Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 391/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης   391/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: ……………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου του, Μιχαήλ Σιβίλια,

Της εφεσίβλητης:  …………., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Αικατερίνη Τσιώνα, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Η νυν εφεσίβλητη άσκησε κατά της νυν εκκαλούντος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 3-7-2020 (με Γ.Α.Κ. …./2020 και Ε.Α.Κ. …../2020) αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων η 68/2021 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση), που την δέχθηκε εν μέρει.

Ο εναγόμενος προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση με την από 30-3-2021 έφεσή του, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 5.4.2021 με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …./2021. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στις 16.4.2021 στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2021 και Ε.Α.Κ. …./2021, οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, αφού έλαβε τον λόγο, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις του, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης δεν εμφανίσθηκε, αλλά παραστάθηκε με δήλωσή της, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 § 2 του ΚΠολΔ και ανέπτυξε τις απόψεις της με τις προτάσεις που προκατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 30.3.2021 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2021 και Ε.Α.Κ. …./2021 και για προσδιορισμό δικασίμου στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …./2021) έφεση του …….. κατά της ……….. προς εξαφάνιση της 68/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση) το οποίο δικάζοντας την από 3.7.2020 (με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………../2020) αγωγή της νυν εφεσίβλητης κατά του νυν εκκαλούντος αντιμωλία των διαδίκων, δέχθηκε εν μέρει αυτή, έχει ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 ΚΠολΔ, καθώς η εν λόγω απόφαση δημοσιεύθηκε στις 13.1.2021 και η κατ’ αυτής έφεση ασκήθηκε στις 5.4.2021, χωρίς από κάποιο στοιχείο να αποδεικνύεται ότι μεσολάβησε επίδοση της εκκαλούμενης από τον ένα διάδικο στον άλλο και πριν παρέλθουν δύο έτη μετά τη δημοσίευση αυτής. Επομένως, η έφεση αυτή, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου για να δικασθεί με την ίδια, ως πρωτοδίκως ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση κατ’ άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της. Εξάλλου, για το παραδεκτό της εφέσεως δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου, αφού πρόκειται για διαφορά του άρθρου 592 αρ.3 του ΚΠολΔ που κατ’ άρθρο 495 παρ.4 του ίδιου Κώδικα εξαιρείται της σχετικής υποχρέωσης.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την ως άνω από 3.7.2020 αγωγή της με την οποία ζητούσε, όπως παραδεκτά έτρεψε το αρχικά καταψηφιστικό αίτημα αυτής σε αναγνωριστικό, να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος σύζυγός της με τον οποίο βρίσκεται σε διάσταση, οφείλει να καταβάλει σε αυτήν, η οποία από εύλογη αιτία διέκοψε την έγγαμη συμβίωσή τους και αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις ανάγκες διατροφής της από τα εισοδήματά της ή την περιουσία της, μηνιαία διατροφή σε χρήμα ποσού 500 ευρώ, την οποία δικαιούται να απαιτήσει, ενόψει των βιοτικών της αναγκών, όπως διαμορφώνονται στα πλαίσια της χωριστής διαβιώσεώς της και δη προκαταβολικά το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός από την επίδοση της αγωγής, με την απειλή χρηματικής ποινής 100 ευρώ και προσωπικής κράτησης διάρκειας ενός μηνός για κάθε παραβίαση του διατακτικού της απόφασης και με απόφαση προσωρινά εκτελεστή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και αναγνώρισε ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλλει στην ενάγουσα διατροφή σε χρήμα, ποσού 280 ευρώ μηνιαίως, προκαταβολικά το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση, αρχής γενομένης από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων. Ήδη με την υπό κρίση έφεσή του ο εκκαλών-εναγόμενος παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ακολούθως να κρατηθεί από το παρόν Δικαστήριο και να απορριφθεί στο σύνολό της η από 3.7.2020 αγωγή, άλλως σε περίπτωση κατά την οποία αυτή, τυχόν, γίνει εν μέρει δεκτή από το Δικαστήριο αυτό, να καθορισθεί το ποσό της συμμετοχής του εκκαλούντος-εναγόμενου στις διατροφικές ανάγκες της εφεσίβλητης-ενάγουσας στο ποσό των 100 ευρώ τον μήνα και μέχρι τον χρόνο δημοσίευσης της πρωτόδικης απόφασης, δηλαδή μέχρι και την 13.1.2021, καταδικαζόμενης της εφεσίβλητης στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 1391 παρ. 1 ΑΚ, που ορίζει ότι αν ο σύζυγος διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, η διατροφή που του οφείλεται από τον άλλον πληρώνεται σε χρήμα και προκαταβάλλεται κάθε μήνα, προκύπτει ότι προϋπόθεση για την καταβολή σε χρήμα της, κατά το άρθρο 1390 του ίδιου κώδικα, οφειλόμενης διατροφής του συζύγου αποτελεί η από τον δικαιούχο διακοπή της έγγαμης συμβίωσης από εύλογη γι` αυτόν αιτία. Το εύλογο ή μη της αιτίας διακοπής της έγγαμης συμβίωσης κρίνεται κυρίως ενόψει : α) του περιεχομένου της κατά το άρθρο 1386 του ΑΚ αμοιβαίας υποχρέωσης των συζύγων για συμβίωση “εφόσον η σχετική αξίωση δεν αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος” και β) των εισαγομένων με το άρθρο 1387 του ίδιου κώδικα αρχών ρυθμίσεως του συζυγικού βίου, ότι “οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού για κάθε θέμα του συζυγικού βίου και η ρύθμιση από τους συζύγους του κοινού τους βίου πρέπει να μην εμποδίζει την επαγγελματική και την υπόλοιπη δραστηριότητα του καθενός από αυτούς και να μην παραβιάζει τη σφαίρα της προσωπικότητάς του”. Θα πρέπει δε η εύλογη αιτία, υπαίτια ή ανυπαίτια, να αναφέρεται στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου ή στο πρόσωπο και των δύο, με την έννοια της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στο αντικειμενικά πρόσφορο για τη διακοπή της έγγαμης σχέσης γεγονός καθεαυτό και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου ή και των δύο. Επίσης, κατά τους ορισμούς και την έννοια των άρθρων 1389-1392 εδ. 2, 1495 ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, οπότε εξακολουθεί μεν ο μεταξύ των συζύγων γάμος, αλλά δεν μπορεί να γίνει λόγος περί συνεισφοράς αυτών προς αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, μεταξύ των οποίων και η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή, αφού με τη διακοπή της συμβίωσης έπαυσε να υπάρχει και να λειτουργεί κοινός οίκος και να δημιουργούνται οικογενειακές ανάγκες, εκείνος από τους συζύγους που για εύλογη αιτία στο πρόσωπό του διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση, δικαιούται από τον άλλο, ανεξαρτήτως του εάν ο ένας είναι εύπορος και ο άλλος άπορος, διατροφή σε χρήμα, που προκαταβάλλεται μηνιαίως και υποκαθιστά τη συνεισφορά του υπόχρεου υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής. Η υποχρέωση για καταβολή κατά μήνα διατροφής σε χρήμα, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι συνέπεια της κατά το άρθρο 1389 ΑΚ υποχρέωσης συνεισφοράς των συζύγων στην αμοιβαία διατροφή αυτών κατά τη διάρκεια του γάμου και δεν εξομοιώνεται με την κατά τα άρθρα 1485 επ.ΑΚ διατροφή, ούτε με την κατά τα άρθρα 1442 επ. ΑΚ οφειλόμενη μετά το διαζύγιο, υπάρχει δε και αν ακόμη ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου και τούτο για το λόγο ότι με δική του πρωτοβουλία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση. Στην τελευταία όμως αυτή περίπτωση, αν το παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συνιστά λόγο διαζυγίου, αναγόμενο σε υπαιτιότητα αυτού, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης σ` αυτόν από τον άλλο διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρησή του (ελαττωμένη διατροφή) μετ` ένσταση του εναγομένου, για την πληρότητα όμως της οποίας δεν αρκεί η παράθεση των παραπτωμάτων του ενάγοντος συζύγου, αλλά απαιτείται και αντίστοιχο αίτημα, όπως επίσης και προσδιορισμός από τον ενιστάμενο του ποσού της κατ` αυτόν οφειλόμενης ελαττωμένης διατροφής (ΑΠ 616/2020, ΑΠ 1028/2013, ΑΠ 551/2011, ΑΠ 1206/2008 στην ΤΝΠ Νόμος).Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 1391 παρ. 2 ΑΚ, η υποχρέωση διατροφής κατά τη διάσταση παύει ή το ποσό της αυξάνεται ή μειώνεται, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις. «Οι περιστάσεις» συνιστούν γενική ρήτρα που αποσκοπεί στην κάλυψη κάθε περίπτωσης επιβαλλόμενης αναπροσαρμογής του ποσού της διατροφής ή ακόμη και (επιβαλλόμενης) ολικής παύσης χορήγησής της, όταν τούτο δικαιολογείται από καταστάσεις που καθιστούν για τον ένα ή τον άλλο σύζυγο ιδιαίτερα σκληρή άλλη λύση, η οποία (γενική ρήτρα) εφαρμόζεται και στον αρχικό καθορισμό του ποσού της διατροφής και στην μεταγενέστερη αναπροσαρμογή του (βλ. Κουμάντο Ι, σ. 169, Δεληγιάννη ΙΙ, σ. 183). Έτσι, στην έννοια αυτή υπάγεται οποιοδήποτε γεγονός (υπαίτιο, ανυπαίτιο ή ακόμη και τυχαίο) αφορά στο πρόσωπο, τα εισοδήματα ή τη λοιπή περιουσία των συζύγων, όπως η ύπαρξη περιουσίας που μπορεί να ρευστοποιηθεί από τον δικαιούχο της διατροφής ή αν ο τελευταίος καταστεί ευπορότερος. Προφανώς, η διάταξη του άρθρου 1391 παρ. 2 ΑΚεφαρμόζεται αναλόγως στις περιπτώσεις που οφείλεται στοιχειώδης διατροφή. Η περίσταση αυτή μπορεί να προβληθεί με ένσταση, όταν ασκηθεί αγωγή διατροφής. Άλλωστε, οι προϋποθέσεις επιδίκασης διατροφής και ο καθορισμός της έκτασης και του ύψους αυτής κρίνονται από τον χρόνο έγερσης της αγωγή και με βάση το εκάστοτε επίδικο χρονικό διάστημα (ΑΠ 132/2003, ΕφΑθ 469/2018, ΜονΕφΑιγ 69/2020 στην ΤΝΠ Νόμος).

Περαιτέρω, πριν το Δικαστήριο αυτό προχωρήσει στην έρευνα των λόγων της υπό κρίση έφεσης σημειώνεται ότι παρόλο που ο εκκαλών δεν περιλαμβάνει στους λόγους της έφεσής του αιτίαση για αοριστία της κατά αυτού 3.7.2020 αγωγής, υποστηρίζει με τις προτάσεις του ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως αόριστη γιατί δεν αναφέρεται ο χρόνος για τον οποίο η ενάγουσα-ήδη εφεσίβλητη αιτείται διατροφή. Η αιτίαση αυτή τυγχάνει νόμω αβάσιμη. Τα αναγκαία για τη θεμελίωση της διατροφικής αξίωσης στοιχεία, δηλαδή της βάσης της αγωγής του άρθρου 1391 ΑΚ είναι η συζυγική ιδιότητα, η διακοπή της συμβίωσης από εύλογη αιτία και οι ανάγκες του ενάγοντος, χωρίς αναφορά των οικονομικών δυνάμεων ούτε του ενάγοντος, ούτε του εναγόμενου και χωρίς σύγκριση αυτών (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, Το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, έκδοση 2000, σελ. 257, παρ.23, που παραπέμπει μεταξύ άλλων στις ΑΠ 804/92, Δνη 35, σελ. 108, ΑΠ 804/94, Δνη 37, σελ. 97, ΑΠ 897/99, Δνη 30, σελ. 1328, ΑΠ 538/88, ΕΕΝ 56, σελ. 282). Όλα τα στοιχεία αυτά περιέχονται στην ένδικη αγωγή, χωρίς να απαιτείται να αναφέρεται το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητεί τη διατροφή ο φερόμενος ως δικαιούχος σύζυγος, καθώς αν δεν περιορίζει την αγωγή του σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, εννοείται ότι αιτείται διατροφή μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου του. Επομένως, η ένδικη αγωγή τυγχάνει πλήρως ορισμένη, όπως ορθά τούτο δέχθηκε και η εκκαλούμενη απόφαση.

Επίσης, δεδομένου ότι ο εκκαλών επικαλείται με τις προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, περιστατικά που έχουν επισυμβεί από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης μέχρι τη συζήτηση της υπό κρίση έφεσης και δη επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του με αντίστοιχη αύξηση της μηνιαίας συμμετοχής του σε φαρμακευτικές δαπάνες, αλλαγή κατοικίας και πώληση του μεριδίου του στην οικία που αποτελούσε την οικογενειακή στέγη, επιβάρυνσή του με περισσότερα έξοδα οικιακής βοηθού, ήτοι περιστάσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το ύψος της τυχόν συμμετοχής του στη διατροφή της εφεσίβλητης εν διαστάσει συζύγου, επιπλέον το πρώτον με τις προτάσεις του προτείνει ένσταση διακινδύνευσης ιδίας διατροφής του, πρέπει να σημειωθούν σχετικά με το παραδεκτό της προβολής των παραπάνω ισχυρισμών στο στάδιο αυτό της κατ’ έφεση δίκης τα εξής: Από τις διατάξεις των άρθρων 1391 επ. ΑΚ και 69 παρ.1 περ.ε’, 223, 224, 334 παρ.3, 525, 526 και 527 ΚΠολΔ προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις επιδίκασης διατροφής σε εν διαστάσει σύζυγο και ο καθορισμός της έκτασης και του ύψους της κρίνονται από τον χρόνο άσκησης της αγωγής ή αν πρόκειται για διατροφή παρελθόντος χρόνου από το χρονικό σημείο της υπερημερίας. Επομένως τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την αγωγή, τα οποία πρέπει να έχουν συντελεσθεί έως τη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, είναι απαράδεκτα προτεινόμενα με τις πρωτόδικες προτάσεις, την έφεση ή τις προτάσεις, που υποβάλλονται στο εφετείο. Αντιθέτως τα καταλυτικά του δικαιώματος που ασκείται με την αγωγή γεγονότα και οι αντενστάσεις που δεν αφορούν πραγματικούς ισχυρισμούς, που μεταβάλλουν τη βάση της αγωγής, μπορούν να προταθούν έως την τελευταία επί της ουσίας της υπόθεσης συζήτηση, στο πρωτοδικείο, στο δε εφετείο με το εφετήριο ή με τους πρόσθετους λόγους έφεσης ή ακόμη και με τις προτάσεις, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 527 ΚΠολΔ. Ειδικότερα, ο εναγόμενος ως εκκαλών μπορεί να προτείνει παραδεκτώς το πρώτο στην κατ’ έφεση δίκη οψιγενή ισχυρισμό (ένσταση), στηριζόμενο στην επελθούσα μεταβολή των προσδιοριστικών του ύψους της διατροφής στοιχείων, η οποία θα μπορούσε να έχει ως επακόλουθο την παύση ή τη μείωση του ποσού της διατροφής (βλ. ΟλΑΠ 2/1994 στην ΤΝΠ Νόμος). Δεν ισχύει όμως το ίδιο, όταν πρόκειται για ισχυρισμούς του εκκαλούντος-εναγόμενου που δεν στοιχειοθετούν ένσταση, αλλά συνιστούν αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, οι οποίοι τότε, εφόσον αναφέρονται σε γεγονότα οψιγενή που έχουν μεσολαβήσει από την έκδοση της εκκαλούμενης οριστικής απόφασης μέχρι τη συζήτηση της έφεσης μπορούν να προταθούν και με τις προτάσεις του στην κατ’ έφεση δίκη, χωρίς περιορισμό (βλ. ΑΠ 988/1977, ΝοΒ 1978, σελ. 903, Κυριάκου Οικονόμου, Η έφεση, έκδοση 2017, σελ. 258). Στην προκειμένη περίπτωση, ο προβαλλόμενος περί διακινδύνευσης της δικής του διατροφής ισχυρισμός του εκκαλούντος, που προτάθηκε το πρώτον με τις κατ’ έφεση προτάσεις του, επειδή κατά τα λεγόμενά του έχουν αυξηθεί οι δικές του οικονομικές υποχρεώσεις και εξαντλείται σε αυτές η μηνιαία του σύνταξη, ενώ η εφεσίβλητη διαθέτει ακίνητη περιουσία και μπορεί μ’ αυτή να ζήσει, τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι η ένσταση του υπόχρεου συζύγου περί διακινδύνευσης της δικής του διατροφής αν καταβάλλει διατροφή στον δικαιούχο εν διαστάσει σύζυγό του δεν μπορεί να προβληθεί κατά του άλλου συζύγου, αφού η διάταξη του άρθρου 1487 εδ.α΄του ΑΚ, δεν έχει εφαρμογή επί διατροφής μεταξύ συζύγων (ΑΠ 1134/2008, ΕφΠατρ (Μον) 27/2019, ΕφΑθ (Μον) 469/2018, ΕφΠειρ (Μον) 454/2016 στην ΤΝΠ Νόμος), παρά μόνο ως ένσταση παραπομ­πής σε άλλον υπόχρεο κατά το άρθρο 1491 του ΑΚ (ΕφΠατρ (Μον) 27/2019, ΕφΠειρ (Μον) 454/2016 ό.π), την οποία δεν επικαλείται εν προκειμένω ο εκκαλών (έτσι η ΜονΕφΠειρ 195/2020 στην efeteio-peir.gr). Κατά τα λοιπά δύναται το Εφετείο να εξετάσει την τυχόν μεταβολή της οικονομικής κατάστασης του εφεσίβλητου, όπως αυτή προβάλλεται με τις προτάσεις του, ως ιδιαίτερες περιστάσεις που μπορούν να επηρεάσουν την ίδια την υποχρέωση ή το ύψος της διατροφής ενόψει και της διατάξεως του άρθρου 1391 παρ.2 ΑΚ (βλ. και Β. Βαθρακοκοίλη, Το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, έκδοση 2000, σελ. 250, παρ.14).

Περαιτέρω, από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος της εναγόμενης ………… που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του εκκαλούντος, …………. ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που λαμβάνεται υπόψη μόνο για περιστατικά που ο εκκαλών υποστηρίζει ότι συνέβησαν μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και δεδομένου ότι ο εκκαλών με τις προτάσεις του προβάλλει οψιγενή γεγονότα και δη αύξηση των δικών του εξόδων λόγω ανακύψαντος σοβαρού προβλήματος υγείας που αποτελούν περιστατικά που επηρεάζουν το ύψος της διατροφής, μη λαμβανομένης όμως της κατάθεσης αυτής υπόψη για γεγονότα που είχαν λάβει χώρα μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης πρωτοδίκως, καθώς κρίνεται ότι από βαριά αμέλεια ο τότε εναγόμενος δεν επιμελήθηκε της εξέτασης μάρτυρος ή της λήψης ένορκης βεβαίωσης για τα γεγονότα αυτά  στον πρώτο βαθμό (άρθρο 529 παρ.2 ΚΠολΔ), επίσης από τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και αυτά που προσάγονται παραδεκτά το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 529 παρ1 ΚΠολΔ, μη λαμβανομένης όμως υπόψη της προσκομιζόμενης από τον εκκαλούντα από 2.2.2022 υπεύθυνης δήλωσης της …………., καθώς αποτελεί μαρτυρική κατάθεση που έχει δοθεί με τον παραπάνω τρόπο προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στην παρούσα δίκη σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οικιακής βοηθού στον εκκαλούντα, χωρίς να έχει ληφθεί με έναν από τους προβλεπόμενους στον ΚΠολΔ τύπους ήτοι είτε με την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος στο ακροατήριο, είτε με τη λήψη ένορκης βεβαίωσης κατόπιν κλήσης της εφεσίβλητης, τέλος από την ανωμοτί εξέταση του εναγόμενου ως διαδίκου στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που ομοίως περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης εκείνου του Δικαστηρίου αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους στον Ιερό Ναό …… στον …… Αττικής, στις 12.11.1988,νόμιμο θρησκευτικό γάμο, από τον οποίο δεν απέκτησαν τέκνα. Από την τέλεση του γάμου τους και επί πολλά έτη συμβίωναν στην οικογενειακή τους στέγη στη Νίκαια Αττικής, στην οδό ……………, χωρίς ιδιαίτερες διαφωνίες ή συγκρούσεις μεταξύ τους. Εντούτοις, η έγγαμη συμβίωσή τους διακόπηκε το καλοκαίρι του έτους 2018, όταν η ενάγουσα αναχώρησε για τον τόπο καταγωγής της, τη νήσο ….., ενώ από το καλοκαίρι του έτους 2019, η ενάγουσα έχει μετακομίσει στον ανωτέρω τόπο καταγωγής της και διαμένει μόνιμα. Από τότε οι διάδικοι έχουν διακόψει κάθε ψυχική και σωματική επαφή μεταξύ τους, για λόγους που ανάγονται στην αμοιβαία αδιαφορία του ενός για τις ανάγκες του άλλου. Δεν αποδεικνύεται βάσιμος ο ισχυρισμός του εκκαλούντος-εναγόμενου ότι αποκλειστική υπαίτια για τη διάσπαση του έγγαμου βίου της ήταν η εφεσίβλητη-ενάγουσα. Αντίθετα, προέκυψε ότι ο βασικός λόγος που οι δύο σύζυγοι ήρθαν σε διάσταση ήταν ότι σε αντίθεση με την ενάγουσα που αγαπούσε ιδιαίτερα τον τόπο καταγωγής της και έβρισκε εκεί συγγενείς και φίλους, ο εναγόμενος δεν επιθυμούσε να μεταβαίνει κάθε χρόνο στην …………….. και να μένει εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρότι παλαιότερα επισκεπτόταν κάθε χρόνο το νησί μαζί με τη σύζυγό του και έκαναν μαζί διακοπές. Σχετικά με το γεγονός αυτό ότι δηλαδή στον εναγόμενο δεν άρεσε το νησί κατέθεσε πρωτοδίκως και η συγγενής και συμπατριώτισσα της ενάγουσας ………… Άλλωστε το γεγονός αυτό, δηλαδή την απομάκρυνση της συζύγου του από κοντά του για να βρίσκεται αυτή κάθε χρόνοστο παραπάνω νησί καταλόγισε ο εναγόμενος σε εκείνη στις από 16.11.2017 και από 9.5.2018 εξώδικες διαμαρτυρίες του που επέδωσε στην ενάγουσα στις 20.11.2017 και στις 11.5.2018 αντίστοιχα. Ομοίως το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την 1285/2020 απόφασή του που εκδόθηκε επί ασκηθεισών αντίθετων αγωγών των διαδίκων και με την οποία απήγγειλε τη λύση του γάμου αυτών, έκρινε ότι η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων κλονίστηκε ισχυρά από λόγους που αφορούν αμφότερους τους διαδίκους, με αποτέλεσμα να είναι αφόρητη η εξακολούθηση του γάμου και για τους δύο συζύγους. Το ίδιο κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση σχετικά με το θέμα της εύλογης αιτίας για τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, ότι δηλαδή αμφότεροι φέρουν μερίδιο ευθύνης για τη διάσπαση της έγγαμης σχέσης ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, χωρίς να δεχθεί δέσμευση από δεδικασμένο από την 1285/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, όπως αβάσιμα υποστηρίζει ο εκκαλών στις προτάσεις του και όπως η εν λόγω περί λύσης του γάμου των διαδίκων απόφαση, η οποία δεν έχει καταστεί, αμετάκλητηούτε καν τελεσίδικη, λαμβάνεται και από το παρόν Δικαστήριο υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο. Περαιτέρω, ο προβαλλόμενος με τον πρώτο λόγο έφεσης του εκκαλούντος ισχυρισμός ότι σε περίπτωση κατά την οποία ο αιτούμενος την καταβολή διατροφής σύζυγος, είτε τυγχάνει υπαίτιος της διασπάσεως της έγγαμης συμβιώσεως, είτε τυγχάνει συνυπαίτιος ταύτης, αυτομάτως και αυτοδικαίως ουδεμιάς διατροφής δικαιούται και ότι επομένως και στην ένδικη περίπτωση συνυπαιτιότητας της ενάγουσας στη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης με τον εναγόμενο, αυτή δεν δικαιούται διατροφής δεν ευσταθεί. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, αν το παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συνιστά λόγο διαζυγίου, αναγόμενο σε υπαιτιότητα αυτού, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης σ` αυτόν από τον άλλο διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρηση του (ελαττωμένη διατροφή) κατόπιν ένστασης του εναγομένου, για την πληρότητα όμως της οποίας δεν αρκεί η παράθεση των παραπτωμάτων του ενάγοντος συζύγου, αλλά απαιτείται και αντίστοιχο αίτημα όπως επίσης και προσδιορισμός από τον ενιστάμενο του ποσού της κατ’ αυτόν οφειλόμενης ελαττωμένης διατροφής (ΑΠ 873/2017 στην ΤΝΠ Νόμος, 1206/2008, ΧρΙΔ 2009, σελ. 222, ΑΠ 132/2003 στην ΤΝΠ Νόμος), στοιχεία τα οποία δεν επικαλείται ο εκκαλών-εναγόμενος. Περαιτέρω, επίσης με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο εκκαλών υποστηρίζει ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι ο γάμος των διαδίκων δεν έχει λυθεί ακόμη με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, ενώ έπρεπε να κρίνει ότι ο γάμος των διαδίκων θεωρείται λυμένος από τότε που εκδόθηκε η 1285/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Τούτο, κατά τον ίδιο ισχυρισμό, καθώς α) ο εκκαλών-εναγόμενος άσκησε πρώτος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την υπ’ αύξοντα αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../2018 αγωγή, με την οποία ζήτησε την απαγγελία της λύσης του γάμου των διαδίκων επικαλούμενος αποκλειστική υπαιτιότητα της εφεσίβλητης, β) η τελευταία μετά την άσκηση της ανωτέρω αγωγής και μετά πάροδο οκτώ μηνών άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου την υπ’ αύξοντα αριθμό κατάθεσης ………/2019 αγωγή της με την οποία ζήτησε την απαγγελία της λύσης του γάμου τους, γ) επί των ως άνω συνασκηθεισών αγωγών εκδόθηκε εντέλει η 1285/2020 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου που απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων, αποδεχόμενη πως αμφότεροι συντέλεσαν στη διάσπαση της γαμικής σχέσεως, δ) ενόψει του άνω πορίσματος της κατά τα νομολογιακώς κεκριμένα η εφεσίβλητη δεν διέθετε έννομο συμφέρον προς άσκηση εφέσεως κατά της λύουσας τον γάμο τους αποφάσεως, όπως άλλωστε και ο εκκαλών, πλην όμως αυτή επιδιώκουσα, όπως διατηρήσει το γαμικό καθεστώς, επειδή για τη λύση του γάμου απαιτείται να καταστεί αμετάκλητη η λύουσα αυτόν δικαστική απόφαση, άσκησε προσχηματικώς ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, έφεση που ορίσθηκε να δικασθεί στις 20.5.2021 και μετ’ αναβολή στις 7.4.2022 και η οποία φυσικά θα απορριφθεί λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος. Ότι επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ανεξαρτήτως της υποστηριζόμενης από τον εκκαλούντα μη υπάρξεως υπαιτιότητάς του για τη λύση της έγγαμης συμβίωσης, θα έπρεπε, στη χειρότερη γι’ αυτόν περίπτωση, να τον υποχρεώσει σε καταβολή διατροφής μέχρι και τον χρόνο έκδοσης της άνω απόφασης, δηλαδή μέχρι και την 13.1.2021, καθ’ ότι με βάση την πορισματική απόφαση θα πρέπει να καταβάλει διατροφή προς την εφεσίβλητη επί ικανό και μη προσδιοριζόμενο από τούδε χρονικό διάστημα, χωρίς αυτή να έχει κατ’ ουσίαν το σχετικό δικαίωμα, καθόσον αυτή δύναται να παρατείνει τεχνικώς τη διάρκεια της σχετικής αντιδικίας, με βάση το αναμφίβολο δεδομένο πως ο νόμος απαιτεί αμετάκλητη απόφαση για τη λύση του γάμου. Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθώς κατ’ άρθρο 1438 ΑΚ «ο γάμος μπορεί να λυθεί με διαζύγιο, το οποίο απαγγέλλεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή με συμφωνία μεταξύ των συζύγων, όπως ορίζεται στο άρθρο 1441», ενώ κατά το άρθρο 602 παρ.1 στοιχ. α’ ΚΠολΔ «αποτελούν δεδικασμένο που ισχύει υπέρ και εναντίον όλων, εφόσον δεν μπορούν να προσβληθούν με αναίρεση και αναψηλάφηση, αποφάσεις οι οποίες: α) απαγγέλλουν ακύρωση γάμου ή διαζύγιο ή αναγνωρίζουν την ύπαρξη ή όχι έγκυρου γάμου ή απορρίπτουν τέτοιες αγωγές…». Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει σαφώς ότι αμετάκλητη δικαστική απόφαση με την οποία λύεται ο γάμος είναι αυτή που δεν προσβάλλεται με τακτικά και έκτακτα ένδικα μέσα, ότι στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα δηλαδή πριν καταστεί απρόσβλητη η απόφαση με τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα ο γάμος εξακολουθεί να είναι σε ισχύ, ενώ δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι αν κάποιος από τους διαδίκους ασκήσει έφεση κατά οριστικής απόφασης πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που απαγγέλλει τη λύση του γάμου, γνωρίζοντας ότι κατά τα πορίσματα της νομολογίας είναι πολύ πιθανό να απορριφθεί η έφεσή του λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος, πρέπει να θεωρηθεί ο γάμος λυμένος από την έκδοση της οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, λόγω προσχηματικής άσκησης της έφεσης. Κάτι τέτοιο θα ήταν ευθέως αντίθετο προς το γράμμα του άρθρου 1438 ΑΚ, το δε άρθρο 1391 ΑΚ εφαρμόζεται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του σχετικά με το δικαίωμα διατροφής του ασθενέστερου οικονομικά εν διαστάσει συζύγου έναντι του άλλου, μέχρι να λυθεί ο γάμος με αμετάκλητη και όχι με οριστική δικαστική απόφαση.Περαιτέρω, εν προκειμένω, κατά τα προαναφερθέντα αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα πράγματι απέχει από την έγγαμη συμβίωση από εύλογη αιτία και δικαιούται, καταρχήν, διατροφής από τον εναγόμενο- εν διαστάσει σύζυγό της. Ήδη κατόπιν της από 5.12.2019 και με αριθμό κατάθεσης …………./2019 αίτησης της ενάγουσας κατά του νυν εναγόμενου, εκδόθηκε η 265/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλλει προσωρινά στην ενάγουσα ως διατροφή μηνιαίως το ποσό των 280 ευρώ, εντός του πρώτου πενθήμερου εκάστου μηνός από την επίδοση της αίτησης. Επίσης, από τα ως άνω προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος ηλικίας κατά τον παρόντα χρόνο σχεδόν 81 ετών, είναι συνταξιούχος του Ελληνικού Δημοσίου και λαμβάνει σύνταξη ποσού 1.100 ευρώ περίπου μηνιαίως. Κατά τον χρόνο άσκησης της ένδικης αγωγής και κατά τον χρόνο έκδοσης της εκκαλούμενης απόφασης ήταν συγκύριος εξ αδιαιρέτου σε ποσοστό 50% του ακινήτου, που χρησιμοποιείτο από τους διαδίκους ως οικογενειακή στέγη και βρίσκεται στη Νίκαια Αττικής, επί της οδού ………. Ήδη με το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. ……/16.11.2021 συμβόλαιο αγοραπωλησίας ψιλής κυριότητας ιδανικού μεριδίου ½ εξ αδιαιρέτου οριζοντίου ιδιοκτησίας- διαμερίσματος πώλησε το ½ εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του εν λόγω διαμερίσματος στον …………. έναντι τιμήματος 15.000 ευρώ, αλλά παρακράτησε την επικαρπία στο ίδιο ιδανικό μερίδιο εφ’ όρου ζωής. Επομένως δύναται μέχρι το τέλος της ζωής του να χρησιμοποιεί και να εκμεταλλεύεται το ακίνητο κατά το παραπάνω εξ αδιαιρέτου ποσοστό. Με δικήτου πρωτοβουλία και χωρίς να αποδεικνύεται ότι υπήρχε πραγματική ανάγκη αλλαγής κατοικίας λόγω επικαλούμενης από τον εκκαλούντα υγρασίας και φθορών στο παραπάνω διαμέρισμα, στο οποίο άλλωστε κατοικούσε αδιαμαρτύρητα επί σειρά ετών με την εφεσίβλητη, το Νοέμβριο του 2021, άλλαξε κατοικία, μετακομίζοντας σε διαμέρισμα του β’ ορόφου πολυκατοικίας στην οδό ………… στη Νίκαια, καταβάλλοντας μίσθωμα στον αδελφό του ύψους 200 ευρώ τον μήνα. Ωστόσο, το έξοδο αυτό δεν αντιστοιχεί σε πραγματική βιοτική του ανάγκη, καθώς θα μπορούσε να παραμείνει στο πιο πάνω συνιδιόκτητο διαμέρισμα στην οδό ……… στη Νίκαια. Επομένως, δεν χρειαζόταν να επιβαρυνθεί με δαπάνες στέγασης. Περαιτέρω, ο εκκαλών υποστηρίζει ότι από τον μήνα Ιούλιο του έτους 2021, ήτοι μετά την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης και την άσκηση της υπό κρίση έφεσης, η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευσε και ότι του εκδηλώθηκαν σοβαρότατα προβλήματα υγείας που δεν αντιμετώπιζε κατά την εκδίκαση της ένδικης αγωγής της εφεσίβλητης στον πρώτο βαθμό. Ότι συγκεκριμένα στις 18.7.2021 υπέστη καρδιακή ανακοπή, ότι μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Πειραιά «Τζάνειο» και κατόπιν εξετάσεών του εισήχθη στις 19.7.2021 στη μονάδα εντατικής παρακολούθησης καρδιοπαθών, όπου υποβλήθηκε σε κάθε απαραίτητη ιατρική εξέταση έως την 20.7.2021 και ότι διαπιστώθηκε ότι πάσχει από διάφορες κρανιοεγκεφαλικές παθήσεις, χρήζουσες συνεχούς ιατρικής παρακολούθησης, υποθυροειδισμό, αρτηριακή πίεση, οιδήματα κάτω άκρων κλπ. Ότι έκτοτε υποβάλλεται σε συνεχόμενο ιατρικό έλεγχο, ενώ υποβάλλεται και σε συνεχόμενες ιατρικές εξετάσεις και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και ότι από τον Σεπτέμβριο του 2021, παρουσιάζει συμπτώματα τρόμου των άνω άκρων με υπόνοια για νόσο πάρκινσον, δίχως όμως να έχει γίνει βέβαιη ιατρική διάγνωση μέχρι σήμερα. Ότι συνακόλουθα από τον Ιούλιο του έτους 2021 αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί σε όλες του τις προσωπικές ανάγκες και να ανταπεξέλθει μόνος του στις οικιακές εργασίες του, με αποτέλεσμα να απασχολεί οικιακή βοηθό στην οικία του, καταβάλλοντας για τον λόγο αυτό, το ποσό των 80 ευρώ εβδομαδιαίως (δύο φορές την εβδομάδα επί 40 ευρώ κάθε φορά) και το συνολικό ποσό των 320 ευρώ τον μήνα. Σχετικά με τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι ο εκκαλών εισήχθη στο Γεν. Νοσοκομείο Πειραιά «Τζάνειο» στις 19.7.2021 με διάγνωση «βραδυκαρδία, μη καθορισμένη», «καρδιακή αρρυθμία, μη καθορισμένη» (βλ. το από 20.7.2021 ιατρικό εξιτήριο). Στο ΥΤ Εγκεφάλου, όπου υποβλήθηκε στο ίδιο νοσοκομείο δεν παρατηρήθηκαν ιδιαίτερα ανησυχητικά ευρήματα καθώς στο σχετικό από 18.7.2021 έγγραφο που υπογράφει η ιατρός ……….. αναφέρονται ως ευρήματα τα εξής: «Εκ του απλού και επείγοντος ελέγχου δεν παρατηρούνται σαφή ενδοκρανιακά αιμορραγικά στοιχεία ή σημεία οξέος ισχαιμικού εμφράκτου. Διάσπαρτες αποτιτανώσεις εγκεφαλικού παρεγχύματος. Συσχέτιση με το ιστορικό. Μικροαγγειακού τύπου αλλοιώσεις της περικοιλιακής και υποφλοιώδους λευκής ουσίας. Παλαιό έμφρακτο παρά το μετωπιαίο κέρας της αριστερής πλάγιας κοιλίας. Κύστη εκ κατακρατήσεως αριστερού ιγμορείου άντρου». Επίσης στο από 20.7.2021 ενημερωτικό σημείωμα της Καρδιολογικής Κλινικής του «Τζάνειου» σχετικά με την πορεία της νόσου και την έκβαση αυτής αναφέρεται ότι «Ο ασθενής προσήλθε με ζάλη και συνοδά εμετικά επεισόδια. Προ ωρών είχε λάβει 10 mg βησοπρολόλης. Από ηλεκτροκαρδιογραφικό έλεγχο παρουσίασε φλεβοκομβική βραδυκαρδία. Διενεργήθηκε επείγουσα αξονική τομογραφία χωρίς αιμορραγικά στοιχεία ή σημεία οξέος ισχαιμικού εμφράκτου. Ο ασθενής εισήλθε στη μονάδα εντατικής παρακολούθησης καρδιοπαθών για παρακολούθηση. Δεν παρουσίασε επιπλοκές κατά τη νοσηλεία και δύναται να εξέλθει όντας απύρετος, ασυμπτωματικός και αιμοδυναμικά σταθερός», ενώ η διάγνωση είναι «Βραδυκαρδία φαρμακευτικής αιτιολογίας» και μεταξύ άλλων συνιστάται τακτική καρδιολογική παρακολούθηση. Τέλος, σημειώνεται ότι στις 10.9.2021, ο εκκαλών έλαβε παραπεμπτικό για σπινθηρογράφημα μελέτης βασικών γαγγλίων εγκεφάλου, γιατί διαγνώσθηκε με τρόμο άνω άκρων, μη καθορισμένο. Ενόψει των ανωτέρω αποδεικνύεται ότι ο εκκαλών δεν αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα υγείας όπως υποστηρίζει, αλλά συνήθη για την ηλικία του καρδιολογικά προβλήματα, ενώ εμφανίζει και τρόμο άνω άκρων απροσδιόριστης προέλευσης. Τα προβλήματα αυτά που παρουσιάζει και οι σχετικές δαπάνες ιατροφαρμακευτικής του περίθαλψης καλύπτονται από τον ασφαλιστικό του φορέα. Εντούτοις, λόγω των προβλημάτων αυτών και του προχωρημένου της ηλικίας του ο εκκαλών αναγκάζεται να χρησιμοποιεί για τις οικιακές του ανάγκες, όπως κατέθεσε και ο μάρτυράς του στο ακροατήριο, οικιακή βοηθό, καθώς δεν δύναται μόνος του να ανταποκριθεί στις οικιακές εργασίες, καταβάλλοντας 160 ευρώ τον μήνα (χρειάζεται μία φορά την εβδομάδα οικιακή βοηθό, η οποία λαμβάνει κάθε φορά το ποσό των 40 ευρώ ως αμοιβή), τούτο δε από τον Σεπτέμβριο του 2021. Εξάλλου, ο εναγόμενος δεν διαθέτει άλλα εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία και δεν επιβαρύνεται εκ του νόμου με υποχρέωση διατροφής άλλων προσώπων, εκτός από την ενάγουσα- σύζυγό του. Σε ό,τι αφορά τις οικονομικές ανάγκες της ενάγουσας, η οποία είναι σήμερα 74 ετών (ήταν 72 ετών κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής στον πρώτο βαθμό), αυτή καθ’ όλη τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης δεν εργάστηκε, καθώς ήταν αποκλειστικά επιφορτισμένη με τη φροντίδα του συζύγου της και τη μέριμνα του οίκου τους, ενώ στερείται επαγγελματικής κατάρτισης και εμπειρίας, η οποία θα της εξασφάλιζε θέση στην αγορά εργασίας. Το ότι η ενάγουσα δεν εργαζόταν κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου της παραδέχθηκε ο ίδιος ο εναγόμενος κατά την ανωμοτί εξέτασή του ως διάδικος στον πρώτο βαθμό (βλ. προτελευταία σελίδα των ταυτάριθμων με την εκκαλούμενη πρακτικών «- Αφού αυτή η γυναίκα ζούσε τόσα χρόνια μαζί σας εδώ στην Αθήνα, τι δουλειά έκανε εδώ; -Εδώ τι να κάνει δουλειά, δεν δούλευε εδώ πέρα»). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η περιστασιακή οικονομική ενίσχυση που λαμβάνει η ενάγουσα από την ερασιτεχνική πλέξη και διάθεση διάφορων εργόχειρων δεν δύναται να της εξασφαλίσει ικανό τακτικό εισόδημα για αξιοπρεπή διαβίωση. Δεν αποδεικνύονται τα όσα προβάλλει ο εκκαλών με τον δεύτερο λόγο έφεσής του ότι η εφεσίβλητη ασκεί την πλεκτική ως επαγγελματική δραστηριότητα και αποκερδαίνει ποσό 1.200 ευρώ τον μήνα, φιλοτεχνώντας πολλαπλού τύπου χειροτεχνήματα, όπως ζακέτες, τραπεζομάντηλα, σεμέν, υποδήματα, νυφικά, κλινοσκεπάσματα (κουβέρτες), κουρτίνες, κουβερτόρια, κουβέρτες. Δεν προέκυψε ότι η εφεσίβλητη συνεργάζεται με κάποια βιοτεχνία ή με κατάστημα τουριστικών ειδών και μάλιστα σε τακτική βάση για να έχει σταθερό εισόδημα από την άσκηση της πλεκτικής, ούτε ότι έχει δημιουργήσει μεγάλη και σταθερή πελατεία στην …………….., όπως ισχυρίζεται ο εκκαλών, πολλώ δε μάλλον που μέχρι το έτος 2018, το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου βρισκόταν με τον σύζυγό της στη Νίκαια Αττικής. Η μάρτυράς της στο ακροατήριο, συγγενής από την πλευρά της μητέρας της και συμπατριώτισσά της, ……… κατέθεσε ότι η ενάγουσα της έκανε δώρο κάποια εργόχειρα, αλλά ότι γενικά δεν τα πουλάει. Σε κάθε δε περίπτωση, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας τα παραπάνω είδη εργόχειρων και πλεκτικής αποτελούσαν μέρος της προίκας των νυμφευόμενων γυναικών σε άλλες εποχές και μετά την κατάργηση της προίκας προ σαράντα περίπου ετών και τη μαζική βιοτεχνική και βιομηχανική παραγωγή τέτοιων προϊόντων εισαγόμενων από το εξωτερικό, έχει μειωθεί αισθητά η ζήτησή τους ως εργόχειρων από νεαρές γυναίκες που πρόκειται να παντρευτούν. Περαιτέρω, κατά την ίδια μάρτυρα …………., η ενάγουσα στηρίζεται οικονομικά από τη σύνταξη της αδελφής της, καθώς η ίδια είναι άνεργη και δεν έχει δικούς της πόρους. Η κατάθεση αυτή κρίνεται ειλικρινής και δεν αντικρούεται επαρκώς από τον εναγόμενο-εκκαλούντα, χωρίς να απαιτείται να προσδιορισθεί ποια ποσά έχει δώσει η αδελφή της στην ενάγουσα και ποια η οικονομική της κατάσταση, όπως αβάσιμα διαλαμβάνει ο εκκαλών με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του, πολλώ δε μάλλον που για το δικαίωμα του εν διαστάσει συζύγου να λάβει διατροφή από τον δυνατότερο οικονομικά σύζυγο δεν απαιτείται να γίνει επίκληση και να αποδειχθεί η απορία του πρώτου. Επίσης δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα απασχολείται σε αγροτικές εργασίες στη νήσο …………….. λαμβάνοντας αμοιβή, ούτε άλλωστε δύναται να εργασθεί, καθώς είναι ηλικιωμένη (έχει γεννηθεί το έτος 1948), πάσχει από καρδιολογικό νόσημα και πνευμονοπάθεια (βλ. την από 26.10.2020 βεβαίωση της Γκίκα Ευδοκίας, Διευθύντριας Γεν. Ιατρικής-2η ΥΠΕ Πειραιώς & Νοτίου Αιγαίου, Π.Π.Ι. ……………..ς), ιδίως δε όπως κατέθεσε η μάρτυράς της στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο πάσχει από κολπική μαρμαρυγή, ενώ δεν διαθέτει επαγγελματική κατάρτιση και εμπειρία για την έναρξη επαγγέλματος που θα της εξασφαλίσει τακτικό εισόδημα. Τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών με τον δεύτερο λόγο έφεσής του τυγχάνουν ουσία αβάσιμα. Η ενάγουσα διαμένει σε ιδιόκτητη κατοικία στην …………….. και συνεπώς δεν επιβαρύνεται με δαπάνες στέγασης, πλην όμως επιβαρύνεται με τις δαπάνες λειτουργίας της οικίας αυτής, καθώς και με τις δαπάνες διαβίωσής της, οι οποίες είναι οι συνήθεις για άτομο της ηλικίας της, καθόσον οι δαπάνες ιατροφαρμακευτικής της περίθαλψης καλύπτονται από τον ασφαλιστικό φορέα του συζύγου της. Η ίδια διαθέτει την παρακάτω ακίνητη περιουσία η οποία συνίσταται στα εξής ακίνητα: α) το ½ εξ αδιαιρέτου της κυριότητας επί της πρώην συζυγικής οικίας, στη Νίκαια Αττικής επί της οδού ………., επί της οποίας διέμενε μέχρι το Νοέμβριο του 2021 ο εναγόμενος, β) μια ιδιόκτητη κατοικία κείμενη στη θέση «….» …………….., επιφάνειας 60 τ.μ. περίπου, όπου και διαμένει, β) ένα διώροφο οίκημα συνολικής επιφάνειας 74 τ.μ., κείμενο στη Χώρα της …………….., το οποίο είναι εκμισθωτέο και δύναται να αποφέρει στην ενάγουσα μηνιαίο μίσθωμα 250 ευρώ, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και τα συναλλακτικά ήθη και γ) ένα αγρόκτημα επιφάνειας 14.600 τ.μ. στη θέση «……….», κείμενο στην ίδια νήσο, με μια παλαιά αποθήκη εντός αυτού επιφάνειας 32 τ.μ., εντός του οποίου είναι φυτευμένα οπωροφόρα δέντρα και αμπέλια, το οποίο, όμως, δεν αποδείχθηκε ότι της αποφέρει κάποιο εισόδημα, πέραν της λήψης καρπών από τα οπωροφόρα δέντρα, τα οποία όμως δεν προέκυψε πόσα είναι και πόσους καρπούς αποδίδουν ανά είδος δέντρου και ανά εποχή, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι η ενάγουσα καλύπτει εν μέρει τη διατροφή της από τους καρπούς αυτούς, όπως ισχυρίζεται με τον δεύτερο λόγο έφεσης ο εκκαλών. Με τα δεδομένα αυτά, κρίνεται ότι η ενάγουσα η οποία σύμφωνα με τα ανωτέρω απέχει από την έγγαμη συμβίωση από εύλογη αιτία και αδυνατεί να διατρέφει τον εαυτό της, δικαιούται διατροφής έναντι του εναγόμενου συζύγου της, όπως και κατά τη διάρκεια της μεταξύ τους έγγαμης συμβίωσης. Σημειώνεται ότι ο εκκαλών-εναγόμενος, καίτοι επικαλέσθηκε τη συνυπαιτιότητα της εφεσίβλητης-ενάγουσας στη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, δεν προέβαλε ένσταση περιορισμού της στη στοιχειώδη διατροφή κατ’ άρθρο 1391 παρ.2 ΑΚ, καθώς ακόμη και το ποσό των 100 ευρώ που επικουρικά ζητεί με την υπό κρίση έφεση να προσδιορισθεί ότι της οφείλει ως μηνιαία διατροφή, δεν υποστηρίζει ότι αποτελεί τη στοιχειώδη διατροφή της λόγω της ύπαρξης και στο πρόσωπό του εύλογης αιτίας για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης αλλά φέρεται ως το ποσό που ο ίδιος θεωρεί ότι δύναταισύμφωνα με τις οικονομικές του δυνάμεις να της καταβάλλει. Με βάση τις συνθήκες ζωής των διαδίκων, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στο πλαίσιο της έγγαμης συμβίωσης τους, κατά την οποία η συνεισφορά της ενάγουσας στις οικογενειακές ανάγκες συνίστατο στην προσφορά της προσωπικής της εργασίας, ενώ η εισφορά του εναγόμενου συνίστατο στην προσφορά αρχικά των εισοδημάτων από την εργασία του και στη συνέχεια της σύνταξής του, και όπως οι συνθήκες αυτές έχουν διαμορφωθεί από τη χωριστή διαβίωσή τους, με βάση και τις οικονομικές δυνατότητές τους, το ποσό που δικαιούται η ενάγουσα ως διατροφή ανέρχεται στο ποσό των 280 ευρώ μηνιαίως για το διάστημα από την επίδοση της αγωγής μέχρι και τον Αύγουστο του 2021, ενώ από τον Σεπτέμβριο του 2021 που ο εκκαλών αναγκάσθηκε λόγω των προβλημάτων υγείας και της ηλικίας του να απασχολεί οικιακή βοηθό μία φορά την εβδομάδα, καταβάλλοντας μηνιαίως το ποσό των 160 ευρώ, γεγονός που συνιστά περίσταση η οποία μειώνει την υποχρέωση του εκκαλούντος-εναγόμενου προς διατροφή της εφεσίβλητης-ενάγουσας, η διατροφή που αυτή δικαιούται ανέρχεται στο ποσό των 200 ευρώ τον μήνα μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων. Το ανωτέρω ποσό ο εναγόμενος οφείλει να της προκαταβάλει το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση. Εξάλλου το προβαλλόμενο γεγονός με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση έφεσης ότι η εφεσίβλητη ενώ η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων είχε διακοπεί από τον Ιούνιο του 2018, στράφηκε δικαστικά κατά του εκκαλούντος στις 16.12.2019 για την επιδίκαση σε αυτή διατροφής δεν δημιουργεί σε βάρος της κάποιο δικαστικό τεκμήριο, ούτε υπάρχει κάποιο δικονομικό βάρος να δικαιολογήσει αυτή γιατί δεν υπέβαλε νωρίτερα αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ή δεν άσκησε τη σχετική αγωγή και πώς συντηρήθηκε κατά το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει ο εκκαλών τυγχάνουν ουσία αβάσιμα. Η μόνη σε βάρος της εφεσίβλητης συνέπεια είναι η προβλεπόμενη στο άρθρο 1498 ΑΚ ότι διατροφή για το παρελθόν δεν οφείλεται παρά μόνο από την υπερημερία. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή στην ουσία της και αναγνώρισε ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλλει στην ενάγουσα διατροφή σε χρήμα το ποσό των 280 ευρώ μηνιαίως εντός του πρώτου πενθήμερου κάθε μηνός και με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση από την επίδοση της αγωγής μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και το νόμο εφάρμοσε για το διάστημα από την επίδοση της αγωγής μέχρι και τον Αύγουστο του 2021, ενώ για το διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου, λόγω της επιδείνωσης της υγείας του εκκαλούντος μετά την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης και την άσκηση της εφέσεώς του και της μερικής αδυναμίας του να καλύπτει τις οικιακές ανάγκες του με αποτέλεσμα να υποβάλλεται σε επιπλέον δαπάνη 160 ευρώ για οικιακή βοηθό, το επιδικαζόμενο ποσό διατροφής πρέπει να μειωθεί στα 200 ευρώ τον μήνα, οπότε για το ενιαίο της κρίσεως πρέπει να εξαφανισθεί στο σύνολό της η εκκαλούμενη απόφαση σύμφωνα με το διατακτικό της παρούσας και αφού κρατηθεί η από 3.7.2020 αναγνωριστική αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή κατά τα ανωτέρω. Μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας-εφεσίβλητηςκαι για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της και ανάλογα με την έκταση της νίκης της έναντι του εκκαλούντος-εναγόμενου κατά την έκβαση της δίκης πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του τελευταίου κατά τις διατάξεις των άρθρων 183, 178 παρ.1 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ και στα οποία περιλαμβάνεται και το ποσό που αυτός έχει ήδη προκαταβάλει,σύμφωνα με το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 30.3.2021 έφεση κατά της 68/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά (ειδική διαδικασία διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση).

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση.

Κρατεί και δικάζει την από 3.7.2020 (με Γ.Α.Κ. …./2020 και Ε.Α.Κ. …../2020) αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή.

Αναγνωρίζει ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλλει στην ενάγουσα, προκαταβολικά το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, διατροφή σε χρήμα για το μεν χρονικό διάστημα από την επίδοση της αγωγής μέχρι και τον Αύγουστο του 2021 το ποσό των διακοσίων ογδόντα (280) ευρώ μηνιαίως, για το δε διάστημα από τον Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων το ποσό των διακοσίων (200) ευρώ μηνιαίως, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση.

Επιβάλλει μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης-ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος του εκκαλούντος-εναγόμενου και ορίζει αυτά στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ και από τα οποία θα εκπέσει το ποσό που ο τελευταίος έχει ήδη προκαταβάλει.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 29.6.2022.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ