Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 558/2022

Αριθμός 558/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΑΙΤΟΥΣΑΣ:  ………….., η οποία παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας της Δικηγόρου Χρυσούλας Κυζίρη.

ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ:   ΝΠΔΔ (ΟΤΑ) με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ», το οποίο εκπροσωπείται νομίμως από τον Δήμαρχο αυτού και εδρεύει στη Σαλαμίνα Αττικής,  εκπροσωπήθηκε δε από τους πληρεξουσίους του Δικηγόρους Ματθαίο Χαλκιαδάκη και Γεώργιο Παπανικολάου.

Η αιτούσα κατέθεσε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από  3.12.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2020) αίτησή της  περί καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδος της αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας που αναφέρεται σ΄αυτήν. Δικάσιμος της ως άνω  αίτησης ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 17 παρ. 1, 2 και 3 του Συντάγματος του 1975, όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του: «1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος. 2. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης. Αν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο. 3. Η ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριουμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης, και μόνο εξαιτίας της, δεν λαμβάνεται υπόψη». Με την αναθεώρηση των συνταγματικών διατάξεων, που έγινε με το από 6-4-2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, στην παραπάνω παράγραφο 2 του άρθρου 17 προστέθηκε τρίτο εδάφιο, το οποίο ορίζει ότι «Αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό». Η πιο πάνω νέα διάταξη του Συντάγματος (άρθρο 17 παρ. 2 εδ. γ΄), σύμφωνα με τη διάταξη του κεφαλαίου Δ΄ του Ψηφίσματος, τέθηκε σε ισχύ από την δημοσίευση αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 18-4-2001, έχει δε εφαρμογή, ως συνταγματική και επί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, που κηρύχθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του. Τα ίδια ορίζονται και στο άρθρο 13 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ του Ν. 2882/2001 (Κ.Α.Α.Α.), στο οποίο περαιτέρω ορίζεται, στο εδάφιο γ΄, ότι ως κριτήριο για την εκτίμηση της αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, η αξία που έχουν κατά τον κρίσιμο χρόνο παρακείμενα και ομοειδή ακίνητα, που προσδιορίζεται κυρίως από την αντικειμενική αξία, τα τιμήματα σε συμβόλαια μεταβίβασης κυριότητας ακινήτων, τα οποία συντάχθηκαν κατά το χρόνο της κήρυξης της απαλλοτρίωσης, καθώς και η πρόσοδος του απαλλοτριωμένου. Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 15 παρ. 6 εδ. δ΄ ιδίου νόμου, που προστέθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 76 του Ν. 4146/2013 (ΦΕΚ 90Α/18-4-2013) και εφαρμόζεται και στις κηρυχθείσες απαλλοτριώσεις για τις οποίες δεν έχει συζητηθεί η αίτηση καθορισμού προσωρινής ή οριστικής αποζημιώσεως (άρθρο 76 παρ. 8 του Ν. 4146/2013) «Το δικαστήριο υποχρεούται να αιτιολογεί ειδικά την τυχόν απόκλιση της προσδιοριζομένης από το ίδιο αξίας του ακινήτου τόσο από την προκύπτουσα κατά το αντικειμενικό σύστημα αξία του, όσο και από την προκύπτουσα από την έκθεση της εκτιμητικής επιτροπής της παραγράφου 1 του παρόντος ή του ανεξάρτητου εκτιμητή της παρούσας παραγράφου». Τέλος, με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, για την προστασία των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) που κυρώθηκε με το Ν.Δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη έναντι των κοινών νόμων τυπική ισχύ, ορίζεται ότι «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός κράτους όπως  θέση εν ισχύϊ νόμους ους ήθελε κρίνει αναγκαίον προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον  ή  προς  εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων.». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για τον υπολογισμό της αξίας των απαλλοτριωμένων ακινήτων λαμβάνεται υπόψη η αξία αυτών κατά τον χρόνο συζητήσεως για τον οριστικό προσδιορισμό στο Εφετείο, αν η συζήτηση αυτή διεξαχθεί μετά από ένα έτος από την συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημιώσεως ή αν εισάγεται απευθείας αίτηση στο Εφετείο για καθορισμό οριστικής μονάδας αποζημίωσης χωρίς να έχει προηγηθεί αίτηση για καθορισμό προσωρινής τιμής μονάδας και ότι τα Δικαστήρια, κατά τον καθορισμό τιμής μονάδας αποζημιώσεως ακινήτου, που εμπίπτει στο ισχύον σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας του, υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη και την αντικειμενική αξία αυτού, καθώς και των όμορων και ομοειδών προς αυτό ακινήτων, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ως ασφαλές και αντικειμενικό μέτρο κρίσεως για την εξεύρεση της πραγματικής αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου, η οποία πάντως σε καμιά περίπτωση δεν δεσμεύει την δικαστική κρίση για την πραγματική αξία του. Κατά την έννοια της προαναφερόμενης διατάξεως του άρθρου 13 παρ. 1 εδ. α΄ και β΄ του Ν. 2882/2001 τα διαγραφόμενα από αυτήν κριτήρια δεν είναι αποκλειστικά και υποχρεωτικά για το Δικαστήριο για την διάγνωση της πραγματικής αξίας του απαλλοτριωμένου, κατά τον κρίσιμο χρόνο, έτσι, ώστε να θεωρείται ότι παραβιάζεται στην περίπτωση που το Δικαστήριο δεν τα λάβει υπόψη του ή θα λάβει υπόψη άλλα τέτοια. Το Δικαστήριο μπορεί να στηρίζει την κρίση του για την πραγματική αξία του απαλλοτριουμένου ακινήτου, ενόψει της χρησιμοποιούμενης στην παραπάνω διάταξη λέξεως «ιδίως», σε κάθε πρόσφορο συγκριτικό στοιχείο, αφού το αξιολογήσει κατάλληλα. Μεταξύ των κριτηρίων, τα οποία μπορεί να λάβει υπόψη του το Δικαστήριο είναι και οι υπάρχουσες, κατά τον ανωτέρω χρόνο, οικονομικές και νομισματικές συνθήκες, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να τις αναλύει διεξοδικά, όταν αυτές είναι πασίγνωστες και οι οποίες λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη (άρθρο 336 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Ωστόσο, μετά την προσθήκη της παρ. 6 του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001, με την παρ. 8 του άρθρου 76 του Ν. 4146/2013, τα Δικαστήρια κατά τον καθορισμό της τιμής μονάδας αποζημιώσεως ακινήτου, που εμπίπτει στο ισχύον σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας του, υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη και την αντικειμενική αξία αυτού, καθώς και την αξία σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής Προεκτιμήσεως, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ως ασφαλές και αντικειμενικό μέτρο κρίσεως για την εξεύρεση της πραγματικής αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου. Και ναι μεν η αντικειμενική αξία, καθώς και η έκθεση της Επιτροπής Προεκτιμήσεως δεν δεσμεύουν την δικαστική κρίση για την πραγματική αξία του ακινήτου, πλην όμως, αν το Δικαστήριο αποκλίνει από αυτήν ή από την τιμή της αρμόδιας Επιτροπής, τότε θα πρέπει να αιτιολογεί ειδικά με την κρίση του τους παράγοντες που το οδήγησαν στην εκτίμηση της ανώτερης αυτής πραγματικής αξίας (ΑΠ 125/2021, ΕφΠατρ 74/2021 ΝΟΜΟΣ). Ακολούθως, στη διάταξη του άρθρου 24 του Ν. 2882/2001, όπως συμπληρώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 131 παρ. 4 του Ν. 4070/2012, προβλέφθηκε ότι το Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης καθορισμού αποζημίωσης δύναται να υποχρεώσει τον δικαιούχο σε εγγυοδοσία για την περίπτωση προσδιορισμού ως οριστικής αποζημίωσης τιμής μονάδας μικρότερης εκείνης που προσδιορίστηκε προσωρινά, ενώ πριν από την παροχή εγγυήσεως, ο δικαιούχος της αποζημίωσης δεν μπορεί να αναλάβει ποσό μεγαλύτερο από το 70% της αποζημίωσης που έχει καθοριστεί προσωρινά. Ήδη, το άρθρο 24, όπως είχε συμπληρωθεί με το άρθρο 131 παρ. 4 του Ν. 4070/2012, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 172 του Ν. 4512/2018 (ΦΕΚ Α 5/17-1-2018) ως εξής: «Άρθρο 24: 1. Η προσωρινά καθορισμένη αποζημίωση αποδίδεται ελεύθερα σε ποσοστό 70%. Το υπόλοιπο μπορεί να αποδοθεί ύστερα από προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, χωρίς καμία άλλη διατύπωση. Ο δικαιούχος της αποζημίωσης μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο προσωρινού καθορισμού ή αναγνώρισης των δικαιούχων, τη μείωση ή την αντικατάσταση της εγγυητικής επιστολής με άλλο είδος εγγύησης και στην περίπτωση αυτή ορίζεται το μέγεθος και ο τρόπος εγγυοδοσίας. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται αναλογικά και για τις καταβαλλόμενες δικηγορικές αμοιβές των πληρεξούσιων Δικηγόρων. 2. Κατά το μέρος που επήλθε η περίπτωση για την οποία δόθηκε η εγγύηση, αυτή καταπίπτει υπέρ εκείνου προς χάρη του οποίου δόθηκε, αλλιώς αποδίδεται, μετά τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης σε εκείνον που την έδωσε ή παύει να ισχύει εφεξής. Κάθε διαφορά σχετική με την κατάπτωση ή την απόδοση εγγύησης λύεται οριστικά από το δικαστήριο της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 2882/2001 κατά τη διαδικασία των άρθρων 683 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας». Στο άρθρο 26 του Ν. 2882/2001 ορίζεται ότι «… 3. Οποιοσδήποτε από τους διαδίκους μπορεί, με δικόγραφο κοινοποιούμενο στους αντιδίκους δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την συζήτηση της, κατά το άρθρο 18 και επόμενα του παρόντος, αίτησης για τον προσωρινό ή οριστικό καθορισμό της αποζημίωσης, να ζητήσει την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης με την ίδια απόφαση. Η αίτηση, επί ποινή απαραδέκτου συνοδεύεται με βεβαίωση του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας περί προβολής ή μη των δικαιωμάτων του Δημοσίου στο απαλλοτριούμενο και στη περίπτωση που η έκταση είναι δασικού χαρακτήρα, βεβαίωση της Δασικής Υπηρεσίας περί προβολής ή μη δικαιωμάτων κυριότητας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10 του ν. 3208/2003 (Α΄ 303) … 11.Το δικαστήριο απέχει να εκδώσει απόφαση αναγνώρισης των δικαιούχων της αποζημίωσης: α) εάν η κυριότητα του απαλλοτριωμένου ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επ’ αυτού πιθανολογείται ότι ανήκει στο Δημόσιο … και δ) εάν δεν αποδεικνύεται το δικαίωμα του αξιούντος να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος της αποζημίωσης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο επικαλούμενος νέα στοιχεία δύναται με αυτοτελή αίτηση να ζητήσει μόνο μια φορά ακόμη να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, επιτρεπομένης και πραγματογνωμοσύνης, που διατάσσεται και διεξάγεται κατ` ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 20. Εάν το δικαστήριο απόσχει να εκδώσει απόφαση αναγνώρισης του δικαιούχου της αποζημίωσης, η κυριότητα του απαλλοτριουμένου και τα άλλα εμπράγματα δικαιώματα επ’ αυτού, κρίνονται κατά την τακτική διαδικασία». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι η καθιέρωση από το νομοθέτη ειδικής διαδικασίας, ταχύτερης και απλούστερης από την τακτική διαδικασία, για την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης αποτελεί πρόνοια που έχει ληφθεί υπέρ του δικαιούχου, με σκοπό την ταχύτερη ικανοποίησή του, στοιχείο το οποίο συνάδει, με την επιταγή της πληρότητας της σχετικής αποζημίωσης. Ωστόσο, στις προαναφερθείσες περιπτώσεις, που δημιουργούνται αμφιβολίες για το πρόσωπο του δικαιούχου, το εν λόγω ζήτημα δεν μπορεί να επιλυθεί με την ως άνω ειδική και ταχεία διαδικασία, αλλά μόνον με την τακτική διαδικασία, κατά συνέπεια το Δικαστήριο απέχει από την έκδοση σχετικής απόφασης, κατά την ανωτέρω ειδική διαδικασία (ΕφΠατρ 109/2019, ΕφΠειρ 271/2016, ΕφΠειρ 116/2016). Στην προκειμένη περίπτωση με την από 3-12-2020 (αρ. καταθ. …../2020) αίτησή της, κοινοποιούμενη στην Κτηματική Υπηρεσία Πειραιά-Νήσων και Δυτικής Αττικής, η αιτούσα ζητεί να καθορισθεί η προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης του αναφερόμενου απαλλοτριούμενου, λόγω ρυμοτομίας, ακινήτου, στο ποσό των 170 ευρώ/τ.μ. και να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος της σχετικής αποζημίωσης, λόγω του επικαλούμενου δικαιώματος κυριότητάς της επί του ακινήτου αυτού, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ΄ αυτή (αίτηση). Επίσης, ζητεί να επιτραπεί να αναλάβει (η ίδια) ολόκληρη την προσωρινά καθοριζόμενη αποζημίωση που της οφείλεται, επικουρικά δε να της επιτραπεί να αναλάβει αυτή με την παροχή εγγύησης εκ μέρους της που θα καλύπτει το 30% της συνολικής προσωρινής αποζημίωσης και να καταδικασθεί το καθ΄ ου στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων, πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ εκ ποσοστού 24%. Με το ως άνω περιεχόμενο, η κρινόμενη αίτηση, στο δικόγραφο της οποίας παραδεκτώς σωρεύονται τα ανωτέρω αιτήματα, περί καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδας αποζημίωσης και περί αναγνώρισης δικαιούχου της σχετικής αποζημίωσης, αρμοδίως  (άρθρο 19 παρ. 1 του Ν. 2882/2001) εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το απαλλοτριουμένο ακίνητο, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των άρθρων 18, 19 παρ. 5, 7-9 του Ν. 2882/2001 και 26 παρ. 3 εδ. α΄ του Ν.2882/2001, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του Ν. 1337/1983, και έχει ασκηθεί εμπροθέσμως, με επίδοση αυτής 15 τουλάχιστον ημέρες πριν την ορισθείσα δικάσιμο στο καθ΄ ου η αίτηση, ήτοι επιδόθηκε στο καθ΄ ου η αίτηση την 22-12-2020 σύμφωνα με την υπ΄ αρ. ……./22-12-2020 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς …………… Περαιτέρω, η συζήτηση της ένδικης αιτήσεως είναι παραδεκτή, δεδομένου ότι έχει τηρηθεί η προδικασία, που προβλέπεται από τα άρθρα 15, 17, 18 παρ. 6 και 26 του Ν. 2882/2001, καθόσον προσκομίζονται μετ΄ επικλήσεως: 1) η από 1-3-2012 υπ΄ αρ. πρωτ……./2-11-2011 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής, με την οποία κυρώθηκε η υπ΄ αρ. 19/2007 Πράξη Εφαρμογής, που αφορά την περιοχή «……..» του Δήμου Σαλαμίνας, Ν. Αττικής, 2) διάγραμμα Πράξης Εφαρμογής για τα Ο.Τ. 370-371-372-373-377-379-381 και τα Ο.Τ. ………… (Κ.Χ.), 3) αντίγραφο του πίνακα Πράξης Εφαρμογής στον οποίο το επίδικο ακίνητο αναφέρεται με κωδικό κτηματογράφησης ……. και φερόμενη ιδιοκτήτρια η αιτούσα, 4) αντίγραφο του Κτηματολογικού Φύλλου με ΚΑΕΚ …………, που έφερε το απαλλοτριούμενο ως γεωτεμάχιο πριν την κύρωση της Πράξης Εφαρμογής, 5) αντίγραφο του Κτηματολογικού Φύλλου και διαγράμματος με ΚΑΕΚ ……….. που έλαβε η απαλλοτριουμένη έκταση, εμβαδού 1.376 τ.μ., από το οποίο προκύπτει η καταχώρηση της προαναφερθείσας απόφασης του Περιφερειάρχη Αττικής, με την οποία κυρώθηκε η υπ΄ αρ. 19/2007 Πράξη Εφαρμογής (αρ. καταχώρησης ……/28-7-2014), 6) το υπ΄ αρ. ……/16-7-2020 πιστοποιητικό μεταγραφής του υπ΄ αρ. ……/1976 συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………….., 7) τα υπ΄ αρ. πρωτ. ……/16-7-2020 πιστοποιητικά ιδιοκτησίας, βαρών και μη διεκδίκησης του Υποθηκοφύλακα Σαλαμίνας, από τα οποία προκύπτει, η έλλειψη βαρών και διεκδικήσεων επί του απαλλοτριουμένουσε συνδυασμό με τα προαναφερόμενα κτηματολογικά φύλλα, 8) οι υπ΄ αρ. …../22-12-2020 και …../22-12-2020 εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς …………, για την κοινοποίηση της κρινόμενης αιτήσεως, συνοδευόμενης από τα απαιτούμενα για την απόδειξη του δικαιώματος ιδιοκτησίας της αιτούσας έγγραφα, στην Κτηματική Υπηρεσία Πειραιά-Νήσων και Δυτικής Αττικής και στο Δασαρχείο Πειραιά, αντίστοιχα, 9) η υπ΄ αρ. πρωτ….. ΑΠΑ …./27-1-2022 βεβαίωση της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά-Νήσων και Δυτικής Αττικής, κατ΄ άρθρο 26 παρ. 4 του Ν. 2882/2001 και η υπ΄ αρ. πρωτ. …../7-1-2021 βεβαίωση κατ΄ άρθρο 26 παρ. 4 του Ν. 2882/2001 του Δασαρχείου Πειραιά και 10) η υπ΄ αρ. πρωτ. …. ΕΞΕ …./28-1-2022 βεβαίωση της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά-Νήσων & Δυτικής Αττικής ότι δεν κατέστη δυνατή η σύγκληση της Επιτροπής του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001 για την εκτίμηση της αξίας του ακινήτου. Η ένδικη αίτηση είναι νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 17 του Συντάγματος, 13, 14 παρ. 1, 15, 17, 18, 19 παρ. 5, 7, 8, 9, 24 και 26 του Ν. 2882/2001, σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του Ν. 1337/1983 και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ΄ ουσίαν.

Ο καθ΄ ου η  αίτηση, με προφορική κοινή δήλωση των πληρεξούσιων Δικηγόρων του στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού, άσκησε ανταίτηση με την οποία ζητεί να καθορισθεί προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης για το ως άνω απαλλοτριωθέν ακίνητο  σε ποσό μικρότερο απ΄ αυτό που ζητείται με την ένδικη αίτηση και συγκεκριμένα στο ποσό των 15 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η ανταίτηση ασκήθηκε παραδεκτώς (άρθρα 14 παρ.1 εδ.α και 19 παρ. 5 και 8 του Ν. 2882/2001, πρβλ. ΕφΑθ 743/2020), απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού που προέβαλε η αιτούσα, καθόσον η διάταξη του άρθρου 20 παρ. 5 του Ν. 2882/2001, που προβλέπει ότι «εάν ασκηθεί παραδεκτώς αίτηση, εκείνος κατά του οποίου απευθύνεται δύναται να ασκήσει με τις προτάσεις, που κατατίθενται, με την ποινή του απαραδέκτου, πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση, αντίθετη αίτηση για τα ίδια ακίνητα για τα οποία ζητείται με την αίτηση ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης», αφορά την οριστική τιμή μονάδας αποζημίωσης. Είναι δε νόμιμη, στηριζομένη στις ίδιες διατάξεις, όπως και η ένδικη αίτηση. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί κατ΄ ουσίαν, συνεκδικαζόμενη με την αίτηση, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ, πρβλ. ΕφΠατρ 89/2015 ΝΟΜΟΣ), εφόσον για το παραδεκτό της προσκομίστηκε αφενός μεν απόφαση της οικονομικής επιτροπής του καθ΄ ου η αίτηση-ανταιτούντος για την άσκησή της και αφετέρου έγγραφη σχετική πληρεξουσιότητα της Δημάρχου Σαλαμίνας προς τους εκπροσωπούντες αυτό (καθ΄ ου, Δήμο Σαλαμίνας), με πάγια αντιμισθία απασχολούμενους πληρεξουσίους Δικηγόρους του.

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου αυτού, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τη διάγνωση της αξίας του απαλλοτριούμενου ακινήτου (που εκτιμάται κατά την κρινόμενη αίτηση άνω των 6.000 ευρώ), λόγω των ειδικών γνώσεων των μαρτύρων (άρθρο 19 παρ. 9 εδάφιο τελευταίο του Ν. 2882/2001, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 130 παρ. 5 του Ν. 4070/2012), από όλα τα έγγραφα που νόμιμα μετ΄ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ΄ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς, καθώς και από την επισκόπηση των προσκομιζόμενων φωτογραφιών, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ. 1 περ. γ΄, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το από 26-11-1999 (ΦΕΚ 939 Δ/30-12-1999) προεδρικό διάταγμα εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη τμήματος της πολεοδομικής ενότητας «…………» του Δήμου Σαλαμίνας, της οποίας η χρήση για δεύτερη κατοικία είχε προσδιοριστεί με το από 20-8-1985 (ΦΕΚ 456 Δ/1985) προεδρικό διάταγμα με το οποίο καθορίστηκαν οι οικοδομήσιμοι χώροι, οι οδοί, τα πεζοδρόμια, οι κοινόχρηστοι χώροι, οι χώροι κοινόχρηστου πρασίνου κλπ. Ακολούθως, σε εκτέλεση του πολεοδομικού αυτού σχεδίου, εκδόθηκε η από 1-3-2012 υπ΄ αρ. πρωτ. 107826/2-11-2011 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής περί κύρωσης της υπ΄ αρ. 19/2007 Πράξης Εφαρμογής στην περιοχή «Άγιος Γεώργιος» Δήμου Σαλαμίνας, Ν. Αττικής, η οποία καταχωρήθηκε στο Κτηματολογικό Γραφείο Σαλαμίνας με αριθμό …../28-7-2014 και περιλαμβάνει το επίδικο ακίνητο. Το εν λόγω απαλλοτριούμενο ακίνητο πριν την κύρωση της ως άνω Πράξης Εφαρμογής έφερε ως γεωτεμάχιο τον αριθμό ΚΑΕΚ ………….., ενώ μετά την κύρωση της εν λόγω Πράξης Εφαρμογής, η απαλλοτριούμενη έκταση, συνολικού εμβαδού 1.376 τ.μ., φέρει τον αριθμό ΚΑΕΚ ………….(βλ. το από 2-2-2022 απόσπασμα κτηματολογικού διαγράμματος του αρμόδιου Κτηματολογικού Γραφείου). Στον πίνακα Πράξης Εφαρμογής φέρει κωδικό κτηματογράφησης ………. και βρίσκεται στο οικοδομικό τετράγωνο ….. (ΚΧ). Πρόκειται για αγροτεμάχιο επιφάνειας 363 τ.μ., το οποίο ρυμοτομείται κατά 339,20 τ.μ., για τη δημιουργία κοινόχρηστου χώρου πρασίνου, οπότε αποζημιώνεται για επιφάνεια ιδιοκτησίας 339,20 τ.μ. από το καθ΄ ου η αίτηση. Σύμφωνα δε με το από Ιανουαρίου 2020 τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού ………., το ρυμοτομούμενο ακίνητο συνορεύει βόρεια επί πλευράς 20 μ. με οδό ……., νότια επί πλευράς 20,01 μ. με ιδιοκτησία αγνώστων, δυτικά επί πλευράς 1,89 μ. και 16,08 μ. με πεζόδρομο και ανατολικά επί πλευράς 2,76 μ. και 15,94 μ. με ιδιοκτησία αγνώστων και μελλοντικά πεζόδρομο. Η ευρύτερη περιοχή που βρίσκεται το επίδικο ακίνητο, το οποίο απέχει από τη θάλασσα περί τα 85 μέτρα, είναι αγροτικής μορφής, αραιοκατοικημένη, με λίγα κτίσματα, εκ των οποίων τα περισσότερα είναι αυθαίρετα και χρονολογούνται από τη δεκαετία 1970 και 1980, με μόλις 3-4 νεόδμητα κτίρια. Εξυπηρετείται με αραιό συγκοινωνιακό δίκτυο μιας γραμμής λεωφορείου (δρομολόγιο ανά μία ώρα περίπου). Απέχει δε 4 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης της Σαλαμίνας και 8 χιλιόμετρα από τα Παλούκια. Η παραλία Ηλιακτή απέχει περί τα 2 χιλιόμετρα, ενώ σε απόσταση 800 μέτρων υπάρχει υπεραγορά. Δεν υπάρχουν στην περιοχή καταστήματα και υποκαταστήματα Τραπεζών, ξενοδοχεία ή άλλες τουριστικές υποδομές. Επίσης στη συγκεκριμένη περιοχή δεν υφίσταται σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, ενώ ο ισχύων οικοδομικός συντελεστής είναι 0,4. Ο καθ΄ ου η αίτηση Δήμος επικαλείται ότι η αξία του ακινήτου αυτού δεν υπερβαίνει το ποσό των 15 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Επικαλείται δε ως μέτρο σύγκρισης το ποσό των 80 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο που όρισε ως προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης η επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από αυτό (καθ΄ ου η αίτηση) υπ΄ αρ. 484/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς για ρυμοτομούμενο ακίνητο που βρίσκεται σε πιο κεντρικό σημείο σε σχέση με το επίδικο στην ίδια θέση «………..» επί της Λεωφόρου Φανερωμένης. Σύμφωνα δε με την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 27-9-2017 έκθεση εκτίμησης αξίας ακινήτου της επιτροπής του άρθρου 15 του Ν. 2882/2001, η αξία ακινήτου που απαλλοτριώνεται σύμφωνα με την ίδια (19/2017) Πράξη Εφαρμογής στην περιοχή «…………» και στο Ο.Τ. 126, καθορίστηκε σε 160 ευρώ/τ.μ.. Η αιτούσα ισχυρίζεται ότι η εμπορική-αγοραία αξία του εν λόγω ακινήτου ανέρχεται στο ποσό των 170 ευρώ/τ.μ.. Το αναφερόμενο στην ένδικη αίτηση ακίνητο δεν αποδείχθηκε ότι αποτελεί δασική έκταση, ώστε για το λόγο αυτό να είναι μειωμένη η αξία του. Ειδικότερα, σύμφωνα με την προσαγόμενη και επικαλούμενη από την αιτούσα από 7-1-2021 με αριθμό πρωτ. …../7-1-2021 βεβαίωση του άρθρου 26 παρ. 4 του Ν. 2882/2001 του Δασαρχείου Πειραιά, μεταξύ άλλων, «…η επίδικη ιδιοκτησία με ΚΑΕΚ ………. κείμενη στη θέση «…………..» του Δήμου Σαλαμίνας, όπως αυτή περιγράφεται λεπτομερώς κατά τα λοιπά στοιχεία τους στην παραπάνω αίτηση, δεν εμπίπτει σε επιφάνεια για την οποία έχει εκδοθεί πράξη Χαρακτηρισμού του Δασάρχη Πειραιά σύμφωνα με το άρθρ. 14 Ν. 998/79…….. Η εξεταζόμενη έκταση εξ ολοκλήρου δεν εμπίπτει στα δάση και τις δασικές εκτάσεις της διαλυμένης Μονής Αγίου Νικολάου και της περιοχής «Κολώνας» της νήσου Σαλαμίνας….». Περαιτέρω, σχετικά με την εμπορική αξία των ακινήτων στην περιοχή αυτή, αποδείχθηκε ότι δεν παρατηρείται ιδιαίτερο αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε άλλωστε προσκομίσθηκε κάποιο αντίγραφο πρόσφατου αγοραπωλητηρίου συμβολαίου. Σημειώνεται ότι οι επικαλούμενες από την αιτούσα αγγελίες για πώληση ακινήτων δεν μπορούν να θεωρηθούν ως πρόσφορα συγκριτικά στοιχεία για τον προσδιορισμό της αξίας του ανωτέρω απαλλοτριούμενου ακινήτου, καθώς παρέχουν πληροφορίες απλώς για τη σχετική τιμή προσφοράς (πρότασης) προς το κοινό και όχι το συμφωνηθέν τίμημα της αντίστοιχης σύμβασης. Κατόπιν των ανωτέρω, σύμφωνα με όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, το Δικαστήριο κρίνει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο συζήτησης των συνεκδικαζόμενων αιτήσεως και ανταιτήσεως, με βάση τις υπάρχουσες οικονομικές και νομισματικές συνθήκες και ενόψει της θέσης, του είδους, της πραγματικής κατάστασης και της χρησιμότητάς του, η πραγματική αξία του ρυμοτομούμενου ως άνω ακινήτου, η οποία καλύπτει πλήρως την οφειλόμενη αποζημίωση και επιτρέπει την αντικατάστασή του με άλλο ισάξιο, σύμφωνα και με τη συνταγματική επιταγή (άρθρο 17 παρ. 2 του Συντ.), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του μετά τη δημοσίευση της πράξης της απαλλοτρίωσης, ανέρχεται στο ποσό των 80 ευρώ ανά τ.μ., ποσό στο οποίο πρέπει να καθορισθεί και η σχετική προσωρινή αποζημίωση. Όσον αφορά το αίτημα να αναγνωρισθεί η αιτούσα, (η οποία στον πίνακα Πράξης Εφαρμογής φέρεται ως ιδιοκτήτρια του ως άνω ακινήτου), ως δικαιούχος της επίδικης αποζημίωσης, αποδείχθηκαν περαιτέρω τα ακόλουθα: Δυνάμει του υπ΄ αρ. …./11-3-1976 πωλητηρίου συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Πειραιώς Δημητρίου ………., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, στον τόμο …. με α.α. ….., η αιτούσα απέκτησε λόγω αγοράς από τον …………. το ακίνητο τμήμα του οποίου ρυμοτομήθηκε. Στον δικαιοπάροχό της δε το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει κατά πλήρη κυριότητα, λόγω αγοράς από τον …………., δυνάμει του υπ΄ αρ. …../16-7-1963 πωλητηρίου συμβολαίου του ως άνω Συμβολαιογράφου Πειραιώς Δημητρίου …………, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, στον τόμο …. με α.α. …… Στον απώτερο δε δικαιοπάροχό της, Γεώργιο Αργυρίου Αργυρόπουλο, είχε περιέλθει σε μείζονα έκταση από αγορά δυνάμει του υπ΄ αρ. …../19-6-1961 συμβολαίου του Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …….., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, στον τόμο …. με α.α. ….., την οποία (μείζονα έκταση) είχε χωρίσει σε μερικότερα αγροτεμάχια, όπως αυτά εμφαίνονται στο από 24-7-1961 τοπογραφικό διάγραμμα του Μηχανικού ……… που προσαρτάται στο υπ΄ αρ. ……../1962 συμβόλαιο του ως άνω Συμβολαιογράφου Πειραιά . …………., και από τα προκύψαντα έτσι αγροτεμάχια ο δικαιοπάροχος πωλητής …….. της μεταβίβασε δυνάμει των άνω τίτλων κτήσης το υπ΄ αρ. … αγροτεμάχιο του άνω διαγράμματος. Η αιτούσα, όπως και οι δικαιοπάροχοί της, νεμόταν αυτό διανοία κυρίου και με καλή πίστη συνεχώς και αδιαλείπτως. Έτσι η αιτούσα κατέστη κυρία του ως άνω ακινήτου με παράγωγο και με πρωτότυπο τρόπο και δη δια εκτάκτου χρησικτησίας, προσμετρώντας στο χρόνο νομής της και τις πράξεις νομής των δικαιοπαρόχων της. Περαιτέρω, από τα πιστοποιητικά ιδιοκτησίας, περί μη διεκδίκησης και βαρών του Υποθηκοφύλακα Σαλαμίνας, σε συνδυασμό με τα προαναφερόμενα κτηματολογικά φύλλα, προκύπτει η μη εγγραφή βαρών (υποθήκης, προσημείωσης υποθήκης ή αναγκαστικής κατάσχεσης) σε βάρος του απαλλοτριουμένου ακινήτου και η μη διεκδίκηση από οποιονδήποτε τρίτο δικαστικά αυτού (απαλλοτριουμένου ακίνητου). Περαιτέρω με την προσκομιζόμενη, κατά το άρθρο 26 παρ. 4 του Ν. 2882/2001, υπ΄ αρ. πρωτ. …. ΑΠΑ/27-1-2022 έγγραφη βεβαίωση της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά-Νήσων & Δυτικής Αττικής, το Ελληνικό Δημόσιο προβάλλει δικαιώματα κυριότητας επί του απαλλοτριωμένου ακινήτου, διότι ο τίτλος (που προσκομίστηκε στην Υπηρεσία) δεν ανάγεται σε χρονικό διάστημα 40 ετών από την κήρυξη της απαλλοτρίωσης, καθώς επίσης για το λόγο ότι ο τίτλος αυτός δεν συνοδεύεται με τοπογραφικό διάγραμμα οπότε το ακίνητο του τίτλου δεν μπορεί να συσχετισθεί με το απαλλοτριωμένο ακίνητο. Οι ισχυρισμοί αυτοί του Ελληνικού Δημοσίου δεν είναι ορισμένοι ως προς την βάση της τυχόν κυριότητάς του (Ελληνικού Δημοσίου), ήτοι δεν συνιστούν επίκληση, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, εμπραγμάτων δικαιωμάτων του στο επίδικο, ενώ δεν προσκομίζονται έγγραφα ή άλλα σχετικά στοιχεία, προς επίρρωση της τυχόν ύπαρξης τέτοιων δικαιωμάτων. Για το λόγο αυτό, το Δικαστήριο δεν πρέπει να απέχει από την έκδοση απόφασης για την ένδικη υπόθεση (πρβλ. Ιωάννη Χορομίδη: Αναγκαστικές Απαλλοτριώσεις, έκδοση 2004, σελ. 543- 544). Επομένως, η αιτούσα είναι δικαιούχος (100%) της αποζημίωσης, που οφείλεται για τη ρυμοτόμηση του επίδικου ακινήτου. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει, οι συνεκδικαζόμενες ένδικη αίτηση καθορισμού προσωρινής τιμής μονάδας αποζημίωσης και ένδικη ανταίτηση, να γίνουν εν μέρει δεκτές ως κατ΄ ουσίαν βάσιμες και να καθοριστεί αυτή (προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης) του απαλλοτριωμένου ακινήτου στο ποσό των ογδόντα (80) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Πρέπει, επίσης, να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση και ως προς το δεύτερο αίτημα αυτής και να αναγνωρισθεί η αιτούσα ως δικαιούχος (100%) της αποζημίωσης, που καθορίσθηκε προσωρινά με την παρούσα απόφαση, και εκείνης που τυχόν θα καθορισθεί οριστικά, και αφορά την περιγραφόμενη στην ανωτέρω διάταξη εδαφική ιδιοκτησία, που απαλλοτριώθηκε αναγκαστικά, λόγω ρυμοτομίας, κατά τα ανωτέρω. Όσον αφορά την απόδοση στην δικαιούχο της προσωρινής καθορισθείσας αποζημίωσης, πρέπει να επιτραπεί στην αιτούσα να αναλάβει ελεύθερα την προσωρινή καθορισθείσα αποζημίωση σε ποσοστό 70% και για το υπόλοιπο ποσοστό 30% αυτής ύστερα από προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, χωρίς καμία άλλη διατύπωση. Περαιτέρω, στη διαδικασία προσδιορισμού αποζημίωσης, κατά το άρθρο 18 παρ. 4 του Ν. 2882/2001 (όπως το πρώτο εδάφιό της αντικαταστάθηκε με το άρθρο 130 παρ. 1 του Ν. 4070/2012 και το τρίτο εδάφιο αυτής αντικαταστάθηκε με το άρθρο 130 παρ. 2 του ίδιου ως άνω νόμου): α) η δικαστική δαπάνη βαρύνει τον υπόχρεο προς αποζημίωση και επιδικάζεται από το Δικαστήριο με την ίδια απόφαση, με την οποία καθορίζεται το ύψος της καταβλητέας αποζημίωσης, β) η εκκαθάριση της δικαστικής δαπάνης γίνεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, γ) το άρθρο 22 του Ν. 3693/1957 δεν εφαρμόζεται, δ) όταν υπόχρεος προς αποζημίωση είναι φορέας που υπάγεται στη Γενική Κυβέρνηση κατά την έννοια του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014 (προϊσχύσαν άρθρο 1Β του Ν. 2362/1995), η επιδικαζόμενη από τα Δικαστήρια αμοιβή του πληρεξούσιου Δικηγόρου των δικαιούχων αποζημίωσης καθορίζεται υποχρεωτικά έως το ήμισυ των νομίμων αμοιβών του Κώδικα Δικηγόρων, ε) η απόφαση του Μονομελούς Εφετείου ή (πριν την τροποποίηση που επέφερε το άρθρο 76 παρ. 11 του Ν. 4146/2013) του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με την οποία καθορίζεται η προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης αποτελεί ως προς την δικαστική δαπάνη εκτελεστό τίτλο σε βάρος του υπόχρεου προς αποζημίωση, εάν και οι δύο διάδικοι αποδέχθηκαν την απόφαση αυτή ή παρήλθε άπρακτη η προθεσμία άσκησης αίτησης οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης, στ) σε περίπτωση εμπρόθεσμης αίτησης, το Εφετείο (με τριμελή σύνθεση) αποφαίνεται ενιαία τόσο για την δικαστική δαπάνη της ενώπιον αυτού διαδικασίας, όσο και για την δικαστική δαπάνη του προσωρινού προσδιορισμού της αποζημίωσης, ζ) στη δίκη του προσωρινού ή οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης του απαλλοτριωμένου, σύμφωνα με τα άρθρα 18, 19 και 20 του Ν. 2882/2001, ένα είναι το αντικείμενο της δίκης, ο προσδιορισμός της αποζημίωσης (προσωρινός ή οριστικός) και, συνεπώς, ορίζεται μία αμοιβή του Δικηγόρου σε ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου αυτού της δίκης (ΟλΑΠ 17/2000 ΕλλΔνη 2000.958, ΑΠ 423/2019, ΑΠ 1993/2017, ΑΠ 413/2012, ΕφΑθ 420/2018, ΕφΑθ 416/2018 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, η αμοιβή του Δικηγόρου του δικαιούχου σε ποσοστά επί της καθοριζομένης αποζημίωσης, σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων που ισχύει από 27-9-2013 (Ν. 4194/2013-ΦΕΚ 208Α/27-9-2013) και ειδικότερα σύμφωνα με τα άρθρα 63, 65, 68, 69 παρ. 3 και 84 παρ. 1 αυτού, προσδιορίζεται: αα) για τη σύνταξη αίτησης, σε ποσοστό 2% έως το ποσό των 200.000 ευρώ, 1,5% από το ποσό των 200.001 ευρώ μέχρι 750.000 ευρώ, 1% από το ποσό των 750.001 ευρώ μέχρι 1.500.000 ευρώ, 0,5% από το ποσό των 1.500.001 ευρώ μέχρι 3.000.000 ευρώ, 0,3% από το ποσό των 3.000.001 ευρώ μέχρι 6.000.000 ευρώ, 0,2% από το ποσό των 6.000.001 ευρώ μέχρι 12.000.000 ευρώ, 0,1% από το ποσό των 12.000.001 ευρώ μέχρι 25.000.000 ευρώ [όπως η περίπτωση ζ΄ του άρθρου 63 παρ. 1 του Ν. 4194/2013 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 7 παρ. 10β΄ του Ν. 4205/2013 (ΦΕΚ 242Α/6-11-2013)] και 0,05% από το ποσό των 25.000.001 ευρώ και άνω και ββ) για τη σύνταξη των προτάσεων του αιτούντος επί της αίτησης, το ήμισυ της ως άνω αμοιβής στην περίπτωση που δεν προκύπτει ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών, σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή της δίκης, οπότε ισχύουν οι οριζόμενες σύμφωνα με τα ανωτέρω νόμιμες αμοιβές (άρθρο 58 του Ν. 4194/2013) και για τη σύνταξη των προτάσεων του καθ΄ ου η αίτηση, ανταιτούντων, παρεμβαινόντων, εφόσον η αποζημίωση δεν υπερβαίνει το ποσό των 200.000 ευρώ, σε ποσοστό 2% επί της καθοριζομένης αποζημίωσης, επίσης στην περίπτωση που δεν προκύπτει ύπαρξη έγκυρης έγγραφης συμφωνίας περί αμοιβής για την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών, σχετιζομένων με την έναρξη και διεξαγωγή της δίκης, οπότε ισχύουν οι οριζόμενες σύμφωνα με τα ανωτέρω νόμιμες αμοιβές (άρθρο 58 του Ν. 4194/2013). Ακολούθως, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 17 του Συντάγματος, 189 του ΚΠολΔ, 58 επ. του Κώδικα Δικηγόρων (Ν. 4194/2013), συνάγεται ότι η αμοιβή, την οποία καταβάλλει ο δικαιούχος της αποζημίωσης στον Δικηγόρο του για τη σύνταξη της αίτησης και των προτάσεων, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, προκειμένου να επιτύχει τον προσδιορισμό και την είσπραξη της αποζημίωσης, αποτελεί παρακολούθημα αυτής, προσαυξάνει το ποσό της, βαρύνει τον υπόχρεο και πρέπει να επιδικάζεται σε βάρος του και να περιέρχεται στον δικαιούχο, ώστε να μην επέρχεται φαλκίδευση της πλήρους αποζημίωσης (ΕφΠειρ 368/2020). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 17 του Συντάγματος, 1, 2 παρ. 1 περ. α, 19 παρ. 1 του Ν. 2859/2000 «Κύρωση Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας» (ΦΕΚ Α΄ 248/7-11-2000), 62 παρ. 3 του Ν. 3842/2010, σύμφωνα με το οποίο δεν απαλλάσσεται πλέον του ΦΠΑ η παροχή υπηρεσιών από Δικηγόρους, και 18 παρ. 4 του Ν. 2882/2001, προκύπτει ότι από 1-7-2010 οι υπηρεσίες των Δικηγόρων υπάγονται στον ΦΠΑ με συντελεστή 24% (από 1-6-2016), ο οποίος (ΦΠΑ) επιρρίπτεται από τον κατά νόμο υπόχρεο σε βάρος του αντισυμβαλλομένου του, ήτοι, στην προκειμένη περίπτωση, από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο που παρέχει τις υπηρεσίες του στο δικαιούχο της αποζημίωσης, δηλαδή στον εντολέα του και δικαιούχο της αποζημίωσης, επιπροσθέτως δε ότι βαρυνόμενος κατά νόμο με την αμοιβή του πληρεξούσιου Δικηγόρου του δικαιούχου της αποζημίωσης είναι ο υπόχρεος σε αποζημίωση, ο οποίος υποχρεούται, συνεπώς, να καταβάλει και τον αναλογούντα επί της ως άνω αμοιβής ΦΠΑ, άλλως θίγεται η πληρότητα της καταβαλλόμενης αποζημίωσης και φαλκιδεύεται αυτή κατά παράβαση της συνταγ­ματικής επιταγής περί καταβολής πλήρους αποζημίωσης (ΑΠ 1175/2015, ΑΠ 844/2015, ΕφΑθ 267/2020, ΕφΑθ 464/2019 ΝΟΜΟΣ).Η επιδίκαση του αναλογούντος ΦΠΑ επί της δικηγορικής αμοιβής πριν την καταβολή αυτής από τον υπόχρεο χωρεί κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 69 παρ. 1 στοιχ. ε του ΚΠολΔ. Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με την προαναφερόμενη νομική σκέψη, τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας-καθ΄ ης η ανταίτηση, ως δικαιούχου της αποζημίωσης, για την προκειμένη δίκη προσδιορισμού της προσωρινής αποζημίωσης και αναγνωρίσεως δικαιούχου της αποζημίωσης αυτής, κατ΄ άρθρο 18 παρ. 4 του Ν. 2882/2001, που έχει ανάλογη εφαρμογή και στη δίκη περί αναγνωρίσεως δικαιούχων, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 8 του ίδιου νόμου, κατόπιν σχετικού αιτήματός της (άρθρο 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), πρέπει, κατά τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, να επιβληθούν σε βάρος του καθ΄ ου η αίτηση-ανταιτούντος, (μειωμένα κατά το ήμισυ, εφόσον υπάγεται στη Γενική Κυβέρνηση κατά την έννοια του άρθρου 14 του Ν. 4270/2014), ως υπόχρεου προς καταβολή της επίδικης αποζημίωσης, περιλαμβάνουν δε: α) τα πάσης φύσεως δικαστικά της έξοδα, κατ΄ άρθρο 189 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ενώπιον του παρόντος Μονομελούς Εφετείου τα οποία πρέπει να καθοριστούν στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ και β) την αμοιβή της πληρεξούσιας Δικηγόρου της για τη σύνταξη της αιτήσεως και των προτάσεών της ενώπιον, επίσης, του παρόντος Μονομελούς Εφετείου, η οποία πρέπει να καθοριστεί, ενόψει του ότι το αντικείμενο της δίκης ως προς το ύψος της οφειλόμενης αποζημίωσης δεν υπερβαίνει το ποσό των 200.001 ευρώ σε ποσοστό 1,5% [= 3% (= 2% + 1%) : 2] επί της ως άνω καθορισθείσας αποζημίωσης, πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο  διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων την από 3-12-2020 (αρ. καταθ. …../2020) αίτηση και την ασκηθείσα προφορικά ανταίτηση του καθ΄ ου η αίτηση.

Δέχεται εν μέρει την αίτηση και την ανταίτηση.

Καθορίζει την προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας ακινήτου στο ποσό των ογδόντα (80) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.

Αναγνωρίζει ότι η αιτούσα είναι δικαιούχος (100%) της αποζημίωσης, που καθορίσθηκε προσωρινά με την παρούσα απόφαση, και εκείνης που τυχόν θα καθορισθεί οριστικά, και αφορά το περιγραφόμενο στο σκεπτικό της παρούσας ακίνητο, που απαλλοτριώθηκε αναγκαστικά, λόγω ρυμοτομίας, κατά τα ανωτέρω.

Επιτρέπει στην αιτούσα να αναλάβει ελεύθερα την προσωρινή καθορισθείσα αποζημίωση σε ποσοστό 70% και για το υπόλοιπο ποσοστό 30% αυτής ύστερα από προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής πιστωτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλοδαπής που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, χωρίς καμία άλλη διατύπωση.

Επιβάλλει στο καθ΄ ου η αίτηση-ανταιτούν τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας-καθ΄ ης η ανταίτηση, τα οποία καθορίζει α) στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ και β) σε ποσοστό 1,5% επί της καθορισθείσας αποζημίωσης, πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ.

Κρίθηκε κι αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις   15 Σεπτεμβρίου 2022.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής, λόγω

προαγωγής και ανα-

χωρήσεως, η ορισθείσα

ζπό τον Πρόεδρο του

Τριμελούς Συμβουλίου

Δ/νσης του Εφετείου

Πειραιώς, Σταυρούλα

Λιακέα, Εφέτης

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριό του στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις  15 Σεπτεμβρίου 2022, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αποχωρήσεως της Δικαστού Αικατερίνης Κοκόλη, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης  Ιωάννη Αποστολόπουλο, Πρόεδρο Εφετών και με την ίδια Γραμματέα χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων  τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ