Αριθμός 489/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία μετακινήθηκε στο Β΄ Πολιτικό Τμήμα για τη δικάσιμο της 13ης Ιανουαρίου 2022 με την υπ΄ αριθμ. 2/2022 Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ζωή Παπαγεωργίου.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ………….η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Κωνσταντίνο Κούρκουλο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 6.12.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 4534/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 27.3.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2019) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………./2019) αρχικά η 2α.4.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 76/2020 Πράξη του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο της 14ης.1.2021, μετά δε από αναβολή, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, αφού έλαβε το λ όγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 27-3-2019 (με αριθμ. κατάθ. ………/27-3-2019) έφεση του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος, που στρέφεται κατά της με αριθμ. 4534/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία. Η ένδικη έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), αρμοδίως, δε, φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ), ενώ έχει κατατεθεί το απαιτούμενο για την άσκησή της παράβολο, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Στην από 6-12-2017 (με αριθμ. κατάθ. ………/9-1-2018) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ιστορούσε ότι ο εναγόμενος, πατέρας της, στις 12 Ιουλίου 2016, λίγες ημέρες μετά την ενηλικίωσή της, καταχρώμενος το νεαρό της ηλικίας της και την απειρία της στις συναλλαγές, προφασιζόμενος ότι επιθυμούσε να την συνδράμει στην επωφελέστερη τοποθέτηση των αποταμιεύσεών της, την έπεισε να μεταβεί μαζί του σε υποκατάστημα του πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «…………..», στον Πειραιά, προκειμένου να προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες για την τροπή ενός απλού λογαριασμού καταθέσεων, που διατηρούσε η ίδια (ενάγουσα) στο παραπάνω πιστωτικό ίδρυμα, σε προθεσμιακό, με σκοπό την καλύτερη απόδοση του κατατεθέντος ποσού, ύψους, κατά το χρόνο εκείνο, 32.399 ευρώ. Ότι, έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στον εναγόμενο πατέρα της, υπέγραψε όλα τα έγγραφα, που εκείνος της υπέδειξε, έχοντας την πεπλανημένη πεποίθηση ότι υπέγραφε για την έναρξη προθεσμιακής καταθέσεως, ενώ στην πραγματικότητα υπέγραφε εντολή για την τροπή του ατομικού λογαριασμού της σε κοινό λογαριασμό με συνδικαιούχο τον εναγόμενο. Ότι η αληθινή πρόθεση του εναγομένου ήταν εξαρχής να ιδιοποιηθεί εκείνος το ποσό, που βρισκόταν κατατεθειμένο στο λογαριασμό της, πράγμα που έκανε λίγες ημέρες αργότερα, και δη στις 21-7-2016, όταν αυτός μετέβη σε υποκατάστημα του παραπάνω πιστωτικού ιδρύματος και ανέλαβε το ποσό των 32.000 ευρώ χωρίς τη συναίνεση και τη γνώση της ίδιας (ενάγουσας). Με βάση το ιστορικό αυτό και ισχυριζόμενη ότι ο εναγόμενος διέπραξε απάτη σε βάρος της, ζητούσε, βάσει των διατάξεων περί αδικοπραξιών, να υποχρεωθεί ο τελευταίος να της καταβάλει νομιμοτόκως το ποσό των 32.000 ευρώ, ως αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία που υπέστη από την άδικη συμπεριφορά του σε βάρος της, καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, επιφυλασσόμενη να απαιτήσει επιπλέον το ποσό των 40 ευρώ ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων για την ίδια αιτία. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών με την υπό κρίση έφεση, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητεί δε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί η αγωγή.
Με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι η ως άνω αγωγή είναι αόριστη και απορριπτέα. Ωστόσο, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1αΚΠολΔ, περιέχουσα σαφή έκθεση των γεγονότων που την θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από την ενάγουσα κατά του εναγομένου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Επομένως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος ο ως άνω λόγος της έφεσης.
Με τον τρίτο λόγο της έφεσης ο εκκαλών επαναφέρει τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό του, περί καταχρηστικής ασκήσεως της υπό κρίση αγωγής. Ισχυρίζεται δε ότι αυτή ασκήθηκε καταχρηστικώς, δεδομένου ότι η ενάγουσα συμφώνησε σε όλες τις ενέργειές του, έχοντας πλήρη επίγνωση για αυτές, ενώ ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε για την ανάληψη του χρηματικού ποσού των 32.000 ευρώ από εκείνον, ως συνδικαιούχο του κοινού τους λογαριασμού, επιπλέον δε, η άσκηση της αγωγής έγινε με μοναδικό σκοπό να αποκομίσει η αντίδικός του (κατόπιν παροτρύνσεως της μητέρας της) περιουσιακό όφελος. Τα πραγματικά περιστατικά που προβάλλονται από τον εκκαλούντα προς θεμελίωση της ενστάσεώς του εκ του άρθρου 281 ΑΚ, συνιστούν απλώς αρνητικούς της αγωγικής αξίωσης ισχυρισμούς και, συνεπώς, ο λόγος αυτός της έφεσης είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Από την εκτίμηση της με αριθμό …/18-4-2018 ένορκης βεβαίωσης της ……….., η οποία δόθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγομένου (βλ. τη με αριθμό …/11-4-2018 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ……….), των με αριθμούς …/18-4-2018 και …./18-4-2018 ενόρκων βεβαιώσεων των ……. και ……………, αντίστοιχα, οι οποίες δόθηκαν ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας (βλ. τη με αριθμό …./13-4-2018 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Πατρών ……….), καθώς επίσης και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα, η οποία γεννήθηκε το έτος 1998, είναι θυγατέρα του εναγομένου από το δεύτερο για τον ίδιο γάμο του με την …………. Ο γάμος του εναγομένου με τη μητέρα της ενάγουσας δεν εξελίχθηκε ομαλά και λύθηκε το 2011, πριν την ενηλικίωση της ενάγουσας, με συναινετικό διαζύγιο. Ενόψει της λύσης του γάμου τους, οι γονείς της ενάγουσας συμφώνησαν για τη διευθέτηση των περιουσιακών τους θεμάτων, καθώς και για τη μεταβίβαση περιουσιακών τους στοιχείων στην ανήλικη τότε θυγατέρα τους, με σκοπό την κάλυψη των μελλοντικών αναγκών της, που θα ανέκυπταν μετά την ενηλικίωσή της. Στο πλαίσιο αυτό, στις 19-5-2011, με το ιδιωτικό συμφωνητικό συναινετικού διαζυγίου, που υπογράφηκε μεταξύ των δύο συζύγων, η μητέρα της ενάγουσας ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα ενός διαμερίσματος, ιδιοκτησίας της, στην ενάγουσα, θυγατέρα τους και την επικαρπία αυτού στον εναγόμενο. Πράγματι, λίγες ημέρες αργότερα, (στις 6-6-2011), έγιναν συμβολαιογραφικά οι μεταβιβάσεις αυτές. Εξάλλου, στο πλαίσιο του ως άνω συναινετικού διαζυγίου, κατόπιν προφορικής συμφωνίας μεταξύ των μερών, ο εναγόμενος, πατέρας της ενάγουσας, αφενός μεν κατέθεσε την ίδια ημέρα (19-5-2011), σε λογαριασμό, τηρούμενο στο όνομα της θυγατέρας του (ενάγουσας), στο πιστωτικό ίδρυμα με την επωνυμία «…………», ποσό 30.000 ευρώ, σε επενδυτικό πρόγραμμα πενταετούς διάρκειας, η λήξη του οποίου επρόκειτο να συμπέσει με την ενηλικίωσή της, καθιστώντας την τελευταία αποκλειστική δικαιούχο του ποσού, καθώς και των τόκων, που θα πιστώνονταν στο λογαριασμό, σύμφωνα με τους όρους του προαναφερόμενου επενδυτικού προγράμματος, αφετέρου δε, στις 6-6-2011, κατέβαλε στη σύζυγό του το ποσό των 20.000 ευρώ. Λίγες ημέρες μετά την ενηλικίωση της ενάγουσας και ενόσω η τελευταία συμμετείχε σε δοκιμασίες για την εισαγωγή της στη Σχολή ………., στον Πειραιά, συγκεκριμένα, στις 12-7-2016, ο εναγόμενος προσφέρθηκε να την παραλάβει με το αυτοκίνητό του, μετά τη λήξη των δοκιμασιών από τις εγκαταστάσεις της σχολής και να την μεταφέρει στην οικία της. Στην πορεία, οι διάδικοι επισκέφθηκαν ένα υποκατάστημα του παραπάνω πιστωτικού ιδρύματος στον Πειραιά, όπου η ενάγουσα κατέστησε τον εναγόμενο συνδικαιούχο στον παραπάνω λογαριασμό με αριθμό ………., ο οποίος ήδη, μετά τη λήξη του επενδυτικού προγράμματος, για το οποίο έγινε λόγος, είχε πιστωτικό υπόλοιπο 32.399 ευρώ. Λίγες δε ημέρες μετά, στις 21-7-2016, ο εναγόμενος μετέβη μόνος σε υποκατάστημα του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος και ανέλαβε το ποσό των 32.000 ευρώ από τον κοινό πλέον λογαριασμό. Ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι τα παραπάνω έγιναν με τη γνώση και τη συναίνεση της ενάγουσας, η οποία συμφώνησε να περιέλθει το ανωτέρω ποσό στον πρώτο, προκειμένου να το κατανείμει εκείνος, κατά την κρίση του, στην ενάγουσα και τα άλλα δύο ετεροθαλή αδέλφια της, τέκνα του ιδίου από τον πρώτο του γάμο, ….. και ….., για την ενίσχυση της πρώτης με το ποσό των 4.000 ευρώ και του δευτέρου, για την εν γένει ενίσχυσή του, καθόσον ετύγχανε κατά το χρόνο εκείνο άνεργος, αλλά και για την οικονομική στήριξη της ίδιας της ενάγουσας, ενόψει των επικείμενων σπουδών της. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και είναι απορριπτέος, καθόσον, εάν πράγματι η ενάγουσα είχε συμφωνήσει και επιθυμούσε να μεταβιβάσει το παραπάνω ποσό στον εναγόμενο, δεν υπήρχε κανένας λόγος να προηγηθεί η μεθόδευση της τροπής του ατομικού έως τότε λογαριασμού σε κοινό (διαζευκτικό) και της προσθήκης του εναγομένου ως συνδικαιούχου σε αυτόν, ώστε να επακολουθήσει η ανάληψη του ποσού, λίγες ημέρες αργότερα, από μόνο τον εναγόμενο, αλλά αρκούσε μία και μόνη εντολή της για τη μεταβίβαση του ποσού απευθείας προς τον τελευταίο ήδη από τις 12-7-2016, οπότε μετέβησαν αμφότεροι από κοινού στο προαναφερόμενο υποκατάστημα του παραπάνω πιστωτικού ιδρύματος. Περαιτέρω, ο δικαιολογητικός λόγος τον οποίο προβάλλει ο εναγόμενος για την κατάρτιση της παραπάνω συμφωνίας, για τη μεταβίβαση του ποσού από την ενάγουσα σε εκείνον, δηλαδή η προσήκουσα κατά την κρίση του και κατά περίπτωση κατανομή του ως άνω ποσού στην ενάγουσα και στα λοιπά δύο τέκνα του από τον πρώτο του γάμο, ανάλογα με τις ανάγκες τους, πέραν του ότι δεν επιβεβαιώνεται από κανένα αποδεικτικό μέσο, στερείται και λογικής βάσης, δεδομένου ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να αναλάβει ο εναγόμενος το παραπάνω ποσό, στο σύνολο του, για να επιστρέψει στη συνέχεια στην ήδη ενήλικη ενάγουσα το μέρος που εκείνος θεωρούσε ότι της αναλογούσε, πράγμα που βεβαίως και δεν έπραξε, παρά το γεγονός ότι, ενόψει των επικείμενων σπουδών της, η τελευταία είχε, κατά το διάστημα εκείνο, αυξημένες οικονομικές ανάγκες και περιορισμένους, λόγω του νεαρού της ηλικίας της, πόρους. Εξάλλου, όπως προέκυψε και στην έτερη θυγατέρα του από τον πρώτο γάμο του και ετεροθαλή αδελφή της ενάγουσας …., που ζει στην Αγγλία, με την οποία η ενάγουσα διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις, ο εναγόμενος είχε καταβάλει μόνο το ποσό των 4.000 ευρώ, ως δώρο για το γάμο της. Δηλαδή, ακόμη και αν υποτεθεί ότι πράγματι, με τη συναίνεση της ενάγουσας, θα μπορούσε ο εναγόμενος να διαθέτει το παραπάνω ποσό για την κάλυψη των αναγκών και των τριών τέκνων του, ουδόλως ήταν αναγκαίο να αναλάβει αυτός προηγουμένως ολόκληρο το ποσό, αλλά θα μπορούσε να διαθέτει σταδιακά τα αναγκαία ποσά προς τα τέκνα του, προβαίνοντας κάθε φορά στην ανάληψη του απαιτούμενου ποσού από τον ως άνω λογαριασμό. Όπως αποδείχθηκε, αυτό που πράγματι συνέβη είναι ότι ο εναγόμενος, καταχρώμενος την απειρία της ενάγουσας στις συναλλαγές, καθώς και την εμπιστοσύνη που του είχε, ως πατέρα της, την κατέπεισε να μεταβούν στις 12-7-2016, λίγες μόλις ημέρες μετά την ενηλικίωσή της και ενώ την ίδια ημέρα η ενάγουσα είχε συμμετάσχει σε δοκιμασία για την εισαγωγή της στη Σχολή ……., στο υποκατάστημα «…..» του πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «………….», προφασιζόμενος ότι επιθυμούσε να τη συνδράμει για την τοποθέτηση του αποταμιευμένου χρηματικού ποσού της σε προθεσμιακό λογαριασμό, προκειμένου να απολαμβάνει αυτή (ενάγουσα) υψηλότερο επιτόκιο για τις οικονομίες της, αποκρύπτοντας τις πραγματικές του προθέσεις. Η τελευταία, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του πατέρα της και μη διαθέτοντας καμία προηγούμενη εμπειρία με τραπεζικές συναλλαγές, πράγμα εύλογο ενόψει του νεαρού της ηλικίας της, πίστεψε τους ψευδείς ισχυρισμούς του εναγομένου και υπέγραψε το έγγραφο που της υπέδειξε ο τελευταίος, χωρίς να το αναγνώσει και μη αντιλαμβανόμενη ότι στην πραγματικότητα αυτό που υπέγραφε ήταν αίτηση μετατροπής ατομικού λογαριασμού καταθέσεων σε κοινό (διαζευκτικό) λογαριασμό καταθέσεων, με προσθήκη ως συνδικαιούχου του εναγομένου, δίχως βέβαια να υποψιάζεται ότι ο ίδιος ο πατέρας της, μετά από λίγες ημέρες, και συγκεκριμένα στις 21-7-2016, θα αναλάμβανε μόνος από τον κοινό πλέον λογαριασμό το ποσό των 32.000 ευρώ, ήτοι σχεδόν το σύνολο των αποταμιεύσεων της, όπως τελικά έπραξε, ιδιοποιούμενος το ποσό αυτό, χωρίς η ενάγουσα να το γνωρίζει και χωρίς φυσικά να έχει συναινέσει στην ανάληψη αυτή. Με βάση τα αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά, ο εναγόμενος τέλεσε σε βάρος της ενάγουσας το αδίκημα της απάτης, που προβλέπεται και τιμωρείται από το άρθρο 386 ΠΚ, αποκομίζοντας σε βάρος της παράνομο περιουσιακό όφελος, ποσού 32.000 ευρώ, με ισόποση βλάβη της περιουσίας της. Περαιτέρω, από την υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά του εναγομένου, η ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, για την ικανοποίηση της οποίας, ενόψει του είδους και της έντασης της προσβολής, του βαθμού του πταίσματος του εναγομένου, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών (η ενάγουσα είναι φοιτήτρια και ο εναγόμενος διατηρεί ατομική επιχείρηση συνεργείου επισκευής αυτοκινήτων) και όλων εν γένει των συνθηκών, κρίνεται ότι πρέπει να της επιδικαστεί, ως εύλογη χρηματική ικανοποίησή της, το ποσό των 10.000 ευρώ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή να γίνει δεκτή και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των (32.000 + 10.000)= 42.000 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια, δεν έσφαλε. Τα αντίθετα, συνεπώς, υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα, κρίνονται κατ’ ουσίαν αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα της αντιδίκου του του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά το τυπικό της μέρος και
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατά το ουσιαστικό της μέρος.
ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου, που είχε κατατεθεί για την άσκηση της έφεσης, στο δημόσιο ταμείο.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, που ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε χίλια εξακόσια (1600) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 5 Αυγούστου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ