Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 375 /2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης  375 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 3.6.2021 για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ των κάτωθι αναφερομένων προσώπων:

Α. Της εκκαλούσας καθ’ης η ανακοπή: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Αθανάσιος Μαρκάκης με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητης ανακόπτουσας: Της ανώνυμης εταιρείας ……………. την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος της Μαρία Μπότση με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Β. Της εκκαλούσας ανακόπτουσας:   ανώνυμης εταιρείας ……………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κίμωνα Γκιουλιστάνη με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

Της εφεσίβλητων καθ’ων η ανακοπή: 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Αθανάσιος Μαρκάκης με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, 2) ………….. 3) ……….. και 4) ………. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξουσία δικηγόρο τους Ελένη Καλογιάννη – Κοντοσέα.

Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………..» και το διακριτικό τίτλο «………..» ζήτησε να γίνει δεκτή η από 19.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………../19.6.2019) ανακοπή κατά πίνακα κατάταξης του άρθρου 979 του ΚΠολΔ, την οποία άσκησε ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………», ζήτησε να γίνει δεκτή η από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/21.6.2019) ανακοπή κατά πίνακα κατάταξης του άρθρου 979 του ΚΠολΔ, την οποία άσκησε ενώπιον του αυτού ως άνω Δικαστηρίου.

Επί των εν λόγω ανακοπών (και μίας ακόμη, που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω) εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 2032/2020 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν άπασες αυτές, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, αφενός μεν απορρίφθηκε η ανακοπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», αφετέρου δε έγινε δεκτή η ανακοπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………» και μεταρρυθμίσθηκε ο προσβαλλόμενος πίνακας κατά τα ειδικότερα σ’αυτήν αναφερόμενα.

Η εν όλω ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό καθ’ης η από 21.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………./21.6.2019) ανακοπή ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………..» με την από 16.7.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ………/20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου έφεσή της, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 18ης.2.2021, κατά την οποία η συζήτηση αυτής ματαιώθηκε εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 11.2.2021 έως 22.3.2021, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση.

Η εν όλω ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό ανακόπτουσα της από 19.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……../19.6.2019) ανακοπής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» με την από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……../23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ……../24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου έφεσή της, η οποία επίσης προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την αυτή ως άνω δικάσιμο, κατά την οποία η συζήτηση και αυτής ματαιώθηκε, ομοίως προσβάλλει την ανωτέρω πρωτόδικη απόφαση.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, που προσδιορίσθηκε αυτεπαγγέλτως με την υπ’αριθμ.87/2021 Πράξη της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή του ιδίου Δικαστηρίου Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 21 του ν.4786/2021, κατόπιν της ματαίωσης της συζήτησής τους κατά την αρχικά προσδιορισθείσα δικάσιμο και την εκφώνησή τους με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν εμφανίσθηκαν, αλλά παραστάθηκαν με δηλώσεις τους του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ και προκατέθεσαν τις προτάσεις τους, ενώ εμφανίθηκε μόνον η πληρεξουσία δικηγόρος των εκ των διαδίκων φυσικών προσώπων, η οποία και, αφού έλαβε το λόγο από τη Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι κάτωθι αναφερόμενες εφέσεις: α) Η από 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ……../20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό καθ’ης η από 21.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/21.6.2019) ανακοπή του άρθρου 979 του ΚΠολΔ κατά πίνακα κατάταξης δανειστών, (συνταχθέντος από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο λόγω ανεπάρκειας του πλειστηριάσματος κατασχεθέντος αλλοδαπού πλοίου) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», επισπεύδουσας την εκτελεστική διαδικασία σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ασκηθείσας ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και β) η από 23.7.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ………../24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της επίσης εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ανακόπτουσας της από 19.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/19.6.2019) ανακοπής ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου κατά του αυτού πίνακα κατάταξης δανειστών ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», αναγγελθείσας δανείστριας της καθ’ης η εκτέλεση στο διενεργηθέντα πλειστηριασμό, αμφότερες στρεφόμενες κατά της υπ’αριθμ. 2032/2020 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν οι εν λόγω ανακοπές (και μία ακόμη, που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω, του αντίστοιχου κεφαλαίου της πρωτόδικης απόφασης μη μεταβιβασθέντος ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου διά της άσκησης έφεσης από τους διαδίκους της), αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, αφενός μεν έγινε δεκτή η από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……./21.6.2019) ανακοπή της νυν εφεσίβλητης της υπό το στοιχείο α΄ έφεσης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….», αφετέρου δε απορρίφθηκε καθ’ολοκληρίαν η από 19.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……../19.6.2019) ανακοπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», ήδη εκκαλούσας της υπό το στοιχείο β΄έφεσης, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και μείωση των δικαστικών εξόδων (άρθρα 246, 524 § 1 εδαφ.α΄ και 591 § 1 εδαφ.α΄του ΚΠολΔ).

Η εκ των συνεκδικαζομένων εφέσεων από 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………./16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ……../20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό καθ’ης η ασκηθείσα ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./21.6.2019) ανακοπή του άρθρου 979 του ΚΠολΔ κατά πίνακα κατάταξης δανειστών, συνταχθέντος από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο λόγω ανεπάρκειας του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος κατασχεθέντος αλλοδαπού πλοίου ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», επισπεύδουσας την εκτελεστική διαδικασία σε βάρος της πλοιοκτήτριας εταιρείας, με ανακόπτουσα και ήδη εφεσίβλητη την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………….», αναγγελθείσα δανείστρια της καθ’ης η εκτέλεση, σε βάρος της εκδοθείσας – μεταξύ άλλων ανακοπών κατά του ιδίου πίνακα – και επί της ανωτέρω ανακοπής υπ’αριθμ. 2032/2020 οριστικής απόφασης του προαναφερθέντος Δικαστηρίου, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν άπασες οι εισαχθείσες προς κρίση ανακοπές, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, έγινε δεκτή η ως άνω ανακοπή και ως κατ’ουσίαν βάσιμη και μεταρρυθμίσθηκε ο προσβαλλόμενος πίνακας διά της κατάταξης της ανακόπτουσας για το σύνολο της αναγγελθείσας απαίτησής της, προνομιακά και τυχαία, υπό τον όρο της τελεσιδικίας της απαίτησής της αυτής κατά τα ειδικότερα στο σκεπτικό και στο διατακτικό της εκκαλουμένης εκτιθέμενα και της αποβολής κατά το ισόποσο της καθ’ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.1 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………/16.7.2020), ήτοι προ της επίδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης στην καθ’ης η ανακοπή, που έλαβε χώρα στις 20.7.2020, με την επιμέλεια της ανακόπτουσας, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του διορισμένου στο πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικού Επιμελητή ………… στην εμπρόσθια σελίδα του πρώτου φύλλου του προσκομιζομένου από την καθ’ης η ανακοπή/εκκαλούσα ακριβούς αντιγράφου της εκκαλουμένης, αλλά εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της πρωτόδικης απόφασης (28.5.2020), και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ επιπροσθέτως έχει καταβληθεί από την εκκαλούσα κατά την κατάθεση του ένδικου μέσου το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.4 του ΚΠολΔ για το παραδεκτό του παράβολο. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή ως άνω (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Η έτερη εκ των συνεκδικαζομένων εφέσεων από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ………/24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της επίσης εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ανακόπτουσας της από 19.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……./19.6.2019) ανακοπής, που ασκήθηκε ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου κατά του αυτού πίνακα κατάταξης δανειστών, ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………..», αναγγελθείσας δανείστριας της καθ’ης η εκτέλεση στο διενεργηθέντα πλειστηριασμό, στρεφόμενη (η έφεση) κατά της ως άνω πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε στο σύνολό της η προαναφερθείσα ανακοπή, κατόπιν απόρριψης όλων των διαλαμβανομένων στο δικόγραφό της λόγων ως αβασίμων, έχει ασκηθεί ως προς όλους τους εφεσιβλήτους εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.1 και 2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 23.7.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …………/23.7.2020), ήτοι όσον αφορά τους δεύτερο, τρίτο και τέταρτο των εφεσιβλήτων και αντίστοιχα δεύτερο, τρίτο και τέταρτο των καθ’ων η ανακοπή (αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα) εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της πρωτόδικης απόφασης στην ανακόπτουσα, που συντελέσθηκε με τη δική τους επιμέλεια στις 23.6.2020, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από τους τελευυταίους υπ’αριθμ. …../23.6.2020 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς ………….., ενώ όσον αφορά την πρώτη εφεσίβλητη και πρώτη καθ’ης η ανακοπή αντίστοιχα, ως προς την οποία πρέπει να σημειωθεί ότι δεν προηγήθηκε επίδοση της πρωτόδικης απόφασης, είτε με δική της επιμέλεια στην ανακόπτουσα, είτε προς αυτήν με την επιμέλεια της ανακόπτουσας, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 28.5.2020 κατά τα προεκτεθέντα, όπως η ανωτέρω διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), ενώ επιπροσθέτως έχει καταβληθεί από την εκκαλούσα κατά την κατάθεση του ένδικου μέσου το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 στοιχ.γ΄ του ΚΠολΔ παράβολο, και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου. Πρέπει, επομένως, και η ανωτέρω έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή ως άνω (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Η ανακόπτουσα εταιρεία με την επωνυμία «…………» (………..), επιφορτισμένη με τη διαχείριση και λειτουργία του θαλάσσιου λιμένα του Πειραιά, στην από 19.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………../2019) ανακοπή, που άσκησε ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξέθετε ότι με επίσπευση της πρώτης των καθ’ων ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» εκπλειστηριάσθηκε το υπό σημαία Μάλτας πλοίο με την ονομασία «OG», πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία «………..» (………….) ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς …….. και κατακυρώθηκε στην εδρεύουσα στη Λεμεσό της Κύπρου ναυτική εταιρεία με την επωνυμία «…………..» ως υπερθεματίστρια, αντί του ποσού του 1.101.101 δολαρίων Η.Π.Α. Ότι στον υπ’αριθμ………/22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών του ως άνω Συμβολαιογράφου, που συντάχθηκε μετά τη διενέργεια του πλειστηριασμού, κατατάχθηκαν στο σύνολο του προς διανομή πλειστηριάσματος οι καθ’ων για αναγγελθείσες απαιτήσεις τους σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση σύμφωνα με τα ειδικότερα στο δικόγραφο της ανακοπής της διαλαμβανόμενα, και, ως εκ τούτου, εξαντληθέντος του πλειστηριάσματος, ουδεμία άλλη απαίτηση κατατάχθηκε. Ότι των καταταγεισών απαιτήσεων των καθ’ων, εκ των οποίων οι απαιτήσεις των δεύτερου, τρίτου και τέταρτου αφορούν σε μισθούς από την υπηρεσία τους στο πλοίο με τις ειδικότητες του Πλοιάρχου Α΄, του Α΄ Μηχανικού και του Υποπλοιάρχου αντίστοιχα δυνάμει συμβάσεων εργασίας, ενώ η απαίτηση της πρώτης εξ αυτών είναι εξασφαλισμένη με προτιμώμενη υποθήκη επί του πλοίου, προηγούνται εμπρόθεσμα και νομότυπα αναγγελθείσες (ληξιπρόθεσμες και απαιτητές) χρηματικές απαιτήσεις της ιδίας και συγκεκριμένα: 1) Απαίτηση, ποσού 8.828,62 ευρώ, που αφορά σε δικαιώματα παραβολής του ως άνω πλοίου σε ιδιωτικά ναυπηγεία για το χρονικό διάστημα από 1.11.2016 έως 31.1.2017 και 2) απαίτηση, ποσού 3.045,29 ευρώ, που επίσης αφορά σε τέτοια μισθώματα, πλην όμως μεταγενέστερης χρονικής περιόδου (από 1.7.2017 έως 31.7.2017), ήτοι απαιτήσεις της για παρασχεθείσες προς το μετέπειτα κατασχεθέν και εκπλειστηριασθέν πλοίο λιμενικές υπηρεσίες, συνολικού ποσού 11.637,82 ευρώ κατά κεφάλαιο, πλέον τόκων και χαρτοσήμου, ποσού 386,07 ευρώ, οι οποίες αναλυτικά περιγράφονται στις επιδοθείσες προς τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο αναγγελίες της, που έχουν αυτούσιες περιληφθεί στο δικόγραφο της ανακοπής της, μετά των συνημμένων στις ως άνω αναγγελίες και επίσης ενσωματωθέντων στην ανακοπή αντίστοιχων εκθέσεων επίδοσης, των πινάκων των σχετικών οφειλών, και των επ’αυτών εκδοθέντων τιμολογίων της. Ότι στον συνταχθέντα πίνακα κατάταξης εσφαλμένα και παρά το νόμο δεν κατατάχθηκε για τις ανωτέρω αναγγελθείσες απαιτήσεις της, συνολικού ποσού 11.873,91 ευρώ, οι οποίες είναι εξοπλισμένες με το προνόμιο της πρώτης τάξης του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., καθόσον αφορούν σε τέλη και δικαιώματα, που βαρύνουν το πλοίο, άλλως με το προνόμιο της ίδιας τάξης του άρθρου 19 παρ.6 του επέχοντος ισχύ ουσιαστικού νόμου «Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης του Ο.Λ.Π. και ελέγχου αυτής», του ελληνικού δικαίου εφαρμοστέου εν προκειμένω, όσον αφορά τη γένεση, ύπαρξη, έκταση και διάρκεια των ναυτικών προνομίων των απαιτήσεων των δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση, παρότι εκπλειστηριάσθηκε στην Ελλάδα αλλοδαπό πλοίο, και όχι του δικαίου της σημαίας του πλοίου αυτού (της Μάλτας), διότι πρόκειται περί σημαίας ευκαιρίας, αλλά και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η εφαρμογή του ανωτέρω αλλοδαπού δικαίου προσκρούει στην ελληνική δημόσια τάξη, όπως ειδικότερα εκθέτει στην ανακοπή της. Με την επίκληση αυτού του ιστορικού, ζήτησε, κατ’ ορθή εκτίμηση του αιτήματος της ανακοπής της, να μεταρρυθμισθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης δανειστών, ούτως ώστε να καταταγεί η ίδια σ’αυτόν οριστικά και προνομιακά για το ανωτέρω συνολικό ποσό των αναγγελθεισών απαιτήσεών της στη θέση των καθ’ων, οι οποίοι και να αποβληθούν της κατάταξης κατά το ισόποσο, καθώς και να καταδικασθούν στη δικαστική της δαπάνη. Περαιτέρω, η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..», με την από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ…………/21.6.2019) ανακοπή, που άσκησε ενώπιον του προαναφερθέντος πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ζήτησε, κατ’ορθή εκτίμηση του δικογράφου της, να μεταρρυθμισθεί ο αυτός ως άνω πίνακας κατάταξης δανειστών, ούτως ώστε να καταταχθεί η ίδια προνομιακά και τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης των εμπρόθεσμα και νομότυπα αναγγελθεισών απαιτήσεών της σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση, για το συνολικό ποσό αυτών, ανερχόμενο σε 779.153,58 δολάρια Η.Π.Α. (ισάξιο του ποσού των 697.478,82 ευρώ με βάση την επίσημη συναλλαγματική ισοτιμία της ημέρας σύνταξης του επίμαχου πίνακα, στο οποίο έχει συμπεριληφθεί το ποσό του αναλογούντος ΦΠΑ σε ποσοστό 24% των 134.995,90 ευρώ) και δη νομιμότοκα για έκαστο αναγγελθέν ποσό από την ημερομηνία επίδοσης της αντίστοιχης αναγγελίας προς τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο έως της τελεσιδικίας του πίνακα, άλλως επικουρικώς (να καταταχθεί) για το ανωτέρω ποσό των 679.478,82 ευρώ, νομιμοτόκως κατά τα προεκτεθέντα, και να αποβληθεί κατά το ισόποσο η καθ’ης, ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία  «……..»  και επισπεύδουσα την εκτέλεση, η οποία παρά το νόμο κατατάχθηκε σ’αυτόν οριστικά ως ενυπόθηκη δανείστρια της οφειλέτριας για το ποσό των 865.134,79 δολαρίων Η.Π.Α., με σκοπό την ικανοποίηση από το πλειστηρίασμα των ανωτέρω απαιτήσεών της, απορρεουσών από την παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού στις εγκαταστάσεις της στο κατασχεθέν και τελικά εκπλειστηριασθέν πλοίο με την ονομασία «OG», απολύτως αναγκαίων προκειμένου να διατηρηθεί στη κατάσταση που βρισκόταν προς εκπλήρωση του προορισμού του και να μην υποστεί βλάβη, όπως οι απαιτήσεις της αυτές αναλυτικά περιγράφονται κατά αιτία και χρονικό διάστημα, στο οποίο αφορούν, διά της ενσωμάτωσης στο δικόγραφο των επιδοθεισών αναγγελιών της,  επισημαίνοντας ότι το πλοίο μετά τον κατάπλου του στο ναυπηγείο της για επισκευές και μέχρι την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό του ουδέποτε απέπλευσε, και επικαλούμενη περαιτέρω ότι οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της απολαύουν προνομίου και κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου (της Μάλτας), αλλά και κατά το ημεδαπό δίκαιο, καθώς συνιστούν έξοδα φύλαξης και συντήρησής του από του κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα, όπου κατασχέθηκε και εκπλειστηριάσθηκε, με αποτέλεσμα να προηγούνται στην κατάταξη της εξασφαλισμένης με προτιμώμενη υποθήκη επί του πλοίου απαίτησης της καθ’ης, σύμφωνα με τα ειδικότερα στο δικόγραφο εκτιθέμενα, καθώς και να καταδικασθεί η αντίδικός της τράπεζα στη δικαστική της δαπάνη. Επί των ανωτέρω ανακοπών, καθώς και επί μίας ακόμη, που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω, διότι πρόκειται περί κεφαλαίου της εκκαλουμένης, που δεν έχει μεταβιβασθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την άσκηση έφεσης, εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 2032/2020 οριστική απόφαση του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, αφού συνεκδικάσθηκαν άπασες αυτές, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 937 παρ.3 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 614 επ. του ιδίου Κώδικα), και κρίθηκαν ως εμπροθέσμως και νομοτύπως ασκηθείσες, και, συνεπώς, περαιτέρω διερευνητέες ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων εκάστης, στη συνέχεια, όσον αφορά τις ανακοπές, στις οποίες αναφέρονται οι κρινόμενες εφέσεις, αφενός μεν απορρίφθηκε εν όλω η από 19.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ. καταθ……./2019) ανακοπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» (………) ως αβάσιμη, ενώ η από 21.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………../21.6.2019) ανακοπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………..» έγινε δεκτή, κατόπιν παραδοχής ως νόμω και ουσία βασίμου του πρώτου λόγου αυτής, και μεταρρυθμίσθηκε ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης δανειστών, ούτως ώστε αποβαλλομένης εν μέρει της απαίτησης της καθ’ης η ανωτέρω ανακοπή ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………», ως ενυπόθηκης δανείστριας της καθ’ης η εκτέλεση, για το ποσό των 779.153,58 δολαρίων Η.Π.Α., να καταταγεί στη θέση της η ανακόπτουσα εταιρεία στη δεύτερη τάξη, μετά τις απαιτήσεις των ανακοπτόντων της έτερης συνεκδικασθείσας ανακοπής, με την οποία δεν ασχολείται το παρόν Δικαστήριο, προνομιακώς και τυχαίως, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών της, για το ποσό των 628.349,67 δολαρίων Η.Π.Α., με το νόμιμο τόκο για κάθε επιμέρους αναγγελθέν ποσό και μόνον για το μέρος αυτού, που αφορά σε κεφάλαιο, από την επομένη της επίδοσης της αντίστοιχης αναγγελίας μέχρι την τελεσιδικία του πίνακα κατάταξης, καθώς και για το ποσό των 150.803,92 δολαρίων Η.Π.Α., που αφορά στον αναλογούντα στο ποσό του κεφαλαίου των απαιτήσεων Φ.Π.Α. (σε ποσοστό 24%), υπό τον όρο καταβολής του κεφαλαίου και έκδοσης από την ανακόπτουσα των σχετικών τιμολογίων. Ειδικότερα, όσον αφορά στην από 19.6.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………./2019) ανακοπή της ………, έγινε δεκτό με την πρωτόδικη απόφαση ότι η αναγγελθείσα απαίτηση της εταιρείας αυτής στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο δεν είναι εξοπλισμένη με προνόμιο κατά το δίκαιο της σημαίας του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, δηλ. της Μάλτας, που τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμοστέο, και δη είτε πρόκειται περί σημαίας ευκαιρίας είτε όχι, ότι οι σχετικές διατάξεις του ανωτέρω αλλοδαπού δικαίου, που δεν προβλέπουν τέτοιου είδους απαιτήσεις ως προνομιακές, δεν αντίκεινται στην ημεδαπή δημόσια τάξη, ότι η συγκεκριμένη απαίτηση δεν κατατάσσεται προνομιακά ούτε και κατά το ελληνικό δίκαιο, διότι κατά την ερμηνεία του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., σε συνδυασμό με το υπ’ αριθμ.1 παρ.7 άρθρο της Σύμβασης Παραχώρησης της πλειοψηφίας των μετοχών του …….. σε ιδιώτη, που κυρώθηκε με το ν.4404/2016,  οι απαιτήσεις της …………, που απορρέουν από την παροχή λιμενικών υπηρεσιών σε πλοίο, όπως είναι και η επίδικη, μετά την κύρωση της ανωτέρω Σύμβασης δε απολαύουν του προνομίου κατάταξης που είχε θεσπισθεί με το άρθρο 19 παρ.6 του Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης του Ο.Λ.Π., ο οποίος εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 45057/11/72 ΥΠΝΜΕ και Οικονομικών (ΦΕΚ 57/18.1.1973), και ο οποίος θα πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει έκτοτε καταργηθεί, με την επισήμανση  ότι στην  κρινόμενη περίπτωση η έναρξη της επίμαχης αναγκαστικής εκτέλεσης του πλοίου έπεται χρονικά της έναρξης της ισχύος της προαναφερθείσας Σύμβασης Παραχώρησης, κατά τα ειδικότερα στην εκκαλουμένη εκτιθέμενα, καθώς και ότι η απαίτηση της ανωτέρω ανακόπτουσας δε φέρει ούτε το χαρακτήρα τέλους η δικαιώματος που βαρύνει το πλοίο, καθόσον δεν αποτελεί αντάλλαγμα για την παροχή δημόσιας, αλλά ιδιωτικής υπηρεσίας, ώστε να απολαύει του προνομίου, που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 205 στοιχ.α΄του Κ.Ι.Ν.Δ., και επομένως, για τους λόγους αυτούς, ορθά δεν κατατάχθηκε ως προνομιακή στον προσβαλλόμενο πίνακα. Τέλος, με την ίδια απόφαση κρίθηκε ότι η αναγγελθείσα στον επί του πλειαστηριασμού υπάλληλο και μη καταταγείσα στον συνταχθέντα για τη διανομή του πλειστηριάσματος μεταξύ των δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση πίνακα απαίτηση της ανακόπτουσας της από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../21.6.2019) ανακοπής ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………» απολαύει προνομίου και κατά το δίκαιο της σημαίας του εκπλειστηριασθέντος πλοίου και κατά το ημεδαπό δίκαιο, διότι αφορά στο σύνολό της σε έξοδα φύλαξης και συντήρησης αυτού από τον κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα της κατάσχεσης και μέχρι την εκποίησή του με πλειστηριασμό, και, επομένως, θα έπρεπε, ως προνομιακή, να καταταγεί προ της ενυπόθηκης απαίτησης της καθ’ης η ανωτέρω ανακοπή ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..» στον προσβαλλόμενο πίνακα, πλην όμως παρά το νόμο δεν κατατάχθηκε, με αποτέλεσμα ο εν λόγω πίνακας να χρήζει κατά τούτο μεταρρύθμισης, όπερ και εγένετο κατά τα προεκτεθέντα. Κατά της απόφασης αυτής οι εν όλω ηττηθείσες στον πρώτο βαθμό διάδικοι των προαναφερθεισών ανακοπών (ανακόπτουσα της πρώτης και καθ’ης η δεύτερη ανακοπή αντίστοιχα), έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της ως άνω απόφασης,  παραπονούνται με τις συνεκδικαζόμενες με την παρούσα απόφαση εφέσεις τους. Πλέον συγκεκριμένα: 1) Η καθ’ης η από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./21.6.2019) ανακοπή ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…………..» με την ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………../16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ………/20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση σε σχέση με το επιμέρους κεφάλαιο αυτής, που αφορά στην ανωτέρω ανακοπή, για τους λόγους, που αναλυτικά παρατίθενται στο δικόγραφο του ένδικου μέσου και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως προς την επί της ανακοπής αυτής κρίση του, σύμφωνα με την οποία η αναγγελθείσα απαίτηση της ανακόπτουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………» είναι εξοπλισμένη με προνόμιο, τόσο κατά το δίκαιο της Μάλτας, όσο και κατά το ελληνικό δίκαιο, διότι πρόκειται περί εξόδων φύλαξης και συντήρησης του ανωτέρω πλοίου από τον κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα της κατάσχεσης και μέχρι την εκποίησή του με πλειστηριασμό, επικαλούμενη ειδικότερα α) ότι η εν λόγω απαίτηση κατά το μέρος, που αφορά σε οφειλόμενα μισθώματα για τον ελλιμενισμό του πλοίου στις εγκαταστάσεις της ανακόπτουσας, ήτοι για την εκμίσθωση από την τελευταία χώρου προβλήτας στο ναυπηγείο της κατά το χρονικό διάστημα από 17.6.2016 έως 31.10.2018, δε συνιστά έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου, ώστε να κατατάσσεται προνομιακά κατά το εφαρμοστέο αλλοδαπό δίκαιο, αλλά και κατά το ημεδαπό δίκαιο, διότι δεν εμπίπτει στην έννοια των δαπανών για την εκτέλεση στο πλοίο εργασιών αναγκαίων προς αποκατάσταση φθορών, προκληθεισών από την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, προκειμένου αφενός μεν να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας και κατάλληλο για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση, αφετέρου δε να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του προς όφελος των δανειστών, άλλως ότι, ακόμη και εάν ήθελε υποτεθεί ότι τα μισθώματα για την παραχώρηση της χρήσης της προβλήτας ελλιμενισμού ενός πλοίου πράγματι εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων φύλαξης και συντήρησης, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι και στην περίπτωση αυτή για να απολαύουν του ως άνω προνομίου κατάταξης θα πρέπει να αφορούν στο χρονικό διάστημα παραμονής του πλοίου στο ναυπηγείο, κατά το οποίο διενεργούνται σ’αυτό επισκευαστικές εργασίες αναγκαίες για τη διατήρηση της κατάστασής του υπό την προεκτεθείσα έννοια, και, επομένως, εν προκειμένω η απαίτηση της ανακόπτουσας θα έπρεπε να καταταγεί προνομιακά μόνον κατά το μέρος που αφορά σε μισθώματα του χρονικού διαστήματος από 17.6.2016 έως 31.7.2016, κατά το οποίο εκτελέσθηκαν στο πλοίο εργασίες επισκευής και όχι και ως προς τα μισθώματα του υπολοίπου χρονικού διαστήματος (από 1.8.2016 έως 31.10.2018), κατά το οποίο ουδεμία εργασία διενεργήθηκε επ’αυτού, και β) ότι οι εκτελεσθείσες από εξωτερικά συνεργεία στο πλοίο εργασίες, και ενώ αυτό βρισκόνταν ελλιμενισμένο σε μισθωμένο χώρο των εγκαταστάσεων της ανακόπτουσας, που αφορούσαν στην κύρια μηχανή του, συνίσταντο ειδικότερα στην ολοσχερή αντικατάστασή της, και όχι στην επισκευή της με σκοπό να καταστεί και πάλι λειτουργική, και συνεπώς, είχαν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της κατάστασης του πλοίου και την επαύξηση της αξίας του, όπερ συνεπάγεται ότι οι σχετικές απαιτήσεις της ανακόπτουσας δεν εμπίπτουν στις δαπάνες για την εκτέλεση αναγκαίων εργασιών, όπως η έννοια των εργασιών αυτών προεκτέθηκε στον πρώτο λόγο της έφεσής της, ώστε να απολαύουν του ως άνω προνομίου, καθώς και ότι οι απαιτήσεις της ανακόπτουσας κατά το μέρος, που αφορούν σε αμοιβή της για τη διενέργεια στο ναυπηγείο της επισκευών του γενικού πίνακα ελέγχου και των πλωριών βαρούλκων του πλοίου, καθώς και στην παροχή στο πλοίο ηλεκτρισμού και ύδατος, επίσης δεν κατατάσσονται προνομιακά διότι ομοίως δεν πρόκειται περί εξόδων φύλαξης και συντήρησης του πλοίου, που εξοπλίζονται με το προαναφερθέν προνόμιο. Ζητεί, ενόψει τούτων, την παραδοχή της έφεσής της και την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης κατά το εκκληθέν κεφάλαιο, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, ν’απορριφθεί στο σύνολό της η σε βάρος της ασκηθείσα ανακοπή. 2) Η ανακόπτουσα της από 19.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/2019) ανακοπής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» (……..) με την επίσης ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……./23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ………../24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της πλήττει την εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτής, που αφορά στην ανωτέρω ανακοπή της, για τους λόγους, που αναλυτικά παρατίθενται στο δικόγραφο του ένδικου αυτού μέσου και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως προς την επί της ανακοπής της απορριπτική κρίση του, σύμφωνα με την οποία η αναγγελθείσα στον πλειστηριασμό απαίτησή της δεν είναι εξοπλισμένη με το προβλεπόμενο στη διάταξη του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ. προνόμιο κατάταξης της πρώτης τάξης και ορθά δεν κατατάχθηκε ως προνομιακή στον προσβαλλόμενο πίνακα, διότι δεν πρόκειται περί «τελών και δικαιωμάτων, που βαρύνουν το πλοίο», επικαλούμενη ειδικότερα ότι ο νομοθέτης στην ως άνω διάταξη δε διακρίνει, σε σχέση με τα λιμενικά τέλη και δικαιώματα και την προνομιακή τους κατάταξη, μεταξύ λιμένων υπό δημόσια διαχείριση και λιμένων υπό ιδιωτική διαχείριση, ότι η προνομιακή κατάταξη των λιμενικών τελών και δικαιωμάτων συνδέεται αποκλειστικά με την παροχή τέτοιων υπηρεσιών σε πλοία ανεξαρτήτως του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των λιμένων, επισημαίνοντας ότι η ελληνική και η ενωσιακή νομοθεσία προβλέπουν ρητά τη δυνατότητα της ιδίας να επιβάλει «λιμενικά τέλη» υπό την ιδιότητα του θαλάσσιου λιμένος/παρόχου λιμενικών υπηρεσιών, παρότι πλέον διέπεται κατά βάση από το ιδιωτικό δίκαιο, καθώς και ότι ακόμη και μετά την ιδιωτικοποίησή της η λιμενική ζώνη του λιμένος του Πειραιά διατηρεί το χαρακτήρα της ως κοινόχρηστου δημοσίου πράγματος. Ζητεί, ενόψει τούτων,  την παραδοχή της έφεσής της, την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης κατά το εκκληθέν κεφάλαιο και την εξαρχής αναδίκαση της υπόθεσης, ούτως ώστε να γίνει δεκτή η ασκηθείσα ανακοπή της σε βάρος του προσβαλλόμενου πίνακα, ο οποίος και να μεταρρυθμισθεί, προκειμένου να καταταγεί σ’αυτόν για το σύνολο της αναγγελθείσας απαίτησής της στη θέση των καθ’ων.

Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά: (α) Την κατάθεση του εκτός δίκης εξετασθέντος, με πρωτοβουλία της ανακόπτουσας η από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../21.6.2019) ανακοπή ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………», κατάθεσης του μάρτυρός της ……….., η οποία δόθηκε, ενόψει της συζήτησης της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό, κατόπιν εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης της καθ’ης η ανωτέρω ανακοπή ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 422 παρ.1 και 3 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. ……..΄/19.11.2019 έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικού Επιμελητή ………..) και περιέχεται στην υπ’αριθμ………./25.11.2019 ένορκη βεβαίωση, που λήφθηκε ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………), β) όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά,   στα οποία περιλαμβάνονται  η προσκομιζόμενη με επίκληση σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα στον πρώτο βαθμό από την εκ των διαδίκων «………….» και ήδη στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας από τους τρεις πρώτους εφεσιβλήτους της από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………/23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ………./24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης της …….. νομική γνωμοδότηση του δικηγόρου Μάλτας Dr. ……………, καθώς και η από 25.11.2019 προσκομιζόμενη με επίκληση σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα από τη διάδικο «………….» νομική γνωμοδότηση του δικηγόρου Μάλτας Dr. ………., και γ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Με την υπ’αριθμ…../3.2.2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ………… κατασχέθηκε αναγκαστικά και, μετά από τρεις ματαιωθέντες πλειστηριασμούς, λόγω μη εμφάνισης πλειοδότη, εκπλειστηριάστηκε τελικά, με επίσπευση της εκ των διαδίκων ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..», στις 31.10.2018, ηλεκτρονικά ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….. το υπό σημαία Μάλτας Φ/Γ πλοίο με την ονομασία «OG», νηολογίου Βαλλέττα Μάλτας …/2006, με αριθμό ΙΜΟ …., αριθμ. MMSI …. και ΔΔΣ ….., μικτού βάρους 4.123 τόνων και καθαρού βάρους 2.349 τόνων, το οποίο ανήκε στην (τύποις εδρεύουσα στη Μάλτα, ουσιαστικά όμως στη Γλυφάδα Αττικής και επί της οδού ………, στον αριθμό …. αυτής) οφειλέτρια της ανωτέρω επισπεύδουσας τράπεζας εταιρεία με την επωνυμία «………….» (……….) και κατακυρώθηκε στην υπερθεματίστρια εταιρεία με την επωνυμία «………..», η οποία εδρεύει στη Λεμεσό της Κύπρου, αντί πλειστηριάσματος ποσού 1.100.001,00 δολαρίων Η.Π.Α.,  συνταχθεισών σχετικώς της υπ’αριθμ……../31.10.2018 Έκθεσης Δημοσίου Αναγκαστικού Ηλεκτρονικού Πλειστηριασμού πλοίου, καθώς και της υπ’αριθμ. ……../2.11.2018 Περίληψης Κατακυρωτικής Έκθεσης Πλοίου του ως άνω Συμβολαιογράφου ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου. Ο τελευταίος, λόγω ανεπάρκειας του επιτευχθέντος πλειστηριάσματος του κατασχεθέντος και εκπλειστηριασθέντος πλοίου προς ικανοποίηση των απαιτήσεων της επισπεύδουσας τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ανωτέρω ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, και των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση (στις οποίες περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις όλων των λοιπών διαδίκων των συνεκδικασθεισών στον πρώτο βαθμό ανακοπών), συνέταξε τον υπ’ αριθμ. ……../22.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών, στον οποίο και κατετάγησαν οι κάτωθι: 1.Οριστικά και προνομιακά, στην πρώτη τάξη των ναυτικών προνομίων του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., η επισπεύσασα τον πλειστηριασμό «…………….», για το ποσό των 165.658,10 δολαρίων Η.Π.Α., για δικαστικά έξοδα, που έγιναν προς το κοινό συμφέρον όλων των δανειστών, καθώς και για έξοδα φύλαξης του ανωτέρω πλοίου από την κατάσχεση και μέχρι και την εκποίησή του διά πλειστηριασμού. 2. Οριστικά και προνομιακά στην πρώτη τάξη ο ίδιος ο ως άνω Συμβολαιογράφος ως επί του πλειστηριασμού υπάλληλος για το ποσό των 2.275,60 δολαρίων Η.Π.Α., για έξοδα και αμοιβή του για την προδικασία και διαδικασία του πλειστηριασμού και για τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης. 3. Τυχαία, υπό την αίρεση της τελεσιδικίας των απαιτήσεών τους, στη δεύτερη τάξη προνομίων: α) Ο ………., για το συνολικό ποσό των 31.820,04 δολαρίων Η.Π.Α., εκ των οποίων ποσό 28.320,04 δολαρίων Η.Π.Α. ως κεφάλαιο οφειλομένων σε αυτόν δεδουλευμένων αποδοχών από την υπηρεσία του ως Πλοιάρχου Α΄ στο εκπλειστηριασθέν πλοίο και ποσό 3.500 δολαρίων Η.Π.Α. για αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης ναυτολόγησής του, β) ο …………., για το συνολικό ποσό των 24.188,73 δολαρίων Η.Π.Α, εκ των οποίων ποσό 20.938,73 δολαρίων Η.Π.Α. αφορά σε υπόλοιπο κεφαλαίου δεδουλευμένων αποδοχών του από την υπηρεσία του ως Α΄ Μηχανικού στο εκπλειστηριασθέν πλοίο και ποσό 3.250 δολαρίων Η.Π.Α. σε αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης ναυτολόγησής του και γ) ο ………, για το συνολικό ποσό των 10.923,74 δολαρίων Η.Π.Α., εκ των οποίων ποσό 8.923,74 δολαρίων Η.Π.Α. για κεφάλαιο δεδουλευμένων αποδοχών του από την υπηρεσία του στο εκπλειστηριασθέν πλοίο ως Υποπλοιάρχου και ποσό 2.000 δολαρίων Η.Π.Α. για οφειλόμενη σε αυτόν αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης ναυτολόγησής του. 4. Σε ολόκληρο το υπόλοιπο πλειστηρίασμα, ανερχόμενο στο ποσό των 865.134,79 δολαρίων Η.Π.Α., οριστικά η «………….», σε μερική εξόφληση των δια προτιμώμενης υποθήκης επί του εκπλειστηριασθέντος πλοίου εξασφαλιζομένων απαιτήσεών της, για μέρος των οποίων έχουν εκδοθεί οι υπ’αριθμ. …/2016 και …./2017 διαταγές πληρωμές του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Σύμφωνα δε με το άρθρο 978 παρ.2 του ΚΠολΔ προβλέφθηκε ότι, σε περίπτωση που δεν τελεσιδικούσαν οι απαιτήσεις των ανωτέρω τυχαίως καταταγέντων δανειστών, επί του συνολικού ποσού αυτών θα κατατασσόταν η «……………», ως ενυπόθηκη δανείστρια της καθ’ης η εκτέλεση, για τις λοιπές, εξασφαλισμένες με πρώτη προτιμώμενη υποθήκη επί του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, απαιτήσεις της. Κατόπιν τούτου, μη υπάρχοντος πλέον υπολοίπου ποσού πλειστηριάσματος προς διανομή, οι έτεροι αναγγελθέντες δανειστές της καθ’ης η εκτέλεση δεν κατετάγησαν προς ικανοποίηση των απαιτήσεών τους. Σημειωτέον ότι τα προαναφερθέντα συνιστούν επίσης παραδοχές και της εκκαλουμένης απόφασης, συναχθείσες από την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, οι οποίες δεν αμφισβητήθηκαν στον πρώτο βαθμό από τους διαδίκους, ούτε και πλήττονται με τις κρινόμενες εφέσεις.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1012 παρ.1 και 4 του ΚΠολΔ και 205 του ΚΙΝΔ προκύπτει ότι επί κατασχεμένου πλοίου που πλειστηριάστηκε, η κατάταξη των δανειστών στον πίνακα γίνεται κατά κύριο λόγο όπως ορίζουν οι διατάξεις του Κ.Ι.Ν.Δ. (ΑΠ 466/1996 ΕλλΔνη 39.347). Προηγούνται οι κατ’άρθρο 205 του ΚΙΝΔ προνομιούχες απαιτήσεις. Τα προνόμια του άρθρου αυτού είναι ειδικά και έχουν ως αντικείμενο ορισμένο πλοίο ή το ναύλο, εκτοπίζουν δε κάθε άλλο προνόμιο του κοινού δικαίου ή του ΚΠολΔ μόνον όταν αντικείμενο του πλειστηριασμού είναι πλοίο του οφειλέτη και όχι ακίνητό του (ΑΠ 1556/1998 ΕλλΔνη 40.1326). Στη συνέχεια κατατάσσονται οι ενυπόθηκες απαιτήσεις επί του πλοίου απλές ή προτιμώμενες (ΕφΠειρ 552/94 ΕΕμπΔ 1994.464). Μετά την ικανοποίηση και των απαιτήσεων αυτών στο τυχόν απομένον πλειστηρίασμα κατατάσσονται οι απαιτήσεις των άρθρων 975 και 976 του ΚΠολΔ, κατά την έκταση που δεν καλύπτονται από το άρθρο 205 του Κ.Ι.Ν.Δ. (ΕφΠειρ 81/88 ΕΝΔ 18.24, ΕφΠειρ 1112/86 ΕλλΔνη 28.493). Τελευταίοι κατατάσσονται οι εγχειρόγραφοι δανειστές. Οι ενυπόθηκοι δανειστές του ναυτικού δικαίου ικανοποιούνται κατά πλήρη προτεραιότητα σε σχέση με τους γενικούς προνομιούχους του ΚΠολΔ (ΕφΠειρ 1112/86, ό.π., Μπρίνιας Αναγκ. Εκτέλεση παρ. 632 δ΄, σελ. 2047 2048, Βαθρακοκοίλης ΚΠολΔ άρθρ. 1012 σελ. 456, 471, 473 Νικολόπουλος στην ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα άρθρ. 1012 σελ. 1981). Τα ναυτικά προνόμια επί του πλοίου γίνεται γενικά δεκτό ότι έχουν εμπράγματο χαρακτήρα και ρυθμίζονται από το δίκαιο της πολιτείας, τη σημαία της οποίας φέρει το πλοίο, σύμφωνα με τον κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του άρθρου 9 του ΚΙΝΔ. Κατά την άποψη όμως που επικρατεί ιδίως στη νομολογία το δίκαιο της σημαίας του πλοίου ρυθμίζει τη γένεση, έκταση, διάρκεια και απόσβεση των ναυτικών προνομίων, και δη έστω και αν οι απαιτήσεις που ασφαλίζονται με αυτά διέπονται από το δίκαιο άλλης πολιτείας (ΕΠ 599/2000 ΕΕμπΔ 2001.320, ΕΠ 1087/97 ΕΝΔ 26.42), ενώ η σειρά κατάταξης αυτών, σε περίπτωση πλειστηριασμού του πλοίου, θα κριθεί από το δίκαιο του τόπου της αναγκαστικής εκτέλεσης, δηλαδή από τη LEΧ FΟRΙ, αφού η λόγω προνομίου προτίμηση στην κατάταξη δεν αποτελεί στοιχείο της απαίτησης αλλά αφορά στη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους και κανονίζεται από το δικονομικό δίκαιο (ΑΠ 1762/1998 ΕΝΔ 1999 σελ. 83, ΑΠ 466/1996 ό.π,. ΑΠ 710/92 ΕΕΝ 93 σελ. 540, ΕΠ 599/2000 ό.π., ΕφΑθ 9639/98 ΕλλΔνη 40.387, ΕφΠειρ. 472/98 ΕΝΔ 1998 σελ. 418, ΕφΠειρ 1300, 1269/1997 ΕΝΔ 1998 σελ.124, 121). Συνεπώς, αν εκπλειστηριασθεί στην Ελλάδα αλλοδαπό πλοίο, δεν προηγείται της ναυτικής υποθήκης, οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου αναγνωρίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο της σημαίας του πλοίου, παρά μόνο εκείνα που όμοιά τους, κατά τη φύση και το χαρακτήρα, προβλέπει το άρθρο 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 1012 παρ.4 του ΚΠολΔ (ΑΠ 295/2002 ΕΝΑΥΤΔ 2002.117). Ειδικότερα, αν εκπλειστηριαστεί αλλοδαπό πλοίο στην Ελλάδα, οι απαιτήσεις που είναι εξοπλισμένες με ναυτικό προνόμιο, κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου, θα καταταγούν στη σειρά που προβλέπει για παρόμοιες, κατά τη φύση και το χαρακτήρα τους απαιτήσεις το άρθρο 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 1012 παρ. 4 του ΚΠολΔ, και μάλιστα πριν από τις απαιτήσεις που εξασφαλίζονται με υποθήκη, μόνον όμως αν το προνόμιο αυτό αναγνωρίζεται από το δίκαιο της χώρας, της οποίας τη σημαία έφερε το πλοίο κατά το χρόνο σύνταξης του πίνακα κατάταξης, ενώ στην αντίθετη περίπτωση σύμφωνα με τη διάταξη 9 του ΚΙΝΔ, δεν θα ληφθεί υπόψη και η αντίστοιχη απαίτηση δεν θα καταταγεί ως προνομιακή, ακόμη και αν η απαίτηση αυτή έχει δημοσιονομικό χαρακτήρα (ΑΠ 466/96 ό.π. ΕφΠειρ 599/2000 ό.π.). Αν και η LΕΧ FΟRΙ δεν αναγνωρίζει ως προνομιακή την απαίτηση που ασφαλίζεται με ναυτικό προνόμιο κατά το αλλοδαπό δίκαιο της σημαίας, τότε η εν λόγω απαίτηση δεν κατατάσσεται προνομιακά (ΕφΠειρ 270/2006 ΠειρΝομ 2006.242,   ΕφΠειρ 933/2006 ΕΝΑΥΤΔ 2007.49, ΕφΠειρ 3/2004 ΕΝΑΥΤΔ 2004.140, ΕφΠειρ 93/99 ΕΕμπΔ 1999 σελ. 560). Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 205 του ΚΙΝΔ (όπως αυτό ίσχυε κατά το χρόνο σύνταξης του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, που έλαβε χώρα στις 22.5.2019, δηλαδή μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 214 του ν.4072/2012, ΦΕΚ Α΄87/11.4.2012), καθιερώνεται ειδική σειρά κατάταξης και προσδιορίζονται τα ναυτικά προνόμια σε τέσσερις κατηγορίες, που αποκαλούνται τάξεις, στις οποίες εντάσσονται και κατατάσσονται: 1) Στην πρώτη τάξη και κατά την οριζόμενη σειρά: α) Οι συναφείς προς τη ναυσιπλοΐα φόροι, β) τα προς το κοινό συμφέρον των δανειστών γενόμενα δικαστικά έξοδα, γ) τα τέλη και δικαιώματα, που βαρύνουν το πλοίο, δ) τα εκ της ναυτολόγησης των ναυτικών δικαιώματα υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) και τα πρόστιμα, που επιβλήθηκαν ή επιβάλλονται από το Γραφείο Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας υπέρ του Κεφαλαίου Ανεργίας και Ασθενείας Ναυτικών (Κ.Α.Α.Ν). 2) Στη δεύτερη τάξη κατατάσσονται: α) Οι απαιτήσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος από τη σύμβαση εργασίας και β) τα έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου από τον κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα. 3) Στην τρίτη τάξη κατατάσσονται τα έξοδα και οι αμοιβές λόγω επιθαλάσσιας αρωγής διάσωσης και ναυαγιαίρεσης και 4) στην τέταρτη τάξη κατατάσσονται οι λόγω σύγκρουσης ή πρόσκρουσης πλοίων οφειλόμενες αποζημιώσεις για ζημιές σε πλοία, επιβάτες και φορτία. Περαιτέρω, σύμφωνα με το Νόμο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Merchant Shipping Act) του 1973, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, που ρυθμίζει την εμπορική ναυτιλία στη Μάλτα, τη σημαία της οποίας φέρει στην εξεταζόμενη υπόθεση το εκπλειστηριασθέν πλοίο και κατά το ουσιαστικό δίκαιο της οποίας θα κριθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω ο προνομιακός εμπράγματος χαρακτήρας των απαιτήσεων των διαδίκων, ένα χρέος ή άλλη υποχρέωση μπορεί να εξασφαλισθεί: α. Δυνάμει υποθήκης που αποτελεί ειδικό εμπράγματο δικαίωμα επί του πλοίου, β. δυνάμει γενικής υποθήκης που βαρύνει όλα τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε πλοίου του οποίου μπορεί ο οφειλέτης να είναι κύριος, γ. δυνάμει ειδικού προνομίου επί του πλοίου (σχετικά πρέπει να σημειωθεί ότι τα ειδικά προνόμια γεννώνται εκ του νόμου και όχι δυνάμει σύμβασης). Ως προς τα ειδικά προνόμια σε πλοία προβλέπονται τα εξής: (Μέρος II) § 50. Τα κατωτέρω καθοριζόμενα χρέη εξασφαλίζονται με ένα ειδικό προνόμιο επί του πλοίου, καθώς και επί του προϊόντος από αποζημίωση που προκύπτει από συγκρούσεις και άλλα ατυχήματα καθώς και επί του προϊόντος της ασφαλιστικής αποζημίωσης: (α) Δικαστικές δαπάνες που έγιναν σε σχέση με την πώληση του πλοίου και τη διανομή του προϊόντος της πώλησης, (β) αμοιβές και άλλες δαπάνες προς το νηολόγιο των πλοίων σημαίας Μάλτας που προκύπτουν σύμφωνα με τον Νόμο αυτό, (γ) τέλη χωρητικότητας, (δ) μισθοί και έξοδα για αρωγή, διάσωση και για πλοηγία, (ε) οι μισθοί φυλάκων και τα έξοδα για τη φύλαξη του πλοίου από το χρόνο κατάπλου του,στο λιμάνι μέχρι το χρόνο πώλησής του, (στ) μίσθωμα των αποθηκών στις οποίες,φυλάσσονται τα παραρτήματα και τα εξαρτήματα του πλοίου, (ζ) δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου και των παραρτημάτων του, συμπεριλαμβανομένων εφοδίων και προμηθειών στο πλήρωμα που έλαβαν χώρα μετά την τελευταία είσοδο στο λιμάνι, (η) οι μισθοί και άλλα ποσά που οφείλονται στον πλοίαρχο, στους αξιωματικούς και στα άλλα μέλη του πληρώματος του πλοίου σε σχέση με την υπηρεσία τους στο πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων επαναπατρισμού και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που οφείλονται για λογαριασμό τους, (θ) αποζημίωση πλέον τόκων προς οποιονδήποτε ναυτικό για θάνατο ή σωματική βλάβη και δαπάνες που οφείλονται για νόσο, κακώσεις ή σωματικές βλάβες οποιουδήποτε ναυτικού, (ι) ποσά που οφείλονται σε δανειστές για εργασία και επισκευές πριν τον απόπλου του πλοίου για το τελευταίο του ταξίδι, υπό την προϋπόθεση ότι ένα τέτοιο προνόμιο δεν είναι σύννομο όταν το χρέος δεν έχει συναφθεί απευθείας με τον πλοιοκτήτη ή τον πλοίαρχο ή έναν εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του πλοιοκτήτη, (ια) πρακτορειακές αμοιβές που οφείλονται για το πλοίο μετά τον τελευταίο κατάπλου του στο λιμάνι, σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο του λιμένος και οποιεσδήποτε καταβολές έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια μίας τέτοιας χρονικής περιόδου και δεν απολαμβάνουν προνομίου σύμφωνα με τις παραγράφους (α) έως (θ), αλλά σε κάθε περίπτωση για συνολικό ποσό που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες μονάδες, (ιβ) χρήματα τα οποία δανείσθηκε ο πλοίαρχος για τα απαραίτητα έξοδα του πλοίου κατά τη διάρκεια του τελευταίου ταξιδιού του, και η απόδοση του τιμήματος των αγαθών που πωλήθηκαν από εκείνον για τον ίδιο σκοπό, (ιγ) χρήματα που οφείλονται σε δανειστές για εφόδια, τρόφιμα, ενδυμασία και εξοπλισμό, πριν την αναχώρηση του πλοίου για το τελευταίο του ταξίδι, υπό την προϋπόθεση ότι τέτοιο προνόμιο δεν θα είναι σύννομο όταν το χρέος δεν έχει συναφθεί απευθείας με τον πλοιοκτήτη ή τον πλοίαρχο ή έναν εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο του πλοιοκτήτη, (ιδ) αποζημίωση πλέον τόκων που οφείλονται στους ναυλωτές λόγω μη παράδοσης των φορτωθέντων αγαθών και για βλάβες αυτών των αγαθών λόγω πταίσματος του πλοιάρχου ή του πληρώματος, (ιε) αποζημίωση πλέον τόκων που οφείλονται σε άλλο πλοίο ή στο φορτίο του σε περιπτώσεις σύγκρουσης πλοίων, (ιστ) το χρέος που καθορίζεται στο άρθρο 2009 (δ) του Αστικού Κώδικα για το υπόλοιπο του τιμήματος από την πώληση του πλοίου. Τα χρέη που εξασφαλίζονται με εγγεγραμμένες υποθήκες κατατάσσονται μετά τα προνόμια που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (ια) του άρθρου 50 του Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας, αλλά πριν από αυτά που αναφέρονται στις παραγράφους (ιβ) έως (ιστ) του εν λόγω άρθρου. Οι υποθήκες επίσης κατατάσσονται μετά τα χρέη που οφείλονται στους επισκευαστές πλοίων, στα ναυπηγεία ή άλλους δανειστές στη φύλαξη και εξουσία των οποίων τέθηκε ένα πλοίο για την εκτέλεση εργασιών ή άλλους σκοπούς, ενόψει των οποίων αυτοί οι δανειστές απολαύουν δικαίωμα κατοχής του πλοίου [βλ. σχετ. περί των ανωτέρω την προσκομιζόμενη στον πρώτο βαθμό με επίκληση σε νόμιμη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα από την «………..» και ήδη στον  παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας από τους τρεις πρώτους εφεσιβλήτους της από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ. καταθ……../23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ……/24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης της ………. νομική γνωμοδότηση του δικηγόρου Μάλτας Dr. ……….., η οποία έχει το χαρακτήρα γνωμοδότησης του άρθρου 390 του ΚΠολΔ και επιτρεπτά, κατ’άρθρο 337 του ίδιου Κώδικα, λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο αυτό για την απόδειξη του αλλοδαπού δικαίου (ΕφΠειρ 1269/1997 ΕΝαυτΔ 1998.121, ΕφΠειρ 497/2003 ΕΝαυτΔ 2003.447)]. Στην προκειμένη περίπτωση από τα προεκτεθέντα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν επιπροσθέτως και τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Μεταξύ των αναγγελθέντων και μη ικανοποιηθέντων μετά τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση ήταν και η ανακόπτουσα της από 19.6.2019 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………../19.6.2019) ανακοπής ανώνυμος εταιρεία με την επωνυμία «………..». Η τελευταία με την υπ’αριθμ. πρωτ. …../10.3.2017 αναγγελία της προς τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο ανήγγειλε απαίτησή της συνολικού ποσού 8.828,62 ευρώ, εκ των οποίων ποσό 8.592,53 αφορούσε σε κεφάλαιο και ποσό 236,09 ευρώ σε τόκους και χαρτόσημο, σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση και της εταιρείας με την επωνυμία «……….», ως διαχειρίστριας του εκπλειστηριασθέντος πλοίου, απορρέουσα από την παροχή υπηρεσιών προς το πλοίο αυτό κατά το χρονικό δάστημα από 1.11.2016 μέχρι 31.1.2017, και ζήτησε την κατάταξή της στον συνταχθησόμενο πίνακα. Ακολούθως, διά της με υπ’αριθμ. πρωτ. ……/20.12.2017 συμπληρωματικής αναγγελίας της, επίσης απευθυνομένης κατά της πλοιοκτήτριας – καθ’ ης η εκτέλεση και της διαχειρίστριας του ανωτέρω πλοίου εταιρείας, ζήτησε να καταταγεί από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο και για το συνολικό ποσό των 3.045,29 ευρώ, εκ των οποίων ποσό 2.895,31 ευρώ αφορούσε σε κεφάλαιο και ποσό 149,98 ευρώ σε τόκους και χαρτόσημο, για δικαιώματά της από την παραβολή του πλοίου σε ιδιωτικά ναυπηγεία κατά το χρονικό διάστημα από 1.7.2017 μέχρι 31.7.2017. Σε σχέση με τις ανωτέρω αναγγελθείσες απαιτήσεις ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος αναφέρει στον πίνακα κατάταξης δανειστών, που συνέταξε, ότι δεν απολαύουν προνομίου με βάση το δίκαιο της Μάλτας, ότι γεννήθηκαν μετά την ισχύ του ν.4404/2016, δηλαδή μετά την ιδιωτικοποίηση της ………… και “επομένως απορρέουν εξ εννόμου σχέσεως του ιδιωτικού δικαίου”, καθώς και ότι σε κάθε περίπτωση περιγράφονται αορίστως στις αναγγελίες διότι δεν εξηγείται σ’αυτές ο λόγος, για τον οποίο ευθύνεται η καθ’ης η εκτέλεση – πλοιοκτήτρια προς καταβολή των οφειλομένων ποσών, ενώ τα αντίστοιχα τιμολόγια φέρονται να έχουν εκδοθεί από την αναγγελθείσα εταιρεία σε βάρος της εταιρείας «……………», καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ως απαιτήσεις στερούμενες προνομίου θα καταταγούν μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων, που είναι εξοπλισμένες με προνόμιο, και εφόσον απομείνει υπόλοιπο πλειστηριάσματος προς διανομή. Τελικά η ανωτέρω εταιρεία δεν κατατάχθηκε στον συνταχθέντα από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο πίνακα λόγω εξάντλησης του πλειστηριάσματος μετά την κατάταξη των δανειστών που προαναφέρθηκαν. Επακολούθησε η άσκηση από την τελευταία της από 19.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./19.6.2019) ανακοπής της κατά του πίνακα κατάταξης του άρθρου 979 του ΚΠολΔ με το προεκτεθέν περιεχόμενο. Επί της ανακοπής αυτής το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε με την εκκαλουμένη απόφασή του ότι οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της ανακόπτουσας εταιρείας, που αφορούν σε δικαιώματα παραβολής του εκπλειστηριασθέντος στην Ελλάδα αλλοδαπού πλοίου σε προβλήτα ναυπηγείου, δεν εξοπλίζονται με προνόμιο, σύμφωνα με τις παρατεθείσες στη μείζονα σκέψη της απόφασής του διατάξεις του δικαίου της Μάλτας, που κρίθηκε ότι εφαρμόζεται εν προκειμένω, ως το δίκαιο της σημαίας του πλοίου κατά το χρόνο σύνταξης του προσβαλλόμενου πίνακα, με αποτέλεσμα να μην προηγούνται στην κατάταξη των απαιτήσεων των καθ’ων η ανακοπή, ότι το δίκαιο της Μάλτας τυγχάνει εφαρμοστέο είτε πρόκειται περί σημαίας ευκαιρίας είτε όχι, καθώς και ότι οι σχετικές διατάξεις του δικαίου αυτού, οι οποίες δεν αναγνωρίζουν προνόμιο σε τέτοιου είδους απαιτήσεις από την παροχή λιμενικών υπηρεσιών, δεν είναι προφανώς αντίθετες με τα χρηστά ήθη και την ημεδαπή δημόσια τάξη, δηλαδή με το σύνολο των θεμελιωδών αρχών και αντιλήψεων ηθικού, πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα, που διέπουν τη ζωή στην Ελλάδα στη σύγχρονη εποχή, ώστε να αποκλεισθεί η εφαρμογή τους με βάση τη διάταξη του άρθρου 33 του Α.Κ., και επομένως, ορθά δεν κατατάχθηκαν ως προνομιακές από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο με βάση το δίκαιο του τόπου της εκτέλεσης (lex fori), ήτοι το ελληνικό, κατά το οποίο έγινε επίσης δεκτό με την ίδια απόφαση ότι κρίνεται η σειρά κατάταξης των προνομίων των δανειστών στην περίπτωση αυτή. Κατόπιν των ανωτέρω παραδοχών απέρριψε ως αβάσιμο τον προβληθέντα με το δικόγραφο της ανακοπής ισχυρισμό της ανακόπτουσας ότι στην κρινόμενη περίπτωση, όσον αφορά τη γένεση, ύπαρξη, έκταση και απόσβεση των ναυτικών προνομίων των δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση για την κατάταξη και, συνακόλουθα, την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους, θα πρέπει να εφαρμοσθεί αποκλειστικά και μόνον το ελληνικό δίκαιο ως το δίκαιο του τόπου της εκτελεστικής διαδικασίας (lex fori), σύμφωνα με το οποίο οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της εξοπλίζονται με προνόμιο κατάταξης πρώτης τάξης α) διότι πρόκειται περί τελών και δικαιωμάτων, που βαρύνουν το πλοίο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 205 στοιχ.α΄του Κ.Ι.Ν.Δ., β) άλλως διότι στη διάταξη του άρθρου 19 παρ.6. του επέχοντος ισχύ ουσιαστικού νόμου «Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης του ………. και ελέγχου αυτής» ορίζεται ότι «προκειμένου περί δικαιωμάτων παραβολής, προσορμίσεως, επισκευής και αργίας, ως και μεταφοράς αποσκευών και τουριστικών αυτοκινήτων, εάν το εκπλειστηριαζόμενο πράγμα είναι πλοίο, ο ……. κατατάσσεται προνομιακώς κατά την εν άρθρω 205 εδαφ.α΄ του Κ.Ι.Ν.Δ. οριζομένην τάξιν, ως βαρύνοντα και παρακολουθούντα το πλοίον», και όχι το ανωτέρω αλλοδαπό δίκαιο, καθόσον το εκπλειστηριασθέν πλοίο προς καταστρατήγηση της εγχώριας έννομης τάξης έφερε σημαία ευκαιρίας (της Μάλτας), δηλαδή ενός κράτους που δεν εξοπλίζει με προνόμιο τις απαιτήσεις από τις παρεχόμενες σε πλοία λιμενικές υπηρεσίες και από τα εξ αυτών οφειλόμενα τέλη, αλλά και λόγω του δημοσιονομικού χαρακτήρα του συγκεκριμένου προνομίου, δεδομένης της σημασίας του λιμένος του Πειραιά για την εθνική οικονομία, με αποτέλεσμα ο περιορισμός των σχετικών δικαιωμάτων και προνομίων της από αλλοδαπό κανόνα δικαίου να προσκρούει στην ευρύτερη ελληνική δημόσια τάξη. Η κρίση αυτή του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι δηλ. οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της ανακόπτουσας ………….. δεν εξοπλίζονται με προνόμιο πρωτίστως κατά το δίκαιο της σημαίας του εκπλειστηριασθέντος στην Ελλάδα αλλοδαπού πλοίου, με αποτέλεσμα να μην προηγούνται κατά την κατάταξη στο εκπλειστηρίασμα των απαιτήσεων των καθ’ων της ανωτέρω ανακοπής, και, επομένως, ορθά δεν κατετάγησαν ως προνομιακές από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο στον προσβαλλόμενο πίνακα σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, που καθορίζει τη σειρά κατάταξης των εν λόγω προνομίων,  θα αρκούσε άνευ ετέρου για την κατ’ουσίαν απόρριψη της ανακοπής αυτής στο σύνολό της, διότι, όπως έχει ήδη επισημανθεί, εάν εκπλειστηριασθεί αλλοδαπό πλοίο στην Ελλάδα, οι απαιτήσεις που είναι εξοπλισμένες με ναυτικό προνόμιο κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου θα καταταγούν στη σειρά που προβλέπει για παρόμοιες, κατά τη φύση και το χαρακτήρα τους απαιτήσεις το άρθρο 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 1012 παρ.4 του ΚΠολΔ, όπερ συνεπάγεται ότι μόνον εάν το ίδιο αυτό προνόμιο του ελληνικού δικαίου αναγνωρίζεται ως τέτοιο και από το δίκαιο της χώρας, της οποίας τη σημαία έφερε το πλοίο κατά το χρόνο σύνταξης του πίνακα κατάταξης, θα καταταγούν προνομιακά με τη σειρά που καθορίζεται από τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου, διαφορετικά δε θα καταταγούν ως προνομιακές, έστω και εάν απολαύουν προνομίου κατά το ελληνικό δίκαιο, δηλαδή θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να έχουν τον ίδιο προνομιακό – εμπράγματο χαρακτήρα και κατά το αλλοδαπό δίκαιο της σημαίας του πλοίου. Όμως παρόλα αυτά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ως εκ περισσού ερεύνησε περαιτέρω την υπόθεση επί της ανακοπής και δέχθηκε επιπροσθέτως με την εκκαλουμένη απόφασή του ότι οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της ανακόπτουσας και ήδη εκκαλούσας …………… από την παροχή προς το εκπλειστηριασθέν πλοίο λιμενικών υπηρεσιών, που ειδικότερα αφορούσαν σε δικαιώματα παραβολής αυτού σε ιδιωτικά ναυπηγεία, δεν απολαύουν προνομίου ούτε κατά το ελληνικό δίκαιο, ήτοι το δίκαιο του τόπου της αναγκαστικής εκτέλεσης, διότι, αφενός μεν ο Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης του …………., ο οποίος εγκρίθηκε με την υπ’αριθμ. 45057/11/72 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 57/18.1.1973), και προέβλεπε ότι οι απαιτήσεις αυτού του είδους κατατάσσονται προνομιακά στην πρώτη τάξη προνομίων του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., μετά την κύρωση της Σύμβασης Παραχώρησης της ………… σε ιδιώτες επενδυτές με το ν.4404/2016, που είχε ως αποτέλεσμα ότι η ανωτέρω εταιρεία απώλεσε το χαρακτήρα της ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου «διφυούς» χαρακτήρα και μετετάγη σε καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με αμιγή χαρακτήρα επιχειρηματικής εκμετάλλευσης, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει έκτοτε καταργηθεί και δεν ισχύει, με την επισήμανση ότι στην κρινόμενη περίπτωση η έναρξη της επίμαχης αναγκαστικής εκτέλεσης εντοπίζεται χρονικά μεταγενέστερα της έναρξης της ισχύος της ως άνω Σύμβασης, αφετέρου δε διότι οι απαιτήσεις της ανακόπτουσας, την προνομιακή κατάταξη των οποίων στον προσβαλλόμενο πίνακα διώκει, «δε φέρουν πλέον το χαρακτήρα του τέλους ή του δικαιώματος, δηλαδή της χρηματικής παροχής την οποία επιβάλλει το Κράτος ή, δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως, έτερο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, σε όσους χρησιμοποιούν ορισμένη υπηρεσία δημοσίας φύσεως προς κάλυψη της δαπάνης, την οποία συνεπάγεται η οργάνωση και παροχή της υπηρεσίας αυτής, καθόσον δεν αποτελεί αντάλλαγμα προσφερόμενης ειδικής δημοσίας υπηρεσίας, αλλά αντίτιμο παρεχόμενης ιδιωτικής υπηρεσίας…», με αποτέλεσμα να μην καλύπτονται από το προνόμιο της διάταξης του άρθρου 205 στοιχ.α΄του Κ.Ι.Ν.Δ. Οι αιτιολογίες αυτές δεν ήταν απαραίτητες για τη στήριξη του απορριπτικού της ανακοπής της …………. διατακτικού της εκκαλουμένης, αλλά παρατέθηκαν πλεοναστικά. Τούτο σημαίνει ότι όλοι οι λόγοι της από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………./23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ………/24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης της εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ανακόπτουσας ……………, όπως εκτιμώνται στο σύνολό τους από το παρόν Δικαστήριο και το περιεχόμενό τους έχει ήδη συνοπτικά παρατεθεί, οι οποίοι πλήττουν αυτές ακριβώς τις αιτιολογίες της εκκαλουμένης, προσάπτοντας αιτιάσεις, που αφορούν αποκλειστικά και μόνον στην κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της εκκαλούσας δεν απολαύουν του προβλεπομένου στη διάταξη του άρθρου 205 στοιχ.α΄του Κ.Ι.Ν.Δ. προνομίου ως τέλη και δικαιώματα, που βαρύνουν το πλοίο, είναι αλυσιτελείς, και, επομένως, απορριπτέοι τυγχάνουν ως απαράδεκτοι, αφού, και εάν ακόμη υποτεθούν βάσιμοι, δεν μπορούν να επιφέρουν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση της προσβαλλομένης απόφασης, ούτε, συνεπώς, να βελτιώσουν τη νομική θέση της ανωτέρω διαδίκου, καθώς δεν πλήττεται ταυτόχρονα με την έφεσή της και η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι οι απαιτήσεις της δεν εξοπλίζονται με προνόμιο κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου (της Μάλτας), όπως οπωσδήποτε απαιτείται για την προνομιακή κατάταξη απαιτήσεων δανειστών σε περίπτωση πλειστηριασμού στην Ελλάδα αλλοδαπού πλοίου, διαφορετικά δεν κατατάσσονται ως προνομιακές στον πίνακα για τη διανομή του πλειστηριάσματος, δηλαδή ακόμη και εάν προβλέπονται ως τέτοιες κατά το ελληνικό δίκαιο, ούτε η απορριπτική κρίση του επί του ισχυρισμού της ότι σε σχέση με τα προνόμια των δανειστών της καθ’ης η εκτέλεση τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής μόνον το ελληνικό δίκαιο, και όχι της Μάλτας, διότι το εκπλειστηριασθέν πλοίο έφερε σημαία ευκαιρίας, και διότι οι διατάξεις του ως άνω αλλοδαπού δικαίου, που δεν εξοπλίζουν με προνόμιο κατάταξης απαιτήσεις από την παροχή λιμενικών υπηρεσιών σε πλοία, αντίκεινται στην ημεδαπή δημόσια τάξη. Κατά συνέπειαν, και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι προς διερεύνηση, πρέπει η ανωτέρω έφεση ν’ απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ’ουσίαν αβάσιμη και τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων αυτής για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής με τις προτάσεις τους σχετικού αιτήματός τους, να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ). Ως προς το παράβολο, τέλος, ποσού 100 ευρώ, που η εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία προκατέβαλε κατά την κατάθεση της έφεσής της, πρέπει, για τον ίδιο λόγο, να διαταχθεί η εισαγωγή του στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.3, Γ, εδαφ.ε΄του ΚΠολΔ).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 205 του  Κ.Ι.Ν.Δ. (όπως αυτό ίσχυε κατά το χρόνο σύνταξης του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης, δηλαδή μετά την τροπο­ποίηση του από το άρθρο 214 του ν. 4072/2012), «τα από του κατάπλου του πλοίου εις τον τελευταίον λιμένα έξοδα φυλάξεως και συντηρήσεως» κατατάσσονται προνομιακά. Οι όροι «κατάπλους εις τον τελευταίον λιμένα» και «έξοδα φυλάξεως και συ­ντηρήσεως» υποδηλώνουν, ο μεν πρώτος, τον λιμένα, όπου κατασχέθηκε το πλοίο και εξ αυτού του λόγου δεν κατέστη εφικτός ο απόπλους αυτού, ο δε δεύτερος, τα έξο­δα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου, ώστε να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του, τα οποία δεν είναι αναγκαίο μεν να έχουν γίνει οπωσδήποτε μετά την κατά­σχεση (ΑΠ 295/2002 ΕΝΔ 30.117, ΑΠ 52/1995 ΕΝΔ 23.200), πρέπει, όμως, σε κάθε περίπτωση να συνδέονται αιτιωδώς προς αυτή, ώστε, στην περίπτωση πλοί­ου ακινητοποιημένου ή παροπλισμένου από άλλο λόγο, όσα  έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου έγιναν μέχρι την επακολουθήσασα κατάσχεσή του  δεν απολαμβάν­ουν το προαναφερόμενο προνόμιο (ΕφΠειρ 275/2012, ΕφΠειρ 147/2010 ΕΝΔ 38.241). Ως έξοδα συντήρησης του πλοίου, ειδικότερα, νοούνται εκείνα που γίνονται για την επίβλεψη και αναγκαία φροντίδα διαφύλαξης και διασφάλισης του πλοίου στην κατάσταση που βρίσκεται με τα συστατικά και παραρτήματά του, με άλλα λόγια  όλα όσα δαπανήθηκαν από την είσοδο του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου επακολούθησε η αναγκαστική του κατάσχεση, τα οποία είναι αναγκαία για την αποκατάσταση των φθορών που προκλήθηκαν από την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, ώστε να διατηρη­θεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομική μονάδα, κατάλληλου για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του (ΑΠ 295/2002 ΕΝΔ 30.117, ΑΠ 52/1995 ΕλλΔνη 38.1087, ΑΠ 936/1989 ΕλλΔνη 31.1011, ΑΠ 284/1989 ΕλλΔνη 31.1011, ΑΠ 179/1989 ΕΝΔ 17.201, ΑΠ 1524/1980 ΕΝΔ 9.486, βλ. και Κ. Ρόκα, Ναυτ. Δικ., παρ. 35, σελ. 130, I. Μπρίνια: Αναγκ. Εκτ. Β΄, παρ. 632, Α. Αντάπαση: Ναυτικά Προνόμια, σελ. 150, 151, Δ. Καμβύση: Ιδ. Ναυτ.Δικ., αριθμ. 205, σελ.576). Συμπερασματικά στα έξοδα συντήρησης περιλαμβάνονται οι δαπάνες εκείνες από τον κατάπλου στο τελευταίο λιμένα, οι οποίες συνετέλεσαν ώστε να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα αυτό και μέχρι του πλειστηριασμού του στη κατάσταση που βρίσκεται, σώο και αναλλοίωτο, άλλως τα έξοδα «επιστασίας και αναγκαίας μερίμνης». Ενδεικτικά σ’αυτά εντάσσονται οι δαπάνες και οι αμοιβές των αναγκαίων για τον ανωτέρω σκοπό υπηρεσιών και φροντίδων, οι δαπάνες που συνετέλεσαν ή επέδρασαν στην αποτροπή απώλειας ή καταστροφής ή γενικώς βλάβης του πλοίου ή της μη αχρήστευσης του προορισμού του (σχετ. Β. Βαθρακοκοίλη ΕρμΚΠολΔ, υπό άρθρο 1012). Συνεπώς, δεν προ­ηγείται της ναυτικής υποθήκης οποιοδήποτε προνόμιο επί του πλοίου και του ναύλου, αναγνωριζόμενο από το ημεδαπό ή αλλοδαπό ουσιαστικό δίκαιο, ως εξοπλίζον απαί­τηση για δαπάνες κ.λπ. οποιωνδήποτε εργασιών που εκτελέστηκαν στο πλοίο, αλλά μόνο εκείνων που έγιναν για τις πιο πάνω περιγραφόμενες εργασίες φύλαξης και συντήρησης. Πρέπει όμως να διευκρινισθεί ότι οι δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου ακινητοποιημένου σε κατά­σταση ασφαλούς επίπλευσης καλύπτονται οπωσδήποτε από το πιο πάνω προνόμιο (ΑΠ 284/1989 ΕλλΔνη 31.1011), χωρίς αυτό να έχει την έννοια ότι μόνο οι δαπάνες που αποβλέπουν την ασφαλή επίπλευση του ακινητοποιημένου πλοίου καλύπτονται, αφού όπως προαναφέρθηκε, είναι προνομιούχες και όλες οι αναγκαίες δαπάνες που έγιναν προς αποκατάσταση των φθορών που προαναφέρθηκαν. Αποκλείονται κατά συνέπεια του προνομίου οι κάθε φύσεως δαπάνες εκμετάλλευσης του πλοίου σύμφω­να με τον προορισμό του, καθώς και οι κάθε φύσεως δαπάνες για την επισκευή του πλοίου που αποβλέπουν στη βελτίωση ή τη μεταβολή της κατάστασής του και στην επαύξηση και όχι στη διατήρηση της αξίας του (ΕφΠειρ 76/2022, ΕφΠειρ 163/2003 ΤΝΠ Νόμος). Το προνόμιο αυτό έχει ως έρεισμα λόγους επιείκειας καθώς η φύλαξη του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι προστατεύει μεν τα συμφέροντα του πλοιοκτήτη, ωφελεί όμως άμεσα και το σύνολο των δανειστών, διότι, χωρίς το προνόμιο αυτό, ο οφειλέτης διακινδυνεύει να μη βρει φύλακες πρόθυμους να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και έτσι το πλοίο να παραμένει χωρίς προστασία ενόψει του πλειστηριασμού, προς βλάβη των δανειστών. Στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο που κατασχέθηκε βρισκόταν επί μεγάλο χρονικό διάστημα παροπλισμένο στο ίδιο λιμάνι στο οποίο και πλειστηριάστηκε, το λιμάνι αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ο “τελευταίος λιμένας μετά τον κατάπλου”, έτσι ώστε κάθε δαπάνη φύλαξης και συντήρησης που έγινε κατά το διάστημα αυτό να καλύπτεται από το πιο πάνω προνόμιο. Τούτο δε, διότι, δεν πρόκειται για λιμάνι στο οποίο το πλοίο ακινητοποιήθηκε και παρακωλύθηκε να αποπλεύσει συνεπεία της κατάσχεσης, αλλά η ακινητοποίησή του αυτή ήταν άσχετη με την κατάσχεση, αφού το πλοίο είχε καταπλεύσει με τον αποκλειστικό σκοπό να ακινητοποιηθεί και να παροπλισθεί επί μακρό χρόνο (ΑΠ 1556/2017 Αρμ 2018.245, ΑΠ 553/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Η κατά το ίδιο αυτό άρθρο «συντήρηση» περιλαμβάνει και τις αναγκαίες για τη διατήρηση του πλοίου δαπάνες, με σκοπό τη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, επομένως εκείνες που συνετέλεσαν ή επέδρασαν στην ανατροπή απώλειας ή καταστροφής του πλοίου, ώστε να διατηρηθεί αυτό στο λιμάνι μέχρι του πλειστηριασμού στην κατάσταση που βρίσκεται, σώο και αναλλοίωτο.  Συνεπώς, οι αναγκαίες δαπάνες για τον ελλιμενισμό του πλοίου στο λιμένα κατάπλου επί ικανό χρόνο μέχρι τον πλειστηριασμό του, ώστε να μην υποστεί βλάβη, αλλά να διατηρηθεί στην κατάσταση που βρισκόταν προς εκπλήρωση του προορισμού του, περιλαμβάνονται, υπό τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις και περιορισμούς, στις γενόμενες για τη διατήρηση του πράγματος, κατά την ως άνω έννοια (ΑΠ 1421/2019, 533/2015 και 681/2004, ΕφΠειρ 56/2021, 303/2016, 55/2016, 233/2016, 16/2013 και 147/2010, άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, σύμφωνα με το εφαρμοζόμενο στην προκειμένη περίπτωση άρθρο 50 περ.e και g του νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Merchant Shipping Act) της Πολιτείας της Μάλτας, της οποίας τη σημαία φέρει το κατασχεθέν πλοίο, προνομιούχες επί του πλοίου και του ναύλου είναι, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις από «αμοιβές φυλάκων και έξοδα φύλαξης του πλοίου από τον χρόνο εισόδου στο λιμάνι έως τον χρόνο πώλησης» (περ.e) και «δαπάνες για τη διατήρηση του πλοίου και των παραρτημάτων του, συμπεριλαμβανομένων εφοδίων και προμηθειών στο πλήρωμα, που έλαβαν χώρα μετά την τελευταία είσοδο στο λιμάνι» (περ.g). Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης αυτής, όπως και της, ταυτόσημης, του πιο πάνω άρθρου 205 περ. α΄του ΚΙΝΔ, η οποία ορίζει ότι είναι προνομιούχες επί του πλοίου και του ναύλου, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις για έξοδα φύλαξης και συντήρησης του πλοίου εφόσον αυτά έγιναν μετά τον κατάπλου του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, ως έξοδα συντήρησης του πλοίου νοούνται όλα όσα δαπανήθηκαν απ’την είσοδο του πλοίου στο τελευταίο λιμάνι, όπου επακολούθησε η αναγκαστική του κατάσχεση, τα οποία είναι αναγκαία για την αποκατάσταση των φθορών που προκλήθηκαν απ’την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, ώστε να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλου για αυτοδύναμη κίνηση και ναυτιλιακή εκμετάλλευση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του. Συμπερασματικά, στα έξοδα συντήρησης περιλαμβάνονται οι δαπάνες εκείνες απ’τον κατάπλου στον τελευταίο λιμένα, οι οποίες συντέλεσαν, ώστε να διατηρηθεί το πλοίο στο λιμένα και μέχρι του πλειστηριασμού του στην κατάσταση που βρίσκεται, σώο και αναλλοίωτο. Ειδικότερα,  ως έξοδα συντήρησης κατά την ανωτέρω διάταξη του αλλοδαπού δικαίου, νοούνται εκείνα που ήταν αναγκαία, ή τουλάχιστον εκείνα που έπρεπε να πραγματοποιηθούν για να παραμείνει το πλοίο σε κατάσταση καλής επίπλευσης (βλ. σχετ.ΑΠ 1733/2001 ΧρΙΔ 2002.49, ΕφΠειρ 16/2010 ΕΝΑΥΤΔ 2010.252). Στην προκειμένη περίπτωση από τα προεκτεθέντα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν επιπροσθέτως και τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στον ανακοπτόμενο πίνακα επίσης δεν κατατάχθηκε και η απαίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….  ..», ανακόπτουσας της από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/21.6.2019) ανακοπής και ήδη εφεσίβλητης της από 16.7.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ………/20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………..». Η εν λόγω εταιρεία δραστηριοποείται επιχειρηματικά στον ναυπιγοεπισκευαστικό χώρο. Συγκεκριμένα διατηρεί ναυπηγείο/λιμενικές εγκαταστάσεις στην ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος (επί της ……….. στον αριθμό …….), με αντικείμενο της επαγγελματικής της δραστηριότητας τις ανελκύσεις – καθελκύσεις σκαφών αναψυχής, ιδιωτικών και επαγγελματικών, καθώς και τις επισκευές, μετασκευές και κατασκευές εμπορικών πλοίων και σκαφών αναψυχής, αλλά και την παραχώρηση  της χρήσης προβλητών για ελλιμενισμό πλοίων με σκοπό τη διενέργεια επισκευών από εργατοτεχνικά συνεργεία της ιδίας, ή από εξωτερικά συνεργεία. Η ανωτέρω ανακόπτουσα είχε αναγγελθεί νομότυπα στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο για απαιτήσεις της σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση, συνολικού ύψους 697.478,82 ευρώ, ήτοι 562.482,92 ευρώ για κεφάλαιο, πλέον ΦΠΑ 134.995,90 ευρώ, ως εξής: Στις 14.3.2017, ενόψει πλειστηριασμού, ο οποίος θα διενεργείτο στις 22.3.2017, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 14.3.2017 αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο Συμβολαιογράφο Πειραιώς …………, για τις ειδικότερα σ’αυτήν αναφερόμενες υπηρεσίες, που παρασχέθηκαν στο πλοίο κατά τη χρονική περίοδο παραμονής/ελλιμενισμού του στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της από 17.6.2016 έως 14.3.2017, ανερχομένης κατά κεφάλαιο στο ποσό των 204.882,92 ευρώ άνευ ΦΠΑ, πλέον τόκων από την επομένη της επίδοσης της αναγγελίας μέχρι την εξόφληση, για την οποία συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. …../15.3.2017 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Στις 11.4.2017, ενόψει πλειστηριασμού ο οποίος θα διενεργείτο στις 19.4.2017, επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 10.4.2017 συμπληρωματική αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου (πλαγιοδέτησης) στις εγκαταστάσεις της κατά τη χρονική περίοδο από 15.3.2017 έως και 10.4.2017, ανερχομένης κατά κεφάλαιο στο ποσό των 16.200 ευρώ άνευ ΦΠΑ 24%, πλέον τόκων από την επίδοση της αναγγελίας της αυτής μέχρι την εξόφληση, για την οποία συντάχθηκε και η υπ’ αριθμ…………/11.4.2017 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Στις 3.1.2018, ενόψει πλειστηριασμού, ο οποίος θα διενεργείτο στις 10.1.2018 επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 2.1.2018 συμπληρωματική αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού (πλαγιοδέτησης) του πλοίου στις εγκαταστάσεις της κατά τη χρονική περίοδο από 11.4.2017 έως και 31.12.2017, ανερχομένης στο ποσό των 197.160 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ (24%), πλέον τόκων από την επίδοση της αναγγελίας της αυτής μέχρι την εξόφληση, για την οποία συντάχθηκε η υπ’ αριθμ. ………/4.1.2018 Πράξη Κατάθεσης Τίτλων Δανειστή. Στις 13.11.18 κατόπιν του διενεργηθέντος στις 31.10.2018 πλειστηριασμού επέδωσε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 9.11.2018 συμπληρωματική αναγγελία απαίτησής της κατά της πλοιοκτήτριας ενώπιον του ίδιου Συμβολαιογράφου για παρασχεθείσες υπηρεσίες ελλιμενισμού του πλοίου στις εγκαταστάσεις της, για τη χρονική περίοδο από 1.1.2018 έως και 31.10.2018, ανερχομένης στο ποσό των 226.176 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%, ομού μετά των ποσών ων προηγούμενων αναγγελιών της, εν συνόλω ανερχομένων σε 562.482,92 ευρώ πλέον ΦΠΑ (24%), εξ 134.995,90 ευρώ, για την οποία συντάχθηκε και η υπ’ αριθμ. ……../14.11.2018 Πράξη Καταθέσεως Τίτλων Δανειστή. Οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της, συνολικού ποσού 697.478,82 ευρώ, φέρονται να απορρέουν, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις ανωτέρω αναγγελίες της, από την σε εκτέλεση σύμβασης ελλιμενισμού, καταρτισθείσας με την καθ’ης η εκτέλεση, που συμβλήθηκε διά της αντιπροσώπου της και διαχειρίστριας του στη συνέχεια εκπλειστηριασθέντος πλοίου της εταιρείας με την επωνυμία «………….», παροχή συναφών υπηρεσιών στο εν λόγω πλοίο, οι οποίες ειδικότερα παρατίθενται κατ’είδος και αξία εκάστης στα προαναφερθέντα αναγγελτήρια, κατά το χρονικό διάστημα  από 17.6.2016 έως 31.10.2018, κατά το οποίο αυτό βρισκόταν πλαγιοδετημένο σε μισθωμένο χώρο προβλήτας των εγκαταστάσεών της. Ζητήθηκε δε με τις αναγγελίες αυτές από την ανωτέρω εταιρεία να καταταγούν οι απαιτήσεις της προνομιακά στον συνταχθησόμενο από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο πίνακα, προκειμένου να ικανοποιηθούν από το προς διανομή πλειστηρίασμα, διότι, όπως ισχυρίσθηκε, απολαύουν προνομίου, τόσο κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου (της Μάλτας), όσο και κατά το ελληνικό, ως το δίκαιο του τόπου της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την επίκληση ότι πρόκειται περί δαπανών φύλαξης και συντήρησης του πλοίου, που διενεργήθηκαν μετά τον κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα, όπου επακολούθησε η κατάσχεση και ο πλειστηριασμός του, προκειμένου να διατηρηθεί σε καλή κατάσταση για την εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του. Οι απαιτήσεις αυτές δεν κατετάγησαν προνομιακά στον συνταχθέντα πίνακα, διότι, όπως έγινε δεκτό από τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, δεν ήταν εξοπλισμένες με προνόμιο, αφού δεν ενέπιπταν στην έννοια των εξόδων φύλαξης και συντήρησης του πλοίου στον τελευταίο λιμένα προ της κατάσχεσης, σύμφωνα με το άρθρο 50 περ. (e) και (g) του Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας της Μάλτας, αλλά και της αντίστοιχης ταυτόσημης διάταξης του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., σε κάθε δε περίπτωση καθόσον η φύλαξη του εκπλειστηριασθέντος πλοίου από τις 27.12.2016 μέχρι τον πλειστηριασμό του διενεργήθηκε από την επισπεύδουσα τον πλειστηριασμό τράπεζα. Επακολούθησε η άσκηση από την ανωτέρω εταιρεία, της οποίας η αναγγελθείσα απαίτηση δεν κατατάχθηκε, της από 21.6.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………./21.6.2019) ανακοπής της κατά του ανωτέρω πίνακα κατάταξης του άρθρου 979 του ΚΠολΔ,  με την οποία ζήτησε, προβάλλοντας αιτιάσεις, που αφορούν σε σφάλμα του επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου αναφορικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου ως προς τον προνομιούχο χαρακτήρα της απαίτησής της,  τη μεταρρύθμιση αυτού, ούτως ώστε να καταταγεί προνομιακά στη θέση της καθ’ης, ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, η οποία και να αποβληθεί της κατάταξης κατά το ισόποσο. Ήδη μετά την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία έγινε δεκτή η ανωτέρω ανακοπή και μεταρρυθμίσθηκε κατά τούτο ο επίμαχος πίνακας κατάταξης, η καθ’ης η ανακοπή ………., που ηττήθηκε εν όλω, άσκησε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου την από 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ……./16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ………./20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της με το ήδη αναφερθέν αίτημα. Σημειωτέον ότι η ανακόπτουσα άσκησε κατά της πλοιοκτήτριας του εκπλειστηριασθέντος πλοίου οφειλέτιδάς της εταιρείας ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 21.12.2018 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………/2018) αγωγή της για την ως άνω απαίτησή της, συνολικού ύψους 697.478,82 ευρώ, η οποία συζητήθηκε στις 24.9.2019 και επί της οποίας απόφαση εκδοθείσα ουδείς εκ των διαδίκων προσκομίζει. Επί της αναγγελθείσας απαίτησης της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας λεκτέα τα κάτωθι: Δυνάμει σύμβασης ελλιμενισμού και επισκευής πλοίου/χρήσης του εξοπλισμού του ναυπηγείου, που καταρτίσθηκε με αποδοχή της έγγραφης προσφοράς της ανακόπτουσας εταιρείας με την επωνυμία «……….» από την πλοιοκτήτρια εταιρεία με την επωνυμία «………….» του πλοίου με την ονομασία «OG», στις 17.6.2016, διά της αντιπροσώπου της και διαχειρίστριας αυτού εταιρείας με την επωνυμία «……………..», συμφωνήθηκε η παραχώρηση στην πλοιοκτήτρια της χρήσης χώρου προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της ανακόπτουσας για τον ασφαλή ελλιμενισμό του ανωτέρω πλοίου  με σκοπό τη διενέργεια από εξωτερικό συνεργείο της επιλογής της διαχειρίστριας επισκευών στην κύρια μηχανή του, προκειμένου να συνεχίσει τους πλόες του, αντί συμφωνηθέντος μισθώματος, ανερχομένου στο ποσό των 600 ευρώ ανά ημέρα, η παροχή σ’αυτό ηλεκτρικού ρεύματος και ύδατος, καθώς και κάθε άλλη παροχή ή επισκευή ήθελε κριθεί απαραίτητη για τη διατήρηση της αξιοπλοΐας του, κατόπιν προηγούμενης σχετικής συμφωνίας με την πλοιοκτήτρια. Σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων, το πλοίο ελλιμενίσθηκε στο ανωτέρω ναυπηγείο από τις 17.6.2016, διενεργηθεισών σ’αυτό επισκευαστικών εργασιών στην κύρια μηχανή του από εξωτερικά συνεργεία μέχρι και τα τέλη του μηνός Ιουλίου και τις αρχές του μηνός Αυγούστου του ιδίου έτους, και στο εξής συνεχώς, δικαστικά ακινητοποιημένο και δεσμευμένο ακολούθως λόγω της επιβολής σε βάρος του συντηρητικής και αναγκαστικών κατασχέσεων για οφειλές της πλοιοκτήτριας, για τις οποίες θα γίνει αναλυτικά λόγος κατωτέρω, μέχρι και τον πλειστηριασμό του στις 31.10.2018. Παρά τις οχλήσεις της ανακόπτουσας η πλοιοκτήτρια εταιρεία της κατέβαλε μόνον το ποσό των 12.600 ευρώ στις 13.7.2016 και το ποσό των 5.000 ευρώ στις 10.8.2016, με αποτέλεσμα να της οφείλεται για το χρονικό διάστημα ελλιμενισμού του πλοίου έως την εκπλειστηρίασή του σε μισθωμένο χώρο προβλήτας των εγκαταστάσεών της επί 867 ημέρες (Χ 600 ευρώ/ημερησίως) το συνολικό ποσό των 520.200 ευρώ ως μισθώματα, για υπερωριακή απασχόληση 4 ατόμων κατά την άφιξη του πλοίου για εργασίες πλαγιοδέτησής του και άλλες συναφείς εργασίες στις 17.6.2016 το ποσό των 600 ευρώ (150 ευρώ το άτομο Χ 4 άτομα), για παροχή ηλεκτρικού ρεύματος 133.539 KWH (X 0,28 ευρώ/KWH) το συνολικό ποσό των 37.390,92 ευρώ, για επισκευή και αποκατάσταση ηλεκτρολογικής βλάβης του πίνακα του πλοίου, και συγκεκριμένα της αυτόματης επιλογής σωστής αλληλουχίας των φάσεων, κατόπιν γενικού μπλακ άουτ (black out) της Δ.Ε.Η., που συνέβη στις 18.11.2016, το ποσό των 10.800 ευρώ, για παροχή 191 κ.μ. νερού έως τις 9.12.2016 το ποσό των 1.910 ευρώ (191 κ.μ. Χ 10 ευρώ ανά κυβικό), για παροχή νερού για πυρασφάλεια και κομπρεσέρ τροφίμων το ποσό των 2.500 ευρώ, για αποκατάσταση ηλεκτρολογικής βλάβης στα πλωριά βίτζια (βαρούλκα) του πλοίου στις 18.11.2016 το ποσό των 4.400 ευρώ, για χρήση γερανού 3 φορές (Χ 30 ευρώ κάθε φορά) το ποσό των 90 ευρώ και για λειτουργία air compressor στις 23.11.2016 και 24.11.2016 για παροχή αέρος επί 8 ώρες/ημέρα το ποσό των (137 ευρώ/ώρα) 2.192 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 580.082,92 ευρώ και, επομένως, συνολικά, κατόπιν αφαίρεσης του καταβληθέντος συνολικού ποσού των 17.600 ευρώ (580.082,92-17.600), το ποσό των 562.482,92 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24%, ποσού 134.995,90 ευρώ, ήτοι το ποσό των (562.482,92 + 134.995,90) 698.478,82 ευρώ, για το οποίο η ανακόπτουσα έχει εκδώσει τα αναφερόμενα στις αναγγελίες της προτιμολόγια (χωρίς να αποδώσει ΦΠΑ). Σημειώνεται ότι, ενώ το ανωτέρω πλοίο βρισκόταν πλαγιοδετημένο σε προβλήτα του ναυπηγείου της ανακόπτουσας, κατόπιν άσκησης της από 14.10.2016 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ……./14.10.2016) αίτησης ασφαλιστικών μέτρων της τελευταίας και της ταυθήμερης προσωρινής διαταγής απαγόρευσης προσωρινά του απόπλου και της μεταβολής της νομικής και πραγματικής του κατάστασης, εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 1427/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας της πλοιοκτήτριας, και ιδίως του εν λόγω πλοίου,  έως του ποσού των 97.000 ευρώ, προς εξασφάλιση των σε βάρος της έως το χρονικό εκείνο σημείο γεγενημένων απαιτήσεων της τότε αιτούσας και ήδη ανακόπτουσας από τη μεταξύ τους καταρτισθείσα σύμβαση ελλιμενισμού του, παρεχομένης στην πλοιοκτήτρια της δυνατότητας ματαίωσης ή αντικατάστασης της διαταχθείσας συντηρητικής κατάσχεσης με την κατάθεση στη γραμματεία του Δικαστηρίου ισόποσης εγγυητικής επιστολής αξιόχρεης στην Ελλάδα τράπεζας υπέρ της αντιδίκου της. Περαιτέρω, πέραν της συντηρητικής κατάσχεσης, που διατάχθηκε με την προαναφερθείσα απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, της επιβληθείσης από την καθ’ης η ανακοπή αυτή τράπεζας αναγκαστικής κατάσχεσης με την υπ’αριθμ. ……/3.2.2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …………….., που οδήγησε στον από 31.10.2018 πλειστηριασμό του πλοίου, είχε προηγηθεί και έτερη αναγκαστική κατάσχεση αυτού, που επιβλήθηκε από ίδια τράπεζα, ήδη από το μήνα Νοέμβριο του έτους 2016 (βλ. σχετικά την υπ’ αριθμ. ………../25.11.2016 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης πλοίου του αυτού ως άνω Δικαστικού Επιμελητή). Οι προαναφερθείσες απαιτήσεις της ανωτέρω ανακόπτουσας σε βάρος της καθ’ης η εκτέλεση, που αναγγέλθηκαν στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, και αφορούν σε παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού εν γένει στο εκπλειστηριασθέν πλοίο, είναι εξοπλισμένες στο σύνολό τους με προνόμιο, τόσο κατά το δίκαιο της σημαίας του πλοίου (της Μάλτας, άρθρο 50 περ. e, g του Νόμου περί Εμπορικής Ναυτιλίας του κράτους αυτού), όσο και του ελληνικού δικαίου (άρθρο 205 του Κ.Ι.Ν.Δ. περ.α΄), και, επομένως, προηγούνται της κατάταξης στον προσβαλλόμενο πίνακα της εξασφαλισμένης με προτιμώμενη υποθήκη επί του πλοίου απαίτησης της καθ’ης η ανακοπή τράπεζας, εσφαλμένα, συνακόλουθα, δεν κατατάχθηκαν ως τέτοιες, διότι πρόκειται περί εξόδων φύλαξης και συντήρησης, που διενεργήθηκαν στο λιμένα, όπου και το πλοίο κατέπλευσε για αναγκαίες επισκευές, προκειμένου να συνεχίσει μετά την ολοκλήρωσή τους τους πλόες του προς εκπλήρωση του προορισμού του, και όχι για να παροπλισθεί, και όπου επακολούθησαν, διαρκούντος του ελλιμενισμού του εκεί, η κατάσχεση και τελικά ο πλειστηριασμός του, του λιμένος αυτού (της κατάσχεσης) θεωρουμένου ως τελευταίου υπό την έννοια των ανωτέρω διατάξεων αμφοτέρων των δικαίων, που προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, λόγω της από τότε απαγόρευσης της ναυσιπλοΐας του και μέχρι της εκποίησής του με πλειστηριασμό, χωρίς να είναι απαραίτητο οι εν λόγω δαπάνες να έχουν γίνει οπωσδήποτε μετά την κατάσχεση, όπως επίσης επισημάνθηκε στη μείζονα σκέψη.  Συγκεκριμένα, η απαίτηση της ανακόπτουσας κατά το μέρος, που αφορά σε συμφωνηθέντα μισθώματα λόγω της παραχώρησης της  χρήσης χώρου προβλήτας στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της, όπου και το πλοίο παρέμεινε πλαγιοδετημένο καθόλο το χρονικό διάστημα από τον κατάπλου του εκεί στις 17.6.2016 έως και τον πλειστηριασμό του στις 31.10.2018, ήτοι επί 867 ημέρες, σε εκτέλεση καταρτισθείσας με την πλοιοκτήτρια σύμβασης με το συγκεκριμένο περιεχόμενο, είναι εξοπλισμένη με προνόμιο, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του αλλοδαπού και του ημεδαπού δικαίου, και δη για το σύνολο του ποσού των οφειλομένων μισθωμάτων ολόκληρης της ανωτέρω χρονικής περιόδου, και όχι μόνον της αντίστοιχης περιόδου, κατά την οποία διενεργήθηκαν σ’αυτό επισκευές στην κύρια μηχανή του (από 17.6.2006 έως 31.7.2006). Και τούτο διότι πρόκειται περί δαπανών, που έγιναν από του κατάπλου του πλοίου στον τελευταίο λιμένα, δηλαδή σ’αυτόν, στον οποίο εισήλθε για αναγκαίες επισκευές και όχι για να παροπλισθεί και από τον οποίο παρεμποδίσθηκε να αποπλεύσει ακριβώς λόγω της επιβληθείσης κατάσχεσης και μόνον, προκειμένου, διά του ελλιμενισμού του σε κατάλληλο αγκυροβόλιο και σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, υπό την έννοια της διαφύλαξης και αποτροπής οιουδήποτε θαλάσσιου κινδύνου, να διατηρηθεί σώο και αβλαβές, για την εκλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, και να μην υποστεί βλάβη, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του, όπερ και επετεύχθη τελικά διά της παραμονής του από του κατάπλου του και στο εξής, συνεχώς και αδιαλείπτως, ακόμη και μετά το πέρας των επισκευών λόγω της δικαστικής του ακινητοποίησης, επί ικανό χρόνο μέχρι τον πλειστηριασμό του, ασφαλώς πλαγιοδετημένο στην αυτή προβλήτα του ναυπηγείου της ανακόπτουσας, αναλλοίωτο στην υλική κατάσταση που βρισκόταν όταν κατασχέθηκε, γεγονός που απέβη σε όφελος όχι μόνον της καθ’ης η εκτέλεση, αλλά και των δανειστών της, με την επισήμανση ότι μετά τις κατασχέσεις εγκαταλείφθηκε από την καθ’ης η εκτέλεση και το πλήρωμά του, όπερ συνεπάγεται ότι σε κάθε περίπτωση η παραμονή του υπό τοιαύτας συνθήκας με μόνον επιβαίνοντα το διορισθέντα από την τράπεζα φύλακα εκτός των εγκαταστάσεων της ανακόπτουσας χωρίς την παρασχεθείσα από την τελευταία κατά τον ελλιμενισμό του στον ελεγχόμενο χώρο των ναυπηγείων της επίβλεψη, επιτήρηση και αναγκαία φροντίδα διαφύλαξής του σε καλή κατάσταση, ακόμη και διά του ελέγχου από τους υπαλλήλους της όσον αφορά τη διατήρηση της ασφαλούς του πρόσδεσης στην προβλήτα προς αποτροπή πρόκλησης ατυχήματος, θα εγκυμονούσε τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρές ζημίες, με αποτέλεσμα να μειωθεί η οικονομική αξία του, ή και να βυθισθεί ακόμη. Συνεπώς, το συμβατικό αντάλλαγμα από τον ασφαλή ελλιμενισμό του εκπλειστηριασθέντος πλοίου σε χώρο προβλήτας των ναυπηγείων της ανακόπτουσας, όχι μόνον κατά το χρονικό διάστημα της διενέργειας σ’αυτό επισκευαστικών εργασιών, αλλά και κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα μέχρι και τον πλειστηριασμό του, δηλαδή ανεξαρτήτως της εκτέλεσης τέτοιων εργασιών, αποτελούν όντως δαπάνες αναγκαίες για τη διατήρηση αυτού σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης, οι οποίες και συνετέλεσαν στη διασφάλιση της εκπλήρωσης του προορισμού του ως πλοίου, ήτοι στη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, και στην αποτροπή της μείωσης της αξίας του, με αποτέλεσμα να εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Μάλτας, αλλά και του ελληνικού δικαίου και οι σχετικές απαιτήσεις στο σύνολό τους, ως προνομιούχες πρώτης τάξης, να προηγούνται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., της κατάταξης της ενυπόθηκης απαίτησης της καθ’ης η ανωτέρω ανακοπή, στη θέση της οποίας και θα πρέπει να καταταγούν, μεταρρυθμιζομένου κατά τούτο του προσβαλλόμενου πίνακα. Επομένως, ενόψει όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο στην εκκαλουμένη απόφασή του επίσης δέχθηκε τον προνομιακό χαρακτήρα της ανωτέρω απαίτησης και στη συνέχεια δέχθηκε την ανακοπή της τελευταίας και μεταρρύθμισε τον επίμαχο πίνακα, ούτως ώστε να καταταγεί αυτή για το ισόποσο στη θέση της καθ’ης, ορθά τις σχετικές διατάξεις του ημεδαπού, αλλά και του αλλοδαπού δικαίου, ερμήνευσε και εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από την καθ’ης η ανακοπή ………….. με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης έφεσής της, απορριπτομένων ως αβασίμων. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι και οι αναγγελθείσες απαιτήσεις της ανακόπτουσας κατά το μέρος, που αφορούν σε μισθώματα λόγω του ελλιμενισμού του εκπλειστηριασθέντος πλοίου στις εγκαταστάσεις του ναυπηγείου της του χρονικού διαστήματος, κατά το οποίο εκτελούντο σ’αυτό εργασίες, καθώς και σε χρεώσεις για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος και ύδατος καθόλη τη χρονική περίοδο της παραμονής του εκεί, αλλά και για τη διενέργεια επισκευών στο γενικό πίνακα ελέγχου αυτού, και στα πλωριά βαρούλκα του από δικό της εργατοτεχνικό προσωπικό, είναι επίσης εξοπλισμένες με το ως άνω προνόμιο του αλλοδαπού και του ελληνικού δικαίου, διότι συνιστούν έξοδα συντήρησης του πλοίου σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης από του κατάπλου του στον τελευταίο λιμένα, τούτου νοουμένου με την έννοια, που προεκτέθηκε, άλλως διότι πρόκειται περί εξόδων επιστασίας και αναγκαίας μέριμνας, που έγιναν με σκοπό τη διασφάλιση του πλοίου στην κατάσταση που βρισκόταν με τα συστατικά και τα παραρτηματά του, ώστε να διατηρηθεί σε ασφαλή ελλιμενισμό και σε καλή κατάσταση για την εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του, και, συνεπώς, προηγούνται στην κατάταξη της εξασφαλισμένης με υποθήκη απαίτησης της καθ’ης η ανακοπή, ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι το εν λόγω πλοίο κατέπλευσε στο ναυπηγείο της ανακόπτουσας, έχοντας προηγουμένως εκφορτώσει το φορτίο του, προκειμένου να διενεργηθούν από εξωτερικά συνεργεία απολύτως αναγκαίες επισκευές στην κύρια μηχανή του για τη διατήρηση της αξιοπλοΐας του, ούτως ώστε μετά την ολοκλήρωσή τους και την επαναφορά του σε κατάσταση λειτουργικότητας, να είναι σε θέση να συνεχίσει με ασφάλεια τους πλόες του προς εκπλήρωση του προορισμού του, ήτοι τη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, και όχι εργασίες ολοσχερούς αντικατάστασης της ανωτέρω μηχανής του, γεγονός, που είχε ως αποτέλεσμα την επαύξηση της αξίας του, όπως παντελώς αναπόδεικτα ισχυρίζεται η καθ’ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα τράπεζα με την έφεσή της, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον ίδιο ισχυρισμό της, οι δαπάνες ελλιμενισμού του στις εγκαταστάσεις της ανακόπτουσας, που αναλογούν στο χρονικό διάστημα εκτέλεσης των σχετικών εργασιών, να μην απολαύουν και για το λόγο αυτό προνομίου και να μην προηγούνται της κατάταξης της δικής της ενυπόθηκης απαίτησης (βλ. σχετ. περί των ανωτέρω τα ενόρκως κατατεθέντα ενώπιον συμβολαιογράφου από το μάρτυρα της ανακόπτουσας ……………., έχοντα ίδιαν αντίληψη με την ιδιότητα του επιβλέποντος εργοδηγού ηλεκτρολόγου στις εγκαταστάσεις της ανακόπτουσας, τα οποία δεν αναιρούνται πειστικά από κανένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο). Οι επισκευές του ένδικου πλοίου, όπως αναλύθηκαν σε προηγούμενο χωρίο της παρούσας απόφασης, ήταν απόλυτα αναγκαίες για την αποκατάσταση των φθορών, που προκλήθηκαν σ’αυτό από την πάροδο του χρόνου και τη λειτουργία του, ώστε να διατηρηθεί σε ικανότητα προς εκπλήρωση του προορισμού του ως οικονομικής μονάδας, κατάλληλο για αυτοδύναμη κίνηση, αλλά και για να αποφευχθεί η μείωση της αξίας του και να διατηρηθεί στο χώρο ελλιμενισμού του μέχρι του πλειστηριασμού του στην κατάσταση που βρισκόταν, σώο και αναλλοίωτο, γεγονός που απέβη και σε όφελος των δανειστών και δεν αποσκοπούσαν σε βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης ή του εξοπλισμού του, αλλά μόνον στη διατήρηση της αξίας του.  Ειδικότερα, απόλυτα αναγκαίες για τη διασφάλιση της διατήρησης της αξιοπλοΐας του πλοίου ήταν, όχι μόνον οι εργασίες που αφορούσαν σε επισκευή της βλάβης της κύριας μηχανής του, αλλά και στην επισκευή και αποκατάσταση της βλάβης, κατόπιν επισυμβάντος γενικού black out της Δ.Ε.Η., στο γενικό πίνακα ηλεκτρολογικού ελέγχου, με την αντικατάσταση των αυτομάτων επιλογής και του επιτηρητή φάσεων (shore connection), όπερ απαιτείτο για τη διοχέτευση και τον έλεγχο του ηλεκτρικού ρεύματος στο πλοίο, καθώς και στην αποκατάσταση της βλάβης στα πλωριά βαρούλκα, η εκτέλεση της οποίας επιβαλλόταν για την εξασφάλιση της ασφαλούς πρόσδεσης του πλοίου στην προβλήτα του ναυπηγείου, ενώ απολύτως απαραίτητη για την διατήρηση του πλοίου σε κατάσταση ασφαλούς επίπλευσης κρίνεται και η, σε εκτέλεση των συμβατικών υποχρεώσεων της ανακόπτουσας, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σ’αυτό για τη λειτουργία όλων των συστημάτων του, αλλά και η παροχή ύδατος για λόγους πυρασφάλειας εν γένει, αλλά και ψύξης του κομπρεσέρ τροφίμων (για το διάστημα που στο πλοίο υπήρχε πλήρωμα). Επομένως, οι αντίστοιχες απαιτήσεις της ανακόπτουσας από τις ανωτέρω αιτίες, που αφορούν σε αναγκαίες για τη διατήρηση του πλοίου δαπάνες, με σκοπό τη ναυτιλιακή του εκμετάλλευση, οι οποίες συνετέλεσαν και επέδρασαν  στην αποτροπή απώλειας ή καταστροφής του, ώστε να διατηρηθεί στο λιμένα της κατάσχεσης και μέχρι του πλειστηριασμού του σώο και αναλλοίωτο, εμπίπτουν στην έννοια των εξόδων συντήρησης, που απολαύουν προνομίου, με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Μάλτας, αλλά και του ελληνικού δικαίου, και, ως προνομιούχες πρώτης τάξης, προηγούνται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 205 του Κ.Ι.Ν.Δ., της κατάταξης της ενυπόθηκης απαίτησης της καθ’ης η ανωτέρω ανακοπή, στη θέση της οποίας και θα πρέπει να καταταγούν, μεταρρυθμιζομένου κατά τούτο του προσβαλλόμενου πίνακα. Επομένως, ενόψει όσων προεκτέθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο στην εκκαλουμένη απόφασή του επίσης δέχθηκε τον προνομιακό χαρακτήρα των ανωτέρω απαιτήσεων της ανακόπτουσας και στη συνέχεια δέχθηκε την ανακοπή της τελευταίας και μεταρρύθμισε τον επίμαχο πίνακα, ούτως ώστε να καταταγεί αυτή για το ισόποσο στη θέση της καθ’ης, ορθά τις σχετικές διατάξεις του ημεδαπού, αλλά και του αλλοδαπού δικαίου, ερμήνευσε και εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από την καθ’ης η ανακοπή ……………… με το δεύτερο λόγο της κρινόμενης έφεσής της, απορριπτομένων ως αβασίμων. Κατά συνέπειαν, και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι προς διερεύνηση, πρέπει η ανωτέρω έφεση ν’ απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ’ουσίαν αβάσιμη και τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης της έφεσης αυτής για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής με τις προτάσεις της σχετικού αιτήματός της, να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ). Ως προς το παράβολο, τέλος, ποσού 100 ευρώ, που η εκκαλούσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία προκατέβαλε κατά την κατάθεση της έφεσής της, πρέπει, για τον ίδιο λόγο, να διαταχθεί η εισαγωγή του στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.3, Γ, εδαφ.ε΄του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ…………./16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και …………/20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση και β) την από 23.7.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …………./23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  …………./24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 2032/2020 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά τις ανωτέρω εφέσεις και απορρίπτει αυτές κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου εκάστης έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος  της εκκαλούσας της  από 16.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……/16.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και …………/20.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας της από 23.7.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……../23.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και  ………./24.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης τη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 23.6.2022

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ