία, όμως, της σωρευτικής αυτής αναδοχής, απαιτείται να περιλαμβάνει η μεταβίβαση ένα προς ένα όλα τα στοιχεία, που συνιστούν το ενεργητικό της περιουσίας, έστω και αν εξαιρέθηκαν από αυτή αντικείμενα ασήμαντης αξίας. Επί μεταβιβάσεως μεμονωμένων αντικειμένων, πρέπει αυτά να αποτελούν όλο το ενεργητικό της περιουσίας ή το σημαντικότερο ποσοστό αυτής. Επιπλέον, πρέπει να τελούσε εν γνώσει ο αποκτών, ότι του μεταβιβάστηκε η όλη περιουσία ως σύνολο ή το σημαντικότερο ποσοστό της. Η γνώση αυτή θεωρείται ότι υπάρχει και όταν, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες έγινε η μεταβίβαση, γνώριζε ο αποκτών την εν γένει περιουσιακή κατάσταση του μεταβιβάζοντος και μπορούσε να αντιληφθεί ότι η περιουσία που του μεταβιβάστηκε αποτελούσε το σύνολο αυτής ή το σημαντικότερο ποσοστό της (ΑΠ 409/2020, 451/2012, ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, επιχείρηση (ως αντικείμενο δικαίου), αποτελεί σύνολο ποικίλων ανομοιογενών στοιχείων, πραγμάτων, δικαιωμάτων, άυλων αγαθών (εμπορική επωνυμία, σήμα, διακριτικά γνωρίσματα), πραγματικών καταστάσεων και σχέσεων προς την αγορά, στην οποία δραστηριοποιείται (πελατεία, φήμη, θέση καταστήματος, αναπτυξιακές προοπτικές και ελπίδες), το οποίο (σύνολο) τελεί υπό οικονομική οργάνωση και ενότητα που ανήκει σε ορισμένο φορέα. `Ετσι η επιχείρηση συνιστά αναμφίβολα μία οικονομική ενότητα, που οργανώνεται στη βάση μιάς συγκεκριμένης επιχειρηματικής ιδέας και δραστηριότητας, οι οποίες αποτελούν προϊόν της διανοίας του επιχειρηματία. Με την έννοια αυτή η επιχείρηση συνιστά αυτή καθαυτή άυλο αγαθό, που περιλαμβάνει το σύνολο των κατ` ιδίαν εμπραγμάτων, ενοχικών ή άλλων επί άυλων αγαθών δικαιωμάτων, με τα οποία ο επιχειρηματίας εξουσιάζει καθένας από τα περιουσιακά στοιχεία από τα οποία απαρτίζεται η επιχείρηση, όπως ακίνητα, κινητά, επωνυμία σήμα, διακριτικά γνωρίσματα (Ολ. ΑΠ 7/2009 Νόμος). Οι πιο πάνω ρυθμίσεις ισχύουν και όταν ολόκληρη η περιουσία ή επιχείρηση του οφειλέτη μεταβιβάζεται σε άλλον όχι με μία αλλά με περισσότερες μεταβιβαστικές πράξεις και μάλιστα είτε συγχρόνως είτε διαδοχικά με την προϋπόθεση όμως, στην τελευταία περίπτωση, οι πράξεις να αποτελούν μεταξύ τους ενότητα ή, με άλλη διατύπωση, να βρίσκονται σε στενή χρονική και οικονομική σχέση, όπως και όταν δεν μεταβιβάζεται στον αποκτώντα η επιχείρηση ως προς όλα τα επί μέρους στοιχεία της, αλλά ως προς ορισμένα, τα οποία όμως συνθέτουν τον πυρήνα που είναι αναγκαίος ώστε να είναι δυνατή η εξακολούθηση της λειτουργίας της ( ΑΠ409/2020  ΑΠ 1039/2010).

Ως χρέη της περιουσίας που μεταβιβάστηκε, νοούνται οποιασδήποτε φύσεως, είτε εκ συμβάσεως είτε εξ αδικοπραξίας (εκτός των προσωποπαγών), αρκεί ο γενεσιουργός αυτών νομικός λόγος να υπήρχε κατά τον χρόνο της μεταβίβασης, με την έννοια δε αυτή περιλαμβάνονται και εκείνα που, κατά τον χρόνο της μεταβιβαστικής σύμβασης, τελούν υπό προθεσμία ή αίρεση, καθώς και εκείνα που προέρχονται από μεταβολή ή επέκταση της ενοχής, η οποία υπήρχε κατά τον χρόνο της μεταβίβασης. Για την ευθύνη του αποκτώντος δεν απαιτείται να γνώριζε αυτός την ύπαρξη των χρεών, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης, ούτε επίσης απαιτείται αυτά να είχαν αναγνωρισθεί δικαστικώς σε δίκη μεταξύ του μεταβιβάζοντος οφειλέτη και του δανειστή μέχρι του χρόνου της μεταβίβασης. Η αγωγή του δανειστή, με έρεισμα την ύπαρξη συμβάσεως περί μεταβιβάσεως περιουσίας ή ποσοστού αυτής, πρέπει να διαλαμβάνει α) την ύπαρξη τέτοιας συμβάσεως, β) τις κατά του μεταβιβάσαντος απαιτήσεις του, που είχαν γεννηθεί πριν από τη σύμβαση και γ) σε περίπτωση μεταβιβάσεως μεμονωμένων περιουσιακών στοιχείων που εξαντλούν την περιουσία ή αποτελούν το πλέον σημαντικό τμήμα αυτής, το γεγονός ότι εκείνος που απέκτησε γνώριζε αυτό ή ήταν σε θέση να το γνωρίζει, κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών (ΑΠ 409/2020,ΑΠ 451/2012, Νόμος).

Από  τις υπ΄αριθμούς ………./2-2-2018  ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών  που δόθηκαν επιμελεία της ενάγουσας  κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του αντιδίκου της  (βλ. υπ΄αριθμόν …./30-10-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ………….) και όλα τα έγγραφα που προσκομίζει  και επικαλείται η εκκαλούσα, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το με ημερομηνία 16-6-2009 ιδιωτικό συμφωνητικό  ο …………., η ……… και ο ……. συνέστησαν ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «………» και τον διακριτικό τίτλο  «………..» με  σκοπό  την μεταπώληση γλυκισμάτων, παγωτών, εδεσμάτων προϊόντων σνάκ, την παραγωγή και προσφορά ειδών με πρώτη ύλη την σφολιάτα, την παραγωγή και προσφορά υποκαταστάτων καφέ, την παραγωγή συμπυκνωμάτων και εκχυλισμάτων καφέ και πάσης φύσεως ροφημάτων, αναψυκτικών, χυμών, εισαγωγή και εξαγωγή ζαχαρωδών προϊόντων και ειδών ζαχαροπλαστικής και την εισαγωγή πρώτων υλών ζαχαροπλαστικής, την προσφορά και Παρασκευή ελαφρών ποτών, την πώληση εκτός καταστήματος όλων των ειδών του καταστήματος και την πώληση αντικειμένων που σχετίζονται με τον σκοπό της εταιρίας. Το κεφάλαιο της εταιρίας ορίστηκε στο ποσό των 15.000 ευρώ εκ του οποίου ο ……….. κατέβαλε 3900 ευρώ συμμετέχοντας στα κέρδη και τις ζημίες  κατά ποσοστό 26%, η ……. κατέβαλε το ποσό των 3900 ευρώ συμμετέχοντας στα κέρδη και τις ζημίες κατά ποσοστό 26% και ο ………… κατέβαλε το ποσό των 7200 ευρώ συμμετέχοντας στα κέρδη και τις ζημίες κατά ποσοστό 48%.Έδρα της εταιρίας αυτής ορίστηκε  ο  Δήμος  Πειραιά και προς τούτο μισθώθηκαν   από τον …….. και ………. ως ενιαίος χώρος δύο καταστήματα επιφανείας 23,80 έκαστο με υπόγειες αποθήκες επιφανείας 20,20 έκαστη, επί της οδού ……….. Το συμφωνητικό αυτό καταχωρήθηκε στα βιβλία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 18-6-2009  με αριθμό μητρώου …. και με αριθμό  κατάθεσης …./2009. Τον Δεκέμβριο του έτους 2009  οι ανωτέρω ομόρρυθμοι εταίροι ανέθεσαν στην ενάγουσα την ανακαίνιση, τακτοποίηση από πολεοδομική άποψη, διακόσμηση και τον πλήρη εξοπλισμό του ανωτέρω μισθίου εντός και εκτός αυτού καθώς και όλων των χώρων που ήταν διαθέσιμοι προς εκμετάλλευση   προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κατάστημα ΚΑΦΕ-ΜΠΑΡ.  Σε  εκτέλεση της σύμβασης αυτής εξεδόθη, επιμελεία της ενάγουσας, η με αριθμό πρωτοκόλλου …./12-11-2009 έγκριση εργασιών μικρής κλίμακας  του Πολεοδομικού Γραφείου του Δήμου Πειραιά και στη συνέχεια η ενάγουσα προέβη κατά το χρονικό διάστημα   από τον Δεκέμβριο 2009 μέχρι τον Ιούλιο 2010, μεταξύ άλλων και  σε οικοδομικές, ηλεκτρολογικές, ξυλουργικές εργασίες, σε εγκατάσταση κλιματισμού, συναγερμού, ηχοσυστημάτων, σε μεταλλικές και γύψινες κατασκευές, σε κατασκευή πέργκολας στον ακάλυπτο χώρο,  σε επίστρωση του χώρου με πλακίδια, στην κατασκευή επιγραφών, στον εξοπλισμό του παρασκευαστηρίου και  σε τοιχογραφίες.  Το συνολικό κόστος για τις εκτελεσθείσες εργασίες και την αγορά και τοποθέτηση του εξοπλισμού ανήλθε στο ποσό των 125.000 ευρώ. Στα πλαίσια συμβιβασμού  την 26-7-2010   η ενάγουσα και ο τρίτος εκ των ανωτέρω εταίρων, ……….. (εναγόμενος), συναποδέχτηκαν υπογράφοντας ιδιωτικό συμφωνητικό ότι η αμοιβή της ενάγουσας για το σύνολο των εργασιών που εκτέλεσε στο ανωτέρω κατάστημα ανήλθε στο ποσό των 125.000 ευρώ  καθώς και ότι το  ποσό που αντιστοιχούσε στο εταιρικό μερίδιο  του εναγόμενου ανερχόταν σε 60.000 ευρώ εκ του οποίου κατέβαλε  σε μετρητά το ποσό των 25.000 ευρώ ενώ  το υπόλοιπο ποσό των 35.000 ευρώ συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε εννέα μηνιαίες δόσεις οκτώ εκ των οποίων θ΄ανέρχονταν σε 4000 ευρώ  και η τελευταία σε 3000 ευρώ. Προς εξασφάλιση της ενάγουσας ο εναγόμενος αποδέχτηκε εννέα συναλλαγματικές  λήξεως  28-8-2010, 28-9-2010,  28-10-2010, 28-11-2010,  28-12-2010,  28-1-2011, 28-2-2011,  28-3-2011,  28-4-2011  αντίστοιχα, ενώ την καλή εκτέλεση της συμφωνίας αυτής εγγυήθηκε ο ……….. Στο συμφωνητικό αυτό  περιλήφθηκε και όρος κατά τον οποίο  μετά την εξόφληση του ανωτέρω ποσού  η ενάγουσα δεν θα διατηρούσε καμία απολύτως αξίωση  έναντι του εναγόμενου, ούτε ως πρώην εταίρου της «……………»,   για το υπόλοιπο ποσό που αντιστοιχούσε στους λοιπούς εταίρους ακόμη και αν οι τελευταίοι δεν θ΄ανταποκρίνονταν στις υποχρεώσεις που είχαν αναλάβει  έναντι   αυτής.   Την ίδια ημέρα (26-7-2010)  στα  πλαίσια εξασφάλισης του εναπομείναντος υπολοίπου της αμοιβής της ενάγουσας  ο ………. και η …….. κατέβαλαν σε μετρητά  μέρος αυτής  και  αποδέχτηκαν συναλλαγματικές έκδοσης της τελευταίας συνολικής αξίας 54.185 ευρώ και συγκεκριμένα δεκατρείς συναλλαγματικές  ποσού 1500 ευρώ εκάστη, δεκαεξ (16) συναλλαγματικές ποσού 2000 ευρώ εκάστη και μια συναλλαγματική ποσού 2685 ευρώ  λήξεως 18-10-2010, 25-10-2010, 1-11-2010, 8-11-2010, 15-11-2010, 22-11-2010, 29-11-2010, 6-12-2010, 13-12-2010, 20-12-2010, 27-12-2010, 3-1-2011, 10-1-2011, 17-1-2011, 24-1-2011, 31-1-2011, 7-2-2011, 14-2-2011, 21-2-2011, 28-2-2011, 7-3-2011, 14-3-2011, 21-3-2011, 28-3-2011, 4-4-2011, 11-4-2011, 18-4-2011, 25-4-2011, 2-5-2011 και 9-5-2011, αντίστοιχα. Στη συνέχεια, την αυτή ημέρα (26-7-2010),ο  τρίτος εκ των ανωτέρω εταίρων (…….) πώλησε, μεταβίβασε και εκχώρησε στον ……….  την  μερίδα του στην ανωτέρω εταιρία αντι του ποσού των 7200 ευρώ και αποξενώθηκε  από κάθε υποχρέωση της εταιρίας  πλην εκείνης  που  είχε αναλάβει  με το προαναφερόμενο συμφωνητικό έναντι της ενάγουσας όπως ρητά αναφέρθηκε στην με την αυτή ημερομηνία έγγραφη  τροποποίηση –  κωδικοποίηση της ομόρρυθμης  εταιρίας  με την επωνυμία «……………». που  καταχωρήθηκε στα βιβλία του Πρωτοδικείου Πειραιώς στις 28-7-2010 με αριθμό μητρώου ….. και με αριθμό …/2010. Τέσσερα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα, στις 2-10-2014 ο ……….. πώλησε  στον εναγόμενο με το με την αυτή ημερομηνία ιδιωτικό συμφωνητικό  το μεγαλύτερο μέρος  των κινητών της ανωτέρω  επιχείρησης και του εξοπλισμού  αυτής αντί του ποσού των 24.764 ευρώ. Στο συμφωνητικό δε, αυτό ορίστηκε  ημερομηνία παράδοσης του εξοπλισμού  η 12-10-2014. Την 13-10-2014 ο εναγόμενος εξεμίσθωσε το κατάστημα στο οποίο στεγαζόταν η ανωτέρω επιχείρηση από τους εκμισθωτές αυτού α) ……. και β) ………….  για το χρονικό διάστημα από 10-10-2014 μέχρι 9-10-2017 αντί μηνιαίου μισθώματος 1000 ευρώ πλέον του αναλογούντος χαρτοσήμου 3,6% .  Μετά πάροδο έτους συγκεκριμένα στις  7-10-2015  οι εναπομείναντες εταίροι  α)ο ……….. και β) …………προέβησαν με το με την αυτή ημερομηνία ιδιωτικό συμφωνητικό (διαλυτικό ομόρρυθμης εταιρίας) σε λύση της ανωτέρω εταιρίας «……..» η οποία  καταχωρήθηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ) στις 16-10-2015 με ΚΑΚ ……….. Την ίδια  ημέρα που καταχωρήθηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) το ανωτέρω διαλυτικό ομόρρυθμης εταιρίας, δηλαδή στις 16-10-2015) ο εναγόμενος προέβη σε  έναρξη  εργασιών στην Α΄ΔΟΥ Πειραιά  δηλώνοντας ότι συνεχίζει την δραστηριότητα της επιχείρησης και συγκεκριμένα  δηλώνοντας ως κύρια δραστηριότητα της επιχείρησης υπηρεσίες που παρέχονται από «Καφέ Μπαρ» και ως δευτερεύουσα υπηρεσίες που παρέχονται από αναψυκτήριο, ενώ σε υπεύθυνη δήλωση που υπέβαλε ο ……… στο Τμήμα έκδοσης Αδειών Υγειονομικού Ενδιαφέροντος δήλωσε ότι μεταβίβασε την ανωτέρω επιχείρηση του στον ………., ο οποίος συνέχισε την λειτουργία της επιχείρησης στο όνομά του με το αυτό αντικείμενο δραστηριότητας και τον αυτό διακριτικό τίτλο «…………..»  Ο εναγόμενος εξεπλήρωσε τις υποχρεώσεις που ανέλαβε υπογράφοντας τις ανωτέρω συναλλαγματικές, ενώ  ο ……… και η ………. αρνήθηκαν την πληρωμή των συναλλαγματικών που αποδέχτηκαν με συνέπεια να αιτηθεί η ενάγουσα την έκδοση διαταγής πληρωμής βάσει των συναλλαγματικών αυτών  και να πετύχει την έκδοση της υπ΄αριθμόν …../2011 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία υποχρεώθηκαν αμφότεροι να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας στην ενάγουσα το ποσό των 54.185 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επομένης της λήξεως κάθε συναλλαγματικής πλέον του ποσού των 877 ευρώ ως δικαστικά έξοδα. Εκ των ανωτέρω  ενεργειών των εταίρων α) …….. και β) ………  και  του  ………. προκύπτει ότι οι πρώτοι κατ΄ουσίαν μεταβίβασαν στον δεύτερο την επιχείρηση που διατηρούσαν στον Πειραιά επί της οδού ….. αριθμός …, καθόσον η χρονική σειρά των γεγονότων που έλαβαν χώρα  από τον Οκτώβριο 2014 και εντεύθεν (2-10-2014 αγορά εξοπλισμού από εναγόμενο, 12-10-2012 παράδοση εξοπλισμού σε εναγόμενο, 13-10-2014 μίσθωση του καταστήματος από τον εναγόμενο, 16-10-2015 καταχώριση στο ΓΕΜΗ του διαλυτικού της εταιρίας «………….», 16-10-2015 έναρξη εργασιών στην αρμόδια ΔΟΥ από μέρους του εναγόμενου με δήλωση για συνέχιση της αυτής δραστηριότητας, δήλωση περί μεταβίβασης της επιχείρησης στον εναγόμενο από μέρους του ……….. στο Τμήμα έκδοσης  Αδειών) και η συνέχιση της  λειτουργίας  της επιχείρησης στο όνομά εναγόμενου  με το αυτό αντικείμενο δραστηριότητας και τον αυτό διακριτικό τίτλο «………….») οδηγούν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι βούληση  αμφοτέρων των μερών ήταν να μην επηρεαστεί η φήμη και η πελατεία του καταστήματος,  οι αναπτυξιακές προοπτικές  της επιχείρησης και οι σχέσεις αυτής προς την αγορά  και  να μεταβιβαστεί εν συνόλω και  ατύπως στον εναγόμενο, ο οποίος ως πρώην εταίρος  γνώριζε ότι η μεταβίβαση αυτή αφορούσε ολόκληρη την περιουσία της εταιρίας «………….», όπως γνώριζε  και τις οικονομικές υποχρεώσεις των πρώην συνεταίρων του.  Συνεπώς, ο εναγόμενος ευθύνεται για τα χρέη της εταιρίας έναντι της ενάγουσας έως την αξία της επιχείρησης η οποία ανέρχεται στο ποσό των 90.000 ευρώ. Συνακόλουθα, πρέπει ν΄αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 54.185 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως  δεκτής εν μέρει γενομένης της αγωγής ως βάσιμης και κατ΄ουσιαν μη δυναμένου του Δικαστηρίου να ερευνήσει  τις πρωτοδίκως υποβληθείσες από τον εναγόμενο ενστάσεις περί απόσβεσης της ενοχής μεταξύ των οποίων και κείνης της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος  καθόσον σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσιβλήτου η διαδικασία προχωρεί βέβαια σαν να ήταν και αυτός παρών σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 524 παρ 3 ΚΠολΔ, δεν θεωρείται, ωστόσο,  ότι επαναφέρονται νομοτύπως και εμπροθέσμως και οι πρωτοδίκως  υποβληθέντες ισχυρισμοί του, όπως απαιτείται από την διάταξη του άρθρου 240 ΚΠολΔ. Αντίθετη εκδοχή, πέραν του ότι δεν προκύπτει από το γράμμα του νόμου, προσπορίζει στον αμελή διάδικο που αδιαφορεί και δεν μετέχει στη δίκη καλύτερη δικαστική προστασία από κείνον που μετέχει στη δίκη και επανυποβάλλει ατελώς  τους ισχυρισμούς του με κύρωση την απόρριψη αυτών ως απαράδεκτων. Μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας  πρέπει να επιβληθεί  σε βάρος του εφεσίβλητου    λόγω της μερικής  ήττας αυτού και της έκτασης αυτής, κατα τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 176,183, 191 παρ 2 ΚΠολΔ). Τέλος, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τον  εφεσίβλητο  πρέπει να ορισθεί  νόμιμο  παράβολο ερημοδικίας  (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.  Πρέπει, επίσης να διαταχθεί και η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης  στην εκκαλούσα λόγω της παραδοχής της έφεσης (άρθρο 495 ΚΠολΔ)

ΓΙΑ  ΤΟΥΣ  ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  ερήμην του εφεσίβλητου

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα  (250) ευρώ.

Δέχεται  την έφεση.

Εξαφανίζει την υπ΄αριθμόν  4706/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

Κρατεί και δικάζει την με αριθμό κατάθεσης ………../2017 αγωγή που απευθύνεται στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά

ΔΕΧΕΤΑΙ  εν μέρει  την αγωγή

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ  ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των πενήντα τεσσάρων χιλιάδων και εκατο ογδόντα πέντε (54.185) ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ  τον   εφεσίβλητο σε μέρος των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας  και των δυο βαθμών   δικαιοδοσίας,  το  οποίο   ορίζει στο ποσό των  δυο χιλιάδων πεντακόσιων (2500) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στην εκκαλούσα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  9 Φεβρουαρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και  του πληρεξουσίου δικηγόρου της εκκαλούσας.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ