Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 564/2022

Αριθμός    564 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:  Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.)», πρώην με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)» (κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 ν.4670/2020, ΦΕΚ Α’ 43/28.02.2020), που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενου από το Διοικητή του – και εν προκειμένω και από το Διευθυντή του e-Ε.Φ.Κ.Α. – Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Πειραιά Πειραιά και το Διευθυντή του e – Ε.Φ.Κ.Α. – Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Ελευσίνας -, ως οιονεί καθολικού διαδόχου, βάσει των διατάξεων των άρθρων 51 § 1, 51Α και 53 § 1 περ. Αα, υποπερ. αα και περ. Δα, υποπερ. αα του ν.4387/2016 (Α’ 85/12.5.2016), όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του ν.4670/2020 (ΦΕΚ Α’ 43/28.02.2020), σε συνδυασμό με την κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 100 § 1 του   ίδιου νόμου εκδοθείσα υπ’ αρ. Φ.80000/οικ.60871/16291 Απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’ 3/5.1.2017) : α) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ» (Ι.Κ.Α – Ε.Τ.Α.Μ.) και β) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ» (Ο.Α.Ε.Ε.) (άρθρα 51, 53 και 70 παρ. 1 και 9 ν.4387/2016 και 31 ν.4445/2016 παρ. Η και Θ),το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Ιφιγένεια Μάνθου.

Α. ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………. ως καθολικής διαδόχου της τραπεζικής εταιρείας …………. και              2) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………….., οι οποίες αμφότερες δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Β. ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ:     Ανώνυμης εταιρίας ………………..,η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Σταυρούλα Παπαδήμα,

ΥΠΕΡ Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας …………… υπό την ιδιότητά της ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρίας ………….

Β. ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ:          ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (e-Ε.Φ.Κ.Α.)», όπως μετονομάσθηκε ο «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ-Ε.Φ.Κ.Α.», νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Διοικητή αυτού και εν προκειμένω από τον Διευθυντή του ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ Κ.Ε.Α.Ο. ΠΕΙΡΑΙΑ και τον Διευθυντή του ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ Κ.Ε.Α.Ο. ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ, ως οιονεί καθολικού διαδόχου (α] του ν.π.δ.δ. «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ» (άρθρα 51Α και 53 Ν. 4387/2016, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το Ν. 4670/2020], και (β] του ν.π.δ.δ. «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ (Ο.Α.Ε.Ε.]» (άρθρα 51, 53 και 70 παρ. 1 και 9 Ν. 4387/2016 και 31 β. 4445/2016 παρ. Η και Θ],  το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Ιφιγένεια Μάνθου,

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ Την ανώνυμη τραπεζική εταιρία …………, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………..

Γ. ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία ……………,η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Σταυρούλα Παπαδήμα,

ΥΠΕΡ Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………….. ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρείας …………

Γ. ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ:          Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α)»,πρώην με ην επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)» (κατ άρθρο 1 παρ 1 ν.4670/2020, ΦΕΚ Α’43/28.02.2020), που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής αρ 12, με ΑΦΜ 997072577, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Διοικητή του – και εν προκειμένω από τον Διευθυντή του e-Ε.Φ.Κ.Α. – Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Πειραιά και τον Διευθυντή του e-Ε.Φ.ΚΑ – Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Ελευσίνας- ως οιωνεί καθολικού διαδόχου, βάσει των διατάξεων των άρθρων 51 § 1, 51Α και 53 §1 περ. Αα, υποπερ. Αα και περ. Δα, υποπερ. αα του ν. 4387/2016 (Α’85/12.5.2016), όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του ν. 4670/2020 (ΦΕΚ Α’43/28.02.2020), σε συνδυασμό με την κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 100 § 1 του ίδιου νόμου εκδοθείσα υπ αρ. Φ.80000/οικ.60871/16291 Απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’3/5.1.2017) : α) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ» (Ι.Κ.Α – Ε.Τ.Α.Μ.) και β) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ» (Ο.Α.Ε.Ε) (άρθρα 51, 53 και 70 παρ. 1 και 9 ν.4387/2016 και 31 ν.4445/2016 παρ. Η και Θ), το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Ιφιγένεια Μάνθου,

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ Την ανώνυμη τραπεζική εταιρία ………., ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………..

Δ. ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας …………….,η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Ιωάννα Γιαννούλη,

ΥΠΕΡ Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……….. ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………

Δ. ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ:           Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-E.Φ.K.A.)» πρώην με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.)» (κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 ν.4670/2020, ΦΕΚ Α’ 43/28.02.2020), που εδρεύει στην Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενου από το Διοικητή του – και εν προκειμένω και από το Διευθυντή του e-Ε.Φ.Κ.Α. – Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Πειραιά Πειραιά και το Διευθυντή του e – Ε.Φ.Κ.Α. – Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο. Ελευσίνας -, ως οιονεί καθολικού διαδόχου, βάσει των διατάξεων των άρθρων 51 § 1, 51Α και 53 § 1 περ. Αα, υποπερ. αα και περ. Δα, υποπερ. αα του ν.4387/2016 (Α’ 85/12.5.2016), όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του ν.4670/2020 (ΦΕΚ Α’ 43/28.02.2020), σε συνδυασμό με την κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 100 § 1 του ίδιου νόμου εκδοθείσα υπ’ αρ. Φ.80000/Οικ.60871/16291 Απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΒΓ 3/5.1.2017) : α) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ» (Ι.Κ.Α – Ε.Τ.Α.Μ.) και β) του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΤΈΛΜΑΤΙΩΝ» (Ο.Α.Ε.Ε.) (άρθρα 51,53 και 70 παρ. 1 και 9 ν.4387/2016 και 31 ν.4445/2016 παρ. Η και Θ),  το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Ιφιγένεια Μάνθου,

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ Την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία ………….

Το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-E.Φ.K.A.)»  κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  10.6.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2019) ανακοπή κατά του υπ΄ αριθμ. ………./23-5-2019 πίνακα κατάταξης δανειστών, επί της οποίας εκδόθηκε η  υπ΄ αριθμ. 1742/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το ανακόπτον και ήδη υπό στοιχ Α εκκαλούν ως άνω ΝΠΔΔ με την από 4.1.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ κατάθεσης στο Πρωτοδικείο ……../2021, ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο  ………../2021), της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατέθεσαν α) η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………….» τις από  18.1.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2022) και από  21.1.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2022) αυτοτελείς πρόσθετες παρεμβάσεις και β) η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………» την από 27.1.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2022)  εκουσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση. Δικάσιμος των προαναφερόμενων αυτοτελών προσθέτων παρεμβάσεων ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιες δικηγόροι των παρασταθέντων διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα φέρονται προς συζήτηση η από 4.1.2021 (αριθ.καταθ. ………../2021) έφεση και οι από: α)18.1.2022 (αριθ.καταθ. ……./2022), β)21.1.2022 (αριθ.καταθ. ………./2022), γ)27.1.2022 (αριθ.καταθ. ……./2022) πρόσθετες παρεμβάσεις, οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν λόγω πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 80 και 246 Κ.Πολ.Δ)

Η υπό κρίση από 4.1.2022 (αριθ.καταθ. ………/2021) έφεση του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθ. 1742/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία του περιουσιακών διαφορών (άρθ. 614 επ., 591 παρ. 1 περ.γ΄ ,979 παρ. 2, 937 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, όπως το τελευταίο άρθρο ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το ν.4335/2015), έχει ασκηθεί αρμοδίως και νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου της στην Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθ. 19, 495 παρ.1, 2, 511, 513 παρ. 1 εδ.β΄, 516, 517 εδ.α΄ Κ.Πολ.Δ, 10 του κ.δ της 26.6-10.7/1944 Κώδικος των νόμων περί δικών Δημοσίου), εντός της καταχρηστικής προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ (ημερομηνία δημοσίευσης της εκκαλουμένης 6.5.2020 και ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης 13.1.2021-βλ.τη σχετική έκθεση της Γραμματέως του Τμήματος Ενδίκων Μέσων του Πρωτοδικείου Πειραιά) και από τη δικογραφία δεν προκύπτει λόγος απαραδέκτου, κατ’ άρθρο 520 παρ. 1 σε συνδυασμό με τα άρθρα 118 έως 120 Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει τυπικά δεκτή, και να ερευνηθεί, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό, το νόμιμο και το κατ’ ουσία βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), α)ερήμην της δεύτερης εφεσίβλητης Τράπεζας, η οποία κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη νόμιμη σειρά του πινακίου, δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, πλην όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να είναι και αυτή παρούσα (άρθρο 271, 524 παρ. 4 εδ.α΄ Κ.Πολ.Δ, (βλ.την υπ’ αριθ. 9136/9.2.2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών, Ελένης Μιχ. Πρασσά, που προσκομίζεται νόμιμα από το εκκαλούν) και β)δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου του άρθρου 495 παρ. 3Αβ Κ.Πολ.Δ, καθόσον ως προς τον Ε.Φ.Κ.Α ισχύουν τα προνόμια του Δημοσίου (άρθρο 62 παρ. 3 περ.β Ν. 4387/2016, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 ν.4445/2016).

Με την από 10.6.2019 (αριθ.καταθ. ………./2019) ανακοπή, το ανακόπτων εξέθετε ότι, με την επίδοση της από 13.2.2018 επιταγής προς πληρωμή κάτω από αντίγραφο πρώτου εκτελεστού της με αριθμό ………./2009 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προς τον καθ’ ου η εκτέλεση, ………., ξεκίνησε, με επίσπευση της πρώτης καθ’ ης η ανακοπή ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………”, η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, στα πλαίσια της οποίας συντάχθηκε ο ένδικος πίνακας κατάταξης. Ότι βάσει της υπ’ αριθ. …………/27.4.2018 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του δικαστικού επιμελητή περιφερείας Εφετείου Αθηνών, ………, εκπλειστηριάστηκε η ακίνητη περιουσία του προαναφερόμενου οφειλέτη και συντάχθηκε η υπ’ αριθ. …../5.12.2018 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού σύμφωνα με την οποία επιτεύχθηκε πλειστηρίασμα ύψους 85.000 ευρώ, το οποίο δεν αρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση όλων των δανειστών. Ακόμη, ότι στη διαδικασία του πιο πάνω πλειστηριασμού, οι διάδικοι της ένδικης ανακοπής ανήγγειλαν τις απαιτήσεις τους, οι οποίες κατατάχθηκαν, όπως αναφέρεται στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης. Ότι η κατάταξη αυτή είναι μη νόμιμη, λόγω μη ορθής αντιμετώπισης της συρροής των προνομιούχων δανειστών και για το λόγο αυτό ζητούσε να μεταρρυθμιστεί ο με αριθ. …../23.5.2019 πίνακας κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών, …………, προκειμένου να καταταγεί προνομιακά και οριστικά στο πλειστηρίασμα με ταυτόχρονη αποβολή των καθών η ανακοπή και να καταδικαστούν οι αντίδικοι στη δικαστική του δαπάνη. Επί της ανακοπής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη 1742/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία αφού απορρίφθηκε ο κύριος λόγος ανακοπής, και έγινε δεκτή αυτή (ανακοπή) ως προς τον επικουρικό λόγο, μεταρρύθμισε ακολούθως τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και απέβαλε το Ελληνικό Δημόσιο από τις με αριθμό 1 και με αριθμό 2 θέσεις των γενικών προνομιούχων δανειστών του ανωτέρω πίνακα, και στην ίδια θέση κατέταξε το ανακόπτον προνομιακά και οριστικά (9.014,88 ευρώ) πλέον του ποσού των 11.008 ευρώ για το οποίο ήδη έχει καταταχθεί, προς μερική ικανοποίηση των απαιτήσεών του, συνολικού ύψους 235.261,78 ευρώ και συμψηφίστηκε η δικαστική δαπάνη.

Κατά της πιο πάνω απόφασης παραπονείται το εκκαλούν – ανακόπτων κατά το μέρος που απορρίφθηκε η ανακοπή του (πρώτος κύριος λόγος), για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνισή της ως προς το μέρος αυτό (που απορρίφθηκε η ένδικη ανακοπή του), προκειμένου να γίνει δεκτή αυτή (ανακοπή) στο σύνολό της και να καταταγεί προνομιακά και οριστικά στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης με ταυτόχρονη αποβολή από αυτόν των, πρώτης και δεύτερης των καθών η ανακοπή και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητες – καθών η ανακοπή (πρώτη και δεύτερη) στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.

Από τη διάταξη του άρθρου 80 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποσε μόνη την αντίκρουση των λόγων της έφεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την προστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, περιοριζόμενος πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της αποφάσεως που θα εκδοθεί είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως  τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διατάξεως του άρθρου 80 Κ.Πολ.Δ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υποθέσεως (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1329/2013, ΑΠ 1171/2012, ΑΠ 332/1994 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 Κ.Πολ.Δ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του,  εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 και 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για τον χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 Κ.Πολ.Δ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1485/2006, ΑΠ 91/2005 Νόμος). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 Κ.Πολ.Δ (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1564/2017, ΑΠ 1731/2011, Νόμος).

Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 περ.γ΄ του ν. 4354/2015 “Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες επείγουσες διατάξεις εφαρμογής της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων”, “Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις”. Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του άνω νόμου 4354/2015, “Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ.του ν.4307/2014 (Α 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένου της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης” (Εφ.Θεσσαλ. 49/2022, Εφ.Θεσσαλ. 982/2021, Εφ.Θεσσαλ. 266/2021, Εφ.Πατρ. 58/2021, Εφ.Λαρ. 128/2021, Εφ.Πειρ. 171/2021, Εφ.Αθ. 3048/2021, Εφ.Λαρ. 375/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, Α)Η εδρεύουσα στη ……. Αττικής με την επωνυμία “………..” (η “…………”) με το από 21.1.2022 ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………./4.8.2022 και επιδόθηκε στο Εκκαλούν και στις εφεσίβλητες (βλ.τις υπ’ αριθ. ……./31.1.2022, ………/31.1.2022 εκθέσεις επιδόσεων των δικαστικών επιμελητριών Εφετείου Αθηνών, …………. αντιστοίχως, προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την προσθέτως παρεμβαίνουσα),  άσκησε το πρώτον ενώπιον του Εφετείου πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης Τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “……..”, επικαλούμενη ως έννομο συμφέρον της το γεγονός ότι είναι νόμιμη διαχειρίστρια της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία “…………….” ειδικής διαδόχου της πρώτης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας, υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο από την παρούσα δίκη (άρθ. 325 Κ.Πολ.Δ). Ειδικότερα, όπως από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει, η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία, η οποία έχει νόμιμα αδειοδοτηθεί και ελέγχεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4354/2015, όπως αυτή ισχύει (Απόφαση υπ’ αριθ. 207/1/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος), είναι διαχειρίστρια απαιτήσεων της πρώτης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας από χορηγήσεις δανείων και πιστώσεων προς οφειλέτες, που οι οφειλές τους έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες και έχουν καταγγελθεί από την πρώτη εφεσίβλητη, η οποία, στο πλαίσιο τιτλοποίησης αξιώσεων, δυνάμει της από 30.4.2020 Πώλησης (εκχώρηση) και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας έχει νόμιμα καταχωρηθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν. 2844/2000 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …/30.4.2020 και αριθμός …./20.4.2021 (Μεταβολές/Προσθήκες της Συμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων)  αντιστοίχως, έχει μεταβιβάσει τις απαιτήσεις αυτές στην αλλοδαπή εταιρεία “……………..” ανώνυμη εταιρεία ειδικού σκοπού (που έχει νομίμως συσταθεί και λειτουργεί με έδρα το Δουβλίνο), η οποία ακολούθως ανέθεσε τη διαχείριση των ως άνω απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στην παρεμβαίνουσα ανώνυμη εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 14 του ν.3156/2003, δυνάμει της από 18.6.2021 μεταβολής του προσώπου του διαχειριστή, αντίγραφο της οποίας έχει νομίμως καταχωρισθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν. 2844/2000 κατά τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 16 του Ν. 3156/2003 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου ……./22.6.2021. Στις ως άνω μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων και απαιτήσεις της πρώτης εφεσίβλητης-υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση Τράπεζας με την επωνυμία “…………”, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………..”, κατόπιν διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα εταιρεία-πιστωτικό ίδρυμα, εγκριθείσας της ως άνω διάσπασης με αριθμ.πρωτ. ………./16.4.2021 απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.Μ.Η και δημοσιεύθηκε στα στοιχεία της διασπώμενης και της επωφελούμενης με τις υπ’ αριθ. ……./16.4.2021 και ………./16.4.2021 Ανακοινώσεις αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, στις ως άνω μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνονται, οι απαιτήσεις της πρώτης εφεσίβλητης-υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση Τράπεζας, που περιέχονται στην από 6.12.2018 Αναγγελία της πρώτης εφεσίβλητης Τράπεζας-υπερ ης η πρόσθετη παρέμβαση, και απορρέουν από τις α)υπ’ αριθ. ………/20.6.2006 Σύμβαση πιστώσεως με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της Τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία “……………” υπέρ της οποίας εγγυήθηκε ο …………., βάσει της οποίας (απαίτησης) εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………./2009 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία επιτάχθηκαν οι ως άνω οφειλέτες στην καταβολή ποσού 39.447,69 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων και β)την υπ’ αριθ. …………../8.4.2008 Σύμβαση Πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της Τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία “…………….”, υπέρ της οποίας εγγυήθηκε ο ……………, βάσει της οποίας (απαίτησης) εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………../2011 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία επιτάχθηκαν οι ως άνω οφειλέτες στην καταβολή ποσού 637.275,33 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, όπως τα ανωτέρω προκύπτουν, από το απόσπασμα του Παραρτήματος της από 30.4.2020 Σύμβασης Πώλησης και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 30.4.2020 με αριθ.πρωτοκ. …./30.4.2020 στον τόμο …. και αριθ. …., όπως αυτή διορθώθηκε με την από 13.9.2021 πρόσθετη πράξη στη σύμβαση εκχώρησης απαιτήσεων, η οποία καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 14.9.2021 με αριθ. …/14.9.2021 στον τόμο …. με αριθ. …., από τα οποία επίσης προκύπτει, ότι δεν περιλαμβάνεται και η απαίτηση της πρώτης εφεσίβλητης – υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση τράπεζας με την επωνυμία “…………….”, που απορρέει από την επικαλούμενη υπ’ αριθ. ………./3.1.2006 σύμβασης πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό , η οποία άλλωστε δεν περιλαμβάνεται και στην από 6.12.2018 Αναγγελία απαιτήσεων της πρώτης εφεσίβλητης ως άνω Τράπεζας.

Β)Η ιδία ως άνω εδρεύουσα στη ……. Αττικής εταιρεία με την επωνυμία “…………” με το από 18.1.2022 ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……../2022 και επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στο Εκκαλούν και στις εφεσίβλητες (βλ.τις υπ’ αριθ. ……./31.1.2022, …/31.1.2022, …./31.1.2022 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητριών του Εφετείου Αθηνών, ……….. αντιστοίχως, προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την προσθέτως παρεμβαίνουσα), άσκησε το πρώτον ενώπιον του Εφετείου πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………” επικαλούμενη ως έννομο συμφέρον της το γεγονός ότι είναι νόμιμη διαχειρίστρια της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία “…………” ειδικής διαδόχου της πρώτης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας, υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο από την παρούσα δίκη (άρθ. 325 Κ.Πολ.Δ). Ειδικότερα, όπως από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει, η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία, η οποία έχει νόμιμα αδειοδοτηθεί και ελέγχεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4354/2015, όπως αυτή ισχύει (απόφαση υπ’ αριθ. 207/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος), είναι διαχειρίστρια απαιτήσεων της πρώτης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας από χορηγήσεις δανείων και πιστώσεων προς οφειλέτες, που οι οφειλές τους έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες και έχουν καταγγελθεί από την πρώτη εφεσίβλητη, η οποία, στο πλαίσιο τιτλοποίησης αξιώσεων, δυνάμει της από 25.6.2021 πώλησης (εκχώρηση) και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας έχει νόμιμα καταχωρηθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν. 2844/2000 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …./28.6.2021 και αριθμός …../28.6.2021 (Μεταβολές/Προσθήκες της Σύμβασης Πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων) αντιστοίχως έχει μεταβιβάσει τις απαιτήσεις αυτές στην ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία “……………” (που έχει νομίμως συσταθεί και λειτουργεί με έδρα το Δουβλίνο), η οποία ακολούθως ενέθεσε τη διαχείριση των ως άνω απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στην παρεμβαίνουσα ανώνυμη εταιρεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 14 του ν.3156/2003 δυνάμει της από 23.6.2021 σύμβασης διαχείρισης, αντίγραφο της οποίας έχει νομίμως καταχωρισθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν. 2844/2000 κατά τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. … και …. του Ν. 3156/2003 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου ……/28.6.2021. Στις ως άνω μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνεται και η απαίτηση που απορρέει από την υπ’ αριθμ. …. σύμβαση δανείου “……….. με εξασφαλίσεις για την κάλυψη καταναλωτικών αναγκών” που καταρτίσθηκε μεταξύ της …. Τράπεζας, της οποίας καθολική διάδοχος είναι η πρώτη εφεσίβλητη τραπεζική εταιρεία “……..”, και του ………., δυνάμει της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ………./2009 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία επιτάχθηκε ο ως άνω οφειλέτης να καταβάλει στην ανωτέρω δανείστρια τράπεζα το ποσό των 150.863,36 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, βάσει της οποίας (απαίτησης) επισπεύθηκε αναγκαστική εκτέλεση και επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση με την υπ’ αριθμ. ……/27.4.2018 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή περιφέρειας Εφετείου Αθηνών, ………, επί της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη, η οποία εκπλειστηριάστηκε και συντάχθηκε ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης.

Επομένως, οι ως άνω υπ’ αρ. Α και Β΄ πρόσθετες παρεμβάσεις, σύμφωνα και με τις προαναφερόμενες σκέψεις, είναι παραδεκτές και νόμιμες κατ’ άρθρο 80 και 83 Κ.Πολ.Δ, και έχουν τον χαρακτήρα της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης καθόσον η ισχύς της παρούσας απόφασης στην κύρια δίκη της υπό έφεσης εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις αυτής (αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα) ως μη δικαιούχου διαδίκου, συνεπεία της διαχειρίσεως από αυτή των ως άνω μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, με αποτέλεσμα μεταξύ της κυρίας διαδίκου-πρώτης εφεσίβλητης τράπεζας και της προσθέτως υπέρ αυτής παρεμβαίνουσας να δημιουργείται σχέση επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας και συνεπώς θεωρείται, ότι αντιπροσωπεύεται στη δίκη από την παρισταμένη αναγκαία ομόδικό της (άρθρ. 83 Κ.Πολ.Δ, ΑΠ 467/2021 ΝΟΜΟΣ), δεδομένου ότι έχει κληθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα (βλ.τις υπ’ αριθ . …./31.1.2022, …../31.1.2022 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών, ………….), να παραστεί κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Ι)Η εδρεύουσα στο …. Αττικής με την επωνυμία “………..” με το από 27.1.2022 (αριθ.καταθ. ………./2022) ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά και επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στο εκκαλούν και στις εφεσίβλητες (βλ.τις υπ’ αριθ. …/18.2.2022, …/18.2.2022, …/18.2.2022, …./18.2.2022, …./18.2.2022, …./18.2.2022, …./18.2.2022 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητών και επιμελητριών Εφετείου Αθηνών, ……………. αντιστοίχως), άσκησε το πρώτον ενώπιον του Εφετείου πρόσθετη παρέμβαση, υπέρ της δεύτερης εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “………….”, επικαλούμενη ως έννομο συμφέρον το γεγονός ότι είναι νόμιμη διαχειρίστρια της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία “…………..” ειδικής διαδόχου της δεύτερης εφεσίβλητης τραπεζικής εταιρείας υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο της παρούσας δίκης (άρθ. 325 Κ.Πολ.Δ).

Όμως, από τα έγγραφα της δικογραφίας, μεταξύ των οποίων και τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από την προσθέτως παρεμβαίνουσα, δεν προκύπτουν οι απαιτήσεις που μεταβιβάσθηκαν από τη δεύτερη εφεσίβλητη ανώνυμη τραπεζική εταιρεία “…………” προς την αλλοδαπή εταιρεία “……………” των οποίων η διαχείριση ανατέθηκε συμβατικά στην προσθέτως παρεμβαίνουσα (οι αναφερόμενες στα δικόγραφα της από 27.1.2022 πρόσθετης παρέμβασης και των έγγραφων προτάσεων, από 13.7.2020 Σύμβαση Πώλησης και Μεταβίβασης Απαιτήσεων και η καταχώρισή της στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, η από 13.7.2020 Σύμβαση Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, Αναγγελία δεύτερης εφεσίβλητης Τράπεζας, άλλωστε συμπεριλαμβάνονται στις μεταβιβασθείσες ως άνω απαιτήσεις, δεν προσκομίζονται ούτε και γίνεται επίκληση προσκομιδή τους) και κατά συνέπεια δεν προκύπτει ότι η απαίτηση για την οποία αναγγέλθηκε η δεύτερη εφεσίβλητη ως άνω ανώνυμη τραπεζική εταιρεία, ως εγχειρόγραφη δανείστρια ποσού 55.950,22 ευρώ, και για την οποία κατετάγη στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης για το ποσό  247,61 ευρώ, έτσι ώστε να θεμελιωθεί και δικαιολογηθεί το έννομο συμφέρον της προσθέτως παρεμβαίνουσας , κατά τις διατάξεις των άρθρων 80, 68, 225 παρ. 2, 83 Κ.Πολ.Δ και Ν.4354/2015, που αποτελεί ειδική προϋπόθεση (ΑΠ 467/2021, ΑΠ 960/2013), προς άσκηση αυτής (ένδικης πρόσθετης παρέμβασης) στην παρούσα δίκη. Κατά συνέπεια η υπό κρίση από 27.1.2022 (αριθ.καταθ. ……../2022) πρόσθετη παρέμβαση, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, κατά τα προαναφερθέντα αλλά και τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας. Η δικαστική δαπάνη, μεταξύ της προσθέτως παρεμβαίνουσας και του εκκαλούντος, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστεί ολικά, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν από το Δικαστήριο (άρθ. 179 Κ.Πολ.Δ).

Οι νόμοι που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατατάξεως δεν αφορούν κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενασκήσεώς τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερούμενα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ίσχυε κατά το χρόνο της γενέσεως του δικαιώματος ή της ενάρξεως της αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά το χρόνο της κατατάξεως, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαιτήσεως, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους ως εκ της συνδρομής περισσότερων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 ΕισΝ.Κ.Πολ.Δ, που ορίζει, ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του Κ.Πολ.Δ, εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του Κ.Πολ.Δ σε θέματα αναγκαστικής εκτελέσεως εν σχέσει προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (Ολ ΑΠ 21/1994, ΑΠ 1056/2020, ΑΠ 724/2017, ΑΠ 1441/2017). Η ανωτέρω δικονομική αρχή, όμως, κάμπτεται όταν με διάταξη διαχρονικού δικαίου εισάγεται διαφορετική ρύθμιση, όπως είναι αυτή της παρ. 3 άρθρου ένατου του Ν. 4335/2015, που ορίζει: “Οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά τις 1.1.2016. Ομοίως, οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση (άρθρο όγδοο του παρόντος-ΒΙΒΛΙΟ ΟΓΔΟΟ Κ.Πολ.Δ) εφαρμόζονται σε πτωχεύσεις που κηρύσσονται μετά την έναρξη ισχύος του, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου ένατου του παρόντος”. Η δε παρ. 4 του ίδιου, ως άνω, άρθρου ορίζει: “Κατά τα λοιπά, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις, η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από 1.1.2016”. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 926 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ “όταν περάσει έτος από την επίδοση της επιταγής, δεν μπορεί να γίνει καμία άλλη πράξη εκτέλεσης που να βασίζεται επάνω σε αυτήν”. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής τίθεται ανώτατο όριο, μετά την πάροδο του οποίου αποκλείεται η αναγκαστική εκτέλεση χωρίς την επίδοση νέας επιταγής. Δικαιολογητικός λόγος του περιορισμού αυτού είναι η από την απραξία του επισπεύδοντος δημιουργούμενη στον υπόχρεο εκτύπωση για την εγκατάλειψη της συνέχειας της εκτέλεσης. Συνεπώς, η επίδοση της επιταγής, που αποτελεί την πρώτη πράξη της εκτελεστικής διαδικασίας, διατηρεί τις δικονομικές της συνέπειες για ένα έτος και επομένως δεν είναι δυνατόν να γίνει πρώτη μετά την επιταγή πράξη εκτελέσεως μετά την πάροδο του έτους, ενώ όταν μέσα στην προθεσμία αυτή (του έτους) πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε πράξη εκτέλεσης συνεχίζεται η παραπέρα πορεία της εκτέλεσης και πέρα από το έτος, χωρίς την ανάγκη κοινοποίησης νέας επιταγής. Πράξη εκτέλεσης γενόμενη μετά την πάροδο του έτους είναι άκυρη, χωρίς τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης (ΑΠ 1996/2014, ΑΠ 1493/1991, ΑΠ 1373/1982). Ως εκ τούτου, κρίσιμος χρόνος για την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 4335/2015 για την αναγκαστική εκτέλεση, κατά την προαναφερθείσα μεταβατική διάταξη της παρ. 3 άρθρου 1 άρθρου ένατου του Ν. 4335/2015, ερμηνευόμενη υπό το πρίσμα της 926 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, επί διαδοχικής επίδοσης περισσοτέρων επιταγών προς εκτέλεση, θεωρείται αυτός της επίδοσης της επιταγής, που οδήγησε στην έναρξη της κύριας εκτελεστικής διαδικασίας και όχι εκείνος της αρχικής επίδοσης, μετά την οποία πέρασε έτος, χωρίς να γίνει, μετά από αυτή άλλη πράξη εκτέλεσης. Έτσι, αν έχει γίνει ή θα γίνει έναρξη της κύριας εκτελεστικής διαδικασίας εντός έτους, με βάση επιταγή που επιδόθηκε πριν την 01-01-2016 εφαρμόζεται το δίκαιο που ισχύει μέχρι τις 31-12-2015. Αν όμως, από την επίδοση της επιταγής παρήλθε έτος χωρίς να επακολουθήσει αυτής άλλη πράξη εκτέλεσης μέχρι τις 31-12-2015 και επιδοθεί νέα επιταγή μετά την 01-01-2016, στην τελευταία περίπτωση εφαρμόζονται οι νέες ρυθμίσες (ΑΠ 1455/2021, ΑΠ 1098/2021, ΑΠ 1151/2021, Εφ.Θεσσαλ. 49/2022, Εφ.Αθ. 3488/2021, Εφ.Λαρ. 375/2020 Τ.Ν.Π ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, το Ανακόπτον ήδη Εκκαλούν με τον πρώτο κύριο λόγο της υπό κρίση ανακοπής του, τον οποίο επαναφέρει ως μοναδικό λόγο της υπό κρίση έφεσης στον προσβαλλόμενο πίνακα υπό την επί του πλειστηριασμού υπάλληλο οι διατάξεις των άρθρων 975, 976, 977 Κ.Πολ.Δ όπως αυτές ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το ν.4335/2015, ενώ θα έπρεπε να εφαρμοστούν ως ίσχυαν πριν την τροποποίηση αυτή και επομένως η ικανοποίηση των απαιτήσεών του, οι οποίες περιλαμβάνονται στην τρίτη τάξη των γενικών προνομίων του άρθρου 975 Κ.Πολ.Δ έπρεπε να ικανοποιηθούν πριν από τη διαίρεση του πλειστηριάσματος σε ποσοστά κατά το άρθρο 977 Κ.Πολ.Δ, εφαρμόζοντας τη διάταξη του άρθρου 975, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 71 του Ν.4174/2013. Και τούτο διότι, κατά τους ισχυρισμούς του, το διαχρονικό δίκαιο των προνομίων θα πρέπει να κριθεί με βάση το χρόνο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, ήτοι με βάση το χρόνο επίδοσης της πρώτης επιταγής προς εκτέλεση, κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου του εκτελεστού τίτλου (η οποία στην προκειμένη περίπτωση επιδόθηκε το έτος 2010, ήτοι προ της εφαρμογής του Ν.4335/2015) και όχι με βάση το χρόνο σύνταξης του πίνακα κατάταξης ούτε με βάση το χρόνο επίδοσης εκείνης της επιταγής προς εκτέλεση που οδήγησε στον πλειστηριασμό (η οποία εν προκειμένω επιδόθηκε μετά την 1.1.2016). Από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους έγγραφα, προκύπτουν τα ακόλουθα: Μ επίσπευση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “………..”, δυνάμει της με αριθμό ……/2009 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της οποίας επιδόθηκε στον οφειλέτη το πρώτον 11.1.2010 και ακολούθως την 26.2.2018, συντάχθηκε η υπ’ αριθ. ……./27.4.2018 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή περιφέρειας Εφετείου Αθηνών, ……. και διενεργήθηκε στις 5.12.2018 αναγκαστικός πλειστηριασμός ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθήνας, ………, ενός διαμερίσματος του τρίτου υπέρ το ισόγειο ορόφου, επί πολυκατοικίας ανεγερθείσας επί οικοπέδου το οποίο βρίσκεται στον Πειραιά Αττικής, θέση ……., κυριότητας του καθού η εκτέλεση – οφειλέτη, ………, το οποίο κατακυρώθηκε στην ως άνω επισπεύδουσα, το δε επιτευχθέν πλειστηρίασμα ανήλθε στο ποσό των 85.000 ευρώ. Στον ανωτέρω πλειστηριασμό μεταξύ των δανειστών που ανήγγειλαν τις απαιτήσεις τους στην ως άνω επί του πλειστηριασμού υπάλληλο κατά του καθού η αναγκαστική εκτέλεση, περιλαμβάνεται και το ανακόπτον και ήδη εκκαλούν (Ε.Φ.Κ.Α-Ελευσίνας), α)για συνολικό ποσό απαίτησης 182.692,51 ευρώ (απαιτήσεις από ασφαλιστικές εισφορές, αριθ.πρωτ. …../12.12.2018, αριθμός αναγγελίας 88), β)Ε.Φ.Κ.Α-Περιφερειακό ΚΕΑΟ Πειραιά, ομοίως για το ποσό των 52.569,27 ευρώ, αριθ.πρωτ. ……./14.12.2018, αριθ.αναγγελίας 282) και συνολικά για το ποσό των 235.261,78 ευρώ. Στη συνέχεια, επειδή το επιτευχθέν πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της επισπεύδουσας και των αναγγελθέντων δανειστών – η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος ανωτέρω συμβολαιογράφος συνέταξε τον προσβαλλόμενο υπ’ αριθ. ……/23.5.2019 πίνακα κατάταξης δανειστών, στον οποίο, αφού προαφαίρεσε τα έξοδα εκτέλεσης αυτού 4.905,09 ευρώ, στο εναπομείναν πλειστηρίασμα των 80.094,91 ευρώ, εφαρμόζοντας τις διατάξεις των άρθρων 975-977 Κ.Πολ.Δ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 1 άρθρο όγδοο του ν.4335/2015, κατέταξε: 1)στο 65% του πλειστηριάσματος, ήτοι ποσό 52.061,69 ευρώ, κατέταξε προνομιακά και οριστικά ως ενυπόθηκη δανείστρια την επισπεύδουσα τράπεζα-πρώτην των καθών η ανακοπή ήδη πρώτη εφεσίβλητη, 2)στο 25% του πλειστηριάσματος, ήτοι στο ποσό των 20.023,73 ευρώ, στο οποίο είχε καταταγεί συμμέτρως το Ελληνικό Δημόσιο (Δ.Ο.Υ Ν.Ιωνίας στο ποσό των 4.624,93 ευρώ, και Δ.Ο.Υ Ελευσίνας στο ποσό των 4.389,95 ευρώ) κατετάγη προνομιακά και οριστικά το ανακόπτον ΕΦΚΑ, κατόπιν μεταρρύθμισης του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης δανειστών και αποβολής του Ελληνικού Δημοσίου από τις αντίστοιχες θέσεις (αρ.1 και αρ.2 των γενικών προνομιούχων δανειστών), συνεπεία παραδοχής ως βάσιμου του επικουρικού λόγου της υπό κρίση ανακοπής με την εκκαλούμενη απόφαση (που δεν πλήττεται κατά το μέρος παραδοχής του επικουρικού λόγου της), 3)Το ανακόπτον ήδη εκκαλούν ΕΦΚΑ (Περιφερειακό ΚΕΑΟ Ελευσίνας) στο ποσό συνολικά, των 8.548,92 ευρώ προνομιακά και οριστικά, 4)Το ανακόπτον ήδη εκκαλούν ΕΦΚΑ (Περιφερειακό ΚΕΑΟ Πειραιώς), στο ποσό των 2.459,93 ευρώ, προνομιακά και οριστικά, 5)Στο 10% του πλειστηριάσματος, ως εγχειρογράφοι πιστωτές, κατατάχθηκαν συμμέτρως: α)η επισπεύδουσα-πρώτη των καθών η ανακοπή-πρώτη εφεσίβλητη Τράπεζα, τυχαίως, στο ποσό των 8.009,49 ευρώ και β)η δεύτερη των καθών ήδη δεύτερη εφεσίβλητη τράπεζα (Τράπεζα …) στο ποσό των 247,61 ευρώ. Ωστόσο, η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση, που οδήγησε στον επίδικο πλειστηριασμό, έγινε από την επισπεύδουσα-πρώτην των καθών η ανακοπή, στις 26.2.2018, όπως ανωτέρω αναφέρεται, ενώ και ο προσβαλλόμενος πίνακας συντάχθηκε στις 23.5.2019, ήτοι μετά την 1.1.2016, με συνέπεια να έχουν εφαρμογή οι νέες ρυθμίσεις της αναγκαστικής εκτέλεσης του Ν. 4335/2015, και όχι του προϊσχύσαντος δικαίου, δεδομένου ότι προηγούμενη επίδοση επιταγής στις 11.1.2010, δεν ακολούθησε άλλη πράξη εκτέλεσης και δεν αφετηρίασε αυτή  τη κύρια εκτελεστική διαδικασία, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Επομένως, ο περί του αντιθέτου μοναδικός λόγος της υπό κρίση ανακοπής κρίνεται αβάσιμος και απορριπτέος. Με βάση τα ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε, τα ίδια, αν και με ελλιπή αιτιολογία, η οποία νόμιμα συμπληρώνεται από την παρούσα κατ’ άρθρο 534 Κ.Πολ.Δ, και απέρριψε ως μη νόμιμο το πρώτο κύριο λόγο της υπό κρίση ανακοπής, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε.

Κατ΄ακολουθία, πρέπει η υπό κρίση έφεση, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως, να απορριφθεί ως κατ’ ουσία αβάσιμη, χωρίς διάταξη για δικαστικά έξοδα, ελλείψει σχετικού αιτήματος των μη παρισταμένων εφεσιβλήτων,  λόγω δε του ότι, σύμφωνα με την παρ. 2 εδ.γ΄ του άρθρου 979 Κ.Πολ.Δ κατά της απόφασης που εκδίδεται επί ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης, επιτρέπεται η άσκηση όλων των ενδίκων μέσων πλην της ανακοπής ερημοδικίας, δεν ορίζεται παράβολο ερημοδικίας σε βάρος της απολιπομένης δεύτερης εφεσίβλητης τράπεζας. Περαιτέρω, δεδομένου ότι απορρίφθηκε κατ’ ουσία η ένδικη έφεση, πρέπει να γίνουν δεκτές οι υπ’ αρ.Α και Β΄ πρόσθετες παρεμβάσεις. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για τις παρεμβάσεις πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους (άρθ. 182 και 183 Κ.Πολ.Δ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει ερήμην της δεύτερης εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “…………..” και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, Α)την από 4.1.2021 (αριθ.καταθ. ……./11.2021) έφεση, Β)την από 18.1.2022 (αριθ.καταθ……./2022) πρόσθετη παρέμβαση, Γ)την από 21.1.2022 (αριθ.καταθ. ……./2022) πρόσθετη παρέμβαση και Δ)την από 27.1.2022 (αριθ.καταθ. ………./2022) πρόσθετη παρέμβαση.

Α)Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 4.1.2021 (αριθ.καταθ ……./2021) έφεση κατά της υπ’ αριθ. 1742/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Β)Απορρίπτει την από 27.1.2022 (αριθ.καταθ. ………/2022) πρόσθετη παρέμβαση της εταιρείας με την επωνυμία “………..” υπέρ της δεύτερης εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “……….”, κατά του Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία “ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ” νόμιμα εκπροσωπούμενου, ως οιονεί καθολικού διαδόχου, α)του ν.π.δ.δ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και β)του ν.π.δ.δ Ο.Α.Ε.Ε.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

Γ)Δέχεται, τις από 18.1.2022 (αριθ.καταθ. ……./2022) και από 21.1.2022 (αριθ.καταθ. ………./2022) πρόσθετες παρεμβάσεις, της εταιρείας με την επωνυμία “………….”, υπέρ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “………..”, κατά : Ν.Π.Δ.Δ με την επωνυμία “ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ” νόμιμα εκπροσωπούμενου, ως οιονεί καθολικού διαδόχου: α)του ν.π.δ.δ Ι.Κ.Α-ΕΤΑΜ και β)του ν.π.δ.δ Ο.Α.Ε.Ε.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  16 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ