Αριθμός 521 /2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ελένη Τέλιου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Χρήστο Χατζηπαναγιώτου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Η εκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30.7.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3448/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 29.12.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2020) έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………../2021) αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η με αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του Εφετείου Πειραιώς ……./2021 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 3448/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθώς η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 14-10-2019 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 30-12-2020 δίχως να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης (άρθρα 495, 511, 513, 516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 1 και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την αυτή διαδικασία δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με κωδικό ………../2020 παράβολο).
Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη η ενάγουσα ιστορούσε ότι σε παρατήρηση που απηύθυνε στην εναγόμενη η οποία οδηγώντας με όπισθεν κίνηση το όχημά της χωρίς προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι μπορούσε να το πράξει χωρίς κίνδυνο των πεζών, θα έπεφτε επί του σώματός της αν δεν προλάβαινε να μετακινηθεί τάχιστα, εξύβρισε και απείλησε αυτήν ενώ βιαιοπράγησε και σε βάρος της με συνέπεια να εμφανίσει στη συνέχεια ταχυκαρδία, ημικρανία και έντονο άλγος στα άνω και κάτω άκρα. Ζήτησε δε, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 20.500 ευρώ με τον νόμιμο τόκο από της τελέσεως των αδίκων αυτών πράξεων άλλως από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Επί της νομίμου αυτής αγωγής (άρθρα 914,932,299, 345,346 ΑΚ 333, 361, 308 ΠΚ), η οποία είναι αρκούντως ορισμένη καθώς περιέχει όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία για την θεμελίωση του αγωγικού δικαιώματος, απορριπτομένου αντίθετου ισχυρισμού της εναγομένης ως αβάσιμου, εξεδόθη η εκκαλουμένη με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα περί επιδίκασης τόκων από της τελέσεως των αδίκων πράξεων ως μη νόμιμο και περαιτέρω απορρίφθηκε η αγωγή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν με την αιτιολογία ότι δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη απείλησε, εξύβρισε και βιαιοπράγησε σε βάρος της ενάγουσας. Ήδη κατά της απόφασης αυτής βάλλει η ενάγουσα παραπονούμενη για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την παραδοχή της αγωγής της.
Με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 του ΑΚ προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ` επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρ. 2 παρ. 1 του Συντάγματος (ΑΠ 1735/2009), αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, όμως η προσβολή της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920, 932 ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων, α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, εκδηλούμενη είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 ΑΚ) όπως προαναφέρθηκε και δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε έκφανση ή εκδήλωσή της (σωματική, πνευματική, ηθική, τιμή κ.λ.π.). Έτσι, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητος. Είναι δε αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης, που ενδέχεται, με την προσβολή, να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου. Συνεπώς, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και από ποινικά κολάσιμη πράξη.
Από τις υπ΄αριθμούς ….,…. και …./7-12-2018 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά που δόθηκαν επιμελεία της ενάγουσας κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της αντιδίκου της (βλ. υπ΄αριθμόν …/4-12-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ………….) και όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι υπ΄αριθμούς ………. και …/18-12-2018 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά των μαρτύρων, …….. και ………, οι οποίες δόθηκαν επιμελεία της εναγομένης καθώς οι βεβαιώσεις αυτές δόθηκαν χωρίς προηγουμένως να ορκιστούν οι μάρτυρες, όπως προκύπτει από το σώμα των βεβαιώσεων αυτών και ως εκ τούτου δεν αποτελούν ένορκες βεβαιώσεις αλλά απλές δηλώσεις χωρίς αποδεικτική αξία, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 20-5-2015 και περί ώρα 11.00 πμ η ενάγουσα στάθμευσε το όχημα της σε ιδιωτικό χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων στον Πειραιά επί της οδού Υψηλάντου 119 και κινήθηκε προς την οδό Υψηλάντου προκειμένου να διασχίσει κάθετα την οδό αυτή. Ενώ ανέμενε επι της οδού για αυτόν τον σκοπό η εναγόμενη οδηγώντας το με αριθμό κυκλοφορίας ………. ΙΧΕ αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής ΜAZDA το οποίο είχε ακινητοποιήσει επί της οδού Υψηλάντου πριν την είσοδο του ιδιωτικού χώρου στάθμευσης, κινήθηκε προς τα πίσω χωρίς προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι μπορούσε να το πράξει χωρίς κίνδυνο των πεζών με συνέπεια να ακουμπήσει το πόδι της ενάγουσας, η οποία αντιδρώντας τάχιστα απομακρύνθηκε από το όχημα και αποσοβήθηκε το ατύχημα. Στη συνέχεια, η ενάγουσα διαμαρτυρόμενη για τον κίνδυνο στον οποίο εξετέθη παρατήρησε την οδηγό για την απρόσεκτη συμπεριφορά της. Η τελευταία εξήλθε του οχήματός της και επιτέθηκε στην ενάγουσα αρχικά φραστικά απευθύνοντας σ΄αυτήν την φράση «Μωρή θα σε σκοτώσω αν ξανακουμπήσεις το αυτοκίνητό μου» και ακολούθως, σωματικά χτυπώντας την με τα χέρια της στους ώμους και τα χέρια, ενώ κατάφερε σ΄αυτήν και χτύπημα με το ποδι της στο δεξιό γόνατο. Στη συνέχεια, η εναγομένη στάθμευσε το όχημά της και απομακρύνθηκε από τον χώρο εκείνο, ενώ η ενάγουσα σημείωσε τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος της ενάγουσας και μετέβη στο χώρο εργασίας της και συγκεκριμένα στο κατάστημα γυναικείων ενδυμάτων που διατηρούσε στον Πειραιά. Ωστόσο, κατά την διάρκεια της ημέρας δεν αισθανόταν καλά λόγω του συμβάντος και επέστρεψε στην οικία της, ενώ την επομένη ημέρα μετέβη στο Αστυνομικό Τμήμα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιώς και υπέβαλε έγκληση σε βάρος της οδηγού του οχήματος με τον αριθμό κυκλοφορίας που είχε σημειώσει. Βάσει των στοιχείων αυτών σχηματίστηκε η με στοιχεία Α.Β.Μ. ……. ποινική δικογραφία ενώ δύο χρονια αργότερα και συγκεκριμένα στις 6-7-2017 κλήθηκε η ενάγουσα από το ανωτέρω αστυνομικό τμήμα για αναγνώριση της οδηγού που της επιτέθηκε οπότε αναγνώρισε στο πρόσωπο της εναγομένης την υπαίτια οδηγού σε βάρος της οποίας ασκήθηκε ποινική δίωξη για εξύβριση, απειλή και ελαφρά σωματική βλάβη από πρόθεση. Ωστόσο, η δικογραφία στις 25-9-2017 τέθηκε βάσει του άρθρου 8 του νόμου 4411/2016 για την αποσυμφόρηση των φυλακών, στο αρχείο με την υπ΄αριθμόν …./2017 πράξη της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιά. Η εναγομένη, η οποία κατά το χρόνο του συμβάντος ελάμβανε σύνταξη λόγω θανάτου του συζύγου της ύψους 438,16 ευρώ μηνιαίως (βλ. υπ΄αριθμόν …./2015 Απόφαση Διευθυντή ΙΚΑ – ΕΤΑΜ αρνείται ότι βιαιοπράγησε σε βάρος της ενάγουσας ενώ αποδέχεται ότι υπήρξε λεκτικό επεισόδιο μεταξύ τους. Ωστόσο, τα ανωτέρω χτυπήματα επιβεβαιώθηκαν από την ιατροδικαστική εξέταση που διενεργήθηκε δύο ημέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 22-5-2015 κατά την οποία διαπιστώθηκε οίδημα δεξιού αγκώνος και σύστοιχου γόνατος και άλγος δεξιού άνω άκρου και κάτω άκρων (βλ. με αριθμό ……./22-5-2015 ιατροδικαστική έκθεση του Ιατροδικαστή ……..), ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την υποβολή της εγκλήσεώς της η ενάγουσα δήλωσε ότι αποδέχεται την εξέτασή της από ιατροδικαστή προς απόδειξη των σωματικών βλαβών που προκλήθηκαν σ΄αυτην από την επιθετική συμπεριφορά της εναγομένης. Κατόπιν αυτών δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι η εναγομένη επέδειξε την προαναφερόμενη συμπεριφορά σε βάρος της ενάγουσας. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα συνεπεία της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της ενάγουσας η οποία συνιστά προσβολή της προσωπικότητας αυτής, ένιωσε ταραχή και αγωνία, περιήλθε σε κατάσταση τρόμου από τις απειλές που ξεστόμισε και βίωσε σωματικό πόνο από τα χτυπήματα που δέχτηκε απρόκλητα(άρθρα 361, 333 και 308 παρ 1 ΠΚ) και ενώ είχε ήδη κινδυνεύσει από την οδηγική συμπεριφορά της εναγομένης. Ως εκ τούτου υπέστη ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει να επιδικαστεί σ΄αυτην χρηματική ικανοποίηση η οποία λαμβανομένων υπόψη α) του είδους της προσβολής που δέχτηκε (εξύβριση, απειλή, σωματική βλάβη), β) της έκτασης και των συνεπειών αυτής της προσβολής αυτής, γ) των ειδικών περιστάσεων (απρόκλητα και κατόπιν διακινδύνευσης της σωματικής ακεραιότητας αυτής), δ) του βαθμού υπαιτιότητας της εναγομένης (δόλος) και ε) της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών, πρέπει να οριστεί βάσει της αρχής της αναλογικότητας, η οποία, επιβάλλεται να τηρείται κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (ΟλΑπ 9/2015), στο ποσό των χιλίων (1000) ευρώ. Κρίνεται δε, απορριπτέα η ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που προέβαλε η εφεσίβλητη συνιστάμενη στο ότι με την συμπεριφορά της η ενάγουσα προκάλεσε σ΄αυτήν την εντύπωση ότι δεν πρόκειται ν΄ασκήσει το δικαίωμά της για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που προξένησε σ΄αυτήν καθόσον από κανένα στοιχείο δεν επιβεβαιώνεται η επικαλούμενη απ΄αυτήν εντύπωση. Συνακόλουθα, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό αυτό με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Προσωπική κράτηση δεν πρέπει ν΄απαγγελθεί σε βάρος της εναγόμενης αφού το επιδικασθέν ποσό δεν υπερβαίνει το ποσό των 30000 ευρώ (άρθρα 1047 και 1048 ΚΠολΔ). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις κατά τους βάσιμους περί αυτού λόγους της εφέσεως η οποία κατ΄ακολουθίαν πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν. Περαιτέρω πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να δικαστεί και ακολούθως, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ανωτέρω ποσό με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Μέρος των δικαστικών εξόδων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγόμενης λόγω της μερικής ήττας αυτής (άρθρα 183, 178, 191 παρ 2 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει, ενόψει της παραδοχής της έφεσης, να επιστραφεί στην εκκαλούσα και το κατατεθέν παράβολο άσκησης έφεσης ( αρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ΄αριθμόν 3448/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την με αριθμό καταθ. ……../2018 αγωγή
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των χιλίων (1000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εφεσίβλητη σε μέρος των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας της εκκαλούσας το οποίο ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στην εκκαλούσα
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 29 Αυγούστου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ