Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 34/2019

Αριθμός     34/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Δ

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 272 παρ. 1-2 και 524 παρ. 1-3 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από τα άρθρα 30 και 44 παρ. 1 του Ν.3994/2011 αντίστοιχα (και ίσχυαν κατά το χρόνο άσκησης της ένδικης έφεσης), συνάγεται ότι επί ερημοδικίας του εκκαλούντος στην κατ` έφεση δίκη, εφαρμόζονται ως προς την έφεση οι διατάξεις που ισχύουν επί ερημοδικίας του ενάγοντος κατά τη συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και συνεπώς το δικαστήριο ερευνά, εάν τη συζήτηση επισπεύδει ο εκκαλών ή ο εφεσίβλητος και η έφεση απορρίπτεται ερήμην του εκκαλούντος, που επιμελήθηκε για τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως γι` αυτή. Ειδικότερα, εάν τη συζήτηση επισπεύδει ο εφεσίβλητος ερευνάται εάν ο απολειπόμενος εκκαλών κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα και στη μεν αποφατική περίπτωση κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και διατάσσεται νέα κλήτευση (άρθρα 524 παρ. 1 και 3, 272 παρ. 1 και 2, 271 του ΚΠολΔ), στην καταφατική δε περίπτωση απορρίπτεται η έφεση ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ερευνηθεί η ουσία της υπόθεσης. Προϋπόθεση του παραδεκτού της συζήτησης της έφεσης είναι η, κατά τους ορισμούς του άρθρου 271 του ΚΠολΔ, στο οποίο παραπέμπει η διάταξη του άρθρου 524 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, έρευνα της νόμιμης κλήτευσης του απολειπόμενου διαδίκου ή της επίσπευσης της συζήτησης από τον τελευταίο για την ορισθείσα νομίμως δικάσιμο, αλλιώς είναι απαράδεκτη η συζήτηση. Η απόρριψη της έφεσης, λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος, γίνεται κατ` ουσίαν και όχι για τυπικό λόγο, διότι, παρότι στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται κατά πλάσμα νόμου ότι είναι αβάσιμοι και για το λόγο αυτό είναι πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίνεται στο δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (βλ. ΟλΑΠ 16/1990 Δ/νη 41.804, ΑΠ 268/2016, ΑΠ 355/2016, ΑΠ 467/2016, ΑΠ 322/2015, ΑΠ 1192/2015, ΑΠ 1192/2015, ΑΠ 693/2014, ΑΠ 2221/2014 Νόμος, ΤριμΕφΛαρ 8/2016, ΤριμΕφΛαρ 11/2016, ΤριμΕφΛαρ 27/2016 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΤριμΕφΠατρ62/2017δημ/ση ΝΟΜΟΣ).

Στην προκείμενη περίπτωση, φέρεται προς συζήτηση η κρινόμενη από 02.12.2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ενδίκου μέσου ……..(αριθμός προσδιορισμού δικασίμου στο παρόν δικαστήριο ……..) έφεση κατά της με αριθμ. 4053/2017 οριστικής απόφασης του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 14-10-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………. αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης κατά της εναγόμενης και ήδη, εκκαλούσας Από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό …….. της γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία υπάρχει αναγεγραμμένη στην ένδικη έφεση, προκύπτει, ότι στις 5.12.2017 ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας κατέθεσε την ανωτέρω έφεση στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Εξάλλου, από την έκθεση κατάθεσης και ορισμού δικασίμου με αριθμό ……… της γραμματέως του παρόντος δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, η οποία υπάρχει συνημμένη στην ανωτέρω έφεση, προκύπτει ότι με μέριμνα του πληρεξούσιου δικηγόρου της εκκαλούσας ορίστηκε νόμιμα ως δικάσιμος για την εκδίκαση της έφεσης αυτής ενώπιον του δικαστηρίου τούτου  η δικάσιμος, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, ήτοι, η  06.12.2018. ΄Ετσι, τη συζήτηση της κρινόμενης έφεσης επέσπευσε η εκκαλούσα, η οποία, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του δικαστηρίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε κατέθεσε έγγραφη δήλωση, κατ` άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ότι επιθυμεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή της στο ακροατήριο, με έγγραφες προτάσεις. Επομένως, εφόσον η εκκαλούσα που η ίδια επισπεύδει τη συζήτηση της έφεσης, ερημοδικεί, σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, πρέπει η ένδικη έφεσή της να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη, χωρίς να ακολουθήσει περαιτέρω έρευνα των λόγων της. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντος  βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν, κατόπιν σχετικού αιτήματος της, σε βάρος της ηττηθείσας εκκαλούσας(άρθρ. 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την ερήμην δικασθείσα εκκαλούσα πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο (άρθρ. 501, 502 παρ.1 και 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ), κατά τα επίσης οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ` άρθρο 495 παρ. 4 εδ.δ` του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ.2 του ν. 4055/2012, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού διακοσίων (200,00) ευρώ, που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της έφεσής της

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζοντας ερήμην της εκκαλούσας

Ορίζει παράβολο διακόσια ενενήντα (290,00) ευρώ, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας.

Απορρίπτει την έφεση κατά της με αριθμό 4053/2017  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500,00) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού διακοσίων (200,00) ευρώ, που καταβλήθηκε εκ μέρους της εκκαλούσας κατά την άσκηση της έφεσής της.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 17 Ιανουαρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και της πληρεξούσιας δικηγόρου της εφεσίβλητης.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ