Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 48/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:       48/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 528 του ΚΠολΔ, αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι αν ασκηθεί έφεση κατά ερήμην αποφάσεως, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, χωρίς έρευνα των λόγων της και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο αυτής και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να ακουστεί εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως και να προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας, με την έφεση, τις συνέπειες που η απουσία του ενδεχομένως, επέφερε. Επομένως, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως, εφόσον αυτή εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της εφέσεως, αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας (ΑΠ 526/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1075/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 829/2008).

Εν προκειμένω η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 3761/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία ερήμην του ενάγοντα, ήδη εκκαλούντος, με την οποία ο εκκαλών, επικαλούμενος με τον πρώτο λόγο της έφεσής του κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ζητεί να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να γίνει δεκτή η αγωγή του κατά των εναγόμενων και ήδη εφεσιβλήτων, ασκήθηκε ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός της τριετίας (ΟλΑΠ 10/2018 ΝΟΜΟΣ) από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 2, 520 του ΚΠολΔ), διότι από τη δικογραφία δεν αποδεικνύεται ούτε κανείς από τους διαδίκους επικαλείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει επιδοθεί και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) χωρίς ο εκκαλών να υποχρεούται να καταβάλει το νόμιμο παράβολο για την άσκηση της έφεσης κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ, διότι με την υπ’ αριθμ. 71/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κρίθηκε δικαιούχος νομικής βοήθειας για την ένδικη υπόθεση και απαλλάχθηκε από την υποχρέωση των δικαστικών εξόδων (άρθρο 9 παρ. 1 του ν. 3226/2004). Πρέπει, επομένως, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη, να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα 528 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) να εξεταστεί η ως άνω από 28/10/2013 αγωγή του εκκαλούντος ως προς την νομική και ουσιαστική της βασιμότητα.

Κατά το άρθρο 57 του ΑΚ όποιος προσβάλλεται παρανόμως στην προσωπικότητα του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημιώσεως σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε το άρθρο 59 του ίδιου Κώδικα και στην περίπτωση του άρθρου 57, το δικαστήριο με την απόφαση του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 914 του ΑΚ «όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει», κατά δε το άρθρο 932 του ίδιου Κώδικα «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του…». Για να γεννηθεί αξίωση προστασίας από προσβολή της προσωπικότητας, κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 932 του ΑΚ, θα πρέπει η προσβολή να είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να προέλθει και από ποινικώς κολάσιμη πράξη, όπως ψευδορκία μάρτυρα, ψευδή καταμήνυση, απάτη, εξύβριση, απλή ή συκοφαντική δυσφήμηση, πράξεις που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 224, 229, 386, 361, 362 και 363 του ΠΚ. Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της δυσφημήσεως, απαιτείται γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο από αυτόν ενώπιον τρίτου γεγονός είναι κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση του ιδίου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως απαιτείται επιπλέον και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι’ αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως σε βάρος άλλου, παραμένει όμως ως έγκλημα η απλή δυσφήμιση, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Όμως ως αστικό αδίκημα η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικώς και σε απλή αμέλεια του δράστη και συνεπώς όποιος από πρόθεση ή από αμέλεια ισχυρίζεται ή διαδίδει προς τρίτους γεγονότα αναληθή που θίγουν την τιμή και την υπόληψή του, προσβάλλοντας παρανόμως την προσωπικότητα του, έχει υποχρέωση, εφόσον γνωρίζει ή υπαιτίως αγνοεί την αναλήθεια των γεγονότων αυτών, να αποζημιώσει τον παθόντα και να ικανοποιήσει και την ηθική βλάβη του, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 367 παρ. 1 του ΠΚ περιπτώσεις, που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξεως του τόσο ως ποινικού όσο και ως αστικού αδικήματος, αφού οι διατάξεις των άρθρων 361 – 367 του ΠΚ εφαρμόζονται αναλογικώς για την ενότητα της εννόμου τάξεως και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Επομένως, αιρομένου του αδίκου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιοποίνων πράξεων (με την επιφύλαξη της διατάξεως του άρθρου 367 παρ. 2 του Π.Κ.) αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της επιζήμιας συμπεριφοράς, ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου (ΑΠ 389/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 726/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1352/2015 ΝΟΜΟΣ). Όμως, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης, ως προς τις εξυβριστικές ή δυσφημιστικές εκφράσεις που περιέχει, δεν αίρεται λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος κλπ. και συνεπώς παραμένει η ποινική ευθύνη του δράστη, άρα και η υποχρέωσή του προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις της διάταξης του άρθρου 367 παρ. 2 του ΠΚ, δηλαδή, όταν οι επίμαχες κρίσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης των άρθρων 363 – 362 ΠΚ ή όταν από τον τρόπο εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις, υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής του άλλου. Τέτοιος ειδικός σκοπός, δηλαδή σκοπός κατευθυνόμενος επ’ ευκαιρία ειδικώς και μόνο στην προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής ή επαγγελματικής αξίας του προσώπου του ή με περιφρόνηση αυτού, που ως νομική έννοια ελέγχεται αναιρετικώς, αποτελεί εξαίρεση, ατενώς ερμηνευτέα και υπάρχει ιδίως όταν η εκδηλωθείσα συμπεριφορά δεν ήταν αντικειμενικώς αναγκαία προς προστασία του επικαλούμενου ως προστατευτέου συμφέροντος (ΑΠ 1355/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1078/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 849/2015 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, «Παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του». Ταυτόσημη είναι και η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το οποίο κυρώθηκε με το ν. 2642/1997 και ορίζει ότι «Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ποινικό αδίκημα τεκμαίρεται ότι είναι αθώο εωσότου η ενοχή του αποδειχθεί σύμφωνα με το νόμο». Με τις ως άνω αυξημένης τυπικής ισχύος διατάξεις κατοχυρώνεται το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, το οποίο αποτελεί κατ’ αρχήν τη δικονομική έκφανση του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, συνδεόμενο άμεσα με την αρχή της ενοχής (άρθρα 7 παρ. 1 του Συντ. και 14 του ΠΚ). Το περιεχόμενό του συντίθεται από τις αρχές ότι: 1. Κανένας δε μπορεί να καταδικασθεί ή να κηρυχθεί ένοχος, αν δεν έχει δικασθεί σύμφωνα με το νόμο και ύστερα από μια νόμιμη δικαστική διαδικασία. 2. Καμία ποινή ή άλλη ανάλογη κύρωση δε μπορεί να επιβληθεί σε βάρος προσώπου, εφόσον η ενοχή του δεν έχει απαγγελθεί σύμφωνα με τους τύπους, που προβλέπει ο νόμος. 3. Κανένας δε μπορεί να υποχρεωθεί να αποδείξει την αθωότητά του. 4. Η αμφιβολία είναι πάντοτε υπέρ του κατηγορουμένου. Εάν η τέλεση μιας ποινικά κολάσιμης πράξης δικαιολογεί παράλληλα και αστική αξίωση του παθόντος για προστασία των οικονομικών του συμφερόντων, κατά την εκδίκαση του συγκεκριμένου βιοτικού γεγονότος στα πολιτικά δικαστήρια, θα τύχει μεν εφαρμογής το τεκμήριο της αθωότητας, πλην όμως η εφαρμογή του πρέπει να περιορίζεται στα όρια, που η δογματική του θέση και κατάταξη προσδιορίζουν. Συγκεκριμένα: 1. Ο εναγόμενος, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη του εγκλήματος, θα πρέπει και στην (πολιτική) δίκη να αντιμετωπίζεται από το δικαστήριο ως αθώος με τις ίδιες εγγυήσεις, όπως και ενώπιον της αντίστοιχης ποινικής δίκης. 2. Δεν πρέπει η νομοθεσία και ειδικότερα το αστικό δίκαιο και η πολιτική δικονομία να θέτουν τεκμήρια ενοχής, τεκμήρια από τα οποία θα προκύπτει άνευ αποδείξεως η ενοχή του εναγομένου για την διάπραξη του ποινικού και συγχρόνως αστικού αδικήματος. 3. Δεν πρέπει το βάρος αποδείξεως της μη τελέσεως του ποινικού και συγχρόνως αστικού αδικήματος να επιρρίπτεται στον εναγόμενο. 4. Κατά την αναφορά του πολιτικού δικαστηρίου σε τυχόν προεκδοθείσα αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου δεν πρέπει να γίνεται αμφισβήτηση του αθωωτικού αποτελέσματος αυτής, ιδίως με την επίκληση ότι α) είναι προϊόν αμφιβολιών και όχι βεβαιότητας του δικαστηρίου για την αθωότητα, β) λήφθηκε όχι ομόφωνα αλλά κατά πλειοψηφία, γ) ότι στηρίχθηκε στη μη απόδειξη του υποκειμενικού στοιχείου του αδικήματος (δόλου), δ) ότι διαφώνησε ο εισαγγελέας της έδρας κ.α. Ωστόσο, ο σεβασμός του τεκμηρίου αθωότητας δεν μπορεί να έχει την έννοια ότι το πολιτικό δικαστήριο κωλύεται να καταλήξει μετά από αποδείξεις και με πλήρως αιτιολογημένη δικανική κρίση, συνεκτιμώντας φυσικά και την αθωωτική ποινική απόφαση σε διαφορετικό αποδεικτικό πόρισμα, υποχρεούμενο να αποδεχθεί οπωσδήποτε την ποινική αθώωση και να τη θέσει ως βάση στην απόφασή του. Οι διατάξεις των άρθρων 93 – 96 του Συντ. αφενός κατοχυρώνουν τη διάκριση των δικαστηρίων και αφετέρου κατανέμουν μεταξύ τους τη δικαιοδοσία σε διοικητική, πολιτική ή αστική και ποινική, κατ’ αντιστοιχία των προβλεπόμενων δικαστηρίων και των υπαγόμενων σε αυτά διαφορών ή και υποθέσεων. Βασική συνέπεια που αναδεικνύει το ουσιαστικό περιεχόμενο της διάκρισης των δικαιοδοσιών είναι το διακριτό δεδικασμένο των αποφάσεων κάθε δικαιοδοτικής λειτουργίας, το οποίο ορίζεται διαφορετικά από τον αντίστοιχο δικονομικό νομοθέτη (άρθρα 321 επ. του ΚΠολΔ, 57 του ΚΠΔ, 197 του ΚΔΔ). Οι ρυθμίσεις αυτές επιβάλλουν το δεδικασμένο να είναι, κατ’ αρχήν, δεσμευτικό μόνον εντός της οικείας δικαιοδοσίας με αποτέλεσμα οι αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων να μην αποτελούν δεδικασμένο για την πολιτική δίκη. Περαιτέρω, αποδεικτική δέσμευση από δικαστικές αποφάσεις άλλων δικαιοδοτικών κλάδων μπορεί να γίνει ανεκτή μόνον όταν υπάρχει σχετική νομοθετική πρόβλεψη, είτε σε διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου είτε σε διατάξεις της οικείας δικονομίας (όπως στο άρθρο 5 παρ. 2 του ΚΔΔ). Επομένως, το πολιτικό δικαστήριο, όταν αποφασίζει περί του αν τελέσθηκε το αστικό και συγχρόνως ποινικό αδίκημα, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αθωωτική ή καταδικαστική. Επιβάλλεται όμως να λάβει σοβαρά υπόψη του ως ισχυρό τεκμήριο την ποινική κρίση και μπορεί να αφίσταται από αυτήν με απόλυτα αιτιολογημένη απόφαση. Ειδικά επί αθωωτικής αποφάσεως, το τεκμήριο αθωότητας δεν συνεπάγεται αποδεικτική δέσμευση του πολιτικού δικαστηρίου που οδηγεί υποχρεωτικά σε αποδεικτικό αποτέλεσμα σύμφωνο με την αθωωτική απόφαση και κατ’ ανάγκη σε αποκλεισμό της αστικής αδικοπρακτικής ευθύνης του αθωωθέντος με την αιτιολογία ότι διαφορετικά δημιουργούνται αμφιβολίες για την αθώωση και παραβιάζεται η αρχή του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ και 14 παρ. 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΑΠ 1422/2017 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται για κάθε δικόγραφο (άρθρα 117, 118 ΚΠολΔ), πρέπει επιπλέον να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν, σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για το ορισμένο και κατά συνέπεια το παραδεκτό της αγωγής, αρκεί να εκτίθενται στο δικόγραφο της τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής ορισμένης νομικής διάταξης, στην οποία και θεμελιώνεται το ασκούμενο με την αγωγή δικαίωμα (ΑΠ 1570/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 926/2004 Δ/νη 46,1659). Έτσι, για το ορισμένο της αγωγής, με την οποία ζητείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, την οποία ο ενάγων υπέστη από τη μείωση της προσωπικότητάς του, αρκεί να αναφέρεται το είδος της προσβολής, η παράνομη πράξη που την προκάλεσε, ο αιτιώδης σύνδεσμος της με αυτή, καθώς και ότι ο προσβάλων τελούσε σε υπαιτιότητα (ΑΠ 853/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 462/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 838/2011 ΝΟΜΟΣ).

Εν προκειμένω ο ενάγων στην υπό κρίση αγωγή του ισχυρίζεται ότι η κατοικία των εναγόμενων βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη δική του οικία, ότι την 6/7/2009 η πρώτη των εναγόμενων με πρόθεση προξένησε στη μητέρα του τις αναφερόμενες στην αγωγή σωματικές βλάβες, ότι την 14/9/2009 η πρώτη εναγόμενη προξένησε με πρόθεση υλικές φθορές στο με αριθμό κυκλοφορίας ……….. ΙΧΕ αυτοκίνητο του οποίου έχει τη συγκυριότητα κατά ποσοστό 33,34% εξ αδιαιρέτου, στο οποίο έριξε καφέ κολλώδη υγρά, προκαλώντας του τις αναφερόμενες στην αγωγή ζημιές, ανερχόμενες στο αναλογούν σε αυτόν με βάση το ποσοστό συγκυριότητάς του ποσό των 147,90 ευρώ, ότι την 10/10/2009 και την 27/11/2009 οι εναγόμενοι με πρόθεση προξένησαν τις αναφερόμενες στην αγωγή υλικές φθορές στο υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, προξενώντας του ζημία ποσού 145,18 ευρώ και 910,20 ευρώ αντίστοιχα, ότι την 1/5/2010 η πρώτη εναγόμενη και την 24/1/2012 οι εναγόμενοι προξένησαν εκ νέου τις απαριθμούμενες στην αγωγή υλικές φθορές στο ίδιο αυτοκίνητο, προκαλώντας του ζημία ποσού 10 ευρώ και 692,05 ευρώ αντίστοιχα, ότι την 19/11/2009 η πρώτη εναγόμενη υπέβαλε στη Διεύθυνση Τροχαίας και στο Δήμο Νίκαιας, καταγγελία της, με την οποία του καταλόγιζε ότι έχει κατασκευάσει πλαστές πινακίδες κυκλοφορίας τις οποίες τοποθέτησε στο ΙΧΦ αυτοκίνητο μάρκας Σουζούκι και ότι δεν συντηρεί επαρκώς τα αυτοκίνητα του, τα οποία δεν διαθέτουν πιστοποιητικά ΚΤΕΟ, κάρτα καυσαερίων και ασφαλιστήρια συμβόλαια, τα οποία καταγγελλόμενα είναι ψευδή και συκοφαντικά, ότι την 8/12/2009 η πρώτη εναγόμενη υπέβαλε ψευδή μήνυση σε βάρος του ότι μία από τις κάμερες ασφαλείας που είχε τοποθετήσει στην είσοδο της κατοικίας του ήταν στραμμένη στην είσοδο της δικής της κατοικίας, ότι εντός του χρονικού διαστήματος από την 5/1/2010 έως την 23/5/2010 οι εναγόμενοι αφαίρεσαν με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης τις πέντε κάμερες που είχε τοποθετήσει εξωτερικά της οικίας του, συνολικής αξίας 740 ευρώ, ότι εκτός τούτων οι εναγόμενοι επιδεικνύουν απέναντι του εξυβριστική προσβλητική και μειωτική της προσωπικότητάς του συμπεριφορά στα περιστατικά που συνέβησαν την 15/9/2009 (η πρώτη εναγόμενη), την 18/2/2010 (η πρώτη εναγόμενη), την 23/9/2010 (η πρώτη εναγόμενη), την 6/1/2011 (και οι δυο εναγόμενοι) την 21/5/2012 (ο δεύτερος εναγόμενος) και την 15/3/2013 (και οι δυο εναγόμενοι), όπως λεπτομερώς εκθέτει στην αγωγή του. Ζητεί ως αποκατάσταση των πιο πάνω υλικών ζημιών να υποχρεωθούν να του καταβάλουν η πρώτη εναγόμενη το συνολικό ποσό των 1.068,10 ευρώ (147,90 + 910,20 + 10) και ο δεύτερος εναγόμενος το συνολικό ποσό των 1.577,23 ευρώ (145,18 + 740 + 692,05) και τα δυο αυτά ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 80.000 ευρώ ως χρηματική του ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που υπέστη, τόσο εξαιτίας των ζημιών που του προξένησαν όσο και της αμφισβήτησης της εντιμότητάς του με την της καταγγελία και την ψευδή μήνυση, επιφυλασσόμενος να απαιτήσει το επιπλέον ποσό των 300 ευρώ παριστάμενος ως πολιτικός ενάγων ενώπιον το ποινικού Δικαστηρίου, να απειληθεί κατά των εναγόμενων προσωπική κράτηση ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης και να καταδικαστούν στην εν γένει δικαστική του δαπάνη, ενώ με τις προτάσεις και με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του στο ακροατήριο του Εφετείου αυτού ο ενάγων μετάτρεψε το καταψηφιστικό αίτημα σε αναγνωριστικό.

Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, καθόσον περιέχει τα απαραίτητα για την νομική πληρότητα του δικογράφου της στοιχεία, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, καθόσον αναφέρονται οι παράνομες πράξεις που αποδίδονται σε κάθε ένα των εναγόμενων, η υπαιτιότητά τους, η ζημία που του προκάλεσαν, η προσβολή της προσωπικότητας του και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των πράξεων των εναγόμενων και της ζημίας του αφενός και της ηθικής βλάβης του αφετέρου, χωρίς η ενδεχόμενη βασιμότητα όλων ή μερικών των εξιστορούμενων περιστατικών να επηρεάζει το ορισμένο της αγωγής, ούτε να απαιτείται επιμερισμός του αιτουμένου ποσού της χρηματικής ικανοποίησης κατά αξιόποινη πράξη και να ζητεί διαφορετική χρηματική ικανοποίηση από κάθε ένα των εναγόμενων (ΑΠ 2147/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1095/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 518/2008 ΝΟΜΟΣ). Οι εναγόμενοι ισχυρίστηκαν με τις πρωτόδικες προτάσεις του και επαναφέρουν τον ισχυρισμό τους παραδεκτά με τις προτάσεις τους ενώπιον του Εφετείου αυτού ότι η αγωγή είναι αόριστη, διότι όλα τα εξιστορούμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά είναι ψευδή, στο περιστατικό της 23/9/2010 (αριθμ. 11 της αγωγής) δεν αναφέρεται ο δράστης, στο περιστατικό της 24/1/2012 (αριθμ. 13 της αγωγής) δεν αναφέρεται ο τόπος της τέλεσης του αδικήματος και οι αναλυτικές φθορές που του προξένησαν, στο περιστατικό της 15/3/2013 (αριθ. 15 της αγωγής) δεν αναφέρει παράνομη συμπεριφορά τους, στο αιτητικό της ζητεί να του καταβάλουν το ποσό των 1.068,10 ευρώ, το οποίο υπερβαίνει την αιτούμενη σε άλλο σημείο της αγωγής ποσό, ότι ενώ στο ιστορικό της αγωγής ζητεί την καταβολή του ποσού των 910,20 ευρώ και από τους δύο εναγόμενους ευθυνόμενους εις ολόκληρον ο κάθε ένας, στο διατακτικό ζητεί την καταβολή του ίδιου ποσού μόνο από την πρώτη εναγόμενη, ότι στο συμβάν της 15/9/2009 δεν αναφέρει ποσό ενώ στο αιτητικό ζητεί το ποσό των 145,18 ευρώ από το δεύτερο εναγόμενο και ότι σε κάθε περίπτωση ζητεί το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης και από τους δυο εναγόμενους ενώ έπρεπε να προσδιορίζει συγκεκριμένο ποσό για κάθε ένα αυτών, με βάση τις καταλογιζόμενες σε καθένα από αυτούς άδικες πράξεις. Ο ισχυρισμός αυτός όμως πρέπει να απορριφθεί, αφενός μεν διότι δεν απαιτείται επιμερισμός της χρηματικής ικανοποίησης, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα και αφετέρου διότι από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής καταδεικνύεται ότι στο περιστατικό της 23/9/2010 η πράξη αποδίδεται στην πρώτη εναγόμενη, στο περιστατικό της 24/1/2012 ο τόπος που έλαβε χώρα, όπως σε όλα τα περιστατικά, είναι η οδός που βρίσκονται οι δυο εκατέρωθεν οικίες των διαδίκων, ενώ αναφέρονται αναλυτικά οι φθορές που κατά την αγωγή προξενήθηκαν, στο περιστατικό την 15/3/2013 η παράνομη πράξη που αποδίδεται στους εναγόμενους είναι η εξύβριση, χωρίς να απαιτείται η αναφορά των εξυβριστικών φράσεων και των εν γένει συνθηκών διότι αυτά αποτελούν αντικείμενο απόδειξης, ενώ λαμβανομένου υπόψη ότι τόσο στο ιστορικό της αγωγής (σελ. 15) όσο και στο διατακτικό γίνεται σαφής διάκριση των ποσών της αποζημίωσης που ο ενάγων ζητεί από κάθε ένα των εναγόμενων, η αναγραφή στο ιστορικό της αγωγής ότι ζητεί να του καταβληθεί το ποσό των 910,20 ευρώ και από τους εναγόμενους, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο κάθε ένας, όπως και η αναγραφή στο διατακτικό ότι ζητεί να του καταβληθεί το ποσό των 2.718,67 ευρώ, οφείλονται σε προφανή παραδρομή. Επίσης σε προφανή παραδρομή οφείλεται και η αναγραφή ότι το ποσό των 145,18 ευρώ, το οποίο ο ενάγων ζητεί να του καταβληθεί από δεύτερο εναγόμενο, αποτελεί το ύψος της ζημίας του για το υπ’ αριθμ. 3 συμβάν, καθώς από την απλή επισκόπηση της αγωγής προκύπτει ότι το ποσό αυτό αποτελεί την επικαλούμενη ζημία του από το υπ’ αριθμ. 4 συμβάν. Ακολούθως η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 297, 299, 346, 914, 932 του ΑΚ, 70, 176 του ΑΚ σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 361, 362, 363 του ΠΚ, εκτός από το αίτημα για την απειλή προσωρινής κράτησης λόγω του αναγνωριστικού αιτήματος της αγωγής, όπως περιορίστηκε.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά, της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Εφετείου αυτού και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικνύεται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι γείτονες καθόσον οι κατοικίες τους βρίσκονται η μια απέναντι την άλλη εκατέρωθεν της οδού …. του Δήμου Νίκαιας Αττικής. Έως το έτος 2011 οι σχέσεις τους ήταν αγαστές χωρίς προβλήματα. Το έτος αυτό σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό ατύχημα ο αδελφός του ενάγοντα, για το θάνατο του οποίου η μητέρα του,  ……, για άγνωστο λόγο, θεώρησε υπεύθυνους την οικογένεια των εναγόμενων, κατηγορώντας τους ότι έκαναν μάγια στην οικογένειά της. Έκτοτε οι σχέσεις των δυο οικογενειών διαταράχθηκαν σημαντικά. Χαρακτηριστικό είναι το επεισόδιο που συνέβη την 6/7/2009 στη Νίκαια μεταξύ της πρώτης εναγόμενης και της μητέρας του ενάγοντα, κατά το οποίο μετά από διαπληκτισμό των δυο γυναικών η πρώτη εναγόμενη με πρόθεση, αφού έπιασε από τα μαλλιά τη μητέρα του ενάγοντα της προξένησε εκδορά στη ραχιαία επιφάνεια της αριστερής άκρας χειρός (υπ’ αριθμ. πρωτ. …… πιστοποιητικό εξέτασης του Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ» και υπ’ αριθμ. πρωτ. ……….. ιατρική έκθεση του εργαστηρίου ιατροδικαστικών επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης). Οι εναγόμενοι αρνούνται ότι συνέβη το συγκεκριμένο περιστατικό αλλά για την πράξη της αυτή η πρώτη εναγόμενη παραπέμφθηκε για να δικαστεί για την πράξη της απλής σωματικής βλάβης ενώπιον του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, το οποίο με την υπ’ αριθμ. 3937/31.10.2013 απόφαση του, κατά της οποίας δεν αποδεικνύεται ότι έχει ασκηθεί ένδικο μέσο, αφού δέχθηκε ως αποδεδειγμένο το ανωτέρω περιστατικό, έκρινε ότι η σωματική βλάβη που υπέστη η παθούσα ήταν όλως ελαφρά και έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής. Οι εκατέρωθεν αντεγκλήσεις συνεχίστηκαν και μετά το θάνατο της …… (την 3/1/2011), καθόσον επανειλημμένα ο ενάγων καλούσε την Αστυνομία, καταγγέλλοντας ότι οι εναγόμενοι προκαλούσαν φθορές στα αυτοκίνητα που έχει στην ιδιοκτησία του, κυρίως στο με αριθμό κυκλοφορίας ……… ΙΧΕ αυτοκίνητο (Τζιπ) μάρκας SUZUKI μοντέλο Samurai χρώματος μπλε, οι δε εναγόμενοι κατηγορούσαν τον ενάγοντα ότι σταθμεύει τα πέντε οχήματα που διαθέτει κατά τέτοιο τρόπο ώστε εμποδίζει την κυκλοφορία τους στο δρόμο και τη στάθμευση του δικού τους αυτοκινήτου. Στα πλαίσια των εκατέρωθεν αντεγκλήσεων η πρώτη εναγόμενη υπέβαλε την 19/11/2009 στη Διεύθυνση Τροχαίας Αττικής την από 19/11/2009 έγγραφη καταγγελία της, με το ακόλουθο περιεχόμενο: «Επί της οδού .. … Νίκαια όπου διαμένει ο Κος …….. διαθέτει 5 οχήματα και από αυτά κινούνται τα τρία οχήματα. Τα δύο οχήματα Μάρκας Σουζούκι τύπου τζιπ και ένα λευκό τύπου κλούβας δεν διαθέτουν πινακίδες κυκλοφορίας. Για το τζιπ ισχυρίζεται ότι του τις έκλεψαν ενώ δεν νομίζω να είναι έτσι αλλά δεν μπορώ να το αποδείξω. Για το λευκό Σουζούκι, τις πινακίδες ενώ του τις πήρε η τροχαία τότε, γιατί ήταν από κατάστημα και όχι του υπουργείου τώρα πριν περίπου 15 ημέρες έφτιαξε πάλι πινακίδες από κατάστημα με αριθμό ……. Τα οχήματα αυτά τα παρκάρει με τέτοια διάταξη που να μην μπορεί να βάλει και κάποιος άλλος το αυτοκίνητό του επειδή η μητέρα του πιστεύει ότι της κάνουμε μάγια. Εγώ λοιπόν έκανα καταγγελία στον Δήμο Νίκαιας να τα αποσύρει εδώ και περίπου 2 ½ μήνες και κατά περίεργο τρόπο όταν εγώ πήγαινα στον Δήμο αυτός το μάθαινε και μια μέρα μου επιτέθηκε φραστικά. Για αυτό το θέμα έφτασα και στον Κο Δήμαρχο αλλά και αυτός με αγνόησε. Από τον Δήμο λοιπόν (τμήμα περιβάλλοντος) ισχυρίζονται ότι όταν ο Κος κινεί τα οχήματα έστω και μισό μέτρο εμπρός και πίσω δεν μπορούν να τα αποσύρουν πράγμα που δεν αναφέρει η διάταξη ΠΔ 116/04 (ΦΕΚ 81 Α΄/5-3-04) που μου την έδωσε ο ίδιος ο Δήμος Νίκαιας. Ο Αντιδήμαρχος δε που ασχολείται με αυτό το ζήτημα μου είπε ότι εμείς δεν ξέρουμε εάν δεν τα κυκλοφορεί. Και εγώ σαν πολίτης έντιμη δεν μπορώ να πιστέψω πώς μπορούν να κυκλοφορούν αυτοκίνητα χωρίς ασφάλειες προφανώς χωρίς να έχουν περάσει ΚΤΕΟ δεν ξέρω αν έχουν κάρτα καυσαερίων γιατί καμιά φορά τα βάζει εμπρός και μυρίζει όλη η γειτονιά καυσαέριο. Ή μπορεί να ξέρει ο Κύριος Αντιδήμαρχος καλύτερα από εμάς που ζούμε ακριβώς απέναντι και μας απαντάει ο Κος …. ότι σπίτι μου είναι και κάνω ότι θέλω. Παρεμπιπτόντως το τζιπ πριν λίγους μήνες που είχε επάνω τις πινακίδες είχε να περάσει ΚΤΕΟ από το 2005. Επίσης το οχήματα όπως επίσης και ένα τρίτο επαγγελματικό που έχει σαν αποθήκη έχει μέσα δοχεία με μπογιές και διάφορες άλλες σαβούρες. Σας παρακαλώ λοιπόν να ελέγξετε τα οχήματα και δεν γνωρίζω εγώ με ποιον τρόπο να αποσυρθούν σε γκαράζ όπως αναφέρει το ΠΔ 116/04». Κατόπιν έρευνας της βασιμότητας των καταγγελλόμενων από τη Τμήμα Τροχαίας Κορυδαλλού, η Υπηρεσία αυτή απέστειλε στη Διεύθυνση Τροχαίας Αττικής το υπ’ αριθμ. πρωτ. .. έγγραφο με θέμα «Εξέταση καταγγελλόμενων» και με το εξής περιεχόμενο: «. . . από το τερματικό της υπηρεσίας μας προκύπτει ότι ο ανωτέρω κύριος και αποδέκτης της ανωτέρω (Β) σχετικής επιστολής – καταγγελίας έχει υπό την κατοχή του – ιδιοκτησία του τα εξής οχήματα: α) Υπ’ αριθμ. …….., δίκυκλη μοτ/τα, μάρκας ΗΟΝDΑ, χρώματος ερυθρού, β) Υπ’ αριθμ. ……… ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας SUZUKI, χρώματος ερυθρού, γ) Υπ’ αριθμ. ……… ΙΧΕ αυτοκίνητο, μάρκας SUZUKI χρώματος μπλε για το οποίο την 19-09-2009 έχει υποβάλει δήλωση κλοπής πινακίδων στο Τ.Α. Νίκαιας. Προς αντικατάσταση αυτού του αριθμού κυκλοφορίας, από τη Δ/νση Μεταφορών & Επικοινωνιών Πειραιά του χορηγήθηκαν νέες κρατικές πινακίδες υπ’ αριθμ. …….., μαζί με τη νέα σχετική άδεια κυκλοφορίας για το αυτό όχημα του. 2. Ο κ. ……. του .. και της … την 30-11-2009 προσήλθε στο κατάστημα της Υπηρεσίας μας και μας προσκόμισε όλα τα απαραίτητα έγγραφα για τη νόμιμη κυκλοφορία των (α) και (β) αναφερομένων στη §1 οχημάτων, τα οποία έχει στην κατοχή του (άδεια οδηγήσεως – άδεια κυκλοφορίας – ασφαλιστήριο συμβόλαιο -δελτίο ΚΤΕΟ – κάρτα καυσαερίων – απόδειξη πληρωμής τελών κυκλοφορίας), καθώς επίσης και φ/ο αποδεικτικού κατάθεσης αίτησης για χορήγηση βεβαίωσης απώλειας πινακίδων του υπ’ αριθμ. …… ΙΧΕ αυτ/του από το Τ.Α. Νίκαιας, τα οποία και σας επισυνάπτουμε. 3. Από την υπηρεσία μας διενεργήθηκε αυτοψία στην οδό ……. στη Νίκαια, την 27-11-09 κατά την οποία διαπιστώθηκαν σταθμευμένα στο σημείο αυτό τα (α),(β) αναφερόμενα στην §1 οχήματα, η στάθμευση των οποίων κατά την ώρα της αυτοψίας ήταν νόμιμη. 4. Ύστερα από τα ανωτέρω δεν προχωρήσαμε σε κάποια περαιτέρω ενέργεια κατά του κ. . .. αφού αυτός πληρεί όλες τις κατά νόμον προϋποθέσεις για την κυκλοφορία των οχημάτων του και τα οχήματά του ήταν σταθμευμένα νομίμως». Από την αντιπαραβολή των δυο πιο πάνω εγγράφων αποδεικνύεται καταρχάς ότι η καταγγελία αφορούσε το λευκό ΙΧΦ όχημα μάρκας SUZUKI και το με αριθμό κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας SUZUKI τζιπ χρώματος μπλε, ενώ ο ενάγων προσκόμισε στο Τμήμα Τροχαίας Κορυδαλλού τα αναφερόμενα πιο πάνω έγγραφα των άλλων δυο οχημάτων, των οποίων η νομιμότητα της στάθμευσης διαπιστώθηκε κατά την αυτοψία του Τ.Τ. Κορυδαλλού την 27/11/2009. Καμία ενέργεια δεν έγινε για να διαπιστωθεί αν τα δυο πιο πάνω αναφερόμενα στην καταγγελία οχήματα, τα οποία καθ’ ομολογία του ενάγοντα ο ίδιος χρησιμοποιεί, έχουν ασφαλιστεί σε ασφαλιστική εταιρία, ή αν διαθέτουν κάρτα καυσαερίων και δελτίο ΚΤΕΟ ούτε ο ενάγων προσκόμισε κάποιο από τα έγγραφα αυτά ενώπιον του Εφετείου αυτού. Από τις φράσεις όμως που η πρώτη εναγόμενη χρησιμοποιεί, όπως «Για το τζιπ ισχυρίζεται ότι του τις έκλεψαν (ενν. τις πινακίδες κυκλοφορίας) ενώ δεν νομίζω να είναι έτσι αλλά δεν μπορώ να το αποδείξω. Για το λευκό Σουζούκι, τις πινακίδες ενώ του τις πήρε η τροχαία τότε, γιατί ήταν από κατάστημα και όχι του υπουργείου τώρα πριν περίπου 15 ημέρες έφτιαξε πάλι πινακίδες από κατάστημα με αριθμό ….. . . . Και εγώ σαν πολίτης έντιμη δεν μπορώ να πιστέψω πώς μπορούν να κυκλοφορούν αυτοκίνητα χωρίς ασφάλειες προφανώς χωρίς να έχουν περάσει ΚΤΕΟ δεν ξέρω αν έχουν κάρτα καυσαερίων γιατί καμιά φορά τα βάζει εμπρός και μυρίζει όλη η γειτονιά καυσαέριο.. . . Σας παρακαλώ λοιπόν να ελέγξετε τα οχήματα και δεν γνωρίζω εγώ με ποιον τρόπο να αποσυρθούν σε γκαράζ όπως αναφέρει το ΠΔ 116/04», προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής του ενάγοντος. Τούτο διότι, αν και οι εναγόμενοι με τις προτάσεις τους διευκρινίζουν ότι σκοπός της καταγγελίας τους ήταν να διαμαρτυρηθούν για τον τρόπο που ο ενάγων σταθμεύει τ’ αυτοκίνητά του και εμποδίζει ή αποτρέπει τη στάθμευση του αυτοκινήτου τους, με την υποβολή της καταγγελίας αυτή η πρώτη εναγόμενη παρουσιάζει τον ενάγοντα ως πλαστογράφο και μάλιστα κατ’ εξακολούθηση πινακίδων κυκλοφορίας, ότι διαθέτει οχήματα που θα έπρεπε να είχαν αποσυρθεί και δεν τα αποσύρει για να τους παρενοχλεί ως προς τη στάθμευση του οχήματός τους, ότι τα οχήματά του δεν είναι ασφαλισμένα, δεν έχουν ΚΤΕΟ και κάρτα καυσαερίων, ισχυρισμοί που η πρώτη εναγόμενη διέδωσε ενώπιον τρίτων (του Δημάρχου και Αντιδημάρχου του Δήμου Νίκαιας και των αρμόδιων οργάνων της Διεύθυνσης Τροχαίας Αττικής) που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και υπόληψη του ενάγοντα, καθώς τον παρουσιάζει να έχει παραβατική και αντικοινωνική συμπεριφορά, όχι μόνο ως προς αυτούς αλλά και στους υπόλοιπους κατοίκους της ίδιας γειτονιάς. Τούτων δοθέντων ο ισχυρισμός της ότι η καταγγελία έγινε για να προστατέψει τα δικαίωμα της και της οικογένειάς της για να ελεγχθούν τα οχήματα που είναι χωρίς πινακίδες, δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης της, διότι οι πιο πάνω φράσεις, από τις οποίες καταδεικνύει την εδραιωμένη, πλην όμως αβάσιμη πεποίθηση της, ότι ο ενάγων παρανομεί και ότι τα αυτοκίνητα του πρέπει να αποσυρθούν σε γκαράζ, κατά τις διατάξεις του π.δ. 116/2004, δεν ήταν αντικειμενικά αναγκαίες για την επίτευξη του σκοπού αυτού, αλλά χρησιμοποιήθηκαν με σκοπό τη μείωση της προσωπικότητας του ενάγοντα. Ομοίως σκοπό εξύβρισης και μείωσης της της προσωπικότητας του ενάγοντα είχε η από 8/12/2009 έγγραφη καταγγελία της πρώτης εναγόμενης, την οποία εγχείρησε στο Τμήμα Ασφαλείας Νίκαιας, με την οποία κατάγγειλε ότι ο ενάγων είχε τοποθετήσει δύο κάμερες ασφαλείας στις εξωτερικές μονάδες των κλιματιστικών της οικίας του, εκ των οποίων μία ήταν στραμμένη στην είσοδο του σπιτιού της καταγγέλλουσας, χωρίς όμως αυτό να υφίσταται, έχοντας μόνο την βεβαιότητα ότι η κάμερα ήταν τοποθετημένη κατά τέτοιο τρόπο ώστε το εύρος της να καταλαμβάνει και την οικία των εναγόμενων. Η πιο πάνω έγγραφη καταγγελία δεν υποβλήθηκε απλά για να παρακινήσει την αρμόδια Υπηρεσία να προβεί σε σχετικό έλεγχο, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενοι, αλλά υπέχει θέση εγκλήσεως, όπως αναφέρεται στην υπ’ αριθμ. ……. διάταξη του Αντεισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιά, ο οποίος για το λόγο αυτό διέταξε προκαταρτική εξέταση. Στα πλαίσια αυτής την 8/12/2009 εξετάστηκε ενόρκως ο αστυνομικός . … που διενέργησε αυτοψία στο χώρο ακριβώς την ημέρα της καταγγελίας, κατά την οποία διαπίστωσε ότι οι κάμερες που ήταν τοποθετημένες στις δυο εξωτερικές κλιματιστικές μονάδες αριστερά και δεξιά της εισόδου της οικίας του ενάγοντα ήταν στραμμένες προς το πεζοδρόμιο, μπροστά ακριβώς από την είσοδό του και όχι προς την είσοδο της οικίας των εναγόμενων. Κατόπιν τούτων ο Αντεισαγγελέας κρίνοντας την αναφορά – έγκληση της πρώτης εναγόμενης ως αβάσιμης, διότι ο ενάγων νομίμως διατηρεί της κάμερες έξω από την οικία του για προσωπική και οικιακή χρήση, απέρριψε αυτή. Για τις ανωτέρω έγγραφες καταγγελίες – αναφορές της ασκήθηκε σε βάρος της πρώτης εναγόμενης ποινική δίωξη για την πράξη της ψευδούς καταμηνύσεως, για την οποία με την υπ’ αριθμ. 1273/2015 απόφαση του Β΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς και την υπ’ αριθμ. 1139/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (πλημ/των) Πειραιώς, ο οποίες είναι ήδη αμετάκλητες απαλλάχθηκε, διότι τα ως άνω Δικαστήρια έκριναν ότι δεν συντελέστηκε η υποκειμενική υπόσταση της πράξης διατηρώντας αμφιβολίες ως προς το δόλο της. Η έλλειψη του δόλου αυτού όμως δεν αίρει το γεγονός ότι η πρώτη εναγόμενη τέλεσε σε βάρος του ενάγοντα το αδίκημα της απλής δυσφήμισης, διότι η πρώτη εναγόμενη από αμέλεια της υπέβαλε τις ανωτέρω έγγραφες καταγγελίες –  αναφορές χωρίς να ελέγξει την έστω κατ’ ελάχιστον βασιμότητα των καταγγελλόμενων και προβλέψει ότι οι αποδιδόμενες στον ενάγοντα πράξεις για τη νομιμότητα κυκλοφορίας των οχημάτων του και της τοποθέτησης των καμερών ασφαλείας μπορούν να προσβάλλουν την προσωπικότητά του. Επίσης αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη την 1/5/2010 με τη χρήση ενός ψαλιδιού κλαδέματος τρύπησε και κατέστρεψε το εμπρόσθιο λάστιχο του υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκινήτου του ενάγοντα, για την οποία πράξη της κηρύχθηκε ένοχη με την υπ’ αριθμ. 388/2015 απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς και κατόπιν έφεσης με την υπ’ αριθμ. 703/2017 οριστική απόφαση του Α΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς έπαυσε η εκτέλεση της ποινής κατ’ άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 4411/2016, για την αντικατάσταση του οποίου ο τελευταίος κατέβαλε το ποσό των 10 ευρώ (υπ’ αριθμ. .. Τιμολόγιο δελτίο αποστολής του …….).

Πέραν αυτών όμως δεν αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι την 24/1/2012 προκάλεσαν φθορά στην πινακίδα κυκλοφορίας, στο εμπρόσθιο αριστερό λάστιχο και στο σύστημα τροχοπέδησης του υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκίνητο του ενάγοντα, για την οποία πράξη κηρύχθηκαν αθώοι με την υπ’ αριθμ. 4076/2015 απόφαση του Β΄ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, κατά της οποίας δεν αποδεικνύεται ότι έχει ασκηθεί ένδικο μέσο και ότι την 5/1/2010, την 10/2/2010, την 18/4/2010, την 26/4/2010 και την 23/5/2010 οι εναγόμενοι αφαίρεσαν με σκοπό παράνομης ιδιοποίησης από την κατοχή του ενάγοντα τις πέντε κάμερες ασφαλείας τις οποίες ο ενάγων είχε τοποθετήσει εξωτερικά της κατοικίας του, πράξη για την οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά της πρώτης εναγόμενης, η οποία με την υπ’ αριθμ. 703/2017 απόφαση του Α΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς κηρύχθηκε αθώα. Ομοίως από κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη την 14/9/2009 έριψε καφέ κολλώδη υγρά στο υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο συνιδιοκτησίας του ενάγοντα κατά ποσοστό 33,24% εξ αδιαιρέτου, ότι την 15/9/2009 με προσβλητικό τρόπο είπε στον ενάγοντα ότι την επόμενη φορά θα ρίξει στο αυτοκίνητο σκατά, ότι την 10/10/2009 οι εναγόμενοι προκάλεσαν φθορές στο υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του ενάγοντα, ότι στο ίδιο αυτοκίνητο την 27/11/2009 η πρώτη εναγόμενη έριξε καυτό λάδι και άλλο υγρό που προκάλεσαν φθορές στο χρώμα του αυτοκινήτου και ότι την 18/2/2010, την 23/9/2010, την 6/1/2011, την 21/5/2012 και την 15/3/2013 προέβησαν σε πράξεις με σκοπό να παρενοχλήσουν και να μειώσουν τον ενάγοντα αφαιρώντας το ενημερωτικό αυτοκόλλητο ότι ο χώρος παρακολουθείται με κάμερες (η πρώτη εναγόμενη), χτυπώντας το κουδούνι της οικίας του χωρίς λόγο (η πρώτη εναγόμενη), αυξάνοντας την ένταση της μουσικής που άκουγαν στην οικεία τους μη σεβόμενοι το πένθος του ενάγοντα από την πρόσφατη απώλεια της μητέρα του (και οι δυο εναγόμενοι), πετώντας αυγά στο υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκίνητο (η πρώτη εναγόμενη) και εξυβρίζοντάς τον (και οι δυο εναγόμενοι). Ο μάρτυρας απόδειξης που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου δεν γνώριζε τίποτα για οποιαδήποτε φθορά ή παρενοχλητική συμπεριφορά των εναγόμενων σε βάρος του ενάγοντα, καταθέτοντας μόνο ότι είχε ακούσει τη μητέρα του ενάγοντα, .. … να παραπονείται ότι οι εναγόμενοι πετούσαν σκουπίδια στα αυτοκίνητα τους. Αποδεικτικό στοιχείο δεν αποτελεί το γεγονός ότι για τις επικαλούμενες φθορές της 14/9/2010 και της 10/10/2009 μόνο κλήθηκε η αστυνομία, ούτε οι προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα τιμολόγια για την αγορά διαφόρων ανταλλακτικών καθώς και η εκτίμηση ζημιών. Ενόψει των ανωτέρω και λαμβανομένων υπόψη του βαθμού της υπαιτιότητας της πρώτης εναγόμενης, του είδους και της έκτασης της προσβολής, της βαρύτητας και των συνθηκών τελέσεως της προσβολής, καθώς και της εν γένει κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων μερών, αλλά και του μέσου και του τρόπου, με το οποίο τελέσθηκε, το Δικαστήριο αυτό κρίνει, λαμβάνοντας υπόψη και την αρχή της αναλογικότητας, ότι η εύλογη χρηματική ικανοποίηση, για την ηθική βλάβη, που υπέστη ο ενάγων πρέπει να οριστεί στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

Κατόπιν αυτών, πρέπει η έφεση να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της. Ακολούθως, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), να ερευνηθεί η αγωγή, ν’ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη για το δεύτερο εναγόμενο και να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη για την πρώτη εναγόμενη και να υποχρεωθεί η τελευταία να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων δέκα (1.510) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα του δεύτερου εναγόμενου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ενάγοντα λόγω της ήττας του ως προς αυτόν και να επιβληθεί ένα μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντα και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος της εναγόμενης λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρα 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 3761/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει επί της από 28/10/2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……. αγωγής.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς το δεύτερο εναγόμενο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του ενάγοντα τη δικαστική δαπάνη του δεύτερου εναγόμενου και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς την πρώτη εναγόμενη.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την πρώτη εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων δέκα (1.510) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της πρώτης εναγόμενης ένα μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 18 Ιανουαρίου 2019.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ