Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 424/2022

 ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός  424/2022

ΤΟ  ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Χαρίκλεια Σαραμαντή, Προεδρεύουσα Εφέτη –Εισηγήτρια, (επειδή κωλύονται οι Πρόεδροι Εφετών και οι αρχαιότεροι αυτής Εφέτες), Μαρία Δανιήλ και Αναστάσιο Αναστασίου, Εφέτες, τους οποίους όρισε η  Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα  Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ  :          

Της ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:. Της ανώνυμης εταιρίας …………., η οποία δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.    

Της ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: 1.της εταιρίας ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της,  Θεόδωρο Σιούφα ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση (άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ).

Η  ενάγουσα-εφεσίβλητη εταιρία άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 23-6-2020 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2020  αγωγή επί της οποίας εκδόθηκε η 1137/2021 απόφαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η εναγομένη με την από 19-7-2021 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2021 έφεση, η οποία προσδιορίστηκε για  συζήτηση στην άνω αναφερόμενη δικάσιμο, κατά την οποία η εκκαλούσα δεν εκπροσωπήθηκε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης-ενάγουσας ανέπτυξε τις απόψεις του με τις προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η διάταξη της παρ. 3 εδ. α του άρθρου 524 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε μετά την τροποποίησή της με το Ν. 4335/2015, όριζε ότι «σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται», ενώ μετά τη θέση σε ισχύ του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α΄ 190/13.10.2021, με έναρξη ισχύος, σύμφωνα με το άρθρο 120 εδ. β΄ αυτού, από 1.1.2022), η ανωτέρω διάταξη συμπληρώθηκε με τη φράση «εφόσον είναι παραδεκτή».  Αυτό διότι σύμφωνα με  την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4842/2021 με τη συμπλήρωση του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 524 διευκρινίζεται με τον πλέον σαφή τρόπο ότι η απόρριψη της έφεσης ως ανυποστήρικτης είναι απόρριψη επί της ουσίας, άρα δογματικώς προϋποθέτει παραδεκτή άσκησή της. Επομένως, εάν η έφεση είναι για οποιονδήποτε λόγο απαράδεκτη, ιδίως εκπρόθεσμη ή λόγω μη καταβολής του παραβόλου του άρθρου 495 ή λόγω έλλειψης άλλων διαδικαστικών προϋποθέσεων, πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως απαράδεκτη και όχι ως ανυποστήρικτη, δηλαδή επί της ουσίας. Τέλος σημειώνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 116 παρ.2β του ίδιου Νόμου (4842/2021), το άρθρο 524 παρ. 1 εδ. α και 3 εδ. α, όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο αυτό εφαρμόζεται και επί εκκρεμών δικών.

ΙΙ. Μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 2915/2001 και του Ν. 4335/2015 η ερημοδικία του εκκαλούντος ως προς την έφεση εξακολουθεί, ως προς τη ρύθμιση του καταργηθέντος και ενσωματωθέντος στη διάταξη του άρθρου 524 ΚΠολΔ άρθρου 531 του ίδιου κώδικα, να επιφέρει τις ίδιες έως τώρα συνέπειες, δηλαδή απολήγει στην απόρριψη της έφεσης ,ως ανυποστήρικτης, αφού προηγουμένως ερευνηθεί κατά τους ορισμούς του άρθρου 271 ΚΠολΔ, εάν χώρισε κλήτευση του απολιπόμενου διαδίκου ή επίσπευση της συζήτησης από τον τελευταίο για την ορισθείσα νομίμως δικάσιμο, αλλιώς η συζήτηση είναι απαράδεκτη (βλ Β. Βαθρακοκοίλη, Ερμ. ΚΠολΔ, Συμπλ. Τόμος 2001, σελ 494 αρ. 4 και 7, Μαργαρίτης σε Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα Συμπληρ. Τόμος 2003). Ειδικότερα από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 524 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 παρ. 3 του Ν. 2915/2001 και ισχύει από 1-1-2002 (άρθρο 15 Ν. 2943/2001) και τροποποιήθηκε με το άρθρο ένατο του Ν. 4335/2015 και ισχύει από 1-1-2016, συνάγεται ότι επί ερημοδικίας του εκκαλούντος στην κατ’ έφεση δίκη η έφεση απορρίπτεται. Το ίδιο ισχύει σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσιβλήτου ως προς την αντέφεση (άρθρα 524 παρ.1,3 ΚΠολΔ). Όλα αυτά όμως  προϋποθέτουν, πέραν των όσων αναφέρονται ανωτέρω υπό στοιχ Ι., ήτοι του παραδεκτού της έφεσης, ότι το Δικαστήριο θα ερευνήσει ποιο από τα διάδικα μέρη είναι εκείνο που επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης. Αν το γεγονός αυτό δεν διευκρινίζεται ή αν δεν υφίσταται επίδοση του αντιγράφου της έφεσης με ορισμό δικασίμου και κλήση προς συζήτηση στον αντίδικο εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση (άρθρο 498 παρ.1 ΚΠολΔ), τότε η συζήτηση της έφεσης κηρύσσεται απαράδεκτη, αφού λείπει η απαιτούμενη προδικασία της κλήσης προς συζήτηση (ΕφΑθ 1535/2001 ΑρχΝ 52.563). Αν αυτή επισπεύδεται από τον απόντα εκκαλούντα και το αποδεικνύει ο παριστάμενος εφεσίβλητος, προσκομίζοντας επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης που του έχει επιδοθεί, με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση (άρθρα 139 παρ.3, 498 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ), απορρίπτεται η έφεση, χωρίς την περαιτέρω έρευνά της, διότι τεκμαίρεται παραίτηση του εκκαλούντος από την έφεσή του. Το ίδιο αποφασίζει το Εφετείο και όταν τη συζήτηση της έφεσης  επισπεύδει ο εφεσίβλητος και εφόσον  αποδεικνύει, προσκομίζοντας έκθεση επίδοσης αντιγράφου της έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου, την  κλήση προς συζήτηση (άρθρα 139 παρ. 1 και 2, 498 ΚΠολΔ` βλ. ΟλΑΠ 16/1990 Δικ. 31.804 , ΕφΑθ 7913/2007 ΝΟΜΟΣ ).

Στην προκειμένη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος, αρμόδιου, Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), η από 19-7-2021 έφεση της εναγομένης κατά της 1137/2021 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς το οποίο δίκασε την από 23-6-2020 αγωγή της ενάγουσας εταιρίας με την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων. Η έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου από την πληρεξούσια δικηγόρο της εναγομένης – εκκαλούσας εταιρίας και έλαβε  ΓΑΚ …/19-7-2021 και ΕΑΚ …/19-7-2021, εντός της προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, ήτοι μέσα σε τριάντα ημέρες από την επίδοση της εκκαλουμένης στις 18-6-2021, σύμφωνα με την …/18-6-2021 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ……….., την οποία επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα-εφεσίβλητη, σε συνδ με άρθρο 144 παρ. 1 ΚΠολΔ. Έχει δε κατατεθεί το προβλεπόμενο στο άρθρο 495 παρ.3 Αγ ΚΠολΔ για την άσκησή της, παράβολο και επομένως η έφεσή είναι εμπρόθεσμη και  παραδεκτή. Κατά την άνω αναφερόμενη δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εκκαλούσα δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ η εφεσίβλητη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ο οποίος κατέθεσε δήλωση σύμφωνα με  το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Από την έρευνα των εγγράφων της δικογραφίας προκύπτει ότι  αν και τη συζήτηση της υπό κρίση έφεσης επισπεύδει η ενάγουσα – εφεσίβλητη, αφού  σύμφωνα με την έκθεση κατάθεσης δικογράφου (ΓΑΚ ../2021 και ΕΑΚ …/2021) ο πληρεξούσιος δικηγόρος της τελευταίας εμφανίστηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου και  κατέθεσε αντίγραφο αυτής ενώ  με την από 6-9-2021 Πράξη ορίστηκε η άνω αναφερόμενη δικάσιμος για τη συζήτησή της, η ίδια (η εφεσίβλητη), δεν επικαλείται και δεν προσκομίζει κλήση της απολιπόμενης εκκαλούσας να παραστεί στη σημερινή δικάσιμο και κατά συνέπεια, σύμφωνα με όσα αναλύονται στις προηγηθείσες σκέψεις, η συζήτηση της   κρινόμενης έφεσης είναι απαράδεκτη (άρθρα 524, 272 παρ. 2 και 271 παρ.1 και 2  σε συνδ με 498 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Κηρύσσει τη συζήτηση της από 19-7-2021 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021 έφεσης απαράδεκτη.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 6 Ιουλίου 2022 και δημοσιεύθηκε στις 7 Ιουλίου 2022, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

     Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ