Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 388/2022

Αριθμός    388 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία μετακινήθηκε στο Β΄Πολιτικό Τμήμα για την δικάσιμο της 13ης Ιανουαρίου 2022 με την υπ΄αριθ. 2/2022 Πράξη της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρείας …….. με την ιδιότητά της ως ομορρύθμου εταίρου, διαχειριστή και νομίμου εκπροσώπου της ομόρρυθμης εταιρείας ………,  2) Ομόρρυθμης εταιρείας ………. και 3) Ομόρρυθμης εταιρείας …………, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Παναγιώτη Πολυχρονόπουλο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  Ετερόρρυθμης εταιρείας …………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά τη δικηγόρο Μαρία-Κωνσταντίνα Καμουτσή  (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από  10.10.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  504/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου     οι εναγόμενες  και ήδη εκκαλούσες  με την  από  26.3.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2019)   έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………/2019) αρχικά η  19η.3.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 76/2020 Πράξη  του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο της 14ης.1.2021 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η κρινόμενη από 26-03-2019 (γεν.αριθμ.καταθ…../2019)  έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 504/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αρχικώς κατά τη δικάσιμο της 19-03-2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε, λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων για το χρονικό διάστημα από 13-3-2020 έως 31-5-2020, για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας, κατά τα αναφερόμενα στη σχετική εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19, και, ακολούθως, με την υπ’ αριθμ.76/ 2020  Πράξη του ορισθέντα από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Ιωάννη Αποστολόπουλο Εφέτη Πειραιά, προσδιορίστηκε οίκοθεν προς συζήτηση για την δικάσιμο της 14-01-2021 και ενεγράφη στο πινάκιο με πρωτοβουλία της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου, εγγραφή η οποία ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ.2 του ν.4690/ 2020 (ΦΕΚ Α΄104/ 30-5-2020), κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Στην προκειμένη περίπτωση, η υπο κρίση έφεση των εν μέρει ηττηθεισών  εναγομένων κατά της υπ΄αριθμ. 504/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί  νομότυπα με την κατάθεση δικογράφου στην γραμματεία του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση (αρ. 495§1, 511 επ. Κ.Πολ.Δ.) και εμπρόθεσμα, καθόσον από τα στοιχεία της δικογραφίας, δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ενώ εξάλλου δεν παρήλθε γι’ αυτό η καταχρηστική προθεσμία των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης απόφασης (13-02-2019) σύμφωνα με το άρθρο 518 § 2 ΚΠολΔ, ως ισχύει μετά  την αντικατάσταση της ανωτέρω παραγράφου από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015,που εφαρμόζεται για τα κατατεθειμένα από την 1.1.2016 ένδικα μέσα, όπως στην προκειμένη περίπτωση (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1,517 και 518 παρ.1 και 147 παρ. 2 του ΚΠολΔ). Επομένως, η έφεση νόμιμα φερομένη στο Δικαστήριο αυτό, που είναι αρμόδιο για την εκδίκασή της (αρθρ.19 Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί στην συνέχεια κατά την ίδια ως άνω διαδικασία ,κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση  (άρθρα 532 και 533 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.), το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, δοθέντος ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της έχει κατατεθεί από τις εκκαλούσες το σχετικό παράβολο κατ΄άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ ως ισχύει κατά το χρόνο άσκησης της ένδικης έφεσης.

Στην προκειμένη περίπτωση με την από 10-10-2017 (γεν. αριθμ. καταθ. …../2017) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ετερόρρυθμη εταιρεία εξέθεσε τα ακόλουθα : Ότι κατά το έτος 2013 στο …. της Κρήτης η δεύτερη και τρίτη των εναγομένων ομόρρυθμων εταιρειών και ήδη δεύτερη και τρίτη των εκκαλουσών, στα πλαίσια της εμπορικής τους δραστηριότητας, συνήψαν με την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..» και το διακριτικό τίτλο «………..» που εδρεύει στη ΒΙ.ΠΕ. …., σύμβαση πώλησης προϊόντων της. Ότι ειδικότερα, κατά το έτος 2013 καταρτίσθηκε μεταξύ της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……..»  και της δεύτερης των εναγομένων, σύμβαση πώλησης για την οποία εκδόθηκε το υπ΄αριθμ…./ 03-01-2013 τιμολόγιο πώλησης, το οποίο αφορά την πώληση 4 μηχανημάτων «ATLAS SOLAR TRACKER SYSTEM D180 – BASIC SOLUTION», αξίας 19.000,00 ευρώ έκαστο, ήτοι συνολικά 76.000,00 ευρώ πλεον ΦΠΑ  ποσού 17.480,00 ευρώ και συνολικής αξίας 93.480,00 ευρώ. Ότι τα ως ανω εμπορεύματα τα είχε ήδη παραλάβει ανεπιφύλακτα η δεύτερη των εναγομένων στην έδρα της στο …. Κρήτης από την πωλήτρια εταιρεία για το φωτοβολταϊκό έργο στην …. της Κω στα Δωδεκάνησα. Ότι επίσης, καταρτίσθηκε μεταξύ της ίδιας  ως ανω ανώνυμης εταιρείας  «……..» και της τρίτης των εναγομένων, σύμβαση πώλησης και εκδόθηκε το υπ΄αριθμ…../ 03-01-2013 τιμολόγιο πώλησης, το οποίο αφορά την πώληση 4 μηχανημάτων  «ATLAS SOLAR TRACKER SYSTEM D180 – BASIC SOLUTION», από την εταιρεία «…….» προς την τρίτη των εναγομένων και ήδη τρίτη των  εκκαλουσών ομόρρυθμη εταιρεία «……..», αξίας 19.000,00 ευρώ έκαστο, ήτοι συνολικά 76.000,00 ευρώ, πλεον ΦΠΑ  ποσού 17.480,00 ευρώ και συνολικής αξίας 93.480,00 ευρώ. Ότι τα ως ανω εμπορεύματα τα είχε ήδη παραλάβει ανεπιφύλακτα η τρίτη των εναγομένων στην έδρα της το …. Κρήτης. Οτι επομένως η οφειλή εκάστης των δεύτερης και τρίτης των εναγομένων ανέρχεται στο ποσό των 93.480,00 ευρώ, ήτοι αθροιστικά 93.480,00 + 93.480,00 = 186.960,00 ευρώ η συνολική οφειλή της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, ποσό το οποίο οφείλει σ΄αυτήν (ενάγουσα) η πρώτη των εναγομένων και ήδη πρώτη εκκαλούσα, ως ομόρρυθμη εταίρος, διαχειρίστρια και εκπρόσωπος των δύο οφειλετριών ομόρρυθμων εταιρειών. Ότι παρα τη μεταξύ των μερών εμπορική συμφωνία για την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση των τιμολογίων της πωλήτριας εταιρείας ποσού 93.480,00 ευρώ και συνολικού ποσού 186.960,00 ευρώ εντος 30 ημερών από την έκδοση των τιμολογίων, τόσο η δεύτερη όσο και η τρίτη των εναγομένων επέδειξαν εντελώς αντισυμβατική συμπεριφορά και δεν κατέβαλαν εντος της συμφωνημένης προθεσμίας, με αποτέλεσμα μέχρι και σήμερα το ανωτέρω συνολικό ποσό οφειλής 186.960,00 ευρώ της αξίας των μηχανημάτων των τιμολογίων με αρ. …/ 03-01-2013 και … / 03-01-2013 να παραμένει ανεξόφλητο. Ότι για το λόγο αυτό στις 19-06-2015 επιδόθηκαν στις αγοράστριες εταιρείες οι από 16-06-2015 εξώδικες οχλήσεις της πωλήτριας με τις οποίες, η «……….» καλούσε την δεύτερη και τρίτη των εναγομένων να εξοφλήσουν εκάστη το ως ανω οφειλόμενο ποσό των 93.480,00 ευρώ εντος 10 ημερών από την επομένη της λήψης αυτής, αλλά οι ως ανω εναγόμενες ουδεν κατέβαλαν.  Ότι δυνάμει των από 03-11-2016 ιδιωτικών συμφωνητικών εκχώρησης της απαίτησης, η πωλήτρια ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..» εκχώρησε στην ενάγουσα τις ως ανω απαιτήσεις της κατά της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων ποσού 93.480,00 ευρώ εκάστη, όπως αυτές απορρέουν από τα παραπάνω υπ΄αριθμ. …../ 03-01-2013 και …../ 03-01-2013 ανεξόφλητα τιμολόγια. Ότι περαιτέρω τα από 03-11-2016 ιδιωτικά συμφωνητικά των προαναφερόμενων εκχωρήσεων κοινοποιήθηκαν – αναγγέλθηκαν νόμιμα στη δεύτερη και τρίτη των εναγομένων και ως εκ τούτου αυτή (ενάγουσα) έχει υπεισέλθει στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της πωλήτριας «………» ως εκδοχέας των απαιτήσεών της έναντι της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, οι οποίες οφείλουν σ΄αυτήν (ενάγουσα) το ως ανω ποσό εκ των με αριθμ. …/ 03-01-2013 και …/ 03-01-2013 ανεξόφλητων τιμολογίων της «. …..» ποσού 93.480,00 ευρώ έκαστο και συνολικού ποσού 186.960,00 ευρώ, το οποίο της οφείλει η πρώτη των εναγομένων ως ομόρρυθμη εταίρος, διαχειρίστρια και εκπρόσωπος των δύο οφειλετριών ομόρρυθμων εταιρειών. Ότι ήδη μετά τις ως ανω εκχωρήσεις που κοινοποιήθηκαν – αναγγέλθηκαν νόμιμα στη δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, με τις οποίες κλήθηκαν για ακόμη μια φορά η δεύτερη και τρίτη των εναγομένων να εξοφλήσουν το ανωτέρω ποσό εντος 10 ημερών από την επομένη των λήψεων αυτών, οι οφειλέτριες ουδεν κατέβαλαν. Ότι επομένως η δεύτερη και τρίτη των εναγομένων εξακολουθούν να οφείλουν εκάστη το ποσό των 93.480,00 ευρώ και συνολικά το ποσό των 186.960,00 ευρώ, το οποίο συνολικό ποσό της οφείλει η πρώτη των εναγομένων ως ομόρρυθμος εταίρος, διαχειρίστρια και εκπρόσωπος των δύο οφειλετριών ομορρύθμων εταιρειών, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τις 03-02-2013 και εως την πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή του, άλλως επικουρικά από τις 30-06-2015, ήτοι τη συμπλήρωση του δεκαημέρου από τις εξώδικες οχλήσεις – διαμαρτυρίες της πωλήτριας και εως την πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή του, άλλως επικουρικά από τις 26-06-2017, ήτοι τη συμπλήρωση του δεκαημέρου από τις εξώδικες απαντήσεις – δηλώσεις – γνωστοποιήσεις της ενάγουσας και εως την πλήρη και ολοσχερή εξόφλησή του.

Στη συνέχεια η ενάγουσα εξέθετε ότι η πρώτη των εναγομένων ανώνυμη εταιρεία ευθύνεται ως ομόρρυθμη εταίρος των δυο εναγόμενων ομόρρυθμων εταιρειών, ήτοι της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…….» και της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………». Ότι δυνάμει της με αριθμό δημ…./ 17-10-2012 τροποποίησης καταστατικού της ομορρύθμου εταιρείας με την επωνυμία «………» συμφωνήθηκε ότι η πρώτη των εναγομένων συμμετέχει ως ομόρρυθμο μέλος στην ανωτέρω ομόρρυθμη εταιρεία και ήδη δεύτερη των εναγομένων, κατά ποσοστό 98% . Ότι με την υπ΄αριθμ…./ 17-10-2012 τροποποίηση καταστατικού της ομορρύθμου εταιρείας με την επωνυμία «………» συμφωνήθηκε ότι η πρώτη των εναγομένων συμμετέχει ως ομόρρυθμο μέλος στην ανωτέρω ομόρρυθμη εταιρεία και ήδη τρίτη των εναγομένων, κατά ποσοστό 98%. Ότι ήδη από τον 05/2013 ως μοναδικός διαχειριστής και εκπρόσωπος των ως ανω ομόρρυθμων και εναγόμενων εταιρειών ορίστηκε η πρώτη των εναγομένων ανώνυμη εταιρεία, όπως νομίμως έχει ανακοινωθεί στο Τμήμα Μητρώου/Υπηρεσία ΓΕ.ΜΗ. του Επιμελητηρίου Ηρακλείου, με τις υπ΄ αριθμ. πρωτ…../ 10-05-2013, που αφορά την δεύτερη των εναγομένων ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» και …./ 10-05-2013, που αφορά την τρίτη των εναγομένων ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία  «………» ανακοινώσεις του Γ.Ε.Μ.Η., νομίμως καταχωρημένες και αναρτημένες στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα του Γενικού Εμπορικού Μητρώου. Ότι η πρώτη των εναγομένων με την ιδιότητά της ως ομορρύθμου εταίρου, διαχειριστή και εκπροσώπου αμφότερων των ομόρρυθμων εταιρειών με τις επωνυμίες «……….» και «……….» οφείλει εις ολόκληρον να της καταβάλει το ποσό των 93.480,00 ευρώ για κάθε μία εκ των ομορρύθμων εταιρειών και συνολικά το ποσό των 186.960,00 ευρώ.

Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζήτησε : α) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση και β) να υποχρεωθεί η πρώτη των εναγομένων να καταβάλει εις ολόκληρον με εκάστη των δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, το ποσό των 93.480,00 ευρώ και συνολικά το ποσό των 186.960,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 03-02-2013, άλλως επικουρικώς από την 30-06-2015, άλλως, επικουρικώς από την 26-05-2017, γ ) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση και δ) να υποχρεωθεί εκάστη των δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, εκάστη εις ολόκληρον να της καταβάλουν το ποσό των 93.480,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από 03-02-2013, άλλως επικουρικώς από 30-06-2015, άλλως επικουρικώς από 26- 05-2017 και τέλος να καταδικασθούν οι εναγόμενες στην εν γένει δικαστική της δαπάνη.

Η ενάγουσα με τις προτάσεις της που κατέθεσε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο παραδεκτά περιόρισε το αγωγικό αίτημα από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (άρθρ. 223,295 και 297 ΚΠολΔ) και προέβη επίσης με τον ίδιο τρόπο σε παραδεκτή διόρθωση της αγωγής ως προς την ιδιότητα της πρώτης των εναγομένων ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», η οποία ενάγεται μετα από αυτήν (διόρθωση) με την ιδιότητά της ως ομορρύθμου εταίρου, διαχειριστή και νομίμου εκπροσώπου μόνο της τρίτης των εναγομένων και όχι της δεύτερης ,όπως αναφέρεται σ΄αυτήν (αγωγή) και έτσι προέβη σε απάλειψη της αναφοράς από το αγωγικό δικόγραφο ότι η δεύτερη εναγομένη εκπροσωπείται από την πρώτη εναγομένη και ότι η πρώτη εναγομένη τυγχάνει διαχειριστής, ομόρρυθμος εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγομένης και αντι του αιτήματος καταβολής από την πρώτη εναγομένη του συνολικού ποσού των 186.960,00 ευρώ ως συνολική οφειλή της πρώτης εναγομένης εις ολόκληρον με την δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, προέβη σε περιορισμό και μεταβολή του αιτήματος στο οφειλόμενο από την πρώτη εναγομένη ποσό των 93.480,00 ευρώ, το οποίο οφείλει εις ολόκληρον μόνο με την τρίτη των εναγομένων. Η ίδια δε (ενάγουσα) ομολογεί, όπως εκθέτουν και οι εναγόμενες, ότι ομόρρυθμος εταίρος, διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγόμενης, είναι η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………..» κατά της οποίας δεν στρέφεται εκ παραδρομής, όπως αυτή (ενάγουσα) αναφέρει στην προσθήκη της στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο.

Επι της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η εκκαλουμένη υπ΄αριθμ. 504/2019 απόφαση, η οποία αφου έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή όπως αυτή κατά τα ανωτέρω περιορίστηκε και διορθώθηκε, εκτός από το αγωγικό αίτημα της εις ολόκληρον καταβολής της αιτηθείσας εις ολόκληρον καταβολής της οφειλής μεταξύ της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων που απορρίφθηκε ως μη νόμιμο καθόσον δεν εκτίθενται σ΄αυτήν (αγωγή) περιστατικά εις ολόκληρον παθητικής ενοχής μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης των εναγομένων, κατόπιν έγινε δεκτή εν μέρει η αγωγή ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και α) αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της πρώτης εναγομένης και της τρίτης εναγομένης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των εβδομήντα έξι χιλιάδων (76.000,00) ευρώ και β) αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των εβδομήντα έξι χιλιάδων (76.000,00) ευρώ, νομιμοτόκως ως προς την δεύτερη και τρίτη των εναγομένων από τις 26-05-2017 και ως προς την πρώτη των εναγομένων από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και τέλος καταδικάστηκαν οι εναγόμενες σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των 4.560,00 ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούσες- εν μέρει ηττηθείσες εναγόμενες με την κρινόμενη έφεσή τους για τους λόγους που αναφέρονται σ΄αυτήν, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

Με το ως ανω περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, αρμοδίως καθύλην και κατά τόπον εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου ως ανωτέρω δικαστηρίου (άρθρα 16 αριθμ.12 ΚΠολΔ, όπως τούτο αντικατ. απο το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ.2 του Ν.4335/ 2015, και 37 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά την τακτική διαδικασία, καθόσον η αρμοδιότητα του δικαστηρίου κρίνεται με βάση πάντα τα ιστορούμενα στο δικόγραφο της αγωγής πραγματικά περιστατικά, ανεξάρτητα από την ουσιαστική βασιμότητα ή μη αυτών, και ειδικότερα εκείνων που αναφέρονται στον ομόδικο (όπως εν προκειμένω) στο πρόσωπο του οποίου θεμελιώνεται η δωσιδικία (ΕφΑθ 5757/ 2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και συνεπώς στην προκειμένη περίπτωση, η κατά τόπον αρμοδιότητα θεμελιώθηκε με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή, ανεξαρτήτως της εν συνεχεία παραιτήσεως, καθώς η κοινή εναγωγή δεν κρίνεται ουτε και από το παρον Δικαστήριο ότι ήταν καταχρηστική και αποσκοπούσε στη θεμελίωση αρμοδιότητας, ούτε ότι εν γνώσει της ενάγουσας συνενάγεται η πρώτη εναγομένη ως ομόρρυθμη εταίρος και για τη δεύτερη εναγομένη με σκοπό την καταστρατήγηση του ως ανω άρθρου (ΕφΑθ 5757/ 2011, ΕφΑθ 1557/ 2009, ΕφΘεσ 19/ 2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), διοτι κρίνεται ότι εκ παραδρομής, λόγω της παρεμφερούς επωνυμίας με την επωνυμία της πρώτης εναγομένης δεν ενήχθη η προαναφερόμενη εταιρεία με την επωνυμία «…………..», η οποία και αυτή επίσης εδρεύει στην έδρα του παρόντος  Δικαστηρίου, ήτοι στον Πειραιά.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια, δεν έσφαλε, αλλά ορθά εκτίμησε και εφάρμοσε το νόμο και τα περι του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τις εκκαλούσες- εναγόμενες που αποτελούν και σχετικό λόγο έφεσης, απορριπτέα τυγχάνουν ως ουσιαστικά αβάσιμα, ομοίως και ο πρώτος λόγος έφεσης.

Στη συνέχεια, κατά τα ήδη εκτιθέμενα, η μεταβολή του αγωγικού αιτήματος ως προς την εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης των εναγομένων και αναφορικά με το συνολικό οφειλόμενο ποσό από την πρώτη των εναγομένων, αποτελεί παραδεκτή μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής, που γίνεται επιτρεπτώς σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 223 β΄ και 297 του ΚΠολΔ (όπως το άρθρο αυτό αντικατ. απο το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν.4335/ 2015). Εξάλλου, η εσφαλμένη αναγραφή στο αγωγικό δικόγραφο του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης των εναγομένων, εφόσον κρίνεται ότι δεν δημιουργεί αμφιβολία ως προς την ταυτότητα της δεύτερης εναγομένης – διαδίκου, η οποία εκπροσωπείται και από δικηγόρο που εκθέτει αναλυτικά την νόμιμη εκπροσώπησή του, δεν επάγεται ακυρότητα του δικογράφου της αγωγής (ΑΠ 756/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, η αγωγή με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, όπως περιορίσθηκε και διορθώθηκε, είναι αρκούντως ορισμένη καθόσον αναφέρονται σ΄αυτήν η εκχωρηθείσα απαίτηση κατά των εναγομένων οφειλετριών και αναλυτικά και με σαφήνεια η αιτία από την οποία προέρχεται αυτή, ήτοι η σύμβαση πώλησης, ο χρόνος κατάρτισής της, τα πωληθέντα είδη και οι επιμέρους τιμές μονάδος κάθε πωληθέντος είδους (ΑΠ 818/ 2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η σύμβαση μεταξύ της εκχωρήτριας και της ενάγουσας, η αναγγελία της εκχώρησης στις εναγόμενες, καθώς και το ληξιπρόθεσμο της εκχωρηθείσας απαίτησης (βλ.σχετ. Ιωάννη Κατρά, Αγωγές Αστικού Κώδικα και Ενστάσεις, 2006 παρ.73, Θ,σελ.353).

Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση για όλα τα ανωτέρω έκρινε ομοίως, δεν έσφαλε αλλά ορθά εκτίμησε και εφάρμοσε το νόμο και όσα αντίθετα ισχυρίζονται οι εκκαλούσες με τους σχετικούς πέμπτο και έκτο λόγους έφεσης, απορριπτέα τυγχάνουν ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα, ως και οι αυτοί λόγοι έφεσης.

Στη συνέχεια, από την υπ΄αριθμ………/ 26-01-2018 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα των εναγομένων, ………, που λήφθηκε ενώπιον της Συμβ/φου Πειραιά …………. κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, από τις ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261, 352 του ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας ,που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Μεταξύ της εταιρείας με την επωνυμία «…………» και το διακριτικό τίτλο «……….» που εδρεύει στη ΒΙ.ΠΕ. … Κρήτης, μη διαδίκου στην παρούσα δίκη, και της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, ιδιοκτήτριες φωτοβολταϊκών σταθμών σε νησιά της Ελλάδας, συνήφθησαν συμβάσεις πώλησης προϊόντων της εταιρείας «……….» στα πλαίσια της εμπορικής τους δραστηριότητας. Ειδικότερα καταρτίστηκε μεταξύ της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία « ………..» και της δεύτερης των εναγομένων, σύμβαση πώλησης εξοπλισμού φωτοβολταϊκών σταθμών και δη 4 μηχανημάτων «ATLAS SOLAR TRACKER SYSTEM D180 – BASIC SOLUTION», αξίας 19.000,00 ευρώ έκαστο, ήτοι συνολικά 76.000,00 ευρώ (19.000,00 Χ 4), πλεον ΦΠΑ  ποσού 17.480,00 ευρώ, συνολικής έτσι αξίας 93.480,00 ευρώ, για την οποία εκδόθηκε το υπ΄αρ…../ 03-01-2013 τιμολόγιο πώλησης. Τα εν λόγω εμπορεύματα τα είχε ήδη παραλάβει ανεπιφύλακτα η δεύτερη εναγομένη στην έδρα της στο … Κρήτης όπως τούτο αποδεικνύεται από τα με αριθ…../ 28-12-2012 και …./ 03-01-2013 δελτία αποστολής των εμπορευμάτων – εξοπλισμού από την πωλήτρια εταιρεία για το φωτοβολταϊκό έργο στην ….. της Κω στα Δωδεκάνησα, στα οποία αναγράφεται και εγκατάστασή τους στην Αντιμάχεια της Κώ, καθώς και το με αριθμό …/28-01-2012 δελτίο αποστολής της εταιρείας «……….» η οποία ενεργούσε για λογαριασμό και κατ΄εντολή της πωλήτριας, στο οποίο αναγράφεται το περιεχόμενο του εξοπλισμού κατ΄είδος και ποσότητα και ως σκοπός διακίνησης η τοποθέτηση – εγκατάσταση, τα οποία επίσης παρέλαβε η δεύτερη εναγόμενη.

Ακολούθως, καταρτίστηκε μεταξύ της ίδιας ως ανω ανώνυμης εταιρείας «………..» και της τρίτης των εναγομένων, σύμβαση πώλησης εξοπλισμού φωτοβολταϊκών σταθμών και δη 4 μηχανημάτων «ATLAS SOLAR TRACKER SYSTEM D180 – BASIC SOLUTION» με πωλήτρια την εταιρεία «……..» και αγοράστρια την τρίτη των εναγομένων ομόρρυθμη εταιρεία «………», αξίας 19.000,00 ευρώ έκαστο, ήτοι συνολικά 76.000,00 ευρώ (19.000,00 Χ 4) πλεον ΦΠΑ  17.480,00 ευρώ, συνολικής έτσι αξίας 93.480,00 ευρώ για την οποία εκδόθηκε το υπ΄αρ……/ 03-01-2013 τιμολόγιο πώλησης που αφορά την ανωτέρω πώληση.

Τα εν λόγω εμπορεύματα τα είχε ήδη παραλάβει ανεπιφύλακτα η τρίτη εναγομένη στην έδρα της στο … Κρήτης όπως τούτο αποδεικνύεται από τα με αριθμ. …/ 03-01-2013, …/ 03-01-2013, …/ 03-01-2013 και …/ 03-01-2013 δελτία αποστολής των εμπορευμάτων από την πωλήτρια εταιρεία στα οποία αναγράφεται ως σκοπός διακίνησης η τοποθέτηση – εγκατάσταση με προορισμό την … της Κω και αφορούσε τον εξοπλισμό φωτοβολταϊκού σταθμού στην ….. της Κω στα Δωδεκάνησα.

Περαιτέρω από τα ίδια ως ανω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι στις 19-06-2015 επιδόθηκαν στις εναγόμενες αγοράστριες εταιρείες οι από 16-06-015 εξώδικες οχλήσεις της πωλήτριας εταιρείας (βλ.σχετ. τις υπ΄αριθμ. …΄ και …..΄/ 19-06-2015 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου …, …..) με τις οποίες η «…………» καλούσε την δεύτερη και τρίτη των εναγομένων να εξοφλήσουν η κάθε μία το ως ανω οφειλόμενο ποσό των 93.480,00 ευρώ εντος 10 ημερών από την επομένη της λήψης αυτής, αλλά αυτές ουδεν ποσό κατέβαλαν.

Ακολούθως, δυνάμει των από 03-11-2016 ιδιωτικών συμφωνητικών εκχώρησης της απαίτησης, η πωλήτρια εταιρεία με την επωνυμία «……….» εκχώρησε στην ενάγουσα τις προαναφερόμενες ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της κατά των ομόρρυθμων εταιρειών «……….» και «………..», ήτοι της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, ποσού 93.480,00 ευρώ αμφότερες, όπως τούτες απορρέουν από τα παραπάνω υπ΄αριθμ…../03-01-2013 και …../03-01-2013 τιμολόγια. Στη συνέχεια, τα από 03-11-2016 ιδιωτικά συμφωνητικά των ανωτέρω εκχωρήσεων κοινοποιήθηκαν – αναγγέλθηκαν νόμιμα από την ενάγουσα εκδοχέα στη δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, όπως τούτο προκύπτει από τις προσκομισθείσες υπ΄αριθμ…..΄ και …..΄/ 20-03-2017 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Ηρακλείου, ……. Οι εν λόγω επιδόσεις επέχουν θέση αναγγελίας και παράγουν τα αποτελέσματα της εκχώρησης (άρθρα 455 και 460 ΑΚ), έτσι ώστε μετα την κατά την ως ανω αναγγελία της εκχώρησης, αποκόπηκε κάθε δεσμός αυτών με την εκχωρήτρια εταιρεία «…………», η οποία, με τον τρόπο αυτό, αποξενώθηκε εντελώς από τις απαιτήσεις της κατά της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων από τις προαναφερόμενες συμβάσεις πώλησης, τις οποίες, από τις κατά τα ανωτέρω επιδόσεις, απέκτησε η ενάγουσα εκδοχέας, στην οποία οι απαιτήσεις αυτές εκχωρήθηκαν. Οι απαιτήσεις δε, που εκχωρήθηκαν στην ενάγουσα, είχαν ως αντικείμενο το οφειλόμενο τίμημα από τις συμβάσεις πώλησης εξοπλισμού φωτοβολταϊκών πάρκων, που είχαν καταρτισθεί μεταξύ της ανωτέρω εταιρείας «………..» και της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων αγοραστριών ομόρρυθμων εταιρειών. Κατόπιν αυτών, στις 15-05-2017 η ενάγουσα – εκδοχέας επέδωσε στη δεύτερη και στη τρίτη των εναγομένων, εξώδικες απαντήσεις – δηλώσεις – γνωστοποιήσεις της (βλ.σχετ. υπ΄αριθμ……΄ και …….΄/  εκθέσεις επίδοσης της ίδιας ως ανω δικαστικής επιμελήτριας) με τις οποίες κάλεσε αυτές (ανω εναγόμενες) να εξοφλήσουν το παραπάνω ποσό της εκχωρηθείσας απαίτησης, ύψους 93.480,00 ευρώ εντος δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση των εξωδίκων, πλην όμως αυτές σε καμία καταβολή δεν προέβησαν.

Πρέπει δε να σημειωθεί ότι το επικαλούμενο από τις εναγόμενες από 6-01-2013 ιδιωτικό συμφωνητικό πώλησης εξοπλισμού φωτοβολταϊκών σταθμών μεταξύ της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας «……..» και έξι εταιρειών, μεταξύ των οποίων η δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς των εναγομένων, δεν έχει εκτελεσθεί, και το οποίο δεν έχει κατατεθεί δε δημόσια αρχή, φέρεται να έχει συνταχθεί μετά τη σύναψη των επίδικων πωλήσεων μεταξύ της εκχωρήτριας «…………..» και της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων και ουδεμία έννομη επιρροή φέρεται να έχει στην ισχύ των ανωτέρω προγενέστερων πωλήσεων, αλλά και στην εκχώρηση που ακολούθησε και ως εκ τούτου αλυσιτελώς το επικαλούνται αυτές (εναγόμενες).

Οι εναγόμενες, εκτος από την άρνηση της αγωγής και την άρνηση ύπαρξης συμβατικής σχέσης τους με την εκχωρήτρια, η οποία δεν αποδείχθηκε, ισχυρίστηκαν ότι κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2011, 2012 και αρχές του 2013 διαχειριστές της δεύτερης και της τρίτης των εναγομένων ήταν οι …….. και ………., διαθέτοντας περιορισμένη εξουσία εκπροσώπησης που όριζαν τα από 17-02-2011 δημοσιευμένα καταστατικά, στα οποία ρητά αναγραφόταν ότι για οποιαδήποτε πράξη, συμφωνία, σύμβαση κλπ, πάνω από το ποσό των 10.000,00 ευρώ, απαιτείτο υποχρεωτικά απόφαση της γενικής συνέλευσης των εταίρων, στην οποία θα έπρεπε να συμμετέχουν οι ανώνυμες εταιρείες «…….» και «. ……» ως ομόρρυθμοι εταίροι κατά ποσοστό 98%.  Σύμφωνα δε με τα προσκομιζόμενα από τις εναγόμενες από 17-02-2011 συμφωνητικά τροποποίησης καταστατικού της δεύτερης και τρίτης ομόρρυθμης εταιρείας και δη στο άρθρο 7.1 αυτών, ορίζεται ότι : «Διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος» της δεύτερης εναγομένης εταιρείας «ορίζεται ο …….», ενώ της τρίτης εναγομένης εταιρείας «η ….. ……», που «θα εκπροσωπεί την εταιρία ενώπιον κάθε δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής αρχής και κάθε άλλου προσώπου φυσικού ή νομικού του δημοσίου ή του ιδιωτικού δικαίου… θα αναλαμβάνει χρήματα από λογαριασμούς της εταιρίας σε οποιαδήποτε τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα μέχρι το ποσό των 10.000 ευρώ, θα εκδίδει, αποδέχεται, οπισθογραφεί αξιόγραφα (συναλλαγματικές, επιταγές) υπογράφοντας κάτω από την εταιρική επωνυμία για λογαριασμό της εταιρίας μέχρι το ποσό των 10.000 ευρώ, θα αναλαμβάνει καταθέσεις από τράπεζες από φυσικά ή νομικά πρόσωπα μέχρι το ποσό των 10.000 ευρώ. Ο διαχειριστής θα είναι γενικά υπεύθυνος για την τήρηση των διατάξεων αναφορικά με το σκοπό της εταιρίας. Ειδικά όμως για την πληρωμή των όρων σύνδεσης των φωτοβολταϊκών έργων που ανήκουν στην εταιρία ρητα συμφωνείται ότι ο διαχειριστής θα δικαιούται να αναλαμβάνει από και να καταθέτει στους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρείας, οποιοδήποτε ποσό ανεξαρτήτως ύψους, αποκλειστικά και μόνον για το σκοπό αυτό. Η παραπάνω απαρίθμηση των εξουσιών του διαχειριστή είναι περιοριστική. Οτιδήποτε άλλο θα απαιτείται και θα πράττεται μόνο μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Εταίρων της ομόρρυθμης εταιρίας που θα λαμβάνεται με πλειοψηφία. Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά με απόφαση της Γενικής Συνελεύσεως των εταίρων : α) θα γίνονται όλες οι παραπάνω περιγραφόμενες πράξεις για ποσά ανω των 10.000 ευρώ, β) θα εισπράττονται χρήματα που ανήκουν στην εταιρεία από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, γ) θα συνάπτονται συμβάσεις δανείου οποιουδήποτε είδους, οποιουδήποτε ποσού και από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δ) θα πωλούνται περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, ε) θα διορίζονται πληρεξούσιοι δικηγόροι, στ) θα εκπροσωπείται η εταιρεία στα Δικαστηρια και τις αρμόδιες ΔΟΥ».

Επομένως, κατά τα ως ανω αναφερόμενα, δεν ορίζεται ότι για οποιαδήποτε πράξη, συμφωνία, σύμβαση κλπ πάνω από 10.000 ευρώ απαιτείτο υποχρεωτικά απόφαση της ΓΣ των εταίρων, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι εναγόμενες, αλλά ο εν λόγω περιορισμός ως προς την εξουσία των διαχειριστών, αφορά την ανάληψη χρημάτων από λογαριασμούς της εταιρείας σε οποιαδήποτε τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα μέχρι το ποσό των 10.000 ευρώ, την έκδοση, αποδοχή και οπισθογράφηση αξιογράφων, την ανάληψη καταθέσεων από τράπεζες από φυσικά ή νομικά πρόσωπα και ως προς συμβάσεις γίνεται μνεία ως προς τη σύναψη συμβάσεων δανείου και την πώληση περιουσιακών στοιχείων των ανωτέρω εταιρειών. Ουδόλως δε περιλαμβάνεται στον ανωτέρω περιορισμό η αγορά εξοπλισμού και προϊόντων φωτοβολταϊκών συστημάτων, δεδομένου ότι υφίσταται ειδική μνεία για την πληρωμή των όρων σύνδεσης των φωτοβολταϊκών έργων που ανήκουν στις πιο πάνω εταιρείες για τις οποίες ρητά συμφωνείται ότι ο διαχειριστής θα δικαιούται να αναλαμβάνει από και να καταθέτει στους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρείας οποιοδήποτε ποσό ανεξαρτήτως ύψους, αποκλειστικά και μόνον για το σκοπό αυτό. Αλλά, και αν ήθελε υποτεθεί ότι περιλαμβανόταν στον περιορισμό που αναφέρεται στα καταστατικά οι συμβάσεις πώλησης που καταρτίστηκαν με την ως ανω εκχωρήτρια «………….», οι περιορισμοί με ρήτρα του καταστατικού της προς εκπροσώπηση της εταιρείας ευθύνης των διαχειριστών της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων δεν επιτρέπεται να προβληθούν στους τρίτους, είτε αυτοί τους γνώριζαν ,είτε όχι κατά τη σαφή διάταξη του άρθρου 257 παρ.3 εδ.τελευτ. του Ν. 4072/ 2012 και ως εκ τούτου τέτοιος περιορισμός δεν μπορούσε να προβληθεί από τη δεύτερη και την τρίτη των εναγομένων – αγοράστριες προς την πωλήτρια εκχωρήτρια και ακολούθως μετα την αναγγελία ούτε και προς την εκδοχέα ενάγουσα (άρθρ.463 παρ.1 ΑΚ) ακόμη και αν ήταν κακόπιστη κατά το χρόνο της σύναψης των συμβάσεων πώλησης, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες. Συνεπώς, ο σχετικός ισχυρισμός των εναγομένων περι ελλείψεως εξουσίας εκπροσώπησης λόγω της ύπαρξης περιορισμών ως προς την εκπροσωπευτική εξουσία των διαχειριστών τους, απορριπτέος τυγχάνει ως νόμω αβάσιμος, σε κάθε δε περίπτωση ως ουσιαστικά αβάσιμος. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα προσκομισθέντα από 14-11-2012 ιδιωτικά συμφωνητικά τροποποίησης καταστατικών της δεύτερης και τρίτης των εναγομένων, διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγομένης ορίζεται η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………..», με έδρα το δήμο Πειραιά ,όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη, ενώ διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της τρίτης εναγομένης ορίζεται η ανώνυμη εταρεία με την επωνυμία «………….», όπως νόμιμα εκπροσωπείται, δηλαδή η πρώτη εναγομένη, χωρις να τίθενται στην ανωτέρω εξουσία εκπροσώπησης περιορισμοί ανάληψης ποσών από τα καταστατικά. Στο ως ανω δε ιδιωτικό συμφωνητικό που αφορά την δεύτερη εναγομένη, ορίζεται ότι αποκλειστικά και μόνο για δύο φωτοβολταϊκά έργα της εταιρείας που βρίσκονται στη νήσο Κω θα ασκεί διαχειριστική εξουσία με δικαίωμα εκπροσώπησης ο ……., ο οποίος θα εκπροσωπεί την εταιρεία. Στο ως ανω δε ιδιωτικό συμφωνητικό που αφορά την τρίτη εναγομένη ορίζεται ότι αποκλειστικά και μόνο για δύο φωτοβολταϊκά έργα της εταιρείας που βρίσκονται στη νήσο Κω και για δύο φωτοβολταϊκά έργα της εταιρείας που βρίσκονται στη νήσο Κρήτη θα ασκεί τη διαχειριστική εξουσία με δικαίωμα εκπροσώπησης ο ………, ο οποίος θα εκπροσωπεί την εταιρεία. Όμως, οι παραπάνω τροποποιήσεις (από 14-11-2012) καταχωρήθηκαν στο Γ.Ε.Μ.Η. στις 8-5-2013 για τη δεύτερη εναγομένη και στις 10-5-2013 για την τρίτη εναγομένη αντίστοιχα και ως εκ τούτου κατά τον χρόνο σύναψης των επίδικων συμβάσεων πώλησης (την 3-01-2013) οι τροποποιήσεις ως προς την εκπροσώπηση των ανωτέρω εταιρειών δεν ήταν δημοσιευμένες και δεν μπορούσε να αντιταχθεί σε τρίτους.

Επίσης, οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι δυνάμει της υπ΄αριθμ. 67/2017 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου Κρήτης (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) που προσκομίσθηκε, κηρύχθηκε σε πτώχευση η εκχωρήτρια ως ανω εταιρεία «…..» και ως ημέρα παύσης πληρωμών κηρύχθηκε η 10η Νοεμβρίου 2015 και ότι η εκχώρηση των απαιτήσεων της εταιρείας «…………» προς την ενάγουσα ως εκδοχέα που έλαβε χώρα την 3-11-2016 (ήτοι εντος της ύποπτης περιόδου των δύο ετών από την ημέρα παύσης των πληρωμών και δεδομένης της γνώσης της ενάγουσας για την παύση των πληρωμών και τη ζημία για την ομάδα των πιστωτών) τυγχάνει ανακλητέα κατ΄άρθρο 42στ.δ ΠτΚ  (Πτωχευτικού Κώδικα) και ότι ως εκ τούτου η αγωγή ερειδόμενη σε σύμβαση εκχώρησης απορριπτέα τυγχάνει ως νόμω και ουσία αβάσιμη.

Όμως, αρμόδιο δικαστήριο για τη συζήτηση της αίτησης ανάκλησης (ανακλητικής αγωγής) είναι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 48 παρ.1 Πτωχ.Κ, αποκλειστικά το πτωχευτικό δικαστήριο, ήτοι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του (άρθρ.4 παρ. 1-2 και 53), δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου Κρήτης, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρ.54 παρ.1) και στην άσκηση της ανακλητικής αγωγής νομιμοποιείται κατ΄αρχήν ο σύνδικος και όχι ο πιστωτής, εκτος εάν αυτός ζητήσει εγγράφως από τον σύνδικο να ασκήσει την ανακλητική αξίωση για πράξη και λόγο καθορισμένο και ο σύνδικος δεν την ασκήσει μέσα σε ένα δίμηνο, ενώ νομιμοποιούμενοι παθητικά είναι το πρόσωπο ή τα πρόσωπα τα οποία είχαν λάβει μέρος στην υπο ανάκληση πράξη, καθώς και οι κληρονόμοι ή άλλοι καθολικοί διάδοχοί τους ή ο κακόπιστος ειδικός διάδοχος. Συνεπώς ο ισχυρισμός των εναγομένων περι ανάκλησης της εκχώρησης από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, τυγχάνει απορριπτέος ως απαραδέκτως προβαλλόμενος.

Περαιτέρω, οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι το αιτούμενο από την ενάγουσα κονδύλιο περι καταβολής ΦΠΑ είναι κατ΄ουσίαν αβάσιμο, με δεδομένο ότι τα προαναφερόμενα με αριθμ. …. και …. / 03-01-2013 τιμολόγια πώλησης, σε έκαστο των οποίων έχει υπολογιστεί ΦΠΑ  αναγράφεται ότι «δεν εισπράττεται ΦΠΑ, υπόχρεος για την καταβολή του είναι ο αγοραστής με την προσωρινή δήλωση ΚΥΑ Π2869/ 2389/4-5-1987» και ότι ουδεμία υποχρέωση απόδοσης ΦΠΑ από την εκχωρήτρια και επομένως και από τον εκδοχέα υφίσταται. Ειδικότερα δε, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ.4 του άρθρου 33 του ν. 2859/ 2000 (Κώδικας ΦΠΑ), ως αγαθά επένδυσης νοούνται επίσης και οι δαπάνες που καταβάλλει η επιχείρηση, κατά τα οριζόμενα στο ν. 2773/ 1999, όπως ισχύει, για την κατασκευή μη ιδιόκτητου δικτύου σύνδεσης του σταθμού αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της ΔΕΗ ΑΕ ή του ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ. Κατά δε την Α.2869/2389 (Οικονομικών και Γεωργίας) της 4/12.5.87  1. Ο φόρος προστιθέμενης αξίας που αναλογεί στην εισαγωγή ή την αγορά στο εσωτερικό καινούριου μηχανολογικού και λοιπού εν γένει εξοπλισμού που πραγματοποιείται από βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, καθώς και από αγροτικές επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί (υποχρεωτικά ή προαιρετικά) στο κανονικό καθεστώς του ΦΠΑ, καταβάλλεται από τον ίδιο τον επενδυτή (εισαγωγέα- αγοραστή) με την πρώτη προσωρινή δήλωση που υποβάλλεται μετά την εισαγωγή ή αγορά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρο 31 του Ν.1642/ 86 και με τη διαδικασία που προβλέπεται κατά τα κατωτέρω. Στην έννοια δε του ως ανω εξοπλισμού περιλαμβάνονται κυρίως τα μηχανήματα, εξαρτήματα και λοιπά όργανα, καθώς και τα ανταλλακτικά αυτών εφόσον εισάγονται ή αγοράζονται μαζί με τα μηχανήματα ή λοιπά όργανα.  2. Ο επενδυτής που πρόκειται να εισάγει ή αγοράσει στο εσωτερικό τα παραπάνω επενδυτικά αγαθά, υποβάλλει στον αρμόδιο για την επιβολή του ΦΠΑ οικονομικό έφορο, αίτηση με την οποία ζητάει έγκριση για εισαγωγή ή αγορά χωρις την καταβολή του αναλογούντος φόρου προστιθέμενης αξίας. Αντίστοιχα, η προμηθεύτρια επιχείρηση θα εκδώσει τιμολόγιο ή τιμολόγιο πώλησης – δελτίο αποστολής, στο οποίο θα χρεώσει τον αναλογούντα ΦΠΑ, τον οποίο δεν θα εισπράξει, αναγράφοντας σ΄αυτό την ένδειξη «ΔΕΝ ΕΙΣΠΡΑΤΤΕΤΑΙ ΦΠΑ – ΥΠΟΧΡΕΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΓΟΡΑΣΤΗΣ  ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ Π.2869/ 2389/ 4.5.87». Συνεπώς, όπως αποδείχθηκε, η ως ανω προμηθεύτρια εκχωρήτρια επιχείρηση εξέδωσε τιμολόγιο πώλησης- δελτίο αποστολής, στο οποίο χρέωσε τον αναλογούντα ΦΠΑ, τον οποίο δεν εισέπραξε, αναγράφοντας σ΄αυτό την παραπάνω ένδειξη, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα και τα στοιχεία της βεβαίωσης του οικονομικού εφόρου (αριθμ.πρωτ………. / 3-1-2013 και αριθμ.πρωτ…………/ 3-1-2013) και ως εκ τούτου η εκχώρηση και εν συνεχεία μετά την εκχώρηση και η εκδοχέας –ενάγουσα δεν δικαιούται να αξιώσει το ποσό του ΦΠΑ από τις αγοράστριες εταιρείες- δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, αφού κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα η πωλήτρια δεν εισπράττει τον αναλογούντα ΦΠΑ, ενώ ο επενδυτής, ήτοι η δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, που πρόκειται να εισάγει ή αγοράσει στο εσωτερικό τα πιο πάνω επενδυτικά αγαθά, υποβάλλει στον αρμόδιο για την επιβολή του ΦΠΑ  οικονομικό έφορο, αίτηση με την οποία ζητά έγκριση για εισαγωγή ή αγορά χωρίς την καταβολή του αναλογούντος ΦΠΑ. Κατά συνέπεια, και κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων ως κατ΄ουσίαν βάσιμου, η δεύτερη και τρίτη των εναγομένων οφείλουν η κάθε μία στην ενάγουσα το ποσό των εβδομήντα έξι χιλιάδων (76.000,00) ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένου σ΄αυτό του ΦΠΑ, το οποίο (ποσό) οφείλει να καταβάλει εις ολόκληρον με την τρίτη εναγομένη, η πρωτη των εναγομένων ως ομόρρυθμη εταίρος της (παρ.1 άρθρ. 249 Ν.4072/ 2012). Σημειωτέον δε, ότι το ανωτέρω ποσό πρέπει να καταβληθεί στην ενάγουσα από την 26-5-2017 όσον αφορά την δεύτερη και τρίτη των εναγομένων μέχρι την ολοσχερή εξόφληση (καθόσον το τίμημα είχε πιστωθεί από την παρέλευση δεκαημέρου από τις εξώδικες οχλήσεις της ενάγουσας- εκδοχέα προς την β΄ και γ΄ των εναγομένων, όπως τούτο αναγράφεται στα τιμολόγια ),ενώ ως προς την πρώτη των εναγομένων (στην οποία δεν επιδόθηκε εξώδικη δήλωση) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής εως την ολοσχερή εξόφληση.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που για όλα τα ανωτέρω δέχθηκε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και  την εκτίμηση των αποδείξεων και ως εκ τούτου οι αντίθετοι περι των ανωτέρω ισχυρισμοί των εναγομένων, που αποτελούν τους β΄,γ και δ΄ λόγους της ένδικη έφεσής τους, πρέπει ν΄απορριφθούν ως αβάσιμοι και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς διερεύνηση, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να επιβληθούν στις εκκαλούσες λόγω της ήττας τους, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό.

Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που οι εκκαλούσες κατέθεσαν κατέθεσαν, κατ` άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσίαν την από 26-03-2019 (γεν. αριθμ. καταθ. …../2019)  έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 504/2019  απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλουσών τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700,00) ευρώ. ΚΑΙ

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του e-παραβόλου με κωδικό …………../2019 άσκησης έφεσης που κατέθεσαν οι εκκαλούσες, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 28 Ιουνίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ