Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 561/2022

Αριθμός     561/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ:   1) ………. και 2) ……….., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Ειρηναίο Βιλλιώτη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό των Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ Θεοδώρα Ιατρέλλη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Οι εκκαλούσες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  24.11.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η  υπ΄ αριθμ. 63/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι ενάγουσες και ήδη εκκαλούσες με την από  19.10.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2020) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο  ………./2020) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλουσών και η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εφεσιβλήτου, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 19.10.2020 (αριθ.καταθ. ……../2020 έφεση των εναγουσών που ηττήθηκαν και ήδη εκκαλουσών απευθύνεται προς το Μονομελές Εφετείο Πειραιά κατά της υπ’ αριθ. 63/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε ως ουσία αβάσιμη την από 24.11.2017 (αριθ.καταθ. ………/2016) αγωγή τους, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθ. 19, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν.3999/2011), έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από τη δημοσίευση της απόφασης που περάτωσε τη δίκη (8.1.2020) έως την άσκηση της υπό κρίση έφεσης (20.10.2020) δεν παρήλθε χρονικό διάστημα πλέον των δύο (2) ετών (άρθ. 495 παρ.1, 2, 511 παρ. 1Β, 517 παρ. 1, 518 παρ. 2, όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015, 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή, και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 Κ.Πολ.Δ) κατά την ίδια διαδικασία, δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ (e-παράβολο ………….), όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης παραβόλου της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά.

Με την από 24.11.2017 (αριθ.καταθ. ………../2017) αγωγή τους, του απηύθυναν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, οι ενάγουσες και ήδη εκκαλούσες, ιστορούσαν ότι, έχουν στην κυριότητα, νομή και κατοχή τους κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου η κάθε μία το επαρκώς περιγραφόμενο οικόπεδο επιφανείας μ.τ 186 μετά της επ’ αυτού παλαιάς διώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης και επί της οδού ……… και . …… και έχει λάβει ΚΑΕΚ …………. Ότι την κυριότητα επί αυτού απέκτησε από το έτος 1965, τόσο με τον αναφερόμενο παράγωγο τρόπο, όσο και με πρωτότυπο τρόπο ως νεμόμενη τούτο από της περιελεύσεώς της σε αυτή η δικαιοπάροχος και αποβιώσασα την 26.11.2011 μητέρα τους, η οποία το έτος 1997, δυνάμει του αναφερόμενου συμβολαιογραφικού εγγράφου, μεταβίβασε την επικαρπία αυτού, λόγω γονικής παροχής, στον υιό της …………, ο οποίος συνέχισε ως επικαρπωτής να νέμεται αυτό (επίδικο ακίνητο) έως τον θάνατό του την 24.5.2014, και, ότι, κατά τα ειδικότερα ιστορούμενα, αυτές (ενάγουσες) απέκτησαν ακολούθως την κυριότητα επί αυτού κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου η κάθε μία, παραγώγως, λόγω κληρονομικής εξ αδιαθέτου διαδοχής, την οποία (κληρονομία) αποδέχθηκαν με το αναφερόμενο συμβολαιογραφικό έγγραφο, αλλά και πρωτοτύπως με προσμέτρηση και του χρόνου νομής των άνω δικαιοπαρόχων τους κατά τις διατάξεις των άρθρων του Ν.3127/2003. Ότι κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης της περιοχής που βρίσκεται το ως άνω ακίνητο, στο ως άνω ακίνητο εμφανίζεται εσφαλμένα ως δικαιούχος το Ελληνικό Δημόσιο. Με βάση αυτό το ιστορικό, οι ενάγουσες επικαλούμενες ότι η πρώτη εγγραφή είναι ανακριβής και προσβάλλει τα εμπράγματα δικαιώματά τους επί του επιδίκου, ζήτησαν να αναγνωριστούν κυρίες του ακινήτου αυτού κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου η κάθε μια και να διορθωθεί η αρχική εγγραφή, ώστε να καταχωριστούν οι ίδιες ως κυρίες του ακινήτου κατά το ανωτέρω ποσοστό, άλλως, να αναγνωριστεί η μητέρα τους ως ψιλή κυρία και ο αδελφός τους ως επικαρπωτής, να διορθωθεί η αρχική εγγραφή στα κτηματολογικά βιβλία, ώστε να καταχωριστεί η μητέρα τους ως ψιλή κυρία δυνάμει του αναφερομένου αγοραπωλητηρίου συμβολαίου και ο αδελφός τους, . ……, ως επικαρπωτής, δυνάμει του αναφερόμενου συμβολαίου γονικής παροχής. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε ότι η ως άνω αγωγή ασκήθηκε παραδεκτά, ότι τηρήθηκε η απαιτούμενη προδικασία και ότι είναι ορισμένη και νόμιμη, ως προς την επικουρική  βάση της, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1, 2 Ν.2664/1998, 4 του ν. 3127/2003, 1045, 1042 ΑΚ, 68, 70, 176 Κ.Πολ.Δ μη νόμιμη και απορριπτέα ως προς την κύρια βάση της, για τους εκτιθέμενους σε αυτή (εκκαλούμενη) λόγους, απέρριψε αυτή (αγωγή) ως αβάσιμη κατ’ ουσία, δεχόμενο ως κατ’ ουσία βάσιμο τον ισχυρισμό του Ελληνικού Δημοσίου ότι, το επίδικο ακίνητο είναι ανεπίδεκτο χρησικτησίας, καθόσον αποτελεί τμήμα δημοσίου κτήματος συνολικής έκτασης 21.000 τ.μ, το οποίο έχει παραχωρηθεί προς εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού ήδη από το έτος 1957 προς στέγαση δώδεκα οικογενειών. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι ενάγουσες κατά την βάση που αυτή (αγωγή) έγινε δεκτή ως νόμιμη (επικουρική βάση) και απορρίφθηκε κατ’ ουσία, με την υπό κρίση έφεση τους και τους διαλαμβανόμενους σε αυτή (έφεση) λόγους κατά το κεφάλαιο που πλήττεται η εκκαλούμενη, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμησή της, ώστε να γίνει δεκτή η άνω αγωγή τους ως προς την επικουρική βάση της.

Ι. Κατά το άρθρο 4 του νόμου 3127/ξ2003 “Τροποποίηση και συμπλήρωση των νόμων 23088/1995 και 2664/1998 για την Κτηματογράφηση και το Εθνική Κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις”, “1.Σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον: α)νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιαταράκτως για δέκα (10) έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ίδιου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-10-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη ή β)νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις α και β προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον  δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 του ΑΚ. 2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για ακίνητο εμβαδού μέχρι 2000 τ.μ. Για ενιαίο  ακίνητο εμβαδού μεγαλύτερου των 2.000 τ.μ, οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται μόνον εφόσον στο ακίνητο  υφίσταται κατά την 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του ισχύοντος συντελεστή δόμησης στην περιοχή”. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται, ότι θεσπίζεται με αυτές εξαίρεση του κανόνα του άρθρου 21 του Ν.Δ/τος της 22.4/16.5.1929 “Περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης” (που διατηρήθηκε σε ιχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ με το άρθρο 53 του ΕισΝΑΚ και επαναλήφθηκε στο άρθρο 4 του ΑΝ 1539/1939 “Περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων”), σύμφωνα με τον οποίο στα δημόσια κτήματα νομέας είναι το Δημόσιο και ότι αυτά είναι ανεπίδεκτα νομής ή αποσβεστικής παραγραφής, εκτός αν η τριακονταετής νομή της έκτακτης χρησικτησίας είχε συμπληρωθεί μέχρι τις 11.9.1915, αφού, μετά τη χρονολογία αυτή, δεν επιτρέπεται ούτε έκτακτη χρησικτησία στα ακίνητα του Δημοσίου. Έτσι, με τις διατάξεις του άρθρου 4 του νόμου 3127/2003, μπορεί κάποιος να αποκτήσει με χρησικτησία κυριότητα δημοσίου κτήματος που βρίσκεται σε σχέδιο πόλης ή σε προϋφιστάμενο του έτους 1923 οικισμό ή σε οικισμό κάτω των 2000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, εμβαδού μέχρι 2000 τμ, εφόσον νέμεται αδιατάρακτα το εν λόγω ακίνητο μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δηλαδή μέχρι την 19.3.2003: α)για δέκα έτη με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία υπέρ του ίδιου του νεμόμενου ή νεμηθέντος ή υπέρ των δικαιοπαρόχων του, εφόσον ο νόμιμος τίτλος έχει  καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23.2.1945, εκτός εάν, κατά την κτήση της νομής, ο επικαλούμενος κυριότητα ή οποιοσδήποτε από τους δικαιοπαρόχους του ήταν κακής πίστης ή β)για τριάντα έτη, εκτός αν, κατά την κτήση της νομής, ο επιληφθείς της νομής του ακινήτου ήταν κακής πίστης, εφόσον, δηλαδή, κατά το χρόνο κτήσης της νομής, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 ΑΚ. Η ρύθμιση αυτή, ως ειδική και εξαιρετική, επιτρέπει την απόκτηση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητα του Δημοσίου, εφόσον κάποιος, που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή του ακινήτου του Δημοσίου, νέμεται τούτο αδιατάρακτα για τριάντα έτη που φθάνουν χρονικά μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19.3.2003, με τις λοιπές προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παρ. 1 περ.α΄ και β και όχι εφόσον έχει συμπληρωθεί οποτεδήποτε η τριακονταετής αυτή αδιατάρακτη νομή πριν από την έναρξη ισχύος του ίδιου νόμου, χωρίς να ενδιαφέρει αν συνεχίζει να νέμεται το ακίνητο του Δημοσίου αδιατάρακτα και μετά την έναρξη της ισχύος του εν λόγω νόμου. Εξάλλου, οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται μόνο σε δημόσια κτήματα, ήτοι σε ακίνητα που ανήκουν κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο (Ολ ΑΠ 15/11, ΑΠ 1813/17, 4/12, 1271/11) και προστατεύουν  εκείνον που προβάλλει κυριότητα σε δημόσιο, με την παραπάνω έννοια, κτήμα, παρέχοντάς του τη δυνατότητα, με την επίκληση της συνδρομής των προϋποθέσεων των εν λόγω διατάξεων, να αποκτήσει την κυριότητα του κτήματος αυτού έναντι του Δημοσίου, την οποία, άλλως, χωρίς, δηλαδή, τις διατάξεις αυτές, μόνο με τη συνδρομή των ανωτέρω αυστηροτέρων προϋποθέσεών του, προ του νόμου αυτού, νομικού καθεστώτος, θα μπορούσε να αποκτήσει (ΑΠ 121/2022, ΑΠ 1131/2021, ΑΠ 22/2021, ΑΠ 282/2019, ΑΠ 23/2019, ΑΠ 807/2019, ΑΠ 1598/2018, ΑΠ 187/2017, Εφ.Πειρ. 235/2021, Εφ.Λαρ. 310/2019 Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ)

Σύμφωνα με το άρθρο 254 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, το οποίο εφαρμόζεται και στη διαδικασία της κατ’ έφεση δίκης (άρθρο 524 παρ 1 Κ.Πολ.Δ), το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει για το βάσιμο ή μη των προβαλλόμενων λόγων έφεσης, που ανάγονται σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, μπορεί, χωρίς να εξαφανίσει την προσβαλλόμενη απόφαση (Ολ ΑΠ 1285/1982 ΝοΒ 31.1182 και ΕλλΔνη  24.220), να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη, παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Η απόφαση πρέπει να μνημονεύει, απαραιτήτως, τα ειδικά θέματα που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης. Η εξουσία που παρέχεται από τις διατάξεις αυτές (βλ.και τα άρθρα 522, 533, 535 παρ. 1 και 245 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), περιλαμβάνει το δικαίωμα του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, να διατάξει ιδίως, μεταξύ άλλων, νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, με τα αποδεικτικά μέσα που προβλέπονται στο άρθρο 339 Κ.Πολ.Δ, μεταξύ των οποίων και η προσκόμιση των αναγκαίων διαδικαστικών ή αποδεικτικών εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλέστηκαν, αλλά δε τα προσκόμισαν, όπως και κάθε κρίσιμο έγγραφο, χωρίς το οποίο καθίσταται αδύνατη η ασφαλής διάγνωση της υπόθεσης (ΑΠ 1321/2021 ΑΠ 412/2020, αμφ.δημ.στη ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 105/1983, Δ/νη 24-636, Εφ.Θεσσαλ. 415/2022, Εφ.Αθ. 6913/1988 δημ.στη ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, το εφεσίβλητο-εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο προέβαλε πρωτοδίκως τον ισχυρισμό (ένσταση), ότι το επίδικο ακίνητο, είναι δημόσιο κτήμα, εμπίπτει δε στην ευρύτερη έκταση των 21.000 τ.μ, η οποία περιήλθε στο Δημόσιο ως ανέκαθεν δημόσια έκταση, σύμφωνα με το υπ’ αριθμ.πρωτ. Δ.Ο……/9.10.1957 και το υπ’ αριθμ. ……../18.10.1957 έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών και το πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής προς το Υπουργείο Προνοίας “προς τον σκοπόν της στεγάσεως 12 οικογενειών Νέου Ικονίου Πειραιώς……………..” Η καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπον χρήσις της εν λόγω εκτάσεως, πλην της ανεγέρσεως εν αυτή κατοικιών δια την στέγασιν των ανωτέρω οικογενειών ως και ετέρων δεομένων στεγαστικής συνδρομής συνεπάγεται την ανάκλησιν της παρούσας παραχωρήσεως…………”, και ως εκ τούτου είναι ανεπίδεκτο χρησικτησίας γιατί αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού. Τον ανωτέρω ισχυρισμό (ένσταση των άρθρων 966,105 Α.Κ) ο οποίος όπως προαναφέρθηκε, έγινε δεκτός ως κατ’ ουσία βάσιμος, αρνούνται οι ενάγουσες και με τους λόγους της υπό κρίση εφέσεώς τους που ανάγονται σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ισχυρίζονται ότι το επίδικο ακίνητο δεν είναι δημόσιο κτήμα, ότι ουδέποτε τέθηκε προς εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού της εξυπηρέτησης των στεγαστικών αναγκών 12 οικογενειών του Νέου Ικονίου Πειραιά και ότι η παραχώρηση της έκτασης από το Υπουργείο Οικονομικών προς το Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας αυτοδίκαια ανακλήθηκε, λόγω μη εκπλήρωσης του σκοπού. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, λόγω της μη προσκομιδής κρίσιμων εγγράφων σχετικών με τους ισχυρισμούς που διαλαμβάνονται στους λόγους της υπό κρίση εφέσεως, το παρόν Δικαστήριο, κρίνει αναγκαίο, για την πλήρη διακρίβωση, ασφαλή και ορθή διάγνωση της διαφοράς, να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο κατ’ άρθρο 254 Κ.Πολ.Δ αυτής (κρινόμενης έφεσης), προκειμένου να προσκομιστούν με επιμέλεια των διαδίκων, τα λεπτομερώς αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας έγγραφα, και να ολοκληρωθεί έτσι, η έρευνα για την ουσιαστική βασιμότητα της προβληθείσας ένστασης το εναγομένου-εφεσιβλήτου Ελληνικού Δημοσίου και κατ’ επέκταση των σχετικών ως άνω ισχυρισμών των λόγων της έφεσης. Σημειωτέων ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν από τους διαδίκους θα επανεκτιμηθούν μετά την επανάληψη της συζήτησης, σε περίπτωση που προσκομισθούν εκ νέου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 19.10.2020 (αριθ.καταθ. ……../2020) έφεση κατά της υπ’ αριθ. 63/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Δέχεται τυπικά την έφεση.

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης της έφεσης, προκειμένου να προσκομισθούν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου με επιμέλεια των διαδίκων,

Α)Έγγραφο, από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου, περί της καταγραφής ή μη του επίδικου ακινήτου στα δημόσια κτήματα, κατ’ άρθρο 25 του Α.Ν. 1539/1938).

Β)Έγγραφο, των αρμοδίων Υπηρεσιών του Ελληνικού Δημοσίου στο οποίο να προσδιορίζεται ορισμένα και συγκεκριμένα (τοπικά/χρονικά/ονομαστική αναφορά οικογενειών) η χρήση της παραχωρηθείσας έκτασης για τη στέγαση δώδεκα (12) οικογενειών Νέου Ικονίου Πειραιώς με την ανέγερση εντός της οικοδομήσιμης έκτασης 13.000 τ.μ αντίστοιχων οικοδομών εξυπηρετούντων την άνω στέγαση, όπως αυτή (παραχωρηθείσα έκταση) εμφαίνεται συγκεκριμένα στο από 5-10-1957 απόσπασμα τοπογραφικού διαγράμματος της περιοχής Κερατσινίου.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  16 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, του πληρεξουσίου δικηγόρου των εκκαλουσών και της δικαστικής πληρεξουσίας ΝΣΚ του εφεσιβλήτου.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ