Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 423/2022

Αριθμός    423 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Β. ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ:

Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» …………., ως ειδικού διαδόχου της ασφαλιστικής εταιρείας …………… το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Χρυσάνθη Ρηγάκου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Β. ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:

  1. ……………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Μαρία Καρασαρλίδου – Ονουφριάδη.
  2. Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας ……………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο, Παναγιούλα Χεινοπόρου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

Α. ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ :

  1. ………., για τον εαυτό του ατομικά, ………..
  2. ………., ως νομίμου εκπροσώπου του ανηλίκου και ορφανού μητέρας τέκνου του και για λογαριασμό του ως ασκούντος την γονική του μέριμνα, …………….
  3. …………..η οποία λόγω ενηλικίωσής της συνεχίζει τη δίκη στο όνομά της.
  4. ……………., ως μοναδικής εξ αδιαθέτου κληρονόμος της αρχικώς διαδίκου (τρίτης εκκαλούσας – τέταρτης ενάγουσας) μητέρας της …………….η οποία απεβίωσε, κατοίκου όσο ζούσε ……………
  5. …………, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου σε ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου του αρχικώς διαδίκου (τέταρτου         εκκαλούντος         – πέμπτου    ενάγοντος),  συζύγου της,        …………. ο οποίος απεβίωσε, κατοίκου όσο ζούσε ……………….
  6. …………… ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου σε     ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου του αρχικώς διαδίκου (τέταρτου         εκκαλούντος         – πέμπτου    ενάγοντος), πατέρα του,        …………., ο οποίος απεβίωσε, κατοίκου όσο ζούσε ………….
  7. …………., ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου σε ποσοστό 3/8 εξ αδιαιρέτου του αρχικώς διαδίκου (τέταρτου εκκαλούντος – πέμπτου ενάγοντος), πατέρα της, ………….., ο οποίος απεβίωσε, κατοίκου όσο ζούσε ……………..
  8. …………….., για τον εαυτό της ατομικά, …………
  9. ………………για τον εαυτό της ατομικά, ……………
  10. …………….
  11. ………………….. οι οποίοι, εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο, Μαρία Καρασαρλίδου -Ονουφριάδη.

Α. ΚΑΘ΄ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ ;

1 …………………ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο, Πάρι Αναστασάκο (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

  1. Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και συντετμημένα «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», ………….., ως καθολικού και ειδικού διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας ………….
  2. Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου                        με    την    επωνυμία    «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και συντετμημένα «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», …………..ως καθολικού και ειδικού διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας …………
  3. Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου                  με την    επωνυμία    «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ» και συντετμημένα «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ», …………..ως καθολικού και ειδικού διαδόχου της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας …………… τα οποία (2,3,4), εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο, Χρυσάνθη Ρηγάκου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚπολΔ).

ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ :

Την Ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία …………..

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς άσκησαν :

α)  1) ………….., για τον εαυτό του ατομικά, 2) Ο ………….. ως νόμιμος εκπροσωπος των δύο ανήλικων και ορφανών μητέρας τέκνων του για   λογαριασμό τους ως ασκών τη γονική τους μέριμνα ………….. . και ………………, 3) Η………….., 4) Η ………., 5) Ο …………, 6) Η …………. και 7) Η ………….., την με αριθμ. εκθ. καταθ. …………../26.9.2008 αγωγή,

β)  Η ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………….» την υπ΄ αριθμ. εκθ. καταθ.  ……./27.11.2009  παρεμπίπτουσα αγωγή της,

γ) 1) ………. και 2) Ο ………… την με αριθμ. εκθ. καταθ.  ……/4.3.2011 αγωγή και

δ)  Το ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»   ως ειδικού διαδόχου  της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…………» την  με αριθ. εκθ. καταθ. ……/11.3.2011 παρεμπίπτουσα αγωγή. Επί των  αγωγών αυτών εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 6279/2013 απόφαση του προαναφερόμενου Δικαστηρίου, που  απέρριψε άπασες τις αγωγές.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου:

Α) το υπό στοιχ. Β ήδη καλούν-εκκαλούν με την από  30.11.2016 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2017, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου  …………../2017) επικουρική έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε αρχικά η 6η.4.2017, μετά δε από αναβολή στη δικάσιμο της 7ης.2.2019, οπότε ματαιώθηκε η συζήτηση αυτής.

Με την κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από  30.11.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021) κλήση του ως άνω ΝΠΙΔ η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον αυτού, στη δικάσιμο της 19ης.5.2022 (η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης).

Και Β)   οι  1) ……………., για τον εαυτό του ατομικά, 2)  …………. ως νόμιμος εκπρόσωπος των δυο ανηλίκων και ορφανών μητέρας τέκνων του και για λογαριασμό τους, ως ασκών την γονική μέριμνα α) ……….. και β) ………………, 3)  ………., 4)  …………, 5) ………….,  6) …………, 7)  ………. και 8)  ……….  με την από  30.11.2016 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………./2016, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………../2016) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 6η.4.2017, μετά δε από διαδοχικές αναβολές στις δικασίμους 15.3.2018 και 7.2.2019, οπότε η συζήτηση αυτής ματαιώθηκε.

Με την κατατεθείσα -εκ μέρους των υπό στοιχ Α ήδη καλούντων-εκκαλούντων- ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από  21.10.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../2021) κλήση μετά από ματαίωση-γνωστοποίηση βιαίας διακοπής της δίκης ως προς τους αρχικώς διαδίκους 1) ……… (τρίτη εκκαλούσα-τέταρτη ενάγουσα) κατοίκου όσο ζούσε …. και 2………… (τέταρτου εκκαλούντα-πέμπτου ενάγοντα), κατοίκου όσο ζούσε  ……… λόγω θανάτου τους στις 3.4.2017 και  4.6.2017, αντίστοιχα, και συνέχιση της δίκης από τους νόμιμους εξ αδιαθέτου κληρονόμους τους (τέταρτη, πέμπτη, έκτο και έβδομη εκ των, στην αρχή της παρούσας αναφερομένων, καλούντων,  η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς εκδίκαση ενώπιον αυτού αρχικά στη δικάσιμο της 9ης.12.2021 μετά δε από αναβολή στη δικάσιμο  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης (19.5.2022)

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος  του υπό στοιχ Β καλούντος-εκκαλούντος και των υπό στοιχ Α καλούντων-εκκαλούντων, αφού ελαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των λοιπών διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με το από 21.10.2020 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2021 δικόγραφο κλήσης φέρεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του δικαστηρίου η από 30.11.2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2016 έφεση των εναγόντων ηττηθέντων στον πρώτο βαθμό κατά της με αριθμό 6279/2013 οριστικής απόφασης   του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία αυτοκινητικών διαφορών (άρθρο 681α του ΚΠολΔ πριν το ν. 4335/2015) και απέρριψε την από 9.9.2008 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2008 αγωγή. Να σημειωθεί ότι με την από 30.11.2021 με αριθμό κατάθεσης ………./2021 κλήση φέρεται για να συζητηθεί η επικουρική έφεση από 13.2.2017 με αριθμό κατάθεσης ………../2017. Οι εφέσεις είχαν προσδιοριστεί για την 6.4.2017, οπότε η συζήτηση τους αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 7.2.2019, οπότε κα ματαιώθηκε η συζήτηση τους. Οι κλήσεις δεν θεωρούνται απαράδεκτες διότι δεν κατατέθηκαν σε προθεσμία 60 ημερών από τη ματαίωση τους (άρθρο 260 του  ΚΠολΔ, όπως ίσχυε κατά το χρόνο κατάθεσης των εφέσεων), πρωτίστως αφού δεν είχαν διαγραφεί από το πινάκιο, και επιπλέον διότι από την αιτιολογική έκθεση του ν. 4842/2021 προκύπτει ότι κατά το προϊσχύον δίκαιο η επαναφορά μετά από ματαίωση στις ειδικές διαδικασίες δεν έπρεπε να γίνει εντός συγκεκριμένης ημερομηνίας όπως στην τακτική διαδικασία. Οι εφέσεις δε έχουν αμφότερες ασκηθεί νομίμως με νομότυπη κατάθεση του σχετικού δικογράφου στην γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και εμπροθέσμως, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση των εκκαλουμένων αποφάσεων, ενώ από την δημοσίευσή τους μέχρι την άσκηση των κρινόμενων εφέσεων δεν παρήλθε τριετία (ασκήθηκαν κατά την εκπνοή της καταχρηστικής τριετούς προθεσμίας που ίσχυε κατά το χρόνο άσκησης τους) (άρθρ. 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1, 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.). Οι εφέσεις πρέπει, να γίνουν τυπικώς δεκτές, να συνεκδικασθούν λόγω της συνάφειάς τους και της διευκολύνσεως διεξαγωγής της δίκης (άρθρ. 31, 246 και 524 παρ. 1 εδάφ. α΄ του Κ.Πολ.Δ) και να ερευνηθούν κατά την ίδια ως άνω διαδικασία ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρ. 522, 524 παρ. 1, 2, 532 και 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) με δεδομένο ότι για το παραδεκτό της συζήτησης αυτών έχουν κατατεθεί τα παράβολα εφέσεως 150 ευρώ και 100 ευρώ αντίστοιχα, δεδομένου ότι ο ν. 4446/2016 που μείωσε το παράβολο εφέσεως από 150 σε 100 ευρώ δημοσιεύθηκε στις 22.12.2016, δηλαδή πριν την κατάθεση της επικουρικής εφέσεως. Να σημειωθεί ότι μεσολάβησε βίαιη διακοπή της δίκης λόγω του θανάτου την 3.4.2017 της τέταρτης ενάγουσας (μητέρας της θανούσας) και την 4.6.2017 του πέμπτου ενάγοντος (πεθερού της θανούσας), οι μη αποποιηθέντες κληρονόμοι των οποίων συνεχίζουν τη δίκη και ότι λόγω της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας το έτος 2009 της αρχικά δεύτερης εναγομένης από τον πρώτο βαθμό υπεισήλθε αναγκαστικά το νπιδ με την επωνυμία “επικουρικό κεφάλαιο” που άσκησε την από 22.10.2010 με αριθμό ……./2010 παρεμπίπτουσα αγωγή του.

Με την από  9.9.2008 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2008 ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αγωγή τους οι ήδη εκκαλούντες καλούντες που συνεχίζουν τη δίκη εξέθεταν ότι στον παρακάτω αναφερόμενο τόπο και χρόνο ο ήδη πρώτος εφεσίβλητος  οδηγώντας το ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του, του οποίου η προερχόμενη από την κυκλοφορία του έναντι τρίτων αστική ευθύνη είχε καλυφθεί σε σύμβαση ασφάλισης στην ασφαλιστική εταιρία, στη θέση της οποίας υπεισηλθε για τον προαναφερόμενο λόγο το επικουρικό κεφάλαιο, προκάλεσε εξ αποκλειστικής υπαιτιότητός του αυτοκινητικό ατύχηµα µε συνέπεια τον θανατηφόρο τραυµατισµό της ……………., συζύγου του πρώτου εκκαλούντος, µητρός, θυγατέρας, νύφης και αδερφής των λοιπών. Αιτήθηκαν δε ο πρώτος ενάγων να υποχρεωθούν οι ήδη εφεσίβλητοι εναγόμενοι να του καταβάλουν εις ολόκληρον λόγω της αδικοπραξίας και της εγγυητικής ευθύνης αντίστοιχα με προσωρινά εκτελεστή απόφαση και με προσωρινή κράτηση του πρώτου εξ αυτών, ποσό 700 ευρώ µηνιαίως επί µία πενταετία από 12.05.2007 έως 12.05.2012 λόγω στερήσεως των υπηρεσιών της θανούσης, διαφορετικά ποσό 42.000 ευρώ εφ’άπαξ καταβλητέου, νοµιµοτόκως, και καθένα από τα ανήλικα τότε εναγόντων τέκνων αυτής ποσό 600 ευρώ µηνιαίως επί µία πενταετία από 12.05.2007 έως 12.05.2012 λόγω στερήσεως των υπηρεσιών της θανούσης µητρός, άλλως ποσό 36.000 εφ’άπαξ καταβλητέο, νοµιµοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής ή από της καθυστερήσεως εκάστης µηνιαίας παροχής. Ο πρώτος ενάγων ζήτησε επιπλέον περαιτέρω ποσόν 9800 ευρώ ως αποζηµίωση του ολοσχερώς καταστραφέντος αυτοκινήτου οχήµατός του, καθώς και την επιδίκαση της δαπάνης κηδείας της εκλιπούσης, ανερχοµένης στο ποσόν των 877,04 ευρώ. Άπαντες οι ενάγοντες αιτήθηκαν ως χρηµατική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που δοκίµασαν εξ αιτίας του θανάτου της εκλιπούσης συγγενούς τους, τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσά έως 300.000 ευρώ για τον καθένα εντόκως. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι έχει τοπική και υλική αρμοδιότητα προς εκδίκαση της υπόθεσης λόγω της έδρας της ασφαλιστικής εταιρίας στον Πειραιά κατά την ειδική διαδικασία περί αυτοκινητικών διαφορών. Οι συνεπιβάτες του οχήματος στο οποίο επέβαινε η θανούσα ήδη επίσης εκκαλούντες καλούντες, ισχυριζόμενοι ότι το επίδικο τροχαίο οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου εφεσιβλήτου οδηγού και όχι του οδηγού του οχήματος στο οποίο επέβαιναν, άσκησαν την από 30.8.2010 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2010 αγωγή αιτούμενοι η πρώτη την αποκατάσταση της περιουσιακής ζηµίας, την οποία υπέστη αυτή για τη θεραπεία της βλάβης της υγείας της ως εκ του ατυχήµατος, ανερχοµένης στο ποσόν των 14.357,43 ευρώ κατά τα επιµέρους κονδύλια της αγωγής, καθώς και ποσόν 40.000 ευρώ για την χρηµατική της ικανοποίηση σε αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη αυτή από την περιπέτεια της ζωής και της υγείας της, και την αναγνώριση της υποχρέωσης των εναγομένων να καταβάλουν για την προαναφερόμενη αιτία επιπλέον ποσό ύψους 160.000 ευρώ νοµιµοτόκως και ο δεύτερος ενάγων την επιδίκαση 10.000 ευρώ για την χρηµατική ικανοποίησή του λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη λόγω του ατυχήµατος, εντόκως από της επιδόσεως της αγωγής, εις ολόκληρον λόγω της αδικοπραξίας και της εγγυητικής ευθύνης αντίστοιχα με προσωρινά εκτελεστή απόφαση και με προσωρινή κράτηση του πρώτου εξ αυτών. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι έχει υλική και τοπική λόγω της έδρας της ασφαλιστικής εταιρίας αρμοδιότητα προς εκδίκαση της αγωγής. Τέλος η δεύτερη  εναγοµένη ασφαλιστική εταιρεία η άδεια της οποίας στη συνέχεια ανακλήθηκε άσκησε την από 20.3.2009 με αριθμό κατάθεσης ……/2009 παρεμπίπτουσα αγωγή κατά του πρώτου ενάγοντα προσεπικαλώντας ως δικονομική εγγυήτρια την ασφαλιστική εταιρία στην οποία αυτός είχε καλύψει με σύμβαση ασφάλισης την προερχόμενη από την κυκλοφορία του οχήματος έναντι τρίτων αστική ευθύνη, αιτούμενη να παρέμβει αυτή στη δίκη ως δικονομική εγγυήτρια, ισχυριζόμενη ότι ο πρώτος ενάγων είχε αποκλειστική υπαιτιότητα στο ένδικο ατύχημα και ότι έπρεπε να της καταβάλει ο,τιδήποτε αυτή κληθεί να καταβάλει σε τρίτους λόγου του ατυχήματος. Το επικουρικό κεφάλαιο υπεισήλθε στη θέση της παρεμπιπτόντως ενάγουσας με την από 22.10.2010 με αριθμό ……/2010 παρεμπίπτουσα αγωγή του. Όλες οι παραπάνω αγωγές συνεκδικάστηκαν, κρίθηκαν νόμιμες αλλά απορρίφθηκαν κατ’ουσίαν, καθώς κρίθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος και ήδη πρώτος εφεσίβλητος οδηγός δεν έφερε ευθύνη στην πρόκληση του ατυχήματος που είχε ως αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό του συγγενικού προσώπου των ήδη εκκαλούντων και τον τραυματισμό των συνεπιβατών του οχήματος. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες ενάγοντες για κακή εκτίμηση αποδείξεων ενώ το επικουρικό κεφάλαιο ασκεί επικουρικά την έφεση του με αίτημα να του καταβληθεί από τον πρώτο εκκαλούντα ότι κληθεί αυτό να καταβάλει σε τρίτους λόγω του ατυχήματος, και ζητούν οι εκκαλούντες την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης προκειμένου να γίνουν δεκτές οι αγωγές τους κατ’ουσίαν.

Από την εξέταση ανωμοτί του πρώτου εκκαλούντος και πρώτου εφεσίβλητου στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται νομίμως, και για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων μεταξύ των οποίων οι φωτογραφίες, την τεχνική έκθεση που συντάχθηκε για το ατύχημα (άρθρο 336 παρ. 3 του ΚΠολΔ), την ποινική δικογραφία και την ήδη αμετάκλητη με αριθμό 462/2014 απόφαση του Εφετείου Πλημμελημάτων Ιωαννίνων που αθώωσε τον πρώτο εφεσίβλητο για το ποινικό σκέλος της υπόθεσης και τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 12.5.2007 και περί ώρα 12:05 µεσηµβρινή, ο πρώτος εκκαλών ……….., οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφ. ……….. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, µε συνοδηγό τον …….. και συνεπιβάτες στα πίσω καθίσµατα τη σύζυγό του, ……….., και την ……………, και κινείτο µε αυξηµένη ταχύτητα, επί της Εθνικής Οδού Ιωαννίνων Άρτας µε κατεύθυνση προς Ιωάννινα. Στο 69,80ο  χιλιόμετρο η προαναφερόμενη εθνική οδός πριν την κατασκευή της Ιονίας οδού, το έτος που έλαβε χώρα το επίδικο τροχαίο ήταν διπλής κατεύθυνση, µε µια λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, οι οποίες διαχωρίζονταν µε συνεχόµενη γραµµή, µε συνολικό πλάτος ασφάλτινου οδοστρώµατος 11,10µ., (για αµφότερες τις λωρίδες κυκλοφορίας), και διαμορφωνόταν σε ευθεία µήκους 3 χιλιομέτρων. Ειδικότερα, το προς Ιωάννινα ρεύµα κυκλοφορίας, είχε µία λωρίδα, πλάτους 3 µέτρων, στη συνέχεια υπήρχε ασφάλτινο έρεισµα πλάτους 3 µέτρων και πέραν αυτού αρχικά χωµάτινο πλάτωµα πλάτους 7 µέτρων µε δέντρα και στη συνέχεια αρδευτικός – αποστραγγιστικός αύλακας. Στο ως άνω σηµείο (69,80 χλµ.), η συνεχής οριζόντια διαγράµµιση διακόπτετο για απόσταση 6 µέτρων και η εθνική οδός συμβαλλόταν κάθετα µε δηµοτική οδό που οδηγούσε στο χωριό Ρόκκα του δήμου Φιλοθέης (δεξιά σε σχέση µε τους κινούµενους προς Ιωάννινα). Το ανώτατο επιτρεπόµενο όριο ταχύτητας επί της Ε.Ο. οριζόταν σε 90 χιλιόμετρα την ώρα. Κατά τον ως άνω χρόνο η κατάσταση της Εθνικής Οδού ήταν ξηρά, οι συνθήκες φωτισµού επαρκείς (ηµέρα), οι καιρικές συνθήκες καλές και η κυκλοφορία οχηµάτων συχνή, όπως καταγράφηκε και στην έκθεση αυτοψίας της αστυνομίας. Στο σηµείο συµβολής της εθνικής οδού µε τη δηµοτική οδό προς και από Ρόκκα, υπήρχε πινακίδα υποχρεωτικής παραχώρησης προτεραιότητας (STOP), για όσους εξέρχονταν από Ρόκκα και επιχειρούσαν να κινηθούν είτε δεξιά προς Ιωάννινα, είτε αριστερά προς Άρτα, με την προϋπόθεση να διασχίσουν πρώτα κάθετα το προς Ιωάννινα ρεύµα. Να τονιστεί δε ότι όπως αποδεικνύεται από τις προσκοµιζόµενες φωτογραφίες, υπήρχε ανεµπόδιστη ορατότητα από και προς τη συµβολή των δύο οδών, για απόσταση εκατοντάδων µέτρων. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο πρώτος εκκαλών ………….., που κινείτο µε το ΙΧΕ αυτοκίνητό του προς Ιωάννινα και πλησίαζε τη συµβολή µε την οδό προς Ρόκκα, βρέθηκε να κινείται πίσω από ένα κλειστό φορτηγό, και τα δύο αυτοκίνητα κινήθηκαν έτσι οµόρροπα για κάποια απόσταση, µέχρι το φορτηγάκι να αλλάξει πορεία,  δηλαδή να στρίψει δεξιά προς Ρόκκα. Ο ίδιος ο οδηγός ………….., πρώτος εκκαλών ισχυρίζεται ότι κινείτο µε ταχύτητα 85-90 χιλιομέτρων ανά ώρα και ακολουθούσε για κάποιο διάστηµα το φορτηγό σε απόσταση 30 µέτρων πίσω του, µέχρι αυτό να στρίψει δεξιά προς Ρόκκα. Περαιτέρω ο πρώτος εκκαλών και πολιτικώς ενάγων ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου υποστήριξε, ότι µόλις έστριψε το φορτηγό και ενώ αυτός κινείτο κανονικά στη λωρίδα κυκλοφορίας του προς Ιωάννινα, αντιλήφθηκε μπροστά του και σε απόσταση 4-5 µέτρων το αυτοκίνητο του πρώτου εφεσίβλητου να διασχίζει το ρεύµα κυκλοφορίας του για να περάσει απέναντι στο ρεύµα προς Άρτα. Ισχυρίστηκε δε ότι λόγω της παρουσίας αυτού, και της ελάχιστης απόστασης των 4-5 μέτρων, αναγκάστηκε, να κάνει ελιγµό αριστερα, εισερχόµενος στο αντίθετο ρευµα κυκλοφορίας, επιταχύνοντας ταυτόχρονα για να τον αποφύγει και στη συνέχεια επιχείρησε να επαναφέρει το όχηµά του δεξιά, οπότε αυτό πλαγιολίσθησε και στη συνέχεια εξετράπη πέραν του προς Ιωάννινα ρεύµατος πορείας και κατέπεσε σε αποστραγγιστικό αύλακα. Όμως ο ισχυρισμός του αυτός δεν κρίνεται πειστικός, σύμφωνα και με τα όσα έγιναν δεκτά από με την ήδη αμετάκλητη αθωωτική για τον πρώτο εφεσίβλητο απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Ιωαννίνων. Τούτο δε διότι από το σχεδιάγραμμα της τροχαίας που είναι δημόσιο έγγραφο αποδεικνύεται ότι το όχημα του πρώτου εκκαλούντος άρχισε τον ελιγµό προς τα αριστερά, σε απόσταση 4-5 µέτρων πριν την κάθετη νοητή γραµµή της συµβολής της εθνική οδού µε τη δηµοτική οδό, και αν προστεθεί και το ήµισυ του πλάτους της οδού αυτής (των τριών δηλαδή μέτρων) το άθροισμα καταλήγει στη νοητή ευθεία τη κίνησης των οχηµάτων από Ρόκκα προς Άρτα, δηλαδή η συνολική απόσταση από την έναρξη του ελιγµού µέχρι το σηµείο που βρισκόταν το εµπόδιο (δηλ. το αυτοκίνητο του πρώτου εφεσίβλητου) ανέρχεται, κατά το σχεδιάγραμµα αυτό σε 8 μέτρα περίπου. Η αποτύπωση αυτή της τροχαίας δεν αφίσταται σε µεγάλο βαθµό από τον ισχυρισµό του πρώτου εκκαλούντος, ότι είδε το αυτοκίνητο του πρώτου εφεσιβλήτου μπροστά του σε απόσταση 5 μέτρων περίπου, να διασχίζει στη λωρίδα κυκλοφορίας προς Ιωάννινα γεγονός που τον ανάγκασε να πράξει την ανωτέρω αποφευκτική κίνηση. Συνάγεται πρωτίστως λοιπόν ότι ο ελιγμός προς τα αριστερά άρχισε περίπου πέντε μέτρα πριν τη συµβολή των οδών, αν και μόνο στη συμβολή των οδών διακόπτεται η διπλή διαχωριστική γραµµή περνά στο απέναντι ρεύµα κυκλοφορίας και αµέσως µετά αρχίζει εκ νέου η διπλή διαχωριστική γραµµή. Να σημειωθεί δε ότι στη συνέχεια ο πρώτος εκκαλών επανήλθε με το όχημα του σε ευθεία πορεία πλην όµως πλαγιολισθαίνοντας, η δε πλαγιολίσθηση αυτή, συνεχίστηκε επί 60 ολόκληρα µέτρα, πάντα κατά µήκος και κοντά στον άξονα της οδού, αλλά στο αντίθετο ρεύµα. Ακολούθως εκτράπηκε δεξιά και αφού διέσχισε διαγωνίως όλο το προς Ιωάννινα ρεύµα, δηλαδή και το ασφάλτινο έρεισµα στη συνέχισε την ανεξέλεγκτη κίνησή του, διέσχισε επίσης διαγωνίως το πλάτους 7 µέτρων χωµάτινο έρεισµα, και στο άκρο αυτού προσέκρουσε σε δένδρο και αμέσως μετά κατέπεσε με ανεστραµµένο το όχημα εντός του συνεχόµενου αποστραγγιστικού αύλακα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το θανάσιμο της συζύγου του που καθόταν στο αριστερό µέρος του πίσω καθίσµατος, δηλαδή στο τµήµα εκείνο µε το οποίο το αυτοκίνητο προσέκρουσε µε σφοδρότητα στο δένδρο. Η δικανική αυτή κρίση επιβεβαιώνεται από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες του οχήματος του στις οποίες είναι εµφανής η µεγάλη στρέβλωση του αµαξώµατος στο τµήµα αυτό του οχήµατος (πίσω αριστερή πλευρά). Όπως δε καταγράφεται στην έκθεση πραγµατογνωµοσύνης των τεχνικών …. και ……, που διορίστηκαν σχετικώς από την Τροχαία Άρτας, το αυτοκίνητο έφερε χτυπήµατα και στρεβλώσεις σε όλα τα σημεία, άνοιξαν όλοι οι αερόσακοι (εµπρός και πλαϊνοί), είχε στραβώσει ο πίσω άξονας, ενώ τα ελαστικά του ήταν σε πολύ καλή κατάσταση. Από τα ανωτέρω καθίσταται προφανές ότι ο πρώτος εκκαλών είχε αναπτύξει υπερβολική ταχύτητα, πολύ πάνω των 90 χιλιομέτρων ανά ώρα που υποστηρίζει, δικανική πεποίθηση που επιβεβαιώνεται από την ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του µηχανολόγου …………, ο οποίος αποφαίνεται ότι µε βάση τα ανωτέρω δεδοµένα της τροχαίας ως προς την πορεία του αυτοκινήτου, σε συνδυασµό µε το βάρος του οχήµατος και των επιβατών, το συντελεστή τριβής, την απόσταση πλαγιολίσθησης και τη µείωση της ταχύτητας εξ αυτής, καθώς και τη µείωση από την πρόσκρουση στο δένδρο, ότι η ταχύτητα του οχήματος που οδηγούσε ο πρώτος εκκαλών ανερχόταν σε 159 χιλιόμετρα ανά ώρα τουλάχιστον, κατά την έναρξη του προς αριστερά ελιγµού. Αλλά και αν δεν δεχθεί κανείς την ανωτέρω ταχύτητα, αλλά ταχύτητα περίπου 100 χιλιομέτρων ανά ώρα, δηλαδή κοντά σ’ αυτήν που υποστηρίζει ο πρώτος εκκαλών, και πάλι δεν εξηγείται λογικά η κίνηση του αυτοκινήτου του, µε την παραδοχή που υποστηρίζει αυτός, ότι δηλαδή το εµπόδιο που τον εξέτρεψε της πορείας του ήταν η παρουσία του αυτοκινήτου του πρώτου εφεσιβλήτου μπροστά του σε απόσταση περίπου 5 µέτρων. Τούτο διότι, υπό την εκδοχή αυτή του πρώτου εκκαλούντος είναι αδύνατον, κατά τους φυσικούς νόµους και την κοινή πείρα και λογική, να έχει αντιληφθεί το εµπόδιο (αυτοκίνητο του πρώτου εφεσιβλήτου) από απόσταση 5 µέτρων (κατ’ αυτόν) ή 8µέτρων περίπου κατά το σχεδιάγραµµα της τροχαίας και να προλάβει να κινηθεί αριστερά και µάλιστα επιταχύνοντας και όχι επιβραδύνοντας, να ευθυγραµµίσει το όχηµά του και να επιχειρήσει επάνοδο προς τα δεξιά οπότε και αρχίζει η πλαγιολίσθηση, όλα δε αυτά να γίνουν ενόσω διήνυσε µόλις 8-10 μέτρα κατά το σχεδιάγραµµα της τροχαίας, που τοποθετεί την έναρξη των ιχνών πλαγιολίσθησης στη νοητή ευθεία της θέσης που θα έπρεπε να βρίσκεται το αυτοκίνητο του κατηγορουµένου, µε δεδοµένο ότι αυτοκίνητο µε ταχύτητα 100 χιλιόμετρα ανά ώρα, χωρίς επιτάχυνση, διανύει σε ένα δευτερόλεπτο, τουλάχιστον 27µ. χωρίς να υπολογιστεί ο χρόνος αντίδρασης του οδηγού. Δηλαδή, υπό την εκδοχή του πρώτου εκκαλούντος µε ταχύτητα περίπου 100 χιλιομέτρων ανά ώρα, αντιλαµβάνεται το εµπόδιο 5 μέτρα μπροστά του ή έστω 8 μέτρων κατά την τροχαία και στην απόσταση αυτή προλαβαίνει να ελιχθεί αριστερά και µάλιστα επιταχύνοντας, να ευθυγραµµίσει και να αρχίσει η πλαγιολίσθηση, στο ύψος του εµποδίου που ήθελε να αποφύγει, δηλαδή όλες αυτές οι ενέργειες σε απόσταση 8-10 μέτρων (αν ληφθεί υπόψη η προς αριστερά κίνηση), ενώ, όπως προαναφέρθηκε, µε την παραπάνω ταχύτητα το αυτοκίνητο διανύει 27 μέτρων ανά δευτερόλεπτο, και επιπλέον κατά την κοινή λογική όλες αυτές οι ενέργειες δεν γίνονται σε ένα δευτερόλεπτο. Αφού επομένως όπως κατέθεσαν και ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου τόσο ο πρώτος εκκαλών όσο και ο συνοδηγός του ενδέκατος εκκαλών δεν είδαν προηγουµένως το αυτοκίνητο του πρώτου εφεσιβλήτου να έρχεται από τα δεξιά τους, δηλαδή να διασχίζει πρώτα το πλάτους 3 µέτρων ασφάλτινο έρεισµα, το οποίο ήταν ορατό από µεγάλη απόσταση, όπως τονίστηκε παραπάνω, και γενικώς δεν αντελήφθησαν την κίνηση αυτού από τα δεξιά και µέχρι να φθάσει στο λωρίδα κυκλοφορίας τους και ακριβώς µπροστά τους, το παρόν δικαστήριο κρίνει ότι ο ελιγμός αυτός µε τον τρόπο που έγινε, εξηγείται µόνο από το γεγονός ότι είχε πλησιάσει σε κοντινή απόσταση το προπορευόµενο αυτού φορτηγό, το οποίο µείωσε την ταχύτητά του για να στρίψει δεξιά, λόγω δε της ταχύτητας που είχε αναπτύξει ο πρώτος εκκαλών και της µείωσης της απόστασης που τον χώριζε από το φορτηγό, επιχείρησε καθυστερηµένα ελιγµό προσπέρασής του, µε τα επακόλουθα που περιγράφηκαν. Να σημειωθεί ότι ο πρώτος εφεσίβλητος κατηγορούμενος ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου, τόσο στο ακροατήριο του τελευταίου, αλλά και με το δικόγραφο των προτάσεων του περιέγραψε µε παραστατικότητα και σαφήνεια την κίνηση του φορτηγού και το αυτοκίνητο του πρώτου εκκαλούντος που το ακολουθούσε µε πολύ µεγαλύτερη ταχύτητα, καθώς και ότι η µεταξύ τους απόσταση µειωνόταν συνεχώς, σε κάποιο δε σηµείο το φορτηγό παρενεβλήθη στην οπτική επαφή µεταξύ αυτού και του αυτοκινήτου του πρώτου εκκαλούντος, και ότι στη συνέχεια μόλις είδε το όχημα του πρώτου εκκαλούντος να καταλήγει εκτός της οδού ανεστραμμένο και πάνω στο δέντρο σταμάτησε και επιχείρησε να βοηθήσει τους τραυματίες. Ακολούθως όλων των παραπάνω αποδεδειγμένων πραγματικών περιστατικών, δεν αποδείχθηκε ότι η κίνηση του οχήματος του πρώτου εφεσιβλήτου ήταν αυτή που απέκοψε την πορεία του οχήματος του πρώτου εκκαλούντος. Επομένως ο πρώτος εφεσίβλητος δεν έχει ευθύνη προς αποζημίωση για τη σωματική βλάβη της δέκατης εκκαλούσας, και των υλικών ζημιών του οχήματος του πρώτου εκκαλούντος, για τη στέρηση των υπηρεσιών της συζύγου και μητέρας των εκκαλούντων που τραυματίστηκε θανάσιμα από το τροχαίο που περιγράφηκε και την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης και ηθικής βλάβης των εκκαλούντων. Κρίνοντας έτσι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς οι τρεις περί του αντιθέτου συναφείς λόγοι έφεσης κρίνονται απορριπτέοι. Μετά τα παραπάνω και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι εφέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθούν κατ’ουσίαν τόσο η κύρια όσο και η επικουρική έφεση η οποία ασκήθηκε για την περίπτωση της ευδοκίμησης της πρώτης. Θα διαταχθεί η εισαγωγή όλων των παραβόλων εφέσεων στο δημόσιο ταμείο διότι αυτές απορρίπτονται (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ), ενώ τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας θα συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων μερών με βάση το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 179 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4842/2021 (φεκ α 190) και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του ν. 4871/2021 φεκ α 246/10.12.2021 και σύμφωνα με το άρθρο 116 παρ. 1β του ν. 4842/2021 ισχύει από την 1η.1.2022, και εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει με τη δικονομική παρουσία των λοιπών διαδίκων την από 30.11.2016 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2016 έφεση και την από 13.2.2017 με αριθμό κατάθεσης ……./2017 έφεση κατά της με αριθμό 6279/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία αυτοκινητικών διαφορών επί των από 9.9.2008 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2008, από 30.8.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2010, από 20.3.2009 με αριθμό …../2009 και από 22.10.2010 με αριθμό …./2010 αγωγών

Δέχεται τυπικά τις εφέσεις και απορρίπτει αυτές κατ’ουσίαν

Διατάσσει την εισαγωγή των ηλεκτρονικών παραβόλων εφέσεων στο δημόσιο ταμείο

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων μερών

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  19 Μαΐου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ