Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 500/2022

Αριθμός   500/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ :  ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Ελένη Μαζαράκη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ:  ………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Μαρίνα Δάβαλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν α)  ο εφεσίβλητος την από  27.9.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  …../2019) αγωγή  και β) η εκκαλούσα την από  18.11.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019) αγωγή, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1897/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την πρώτη ως άνω αγωγή και απέρριψε την δεύτερη εξ αυτών.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου    η εναγόμενη της πρώτης ως άνω αγωγής- ενάγουσα της δεύτερης ως άνω αγωγής και ήδη εκκαλούσα με την από 1.7.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2020) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………./2020) αρχικά η 7η.10.2021  και, μετά από αναβολή,  αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια Δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και η πληρεξούσια Δικηγόρος του εφεσιβλήτου, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 1-7-2020 (αρ. καταθ. …./2020) έφεση της εναγομένης-ενάγουσας κατά της υπ΄ αρ. 1897/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών (γαμικών) διαφορών (άρθρα 592 επ. ΚΠολΔ, όπως αυτά τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του Ν. 4335/2015), α) την υπ΄ αρ. καταθ. ………/2019 αγωγή του ενάγοντος-εναγομένου, ήδη εφεσιβλήτου και β) την υπ΄ αρ. ………/2019 αγωγή της εναγομένης-ενάγουσας, ήδη εκκαλούσας, αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επίσης παραδεκτά φέρεται για να συζητηθεί κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση σύμφωνα με τα άρθρα 533 παρ. 1 και 591 παρ. 7 του ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της ένδικης εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εφέσεως, λόγω της φύσεως της προκειμένης διαφοράς [αφορά τη λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ)]. Περαιτέρω, προκειμένου να κριθεί, εάν η ένδικη έφεση είναι παραδεκτή, όπως απαιτεί το άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ, πρέπει προηγουμένως να εξετασθεί η ύπαρξη άμεσου εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας (άρθρο 68 του ΚΠολΔ) να προσβάλει την απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ως διαδικαστική προϋπόθεση ερευνώμενη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, κατ΄ άρθρο 73 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η τελευταία (εκκαλούσα-σύζυγος) παραπονείται κατά της υπ΄ αρ. 1897/2020 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αν και με αυτή λύθηκε ο μεταξύ αυτής και του εφεσιβλήτου γάμος, όπως ζητούσε και η ίδια με την υπ΄ αρ. καταθ. ………/2019 αγωγή της. Σημειώνεται δε ότι οι διάδικοι προσκομίζουν ειδικά πληρεξούσια προς τους Δικηγόρους που τους εκπροσωπούν στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και συγκεκριμένα η εκκαλούσα το υπ΄ αρ. …/18-5-2022 ειδικό πληρεξούσιο της Συμβολαιογράφου Πειραιώς .. ………… και ο εφεσίβλητος το υπ΄ αρ. …/17-5-2022 ειδικό πληρεξούσιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών ……………..

Κατά το άρθρο 1439 παρ. 1 του ΑΚ, καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητας για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι ο ενάγων, για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικά πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσης γεγονότα στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βασίμως η εξακολούθηση της έγγαμης συμβίωσης έχει καταστεί γι΄ αυτόν αφόρητη. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται ανεξαρτήτως από το ποιόν από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξή του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως, το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διάζευξης με βάση την ως άνω διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 1 του ΑΚ. Το ότι για τη λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός, σημαίνει ότι στη δίκη διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας σε καμία περίπτωση ούτε και στη δίκη διατροφής μετά το διαζύγιο, όπως προβλέπει το άρθρο 1442 του ΑΚ, ενόψει της διάταξης του άρθρου 1444 παρ. 1 του ΑΚ. Αντικείμενο δε της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου, που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό δικαίωμα της λύσης του γάμου (ΑΠ 1205/2019, ΕφΑθ 480/2020, ΕφΑθ 467/2018 ΝΟΜΟΣ). Συνέπεια των ανωτέρω παραδοχών είναι ότι η κηρύττουσα τη λύση του γάμου απόφαση δεν αποτελεί δεδικασμένο ούτε ως προς την ύπαρξη καθ΄ εαυτή των επιμέρους πραγματικών περιστατικών τα οποία επέφεραν τον κλονισμό της έγγαμης σχέσης, εφόσον το δεδικασμένο αφορά στην έννομη σχέση ή στο δικαίωμα που κρίθηκε τελεσίδικα (άρθρα 322 και 324 του ΚΠολΔ), ούτε ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας για τον κλονισμό αυτόν, ακόμη και αν ο λόγος διαζυγίου αφορά αποκλειστικά στο πρόσωπο του εναγομένου, τα δε ζητήματα υπαιτιότητας κρίνονται αυτοτελώς στη δίκη διατροφής. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, αντικείμενο της δίκης διαζυγίου είναι, όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου, που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου. Οι αιτιολογίες της απόφασης δεν έχουν στοιχεία διατακτικού και δεν παράγουν δεδικασμένο για τα ζητήματα της υπαιτιότητας, ούτε για τα πραγματικά περιστατικά των λόγων διαζυγίου (ΑΠ 154/2019, ΑΠ 315/2018, ΑΠ 1731/2017, ΑΠ 1314/2015, ΑΠ 576/2014). Επομένως, στην περίπτωση συνεκδίκασης αντίθετων αγωγών διαζυγίου, με τις οποίες καθένας από τους συζύγους ζητεί τη λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του άλλου συζύγου, αν η μία απ΄ αυτές γίνει δεκτή και η άλλη απορριφθεί, είναι προφανές ότι ο διάδικος του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε δεν έχει έννομο συμφέρον, κατά τα άρθρα 68, 516 παρ. 2 και 556 παρ. 2 του ΚΠολΔ, να ασκήσει αντίστοιχα έφεση ή αναίρεση κατά της πρωτόδικης ή της τελεσίδικης απόφασης και να ζητήσει την εξαφάνισή της με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή του αντιδίκου του και να γίνει δεκτή η δική του αγωγή, καθόσον η έννομη συνέπεια που και αυτός επιδίωξε με την αγωγή του, δηλαδή η λύση του γάμου, στην οποία εμμένει, έχει ήδη επέλθει, και ως εκ τούτου το εκατέρωθεν υποβληθέν αίτημα δικαστικής διάπλασης έχει ικανοποιηθεί με την απαγγελία διαζυγίου, έστω και με βάση διάφορα περιστατικά, που συγκροτούν όμως, τον ίδιο λόγο του αντικειμενικού κλονισμού του γάμου (ΑΠ 599/2015, ΑΠ 1326/2008, ΑΠ 1301/2005, ΑΠ 669/2005, ΕφΑθ 467/2018 ΝΟΜΟΣ). Ομοίως, σε περίπτωση που ο ένας μόνο από τους συζύγους άσκησε αγωγή διαζυγίου για λόγους αφορώντες στο πρόσωπο του άλλου συζύγου και αυτή έγινε δεκτή, ο ηττηθείς εναγόμενος σύζυγος μπορεί να ασκήσει έφεση ζητώντας να εξαφανισθεί η απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και δη κατά τη διάταξη αυτής με την οποία λύθηκε ο γάμος των διαδίκων, γιατί μόνο τότε νοείται ότι έχει έννομο συμφέρον, αν δηλαδή ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, για να παραμείνει σε ισχύ ο γάμος του με τον αντίδικο. Αν αντίθετα ζητεί με την έφεσή του να παραμείνει η διάταξη της εκκαλούμενης απόφασης με την οποία λύθηκε ο γάμος που τέλεσε με τον ενάγοντα, πλην όμως να απαλειφθούν ή να μεταβληθούν οι αιτιολογίες, με τις οποίες αποδίδεται ο κλονισμός της έγγαμης συμβίωσης σε δική του συμπεριφορά, τότε λείπει το έννομο συμφέρον για την άσκηση του ένδικου μέσου κατά τα προαναφερόμενα, καθώς αντικείμενο της δίκης αυτής είναι το διαπλαστικό δικαίωμα της λύσης του γάμου και όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου και δη η υπαίτια συμπεριφορά του ενός ή του άλλου συζύγου (ΑΠ 730/2019 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 και 532 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι το έννομο συμφέρον αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης επί της εφέσεως και η συνδρομή του ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η δε έλλειψή του συνεπάγεται την απόρριψη του ένδικου μέσου ως απαράδεκτου (ΑΠ 599/2015, ΑΠ 1242/2011, ΑΠ 326/2010, ΕφΠειρ 579/2021, ΕφΔωδ 49/2021, ΕφΑθ 467/2018 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση με την υπ΄ αρ. καταθ. ………../2019 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος, ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εναγομένη, επειδή οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά από λόγους που εκτίθενται λεπτομερώς στο δικόγραφο και αφορούν στο πρόσωπο της τελευταίας (εναγομένης), ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη γι΄ αυτόν, καθώς και να καταδικασθεί η εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων. Με την υπ΄ αρ. καταθ. …………/2019 αγωγή η ενάγουσα, ήδη εκκαλούσα, ζήτησε να λυθεί ο γάμος της με τον εναγόμενο, ήδη εφεσίβλητο, επειδή οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά από λόγους που εκτίθενται λεπτομερώς στο δικόγραφο και αφορούν στο πρόσωπο του τελευταίου (εναγομένου), ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη γι΄ αυτή και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην πληρωμή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 1897/2020 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, αφού συνεκδίκασε τις ως άνω αγωγές και αφού έκρινε αυτές νόμιμες και συγκεκριμένα, στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων 1438, 1439 παρ. 1 και 2 του ΑΚ και 176 του ΚΠολΔ, απέρριψε την υπ΄ αρ. 10460/5264/2019 αγωγή της ενάγουσας, δέχθηκε την υπ΄ αρ. …………./2019 αγωγή του ενάγοντος ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη, δεχόμενο ότι εξαιτίας της αναφερόμενης πράξης, που αφορά το πρόσωπο της εναγομένης-ενάγουσας, τεκμαίρεται ότι έχει επέλθει ισχυρός κλονισμός του μεταξύ των διαδίκων γάμου, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης τους να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα, απήγγειλε τη λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου και συμψήφισε τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την κρινόμενη από 1-7-2020 (αρ. καταθ. …../2020) έφεση η εναγομένη-ενάγουσα, ήδη εκκαλούσα, και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, με σκοπό να γίνει δεκτή η από 18-11-2019 (αρ. καταθ. ………../2019) αγωγή της και να λυθεί ο γάμος της με τον εφεσίβλητο, λόγω ισχυρισμού κλονισμού της έγγαμης σχέσης τους (διαδίκων) από λόγους που αφορούν μόνο στο πρόσωπο του εναγομένου και ήδη εφεσιβλήτου.

Υπό τα ανωτέρω εκτιθέμενα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, η ένδικη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας στην άσκηση αυτής (άρθρα 68, 73, 516 και 532 του ΚΠολΔ), καθόσον η έννομη συνέπεια, δηλαδή η λύση του γάμου, που επεδίωξαν αμφότεροι οι διάδικοι και στην οποία εξαντλείται η δίκη διαζυγίου, έχει ήδη επέλθει με την υπ΄ αρ. 1897/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς επί των άνω αγωγών, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο και αίτημα τη λύση του γάμου. Το γεγονός δε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει δυσμενείς για την εκκαλούσα αιτιολογίες, δέχεται δηλαδή ότι ο ισχυρός κλονισμός επήλθε εξαιτίας γεγονότος, που αφορά στο πρόσωπό της, δεν έχει καμία δυσμενή επίδραση στις έννομες σχέσεις της, αφού από την αιτιολογία αυτή, που δεν έχει στοιχεία διατακτικού, δεν παράγεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας σε άλλη δίκη. Πράγματι, το ότι ο ισχυρός κλονισμός, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη, επήλθε εξαιτίας γεγονότος (μοιχεία) που συνδέεται με το πρόσωπο της εκκαλούσας, δεν έχει άλλη έννομη συνέπεια γι΄ αυτήν, πέρα από την επιδιωκόμενη και από την ίδια λύση του γάμου. Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε στην ίδια ως άνω νομική σκέψη, στη δίκη διαζυγίου θέμα υπαιτιότητας, που θα μπορούσε να έχει περαιτέρω έννομες συνέπειες (για τον ενδεχόμενο αποκλεισμό του δικαιώματος διατροφής), δεν τίθεται πλέον.Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, αφού πρόκειται για διαφορά ανάμεσα σε συζύγους (άρθρα 106, 179, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων την από 1-7-2020 (αρ. καταθ. …./2020) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 1897/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, [ειδική διαδικασία των οικογενειακών (γαμικών) διαφορών (άρθρα 592επ. ΚΠολΔ, όπως αυτά τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του Ν. 4335/2015)].

Απορρίπτει αυτή (έφεση) ως απαράδεκτη.

Συμψηφίζει, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων, τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, την  10 Αυγούστου  2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ