Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 31/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 31/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και από τη Γραμματέα, Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Αρμοδίως (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, η από 25-4-2015 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. …….) έφεση των εναγομένων, ως ολικά ηττηθέντων διαδίκων, κατά της με αριθμό 866/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 12-12-2011 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. …….) διεκδικητικής αγωγής των εναγόντων κατ’αυτών. Έχει δε ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 § 1 εδ.α΄του ΚΠολΔ, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517 και 520 § 1 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ίσχυε προ της αντικατάστασής της με το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015), που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), δηλαδή πριν από την επίδοσή της και εντός τριετίας από τη δημοσίευσή της, εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της προς ή από τους εκκαλούντες, ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου. Επομένως, εφόσον έχει καταβληθεί και το νόμιμο παράβολο κατά την άσκησή της (υπ’αριθμ. ………. σειρά Α παράβολα του Δημοσίου και υπ’αριθμ. ……. σειρά Α παράβολα υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ), πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι, αναφορικά με την αρχικώς ενάγουσα, ……. ……., που απεβίωσε στις 17-6-2015, η δίκη νομίμως συνεχίζεται από τον πρώτο και τη δεύτερη των εφεσιβλήτων ως εκ διαθήκης κληρονόμους της, και τους λοιπούς, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους της, κατά το αλβανικό δίκαιο, που εφαρμόζεται εν προκειμένω κατ’άρθρο 28 του ΑΚ (υπ’αριθμ. 168 πρακτικό ανοίγματος της από 24-6-2002 διαθήκης, υπ’αριθμ. 171 απόφαση του συμβολαιογράφου Κορυτσάς …….για την έκδοση της κληρονομίας με διαθήκη και υπ’αριθμ. 169 απόφαση για την έκδοση της βεβαιώσεως κληρονομιάς με διαθήκη του ως άνω συμβολαιογράφου, συντεταγμένα στην αλβανική γλώσσα και συνοδευόμενα από επίσημη μετάφρασή τους στα ελληνικά από δικηγόρο), οι οποίοι με σχετική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου τους στο ακροατήριο, γνωστοποίησαν τον θάνατό της και την εκούσια επανάληψη της δίκης που βιαίως διακόπηκε λόγω αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 286 περ.α΄, 287 § 1, 290, σε συνδυασμό με 524 § 1 εδ.α΄του ΚΠολΔ (ΑΠ 1059/2017, ΑΠ 382/2017 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).  Ως εκ τούτου, παρέλκει η εξέταση του ισχυρισμού των εφεσιβλήτων περί έλλειψης πληρεξουσιότητας της πληρεξουσίας δικηγόρου των εκκαλούντων, αναφορικά με την άνω αποβιώσασα.

ΙΙ. Οι ενάγοντες εξέθεταν στην αγωγή τους, κατ’εκτίμηση του περιεχομένου της, ότι έχουν καταστεί συγκύριοι κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα ποσοστά εξ αδιαιρέτου ο καθένας, του ειδικότερα περιγραφόμενου, κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου (οικοπέδου), κειμένου στην τοποθεσία …. στον Πειραιά, αξίας 54.431,44 ευρώ, παραγώγως, με κληρονομική διαδοχή, και  επικουρικά, πρωτοτύπως, με τακτική ή και έκτακτη χρησικτησία, νεμόμενοι αυτό δυνάμει νόμιμων τίτλων και καλή πίστη, διανοία συγκυρίων, για χρονικό διάστημα πέραν της δεκαετίας αλλά και της εικοσαετίας, προμετρώντας στον χρόνο νομής τους και εκείνον των δικαιοπαρόχων τους, που το νέμονταν ομοίως με καλή πίστη και διανοία κυρίων σε χρόνο αναγόμενο μέχρι το έτος 1920. Ότι οι εναγόμενοι εντός του χρονικού διαστήματος από τις αρχές του έτους 2006 έως τον Οκτώβριο του έτους 2008 κατέλαβαν το επίδικο, περιφράσσοντάς το με τοιχίο και πόρτα, και αποβάλλοντάς τους κατ’αυτόν τον τρόπο από τη νομή του. Ακολούθως, ζητούσαν, να αναγνωριστούν συγκύριοι του συγκεκριμένου ακινήτου, κατά τα ειδικότερα ποσοστά εξ αδιαιρέτου ο καθένας, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τους το αποδώσουν και, σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους, να διαταχθεί η βίαιη αποβολή τους και η νόμιμη εγκατάσταση των ιδίων σε αυτό, να απαγορευθεί στους εναγομένους κάθε μελλοντική διατάραξη της κυριότητας, νομής και κατοχής τους επ’αυτού, με την απειλή χρηματικής ποινής 3.000 ευρώ και προσωπικής κράτησης για κάθε διατάραξη και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά τους έξοδα.

ΙΙΙ. Επί της αγωγής εκδόθηκε η εκκαλουμένη, με την οποία, αφού κρίθηκε η αγωγή ως νόμιμη, πλην των αιτημάτων της περί αποβολής των εναγομένων και παύσης της διατάραξης με απειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης,

έγινε δεκτή αυτή, ως βάσιμη και κατ’ουσίαν, κατά το κύριο αίτημά της περί παραγώγου τρόπου κτήσεως, ακολούθως δε αναγνωρίστηκαν οι ενάγοντες συγκύριοι του επιδίκου, κατά τα μνημονευόμενα ποσοστά εξ αδιαιρέτου και υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι να τους το αποδώσουν κατά το ανήκον σε καθέναν ποσοστό εξ αδιαιρέτου και να καταβάλουν τα δικαστικά τους έξοδα, τα οποία καθορίστηκαν στο ποσό των 1.000 ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται οι εκκαλούντες για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση άλλως τη μεταρρύθμισή της με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή.

  1. IV. Με τον Ν.4223/2013 προβλέφθηκε η επιβολή του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), που επιβάλλεται, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα, στα εμπράγματα δικαιώματα της πλήρους κυριότητας, επί ακινήτων που βρίσκονται στην Ελλάδα και ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν. 4223/2013, όπως αυτή ήδη τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 παρ. γ αρ. 5 του Ν 4254/2014: «Μετά το άρθρο 54 του ν. 4174/2013 προστίθεται νέο άρθρο 54Α, σύμφωνα με το οποίο « ……5. είναι απαράδεκτη η συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου εμπράγματης αγωγής επί ακινήτου, πλην της μονομερούς εγγραφής υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης ή της άρσης κατάσχεσης, αν δεν προσκομισθεί από τον υπόχρεο σε ΕΝ.Φ.Ι.Α., το πιστοποιητικό των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου αυτού.» Η τελευταία αυτή διάταξη, περί απαραδέκτου της συζητήσεως εμπράγματης αγωγής, που είναι προφανές ότι είναι φορολογικής φύσης, θίγει, παραβιάζει και έρχεται σε ευθεία αντίθεση προεχόντως προς τη διάταξη του άρθρου 20  του Συντάγματος (δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας). Με αυτήν, όπως και με το άρθρο 6 παράγραφος 1 της ΕΣΔΑ, κατοχυρώνεται το θεμελιώδες δικαίωμα του πολίτη για παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, αποτελεί δε θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου. Οι δικονομικές λεπτομέρειες που είναι επιτρεπτό να καθορίζονται,   δεν επιτρέπεται να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων των πολιτών (ΕφΚρ (Μον) 19/2016 ΕλλΔνη 2016.503),  ενώ θα πρέπει να συνάπτονται προς τη λειτουργία των δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης (ΟλΣτΕ 601/2012, Αρμ.2012.799), προϋπόθεση υπό την οποία και μόνον είναι συνταγματικώς ανεκτή η θέσπιση δικονομικών απαραδέκτων (ΟλΣτε 1619/2012 Νοβ 2012.1263), με αποτέλεσμα να μην δύναται να εξαρτάται η εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του πολίτη, με την άσκηση ένδικου μέσου (ΟλΣτε 1619/2012 ό.π) και, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, ένδικου βοηθήματος.

Με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούντες παραπονούνται, διατεινόμενοι ότι η συζήτηση της αγωγής έπρεπε να κηρυχθεί απαράδεκτη,  σύμφωνα με το άρθρο 54Α παρ.5 του Ν.4174/2013, επειδή δεν προσκομίστηκε από τους ενάγοντες το πιστοποιητικό καταβολής ΕΝΦΙΑ.  Σύμφωνα, ωστόσο, με όσα προεκτέθηκαν, ο συγκεκριμένος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, σύμφωνα με την αμέσως προηγηθείσα σκέψη, αφού η καθιέρωση του συγκεκριμένου απαραδέκτου προσκρούει στη διάταξη του άρθρου 20 του Συντάγματος και 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ,  καθώς δεν υπαγορεύεται από λόγους που ανάγονται στη λειτουργία των δικαστηρίων και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, αλλά εξυπηρετεί μόνον φορολογικούς σκοπούς.

Vα. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1710 § 1, 1712, 1721, 1846, 1193, 1195, 1198, 1199 του ΑΚ συνάγεται ότι η κυριότητα ακινήτου αποκτάται παραγώγως, με κληρονομική διαδοχή από τον θάνατο του κληρονομουμένου, εφόσον ο κληρονόμος αποδεχθεί την κληρονομία με δημόσιο έγγραφο και μεταγράψει την περί αποδοχής δήλωσή του ή αν εκδοθεί και μεταγραφεί κληρονομητήριο. Για τη μεταβίβαση με τον τρόπο αυτό της κυριότητας ακινήτου, προϋπόθεση είναι ο αποβιώσας να ήταν κύριος του ακινήτου. Έτσι, αν η διεκδικητική κυριότητας ακινήτου αγωγή με την οποία ο ενάγων ζητεί την προστασία της κυριότητάς του επί ακινήτου πράγματος, στηρίζεται σε κτήση της κυριότητας με κληρονομική διαδοχή, πρέπει να αναφέρονται τόσο στην αγωγή όσο και στην απόφαση που τη δέχεται ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και ότι ο αποβιώσας ήταν κύριος του επιδίκου ακινήτου (ΑΠ 898/2015, ΑΠ 505/2015 αδημ.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Αν δε αμφισβητηθεί ειδικά ότι ο φερόμενος ως δικαιοπάροχος του ενάγοντος είχε το δικαίωμα, οφείλει ο ενάγων κατά παραδεκτή συμπλήρωση της αγωγής, να ισχυριστεί και να αποδείξει τα περιστατικά που στηρίζουν την κτήση κάποτε του δικαιώματος από τον δικαιοπάροχο και, ανάλογα με την έκταση της αμφισβήτησης, και των απωτέρων δικαιοπαρόχων μέχρι τη συμπλήρωση πρωτοτύπου τρόπου (ΑΠ 41/2018, αδημ.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 898/2015, ΑΠ 505/2015 ό.π). Επίσης, στη διεκδικητική αγωγή, ο ισχυ­ρισμός του εναγομένου ότι το επίδικο δεν είναι του ενάγοντα, αλλά του ιδίου, επικαλούμενου του τελευταίου πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν διαφορετικό τρόπο κτήσης του επιδίκου από αυτόν του ενάγοντα (δηλ. ο ενάγων επικαλείται πα­ράγωγο τρόπο και ο εναγόμενος πρωτότυπο), τότε αυτός ο ισχυρισμός του εναγο­μένου, αποτελεί ένσταση ιδίας κυριότητας. Εάν, όμως, επικαλείται πραγματικά περι­στατικά, που θεμελιώνουν όμοιο τρόπο κτήσης του επιδίκου με αυτόν του ενάγοντα (δηλ. ο ενάγων επικαλείται παράγωγο τρό­πο και ο εναγόμενος ομοίως), τότε, εάν τα πραγματικά περιστατικά που προσδίδουν κυριότητα στον εναγόμενο είναι σύγχρονα ή προγενέστερα από αυτά που επικαλείται ο ενάγων, τότε ο ισχυρισμός αυτός αποτε­λεί άρνηση, ενώ εάν είναι μεταγενέστερα από αυτά που αναφέρει ο ενάγων, τότε ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένσταση ιδίας κυριότητας (ΑΠ 1311/2010, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 161/2015 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2015.633, ΕφΑθ 1891/2015, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).

Οι εκκαλούντες με τον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, διατείνονται ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως αόριστη, διότι δεν μνημονεύονται στο δικόγραφό της, υλικές και εμφανείς πράξεις νομής επί του επιδίκου, πλην εκείνης της αποδοχής κληρονομίας, χωρίς να προσδιορίζουν αν η αοριστία αυτή πλήττει αμφότερες τις βάσεις της αγωγής, δηλαδή τόσο εκείνη περί παραγώγου όσο και εκείνη περί πρωτοτύπου τρόπου κτήσεως. Ο λόγος αυτός, έτσι όπως διατυπώνεται, είναι αβάσιμος, προεχόντως διότι γίνεται επίκληση τέτοιων πράξεων, και, συγκεκριμένα, γίνεται μνεία στο δικόγραφο της αγωγής ότι, ο μεν απώτατος δικαιοπάροχος των εναγόντων, ……., μετά το 1920 που το απέκτησε, ανήγειρε επ’αυτού οικοδομή, όπου και διέμενε με την οικογένειά του, στη συνέχεια δε οι δικαιοπάροχοί του και τελικώς και οι ίδιοι οι ενάγοντες το εκμίσθωναν σε τρίτους μέχρι την ολοσχερή καταστροφή της εντός αυτού υπάρχουσας οικίας. Παρ’ότι δε ο χρόνος που αυτή η καταστροφή έλαβε χώρα δεν προσδιορίζεται, από τη συνολική εκτίμηση του αγωγικού δικογράφου, συνάγεται ότι αυτό φέρεται να συνέβαινε τουλάχιστον έως το 2006, που αυτοί το απέκτησαν με κληρονομική διαδοχή. Επιπροσθέτως, αναφορά τέτοιων πράξεων δεν ήταν αναγκαία, ως προς τον παράγωγο τρόπο κτήσης, εφόσον οι εναγόμενοι δεν αμφισβήτησαν ειδικώς την κυριότητα της άμεσης δικαιοπαρόχου της αρχικώς ενάγουσας, ……. ……., και απώτερης δικαιοπαρόχου των λοιπών εναγόντων, …… Συνεπώς, δεν ήταν αναγκαία η αναγωγή σε πρωτότυπο τρόπο κτήσης της κυριότητας εκ μέρους τους, με παράθεση των αντίστοιχων πραγματικών περιστατικά είτε καθ’υποφοράν στο αγωγικό δικόγραφο είτε με συμπλήρωσή τους με τις προτάσεις, σύμφωνα με την προηγηθείσα υπό στοιχ. Vα σκέψη.

Vβ. Από τη διάταξη του άρθρου 983 του ΑΚ που ορίζει ότι η νομή μεταβιβάζεται στους κληρονόμους του νομέα, συνάγεται ότι ο κληρονόμος και χωρίς να αποκτήσει τη φυσική εξουσία επί των κληρονομιαίων πραγμάτων, ακόμη δε και χωρίς να έχει γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και των αντικειμένων αυτής, θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως νομέας αυτών, διαδεχόμενος ολόκληρη την έννομη σχέση της νομής και τα εξ αυτής δικαιώματα (ΑΠ 83/2017,  ΑΠ 1869/2011,  αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και, συνεπώς, μπορεί να ασκήσει και τις περί νομής αγωγές (άρθρο 984 ΑΚ). Για να αποκτήσει ο κληρονόμος και φυσική εξουσία πρέπει να καταλάβει σωματικά το πράγμα. Επομένως, η έννοια της ως άνω διάταξης του άρθρου 983 του ΑΚ, είναι ότι στον κληρονόμο μεταβιβάζεται το δικαίωμα νομής, δυνάμει του οποίου μπορεί πλέον αυτός να επιληφθεί του πράγματος και να ιδρύει νέα, ασκώντας τη δική του φυσική εξουσία (ΑΠ 83/2017 ό.π, ΑΠ 2110/2009, ΧΡΙΔ 2011.32). Προϋποθέσεις για τη μεταβίβαση αυτήν είναι, αφενός η κατά τον χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου νομή του πράγματος εκ μέρους αυτού-αφού με τον θάνατο του κληρονομουμένου η νομή ακινήτου που είχε αυτός μεταβιβάζεται στον κληρονόμο (ΑΠ 816/2009, ΕλλΔνη 2011.1030)-και αφετέρου η κατά τον ίδιο χρόνο στο πρόσωπο του διαδόχου στη νομή ύπαρξη της ιδιότητας του αληθούς κληρονόμου, είτε εκ διαθήκης είτε εξ αδιαθέτου (ΑΠ 1176/2010, ΑΠ 1744/2009  αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Έτσι, αν ο κληρονομούμενος είχε απωλέσει, όσο ζούσε, τη νομή με παράνομη αποβολή από τρίτο, δεν κληρονομείται η απωλεσθείσα νομή, αλλά οι κληρονόμοι υπεισέρχονται στις αξιώσεις του αποβληθέντος από τη νομή δικαιοπαρόχου τους, στους οποίους ανήκει και η από τα άρθρα 904 επ. ανωτέρω αξίωση προς απόδοση του πλουτισμού (ΑΠ 1659/2009, Νοβ 2010.1689). Επιπλέον, η νομή, που άπαξ έχει κτηθεί, εξακολουθεί να διατηρείται από τον νομέα και χωρίς τη διαρκή ενεργό παρουσία των κτητικών όρων αυτής, χωρίς δηλαδή να είναι ανάγκη ο νομέας να διατελεί διαρκώς σε σωματική επαφή προς το πράγμα, ούτε να είναι σε συνεχή εγρήγορση και να έχει αδιάκοπα κατευθυνόμενη τη διάνοια κυρίου προς αυτό (ΑΠ 108/2011 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 388/2010 Αρμ 2012.58). Εξάλλου η απώλεια της νομής επέρχεται όταν παύσει η φυσική εξουσία επί του πράγματος ή εκδηλωθεί αντίθετη διάνοια του νομέα (άρθρο 981 του ΑΚ).  Εάν όμως το ακίνητο πράγμα καταλήφθηκε από άλλον εν αγνοία του νομέα, η νομή επ’ αυτού δεν χάνεται πριν ο νομέας πληροφορηθεί την κατάληψη και εφησυχάσει ή επιχειρήσει την ανάκτηση αυτοδυνάμως ή δικαστικώς και αποτύχει (ΑΠ 388/2010 ό.π, ΕφΘεσ 401/2012 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΠατρ 707/2008 ΑΧΑΝΟΜ 2009.186, Α.Γεωργιάδης-Μ.Σταθόπουλος «αστικός κώδιξ» τόμος V, σελ. 253, αρ. 9-11).

VΙ. Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων, …….και ………, που εξετάστηκαν με επιμέλεια των διαδίκων ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από τους εκκαλούντες -20 συνολικά-και τους εφεσίβλητους -8 συνολικά-φωτογραφίες,  των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολΔ) και η υπ’αριθμ. …….. ένορκη βεβαίωση της …….., ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιώς, που ελήφθη με επιμέλεια των εναγομένων στο πλαίσιο άλλης δίκης και λαμβάνεται υπόψη ως δικαστικό τεκμήριο (ΑΠ 1471/2014, ΑΠ 621/2014, ΕφΠειρ 422/2015, ΕφΘεσ 1970/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), παρ’ότι δεν προηγήθηκε κλήτευση των εναγόντων (ΑΠ 736/2016, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1471/2014 ό.π), που δεν παρέστησαν σ’αυτήν, λαμβάνοντας υπόψη και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3,4 του ΚΠολΔ), χωρίς αντιθέτως να ληφθεί υπόψη το υπ’αριθμ. πρωτ. …….. έγγραφο του Τμήματος Εισπράξεως του Δήμου Πειραιά, μετά του συνημμένου υπ’αριθμ. … διπλοτύπου είσπραξης,  τα οποία προσκόμισαν οι εκκαλούντες απαραδέκτως με την προσθήκη-αντίκρουση των προτάσεών τους, αφού η προσκόμισή τους δεν κατατείνει στην αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις των αντιδίκων τους (ΑΠ 546/2011 ΕΦΑΔ 2011.1197, ΑΠ 996/2001, ΕΕργΔ 2003.90, ΕφΛαμ 16/2013, ΕφΔωδ 251/2006 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Το επίδικο ακίνητο, αποτελεί οικόπεδο, ήδη άρτιο και οικοδομήσιμο, σύμφωνα με το από Δεκεμβρίου 2005 τοπογραφικό διάγραμμα της πολιτικού μηχανικού, …….., επιφάνειας, κατά τη νεώτερη καταμέτρηση της τελευταίας, 142,50 τμ, ευρισκόμενο στην τοποθεσία .. εντός του υπ’αριθμ. … οικοδομικού τετραγώνου και επί της οδού … και στον αριθμό … αυτής, ενώ, κατά τον αρχικό τίτλο κτήσης, δηλαδή το υπ’αριθμ. ……. συμβόλαιο αγοράς του συμβολαιογράφου Πειραιώς, ….(τόμος .., α.α .. βιβλίων μεταγραφών Υποθηκοφυλακείου Πειραιά), δυνάμει του οποίου το απέκτησε ο απώτατος δικαιοπάροχος των εφεσιβλήτων, ……., αυτό περιγραφόταν ως ευρισκόμενο εντός του υπ’αριθμ. … οικοδομικού τετραγώνου του σχεδίου της πόλεως του Πειραιά και στη θέση «…». Το συγκεκριμένο ακίνητο αποτυπώνεται με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Α, στο προαναφερθέν σχεδιάγραμμα, έχει πρόσοψη 9,5 μέτρα επί της οδού …. και συνορεύει, δυτικά, με ιδιοκτησία ……., ανατολικά με ιδιοκτησία των εναγομένων και στις λοιπές πλευρές της με ιδιοκτησίες αγνώστων. Αρχικά, όπως ήδη εκτέθηκε, περιήλθε με αγορά στον . …του …. και μετά τον θάνατό του, στις 8-8-1956, στη σύζυγό του και μοναδική κληρονόμο του, …….., σύμφωνα με την υπ’αριθμ. 1089/1147/11-12-1975 απόφαση του Λαϊκού Δικαστηρίου της Επαρχίας Κορυτσάς της τότε Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας, η οποία απεβίωσε στις 16-9-1980, καταλείποντας την υπ’αριθμ. …… διαθήκη της, με την οποία άφησε μοναδικούς κληρονόμους της, την αρχική ενάγουσα, ……. ……., και τον … ……., από κοινού και κατ’ισομοιρία. Το γεγονός αυτό βεβαιώνεται στο κείμενο της υπ’αριθμ. 154/1981 απόφασης του Λαϊκού Δικαστηρίου της επαρχίας Κορυτσάς, με την οποία αποφασίστηκε η χορήγηση κληρονομητηρίου στους ως άνω κληρονόμους της. Στη συνέχεια, οι τελευταίοι, δυνάμει της υπ’αριθμ. ……. δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης, ……., που έχει νόμιμα μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς (τόμος …., α.α …), αποδέχθηκαν την επαχθείσα τόσο στη δικαιοπάροχό τους, κληρονομία, για λογαριασμό της, όσο και σε αυτούς τους ίδιους, καθιστάμενοι έτσι συγκύριοι και συννομείς του επιδίκου, κατά το ποσοστό του ½ εξ αδιαιρέτου ο καθένας, ήδη από τον χρόνο θανάτου της κληρονομουμένης, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. Vα σκέψη, η κυριότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε από τους εκκαλούντες, αφού αυτοί επικαλούνται άσκηση πράξεων νομής εκ μέρους τους από το έτος 1974  και εντεύθεν. Αντιστοίχως, η δικαιοπάροχός τους, είχε αποκτήσει τη νομή του ήδη από τον θάνατο του συζύγου της το 1956, χωρίς να απαιτείται σε αμφότερες τις περιπτώσεις και η άσκηση πράξεων νομής εκ μέρους τους, σύμφωνα με τη σχετική υπό στοιχ. Vβ σκέψη. Επίσης, αποδείχθηκε ότι ο ανωτέρω, .. ……. απεβίωσε στην Κορυτσά Αλβανίας στις 29-12-1991, καταλείποντας μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του,  σύμφωνα με το εφαρμοστέο, ως εκ της υπηκοότητάς του, αλβανικό δίκαιο (άρθρο 28 του ΑΚ), τη σύζυγό του, ……. ……. και τα τέκνα τους, Αθηνά, …, … και … ……., κατά το ποσοστό του 1/5 εξ αδιαιρέτου τον καθένα, όπως αυτό προκύπτει από την ήδη τελεσίδικη υπ’αριθμ. 1857/2002 απόφαση του Δικαστηρίου Κορυτσάς, το απορρέον από την οποία δεδικασμένο, έχει αναγνωριστεί και στην Ελληνική Επικράτεια, δυνάμει της υπ’αριθμ. 15727/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, Έτσι, με την αποδοχή της κληρονομίας του, δυνάμει της υπ’αριθμ. …….. δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ……, που μεταγράφηκε νόμιμα στα ως άνω βιβλία μεταγραφών, στον τόμο … και με α.α …, αυτοί κατέστησαν συγκύριοι του επιδίκου, κατά το-συνολικό- ποσοστό των 6/10 εξ αδιαιρέτου η πρώτη, στην οποία είχε ήδη περιέλθει αυτό, κατά τα άνω, σε ποσοστό ½ ή 5/10 εξ αδιαιρέτου, και του 1/10 εξ αδιαιρέτου καθένας από τους λοιπούς (1/2 : 5). Τέλος, στις 17-6-2015 απεβίωσε η ……. ……., η οποία με την υπ’αριθμ. …./….διαθήκη της, κατέλιπε την ακίνητη περιουσία της, που αποτελείτο από το συγκεκριμένο ακίνητο, σε ποσοστό 20 % στα εγγόνια της, … ……. και … ……., δηλαδή σε ποσοστό 6/50 εξ αδιαιρέτου από κοινού ή 3/50 εξ αδιαιρέτου στον καθένα (6/10 Χ 1/5 : 2). Η διαθήκη ανοίχθηκε με το από 22-2-2018 πρακτικό ανοίγματος διαθήκης της συμβολαιογράφου Κορυτσάς, .. .. και, ακολούθως, εκδόθηκαν οι υπ’αριθμ. 169/125/2/2018 και 171/126/2/2018 αποφάσεις, για την έκδοση της βεβαίωσης κληρονομίας με διαθήκη, με τις οποίες βεβαιώθηκε το κληρονομικό, βάσει διαθήκης, δικαίωμα των ανωτέρω επί του επιδίκου, κατά το προαναφερθέν ποσοστό, και το δικαίωμα των λοιπών εφεσιβλήτων, ως τέκνων της και κληρονόμων της εξ αδιαθέτου, σε ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου ο καθένας, στο απομένον ποσοστό εξ αδιαιρέτου, δηλαδή σε ποσοστό 6/50 εξ αδιαιρέτου ο καθένας (6/10 Χ 4/5 : 4). Έτσι, τελικώς το συνολικό εξ αδιαιρέτου, εκ διαθήκης και εξ αδιαθέτου, ποσοστό των τελευταίων διαμορφώθηκε για τον καθένα σε 11/50 (6/50 + 5/50). Αποδείχθηκε, επίσης, ότι ο απώτερος δικαιοπάροχος των εναγόντων, ……… είχε ανεγείρει επ’αυτού οικία, όπου κατοικούσε με την οικογένειά του μέχρι το έτος 1940, οπότε και αποχώρησε για την Αλβανία, με την έναρξη του ελληνοιταλικού πολέμου, εκμισθώνοντάς το έκτοτε προς τρίτους. Στα χρόνια που ακολούθησαν και μέχρι το έτος 1992, που, όπως είναι κοινώς γνωστό, το καθεστώς στην Αλβανία ήταν κομμουνιστικό, και η έξοδος των υπηκόων της από τη Χώρα απαγορευόταν, δεν υπήρχε αντικειμενικά η δυνατότητα επίσκεψης του ακινήτου από τη .. .. και στη συνέχεια τους κληρονόμους της. Στις 4-8-1973 διεκόπη η ηλεκτροδότησή του και μετά τον μεγάλο σεισμό στις Αλκυονίδες το έτος 1981, που έπληξε και την Αττική, έπεσε η οροφή του κτίσματος, αυτό κατέστη πλέον μη κατοικίσιμο και φαινόταν ερειπωμένο. Παράλληλα υπέστη φθορές και το τοιχίο που υπήρχε στο όριο των ιδιοκτησιών. Το έτος 1999, με τον σεισμό του μηνός Σεπτεμβρίου, το κτίριο κατέρρευσε. Παρ’ότι όμως οι δικαιοπάροχοι των εναγόντων αλλά και οι ίδιοι δεν ασκούσαν εμφανείς υλικές πράξεις νομής τουλάχιστον από το 1973 και εντεύθεν, ουδέποτε, τόσο αυτοί όσο και ο απώτερος δικαιοπάροχός τους, .. .., εκδήλωσαν πρόθεση να μην το νέμονται πλέον. Αντιθέτως, μάλιστα, η διαχείρισή του φέρεται να είχε ανατεθεί στον δικηγόρο ……, ο οποίος, σύμφωνα με την από 10-5-1961 επιστολή του προς την ……., είχε υποβάλει αίτηση εκδόσεως κληρονομητηρίου ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιώς, για τη μεταγραφή του ακινήτου και δήλωση φόρου κληρονομίας στην αρμόδια Εφορία, ενώ το έτος 1984 συνετάγη και μεταγράφηκε η προαναφερθείσα υπ’αριθμ. .. δήλωση αποδοχής κληρονομίας. Για τη διαχείρισή του, αντίθετα, από άλλο πρόσωπο, ονόματι …… και στη συνέχεια την κόρη της, …, οι οποίες φέρονταν να το επισκέπτονται και να το εποπτεύουν δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία, και μόνη η κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως, ο οποίος μάλιστα δεν έχει άμεση αντίληψη και γνώση για το συγκεκριμένο ζήτημα, δεν επαρκεί. Επιπλέον, το έτος 2002, η εκ των εφεσιβλήτων ……, εξουσιοδότησε εγγράφως τον αδερφό της .., δίνοντάς του την εντολή διαχείρισης του συγκεκριμένου ακινήτου, κατά το ανήκον σε αυτήν ποσοστό εξ αδιαιρέτου, ενώ και τα λοιπά αδέλφια της του έδωσαν αντίστοιχη εντολή, αναφορικά με την ακίνητη περιουσία τους εν γένει, με το υπ’αριθμ. .. πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Κορυτσάς, ……, έχοντας προηγηθεί το υπ’αριθμ. …. ειδικό πληρεξούσιο της ως άνω συμβολαιογράφου, με το οποίο η ……., .. και .. ……. όρισαν τον ίδιο ως γενικό πληρεξούσιο και αντιπρόσωπό τους, για την εκπροσώπησή τους στην Ελλάδα, ενώπιον κάθε Αρχής και δικαστηρίου, καθώς και για την υπογραφή εργολαβικής σύμβασης για την ανέγερση οικοδομής με το σύστημα της αντιπαροχής, αναφορικά με το επίδικο, στο οποίο δεν γίνεται μεν συγκεκριμένη μνεία δια της περιγραφής ή της αναγραφής της διεύθυνσής του αλλά δεν καταλείπεται ουδεμία αμφιβολία ότι πρόκειται γι’αυτό, αφού  αποτελούσε το μοναδικό περιουσιακό τους στοιχείο στην Ελλάδα. Οι ενέργειες αυτές υποδηλώνουν την πρόθεση να αξιοποιήσουν το ακίνητο δια της ανέγερσης οικοδομής με το σύστημα της αντιπαροχής, η δε καθυστέρηση υλοποίησής της οφείλεται αφενός σε οικονομικούς λόγους, καθώς ήταν δύσκολη η μετακίνησή τους από την Αλβανία στην Ελλάδα και αφετέρου στο ότι έπρεπε να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες περιέλευσης της κληρονομίας των δικαιοπαρόχων των εναγόντων στους ίδιους στην Αλβανία. Η μακροχρόνια απουσία των εναγόντων και των δικαιοπαρόχων τους, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, υπήρξε ο λόγος που δεν αντιλήφθηκαν τις επεμβάσεις του δικαιοπαρόχου των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων, … ……., στο επίδικο. Αυτός, την περίοδο που ανεγείρετο πολυκατοικία και συγκεκριμένα ο α΄, β΄και γ΄ όροφος αυτής, δυνάμει της υπ’αριθμ. ……. άδειας της Πολεοδομίας Πειραιώς, όπως αυτή αναθεωρήθηκε, επί του όμορου, στη συμβολή των οδών .., .. και … οικοπέδου, που προήλθε από τη συνένωση τριών οικοπέδων, τα οποία απέκτησαν δι’αγοράς (υπ’αριθμ. ……… συμβόλαια αγοραπωλησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών, …….), εξ ημισείας ο ίδιος και ο αδερφός του …., θείος και πατέρας αντίστοιχα των εκκαλούντων, εναπόθετε εκεί διάφορα οικοδομικά υλικά. Η ανέγερση του υπογείου και του ισογείου της ίδιας οικοδομής είχε προηγηθεί δυνάμει της υπ’αριθμ. …… άδειας της ως άνω Πολεοδομίας. Μετά την πτώση της στέγης του κτίσματος, που υπήρχε επί του επιδίκου, από τον σεισμό του έτους 1981, ο .. … προέβη σε καθαρισμό των οικοδομικών υλικών (σχετ. η κατάθεση της ……..), ενώ σε χρονική στιγμή που δεν προσδιορίστηκε επακριβώς αποκατέστησε και τον μεσότοιχο των ιδιοκτησιών, λόγω εκτεταμένων φθορών που είχε υποστεί και σφράγισε με ξύλα τα παράθυρα και την πόρτα της οικοδομής επί της οδού .., τοποθετώντας και κλειδαριά με λουκέτο (σχετ. η υπ’αριθμ. 7α σχετικών φωτογραφία των εκκαλούντων). Επίσης, μετά το 1999 που το κτίσμα κατέρρευσε εξ ολοκλήρου από τον μεγάλο σεισμό στην Πάρνηθα, προέβη σταδιακά σε καθαρισμό του οικοπέδου, απομακρύνοντας με φορτηγό όλα τα οικοδομικά υλικά, με αποτέλεσμα αυτό να έχει πλέον την εικόνα ενός καθαρού οικοπέδου χωρίς κτίσμα και οικοδομικά ή άλλα υλικά (σχετ. οι υπ’αριθμ. σχετικών 30 φωτογραφίες των εκκαλούντων). Με βάση τις προσκομιζόμενες από τους εφεσίβλητους φωτογραφίες, συνάγεται ότι υπήρξε και μια ενδιάμεση περίοδος, πριν τον ολοκληρωτικό καθαρισμό του χώρου, όπου εντός του επιδίκου δεν υπήρχαν μεν κτίσματα αλλά κάποια μεμονωμένα ξύλα και χόρτα και πιθανώς και η παλιά πρόσοψη ή τμήμα αυτής. Τελικά, σε χρόνο που δεν διευκρινίστηκε, καθαιρέθηκε όλη η πρόσοψη και στη θέση της κτίστηκε ψηλή μάντρα, στην οποία τοποθετήθηκε συρόμενη σιδερένια πόρτα και έκτοτε το επίδικο χρησιμοποιείτο από τον πρώτο εκκαλούντα και άλλα πιθανώς μέλη της οικογένειάς του και τις λοιπές εκκαλούσες, ως χώρος στάθμευσης οχημάτων. Είναι, ωστόσο, βέβαιον, ότι η τελική αυτή επέμβαση έλαβε χώρα μετά την επίσκεψη του μάρτυρα αποδείξεως, υιού της .. ……., το έτος 2003, αφού αυτός μπόρεσε να μπει εντός αυτού και να διαπιστώσει την κατάστασή του, βγάζοντας και φωτογραφίες. Η εικόνα δε που, κατά πάσα πιθανότητα, αυτό είχε τότε ήταν εκείνη που περιγράφηκε ανωτέρω κατά την ενδιάμεση περίοδο, με την πρόσοψη του κτίσματος να υφίσταται ακόμη. Το συμπέρασμα αυτό εξάγεται από το γεγονός ότι, κατά την κατάθεσή του, του επιδείχθησαν μία ή περισσότερες από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, χωρίς να διευκρινίζεται ποία από αυτές, και αυτός φαίνεται να έδειξε το «σπίτι», γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν είχε καθαριστεί εντελώς το οικόπεδο τότε, δεν είχε καθαιρεθεί η πρόσοψη ούτε είχε κατασκευαστεί η νέα μάντρα, διότι άλλως, αφενός δεν θα ήταν δυνατή η πρόσβαση σε αυτό και αφετέρου δεν θα γινόταν λόγος για «σπίτι». Η προσκόμιση δε από την πλευρά των εκκαλούντων μίας χειρόγραφης απόδειξης με ημερομηνία 16-12-1999 δεν οδηγεί σε αντίθετο συμπέρασμα, περί του χρόνου κατασκευής της νέας εισόδου, αφού σε αυτήν αναγράφεται ως αιτία έκδοσης η είσπραξη ποσού 140.000 δραχμών για την κατασκευή πόρτας γκαράζ, πλην όμως τέτοια πόρτα υφίσταται και στην παρακείμενη ιδιοκτησία της οικογένειας ……., με αποτέλεσμα να μην αποκλείεται να αφορά σε αυτήν. Εξάλλου, και η μάρτυρας ανταπόδειξης τοποθετεί την κατασκευή της περίπου μία δεκαετία πριν την εξέτασή της (19-9-2014), δηλαδή το έτος 2004. Ο χρόνος επισκέψεως του μάρτυρα αμφισβητείται από τους εκκαλούντες, που τον τοποθετούν στο έτος 2009, όταν και απεστάλη προς αυτούς το από 20-5-2009 εξώδικο, πλην όμως υπό τις ανωτέρω παραδοχές αποδεικνύεται ότι η επίσκεψη αυτή έγινε πράγματι περί το έτος 2003. Εξάλλου, η επίσκεψη αυτή συνάδει χρονικά  με την εντολή που δόθηκε με το από 11-11-2002 πληρεξούσιο προς τον … ……. για την αξιοποίηση του ακινήτου με την ανέγερση οικοδομής με το σύστημα της αντιπαροχής. Η δε πάροδος μιας ικανού χρονικού διαστήματος μέχρι την εκ νέου επίσκεψη το έτος 2009 και τη διαπίστωση της κατασκευής νέας εισόδου, δεν οδηγεί σε διαφορετικό συμπέρασμα, αφού, όπως ήδη εκτέθηκε, πέραν του τόπου της μόνιμης διαμονής των εναγόντων στην Αλβανία, που καθιστούσε δυσχερή την μετάβασή τους εκεί, δεν είχε γίνει και αποδοχή της κληρονομίας των δικαιοπαρόχων τους εκ μέρους τους, για τη θεμελίωση του κληρονομικού δικαιώματός τους, που έλαβε χώρα το έτος 2006.  Μέχρι τότε, επίσης, ουδείς εκ των διαδίκων ή των άμεσων δικαιοπαρόχων τους δεν δήλωνε το ακίνητο στην Εφορία, ενώ και όλες οι ενέργειες των εναγομένων (αποδοχή κληρονομίας .. ……., υποβολή δηλώσεων φόρου κληρονομίας του, και ακίνητης περιουσίας και καταβολή δαπάνης κατασκευής αποχετευτικού αγωγού) ανάγονται σε χρόνο μεταγενέστερο του έτους 2005.

Από όλα όσα προεκτέθηκαν, αποδείχθηκε ότι όλοι οι ενάγοντες κατέστησαν συγκύριοι του επιδίκου, κατά τα μνημονευόμενα ανωτέρω ποσοστά εξ αδιαιρέτου ο καθένας, παραγώγως, δυνάμει κληρονομικής διαδοχής, ενώ ταυτόχρονα απέκτησαν και τη (συν)νομή του, την οποία ουδέποτε απώλεσαν, παρά τη διενέργεια μεμονωμένων εμφανών υλικών πράξεων νομής εκ μέρους του δικαιοπαρόχου των εναγομένων, …. ……. στο παρελθόν, αφού αυτοί έλαβαν γνώση της κατάληψής του, μόλις το έτος 2009, και δεν εφησύχασαν, αλλά αντιθέτως, αφού προηγήθηκε η αποστολή εξωδίκου, κατά τα προεκτεθέντα, άσκησαν την υπό κρίση διεκδικητική αγωγή. Έτσι, το χρονικό αυτό σημείο λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίωση της συννομής των εναγομένων, σύμφωνα και με τη σχετική υπό στοιχ. Vβ σκέψη, και μέχρι την άσκηση της αγωγής το έτος 2011 δεν είχε συμπληρωθεί εικοσαετία, ώστε να καταλυθεί δι’έκτακτης χρησικτησίας το δικαίωμα κυριότητας των εναγόντων. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση του επιδίκου για την εναπόθεση οικοδομικών υλικών στο παρελθόν, όπως και ο καθαρισμός του μετά τον σεισμό του έτους 1981 δεν αποτελούν αναντίρρητα πράξεις δηλωτικές της βούλησης του …. ……. για φυσική εξουσίασή του, καθώς ειδικά ο καθαρισμός του υπαγορευόταν και από λόγους ασφαλείας, λόγω της άμεσης γειτνίασης των δύο ιδιοκτησιών, και τον κίνδυνο πτώσης του μεσότοιχου από οικοδομικά υλικά που θα μπορούσαν να παρασυρθούν από φυσικά φαινόμενα και να μετακινηθούν στο σημείο αυτό του επιδίκου. Εξάλλου, ο χρόνος σφράγισης της πρόσοψης με ξύλα και η τοποθέτηση κλειδαριάς με λουκέτο στην πόρτα εισόδου, δεν εξακριβώθηκε, πολλώ δε μάλλον δεν αποδείχθηκε ότι ανάγεται σε χρόνο αναγόμενο τουλάχιστον μια εικοσαετία πριν την άσκηση της αγωγής. Είναι δε πολύ χαρακτηριστικό ότι το από 25-5-2009 εξώδικο των εναγομένων προς τους ενάγοντες, είναι πολύ συνοπτικό, χωρίς καμία αναφορά σε συνεχείς και εμφανείς πράξεις νομής εκ μέρους του δικαιοπαρόχου τους επί του επιδίκου, με ταυτόχρονη μνεία συγκεκριμένων χρονικών σημείων που αυτές έλαβαν χώρα, ώστε να θεμελιώνεται επαρκώς το δικαίωμα κυριότητάς τους με έκτακτη χρησικτησία. Επομένως, τα αυτά δεχόμενο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε τον προταθέντα πρωτοδίκως ισχυρισμό των εναγομένων περί ιδίας κυριότητας, ο οποίος αποτελεί ένσταση επί της κύριας βάσης της αγωγής περί παραγώγου τρόπου κτήσεως, κατά τα συναφώς εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. Vβ σκέψη,  και τον οποίο επανέφεραν με τον τρίτο λόγο της έφεσής τους, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται εν μέρει και συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ, ΕφΑθ (Μον)407/2018, ΕφΘεσ 2754/2017, ΕφΠειρ 194/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τους εκκαλούντες, απορριπτομένων ως αβάσιμων.

Απορριπτέος, τέλος, τυγχάνει και ο τέταρτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες παραπονούνται για εσφαλμένο καθορισμό των δικαστικών εξόδων, καθώς αυτά έπρεπε να συμψηφιστούν, κατ’άρθρο 179 του ΚΠολΔ, αφού δεν τέθηκε ζήτημα ιδιαίτερης δυσχέρειας στην ερμηνεία των εφαρμοστέων κανόνων δικαίων, οι οποίοι άλλωστε δεν προσδιορίζονται από τους εκκαλούντες.

Κατ’ακολουθίαν όσων προεκτέθηκαν, και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα, πρέπει ν’απορριφθεί η κρινόμενη έφεση στο σύνολό της,  να διαταχθεί, κατ’αρθρο 495 παρ. 4 εδ.ε΄ του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ.2 του ν. 4055/2012, η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες κατά την άσκησή της  και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό  (106, 176, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, 63 § 1iα, 68 § 1,  69 παρ.1 εδ.α΄, 166 και παράρτημα Ι Β του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 25-4-2015 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. …….) έφεση των εναγομένων, κατά της υπ’αριθμ. 866/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά  και την απορρίπτει κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατέβαλαν οι εκκαλούντες κατά την άσκηση της εφέσεως.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, την 17-1 -2019.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ