Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 534/2022

Αριθμός  534/2022

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών,   Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την …………..,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………. και 2) ………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Ραχήλ Κρητικού (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………..εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ειρήνη Μαριολά.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 14.5.2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. …../2012    αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1076/2014 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες με την από  17.7.2014 (αριθμ. εκθ. καταθ. …./2014) έφεσή τους,  της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2019) η 5η.12.2019, μετά δε από αναβολή η 18η.3.2021, οπότε   η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 11.2.2021 έως 22.3.2021). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν 4786/2021  (ΦΕΚ Α 43/23.3.2021) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 103/2021 Πράξη  της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή,  Ισιδώρας Πόγκα, Προέδρου Εφετών, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος των εκκαλούντων, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και  η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς ………../2019 έφεση  κατά της υπ΄αριθμόν  1076/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την τακτική   διαδικασία  αντιμωλία των διαδίκων  έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  28-2-2014  και  η  έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  23-07-2014  δίχως να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης  (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με αριθμούς  …./2014, …../2014, …./2014 και ……/2014 παράβολα).

Με την  αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση  η ενάγουσα Τράπεζα ιστορούσε ότι δυνάμει συμβάσεως πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό που συνήψε με την εταιρία «……………..»  χορήγησε σ΄αυτην  πίστωση αρχικά  μέχρι του ποσού των 70.000 ευρώ και κατόπιν πρόσθετων πράξεων μέχρι του ποσού των 150.000 ευρώ, ενώ η πρώτη εναγόμενη εγγυήθηκε την εξόφληση κάθε χρεωστικού υπολοίπου καθώς και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της πρωτοφειλέτριας ενεχόμενη ως αυτοφειλέτρια. Σε εκτέλεση της σύμβασης αυτής η πιστούχος έκανε χρήση της πίστωσης, αλλά αθέτησε τις υποχρεώσεις της απέναντι στην  πιστώτρια Τράπεζα, η οποία για τον λόγο αυτό έκλεισε τον λογαριασμό που τηρούσε με χρεωστικό υπόλοιπο 89.252,63 ευρώ και αιτήθηκε  την έκδοση διαταγής πληρωμής, η οποία και εκδόθηκε. Ωστόσο, αδυνατεί να ικανοποιήσει την απαίτησή της καθώς η πρώτη εναγόμενη μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον δεύτερο εναγόμενο  υιό της  το αναφερόμενο στην αγωγη διαμέρισμα ιδιοκτησίας της προκειμένου να  βλάψει την ενάγουσα καθώς  η λοιπή  περιουσία αυτής δεν ήταν επαρκής  για την ικανοποίηση της απαίτησης της. Ζήτησε δε, την διάρρηξη της δικαιοπραξίας αυτής και την καταδίκη των εναγομένων στα δικαστικά της έξοδα. Επί  της ανωτέρω  νομίμου αγωγής (άρθρα 939, 941 παρ 1 και 942, 943,1509.1192,1194,1198  ΑΚ), εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση  με την οποία το Δικαστήριο απήγγειλε την διάρρηξη της επίδικης δικαιοπραξίας καθώς  δέχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης  γνώριζε ότι η πιστούχος εταιρία είχε   ληξιπρόθεσμες οφειλές  προς την ενάγουσα – πιστώτρια, αλλά   και ότι η  υπόλοιπη περιουσία της δεν ήταν επαρκής για την ικανοποίηση της απαίτησης της ενάγουσας και προέβη στην επίδικη απαλλοτρίωση προς βλάβην της ενάγουσας. Ήδη  κατά της  απόφασης   αυτής  βάλλουν  οι εναγόμενοι  παραπονούμενοι  για  εσφαλμένη  ερμηνεία και  εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και  ζητούν  την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την  απόρριψη   της αγωγής της αντιδίκου τους ισχυριζόμενη ότι κατά τον χρόνο της απαλλοτρίωσης αγνοούσε τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της πιστούχου εταιρίας.

Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι η αγωγή είναι αόριστη για το λόγο ότι δεν αναφέρονται σ΄αυτήν  οι από μέρους της ενάγουσας έγγραφες ειδοποιήσεις προς την πρώτη εναγομένη των ληξιπρόθεσμων οφειλών της πιστούχου εταιρίας τις οποίες επικαλείται η ενάγουσα  για να αποδείξει ότι η πρώτη εναγομένη είχε γνώση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της πιστούχου εταιρίας και προέβη στην απαλλοτριωτική πράξη προς βλάβην αυτής. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος καθόσον  οι ειδοποιήσεις προς τον εγγυητή  για ληξιπρόθεσμες οφειλές του πρωτοφειλέτη  δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των απαιτούμενων από το νόμο στοιχείων για την θεμελίωση της αγωγής με την οποία διώκεται η διάρρηξη δικαιοπραξίας για την οποία απαιτείται ν΄αναφέρεται  α) η απαλλοτριωτική πράξη, β) η πρόθεση βλάβης που ενυπάρχει όταν ο οφειλέτης ενεργεί με σκοπό ματαιώσεως της απαιτήσεως του δανειστή, γ) ότι  ο τρίτος προς τον οποίο η απαλλοτρίωση τελεί εν γνώσει της προθέσεως του οφειλέτη για ματαίωση της απαιτήσεως του δανειστή, δ) ότι  η υπολειπόμενη περιουσία του οφειλέτη που κρίνεται από την εμφανή περιουσία του δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του δανειστή, ε) η απαίτηση του δανειστή και στ)  η αξία του περιουσιακού στοιχείου της απαλλοτριωτικής πράξεως κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής ώστε η διάρρηξη να επέλθει κατά το μέρος που ζημιώνεται ο δανειστής  εάν το απαλλοτριωθέν  έχει μεγαλύτερη αξία από την απαίτηση του δανειστή, στοιχεία τα οποία περιέχονται  στην κρινόμενη αγωγή (σχετ. ΟλΑΠ 15/2012 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε την αγωγή επαρκώς ορισμένη ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε το νόμο και όλα όσα αντίθετα υποστηρίζονται με τον σχετικό λόγο έφεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Κατά την διάταξη του άρθρου  939 Α.Κ., οι δανειστές έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν  τη διάρρηξη κάθε απαλλοτρίωσης που έγινε από τον οφειλέτη προς βλάβη τους, εφόσον η υπόλοιπη περιουσία δεν αρκεί για την ικανοποίησή τους. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 941 ΑΚ, που ορίζει, ότι η απαλλοτρίωση υπόκειται σε διάρρηξη, αν ο τρίτος, υπέρ του οποίου έγινε, γνώριζε ότι ο οφειλέτης απαλλοτριώνει προς βλάβη των δανειστών του, θα πρέπει ο τρίτος να γνωρίζει θετικά κατά την απαλλοτρίωση την καταδολιευτική πρόθεση του οφειλέτη και δεν αρκεί η υπαίτια άγνοιά του, έστω και οφειλόμενη σε βαριά αμέλειά του (ΑΠ 928/2014). Τεκμαίρεται όμως, ότι ο τρίτος το γνωρίζει, αν κατά την απαλλοτρίωση είναι σύζυγος του οφειλέτη ή συγγενής του σε ευθεία γραμμή ή συγγενής του σε πλάγια γραμμή εξ αίματος έως και τον τρίτο βαθμό ή από αγχιστεία έως το δεύτερο. Το τεκμήριο δεν ισχύει, αν πέρασε ένα έτος από την απαλλοτρίωση έως την έγερση της αγωγής (ΑΠ 668/2021, ΑΠ 708/2017Νομος).Κατά δε την διάταξη του επόμενου  άρθρου  942 ΑΚ, σε περίπτωση απαλλοτρίωσης από χαριστική αιτία δεν απαιτείται η κατά το προηγούμενο άρθρο γνώση του τρίτου.

Εξάλλου, από  τις διατάξεις των άρθρων 939 έως 946  ΑΚ προκύπτει, ότι δικαιούται να ζητήσει τη διάρρηξη απαλλοτριωτικής, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, δικαιοπραξίας κάθε δανειστής, του οποίου η απαίτηση είναι, κατά το χρόνο που επιχειρήθηκε η απαλλοτρίωση, γεννημένη, με την έννοια ότι τα παραγωγικά γεγονότα αυτής πρέπει να έχουν συντελεστεί κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης, έστω και αν τελεί υπό προθεσμία ή αίρεση ή είναι ανεκκαθάριστη, εφόσον ο οφειλέτης αποσκοπούσε στη ματαίωση της ικανοποίησης της απαίτησης αυτής, αρκεί να έχει καταστεί ορισμένη, απαιτητή και ληξιπρόθεσμη έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής (ΑΠ  1720/2014 ΝΟΜΟΣ). Βασική  δε προϋπόθεση για την ύπαρξη αξίωσης του δανειστή προς διάρρηξη αποτελεί η δημιουργούμενη εξ αιτίας αυτής για τον οφειλέτη αφερεγγυότητα, δηλαδή η ανεπάρκεια της υπολειπόμενης περιουσίας του προς ικανοποίηση του δανειστή, πρέπει δε η αφερεγγυότητα να υπάρχει και κατά το χρόνο άσκησης της σχετικής αγωγής, οπότε κρίνεται το στοιχείο της βλάβης του δανειστή (ΑΠ 858/2002 1189/2003, 1937/2006, 1800/2008, 1284/2011).

Περαιτέρω, η  διάρρηξη της απαλλοτριωτικής πράξεως του οφειλέτη χωρεί μόνον αν έγινε με πρόθεση βλάβης του δανειστή, η οποία θεωρείται ότι υπάρχει όταν ο οφειλέτης γνωρίζει ότι με την απαλλοτρίωση του περιουσιακού του στοιχείου θα περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση, ώστε η περιουσία που του απομένει να μην επαρκεί για την ικανοποίηση του δανειστή. Η πρόθεση αυτή εξακολουθεί να υφίσταται και όταν άλλος, εις ολόκληρον οφειλέτης, διαθέτει επαρκή περιουσία για την ικανοποίηση του δανειστή, καθόσον ο καταδολιευτικός χαρακτήρας της απαλλοτριώσεως κρίνεται από στοιχεία που συντρέχουν αποκλειστικά και μόνο στο πρόσωπο του απαλλοτριούντος και δεν επηρεάζεται από την οικονομική κατάσταση των λοιπών συνοφειλετών, όπως άλλωστε συνάγεται και από τη διάταξη του άρθρου 486 Α.Κ.(ΑΠ 1800/2008 και 1189/2003  ΝΟΜΟΣ). Τέλος, την κατά τα άνω πρόθεση του οφειλέτη πρέπει να γνωρίζει και ο αποκτών τρίτος, εκτός αν η απαλλοτρίωση γίνεται από χαριστική αιτία, οπότε τέτοια γνώση δεν απαιτείται. Η γονική παροχή που θεσμοθετείται με το άρθρο 1509 Α.Κ., συνιστά επίδοση από ελευθεριότητα και, συνεπώς, η περί αυτής δικαιοπραξία είναι χαριστική. Δεν συνάγεται δε το αντίθετο ούτε  από το χαρακτηρισμό αυτής ως δωρεάς, ως προς το ποσό που υπερβαίνει το μέτρο που επιβάλλουν οι περιστάσεις, αφού αυτό αποσκοπεί στο να αποκλείσει τη δυνατότητα ανακλήσεώς της, ως προς το μέρος που δεν αποτελεί δωρεά και όχι να τη χαρακτηρίσει, εξ αντιδιαστολής, ως επαχθή δικαιοπραξία (1800/2008 ΝΟΜΟΣ).

Από  τις   καταθέσεις   των  μαρτύρων   που περιέχονται  στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσης και όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι  προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 16-10-2006  συμβάσεως  που συνήψε η ενάγουσα Τράπεζα με την εταιρία με την επωνυμία «…………………» η πρώτη παρείχε στην δεύτερη  πίστωση με ανοιχτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό μέχρι του ποσού των 70.000 ευρώ, την εκτέλεση των όρων της οποίας και την εξόφληση κάθε χρεωστικού υπολοίπου εγγυήθηκε μεταξύ άλλων και  η πρώτη εναγομένη. Στις 28-8-2007 η πιστώτρια Τράπεζα αύξησε με την υπ΄αριθμόν …./……/1 πρόσθετη πράξη το ποσό της  πίστωση που είχε χορηγήσει στην πιστούχο εταιρία κατά 50.000 ευρώ, ενώ στις 29-9-2008 η πιστώτρια Τράπεζα  προέβη σε εκ νέου αύξηση του ποσού της πίστωσης με την υπ΄αριθμόν …………/182/2 πρόσθετη πράξη   κατά 30.000 ευρώ και  ως εκ τούτου το συνολικό ποσό της πίστωσης ανήλθε σε 150.000 ευρώ. Τις διαδοχικές αυτές αυξήσεις του ποσού της πιστωσης αποδέχτηκε και συνυπέγραψε  η πρώτη εναγόμενη με την ιδιότητα της εγγυήτριας αναλαμβάνοντας τις απορρέουσες απ΄αυτές υποχρεώσεις. Σε εκτέλεση της σύμβασης αυτής η πιστούχος εισέπραξε  σταδιακά  διάφορα χρηματικά ποσά  και μέχρι τις αρχές  του έτους  2010 εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της  απέναντι στην πιστούχο τράπεζα. Στη συνέχεια, όμως, έπαυσε τις καταβολές έναντι του μέχρι τότε οφειλόμενου ποσού   με συνέπεια να κλείσει  στις  26-11-2010 η πιστώτρια  Τράπεζα  τον λογαριασμό που τηρούνταν για την πίστωση αυτή, ο οποίος εμφάνιζε  χρεωστικό υπόλοιπο  89.252,63 ευρώ  και να καλέσει μεταξύ άλλων και την πρώτη εναγόμενη ως εγγυήτρια  να της καταβάλει το ποσό αυτό επιδίδοντας σ΄αυτήν στις 2-2-2011 σχετική εξώδικη πρόσκληση (βλ. υπ΄αριθμόν …../2011 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………..). Ωστόσο, ούτε η πιστούχος, ούτε οι εγγυητές ανταποκρίθηκαν και η ενάγουσα αιτήθηκε από τον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά  την έκδοση διαταγής πληρωμής η οποία και εξεδόθη  με αριθμό  ……/2010   με την οποία υποχρεώθηκαν άπαντες  να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας  το ανωτέρω ποσό με το εκάστοτε ανώτατο επιτρεπόμενο από τις νομισματικές αρχές τραπεζικό επιτόκιο υπερημερίας  και με εξάμηνο ανατοκισμό των τόκων από 27-11-2010 μέχρις εξοφλήσεως. Εν τω μεταξύ στις  10-4-2009 η πρώτη εναγόμενη  μεταβίβασε στον δεύτερο εναγόμενο υιό της, δυνάμει του υπ΄αριθμόν ……/10-4-2009 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………… που μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών  του Υποθηκοφυλακείου Γλυφάδας στον τόμο …. και με αριθμό … (και στο γενικο βιβλιο εκθέσεων … με αριθμό ….), λόγω γονικής παροχής,  το υπ΄αριθμόν 2 διαμέρισμα  του πρώτου υπέρ του ισογείου ορόφου οικοδομής επί οικοπεδου επιφανείας 1000,58 τμ κειμένου στην κτηματική περιφέρεια και εντός του εγκεκριμένου σχεδίου του Δήμου Γλυφάδας και επί της οδού ………….., το οποίο έχει αποτυπωθεί  στο υπ΄αριθμόν …./1-12-1938 σχεδιάγραμμα του μηχανικού …….. και το οποίο  συνορεύει ανατολικά επί πλευράς  21,38 μ με τα υπ΄αριθμούς … και …. οικόπεδα, δυτικά επί πλευράς  21,38 μ  με την οδό …., βόρεια επί πλευράς 46,80 μ με το υπ΄αριθμόν …. οικόπεδο και νότια επί πλευράς 46,80 μ με το υπ΄αριθμόν …… οικόπεδο. Το διαμέρισμα  αυτό στο οποίο ανήκει ποσοστό συγκυριότητας 75/1000, έχει επιφάνεια 59,35 τμ και  συνορεύει βόρεια με κλιμακοστάσιο, φωταγωγό και ανελκυστήρα, ανατολικά με το υπ΄ αριθμόν …. διαμέρισμα και φωταγωγό, νότια με ακάλυπτο χώρο και πέραν αυτού με το υπ΄αριθμόν ….. οικόπεδο και δυτικά με πρασιά και πέραν αυτής με την οδό ……. Σύμφωνα δε με το αντικειμενικό σύστημα υπολογισμού η αξία του ανέρχεται σε 64.098 ευρώ. Περαιτέρω,  αποδεικνύεται ότι  μετά την μεταβίβαση  του ανωτέρω ακινήτου παρέμεινε στην κυριότητα της πρώτης εναγομένης το ½ εξ αδιαιρέτου του υπό στοιχείο β΄ διαμερίσματος  επιφανείας 129 τμ  με ποσοστό συνιδιοκτησίας  στο οικόπεδο 95/1000 μετά του υπ΄αριθμον 2 χώρου στάθμευσης  οικοδομής που έχει κτιστεί σε οικόπεδο επιφανείας 469,37 τμ το οποίο βρίσκεται στον Δήμο Πειραιά επί της οδού ………… Ωστόσο,  έχουν  εγγραφεί  σε βάρος της ακίνητης αυτής περιουσίας  και υπέρ του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου α) την 4-6-1995 υποθήκη για ποσό 9.000.000 δραχμών, β) την 21-1-1998 υποθήκη  για ποσό 5.000.000 δραχμών, γ) την 1-7-2002 υποθήκη για ποσό 19.500 ευρώ  και δ) την 23-6-2006 προσημείωση υποθήκης  ποσού 48.000 ευρώ, ενώ  την 1-1-2013, ήτοι μετά την άσκηση της κρινόμενης αγωγής  ενεγράφη  προσημείωση υποθήκης υπέρ της «Τράπεζας …………»   για ποσό   63.069,54 ευρώ. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι κατά το χρόνο που επιχειρήθηκε η λόγω γονικής παροχής μεταβίβαση του ανωτέρω διαμερίσματος  από την πρώτη εναγόμενη στον δεύτερο εναγόμενο υιό της η απαίτηση της ενάγουσας ήταν γεννημένη καθώς τα παραγωγικά γεγονότα αυτής είχαν συντελεστεί  στις 16-10-2006, ενώ  η απαίτηση της ενάγουσας είχε ήδη καταστεί απαιτητή και ληξιπρόθεσμη προ της  άσκησης  της αγωγής, προϋποθέσεις αναγκαίες για την για την διάρρηξη της απαλλοτριωτικής πράξεως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι  η αφερεγγυότητα, ήτοι η ανεπάρκεια της υπόλοιπης  περιουσίας της πρώτης εναγομένης προς ικανοποίηση της απαίτησης  της ενάγουσας  ύψους 89.252,63 ευρώ υπήρχε  κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής αφού δεν αποδείχθηκε ότι η αξία  της  λοιπής ακίνητης περιουσίας της πρώτης εναγόμενης, ήτοι  του ½ εξ αδιαιρέτου του ανωτέρω διαμερίσματος υπερέβαινε το ποσό των 89.252,63 ευρώ ώστε να ικανοποιηθούν τόσο οι απαιτήσεις για τις οποίες είχαν εγγραφεί τα ανωτέρω βάρη, όσο και η απαίτηση της ενάγουσας. Γνώριζε δε, η πρώτη εναγόμενη ότι με την απαλλοτρίωση αυτή θα περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε η περιουσία που της είχε απομείνει, και συγκεκριμένα το ½ εξ αδιαιρέτου του ανωτέρω διαμερίσματος, να μην επαρκεί για την ικανοποίηση της απαίτησης της ενάγουσας σε περίπτωση που η πρωτοφειλέτρια αδυνατούσε να εξοφλήσει το οφειλόμενο ποσό καθώς είχε εγγυηθεί για την εξόφληση του συνολικού ποσού της πίστωσης ύψους 150.000 ευρώ. Εξάλλου, το γεγονός ότι οι λοιποί εγγυητές είχαν διαθέσει επαρκή  περιουσία ώστε να ικανοποιηθεί η ενάγουσα δεν αίρει την πρόθεση βλάβης  της πρώτης εναγομένης καθόσον ο καταδολιευτικός χαρακτήρας  της απαλλοτρίωσης κρίνεται από τα στοιχεία που συντρέχουν αποκλειστικά και μόνο στο πρόσωπο του απαλλοτριούντος και δεν επηρεάζεται από την οικονομική κατάσταση των λοιπών συνοφειλετών του, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην μειζονα σκέψη, απορριπτομένου σχετικού λόγου έφεσης ως αβάσιμου. Απορριπτέα, επίσης, κρίνεται και η ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που προέβαλαν οι εναγόμενοι καθώς η άσκηση του δικαιώματος διάρρηξης από μέρους  της δανείστριας Τράπεζας αποτελεί νόμιμο δικαίωμα αυτής, ενώ το γεγονός ότι κατά τον χρόνο που προέβη η πρώτη εναγόμενη σε απαλλοτρίωση του ακινήτου της  η πιστούχος εταιρία δεν είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές είναι αδιάφορο αφού για την διάρρηξη της απαλλοτριωτικής δικαιοπραξίας απαιτείται να έχουν συντελεστεί κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης  τα παραγωγικά αίτια της απαίτησης του δανειστή, έστω και αν τελεί υπό προθεσμία ή αίρεση ή είναι ανεκκαθάριστη, η δε απαίτηση να έχει καταστεί  ληξιπρόθεσμη και απαιτητή  έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής με την οποία διώκεται η διάρρηξη σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, προϋποθέσεις που συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση. Πρέπει, επίσης,  να σημειωθεί ότι η ενάγουσα τραπεζική εταιρία τελεί  πλέον υπο ειδική εκκαθάριση  δυνάμει της απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΠΑΘΤτΕ) με αριθμό  136/1/17-4-2015  (ΦΕΚ Β΄633/17-4-2015) και εκπροσωπείται από  ειδικό εκκαθαριστή και συγκεκριμένα από την εταιρία  με την επωνυμία «……………» που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής, ………… και ………… δυνάμει της απόφασης της  ΕΠΑΘ  ΤτΕ με αριθμό  182/1/4-4-2016 (ΦΕΚ Β΄925/5-4-2016) η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο με την ιδιότητα της αυτή. Κατόπιν αυτών, πρέπει η επίδικη  γονική παροχή, η οποία συνιστά επίδοση από ελευθεριότητα και η περί αυτής δικαιοπραξία είναι χαριστική να διαρρηχθεί  καθόσον ενόψει του χαριστικού χαρακτήρα αυτής δεν απαιτείται γνώση  του δεύτερου εναγόμενου για την καταδολιευτική πρόθεση της πρώτης ενάγουσας μητέρας του κατά  τα αναφερόμενα στη μειζονα σκέψη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που κατά παραδοχή της αγωγής διέρρηξε την επίδικη δικαιοπραξία  έστω και με διαφορετική αιτιολογία ορθά κατ΄αποτελεσμα έκρινε. Επομένως, πρέπει ν΄ αντικατασταθεί η αιτιολογία  και ν΄απορριφθεί η έφεση. Μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εναγομένων λόγω  της αντικατάστασης των αιτιολογιών και της ως εκ τούτου μερικής νίκης των εκκαλούντων  (άρθρα 183, 191 παρ 2 και  178ΚΠολΔ), κατα τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει, ενόψει της απόρριψης  της έφεσης,  να διαταχθεί και η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (αρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδίκων

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ   την έφεση

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες  σε μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης  το οποίο καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο  του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 2α Ιουνίου 2022.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω αποχωρήσεώς

της από την Υπηρεσία,

η αρχαιότερη της σύνθεσης

Εφέτης, Σταυρούλα Λιακέα.

 Δημοσιεύθηκε δε στις 9 Σεπτεμβρίου 2022 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, με άλλη σύνθεση, λόγω αποχώρησης από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας της Προέδρου Εφετών, Ισιδώρας Πόγκα, αποτελούμενη από τους Δικαστές Σταυρούλα Λιακέα, Προεδρεύουσα Εφέτη, Ελευθεριο Γεωργίλη και Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτες και με Γραμματέα την Τριανταφυλλιά Λαμπροπούλου,  με απόντες τους διαδίκους και τις πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

 Η   ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΕΦΕΤΗΣ                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ