ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης: 12/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Γ.Λ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 315 του ΚΠολΔ, αν από παραδρομή κατά τη σύνταξη της απόφασης περιέχονται λάθη γραφικά ή λογιστικά ή το διατακτικό διατυπώθηκε κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβώς, το δικαστήριο που την έχει εκδώσει μπορεί, αν το ζητήσει κάποιος διάδικος ή και αυτεπαγγέλτως, να τη διορθώσει με νέα απόφαση του. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η διόρθωση της απόφασης προϋποθέτει ότι κατά τη σύνταξή της παρεισέφρησαν από παραδρομή σφάλματα, που οφείλονται σε ασυμφωνία του ηθελημένου και εκείνου που διατυπώθηκε στην απόφαση ή σε μαθηματικό υπολογισμό ή στο ότι το διατακτικό διατυπώθηκε από παραδρομή κατά τρόπο ελλιπή ή ανακριβώς, ώστε να μην αποδίδεται σε αυτό η βούληση του δικαστηρίου που διατυπώθηκε στο σκεπτικό και όχι σε διαγνωστικά σφάλματα ή σφάλματα που αναφέρονται στην ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής διάταξης (ΑΠ 219/2013, ΑΠ 975/2010 Νόμος, ΕφΑθ 186/2012 ΝοΒ 2012, 578). Δηλαδή, αντικείμενο της διόρθωσης είναι οι παραδρομές του δικαστή, ενώ υπάρχει τέτοια παραδρομή όταν η διατύπωση της απόφασης δεν αποδίδει αυτό το οποίο πράγματι είχε σκεφθεί ο δικαστής όταν τη συνέτασσε (βλ. Μ. Μαργαρίτης, Ερμ ΚΠολΔ, τομ. Α΄, αρθρ. 315, αρ. 4, σελ. 579). Τα ανωτέρω σφάλματα, που μπορεί να εντοπίζονται στο προεισαγωγικό μέρος της απόφασης, στο αιτιολογικό (σκεπτικό) ή στο διατακτικό της, πρέπει να είναι πρόδηλα, δηλαδή να προκύπτουν από το σύνολο της απόφασης και από τα στοιχεία της δίκης με τα οποία ορίζεται το περιεχόμενο αυτής, από τα πρακτικά, τις προτάσεις και τα εν γένει δικόγραφα των διαδίκων, σε τρόπο ώστε να αποκλείεται η διόρθωση βάσει νέων στοιχείων ή με την επανεκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 1564/2012 Νόμος, ΕφΑθ 2894/2011 ΕλλΔνη 2011, 1066).
Στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλούσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την από 14/3/2018 αίτησή της ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς ζητεί να διορθωθεί αυτεπαγγέλτως η υπ’ αριθ. 133/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς επικαλούμενη τα αναφερόμενα σε αυτήν σφάλματα. Η πράξη αυτή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στην παρατεθείσα διάταξη και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την τακτική διαδικασία, κατά την οποία δικάστηκε και η υπό διόρθωση απόφαση (άρθρο 318 παρ.1 εδ. α του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι η ένδικη πράξη επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους διαδίκους (βλ. τις από 23/4/2018 και 26/4/2018 εκθέσεις επίδοσης της επιμελήτριας Δικαστηρίων Πειραιά ………), οι οποίοι όμως δεν παρουσιάστηκαν κατά τη συζήτηση της προκειμένης υποθέσεως, χωρίς περαιτέρω η απουσία τους αυτή να επηρεάζει την έρευνα της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας της εν λόγω πράξης και η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι (άρθρο 318 παρ. 2 του ΚΠολΔ).
Στην ερευνώμενη υπόθεση, από τα ταυτάριθμα με την υπό διόρθωση υπ’ αριθ. 133/2018 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου πρακτικά δημόσιας συζήτησης που τηρήθηκαν κατά τη δικάσιμο της 8/6/2017 και τα λοιπά έγγραφα της δικογραφίας αποδείχθηκε ότι, επί της εκδοθείσης ως άνω αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, ενώ στο σκεπτικό της αναγράφεται ορθώς ότι «Τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της ενάγουσας λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό», στο διατακτικό ενώ αναγράφεται «ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή» στη συνέχεια από προφανή παραδρομή της αναγράφηκε ότι «ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγόμενης τη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ». Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να διαταχθεί αυτεπάγγελτα η διόρθωση της υπ’ αριθ. 133/2018 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό και, περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η σημείωση της παρούσας διορθωτικής απόφασης στο πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 320 ΚΠολΔ. Τέλος, παράβολο ερημοδικίας δεν θα ορισθεί, γιατί κατά της παρούσας απόφασης δεν συγχωρείται κατά νόμο (άρθρο 319 ΚΠολΔ) η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με απόντες τους διαδίκους.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ αυτεπάγγελτα τη διόρθωση της υπ’ αριθ. 133/2018 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, ώστε στο διατακτικό της (σελ. 13 στοιχ. 15 – 17) αντί της εσφαλμένης φράσεως «ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγόμενης τη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ», να διατυπωθεί η ορθή φράση «ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της ενάγουσας τη δικαστική δαπάνη της εναγόμενης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ».
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την υπό της Γραμματέως του παρόντος Δικαστηρίου σημείωση της παρούσας διορθωτικής απόφασης στο πρωτότυπο της απόφασης που διορθώνεται.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 9 Ιανουαρίου 2019.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ