Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 40/2019

Αριθμός  40/2019

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών,   Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη και Σοφία Καλούδη, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Με  τη με αριθμό 838/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου κρίθηκε τυπικά παραδεκτή η ένδικη έφεση, που ασκήθηκε από το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με την επωνυμία «Επικουρικό Κεφάλαιο», το οποίο υπεισήλθε αυτοδίκαια στη θέση της δεύτερης αρχικά εναγομένης, λόγω ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της, κατά της εκκαλουμένης με αριθμό 5875/2010 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο καθώς και από τη σύμβαση ασφαλίσεώς του (άρθρα 666, 667, 670 έως 676 και 681 Α ΚΠολΔ), και περαιτέρω διατάχθηκε η επανάληψη της συζητήσεως της υπόθεσης, προκειμένου να εμφανισθούν αυτοπροσώπως στο ακροατήριο οι διάδικοι, δηλαδή ο ενάγων και ο νόμιμος εκπρόσωπος του εκκαλούντος ή οι νόμιμοι αντιπρόσωποί τους, για να συμπληρώσουν και να διευκρινίσουν τα αναφερόμενα στο σκεπτικό σημεία της υποθέσεως, απαντώντας σε συγκεκριμένα τεθέντα ερωτήματα σχετικά με τους ισχυρισμούς τους, καθώς και να εξετασθούν συμπληρωματικά επί των ζητημάτων αυτών οι αναφερόμενοι ονομαστικά στην απόφαση μάρτυρές τους που εξετάσθηκαν στον πρώτο βαθμό. Ακολούθως, με την από 11-11-2016 κλήση του εφεσιβλήτου, η υπόθεση εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, το  οποίο με τη με αριθμό 207/2018  απόφασή του κήρυξε εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλην για την εκδίκασή της και παρέπεμψε την υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο ως καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο. Ήδη δε αυτή  παραδεκτά και νόμιμα εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με την από  9-5-2018 κλήση του εφεσιβλήτου. IΙ. Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των εξετασθέντων ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μαρτύρων, που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως οι διάδικοι, για να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε ως δικαστικά τεκμήρια, μεταξύ των οποίων και οι φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αρ.3, 448 παρ.2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ),  λαμβανομένων υπόψη αυτεπαγγέλτως και των διδαγμάτων της κοινής πείρας (άρθρο 335 παρ. 4 ΚΠολΔ) (ενώ οι διασαφήσεις του ενάγοντος, κατά την αυτοπρόσωπη εμφάνισή του στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, δεν αποτελούν αποδεικτικό μέσο και, συνεπώς, δεν συνεκτιμώνται μαζί με τις λοιπές αποδείξεις, αφού αποβλέπουν στην διευκρίνιση των ισχυρισμών του και όχι στην απόδειξη της αλήθειας αυτών,  διαφέρουν δε από την κατ’ άρθρο 415 ΚΠολΔ ανώμοτη εξέταση των διαδίκων – βλ. ΑΠ 1088/2018, ΑΠ 44/2010 ΕλλΔνη 2010.703, ΑΠ 380/2009 ΧρΙΔ 22010.129, ΑΠ 1273/2002 ΕλλΔνη 2004.414), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 10-12-2008 και περί ώρα 10.30΄ ο ενάγων οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του και έβαινε στην λεωφόρο Κηφισού, στην περιοχή του Αιγάλεω, με κατεύθυνση προς Πειραιά, κινούμενος επί της δεξιάς λωρίδας κυκλοφορίας, επί συνόλου τεσσάρων στο εν λόγω σημείο, και με κανονική για την περιοχή ταχύτητα. Κατά τον ίδιο χρόνο ο .. .., υπάλληλος της πρώτης εναγομένης, ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…….», η οποία δεν συμμετέχει στη κατ’ έφεση  δίκη, οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας ….. ΙΧΦ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της, το οποίο ήταν ασφαλισμένο κατά τον χρόνο του ατυχήματος για την έναντι τρίτων αστική του ευθύνη στην δεύτερη εναγόμενη, ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «……….» (στη θέση της οποίας έχει υπεισέλθει αυτοδίκαια, λόγω ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της, το ήδη εκκαλούν, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με την επωνυμία «Επικουρικό Κεφάλαιο») και κινείτο στην δεύτερη από δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας της ίδιας ως άνω λεωφόρου,  ομόρροπα με το παραπάνω όχημα του ενάγοντος και σε θέση παράλληλη και λίγο πιο πίσω από το τελευταίο. Στο ύψος του καταστήματος IKEA, ο ως άνω προστηθείς της πρώτης εναγόμενης εταιρίας, προκειμένου να αποφύγει υφιστάμενο επί της οδού και ειδικότερα επί της λωρίδας, στην οποία κινιόταν, εμπόδιο (παλέτα), επιχείρησε αιφνίδιο αποφευκτικό ελιγμό προς τα δεξιά, εισερχόμενος με το όχημά του στη λωρίδα, επί της οποίας κατά τον ίδιο χρόνο έβαινε και κινιόταν κανονικά ο ενάγων, με αποτέλεσμα να επιπέσει με τη δεξιά πλευρά της καρότσας του φορτηγού του στην πίσω αριστερή πλευρά του ΙΧ αυτοκινήτου του ενάγοντος, το οποίο ακολούθως εξετράπη της πορείας του και επέπεσε στις προστατευτικές μπάρες της ευρισκόμενης δεξιά αυτού, βοηθητικής λωρίδας της οδού. Για τις ανωτέρω συνθήκες πρόκλησης του ένδικου ατυχήματος και την εμπλοκή σε αυτό του οχήματος της πρώτης εναγόμενης κατέθεσε, μετά λόγου γνώσεως και εξ ιδίας αντιλήψεως, ο εξετασθείς ενόρκως στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μάρτυς του ενάγοντος, …….., ο οποίος κατά τον χρόνο του ατυχήματος κινιόταν με το όχημά του ομόρροπα προς τα δύο ως άνω οχήματα στη δεύτερη αριστερή λωρίδα της οδού, και αριστερά σε σχέση με το ζημιογόνο όχημα (φορτηγό) και παρακολούθησε όλη την εξέλιξη της σύγκρουσης. Μάλιστα, αυτός,   βλέποντας τον οδηγό του τελευταίου να μη σταματά μετά τη σύγκρουση, αλλά να συνεχίζει κανονικά την πορεία του, σημείωσε τον αριθμό της κυκλοφορίας του οχήματός του και τον παρέδωσε στον ενάγοντα. Τα ανωτέρω, εξάλλου, δεν αναιρούνται από όσα κατέθεσε ο οδηγός του ζημιογόνου οχήματος, ο οποίος, μολονότι δεν αρνείται ότι οδηγούσε το εν λόγω όχημα στην ως άνω οδό κατά τον κρίσιμο χρόνο της  πρόσκρουσης, εν τούτοις ισχυρίστηκε ότι δεν κατάλαβε να έχει προσκρούσει στο όχημα του ενάγοντος, για αυτό εξάλλου και συνέχισε την πορεία του κανονικά. Και τούτο, διότι η πρόσκρουση του ζημιογόνου φορτηγού στο όχημα του ενάγοντος ήταν ελαφρά και, ενόψει της σημαντικής διαφοράς του όγκου των δύο οχημάτων, θα μπορούσε να μη γίνει αντιληπτή από τον οδηγό του φορτηγού. Περαιτέρω, στην από 31-3-2009 τεχνική έκθεση του εμπειρογνώμονα ……….., που επικαλείται και προσκομίζει το εκκαλούν, σύμφωνα με τον οποίο το όχημα της πρώτης εναγόμενης δεν ενεπλάκη στο ένδικο ατύχημα, επειδή δεν φέρει εμφανείς υλικές ζημίες, δεν γίνεται ειδικότερα και συγκεκριμένα λόγος εάν υπάρχουν ή όχι ίχνη επαφής των δύο οχημάτων, δεδομένου ότι στο όχημα του ενάγοντος, στην πίσω αριστερή πόρτα, έχει αποτυπωθεί βαφή μπλε χρώματος, ίδιου δηλαδή με αυτού που φέρει η καρότσα του  φορτηγού της πρώτης εναγομένης. Τέλος, επισημαίνεται ότι το εκκαλούν δεν προσκομίζει την αναφερόμενη στην έφεσή του από 31-7-2009 αγωγή του ενάγοντος στο Ειρηνοδικείο Αθηνών, όπου φέρεται, κατά τους ισχυρισμούς του εκκαλούντος, να περιγράφεται το ένδικο ατύχημα  υπό  διαφορετικές συνθήκες, αντιφατικές προς τις εξιστορούμενες στην ερευνώμενη υπόθεση. Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, αποκλειστικά υπαίτιος για το ένδικο ατύχημα  και την συνακόλουθη πρόκληση υλικών ζημιών στο όχημα του ενάγοντος, κατά τα κατωτέρω ειδικότερα αναφερόμενα, τυγχάνει ο ως άνω προστηθείς της πρώτης εναγόμενης εταιρίας, ιδιοκτήτριας του φορτηγού αυτοκινήτου, ο οποίος από αμέλειά του, χωρίς να έχει τεταμένη την προσοχή του και χωρίς να ασκεί τον έλεγχο και την εποπτεία επί του οδηγούμενου από αυτόν φορτηγού αυτοκινήτου, όπως θα έπραττε κάθε μέσος συνετός οδηγός (άρθρο 12 παρ. 1 του ΚΟΚ), προέβη στον ως άνω αιφνίδιο ελιγμό, δίχως προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι μπορεί να το πράξει, χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση των λοιπών οδηγών, που κινούνταν πίσω ή δίπλα του (άρθρο 21 παρ. 1 του ΚΟΚ), και έτσι προσέκρουσε  επί της οπίσθιας αριστερής πλευράς του ΙΧΕ αυτοκινήτου, που οδηγούσε ο ενάγων, ο οποίος συνακόλουθα  έχασε τον έλεγχο του οχήματός του και προσέκρουσε στην συνέχεια στις προστατευτικές μπάρες επί της δεξιάς βοηθητικής λωρίδας της λεωφόρου Κηφισού. Ο τελευταίος, εξάλλου, λόγω της εντελώς αιφνίδιας κίνησης του οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, αλλά κυρίως λόγω της θέσης του σε σχέση με αυτό, δεν μπορούσε να προβεί σε οποιοδήποτε αποφευκτικό ελιγμό και ως εκ τούτου δεν βαρύνεται με συνυπαιτιότητα για την πρόκληση του ατυχήματος, απορριπτομένης της σχετικής ένστασης (άρθρο 300 ΑΚ), που παραδεκτώς προβλήθηκε από το δεύτερο εναγόμενο πρωτοδίκως και νομίμως επαναφέρεται με τον σχετικό δεύτερο λόγο της έφεσής του. Συνεπώς και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια πραγματικά περιστατικά και έκρινε αποκλειστικά υπαίτιο του ένδικου ατυχήματος τον οδηγό του φορτηγού, προστηθέντα της πρώτης εναγομένης, έστω και με ελλιπή εν μέρει αιτιολογία που συμπληρώνεται με την παρούσα, δεν εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις και οι σχετικοί πρώτος και δεύτερος λόγος της έφεσης, με τους οποίους το εκκαλούν υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά  αβάσιμοι.  Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το όχημα του ενάγοντος, υπέστη, συνεπεία του ατυχήματος, εκτεταμένες φθορές και βλάβες περιμετρικά στο σύνολο του αμαξώματος, για την αποκατάσταση των οποίων απαιτούνται οι ακόλουθες δαπάνες: Α)για αγορά ανταλλακτικών, συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ κατά ποσοστό 19%, το συνολικό ποσό των 4.595,78 ευρώ και συγκεκριμένα για την αγορά αμορτισέρ, ψαλιδιού, ρουλεμάν, κάρτερ, φτερών, ημιαξόνιου, πόρτας, κουκούλας και μπάρας και Β)για εργασίες επισκευής και τοποθετήσεως των αγορασθέντων ανταλλακτικών, ευθυγράμμισης και βαφής των βλαβέντων μερών του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ κατά ποσοστό 19%, το συνολικό ποσό των 3.755,64 ευρώ, και συνολικά 8.351,42 ευρώ, όπως προκύπτει από την επικαλούμενη και

προσκομιζόμενη έγγραφη προσφορά του φανοποιού, …. ….. Επίσης, η αγοραία αξία του αυτοκινήτου του ενάγοντος, εργοστασίου κατασκευής Mercedes AG τύπου  SMART,  599 κυβικών, το οποίο τέθηκε σε πρώτη κυκλοφορία στις 23/6/2003 και ήταν σε καλή κατάσταση, ανερχόταν πριν τη σύγκρουση, στο ποσό των 8.500 ευρώ (βλ. σχετικά προσκομιζόμενες σελίδες από το περιοδικό «Αυτοκίνητο και Ευκαιρία» με συγκριτικά στοιχεία τιμής οχήματος ίδιας εργοστασιακής μάρκας και ίδιου τύπου, ενώ το εκκαλούν δεν προσκομίζει την τεχνική έκθεση του ……., που επικαλείται με τον τρίτο λόγο της έφεσής του). Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε, μετά την αποκατάσταση των ζημιών το όχημα του ενάγοντος δεν παρουσίασε κάποιο ελάττωμα μη υποκείμενο σε διόρθωση. Συνεπώς, το εν λόγω αυτοκίνητο δεν υπέστη τεχνική υπαξία. Υπέστη όμως μείωση η αγοραία του αξία, δεδομένου ότι, παρά την επιμελημένη επισκευή, υπάρχουν ίχνη της συγκρούσεως και μεγάλη μερίδα του κοινού αποφεύγει την αγορά επισκευασμένων μετά από ατύχημα αυτοκινήτων, πιστεύοντας ότι μπορεί να κρύβουν ελαττώματα. Ενόψει της καταστάσεώς του πριν από το ατύχημα, καθώς και του είδους αλλά και της εκτάσεως των ζημιών, το Δικαστήριο εκτιμά ότι η μείωση της αγοραίας του αξίας, που συνιστά θετική ζημία, ανέρχεται στο ποσό των 255 ευρώ, συνεκτιμούμενου και του γεγονότος ότι θα τοποθετηθούν εντελώς καινούρια ανταλλακτικά, και ως εκ τούτου θα αυξηθεί η αξία του, αντισταθμιζόμενης ανάλογα και της μείωσής της από την προαναφερόμενη αιτία. Με βάση τα ανωτέρω, η επισκευή του οχήματος του ενάγοντος δεν ήταν ασύμφορη και αυτός προβαίνοντας στις ανωτέρω δαπάνες δεν επαύξησε τη ζημία του κατά το ποσό των 2.351,42 ευρώ, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται το εκκαλούν με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, δεδομένου ότι η υπέρβαση του κόστους επισκευής του κατά το ποσό των 106,42 ευρώ (συνυπολογιζομένης και της μείωσης της εμπορικής του αξίας) δύναται να θεωρηθεί εύλογη και ανεκτή (βλ. Αθ. Κρητικού Αποζημίωση από αυτοκινητικά Ατυχήματα, 1998, σελ. 280, παρ. 784). Συνεπώς και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως και επιδίκασε στον ενάγοντα τα ανωτέρω ποσά ως αποζημίωση, απορρίπτοντας σιωπηρά ως ουσιαστικά αβάσιμη την ένσταση οικείου πταίσματος (άρθρο 300 ΑΚ), που η δεύτερη εναγόμενη προέβαλε παραδεκτά πρωτοδίκως και νόμιμα επαναφέρει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το εκκαλούν με τον τρίτο λόγο της έφεσής του, δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και δεν εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις και ο ερευνώμενος (τρίτος) λόγος της έφεσης  πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, λόγω της αδυναμίας του να προβεί στην επισκευή του οχήματός του, μίσθωσε το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ….. taxi του αυτοκινητιστή ……. για την καθημερινή του μετάβαση από την οικία του στην Κηφισιά στην εργασία του, στην λεωφόρο Συγγρού και το αντίστροφο, για το διάστημα από 2/1/2009 έως 3/3/2009, ενόψει του ότι ο απαιτούμενος εν προκειμένω χρόνος επισκευής του οχήματος του ενάγοντος, λαμβανομένων υπόψη των ζημιών που αυτό υπέστη κατά τα ανωτέρω, δεν δύναται αντικειμενικά να  υπερβαίνει τους δύο μήνες. Επομένως, για αυτό το χρονικό διάστημα ο ενάγων δικαιούται να αξιώσει τις δαπάνες για μίσθωση taxi, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των 1600 ευρώ (800 ευρώ μηνιαίως), κατά ουσιαστική παραδοχή της ένστασης οικείου πταίσματος (άρθρο 300 ΑΚ), που το δεύτερο εναγόμενο είχε προβάλει πρωτοδίκως (βλ. πρακτικά συνεδρίασης πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου) και επαναφέρει νόμιμα, κατ’ ορθή εκτίμηση, με τον τέταρτο λόγο της έφεσής του. Από το ποσό δε αυτό πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 600 ευρώ για εξοικονομηθείσες, από τη μη κυκλοφορία του, λειτουργικές δαπάνες του ζημιωθέντος οχήματος, δεκτής γενομένης εν μέρει και της σχετικής ένστασης του δευτέρου εναγομένου περί συνυπολογισμού κέρδους και ζημίας (άρθρα 298 εδ.α, 914 και 288 AK), όπως και πρωτοδίκως (βλ. και ΕφΛαρ 43/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, για τον λόγο αυτό ο ενάγων δικαιούται το συνολικό ποσό των 1.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που  επιδίκασε στον ενάγοντα  σχετική αποζημίωση, ποσού  1.500 ευρώ, εσφαλμένα  εκτίμησε τις αποδείξεις κι ο σχετικός τέταρτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει αντιστοίχως δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος.  Σημειώνεται δε, ότι η αναφορά συγκεκριμένων δρομολογίων και η αξία εκάστου εξ αυτών δεν αποτελεί αναγκαίο περιεχόμενο της αγωγής (βλ. και Αθ. Κρητικό Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, 1998, γ’ έκδοση, σελ. 308, παρ. 879), όπως αβάσιμα  ισχυρίζεται το εκκαλούν με τον ίδιο ως άνω ερευνώμενο λόγο της έφεσής του,  ο οποίος κατά το μέρος αυτό πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Τέλος, εκτός από την αποζημίωση, πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από το επίδικο ατύχημα, η οποία, σταθμίζοντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έλαβε χώρα το ένδικο ατύχημα, τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, το βαθμό του πταίσματος του προστηθέντος οδηγού της ασφαλισμένης ιδιοκτήτριας του ζημιογόνου φορτηγού αυτοκινήτου, το είδος και το ύψος των ζημιών του αυτοκινήτου του ενάγοντος, καθώς και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση αυτού (εργάζεται ως ασφαλιστικός πράκτορας)  (σημειωτέον ότι η ευθύνη του δευτέρου εναγομένου Επικουρικού Κεφαλαίου είναι εγγυητική: βλ. ΑΠ 436/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των 500 ευρώ, το οποίο το Δικαστήριο κρίνει εύλογο και ανάλο­γο με τις ως άνω συγκεκριμένες περιστάσεις της κρινομένης υπόθεσης, αλλά και σύμ­φωνα με την αρχή της αναλογικότητας (ΑΠ 944/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ- άρθρ. 25 § 1 του ισχύοντος Συντάγματος και 2, 9 § 2 και 10 § 2 της ΕΣΔΑ), όπως η αρχή αυτή, χωρίς να έχει άμεση εφαρμογή στην ένδικη περίπτωση, εξειδικεύεται με τη διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που υπέστη, ποσού 2.000 ευρώ, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις κι ο σχετικός πέμπτος λόγος της έφεσης πρέπει να γίνει αντιστοίχως δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος. Μετά ταύτα, επειδή δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς εξέταση, αυτή  πρέπει  να γίνει  δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς το δεύτερο εναγόμενο,  στο σύνολό της, για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (ΕφΠειρ 207/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 642, Σαμουήλ έκδοση 2006 σελ.430,431), αφού δε κρατηθεί η υπόθεση και αναδικαστεί η αγωγή, να γίνει αυτή δεκτή εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί το δεύτερο εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 10.106,42 ευρώ,  με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας βαρύνουν κατά ένα μέρος το δεύτερο εναγόμενο, λόγω της μερικής ήττας του (άρθρα 178,183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση  με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσία  την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 5875/2010 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ως προς το δεύτερο εναγόμενο.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει την αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς το δεύτερο εναγόμενο.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ το δεύτερο εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των  δέκα χιλιάδων εκατόν έξι ευρώ και σαράντα δύο λεπτών (10.106,42 ευρώ) με το νόμιμο τόκο  από την επίδοση της αγωγής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του δεύτερου εναγομένου μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει σε τριακόσια (300,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 6η Δεκεμβρίου 2018  και δημοσιεύθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2019 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ