ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός 380/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Δ.Π.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α. ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Ανδρουλάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ναυτικής εταιρίας ……………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Αθανασούλια, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
Β. ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ναυτικής εταιρίας ………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Αθανασούλια, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Ανδρουλάκη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
Ο εκκαλών στην Α έφεση – εφεσίβλητος στη Β έφεση άσκησε την από 13-12-2018 και με ΓΑΚ …… και ΕΑΚ …../17-12-2018 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, απευθυνόμενη κατά της εφεσίβλητης στην Α έφεση – εκκαλούσας στη Β έφεση. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 3824/2020 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Την ανωτέρω απόφαση προσέβαλαν: Α) Ο ενάγων με την από 19-2-2021 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./19-2-2021 έφεσή του και Β) Η εναγόμενη με την από 17-5-2021 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./17-5-2021 έφεσή της, οι οποίες ορίστηκαν να συζητηθούν την κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (1-3-2022), κατά την οποία εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Οι υπό κρίση: α) από 19-2-2021 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../19-2-2021 έφεση του ενάγοντος ……….. (στο εξής Α έφεση) και β) από 17-5-2021 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …./17-5-2021 έφεση της εναγόμενης ναυτικής εταιρίας «……….», οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης (και δη κατά της με αριθ. 3824/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, επί της από 13-12-2018 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./17-12-2018 αγωγής του εκκαλούντος στην Α έφεση κατά της εκκαλούσας στη Β έφεση, είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 του Κ.Πολ.Δ). Οι άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, ενόψει του ότι δεν επικαλείται κάποιος διάδικος την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε προκύπτει αυτή από κάποιο στοιχείο (άρθρα 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, όπως τα άρθρα 495, 518 και 591 ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο τρίτο και τέταρτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αντίστοιχα). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εκ μέρους των εκκαλούντων, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 3 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. – Εφ.Δωδ. 225/2018, Εφ.Πειρ. 166/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).
2. Ο ενάγων και ήδη εκκαλών στην Α έφεση / εφεσίβλητος στη Β έφεση με την προαναφερθείσα αγωγή του, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε ως προς τον 22ο στοίχο της 5ης σελίδας από το εσφαλμένο «2101» στο ορθό «2017» με τις πρωτόδικες προτάσεις του και με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και εκτιμάται από το Δικαστήριο, εξέθεσε ότι, με διαδοχικές συμβάσεις εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά στις 26-9-2016 και 22-1-2018 μεταξύ του ιδίου και της εναγόμενης εταιρίας και ήδη εκκαλούσας στη Β έφεση / εφεσίβλητης στην Α έφεση, προσλήφθηκε από την τελευταία και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο υπό την πλοιοκτησία της και υπό ελληνική σημαία Φ/Γ-Ο/Γ πλοίο «Π», αριθ. νηολ. Χίου ………, κ.ο.χ. 5362,81, με την ειδικότητα του Ανθυποπλοιάρχου και με τους όρους και τις αποδοχές που καθορίζονταν στις οικείες Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων έτους 2016 στην πρώτη ναυτολόγηση και έτους 2017 στη δεύτερη. Ότι η πρώτη ναυτολόγησή του λύθηκε με την απόλυσή του στον Πειραιά στις 6-11-2017 «λόγω αδείας» και η δεύτερη ναυτολόγησή του λύθηκε με την απόλυσή του στον Πειραιά στις 26-9-2018, τυπικά μεν «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του πλοιάρχου, αλλά στην πραγματικότητα μετά από καταγγελία της σύμβασής του από τον πλοίαρχο «λόγω διακοπής δρομολογίων και ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου», χωρίς έκτοτε να επαναυτολογηθεί από την εναγόμενη παρότι το ζήτησε επανειλημμένα από την τελευταία και για το λόγο αυτό δικαιούται την προβλεπόμενη από τη Σ.Σ.Ε. πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων έτους 2017 αποζημίωση λόγω διακοπής πλόων. Ότι στο άνω πλοίο παρείχε υπερωριακή εργασία, κατόπιν σχετικής εντολής του πλοιάρχου αυτού, καθ’ όλη τη χρονική διάρκεια της ανωτέρω ναυτικής εργασίας του, απασχολούμενος με την άνω ειδικότητα κατά τις περιόδους από 1-1-2017 έως 31-5-2017, 1-9-2017 έως 6-11-2017, 22-1-2018 έως 31-5-2018 και 1-9-2018 έως 26-9-2018, επί 12 ώρες κατά μέσον όρο καθημερινά και κατά τις περιόδους από 1-6-2017 έως 31-8-2017 και από 1-6-2018 έως 31-8-2018 επί 14 ώρες κατά μέσον όρο καθημερινά, χωρίς να λαμβάνει τη νόμιμη προς τούτο αμοιβή, αλλά μέρος μόνον αυτής. Ότι, επιπλέον, κατά το έτος 2017 δεν του χορηγήθηκαν οι διανυκτερεύσεις που δικαιούταν μηνιαίως στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού και ότι για το λόγο αυτό η εναγόμενη του οφείλει τη σχετική αποζημίωση που προβλέπεται από την άνω Σ.Σ.Ε. Με βάση το ιστορικό αυτό, κατόπιν παραδεκτού μερικού περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής του σε έντοκο αναγνωριστικό, με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επαναλήφθηκε στις πρωτόδικες προτάσεις του (άρθρα 223, 295 παρ. 1, 297 Κ.Πολ.Δ.), ζήτησε, επικαλούμενος κύρια τις ανωτέρω συμβάσεις ναυτικής εργασίας του και επικουρικά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού 1) να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη, υπό την άνω ιδιότητά της, υποχρεούται να του καταβάλει, για υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής, αποζημίωση λόγω μη χορήγησης διανυκτερεύσεων κατά το έτος 2017, αναλογία δώρων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων και αποζημίωση λόγω διακοπής πλόων την 26-9-2018, το συνολικό ποσό των 19.170,44 ευρώ και 2) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει για τις ίδιες αιτίες υπόλοιπο ποσό 19.170,44 ευρώ, τα δε άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από το χρόνο της τελευταίας απόλυσής του (26-9-2018), άλλως από την επίδοση της αγωγής.
3. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε την άνω αγωγή ως παραδεκτή, απέρριψε αυτήν ως μη νόμιμη κατά την επικουρική βάση της από αδικαιολόγητο πλουτισμό και κατά το παρεπόμενο αίτημά της περί κήρυξης της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής, έκρινε αυτή νόμιμη κατά την κύρια βάση της από συμβάσεις εξαρτημένης ναυτικής εργασίας και ακολούθως δέχτηκε αυτήν εν μέρει ως βάσιμη και κατ’ ουσία και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 10.422,85 ευρώ, με διάταξη που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή για ποσό 3.000,00 ευρώ και επιπλέον αναγνώρισε ότι η εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα υπόλοιπο ποσό 10.422,85 ευρώ, τα δε άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημερομηνίας της τελευταίας απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από την 27-9-2018, έως την πλήρη εξόφληση.
4. Κατά της ως άνω απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου παραπονούνται τόσο ο ενάγων όσο και η εναγόμενη με τους λόγους των εφέσεών τους, που συνιστούν παράπονα για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε να αναδικαστεί η αγωγή από το Δικαστήριο τούτο και να γίνει εν όλω δεκτή ή να απορριφθεί στο σύνολό της αντίστοιχα.
5. Από την εκτίμηση των υπ’ αριθ. …../14-10-2019 και …../14-10-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ………. και ……….. ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκαν με αίτηση του ενάγοντος, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (κατ’ άρθρο 422 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, σε συνδ. με άρθρο 591 παρ. 1 του ιδίου κώδικα) κλήτευση της εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθ. ……../9-10-2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …… .) και των υπ’ αριθ. …../13-3-2019 και …./13-3-2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων …….. και ………….. ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκαν με αίτηση της εναγόμενης, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (κατ’ άρθρο 422 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, σε συνδ. με άρθρο 591 παρ. 1 του ιδίου κώδικα) κλήτευση του ενάγοντος (βλ. την υπ’ αριθ. ……/7-3-2019 έκθεση επίδοσης της ίδιας άνω δικαστικής επιμελήτριας), οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) εκτιμώνται κατά το λόγο γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα (χωρίς το γεγονός ότι οι εξ αυτών ……… και ……….. τυγχάνουν αντίδικοι της εναγόμενης επειδή μετέπειτα άσκησαν εναντίον της άλλη, δική τους, αγωγή με παρόμοιο αντικείμενο, να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων τους – Εφ.Πειρ. 636/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 196/2020, Εφ.Πειρ. 55/2017, Εφ.Αθ. 3879/2012, Εφ.Πατρ. 698/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε μερικά των οποίων θα γίνει παρακάτω ειδική μνεία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Με σύμβαση εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στις 26-9-2016 στον Πειραιά μεταξύ του ενάγοντος, ο οποίος τυγχάνει Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, κάτοχος του με αριθ. …….. ναυτικού φυλλαδίου και του νόμιμου εκπροσώπου της εναγόμενης εταιρίας, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία Φ/Γ-Ό/Γ πλοίου, τύπου Ro-Ro Cargo, «Π», αριθ. νηολ. Χίου ….., κ.ο.χ. 5362,81, κ.κ.χ. 3214,92, ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στον Πειραιά στο άνω πλοίο με την ειδικότητα του Ανθυποπλοιάρχου, αντί των προβλεπόμενων μηνιαίων αποδοχών από την ισχύουσα Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2016, απασχολήθηκε δε στο άνω πλοίο έως τις 6-11-2017, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά «λόγω αδείας». Με νέα, άτυπη σύμβαση εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, στις 22-1-2018, ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στον Πειραιά στο άνω πλοίο, με την ίδια ειδικότητα και τους αυτούς εργασιακούς όρους, απολύθηκε δε από αυτό στις 26-9-2018, στον Πειραιά, τυπικά μεν «αμοιβαία συναινέσει», όπως αναγράφηκε από τον αντιπρόσωπο της εναγόμενης πλοίαρχο του πλοίου στο ναυτικό του φυλλάδιο, στην πραγματικότητα όμως μετά από καταγγελία της σύμβασης ναυτολόγησής του από τον τελευταίο «λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου προς εκτέλεση εργασιών ετήσιας συντήρησης και επιθεώρησης αυτού». Η πραγματική άνω αιτία απόλυσής του προκύπτει από το υπ’ αριθ. ……/09/18 έντυπο σήμα του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με το οποίο εγκρίθηκε η διακοπή των δρομολογίων του άνω πλοίου για την άνω αιτία από 26-9-2018 μέχρι τη σύγκληση του Συμβουλίου Ακτοπλοϊκών Συγκοινωνιών (Σ.Α.Σ) και την έκδοση σχετικής απόφασης και πάντως όχι πέραν της 14-10-2018, σε συνδυασμό με τις κατηγορηματικές σχετικές ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης ……….. και ……… (ναυτών Ε.Ν, που συνυπηρέτησαν με τον ενάγοντα στο άνω πλοίο κατά τις επίδικες χρονικές περιόδους ναυτολόγησής του), καθώς και με το ότι η εναγόμενη δεν αμφισβητεί τη διακοπή στις 26-9-2018 των δρομολογίων του πλοίου για την άνω αιτία, όπως δεν την αμφισβητούν και οι μάρτυρές της ………… και ……… (υποπλοίαρχοι Ε.Ν, που επίσης συνυπηρέτησαν με τον ενάγοντα στο άνω πλοίο κατά τις επίδικες χρονικές περιόδους ναυτολόγησής του). Εξάλλου, δεν αποδεικνύεται ότι η άνω αναγραφή από τον πλοίαρχο του πλοίου στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος ότι αυτός αποναυτολογείται «αμοιβαία συναινέσει» έγινε με την παρουσία του άνω απολυόμενου ναυτικού ενώπιον λιμενικής ή προξενικής αρχής και ως εκ τούτου είναι δεκτική ανταπόδειξης με κοινά ανταποδεικτικά μέσα και όχι μόνο με προσβολή του εγγράφου αυτού ως πλαστού κατ’ άρθρο 438 Κ.Πολ.Δ. [Εφ.Πειρ. 166/2022, Εφ.Πειρ. 550/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 353/2013, Εφ.Πειρ. 977/2003, Εφ.Πειρ. 474/1997, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, Ι. (2000), υπ’ άρθρο 438, αριθ. 5, σ. 792]. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων δεν επαναυτολογήθηκε με την ίδια ειδικότητα από την εναγόμενη εντός προθεσμίας 60 ημερών από την άνω προσωρινή απόλυσή του, παρότι ο ίδιος της το ζήτησε. Η ανυπαίτια και χωρίς τη θέλησή του λύση αυτή της άνω σύμβασης ναυτικής εργασίας του θεωρείται «οριστική», υπό την έννοια ότι είναι πλέον αδιάφορο εάν επαναπροσλήφθηκε στη συνέχεια ή όχι από την εναγόμενη (Εφ.Πειρ. 166/2022, ό.α, Εφ.Πειρ. 73/2016, Εφ.Πειρ. 265/2016, Εφ.Πειρ. 603/2015, Εφ.Πειρ. 232/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, δικαιούται αποζημίωσης λόγω διακοπής πλόων, ίσης προς τις αποδοχές είκοσι δύο (22) ημερών, κατ’ άρθρο 27 της άνω ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2017, που είχε συμφωνηθεί εφαρμοστέα και η οποία, ως ειδική και νεότερη, κατισχύει του Κ.Δ.Ν.Δ. (Α.Π. 887/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ) αλλά και του Κ.Ι.Ν.Δ. (Εφ.Πειρ. 464/2021, Εφ.Πειρ. 138/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 329/2003, Δ.Ε.Ε. 2004/82). Δεν έσφαλε, επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι ο ενάγων απολύθηκε στις 26-9-2018 τυπικά μεν «αμοιβαία συναινέσει», όπως αναγράφηκε από τον αντιπρόσωπο της εναγόμενης πλοίαρχο του πλοίου στο ναυτικό του φυλλάδιο, στην πραγματικότητα όμως μετά από καταγγελία της σύμβασης ναυτολόγησής του από τον πλοίαρχο «λόγω διακοπής των δρομολογίων του πλοίου προς εκτέλεση εργασιών ετήσιας συντήρησης και επιθεώρησης αυτού» και συνακόλουθα υποχρεούται η εναγόμενη να του καταβάλει αποζημίωση κατ’ άρθρο 27 της άνω Σ.Σ.Ε, κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στη συνέχεια, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα απ’ αυτή με τον τρίτο λόγο της έφεσής της, είναι αβάσιμα και απορριπτέα.
6. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, κατά τα επίδικα άνω χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του ενάγοντος, το άνω Φ/Γ-Ό/Γ πλοίο «Π» εκτελούσε, κατόπιν σχετικών αποφάσεων του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, τα εξής δρομολόγια: A) Από 1-1-2017 έως 31-3-2017 και από 22-1-2018 έως 31-3-2018, κάθε Δευτέρα αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 01.35 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 02.15 π.μ, έφθανε δε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 12.15 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 19.00 μ.μ, κάθε Τρίτη αφικνείτο στο λιμάνι των Χανιών περί ώρα 05.00 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 20.00 μ.μ, κάθε Τετάρτη έφθανε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 06.00 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.30 μ.μ, κάθε Πέμπτη αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 03.30 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 4.30 π.μ, προσέγγιζε το λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 08.00 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 16.00 μ.μ, επιστρέφοντας στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 19.30 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε, εκ νέου, περί ώρα 20.30 μ.μ, κάθε Παρασκευή αφικνείτο στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 06.30 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 17.00 μ.μ, κάθε Σάββατο έφθανε στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 03.00 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 03.45 π.μ, έφθανε στο λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 07.30 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 9.30 π.μ. και αφικνείτο στη Λήμνο περί ώρα 15.30 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 16.20 μ.μ, κάθε Κυριακή αφικνείτο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης περί ώρα 01.10 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 04.00 π.μ, έφθανε στη Λήμνο περί ώρα 13.00 μ.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 13.50 μ.μ, ενώ έφθανε στη Μυτιλήνη περί ώρα 20.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 22.00 μ.μ. B) Aπό 1-4-2017 έως 21-7-2017, από 3-9-2017 έως 31-10-2017, από 1-4-2018 έως 23-5-2018 και από 1-9-2018 έως 26-9-2018, κάθε Δευτέρα αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 01.35 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 02.15 π.μ, έφθανε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 12.15 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 19.00 μ.μ, κάθε Τρίτη αφικνείτο στο λιμάνι των Χανιών περί ώρα 05.00 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 20.00 μ.μ, κάθε Τετάρτη έφθανε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 06.00 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.30 μ.μ. και έφθανε στο λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 23.40 μ.μ, κάθε Πέμπτη αναχωρούσε από το λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 00.10 π.μ, αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 05.30 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 6.10 π.μ, προσέγγιζε το λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 09.40 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 16.30 μ.μ, επιστρέφοντας στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 20.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε εκ νέου περί ώρα 20.45 μ.μ, κάθε Παρασκευή αφικνείτο στο λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 01.25 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 01.55 π.μ. και αφικνείτο στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 08.05 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.00 μ.μ, κάθε Σάββατο έφθανε στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 03.00 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 03.45 π.μ, έφθανε στο λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 07.30 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 9.30 π.μ. και αφικνείτο στη Λήμνο περί ώρα 15.30 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 16.20 μ.μ, κάθε Κυριακή αφικνείτο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης περί ώρα 01.10 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 04.00 π.μ, έφθανε στη Λήμνο περί ώρα 13.00 μ.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 13.50 μ.μ, ενώ έφθανε στη Μυτιλήνη περί ώρα 20.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 22.00 μ.μ, Γ) Από 22-7-2017 έως 2-9-2017, κάθε Δευτέρα αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 01.35 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 02.15 π.μ, έφθανε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 12.15 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 19.00 μ.μ, κάθε Τρίτη αφικνείτο στο λιμάνι των Χανιών περί ώρα 05.00 μ.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 20.00 μ.μ, κάθε Τετάρτη έφθανε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 06.00 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.30 μ.μ. και έφθανε στο λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 23.40 μ.μ, κάθε Πέμπτη αναχωρούσε από το λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 00.10 π.μ, αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 05.30 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 6.10 π.μ, προσέγγιζε το λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 09.40 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 16.30 μ.μ, επιστρέφοντας στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 20.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε, εκ νέου, περί ώρα 20.45 μ.μ, κάθε Παρασκευή αφικνείτο στο λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 01.25 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 01.55 π.μ. και αφικνείτο στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 08.05 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.30 μ.μ, κάθε Σάββατο έφθανε στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 04.05 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 04.45 π.μ, έφθανε στο λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 08.30 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 10.30 π.μ. και αφικνείτο στη Λήμνο περί ώρα 16.30 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.15 μ.μ, κάθε Κυριακή αφικνείτο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης περί ώρα 02.10 π.μ., απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 04.00 π.μ, έφθανε στη Λήμνο περί ώρα 13.00 μ.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 13.50 μ.μ, ενώ έφθανε στη Μυτιλήνη περί ώρα 20.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 22.00 μ.μ. και, τέλος, Δ) Από 23-5-2018 έως 31- 8-2018, κάθε Δευτέρα αφικνείτο στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 03.30 π.μ. και αναχωρούσε περί ώρα 04.00 π.μ, έφθανε στον Πειραιά περί ώρα 14.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 20.00 μ.μ, κάθε Τρίτη αφικνείτο στο λιμάνι των Χανιών περί ώρα 07.00 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 20.00 μ.μ, κάθε Τετάρτη αφικνείτο στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 06.00 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 17.30 μ.μ, αφικνείτο στο λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 23.59 μ.μ, κάθε Πέμπτη αναχωρούσε από το λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 00.20 μ.μ, αφικνείτο στο λιμάνι της Κω περί ώρα 08.10 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 08.50 π.μ, αφικνείτο στο λιμάνι της Ρόδου περί ώρα 13.15 μ.μ, αναχωρούσε περί ώρα 17.00 μ.μ, έφθανε στο λιμάνι της Κω και πάλι περί ώρα 21.15 μ.μ., απ’ όπου αναχωρούσε περί 21.45 μ.μ, κάθε Παρασκευή έφθανε στο λιμάνι της Μυκόνου περί ώρα 05.20 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 05.40 μ.μ, έφθανε στο λιμάνι του Πειραιά περί ώρα 11.55 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 17.00 μ.μ, κάθε Σάββατο έφθανε στο λιμάνι της Χίου περί ώρα 03.20 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 04.00 π.μ, έφθανε στο λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 07.30 π.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 09.30 π.μ. και αφικνείτο στο λιμάνι της Λήμνου περί ώρα 15.50 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 16.30 μ.μ. και, τέλος, κάθε Κυριακή έφθανε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης περί ώρα 01.10 π.μ, αναχωρούσε περί ώρα 06.00 π.μ, αφικνείτο στο λιμάνι της Λήμνου περί ώρα 15.00 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 15.30 μ.μ. και έφθανε στο λιμάνι της Μυτιλήνης περί ώρα 21.50 μ.μ, απ’ όπου αναχωρούσε περί ώρα 23.59 μ.μ.
7. Αποδείχθηκε ακόμη ότι, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα ίσχυαν οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2016 και 2017, οι οποίες κυρώθηκαν με τις Υ.Α. 2242.5-1.5/72672/2016 (Φ.Ε.Κ. Β’/2796/5-9-2016) και Υ.Α. 2242.5-1.5/77056/2017 (Φ.Ε.Κ. Β’/4005/17-11-2017) αποφάσεις του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, οι ρυθμίσεις των οποίων, ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής, καταλαμβάνουν και τους διαδίκους, λόγω της σχετικής συμφωνίας τους. Σύμφωνα με το άρθρο 11 αυτών, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα για όλους τους ναυτικούς που αφορά, ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις εντός οκταώρου εργασίες κατά ημέρα Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού. Όπως διευκρινίζεται δε με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως πραγματικής παροχής από μέρους του υπηρεσίας, ενώ υπερωριακή (αμειβόμενη ως υπερωριακή εργασία των καθημερινών) είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής. Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ήτοι την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανείων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, τη Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, τη 15η Αυγούστου, τη 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου, όπως προκύπτει από τα σχετικά άρθρα της εν λόγω Σ.Σ.Ν.Ε.. Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 13 παρ. 1 των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., προσαυξημένο κατά 50% (άρθρο 13 παρ. 5), ενώ η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ίδιο ως άνω ωρομίσθιο, προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 παρ. 2). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα επίδικα άνω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησής του αποδείχθηκε ότι ο ενάγων απασχολούνταν με τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί από τον πλοίαρχο και ήταν συναφή με την άνω ειδικότητά του, εκτελώντας καθημερινά καταρχήν δυο τετράωρες βάρδιες, την πρώτη από ώρα 08:00 – 12:00 και τη δεύτερη από ώρα 20:00- 24:00. Ειδικότερα, απασχολούνταν κατά τον απόπλου, τον κατάπλου, την αγκυροβολιά, τη μεθόρμιση και την άπαρση, ανεξάρτητα από το αν είχε βάρδια ή όχι, βάσει και της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 137 του Κανονισμού Εργασίας Επιβατηγών Πλοίων (Β.Δ. 683/1960), που ορίζει ότι κατά τον απόπλου, τον κατάπλου, την αγκυροβολιά, τη μεθόρμιση και την άπαρση εργάζονται άπαντες, μη τηρουμένων των συνήθων ωρών εργασίας, για τον πρόσθετο δε λόγο ότι οι αρμοδιότητες των τριών αξιωματικών καταστρώματος κατά τον απόπλου και κατάπλου του πλοίου είχαν διαμοιραστεί και, δη, εις εξ αυτών είχε αναλάβει τη φόρτωση και εκφόρτωση των οχημάτων, ενώ οι λοιποί δυο απασχολούνταν στη γέφυρα του πλοίου. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τις αρμοδιότητές του, αποδείχθηκε ότι αυτός, μια ώρα πριν τον απόπλου, ήλεγχε τα μηχανήματα της γέφυρας, παρακολουθούσε την κίνηση των πλοίων στο λιμάνι και ενημέρωνε σχετικά τον πλοίαρχο, ενημέρωνε τους χάρτες και, στη συνέχεια, πήγαινε και απασχολείτο στα χειριστήρια, ενώ οι συνάδελφοί του αξιωματικοί καταστρώματος παρέμεναν προς εργασία, ο ένας στην πλώρη και ο άλλος στη πρύμνη. Μετά τον απόπλου, η εργασία του συνεχιζόταν στο ταξίδι, κατά το οποίο εκτελούσε τη βάρδιά του στη γέφυρα του πλοίου, κατά το ωράριο που είχε οριστεί από τον πλοίαρχο. Περίπου μία ώρα πριν τον κατάπλου στα κύρια λιμάνια ο ενάγων βρισκόταν στη γέφυρα για την προετοιμασία της πρόσδεσης του πλοίου στο λιμάνι. Ακόμη, ήταν επιφορτισμένος και με γραφειοκρατικές εργασίες, όπως η ενημέρωση του λιμεναρχείου για την άφιξη και αναχώρηση του πλοίου, η προσκόμιση των εγγράφων στις λιμενικές αρχές για θεώρηση και η καταχώριση των εγγραφών ελέγχου των συστημάτων ασφαλείας του πλοίου, ενώ, όσο το πλοίο ήταν ελλιμενισμένο, ήλεγχε τα ηλεκτρονικά όργανα του πλοίου, επικοινωνούσε με τα τοπικά λιμεναρχεία, ενημερωνόταν για τα τοπικά δελτία καιρού, στο δε λιμάνι του Πειραιά πραγματοποιούσε τις παραλαβές των εφοδίων του καταστρώματος και των τροφοεφοδίων και παραλάμβανε και θεωρούσε σχετικά τιμολόγια. Στο άνω πλοίο, σύμφωνα με την οργανική σύνθεση του πληρώματος αυτού (π.δ. 238/1987), έπρεπε να είναι ναυτολογημένοι δυο αξιωματικοί καταστρώματος και δη ένας υποπλοίαρχος και ένας ανθυποπλοίαρχος, όμως, όπως ήδη αναφέρθηκε, καθ’ όλη τη διάρκεια των επίδικων συμβάσεων ναυτολόγησης του ενάγοντος ήταν ναυτολογημένοι σ’ αυτό τρεις αξιωματικοί καταστρώματος, υποπλοίαρχοι ή ανθυποπλοίαρχοι (βλ. τα προσκομιζόμενα με επίκληση ναυτολόγια του άνω πλοίου, τα οποία σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, αντικαθίστανται ανά εξάμηνο). Έκαστος των άνω αξιωματικών καταστρώματος εκτελούσε κατά μόνας δυο τετράωρες βάρδιες στη γέφυρα, όπως κατέθεσαν πειστικά οι μάρτυρες της εναγόμενης …….. και …….. (αμφότεροι υποπλοίαρχοι, που συνυπηρέτησαν με τον ενάγοντα κατά τις επίδικες χρονικές περιόδους), αναιρώντας τους ισχυρισμούς του ότι, από τους αξιωματικούς καταστρώματος, ο ………. δεν εκτελούσε βάρδιες, ενώ οι έτεροι δυο (……….. και ενάγων) εκτελούσαν από δυο εξάωρες ημερησίως, ισχυρισμούς τους οποίους ο ενάγων διόλου πειστικά επιχειρεί να θεμελιώσει στις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του ………. και ………. (αμφοτέρων ναυτών που συνυπηρέτησαν μαζί του κατά τις επίδικες χρονικές περιόδους), καθώς αυτές εμφανίζονται εν μέρει αντιφατικές μεταξύ τους (αφού, κατά μεν τη βεβαίωση του ναύτη ………., στις φορτώσεις απασχολούνταν και ο υποπλοίαρχος ……, κατά δε τη βεβαίωση του ναύτη … στις φορτώσεις απασχολούνταν μόνον ο υποπλοίαρχος …..), αντιβαίνουν τα διδάγματα της κοινής πείρας (ενόψει του ότι το πλοίο είχε πάντα ναυτολογημένους τρεις αξιωματικούς καταστρώματος και δεν υπήρχε λόγος ο ένας εξ αυτών να μην εκτελεί βάρδιες) και αναιρούνται και από το ανωτέρω προσκομισθέν αποδεικτικό υλικό, σε σχέση με το οποίο εκτιμώνται ως ήσσονος αξιοπιστίας και σημασίας. Με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο τούτο, συνεκτιμώντας: α) τις συνθήκες και περιστάσεις που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του άνω πλοίου, το οποίο ήταν ενταγμένο στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές, με ικανό αριθμό προσεγγίσεων σε ενδιάμεσα λιμάνια, β) τη μη προσκόμιση από την εναγόμενη του βιβλίου υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο όφειλε να τηρεί, δια του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 107 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας Επιβατηγών Πλοίων και 19 των άνω ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων που είχαν συμφωνηθεί εφαρμοστέες, γ) τη φύση και το αντικείμενο της απασχόλησης του ενάγοντος και δ) τα διδάγματα της κοινής πείρας, κρίνει ότι κατέστη αναγκαίο, προς εξυπηρέτηση των ποικίλων αναγκών λειτουργίας του πλοίου, να εργαστεί ο ενάγων υπερωριακά, είτε αρχίζοντας τη βάρδια του νωρίτερα είτε ολοκληρώνοντας αυτήν αργότερα από τον καθοριζόμενο χρόνο αυτής, κατά μέσο όρο Α) τις καθημερινές και τις Κυριακές των περιόδων ναυτολόγησής του από 1-1-2017 έως 31-5-2017, από 1-9-2017 έως 6-11-2017, από 22-1-2018 έως 31-5-2018 και από 1-9-2018 έως 26-9-2018, επί (2) ώρες την ημέρα, τα δε Σάββατα και τις αργίες των ιδίων περιόδων, επί δέκα (10) ώρες την ημέρα και όχι επί τέσσερις (4) και δώδεκα (12) ώρες αντίστοιχα, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται με την αγωγή του και επαναφέρει με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης έφεσής του, κατά το σχετικό μέρος του και Β) τις καθημερινές και τις Κυριακές των περιόδων ναυτολόγησής του από 1-6-2017 έως 31-8-2017 και από 1-6-2018 έως 31-8-2018, επί (3) ώρες την ημέρα, τα δε Σάββατα και τις αργίες των ίδιων περιόδων επί ένδεκα (11) ώρες την ημέρα και όχι επί έξι (6) και δεκατέσσερις (14) ώρες αντίστοιχα, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται με την αγωγή του και επαναφέρει με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης έφεσής του, κατά το σχετικό μέρος του. Ο ισχυρισμός της εναγόμενης, που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής της, κατά το σχετικό μέρος του, ότι, εκ μόνου του γεγονότος ότι ο ενάγων δεν ελάμβανε αμοιβή για υπερωρίες καθημερινών, Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, όπως προκύπτει από τις μηνιαίες καταστάσεις μισθοδοσίας του, αποδεικνύεται ότι αυτός απασχολείτο μόνο κατά το οκτάωρό του, δεν κρίνεται πειστικός, συνεκτιμημένου και του ότι το άνω Φ/Γ-Ο/Γ πλοίο της εναγόμενης εκτελούσε πολύωρης διάρκειας ταξίδια σε δρομολογιακές γραμμές που έχουν αυξημένη κίνηση, η οποία επιτείνονταν κατά τους θερινούς μήνες, με συχνές μάλιστα καθυστερήσεις κατά τη φόρτωση φορτηγών αυτοκινήτων, ασυνόδευτων Ι.Χ. αυτοκινήτων, βυτίων με επικίνδυνα φορτία, νταλικών, σκαφών αναψυχής, κ.λ.π. και συνακόλουθα τα άνω καθήκοντά του δεν ήταν εφικτό να εκτελούνται μέσα στο νόμιμο οκτάωρο, η εκτέλεση δε υπερωριακής εργασίας ήταν αναγκαία καθημερινά και κατά τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες. Εξάλλου, το γεγονός ότι το ως άνω πλοίο ταξίδευε κατά τα άνω χρονικά διαστήματα με πλήρη σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 Κ.Δ.Ν.Δ, η πληρότητα με βάση την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια αυτού κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 423/2021, Εφ.Πειρ. 98/2020, Εφ.Πειρ. 196/2020, Εφ.Δωδ. 122/2018, Εφ.Πειρ. 55/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μηνιαίων καταστάσεων μισθοδοσίας του και η διαδοχική ναυτολόγησή του στο άνω πλοίο για μακρές χρονικές περιόδους, κατόπιν διαδοχικών συμφωνιών του με την εναγόμενη, χωρίς να διαμαρτύρεται για μη καταβολή της ανάλογης υπερωριακής αμοιβής και χωρίς να προβάλλει περαιτέρω απαιτήσεις, δικαιολογείται από την επιθυμία του να μη θέσει σε κίνδυνο την εργασιακή του θέση, σε περίοδο υψηλού, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, δείκτη ανεργίας των ναυτικών, ενώ δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτησή του από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του, διότι, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η παραίτηση του εργαζόμενου, ακόμα και με την μορφή άφεσης χρέους, από τα εν λόγω δικαιώματά του, είναι χωρίς έννομη επιρροή, αφού είναι άκυρη κάθε παραίτησή του από τα νόμιμα δικαιώματά του που απορρέουν από τη σχέση εργασίας του και αναγνωρίζονται από κανόνες δημόσιας τάξης, όπως είναι το δικαίωμά του για την καταβολή της νόμιμης αμοιβής του από την υπερωριακή του απασχόληση, έστω και αν αυτή (η παραίτηση) έλαβε χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας του (Α.Π. 166/2016, Α.Π. 1635/2012, Α.Π. 1554/2011, Α.Π. 587/2006, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 196/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγόμενης, που επαναφέρονται με σχετικό μέρος του πρώτου λόγου της έφεσής της. Επίσης, απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός της εναγόμενης, που επαναφέρεται με σχετικό μέρος του ιδίου λόγου της έφεσής της, ότι η επικαλούμενη υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αποδεικνύεται με βάση τις προσκομιζόμενες απ’ αυτήν μηνιαίες καταστάσεις που τον αφορούν, οι οποίες τιτλοφορούνται «ΑΡΧΕΙΟ ΩΡΩΝ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ ΝΑΥΤΙΚΩΝ», έχουν υπογραφεί από τον ίδιο, από τον οποίο συντάσσονταν κατόπιν οδηγιών του πλοιάρχου και θεωρούνταν ακολούθως από το αρμόδιο λιμεναρχείο και στις οποίες φέρεται να απεικονίζονται οι ώρες εργασίας και ανάπαυσής του για όλους τους μήνες των ανωτέρω διαστημάτων ναυτολόγησής του στο άνω πλοίο. Και τούτο διότι, από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη, προέκυψε ότι οι σχετικές εγγραφές επί των άνω μηνιαίων καταστάσεων δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αναφορικά με τη διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, όπως βάσιμα ο τελευταίος ισχυρίζεται, αφού πράγματι αυτός εργαζόταν υπερωριακά, όπως προαναφέρθηκε και η τήρηση των καταστάσεων αυτών είχε τυπικό και μόνο χαρακτήρα, καθώς συντάσσονται από όλα τα πλοία και παραδίδονται στις αρμόδιες λιμενικές αρχές, προκειμένου να φαίνεται συμμόρφωση με τη νομοθεσία για την ανάπαυση των ναυτικών, η δε υπογραφή από πλευράς του ενάγοντος των εγγράφων αυτών, δεν ενέχει χωρίς άλλο, παραίτησή του από τα νόμιμα δικαιώματά του, παραίτηση που σε κάθε περίπτωση, θα ήταν άκυρη, κατά τα προαναφερθέντα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με παρόμοιες κρίσεις, δέχθηκε ότι ο ενάγων εργαζόταν καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, επί δέκα (10) ώρες κατά τις περιόδους ναυτολόγησής του από 1-1-2017 έως 31-5-2017, από 1-9-2017 έως 6-11-2017, από 22-1-2018 έως 31-5-2018 και από 1-9-2018 έως 26-9-2018 και επί έντεκα (11) ώρες κατά τις περιόδους ναυτολόγησής του από 1-6-2017 έως 31-8-2017 και από 1-6-2018 έως 31-8-2018, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει οι λόγοι των ενδίκων εφέσεων που βάλλουν κατά της παραδοχής αυτής της εκκαλουμένης να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσία. Κατόπιν όλων αυτών, οι αξιώσεις του ενάγοντος για αμοιβή της υπερωριακής του απασχόλησης, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, στο άνω πλοίο της εναγόμενης, διαμορφώνονται ως εξής: Α. Χρονικά διαστήματα από 1-1-2017 έως 31-5-2017, από 1-9-2017 έως 6-11-2017, από 22-1-2018 έως 31-5-2018 και από 1-9-2018 έως 26-9-2018: α) Για αμοιβή της υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές και Κυριακές δικαιούται [259 καθημερινές και 52 Κυριακές = 311 ημέρες Χ 2 ώρες υπερωρίας ημερησίως Χ 10,64 ευρώ (ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25%)] 6.618,08 ευρώ και β) Για αμοιβή της υπερωριακής εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες δικαιούται [[51 Σάββατα και 18 αργίες = 69 ημέρες Χ 10 ώρες ημερησίως Χ 12,76 ευρώ (ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%)] 8.804,40 ευρώ. Έναντι του τελευταίου αυτού ποσού έλαβε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 7.158,57 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του και απομένει ανεξόφλητο υπόλοιπο 1.645,83 ευρώ. Και Β. Χρονικά διαστήματα από 1-6-2017 έως 31-8-2017 και από 1-6-2018 έως 31-8-2018: α) Για αμοιβή της υπερωριακής εργασίας του κατά τις καθημερινές και Κυριακές δικαιούται [131 καθημερινές και 26 Κυριακές = 157 ημέρες Χ 3 ώρες υπερωρίας ημερησίως Χ 10,64 ευρώ (ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25%)] 5.011,44 ευρώ και β) Για αμοιβή της υπερωριακής εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες δικαιούται [26 Σάββατα και 2 αργίες = 28 ημέρες Χ 11 ώρες ημερησίως Χ 12,76 ευρώ (ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%)] 3.930,08 ευρώ. Έναντι του τελευταίου αυτού ποσού έλαβε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 3.473,16 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του και απομένει ανεξόφλητο υπόλοιπο 456,92 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του επιδίκασε για τις ως άνω αιτίες τα ίδια άνω ποσά, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά συνέπεια οι περί του αντιθέτου λόγοι των εφέσεων (πρώτος σε κάθε έφεση), κατά το σχετικό μέρος τους, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι, εκτός από τις ώρες υπερωριακής εργασίας, οι διάδικοι δεν αμφισβητούν και δεν προσβάλλουν με λόγο έφεσης το μαθηματικό υπολογισμό της υπερωριακής εργασίας, τον αριθμό των καθημερινών, Κυριακών, Σαββάτων και αργιών, το ποσό αμοιβής για την κάθε ώρα υπερωριακής εργασίας και τις χρηματικές καταβολές της εναγόμενης.
8. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 16 των προαναφερθέντων Σ.Σ.Ν.Ε, προβλέπεται η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού του πλοίου μία φορά το μήνα κατά τους μήνες Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους υπόλοιπους μήνες, σε περίπτωση δε που δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, χορηγείται στο ναυτικό αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο, ήτοι 1/22 του βασικού μισθού, ενώ για την παρεχόμενη άδεια διανυκτέρευσης πρέπει να γίνεται μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου από τον πλοίαρχο και να επικυρώνεται από τη λιμενική αρχή. Στην προκειμένη περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι, κατά τη ναυτολόγηση του ενάγοντος το έτος 2017, κατέστη δυνατή η διανυκτέρευσή του στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, καθόσον δεν προσκομίσθηκε κάποιο στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η χορήγηση σ’ αυτόν διανυκτερεύσεων, ούτε προσδιορίστηκαν χρονικά από την εναγόμενη διανυκτερεύσεις του. Επιπλέον, από τα προαναφερθέντα δρομολόγια του πλοίου προκύπτει ότι, συνήθως, αυτό δεν παρέμενε στους λιμένες της αφετηρίας και του προορισμού του κάθε δρομολογίου κατά τη διάρκεια της νύκτας. Η άνω κρίση περί μη χορήγησης διανυκτερεύσεων ενισχύεται από τη συχνή καταβολή από την εναγόμενη διαφόρων ποσών για τη σχετική αποζημίωση (βλ. τις αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως, που απέρριψε ως αβάσιμο κατ’ ουσία το σχετικό κονδύλι και δέχθηκε ότι εξασφαλίστηκε στον ενάγοντα η προβλεπόμενη από τις ως άνω διατάξεις διανυκτέρευση, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων με το δεύτερο λόγο της έφεσής του. Συνεπώς, ο τελευταίος δικαιούται για την αιτία αυτή ως αποζημίωση το ποσό των 1.163,64 ευρώ (ήτοι 1.472,22 ευρώ μισθός ενεργείας Χ 1/22 Χ 18 μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις). Έναντι του ποσού αυτού έλαβε από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 535,36 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του και απομένει ανεξόφλητο το αιτούμενο απ’ αυτόν υπόλοιπο 628,28 ευρώ.
9. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 14 των προαναφερθεισών Σ.Σ.Ν.Ε, σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’ αριθ. 70109/8008/14-12-1982 απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (Φ.Ε.Κ. Β’ 1/7-1-1982), προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών, αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (Α.Π. 1224/2019, Α.Π. 1013/2003, Εφ.Πειρ. 48/2021, Εφ.Πειρ. 284/2020, Εφ.Πειρ. 218/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες, προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς και γ) το επίδομα αδείας και οι λοιπές τακτικές παροχές (Α.Π. 774/2003, Α.Π. 226/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 550/2021, Εφ.Πειρ. 344/2021, Εφ.Πειρ. 397/2020, www.efeteio-peir.gr). Επομένως, για τη ναυτική εργασία του ενάγοντος κατά τα επίδικα άνω χρονικά διαστήματα, κατά τα οποία οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 4.314,41 ευρώ [ήτοι 1.472,22 ευρώ μισθός ενεργείας + 323,89 ευρώ επίδομα Κυριακών + 576,30 ευρώ αντίτιμο τροφής (19,21 Χ 30 ημέρες) + 56,50 ευρώ επίδομα ιματισμού + 175,13 ευρώ επίδομα παραλαβής, ελέγχου στοιβασίας και επίβλεψης φορτοεκφόρτωσης οχημάτων + 29,60 ευρώ επίδομα αξιωματικού καταστρώματος + 35,22 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 539,18 ευρώ επίδομα αδείας μετά αντιτίμου τροφής (1.472,22 + 323,89 + 576,30 / 22 Χ 5) + μέσος όρος τακτικά παρεχόμενης υπερωριακής εργασίας μηνιαίως 1.106,31 ευρώ [ήτοι, 528,61 ευρώ μέσος όρος υπερωριών καθημερινών και Κυριακών{6.618,08 ευρώ (311 καθημερινές και Κυριακές Χ 2 ώρες Χ 10,64 ευρώ} + 442,00 ευρώ μέσος όρος υπερωριών Σαββάτου {52 Σάββατα / 12 μήνες =4,33 ώρες Χ 8 ώρες Χ 12,76 ευρώ} + 135,76 ευρώ μέσος όρος αμοιβής αργιών {16 αργίες / 12 μήνες Χ 8 ώρες Χ 12,76, ευρώ}=4.314,41 ευρώ], δικαιούται αυτός ως επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων τα ακόλουθα ποσά: α) ως δώρο Πάσχα έτους 2017 το ποσό των 2.157,20 ευρώ (4.314,41 / 2), ενόψει του ότι εργάστηκε κατά τη χρονική περίοδο από 1-1-2017 έως 30-4-2017. Έναντι του ποσού αυτού έχει λάβει από την εναγόμενη το ποσό των 1.559,60 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του. Επομένως του οφείλεται η διαφορά, ποσού 2.157,20 – 1.559,600 = 597,60 ευρώ, β) ως αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2017 το ποσό των 3.835,91 ευρώ (4.314,41 ευρώ / 22 = 196,11 ευρώ Χ 19,56 ημερομίσθια), ενόψει του ότι εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 31-5-2017 έως 6-11-2017. Έναντι του ποσού αυτού έχει λάβει από την εναγόμενη το ποσό των 2.417,38 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του. Επομένως του οφείλεται η διαφορά, ποσού 2.157,20 – 1.559,600 = 1.418,53 ευρώ, γ) ως αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2018 το ποσό των 2.745,54 ευρώ (4.314,41 / 22 = 196,11 ευρώ Χ 14 ημερομίσθια), ενόψει του ότι εργάστηκε κατά τη χρονική περίοδο από 22-1-2018 έως 30-4-2018. Έναντι του ποσού αυτού έχει λάβει από την εναγόμενη το ποσό των 1.286,67 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του. Επομένως, του οφείλεται η διαφορά, ποσού 2.745,54 – 1.286,67 = 1.458,87 ευρώ, πλην όμως θα του επιδικαστεί το ποσό των 818,74 ευρώ που ζητεί με την αγωγή του και του επιδικάστηκε και πρωτόδικα, διότι δεν παραπονείται για τη μη καταβολή περαιτέρω ποσού με την έφεσή του και, σύμφωνα με τις αρχές της συζήτησης και διάθεσης που καθιερώνονται από το άρθρο 106 Κ.Πολ.Δ, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης (άρθρο 522 Κ.Πολ.Δ.), δεν έχει την εξουσία να εξαφανίσει την προσβαλλόμενη απόφαση παρά μόνο ως προς εκείνες τις διατάξεις, των οποίων την εξαφάνιση ζήτησε ο εκκαλών και, κατ’ αρχήν, μόνο για τους λόγους στους οποίους στηρίχθηκε το αίτημα του τελευταίου (Α.Π. 194/2021, Α.Π. 344/2020, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Και δ) ως αναλογία δώρου Χριστουγέννων έτους 2018 το ποσό των 3.012,25 ευρώ (4.314,41 ευρώ / 22 = 196,11 ευρώ Χ 15,36 ημερομίσθια), ενόψει του ότι εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2018 έως 26-9-2018. Έναντι του ποσού αυτού έχει λάβει από την εναγόμενη το ποσό των 1.897,51 ευρώ, όπως συνομολογεί στην αγωγή του και του οφείλεται υπόλοιπο ποσό 2.157,20 – 1.559,600 = 1.114,74 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, κατέληξε στα ίδια συμπεράσματα με τις αυτές αιτιολογίες και επιδίκασε στον ενάγοντα τα ίδια άνω ποσά ως δώρα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων 2017 και 2018, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και οι σχετικοί λόγοι των εφέσεων (τρίτος της Α έφεσης και δεύτερος της Β έφεσης), με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσία. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι οι διάδικοι δεν αμφισβητούν και δεν προσβάλλουν με λόγο έφεσης το μαθηματικό υπολογισμό των επιδικασθέντων δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, το ποσό των μηνιαίων τακτικών αποδοχών του ενάγοντος (πλην του μέρους αυτών που αφορά το μέσο όρο της μηνιαίας αμοιβής του για υπερωριακή εργασία) και τις χρηματικές καταβολές της εναγόμενης.
10. Τέλος, ο ενάγων δικαιούται να λάβει αποζημίωση λόγω διακοπής πλόων, κατ’ άρθρο 27 της άνω Σ.Σ.Ε. «Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2017», για την απόλυσή του στις 26-9-2018 στο λιμάνι του Πειραιά, διότι, σύμφωνα με όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν, αποδείχθηκε ότι η από 22-1-2018 σύμβαση ναυτικής εργασίας του λύθηκε στην πραγματικότητα λόγω καταγγελίας της από τον πλοίαρχο «λόγω διακοπής δρομολογίων και ετήσιας επιθεώρησης». Ειδικότερα, δικαιούται ως αποζημίωση αποδοχές 22 ημερών και δη 3.163,82 ευρώ (4.314,41 ευρώ τακτικές μηνιαίες αποδοχές / 30 Χ 22), έναντι της οποίας η εναγόμενη ουδέν ποσόν του κατέβαλε. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση και με την αυτή αιτιολογία επιδίκασε στον ενάγοντα το ίδιο άνω ποσό αποζημίωσης, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και ο τέταρτος λόγος της Α έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο παραπονείται επειδή δεν του επιδικάστηκε μεγαλύτερο ποσό αποζημίωσης (3.742,97 ευρώ) γιατί δεν αναγνωρίστηκε μεγαλύτερος μέσος όρος μηνιαίας υπερωριακής του απασχόλησης και κατ’ επέκταση μεγαλύτερο ποσό μηνιαίων τακτικών αποδοχών του (5.104,05 ευρώ), πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
11. Κατόπιν όλων αυτών, το σύνολο των αξιώσεων του ενάγοντος από τις άνω ναυτολογήσεις του στο Φ/Γ-Ο/Γ πλοίο «Π» ανέρχεται στο ποσό των 21.473,98 ευρώ (6.618,08 + 1.645,83 + 5.011,44 + 456,92 + 628,28 + 597,60 + 1.418,53 + 818,74 + 1114,74 + 3.163,82), το οποίο οφείλει να του καταβάλει η εναγόμενη υπό την ιδιότητά της ως πλοιοκτήτρια του άνω πλοίου. Ακολούθως, μη υπάρχοντος άλλου λόγου των άνω εφέσεων προς εξέταση, πρέπει: Α) να απορριφθεί η Β έφεση της εναγόμενης ως αβάσιμη κατ’ ουσία στο σύνολό της και να επιβληθούν σε βάρος της, λόγω της ήττας της, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν νόμιμου σχετικού αιτήματός του (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.) και Β) να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία η Α έφεση του ενάγοντος και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, χάριν της ενότητας της εκτέλεσης (Α.Π. 748/1984, ΕλλΔνη 26, 642, Εφ.Πατρ. 50/2020, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Εφ.Πειρ. 155/2019, Εφ.Πατρ. 21/2019, Εφ.Θεσ. 174/2018, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Σ. Σαμουήλ, «Η έφεση», έκδ. Ε’, σ. 430-431, παρ. 1143), αναγκαίως δε και κατά τη διάταξη περί δικαστικής δαπάνης που θα καθοριστεί εξαρχής. Ακολούθως, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση προς εκδίκαση κατ’ ουσία στο Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία η από 13-12-2018 και με ΓΑΚ 13036 και ΕΑΚ 5871/17-12-2018 αγωγή κατά την κύρια βάση της από έγκυρες συμβάσεις ναυτικής εργασίας (κατά την οποία είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρθηκαν στις ανωτέρω νομικές σκέψεις, καθώς και σ’ αυτές των άρθρων 1, 2, 53, 54, 60 εδ. α, 84 παρ. 1 Κ.Ι.Ν.Δ, 1 παρ. 1α’, 2, 3α’ και 4, 3Υ.Α. 19040/1981, 1, 3, 5, 6, 8 παρ. 2, 5, 13, 10 παρ. 1, 3, 4, 11, 13 παρ. 1, 2, 4 και 5, 14, 16, 18, 27, 38, 39 των άνω Σ.Σ.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων ετών 2016 και 2017, 330, 341, 345 εδάφ. α’, 346 εδάφ. α’, 361, 648, 649, 653, 655 εδάφ. α’, 341, 345 εδάφ. α’, 346 Α.Κ, 68, 70, και 176 Κ.Πολ.Δ. και Α) να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 10.736,99 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, για ποσό 9.622,25 ευρώ από την επομένη της ημερομηνίας της τελευταίας απόλυσής του [ήτοι από την 27η-9-2018, η οποία από το νόμο τάσσεται ως δήλη ημέρα καταβολής του συμφωνηθέντος μισθού, με μόνη την πάροδο της οποίας καθίσταται υπερήμερος ο εργοδότης και οφείλει τόκους υπερημερίας (άρθρα 341 παρ. 1 και 345 εδ. α’ Α.Κ.- Α.Π. 493/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ)] και από 1-1-2019 για υπόλοιπο ποσό 1.114,74 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2018, που, κατά το χρόνο της τελευταίας άνω απόλυσης του ενάγοντος, δεν είχε ακόμα καταστεί απαιτητή [για την εκ του νόμου τασσόμενη ημέρα καταβολής των επιδομάτων δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ώστε με μόνη την πάροδο της δήλης αυτής ημέρας να επέρχονται οι ανωτέρω συνέπειες, βλ. αντίστοιχα Ολ.Α.Π. 40/2002, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ. 265/2020, www.efeteio-peir.gr] και Β) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα υπόλοιπο ποσό 10.736,99 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της τελευταίας άνω απόλυσής του (27η-9-2018). Τέλος, η εναγόμενη, λόγω της ήττας της και ανάλογα με την έκταση αυτής, πρέπει να καταδικασθεί σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατ’ αποδοχή του βάσιμου σχετικού αιτήματός του (άρθρα 106, 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις Α και Β εφέσεις.
Δέχεται τυπικά αυτές.
Απορρίπτει τη Β έφεση κατ’ ουσία.
Καταδικάζει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600,00) ευρώ.
Δέχεται την Α έφεση κατ’ ουσία.
Εξαφανίζει τη με αριθ. 3824/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.
Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση που αφορά την αναφερθείσα στο σκεπτικό από 13-12-2018 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …./17-12-2018 αγωγή.
Δέχεται εν μέρει αυτή.
Αναγνωρίζει ότι η εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δέκα χιλιάδων επτακοσίων τριάντα έξι ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (10.736,99), με το νόμιμο τόκο για ποσό εννέα χιλιάδων εξακοσίων είκοσι δυο ευρώ και είκοσι πέντε λεπτών (9.622,25) από την 27η-9-2018 και για υπόλοιπο ποσό χιλίων εκατόν δέκα τεσσάρων ευρώ και εβδομήντα τεσσάρων λεπτών (1.114,74) από την 1-1-2019 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.
Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα υπόλοιπο ποσό δέκα χιλιάδων επτακοσίων τριάντα έξι ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (10.736,99), με το νόμιμο τόκο από την 27η-9-2018 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.
Καταδικάζει την εναγόμενη στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 27 Ιουνίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ