Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 512/2022

Αριθμός     512/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ:  1) …………, 2) ……………, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους Δικηγόρο Σπυρίδωνα Κοκκαλιάρη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………… 2) ………….. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους Δικηγόρο Ευφροσύνη Λουκοπούλου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).

Β. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του Δικηγόρο Κωνσταντίνο Σαμαράκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.)

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………. 2) …………. οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους Δικηγόρο Ευφροσύνη Λουκοπούλου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.)

Γ. ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:  Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………..η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της Δικηγόρο Απόστολο Κουτσουλέλο (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.)

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……….., 2) ……………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους Δικηγόρο Ευφροσύνη Λουκοπούλου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.)

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ

1) …………., 2) ………… και 3) ……………, οι οποίοι   δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Οι ……….. και ………… άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 28.3.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄αριθμ.  3766/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία, αφού απέρριψε ό,τι κριθηκε απορριπτέο, δέχθηκε κατά τα λοιπά την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι υπό στοιχ Α, Β και Γ ήδη εκκαλούντες με τις από  14.1.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………./2020), 8.1.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου  ……./2020,  ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………/2022) και  8.1.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου  ………/2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………./2022), αντίστοιχα, εφέσεις τους. Δικάσιμος της πρωτης εκ των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε αρχικά η  7η.10.2021, μετά δε από αναβολή η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης. Δικάσιμος των δεύτερης και τριτης εκ των ως άνω εφέσεων ορίσθηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου εκκρεμούν οι εφέσεις με αριθμό έκθεσης κατάθεσης: (Α)  ……../2020, (Β) ……../2020 και (Γ) ………../2020 κατά της με αριθμό 3766/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία με την παρουσία των διαδίκων, οι οποίες πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω συνάφειας (άρθρα 31 και 246 ΚΠολΔ). Αυτές παραδεκτά φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου τους στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 9-1-2020, 10-1-2020 και 16-1-2020, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, από την επίδοση της εκκαλουμένης  (βλ. τις με αριθμούς ……/ 11-12-2019, Ε …../17-12-2019 και ……/ 17-12-2019 αντίστοιχες εκθέσεις επίδοσης  της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών, ……….). Επιπλέον,  έχουν αντιστοίχως καταβληθεί  τα με αριθμό ………/ 2020, ………../ 2020 και …………/2020 Ηλεκτρονικά παράβολα,  ποσού 100 ευρώ.  Πρέπει, επομένως,  να γίνουν τυπικά δεκτές  και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 23-3-2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2018 αγωγή οι ενάγοντες ιστορούσαν, ότι δυνάμει των αναφερομένων, νομίμως μεταγραφέντων, συμβολαιογραφικών τίτλων έχουν καταστεί  συγκύριοι κατά εξ αδιαιρέτου  ποσοστό 62,50% ο πρώτος εξ αυτών και 37,50% η δεύτερη της ειδικότερα περιγραφόμενης υπ’ αριθμ. ….. κατοικίας του ισογείου ορόφου μίας διπλοκατοικίας του Αστικού Προσφυγικού Συνοικισμού Απόλλωνος της Δημοτικής Ενότητας Αγίου Ιωάννη Ρέντη του Δήμου Νίκαιας – Αγίου Ιωάννη Ρέντη, επί της οδού …………, με  εξ αδιαιρέτου ποσοστό  συγκυριότητας 500/1000 επί του οικοπέδου,  ομού με την ομοίως εκεί ανεγερθείσα  με αριθμό 152 ανώγεια κατοικία, με έκταση 409,93 τμ και κατά νεώτερη καταμέτρηση 404,50 τμ. Ότι οι απώτερες δικαιοπάροχοι τους απέκτησαν την εν λόγω κατοικία – οριζόντια ιδιοκτησία, δυνάμει του νομίμως μεταγραμμένου υπ’ αριθμ. ……/21-12-1954 οριστικού παραχωρητηρίου του τότε Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας. Ότι την έτερη ανώγεια κατοικία (με αριθμό ……), αυτοτελή οριζόντια ιδιοκτησία, απέκτησε η …………. δυνάμει του ομοίως νομίμως μεταγραμμένου υπ’ αριθμ. ……/12-3-1942 οριστικού παραχωρητηρίου, η οποία και την μεταβίβασε στον υιό της, ………, δυνάμει   του   υπ’   αριθμ.   ……../6-7-1942   συμβολαίου αγοραπωλησίας του συμβολαιογράφου Πειραιώς, ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα. Ότι ο τελευταίος αυθαιρέτως ανήγειρε πλαϊνώς του κτίσματος  των δυο προσφυγικών κατοικιών και κατ’επέταση αυτών  τρία ισόγεια καταστήματα και στον πρώτο υπέρ αυτών όροφο  ένα διαμέρισμα, και στη συνέχεια μεταβίβασε με το με αριθμό ……/ 1969 νόμιμα μεταγραμμένο προικοσυμβόλαιο στη θυγατέρα του … (τρίτη εναγομένη) κατά ψιλή κυριότητα και τον σύζυγο αυτής ……… κατ’ επικαρπία, το ανώγειο διαμέρισμα της επέκτασης του κτίσματος μετά του δικαιώματος υψούν υπέρθεν όλης τής επιφανείας αυτού, στο οποίο όρισε ότι ανήκει ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 300/1000. Ότι στις   19-2-1972  απεβίωσε ο …………. και κατέλειπε μοναδικούς εξ αδιάθετου κληρονόμου του τη σύζυγο του ….., κατά ποσοστό 2/8, και τα τέκνα του ….. (πρώτο εναγόμενο) κατά ποσοστό 3/8, και ……… (θετό τέκνο των …….. και ………., και φυσικό τέκνο των …… και ……….), κατά ποσοστό 3/8, οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομία δυνάμει της υπ’ αριθμ. …../1980 νόμιμα μεταγραμμένης αποδοχής   κληρονομιάς   ενώπιον   της   συμβολαιογράφου   Αθηνών ………… . Ότι στην ως άνω  πράξη αποδοχής  οι κληρονόμοι προβαίνουν σε  διανομή του ποσοστού 200/1000 επί του οικοπέδου στα τρία ισόγεια καταστήματα, την ανώγεια υπ’ αριθμ. ….. προσφυγική κατοικία που είχε αρχικώς παραχωρηθεί από το Ελληνικό Δημόσιο   και   στο   δικαίωμα   υψούν. Ότι με το με αριθμό …./1998 νόμιμα μεταγραμμένο συμβόλαιο γονικής παροχής η τρίτη εναγόμενη  μεταβίβασε την ψιλή κυριότητα του προαναφερόμενου διαμερίσματος  της επέκτασης στη θυγατέρα της, δεύτερη εναγόμενη, παρακρατώντας την επικαρπία αυτού (η οποία περιήλθε σε αυτήν μετά την κατάργηση του θεσμού της προίκας), ενώ δυνάμει της με αριθμό 12344Σ/ 20132  απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που μεταγράφηκε νόμιμα ενεγράφη σε αυτό  προσημείωση υποθήκης υπέρ  της τέταρτης  εναγομένης. Ότι  στο κτηματολογικό φύλλο του γεωτεμαχίου, που έχει ήδη λάβει ΚΑΕΚ …………., έχουν εσφαλμένα καταχωρηθεί  δύο κάθετες ιδιοκτησίες με εξ αδιαιρέτου ποσοστό 500/1000 αναγκαστικής συγκυριότητας επ’αυτού  φέρουσες ΚΑΕΚ ………..  και …………, εκ των οποίων η πρώτη αφορά στην ως άνω  οριζόντια  ιδιοκτησία των ιδίων (προσφυγική οικία 151)   και  η δεύτερη  στα υπόλοιπα κτίσματα και χώρους (δηλαδή την προσφυγική οικία με αριθμό 152  και τις επεκτάσεις της οικοδομής), που καταχωρήθηκαν περαιτέρω ως οριζόντιες επί καθέτου  (με ΚΑΕΚ ………………), με δικαιούχους τους εναγομένους, χωρίς ωστόσο όμως να έχει ποτέ συσταθεί νομίμως κάθετη ιδιοκτησία επι του οικοπέδου  ή να έχει γίνει νόμιμη επέκταση της οικοδομής και τροποποίηση των οριζοντίων ιδιοκτησιών από όλους τους συνιδιοκτήτες με μεταγεγραμμένη συμβολαιογραφική πράξη. Ζητούσαν δε για το λόγο αυτό  να αναγνωριστεί η συγκυριότητα, συννομή και συγκατοχή  τους σε μία οριζόντια (αντί για κάθετη) ιδιοκτησία ισογείου με ποσοστό συγκυριότητας 500/1000 επί του οικοπέδου και επί όλων των κτισμάτων, που έχουν ανεγερθεί στο κοινόχρηστο τμήμα του οικοπέδου, να αναγνωρισθεί ότι ο δικαιοπάροχος των τριών πρώτων εναγόμενων, ………..,  ουδέποτε κατέστη  αποκλειστικός κύριος  της καταχωρημένης ως καθέτου  ιδιοκτησίας και των καταχωρημένων ως οριζοντίων επι καθέτου ιδιοκτησιών, και ότι οι εναγόμενοι  δεν έχουν αποκτήσει εμπράγματα δικαιώματα σε αυτές, και να διορθωθούν σχετικά οι πρώτες εγγραφές με τη διαγραφή των κτηματολογικών φύλλων καθέτων ιδιοκτησιών και οριζοντίων επί καθέτων και να δημιουργηθούν δύο νέα κτηματολογικά φύλλα, ένα για κάθε μία από τις αρχικώς παραχωρηθείσες από το Ελληνικό Δημόσιο οριζόντιες ιδιοκτησίες (οικίες υπ’ αριθμ. …. και …..), στα οποία  θα καταχωρηθούν : α) στο μεν κτηματολογικό φύλλο της πρώτης ως δικαιούχοι οι ενάγοντες κατά τα προαναφερόμενα εμπράγματα δικαιώματα τους, και β) στης δεύτερης οι εναγόμενοι, σύμφωνα με τα ποσοστά τους εξ αδιαίρετου επί του οικοπέδου, όπως αυτά μεταβιβάστηκαν με τα προαναφερόμενα συμβόλαια, και επιπλέον να διαγραφούν από το κτηματολογικό φύλλο του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ………. οι παραπομπές στις δύο κάθετες ιδιοκτησίες με ΚΑΕΚ ……… και …………. Επι της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο, αφού απέρριψε ως απαράδεκτο, ελλείψει εννόμου συμφέροντος, το αίτημα να καταχωριστούν τα εμπράγματα δικαιώματα των εναγομένων στο κτηματολογικό φύλλο ,που θα δημιουργηθεί για την οριζόντια ιδιοκτησία του ανωγείου (υπ’ αριθμ. ………. ανώγεια κατοικία),  διότι, όπως έκρινε, οι ενάγοντες αιτούνται την καταχώρηση αλλοτρίων εμπραγμάτων δικαιωμάτων, και ως μη νόμιμο το αίτημα  να αναγνωριστεί η σύννομη και συγκατοχή των εναγόντων, κρίνοντας  ότι δεν μπορούν να σωρευτούν στο ίδιο δικόγραφο η διεκδικητική αγωγή και η αγωγή για τη νομή, διότι η επιδίκαση της κυριότητας καθιστά μάταιη τη δίκη για τη νομή, καθώς και το αίτημα για αναγνώριση της συγκυριότητας των εναγόντων ειδικά και επί των κοινόχρηστων κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί στο κοινό οικόπεδο, κρίνοντας ότι η αναγνώριση ότι αυτοί είναι συγκύριοι του οικοπέδου αρκεί για να συμπεριλάβει και όλα τα κοινόχρηστα και κοινόκτητα, εκ του νόμου και εκ των συμφωνιών των συγκυρίων, μέρη του κτίσματος, ακολούθως έκανε την αγωγή  δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, αναγνωρίζοντας την συγκυριότητα των εναγόντων κατά τα αναφερόμενα εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους επι της ισόγειας αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας (προσφυγικής οικίας με αριθμό ……..) και διέταξε τη διόρθωση των ανακριβών πρώτων εγγράφων, κατά τα  αιτούμενα.  Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται  οι ηττηθέντες εναγόμενοι με τις υπό κρίση εφέσεις τους, επικαλούμενοι εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της, ώστε η αγωγή  να απορριφθεί ως ουσιαστικά βάσιμη.

ΙΙΙ. Με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ΝΔ/τος 1024/1071 “περί διηρημένης ιδιοκτησίας επί οικοδομημάτων ανεγειρομένων επί ενιαίου οικοπέδου” ορίζεται ότι “εν τη εννοία του άρθρου 1 του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικος δύναται να συσταθεί διηρημένη ιδιοκτησία και επί πλειόνων αυτοτελών οικοδομημάτων ανεγειρομένων επί ενιαίου οικοπέδου ανήκοντος εις ένα ή πλείονας για τα οικόπεδα, που βρίσκονται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλης, ως και επί ορόφων ή μερών των οικοδομημάτων τούτων, επιφυλασσομένων των πολεοδομικών διατάξεων”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι προϋπόθεση για τη σύσταση της κατά τη διάταξη αυτή διαιρεμένης ιδιοκτησίας, της λεγόμενης κάθετης ιδιοκτησίας, είναι η ύπαρξη δύο ή περισσοτέρων αυτοτελών οικοδομημάτων είτε ανεγερθέντων ή μελλόντων να ανεγερθούν σε ενιαίο οικόπεδο, που ανήκει σε ένα ή περισσότερους κυρίους, οπότε μπορεί να συσταθεί τέτοια χωριστή ιδιοκτησία είτε σε ολόκληρο το αυτοτελές οικοδόμημα (απλή κάθετη συνιδιοκτησία), είτε σε ορόφους ή διαμερίσματα ορόφων των αυτοτελών τούτων οικοδομημάτων, οπότε συνυπάρχει κάθετη συνιδιοκτησία και οριζόντια ιδιοκτησία (σύνθετη κάθετη συνιδιοκτησία). Και στις δύο περιπτώσεις η κάθετη συνιδιοκτησία διέπεται κατά τα λοιπά από τις διατάξεις των άρθρων 1 επ. του Ν. 3741/1929 “περί της ιδιοκτησίας κατ` ορόφους”, ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ, με το άρθρο 54 Εισ.Ν.ΑΚ και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, από το συνδυασμό των οποίων προκύπτει ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας η οποία αποτελεί σύνθετο, αλλά ενιαίο εμπράγματο δικαίωμα ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή κυριότητα σε όροφο οικοδομής ή διαμέρισμα ορόφου, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ` ανάλογη μερίδα στα μέρη του όλου ακινήτου, που χρησιμεύουν σε κοινή από όλους τους οροφοκτήτες χρήση, οι οποίες, ισχύουν απαραλλάκτως και επί της κάθετης ιδιοκτησίας, καθ` όσον ο παραπάνω Ν.1024/1971 δεν επέφερε καμμία μεταβολή στη νομική κατασκευή του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας, όπως διαμορφώθηκε από τις προαναφερόμενες διατάξεις. Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2 παρ.1, 4 παρ.1, 5 του Ν.3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ προκύπτει ότι, επί κάθετης ιδιοκτησίας, ιδρύεται κυρίως μεν χωριστή κυριότητα στο αυτοτελές οικοδόμημα ή σε όροφο ή διαμέρισμα αυτού, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα που αποκτάται αυτοδικαίως κατ` ανάλογη μερίδα στα κοινά μέρη του όλου ενιαίου οικοπέδου, που χρησιμεύουν σε κοινή από όλους τους συνιδιοκτήτες χρήση, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το έδαφος του ενιαίου οικοπέδου. Εξάλλου από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 953, 954, 1002, 1117 ΑΚ, 14 του Ν.3741/1929 και 1, 2 του ΝΔ/τος 1024/1971 προκύπτει ότι η σύσταση οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας, χωρεί, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν.Δ./τος 1024/1971 με σύμβαση μεταξύ του κυρίου του όλου οικοπέδου και του αποκτώντος ή μεταξύ των συγκυρίων αυτού, που υπόκειται στον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και τη μεταγραφή του, χωρίς να απαιτείται η χρήση πανηγυρικών εκφράσεων, αλλά η σχετική βούληση των προαναφερομένων μπορεί να συναχθεί από διάφορα στοιχεία του όλου περιεχομένου της συμβάσεως, μεταξύ των οποίων είναι και ο χωρισμός του ενιαίου οικοπέδου σε τμήματα και ο προσδιορισμός του κάθε τμήματος, που περιέρχεται στην αποκλειστική χρήση κάθε συνιδιοκτήτη όχι όμως και με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία, η οποία είναι δυνατή μόνον επί ήδη νομίμως συνεστημένης χωριστής κυριότητας επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου ή επί αυτοτελών οικοδομημάτων σε ενιαίο οικόπεδο (ΑΠ 1832/214 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) έστω και αν έχει προηγηθεί άτυπη  διανομή του επίκοινου από τους συγκυρίους (ΜονΕφΛαρ 254/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, δεδομένου, ότι η θεσπιζόμενη με τα άρθρα 1002 ΑΚ και 1 επ. του Ν. 3741/1929 αποκλειστική (χωριστή) κυριότητα επί ορόφου ή τμήματος ορόφου αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα superficies solo cedit, που έχει περιληφθεί στο άρθρο 1001 εδ. α’ του ΑΚ, οποιοδήποτε μέρος του όλου ακινήτου που δεν ορίστηκε ή δεν ορίστηκε έγκυρα, με το συστατικό της οροφοκτησίας τίτλο ότι αποτελεί αντικείμενο της αποκλειστικής κυριότητας κάποιου συνιδιοκτήτη, υπάγεται αυτοδικαίως από το νόμο, κατ’ εφαρμογή του ανωτέρω κανόνα, στα αντικείμενα της αναγκαστικής συγκυριότητας επί του εδάφους και θεωρείται κοινόκτητο και κοινόχρηστο μέρος του ακινήτου (Ολ.ΑΠ 23/2000, ΑΠ 746/ 2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 του άνω ν. 3741/1929, η οποία ορίζει ότι «το δικαίωμα επέκτασης της οικοδομής είτε προς τα άνω δια προσθήκης νέου ορόφου, είτε προς τα κάτω δι’ ανορύξεως υπογείου, ανήκει σε όλους τους συνιδιοκτήτες του εδάφους, οι οποίοι μπορούν κατόπιν κοινής αυτών έγγραφης συμφωνίας να προβούν στην εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών», προκύπτει, ότι, για την άσκηση του δικαιώματος επέκτασης της οικοδομής προς τα άνω ή προς τα κάτω ή, μετά την ισχύ του Ν. 1024/1971, και προς τα πλάγια, με την προσθήκη νέου κτίσματος δίπλα στην υφιστάμενη οικοδομή, το οποίο ανήκει σε όλους τους συνιδιοκτήτες του εδάφους της οικοδομής, απαιτείται η κατάρτιση μεταξύ αυτών έγγραφης συμφωνίας, η οποία θα πρέπει να περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και να υποβληθεί σε μεταγραφή (ΑΠ 443/2011 Νόμος). Ειδικότερα, το δικαίωμα της επέκτασης της οικοδομής δεν είναι αυτοτελές και ιδιαίτερο, αλλά παρεπόμενο του δικαιώματος της αναγκαίας συγκυριότητας των  συνιδιοκτητών  και ανήκει από  κοινού  σε  όλους τους συνιδιοκτήτες  κατά  ποσοστό   αντίστοιχο   προς  το  ποσοστό  της αναγκαίας συγκυριότητας τους στο οικόπεδο της οικοδομής, δεν μπορεί, δε, να ανήκει σε τρίτο μη ιδιοκτήτη ορόφου ή χωριστού τμήματος της οικοδομής, αλλά στα πλαίσια της γενικής αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων, που κρατεί στο ιδιωτικό δίκαιο, με τη συστατική πράξη της οριζόντιας ιδιοκτησίας μπορεί να επιφυλαχθεί υπέρ ενός ή και περισσοτέρων συνιδιοκτητών, είτε με παρακράτηση ιδιαίτερου ποσοστού αναγκαίας συγκυριότητας στο οικόπεδο, είτε χωρίς τέτοια παρακράτηση, οπότε, στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεν μεταβάλλει το ποσοστό της εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας στο οικόπεδο των ιδιοκτητών χωριστής κυριότητας, οι οποίοι αποκλείστηκαν απ’ αυτό και εξυπηρετείται αποκλειστικά από το αντίστοιχο ποσοστό αναγκαίας συγκυριότητας στο οικόπεδο των συνιδιοκτητών στους οποίους ανήκει (ΑΠ 135/2009 Νόμος). Τέλος,  κατά το άρθρο 72 του β.δ/τος 330/1960 “περί κωδικοποιήσεως της περί αποκαταστάσεως των αστών προσφύγων νομοθεσίας ν. 2044/1952” και, προηγουμένως, του άρθρου 62 του β.δ/τος 27-1-1953 “περί κωδικοποιήσεως διατάξεων αναφερόμενων εις την αποκατάστασιν των Αστών Προσφύγων ν. 2055/1952”, διάταξη η οποία ενσωμάτωσε στην κωδικοποίηση το άρθρο μόνο του Ν. 2494/1940 (ΦΕΚ Α’ 247/12-8-1940), όσον αφορά στα ήδη διατεθέντα οικήματα του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως ή της τέως επιτροπής αποκατάστασης προσφύγων, των οποίων ο ακάλυπτος χώρος παραμένει κοινή ιδιοκτησία των οικιστών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3741/1929 “περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους”, κατ’ εξαίρεση των οποίων δύναται ο Πρόεδρος Πρωτοδικών επί των διατεθέντων τούτων οικημάτων να διανείμει κατά κυριότητα τον σε εκάστη κατοικία αναλογούντα ακάλυπτο χώρο, εάν υποβληθεί σχετική αίτηση εκ μέρους ενός ή περισσοτέρων εκ των συνιδιοκτητών, κατά δε την παρ. 2 του ως άνω άρθρου 72 του β.δ/τος 330/1960, διατεθέντα οικήματα νοούνται εκείνα ως προς τα οποία έχει εκδοθεί απόφαση του Υπουργού επί παραχωρήσεως, έστω και εάν δεν έχει εκδοθεί παραχωρητήριο. Εκ των διατάξεων αυτών σαφώς προκύπτει ότι ως “ήδη διατεθέντα οικήματα” ο ακάλυπτος χώρος των οποίων είναι δεκτικός διανομής κατά κυριότητα από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών, νοούνται ειδικώς και περιοριστικώς τα παραχωρηθέντα μέχρι της ενάρξεως ισχύος του α.ν. 2494/1940 (12-8-1940), είτε κατά πλήρη κυριότητα με την έκδοση παραχωρητηρίου είτε κατά χρήση με απόφαση του Υπουργού ακόμη κι αν δεν έχει εκδοθεί ακόμη παραχωρητήριο έως 12-8-1940, και όχι όσα οικήματα παραχωρήθηκαν αργότερα, τα οποία διέπονται εξ ολοκλήρου από τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και του άρθρου 1117 ΑΚ (EφΑθ 1214)/1992 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

ΙV. Από την εκτίμηση των εγγράφων, μεταξύ των οποίων και οι φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, που νόμιμα προσκομίζονται με επίκληση από τους διαδίκους και χρησιμεύουν  είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με το με αριθμό  …./23-12-1954, νόμιμα μεταγραμμένο, οριστικό παραχωρητήριο του τότε Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας περιήλθε στη ……… και την …………., κατά ποσοστά  ¾ και ¼ εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα η πλήρης κυριότητα στην υπ’ αριθμ. ….. (προσφυγική) ισόγεια κατοικία, τύπου διωρόφων τετρακατοικιών του Αστικού Προσφυγικού Συνοικισμού ….., κείμενη στη Δημοτική Ενότητα Αγίου Ιωάννη Ρέντη του Δήμου Νίκαιας – Αγίου Ιωάννη Ρέντη Αττικής, εντός σχεδίου πόλης, επί της οδού ………, αποτελούμενη από δύο (2) δωμάτια, με εμβαδόν 56 τμ και κατόπιν νέας εμβαδομέτρησης 55,17 τμ, με ποσοστό συνιδιοκτησίας 500/1000 επί του οικόπεδου στο οποίο είναι κτισμένη, και συγκεκριμένα επί ενός οικοπέδου έκτασης 409,93 τμ, όπως αυτό εμφαίνεται στο από 1-9-1930 εγκεκριμένο σχεδιάγραμμα του μηχανικού, ……………, και σύμφωνα με νεότερη καταμέτρηση συνολικής εκτάσεως 404,50 τμ, όπως αυτό εμφαίνεται στο από Ιανουάριο του 2014 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού, ………, και του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού, ………., και συνορεύει βόρεια με το οικόπεδο των υπ’ αριθμ. …/150 ιδιοκτησιών επί πλευράς Α-Β-Γ μέτρων 17,63, ανατολικά με το οικόπεδο των υπ’ αριθμ. …./153 ιδιοκτησιών επί πλευράς Γ-3-4-5 μέτρων 12,90, νότια επί προσώπου με την οδό ….. επί πλευράς 5-6-7 μέτρων 27,02 και δυτικά επί προσώπου με την οδό ……… επί πλευράς 7-8-9-Α μέτρων 24,55 , και ήδη φέρει  ΚΑΕΚ …………..Ομοίως, με το υπ’ αριθμ. …../12-3-1942, νομίμως μεταγραμμένο, Οριστικό Παραχωρητήριο του τότε Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως περιήλθε στην ………… κατ’ αποκλειστική πλήρη κυριότητα η αναγερθείσα επι του αυτού ως άνω  οικοπέδου (και άνωθεν της ως άνω …. οικίας) υπό στοιχείο …. ανώγεια κατοικία, αποτελούμενη από ένα δωμάτιο και μαγειρείο, με ποσοστό συνιδιοκτησίας 500/1000 επί του κοινού οικοπέδου. Οι ως άνω κατοικίες, που παραχωρήθηκαν κατά πλήρη κυριότητα μετά την έναρξη ισχύος του άρθρου μόνου του Ν. 2494/1940 ΦΕΚ Α’ 247/12-8-1940), που ενσωματώθηκε στο άρθρο 62 του β.δ/τος 27-1-1953 “περί κωδικοποιήσεως διατάξεων αναφερόμενων εις την αποκατάστασιν των Αστών Προφύγων ν. 2055/1952”,  διέπονται εξ ολοκλήρου από τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και του άρθρου 1117 ΑΚ,  σύμφωνα και με τα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη της παρούσας διαλαμβανόμενα, και συνεπώς πρόκειται για αυτοτελείς οριζόντιες και όχι κάθετες ιδιοκτησίες, ενώ ουδόλως επηρεάζει το γεγονός, ότι στους παραπάνω τίτλους κτήσης δεν γίνεται μνεία των σχετικών διατάξεων του ν. 3741/1929, καθόσον η εφαρμογή εν προκειμένω  των ως άνω διατάξεων στα επίδικα ακίνητα γίνεται ευθέως από το νόμο (άρθρα 72 του β.δ/τος 330/ 1960 και 62 του β.δ/τος 27-1-1953). Εξάλλου, δεν πρόκειται για αυτοτελή οικοδομήματα, που έχουν ανεγερθεί σε ορισμένα για κάθε συνιδιοκτήτη  τμήματα του κοινού οικοπέδου, που αποτελεί και το κύριο χαρακτηριστικό της καθέτου ιδιοκτησίας.  Συνεπώς και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο , που έκρινε ομοίως δεν έσφαλε,  και οι σχετικοί πρώτος λόγος της υπο στοιχείο Α’ έφεσης και ο τρίτος λόγος της υπο στοιχείο Γ’ έφεσης, με τον οποίοι οι εκκαλούντες ισχυρίζονται τα αντίθετα  πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι  στις 13-3-1977 απεβίωσε η ………., η οποία με την υπ’ αριθμ. …./5-9-1968 δημόσια διαθήκη  της ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, …………, που δημοσιεύθηκε  με το υπ’ αριθμ. 177/27-4-1977 πρακτικό δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατέλειπε μοναδική εκ διαθήκης κληρονόμο της σε ολόκληρη την κληρονομιαία περιουσία της και ειδικά στο προαναφερόμενο ¾ εξ αδιαιρέτου ποσοστό συγκυριότητας της επί της υπ’ αριθμ. ….. κατοικίας, την θετή της κόρη ……….., η οποία την αποδέχθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………../4-7-1977 νόμιμα μεταγραμμένης δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον της ίδιας συμβολαιογράφου Πειραιά. Η τελευταία δε ακολούθως απέκτησε και το υπόλοιπο  1/4 εξ αδιαιρέτου ποσοστό συγκυριότητας επι της προσφυγικής με αριθμό 151 οικίας  (που είχε αρχικώς παραχωρηθεί κατά τα ανωτέρω στην ………) με έκτακτη χρησικτησία, όπως αναγνωρίστηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. …../2001 νομίμως μεταγραμμένης απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Η ως άνω ………….. απεβίωσε στις 11-12-2001 καταλείποντας μοναδικούς εξ αδιαθέτου  κληρονόμους της τον πρώτο ενάγοντα, σύζυγο της, ………, κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 25% ,και τα τέκνα της, ……….. και ………., κατά ποσοστό 37,5% έκαστο, οι οποίοι αποδέχθηκαν την επαχθείσα σε αυτούς κληρονομιά με την με αριθμό ………./12-12-2002 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Πειραιά, ………. Ακολούθως, η ……… δυνάμει του υπ’ αριθμ. ………/12-7-2004 νομίμως μεταγραμμένου συμβολαίου δωρεάς εν ζωή της συμβολαιογράφου Πειραιά, …………, δώρισε στον πρώτο ενάγοντα το ανωτέρω 37,5 % εξ αδιαιρέτου ποσοστό της επί της ως άνω προσφυγικής οικίας, ο οποίος  πλέον κατέστη συγκύριος αυτής κατά συνολικό εξ αδιαιρέτου ποσοστό 62,5%. Περαιτέρω, όσον αφορά στην  έτερη οριζόντια επι του προαναφερόμενου οικοπέδου υφιστάμενη ιδιοκτησία, δηλαδή την υπ’ αριθμ. …. ανώγεια κατοικία, η ………..,  πώλησε και μεταβίβασε αυτήν μετά του εξ αδιαιρέτου ποσοστού της 500/1000 επί του οικοπέδου, στον υιό της ,………., δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……………/6-7-1942 νόμιμα μεταγραμμένου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., όπου σημειωτέον αυτή περιγράφεται ως οριζόντια ιδιοκτησία. Ειδικότερα, στο ως άνω αγοραπωλητήριο συμβόλαιο οι συμβαλλόμενοι περιγράφουν την πωλούμενη υπ’ αριθμ. ………… προσφυγική κατοικία ορθώς ως οριζόντια ιδιοκτησία και ακολούθως δηλώνουν, ότι ο αγοραστής έχει ανεγείρει με δικές του δαπάνες δύο καταστήματα επί της προσόψεως του ακινήτου επί της οδού …………., που κατά συνέπεια ανήκουν σε αυτόν. Ακολούθως, ο ως άνω …….. με την υπ’ αριθμ. ………./27-8-1963 άδεια οικοδομής του πολεοδομικού γραφείου Πειραιά, έχοντας προηγουμένως λάβει με ιδιωτικό έγγραφο τη συναίνεση της μίας μόνο εκ των λοιπών συγκυρίων του κοινού οικοπέδου, ήτοι της ………., (και όχι και της ………), ανήγειρε ένα ακόμη κατάστημα στο ισόγειο, καθώς και ένα ανώγειο διαμέρισμα, το οποίο σύμφωνα με την περιγραφή του στα μεταγενεστέρως συνταχθέντα συμβόλαια, (όπως το περιεχόμενο αυτών αναφέρεται ειδικότερα κατωτέρω) αποτελείται από τρία δωμάτια, χωλλ, οφφίς, κουζίνα και αποχωρητήριο, έχει επιφάνεια 71 τμ, είναι κτισμένο πάνω από τα τρία καταστήματα και στο ίδιο επίπεδο με την αρχικώς παραχωρηθείσα ανώγεια ……… προσφυγική κατοικία, και έχει μεν αυτοτέλεια σε σχέση με αυτήν, αλλά  και κοινή είσοδο και κλιμακοστάσιο. Στη συνέχεια, με  το υπ’ αριθμ. ………../27-12-1969 νομίμως μεταγραμμένο προικοσύμφωνο του συμβολαιογράφου Πειραιά, ……… ,ο …………., αφού δηλώνει ότι έχει στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή του την υπό στοιχεία …… ανώγειο κατοικία, τύπου διωρόφων τετρακατοικιών, η οποία απαρτίζεται από τρία δωμάτια, χωλλ, κουζίνα και αποχωρητήριο, από ένα άλλο δωμάτιο, κουζίνα και αποχωρητήριο και από δύο ισόγεια καταστήματα, κτισμένης μετά της υπ’ αριθμ. ……. κατοικίας επί οικοπέδου εμβαδού 409,39 τμ, η οποία αποτελεί αυτοτελή και ανεξάρτητη οριζόντια ιδιοκτησία κατά τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και έχει περιέλθει στον ίδιο  εν μέρει κατά τα τρία δωμάτια, χωλλ, οφφίς, κουζίνα και αποχωρητήριο και κατά τα δύο ισόγεια καταστήματα λόγω της ανέγερσης τους με δικές του δαπάνες, και εν μέρει κατά το ένα δωμάτιο και μαγειρείο, τα οποία είναι συνεχόμενα και αυτοτελή της ανωγείου κατοικίας (εννοώντας ως ανώγειο κατοικία την ανεγερθείσα κατ’ επέκταση της προσφυγικής), μετά ολοκλήρου του ανήκοντος σε αυτό ήμισυ εξ αδιαιρέτου οικοπέδου από αγορά από τη μητέρα του, …. ., στην οποία είχε περιέλθει με παραχώρηση από το Ελληνικό Δημόσιο, ακολούθως συστήνει προίκα υπέρ της κόρης του, Ειρήνης συζύγου ………, μεταβιβάζοντας  σε αυτήν κατά ψιλή κυριότητα και στον σύζυγο της,  ………, κατ’ επικαρπία μία οριζόντια ιδιοκτησία υπαγόμενη στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 (ανώγειο κατοικία), η οποία αποτελείται από τρία δωμάτια, χωλλ, οφφίς, κουζίνα και λουτροκαμπινέ με το δικαίωμα της καθ’ ύψος επέκτασης, καθ’ ολόκληρη την επιφάνεια του προικιζομένου διαμερίσματος, μετά κοινής χρήσης εισόδου και κλιμακοστασίου από την οδό ……… και μετά του ποσοστού συνιδιοκτησίας 30% επί του όλου οικοπέδου και των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, μερών, πραγμάτων και εγκαταστάσεων. Στο ίδιο δε συμβόλαιο οι συμβαλλόμενοι δηλώνουν, ότι το διαμέρισμα, που αποτελείται από ένα δωμάτιο, μαγειρείο και αποχωρητήριο (δηλαδή η  αρχική ανώγεια προσφυγική κατοικία ….), το οποίο ευρίσκεται παραπλεύρως του μεταβιβαζόμενου διαμερίσματος (της επέκτασης της οικοδομής), ανήκει (όπως και τα ισόγεια καταστήματα) κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στον προικοδότη, …….., ο οποίος δικαιούται να ανεγείρει επί της καθ’ ύψος επιφάνειας αυτού ορόφους ή διαμερίσματα, που  θα ανήκουν σε αυτόν ή στους ειδικούς ή καθολικούς διαδόχους του κατά πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας, και σύμφωνα με το Ν. 3741/1929. Δηλαδή εν ολίγοις, στο ως  άνω συμβόλαιο  η με αριθμό 152 κατοικία περιγράφεται ως περιλαμβάνουσα, πλέον των χώρων που αναφέρονται και στο παραχωρητήριο της δικαιοπαρόχου μητέρας του προικοδότη, και όλους τους χώρους, που ο ίδιος ανήγειρε μεταγενέστερα κατ’επέκταση, δηλαδή το ένα αυτοτελές διαμέρισμα  του ανώγειου ορόφου και τα δύο καταστήματα του ισογείου (ενώ το τρίτο κατάστημα εμφανίζεται σε επόμενο τίτλο- την κατωτέρω αναφερόμενη υπ’ αριθμ. ………/ 1980  συμβολαιογραφική πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομίας ως μη αποπερατωμένο), εκ των οποίων μεταβιβάζεται λόγω προίκας το ένα εκ των ανώγειων διαμερισμάτων, επιφάνειας 71 τμ (δηλαδή αυτό της επέκτασης), με αναλογούν εξ αδιαιρέτου ποσοστό 300/1000 επί του οικοπέδου (εκ του  συνολικού εξ αδιαιρέτου  ποσοστού της προσφυγικής οικίας 500/1000 επί του οικοπέδου),  με το δικαίωμα της καθ’ ύψος επέκτασης καθ’ όλη την επιφάνεια αυτού. Στις 19 Φεβρουάριου έτους 1972 ο …………. απεβίωσε και κληρονομήθηκε από τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους  του, ήτοι τη σύζυγο του, Αναστασία  και τα φυσικά του τέκνα, …………. (θετό τέκνο …………) και …….. (πρώτο εναγόμενο) (ενώ η θυγατέρα του θανόντος, ……….., προέβη νομίμως σε δήλωση κατ’ άρθρο 1900 ΑΚ), οι οποίοι προέβησαν σε αποδοχή της κληρονομιάς του, κατά τα κληρονομικά τους μερίδια 2/8 η πρώτη εξ αυτών και 3/8 έκαστος των λοιπών, με την υπ’ αριθμ. ………/1-12-1980, νόμιμα μεταγραμμένη, δήλωση αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, …………., στην οποία περιγράφονται ειδικότερα τα κληρονομιαία ακίνητα ως εξής: 1) το υπό στοιχεία Άλφα κεφαλαίο (Α) ισόγειο κατάστημα μη αποπερατωμένο, με  επιφάνεια 24 τμ και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 30/1000, 2) το υπό στοιχεία Βήτα κεφαλαίο (Β) κατάστημα του ισογείου, με  επιφάνεια 20 τμ και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 50/1000, 3) το υπό στοιχεία Γάμα κεφαλαίο (Γ) ισόγειο κατάστημα, με  επιφάνεια 29 τμ και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 50/ 1000, 4) το υπό στοιχεία Δ-1 διαμέρισμα του ανωγείου ορόφου, αποτελούμενο από κοιτώνα, κουζίνα, χωλλ και λουτρό, με  επιφάνεια 51,75 τμ και ποσοστό συνιδιοκτησίας εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 40/1000 και 5) τα 30/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου, στα οποία ποσοστά αντιστοιχεί το δικαίωμα του υψούν ολόκληρης της κατά ύψος επιφάνειας άνωθεν των παραπάνω αναφερομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών. Στη συνέχεια, οι εκ των ανωτέρω  κληρονόμων, ……….. και ο ……….., δυνάμει του υπ’ αριθμ. ………/1-12-1980, νόμιμα μεταγραμμένου συμβολαίου δωρεάς εν ζωή της συμβολαιογράφου Πειραιά ……….., μεταβίβασαν  τις φερόμενες ως άνω αυτοτελείς ιδιοκτησίες κατά τα εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους στον πρώτο εναγόμενο, ………….. Ακολούθως, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …../26-2-1998, νόμιμα μεταγραμμένου, συμβολαίου γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., η τρίτη εναγομένη, ……….., μεταβίβασε στη θυγατέρα της, δεύτερη εναγομένη, την ψιλή κυριότητα του προικώου διαμερίσματος, που της είχε, κατά τα προαναφερόμενα,  μεταβιβάσει κατά ψιλή κυριότητα ο πατέρας της, ……….., παρακρατώντας για τον εαυτό της την επικαρπία αυτού  (ενόψει του γεγονότος ότι ο θεσμός της οποίας  εν τω μεταξύ είχε καταργηθεί  με το ν. 1329/1983 με συνέπεια τα προικώα ακίνητα να περιέρχονται στην πλήρη κυριότητα της συζύγου). Στο εν λόγω συμβόλαιο, το μεταβιβασθέν ακίνητο (διαμέρισμα) αναφέρεται ως μία αυτοτελής και ανεξάρτητη οριζόντια ιδιοκτησία, διέπόμενη από τις διατάξεις του Ν. 3741/1929, και συγκεκριμένα ένα διαμέρισμα (ανώγειος κατοικία), αποτελούμενη  από τρία δωμάτια, χωλλ, οφφίς, κουζίνα και λουτροκαμπινέ, επιφάνειας 71 τμ περίπου, με το δικαίωμα της καθ’ ύψος επέκτασης σε ολόκληρη την επιφάνεια του, μετά κοινής χρήσεως εισόδου και κλιμακοστασίου εκ της οδού …………. και μετά ποσοστού συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου, το οποίο ανήκει κατά συνιδιοκτησία στις υπ’ αριθμ. … και …. κατοικίες, 30% εξ αδιαιρέτου και των ανηκόντων σε αυτό κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, μερών, πραγμάτων και εγκαταστάσεων. Επι του ιδίου δε ακινήτου η τέταρτη εναγομένη ενέγραψε προσημείωση υποθήκης για το ποσό των 48.000 ευρώ δυνάμει της υπ’ αριθμ. 12344Σ/2013 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, νόμιμα καταχωρισμένης  στα οικεία κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νίκαιας.

Ωστόσο, οι ως άνω φερόμενες ως αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες, με εξ αδιαιρέτου ποσοστό αναγκαίας συγκυριότητας επι του όλου οικοπέδου, που αφορούν στους χώρους, που δημιουργήθηκαν από την επέκταση της αρχικής οικοδομής  με την οποία αποτελούν ενιαίο κτίσμα  και όχι δύο ανεξάρτητα οικοδομήματα, δεν έχουν συσταθεί νόμιμα, διότι η επέκταση της οικοδομής έγινε αυθαίρετα, χωρίς την τήρηση των οριζόμενων στη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 του Ν. 3741/1929 νομίμων προϋποθέσεων, αφού δεν υπήρξε  σχετική κοινή όλων των συγκυρίων του οικοπέδου έγγραφη συμφωνία περιβεβλημένη τον συμβολαιογραφικό τύπο και νόμιμα μεταγραμμένη. Ως εκ τούτου, οι  εν λόγω χώροι περιλαμβάνονται στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής, που ανήκουν σε όλους τους συγκυρίους του οικοπέδου κατά τα εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους σε αυτό (βλ. και Κων/νο Βασιλείου, Οριζόντια ιδιοκτησία και κάθετη ιδιοκτησία, 2004, σελ. 576 επ.).Ομοίως, άλλωστε, δεν υφίσταται ιδιαίτερη ρύθμιση και για το δικαίωμα του υψούν την επίδικης οικοδομής. Εξάλλου, μη νόμιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός της δεύτερης, τρίτης και τετάρτης των εναγομένων, που επαναφέρουν με τον πέμπτο και πρώτο λόγο αντίστοιχα των  υπο στοιχείο Γ και Β’ εφέσεων τους, περί  σύστασης  οροφοκτησίας  με τακτική άλλως έκτακτη χρησικτησία εκ μέρους του  ………… και των ειδικών διαδόχων του, και δη, όπως διατείνεται η τρίτη εκκαλούσα, προσημειούχος τράπεζα, μετά από άτυπη διανομή του οικοπέδου μεταξύ των ……… και ………. (αν και κατά τον χρόνο εκείνο υπήρχε και έτερη συγκυρία του οικοπέδου, ήτοι η ……….. κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου). Και τούτο, διότι σύσταση οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας δεν είναι δυνατή με χρησικτησία (τακτική ή έκτακτη)  παρά μόνον επί συνεστημένης ήδη χωριστής κυριότητας ορόφου ή διαμερίσματος (ΑΠ 1207/ 2021, 25/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), έστω και αν έχει προηγηθεί άτυπη  διανομή του επίκοινου από τους συγκυρίους, καθόσον πέραν του προβλεπόμενου στο νόμο  περιορισμένου κύκλου των τρόπων συστάσεως της, η επιτρεπόμενη κατ’ άρθρο 993 ΑΚ νομή επί συστατικού μέρους πράγματος (ορόφου, διαμερίσματος κ.α.) δεν μπορεί να οδηγή­σει σε κτήση κυριότητάς του με χρησικτη­σία, άρα ούτε στη σύσταση οροφοκτησίας (ΑΠ 642/2012, ΑΠ 56/2011, ΕφΛαρ 219/ 2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, και δέχθηκε ότι οι ως άνω χώροι της  επέκτασης δεν συνιστούν νόμιμα συσταθείσες αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες ,δεν έσφαλε, και οι σχετικοί ως άνω λόγοι έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι  κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης οι ανωτέρω ιδιοκτησίες των διαδίκων εσφαλμένως ενεγράφησαν ως κάθετη και οριζόντιες επί καθέτου, και δη (α) η οριζόντια ιδιοκτησία (προσφυγική κατοικία 151) των εναγόντων έλαβε ΚΑΕΚ …………. και καταχωρίστηκε ως κάθετη ιδιοκτησία με ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου 500/1000 και δικαιούχους τον πρώτο ως συγκύριο κατά ποσοστό 62,5%, με τίτλους κτήσης τις προαναφερόμενες αποδοχή κληρονομιάς και δωρεά, και την δεύτερη ενάγουσα ως συγκυρία κατά ποσοστό 37,5%, με τίτλο κτήσης  την προαναφερόμενη αποδοχή κληρονομιάς, και (β) η οριζόντια ιδιοκτησία (προσφυγική κατοικία 152) και οι χώροι της επέκτασης της οικοδομής έλαβαν ΚΑΕΚ …….. και καταχωρίστηκαν ομοίως ως κάθετη ιδιοκτησία (με τον ίδιο, ωστόσο αριθμό οδού διεύθυνσης, όπως και η κάθετος ιδιοκτησία  των εναγόντων με ΚΑΕΚ ………….., ήτοι …………), έκαστος δε μερικότερος χώρος έλαβε ειδικότερο ΚΑΕΚ ως οριζόντια επί καθέτου ιδιοκτησία (παρόλο που δεν περιγράφονται ως τέτοιες στα συμβόλαια κτήσης), και συγκεκριμένα: 1) με ΚΑΕΚ ………….. καταχωρίστηκε ως οριζόντια επί καθέτου το ισόγειο κατάστημα Α επιφανείας 24 τμ με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 30/1000 και δικαιούχο τον πρώτο εναγόμενο κατά πλήρες και αποκλειστικό δικαίωμα κυριότητας με τίτλο κτήσης τα προαναφερόμενα …. και …../1980 συμβόλαια αποδοχής κληρονομιάς και δωρεάς, 2) με ΚΑΕΚ ………… καταχωρίστηκε ως οριζόντια επί καθέτου το ισόγειο κατάστημα Β επιφανείας 20 τμ με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 50/1000 και δικαιούχο τον πρώτο εναγόμενο κατά πλήρες και αποκλειστικό δικαίωμα κυριότητας με τίτλο κτήσης τα προαναφερόμενα ….. και …../1980 συμβόλαια αποδοχής κληρονομιάς και δωρεάς, 3) με ΚΑΕΚ …………. καταχωρίστηκε ως οριζόντια επί καθέτου το ισόγειο κατάστημα Γ επιφανείας 29 τμ με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 50/1000 και δικαιούχο τον πρώτο εναγόμενο κατά πλήρες και αποκλειστικό δικαίωμα κυριότητας με τίτλο κτήσης τα προαναφερόμενα ….. και …../1980 συμβόλαια αποδοχής κληρονομιάς και δωρεάς, 4) με ΚΑΕΚ …………. καταχωρίστηκε ως οριζόντια επί καθέτου η ανώγεια κατοικία …., με στοιχεία ΔΙ, επιφανείας 51,75 τμ με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 40/1000 και δικαιούχο τον πρώτο εναγόμενο κατά πλήρες και αποκλειστικό δικαίωμα κυριότητας με τίτλο κτήσης τα προαναφερόμενα ….. και …./1980 συμβόλαια αποδοχής κληρονομιάς και δωρεάς, 5) με ΚΑΕΚ ……….. καταχωρίστηκε ως οριζόντια επί καθέτου το διαμέρισμα της επέκτασης, με παρατήρηση «Δικαίωμα υψούν ύπερθεν του α’ ορόφου», επιφανείας 71 τμ., με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 300/1000, και δικαιούχους την δεύτερη εναγομένη κατά ψιλή κυριότητα και την τρίτη εναγομένη κατ’ επικαρπία, με τίτλο κτήσης το προαναφερόμενο υπ’ αριθμ. …………./1998 συμβόλαιο γονικής παροχής, στο κτηματολογικό φύλλο της οποίας έχει καταχωριστεί προσημείωση υποθήκης υπέρ της τέταρτης εναγομένης, και 6) με ΚΑΕΚ …………. καταχωρίστηκε ως οριζόντια επί καθέτου το δικαίωμα υψούν πάνω από την ανώγεια κατοικία …., με ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 30/1000 και δικαιούχο τον πρώτο εναγόμενο κατά πλήρες και αποκλειστικό δικαίωμα κυριότητας με τίτλο κτήσης τα προαναφερόμενα …… και …./1980 συμβόλαια αποδοχής κληρονομιάς και δωρεάς. Σύμφωνα, με τις ανωτέρω νομικές και ουσιαστικές παραδοχές,  οι εγγραφές αυτές είναι εσφαλμένες, καθόσον δεν συνεστήθησαν νόμιμα κάθετες ιδιοκτησίες ούτε οριζόντιες επί καθέτων, αλλά στο ενιαίο γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ ……………. και στο επ’ αυτού κτίσμα υπάρχουν νομίμως συνεστημένες μόνο δύο οριζόντιες ιδιοκτησίες και συγκεκριμένα: (Α) η οριζόντια ιδιοκτησία 151 κατοικία), που κείται στο ισόγειο, έχει επιφάνεια 56 τμ και κατόπιν νεώτερης εμβαδομέτρησης 55,15 τμ, και ποσοστό συγκυριότητας στο κοινό ακίνητο 500/1000, και (Β) η οριζόντια ιδιοκτησία 152 κατοικία, που κείται στο ανώγειο (α’ όροφο), έχει επιφάνεια 51,75 τμ και ποσοστό συγκυριότητας στο κοινό ακίνητο 500/1000. Όλοι δε οι υπόλοιποι χώροι είναι κοινόχρηστοι, οι οποίοι δεν καταχωρούνται στα κτηματολογικά βιβλία με αυτοτελές ΚΑΕΚ. Συνεπώς, συντρέχει νόμιμη περίπτωση να διαταχθεί η διόρθωση των ανωτέρω εγγραφών στα οικεία κτηματολογικά βιβλία, προς αποτύπωση της ακριβούς νομικής και πραγματικής κατάστασης των εν λόγω ακινήτων, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.

V. Με τον τέταρτο λόγο της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης και τον τέταρτο λόγο της υπό στοιχείο Γ ‘ έφεσης , οι εκκαλούντες παραπονούνται, επειδή το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν απέρριψε την αγωγή λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος των εναγόντων, όπως αυτοί είχαν αιτηθεί πρωτοδίκως, καθόσον έχουν παραγραφεί οι σχετικές αξιώσεις των τελευταίων περί διεκδίκησης των ως άνω οριζόντιων επι καθέτου ιδιοκτησιών, καθώς και  αποζημίωσης  τους για την, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς,  αυθαίρετη επέκταση της επίδικης οικοδομής. Επιπλέον, οι εκκαλούσες στην υπό στοιχείο  Γ’ έφεση με τον δεύτερο λόγο αυτής, διατείνονται ότι οι ενάγοντες δεν έχουν έννομο συμφέρον στην άσκηση της αγωγής και για τον πρόσθετο λόγο ότι ουδεμία ζημία υπέστησαν από τις ως άνω κτηματολογικές εγγραφές, καθόσον δεν τίθενται σε αμφισβήτηση τα δικαιώματα τους στην  ιδιοκτησία τους. Οι ως άνω λόγοι  πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, διότι  εν  προκειμένω η αγωγή έχει συγκεκριμένο αντικείμενο, που  θεμελιώνεται στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 ν. 2664/1998  και σκοπεί  στη διόρθωση ανακριβών πρώτων κτηματολογικών εγγραφών, στην ύπαρξη των οποίων  αρκούντως εδράζεται  και το έννομο συμφέρον των εναγόντων,  δίχως να ενδιαφέρει περαιτέρω η ύπαρξη ή μη εννόμου συμφέροντος αυτών για άσκηση σε ύστερο χρόνο τυχόν αξιώσεων περί αποζημίωσης ή διεκδίκησης ακινήτων  κατ’ άρθρο 1094 ΑΚ, προϋπόθεση, που σε κάθε περίπτωση θα κριθεί αρμοδίως, εάν και εφόσον  τέτοιες αξιώσεις όντως εγερθούν, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Αξίζει δε περαιτέρω να επισημανθεί το γεγονός, ότι, όπως προέκυψε, οι ενάγοντες  λόγω ακριβώς της ύπαρξης των ως άνω ανακριβών εγγραφών δεν κατέστη δυνατόν να καταχωρήσουν στο κτηματολογικό φύλλο της με αριθμό …. οικίας  με ΚΑΕΚ ………., το με αριθμ. ………./2012 συμβόλαιο γονικής παροχής ποσοστών εξ αδιαιρέτου ιδιοκτησίας με παρακράτηση δικαιώματος επικαρπίας, της συμβολαιογράφου Πειραιά,  ……………, με το οποίο ο πρώτος εξ αυτών μεταβίβασε στην δεύτερη κατά ψιλή κυριότητα τα εξ αδιαιρέτου ποσοστά του 62,50% επι της ως άνω  οικίας, επειδή αυτή αναφέρεται εκεί ως οριζόντια ιδιοκτησία (και έχει καταχωρηθεί, ανακριβώς ως κάθετη) (βλ. την από 29-2-2016 επιστολή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της πληρεξούσιάς των εναγόντων προς τον τότε πληρεξούσιο δικηγόρο του πρώτου εναγόμενου).

VI. Περαιτέρω με τους δεύτερο και τρίτο λόγο της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, τον δεύτερο λόγο της υπό στοιχείο Β ‘ έφεσης και τον πρώτο λόγο της υπό στοιχείο Γ’ έφεσης οι εκκαλούντες παραπονούνται για την εσφαλμένη απόρριψη του πρωτοδίκως προβληθέντος ισχυρισμού τους περί καταχρηστικής άσκησης της αγωγής, λόγω μακρόχρονης αδράνειας εκ μέρους των εναγόντων, που ουδέποτε μέχρι τότε είχαν διαμαρτυρηθεί για την πραγματική κατάσταση των ακινήτων τους, όπως είχε διαμορφωθεί με την ανοχή αλλά και την συναίνεση των δικαιοπάροχων τους,  και δη της ………….., που συνήνεσε στην έκδοση της οικοδομής άδειας για επέκταση της οικοδομής, ενώ περαιτέρω και οι ίδιοι δήλωσαν την δική τους ιδιοκτησία κατά την διαδικασία κτηματογράφησης ως κάθετη  και επιπλέον υπέβαλαν από κοινού με αυτούς την από 13-5-2015 αίτηση κατ‘ άρθρο 19 παρ/ 2 ν. 2664/1998 για διόρθωση των γεωμετρικών, και μόνον, στοιχείων των ακινήτων τους σε σχέση με αυτά της όμορης ιδιοκτησίας με ΚΑΕΚ ……….., στην οποία ανέφεραν τις επιμέρους αυτοτελείς ιδιοκτησίες τους, όπως ακριβώς περιγράφονται στα κτηματολογικά  φύλλα τους, χωρίς να θέσουν ζήτημα διόρθωσης των στοιχείων τους. Ωστόσο , αντιθέτως με όσα οι εναγόμενοι ισχυρίζονται, δεν προέκυψε ότι οι ενάγοντες είχαν δηλώσει την ιδιοκτησία τους ως κάθετη εξ αρχής [ενώ σε κάθε περίπτωση η εν γένει καταχώρηση των ιδιοκτησιών και των εμπραγμάτων επ’αυτών δικαιωμάτων στο κτηματολόγιο γίνεται με βάση τους τίτλους, που  προσκομίζονται σχετικά από τους ενδιαφερόμενους-αιτούντες, εν προκειμένω δε στα προαναφερόμενα συμβόλαια των εναγόντων (αλλά και των εναγομένων) η ιδιοκτησία τους δεν εμφανίζεται ως κάθετη), ενώ και  η από κοινού αίτηση για διόρθωση των γεωμετρικών στοιχείων του γεωτεμαχίου τους με ΚΑΕΚ ………… σε σχέση με αυτά του όμορου γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ……………, δεν συνιστά δίχως άλλο  και  αποδοχή εκ μέρους των εναγόντων  των επίδικων ανακριβών εγγραφών, δεδομένου ότι  αυτοί ήδη από το έτος 2013 επιδίωξαν την διόρθωση τους και όχλησαν  επανειλημμένως προς τούτο τον πρώτο εναγόμενο προκειμένου να συμπράξει  πλην όμως αυτός αρνήθηκε (βλ. την ως άνω αναφερομένη  επιστολή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου). Τέλος,  σε κάθε περίπτωση  η άσκηση της  αγωγής  δεν δύναται να χαρακτηρισθεί  ως καταχρηστική, διότι η διαμορφωθείσα από τους δικαιοπαρόχους των εναγομένων πραγματική  και νομική κατάσταση των ακινήτων τους αντίκειται  καταφανώς στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του Ν. 3741/1929 και του ν.δ/τος 1024/1971,  και  ως εκ τούτου επιβάλλεται η διόρθωση των εσφαλμένων σχετικών πρώτων εγγραφών προς εξυπηρέτηση της γενικής αρχής, που διέπει τη δημοσιότητα των εγγραπτέων στα κτηματολογικά βιβλία δικαιωμάτων και βαρών, με τρόπο που να διασφαλίζει τη δημόσια πίστη, προστατεύοντας κάθε καλόπιστο συναλλασσόμενο, που στηρίζεται στις κτηματολογικές εγγραφές. Συνεπώς, και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, αν και με ελλιπή αιτιολογία, που παραδεκτά συμπληρώνεται με την αιτιολογία της παρούσας, και απέρριψε την προβληθείσα ένσταση περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος δεν έσφαλε   και οι σχετικοί ως άνω λόγοι  έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

VII. Με τον πέμπτο λόγο της υπό στοιχείο Α’ έφεσης ο εκκαλών παραπονείται, επειδή το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του επέβαλε δικαστικά έξοδα, ποσού 4.85,88 ευρώ, ενώ έπρεπε να καταδικάσει τους αντιδίκους του στα δικαστικά του έξοδα ,άλλως να συμψηφίσει μεταξύ τους την δικαστική δαπάνη. Ο λόγος αυτός είναι μεν παραδεκτός, αφού προσβάλλεται συγχρόνως και η ουσία της υπόθεσης (άρθρο 193 του ΚΠολΔ), όμως είναι ουσιαστικά αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, καθώς, αφενός, λόγω της απόρριψης της αγωγής και της ήττας του εκκαλούντος-εναγομένου ορθώς αυτός καταδικάστηκε και στα δικαστικά έξοδα των εναγόντων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 176 ΚΠολΔ,  και αφετέρου δεν συνέτρεχε στην προκειμένη περίπτωση λόγος συμψηφισμού των δικαστικών εξόδων κατά το άρθρο 179 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι οι κανόνες δικαίου που εφαρμόστηκαν δεν είχαν κάποια ιδιαίτερη δυσχέρεια, η δε νομολογιακή εφαρμογή τους δεν εμφανίζει καμία ταλάντευση ή αντιφατικότητα (βλ.  ΕφΠειρ 76/2020, ΕφΒορΑιγ 47/2018 ΝΟΜΟΣ).

VIII. Τέλος, με τον  έκτο λόγο της υπό στοιχείο Γ’ έφεσης οι εκκαλούσες ομοίως παραπονούνται για εσφαλμένη σε βάρος τους επιδίκαση δικαστικών εξόδων ποσού 4.852,88 ευρώ, επικαλούμενες εσφαλμένο υπολογισμό αυτών, διότι:1) η αγωγή έχει τον χαρακτήρα της αρνητικής αναγνωριστικής και ως τούτου το αντικείμενο της δεν αποτιμάται σε χρήμα και εφαρμόζεται το Παράρτημα Ι του ν. 4194/ 2013, 2) το αίτημα αυτής για αναγνώριση της συγκυριότητάς των εναγόντων στο ακίνητο τους τυγχάνει απαράδεκτο, καθόσον ουδέποτε αμφισβητήθηκαν τα εμπράγματα δικαιώματα τους σε αυτό,  3) αυτή έγινε μερικώς δεκτή,  και 4) σε κάθε περίπτωση  ορθότερο όλων θα ήταν να εφαρμοστεί στην ένδικη περίπτωση η διάταξη του άρθρου 179 ΚΠολΔ και τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων να συμψηφισθούν μεταξύ τους  λόγω του δυσερμήνευτου  χαρακτήρα των διατάξεων που εφαρμόστηκαν. Ο λόγος αυτός  είναι μεν παραδεκτός, αφού προσβάλλεται συγχρόνως και η ουσία της υπόθεσης (άρθρο 193 του ΚΠολΔ), πλην, όμως είναι ουσιαστικά αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο διότι με την εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθώς αφενός επιδίκασε τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων σε βάρος απάντων των εναγομένων κατ’άρθρο 176 ΚΠολΔ λόγω της ήττας τους, ενώ εν προκειμένω δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της επικαλούμενης διάταξης του άρθρου 179 ΚΠολΔ για συμψηφισμό αυτών (σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγούμενη παράγραφο της παρούσας), και αφετέρου ορθώς αυτά υπολογίστηκαν στο ποσό των 4.852,88 ευρώ, σύμφωνα με τον βάσιμο κατάλογο εξόδων, που υποβλήθηκε με τις από 5-7-2018 κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προτάσεις των εναγόντων(άρθρο 190  ΚΠολΔ), και δεδομένου ότι, δεν είχε συμφωνηθεί εγγράφως μεταξύ αυτών και του πληρεξουσίου δικηγόρου τους η αμοιβή αυτού. Ειδικότερα, σε αυτόν αναφέρονται ως δικαστικά έξοδα τα ακόλουθα ποσά: 43,70 ευρώ για κατάθεση της αγωγής, 49,95 ευρώ για κατάθεση προτάσεων (βλ. σχετικά γραμμάτια προείσπραξης του ΔΣΑ), για επιδόσεις αντιγράφου αγωγής 155 ευρώ και 68,20 ευρώ, για επίδοση εξωδίκου 68,20 ευρώ, για την λήψη των απαιτούμενων κτηματολογικών φύλλων και αποσπασμάτων κτηματολογικού διαγράμματος  224,46 ευρώ, 111,60 ευρώ, και 55,80 ευρώ, πιστοποιητικού καταχώρησης αγωγής 7,58 ευρώ, αντιγράφου απόφασης εγγραφής προσημείωσης 18,74 ευρώ, για τη καταχώρηση της αγωγής 18,41 ευρώ, και για την λήψη επικυρωμένων αντιγράφων συμβολαίων και πιστοποιητικών μεταγραφής από το Υποθηκοφυλακείο Πειραιά 105 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενες αποδείξεις), για δικηγορική αμοιβή βάσει των διατάξεων των άρθρων 58 παρ.3 και 63 παρ.1α του ν. 4194/2013 (Κώδικα περί Δικηγόρων) για τη σύνταξη αγωγής 2.632,83 ευρώ (131.641,69 ευρώ αξία αντικειμένου αυτής -βλ. σχετικά φύλλα υπολογισμού αξίας ακινήτου εναγόντων) χ 2%, για τη σύνταξη προτάσεων 1.316,41 ευρώ (άρθρο 68 παρ 1 του ιδίου νόμου), δηλαδή το ½ της αμοιβής για την σύνταξη της αγωγής (άρθρο 68 παρ.1 του ίδιου νόμου), και για την παράσταση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο 102 ευρώ. Τα ως άνω άρθρα του ν. 4194/ 2013 εφαρμόζονται εν προκειμένω, διότι η αγωγή δεν είναι αρνητική αναγνωριστική, όπως εσφαλμένως εκλαμβάνουν οι εκκαλούσες, αλλά αναγνωριστική κυριότητας, και ως εκ τούτου το αντικείμενο της είναι αποτιμητό σε χρήμα και υπολογίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της, λαμβανομένου υπόψη περαιτέρω, ότι το αίτημα περί αναγνώρισης της συγκυριότητας των εναγόντων στο ακίνητο τους αποτελεί αντικείμενο της ασκηθείσας αγωγής με βάση την διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 ν. 2664 1998, καθόσον το εν λόγω εμπράγματο δικαίωμα τους θεωρείται, ότι προσβάλλεται με την ανακριβή εγγραφή, και ως εκ τούτου δεν είναι απαράδεκτο, ούτε βεβαίως έχει απορριφθεί ως τέτοιο. Τέλος, η απόρριψη πρωτοδίκως κάποιων αιτημάτων της αγωγής, δευτερεύοντος χαρακτήρα, λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος των εναγόντων, δεν επηρεάζει την επιδίκαση των δικαστικών εξόδων στο σύνολο τους σε βάρος των ηττηθέντων εναγομένων.

IX. Μετα ταύτα, επειδή δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι των υπό κρίση εφέσεων προς εξέταση αυτές πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των παραβόλων, που οι εκκαλούντες προκατέβαλαν κατά την κατάθεση τους (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους(άρθρο 176 ΚΠολΔ), κατά ουσιαστική παραδοχή του σχετικού αιτήματος αυτών, σε συνδυασμό και με τον υποβληθέντα εκ μέρους τους κατάλογο εξόδων, η βασιμότητα του οποίου πιθανολογήθηκε εν μέρει, και να ορισθούν στο συνολικό ποσό των 456,83 ευρώ, ήτοι 2.632,93 ευρώ, πλέον του αιτούμενου ΦΠΑ 24%, για την αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου τους για κατάθεση προτάσεων, δεδομένου ότι κατά τα οριζόμενα στη διάταξη 69 παρ.1 ν. ν. 4194/ 2013 η αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου για την κατάθεση προτάσεων ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου είναι διπλάσια από την αμοιβή που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 68 του ίδιου νόμου (δηλαδή για την κατάθεση προτάσεων στον πρώτο βαθμό), καθώς και 192 ευρώ για την παράσταση του στο ακροατήριο (παράρτημα Ι Κώδικα Δικηγόρων).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις με αριθμούς εκθέσεις κατάθεσης (Α) ………/2020, (Β) ……../ 2020 και (Γ) ………../2020 εφέσεις κατά της με αριθμό  3766/ 2019  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την παρουσία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τις  εφέσεις τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτές κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο των  με αριθμούς …………/ ………../ 2020, και …………./2020 (ηλεκτρονικών) παραβόλων,  ποσού 100 ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλούντων και τα ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων τετρακοσίων πενήντα εξι ευρώ και ογδόντα τριών  λεπτών (3.456,83 ευρώ).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 23 Αυγούστου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ