ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
2ο ΤΜΗΜΑ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 244/2022
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή, Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 13 Ιανουαρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
Εκκαλούντων: 1) ,,,, έως και 7),,,, , από τους οποίους οι πέντε πρώτοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Χριστίνα – Μαρία Νικολοπούλου – έβδομη εκκαλούσα, με δήλωση και οι έκτος και έβδομη, ως δικηγόροι, παραστάθηκαν αυτοπροσώπως με δήλωση.
Εφεσίβλητων: 1) ,,,, έως και 5),,,, οι οποίοι, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το πινάκιο, δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 5.10.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ,,,,,,,,,,/2015 αγωγή, την οποία άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την απόφασή του 1915/2019 δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής οι ενάγοντες άσκησαν την από 30.1.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ,,,,,,/2020 έφεση (αριθμός έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ενώπιον του εφετείου ,,,,,,,, /2020), η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τις 18.2.2021, αλλά δεν διεξήχθη, λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων. Ήδη, με την πράξη 101/2021 της Προέδρου Εφετών, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, η οποία (πράξη) έλαβε τον ίδιο αριθμό έκθεσης κατάθεσης με αυτόν της κατάθεσης της έφεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου για τον προσδιορισμό δικασίμου (111/64/2020), προσδιορίστηκε η συζήτησή της αυτεπάγγελτα, κατ’ άρθρο 21 του ν. 4786/2021, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο. Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των εκκαλούντων, ύστερα από δήλωσή τους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Νόμιμα φέρεται για συζήτηση, με την Πράξη 101/2021 της Προέδρου Εφετών, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, κατ’ άρθρο 21 του ν. 4786/2021, η από 30.1.2020 έφεση, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα από τη μη διεξαγωγή της συζήτησής της, κατά την ορισθείσα δικάσιμο, της 18.2.2021, λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων.
ΙI. Από τις εκθέσεις επίδοσης …………..´/13.2.2020 του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ………. προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της από 30.1.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2020 έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 18.2.2021, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στους εφεσίβλητους (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 124, 126 παρ. 1 α, 127 παρ. 1, 128 παρ. 1, 4, 130 παρ.1, 139 και 143 του Κ.Πολ.Δ.), χωρίς ωστόσο, να συζητηθεί, λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων, εξαιτίας της πανδημίας του COVID. Στη συνέχεια, η συζήτησή της προσδιορίστηκε αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, με την πράξη 101/2021 της Προέδρου Εφετών, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, η εγγραφή δε, της υπόθεσης στο πινάκιο έγινε με πρωτοβουλία του Γραμματέα του Δικαστηρίου και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων, κατά το άρθρο 21 του ν. 4786/2021. Οι εφεσίβλητοι όμως, δεν εμφανίστηκαν, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο και κατά συνέπεια, πρέπει να δικαστούν ερήμην, το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ. 4 εδ. α´ του Κ.Πολ.Δ.).
ΙΙI. Η από 30.1.2020 έφεση των εν μέρει ηττηθέντων – εναγόντων, κατά της οριστικής απόφασης 1915/2019 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 5.10.2015 αγωγή τους, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), ενώ έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3Α. περ. γ´ του ίδιου Κώδικα. Πρέπει, επομένως, αφού γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του Κ.Πολ.Δ.), να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, αφού για το παραδεκτό της συζήτησής της οι εκκαλούντες προσκομίζουν, κατ’ άρθρο 524 παρ. 4 εδ. γ´ του Κ.Πολ.Δ., τις προτάσεις των απολειπόμενων εφεσίβλητων, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά αυτής.
ΙV. Με την από 5.10.2015 αγωγή τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου δι-καστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), οι ενάγοντες – ………….. (ήδη εκκαλούντες), ιστορούσαν ότι με τους ειδικά αναφερόμενους ισχυρισμούς των εναγομένων σε βάρος τους, που περιέχονταν: α) στην από 12.2.2014 αίτηση των τριών πρώτων (εναγόμενων) ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πειραιώς, που κατατέθηκε την ίδια ημέρα, β) στις από 10.2.2014 προτάσεις των τεσσάρων πρώτων επί της από 28.7.2011 αγωγής (των εναγόντων) ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που κατατέθηκαν στις 12.2.2014, γ) στην από 28.2.2014 προσθήκη επί των ως άνω (υπό β) προτάσεων, που κατατέθηκαν στις 28.2.2014, δ) στις από 15.4.2014 προτάσεις των τεσσάρων πρώτων επί της ως άνω 28.7.2011 αγωγής (των εναγόντων), που κατατέθηκαν στις 13.5.2014, ε) στην από 16.6.2014 προσθήκη – αξιολόγηση επί των ως άνω (υπό δ) προτάσεων, που κατατέθηκαν στις 23.6.2014, στ) στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά συνεδρίασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη συνεδρίασή του στις 19.3.2014, από τον τέταρτο εναγόμενο, ζ) στην από 6.2.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2014 αγωγή των 1ου, 2ου, 3ης, 5ης και 6ης εναγόμενων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που κατατέθηκε στις 11.2.2014, η) στο δικόγραφο των από 15.4.2014 προτάσεων των 1ου, 2ου, 3ης, 5ης και 6ης εναγόμενων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που κατατέθηκε στις 13.5.2014, θ) στην από 28.1.2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2013 αγωγή – ανταγωγή των 1ου, 2ου, 3ης και 4ου εναγόμενων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που κατατέθηκε στις 4.2.2013, ι) στην από 7.2.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2014 πρόσθετης παρέμβασης των 5ης και 6ης εναγόμενων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, υπέρ των λοιπών εναγόμενων, που κατατέθηκε στις 11.2.2014 και ια) των από 15.4.2014 εγγράφων προτάσεων των προσθέτως παρεμβάντων – 5ης και 6ης εναγόμενων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που κατατέθηκαν στις 13.5.2014. Ότι από την παράνομη και υπαίτια αυτή πράξη των εναγομένων, των οποίων έλαβαν γνώση, εκτός των εισαγγελέων, δικαστών, δικαστικών υπαλλήλων, δικηγόρων και λοιποί πολίτες προσβλήθηκε η προσωπικότητά τους και υπέστησαν σημαντική ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας απαιτείται να τους καταβληθεί χρηματική ικανοποίηση. Κατόπιν τούτων, ζητούσαν: α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να παραλείψουν στο μέλλον κάθε προσβολή της προσωπικότητάς τους και β) μετά από παραδεκτό μερικό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής με τις προτάσεις τους και με δήλωσή τους στα πρακτικά (άρθρο 223 του Κ.Πολ.Δ.), να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον σε καθένα τους, ως χρηματική ικανοποίηση, από το ποσό των 50.000 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, με την απόφασή του 1728/2017, έκρινε νόμιμη την αγωγή, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 330, 904, 914, 920, 922, 926 και 932 του Α.Κ., σε συνδυασμό μ’ αυτές των άρθρων 363 – 362 του Π.Κ. και ανέβαλε τη συζήτησή της, μέχρι την αμετάκλητη περάτωση της συναφούς ποινικής διαδικασίας, που εκκρεμούσε. Στη συνέχεια, με την από 18.9.2017 αίτηση – κλήση των εναγόντων για περαιτέρω συζήτηση της υπόθεσης, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την οριστική απόφασή του 1915/2019, αφού ανακάλεσε την ως άνω μη οριστική απόφασή του (με την οποία αναβλήθηκε η συζήτησή της, κατ’ άρθρο 250 του Κ.Πολ.Δ.), κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της αγωγής ως προς την τρίτη εναγόμενη – εταιρία, και δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, ως προς τους λοιπούς εναγόμενους υποχρεώνοντάς τους να καταβάλουν εις ολόκληρον σε καθένα από τους ενάγοντες, ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 5.000 ευρώ και τους απαγόρευσε να προσβάλουν στο μέλλον την προσωπικότητα των εναγόντων με ισχυρισμούς όμοιου περιεχόμενου με αυτούς της αγωγής. Σημειωτέον ότι το νόμιμο της αγωγής πρέπει να συμπληρωθεί και με τη διάταξη του άρθρου 58 του Α.Κ., ενώ τα ανωτέρω αιτήματα της αγωγής δεν συνιστούν δύο σωρευόμενες αγωγές, όπως εσφαλμένα υπέλαβε η εκκαλούμενη απόφαση, αλλά πρόκειται για δύο σωρευόμενα αιτήματα (άρσης της προσβολής στο μέλλον και επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης). Ήδη, κατά της τελευταίας απόφασης παραπονούνται οι ενάγοντες για τους διαλαμβανόμενους στην ως άνω έφεση λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν τη μεταρρύθμισή της, ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή τους στο σύνολό της. Σημειωτέον ότι παραδεκτά προσβάλλεται με έφεση η εκκαλουμένη, αν και είναι μη οριστική ως προς την αρχικώς τρίτη εναγόμενη, αφού πρόκειται περί απλής ομοδικίας (υποκειμενική σώρευση αγωγών) και είναι εκκλητή ως προς την οριστική της διάταξη, εφόσον μεταξύ των εναγομένων υπάρχει απλή ομοδικία, οπότε κάμπτεται ο κανόνας του άρθρου 513 παρ. 1β εδ. τελ. του Κ.Πολ.Δ., σύμφωνα με την οποία αν η πρωτόδικη απόφαση είναι εν μέρει οριστική, δεν επιτρέπεται έφεση, ούτε κατά των οριστικών διατάξεών της πριν εκδοθεί οριστική απόφαση για την όλη δίκη, αφού από τις διατάξεις των άρθρων 74, 75 παρ. 1 και 2, 76 και 517 εδ. β΄ του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι στην περίπτωση αυτή η έναντι κάθε ομοδίκου οριστική διάγνωση έχει αυτοτέλεια και η ως προς αυτόν κρίση περατώνει έναντι αυτού τη δίκη και πριν ακόμη εκδοθεί οριστική απόφαση έναντι των λοιπών ομοδίκων (Α.Π. 838/2020, Α.Π. 747/2014 και Α.Π. 55/2008 όλες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), τέτοια δε, περίπτωση απλής ομοδικίας (υποκειμενικής σωρεύσεως αγωγών) υπάρχει και όταν ενάγουν ή ενάγονται περισσότεροι του ενός, ως εις ολόκληρον δικαιούχοι ή υπόχρεοι για αποζημίωση από αδικοπραξία (Α.Π. 838/2020 ό.π. και Α.Π. 747/2014 ό.π.).
V. Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα πρακτικά 4442/2013 δημόσιας συνεδρίασής του, καθώς και απ’ όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων – η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι ενδεικτική, αφού δεν παραλήφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς (Α.Π. 386/2015 και Α.Π. 1001/2012 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ») – αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες και η μη διάδικος στην κατ’ έφεση δίκη εταιρία με την επωνυμία «…………..» και το διακριτικό τίτλο «…………..» είχαν συνάψει την από 5.9.2008 επαγγελματική σύμβαση μίσθωσης (είχε προηγηθεί η από 22.2.2004 σύμβαση μίσθωσης μεταξύ των πρώτου, και των δικαιοπάροχων των τεσσάρων επόμενων εκκαλούντων ……. και …….., η οποία λύθηκε με το από 5.9.2008 ιδιωτικό συμφωνητικό), σύμφωνα με το οποίο οι εκκαλούντες συνεκμίσθωσαν στην ανωτέρω – μη διάδικο ανώνυμη εταιρία το ειδικά αναφερόμενο μίσθιο, αποτελούμενο από ένα ισόγειο κατάστημα με το υπόγειο και τρία διαμερίσματα του πρώτου ορόφου, που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, σε οικοδομή επί της οδού ………… Επιπλέον, για τη μίσθωση αυτή, στην οποία οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι συμβλήθηκαν ως εγγυητές, συμφωνήθηκε ότι το μηνιαίο μίσθωμα θα ανέρχεται σε 65.113,44 ευρώ, πλέον τέλους χαρτοσήμου και ΟΓΑ, αναπροσαρμοζόμενο κατ’ έτος, η δε, διάρκεια της μίσθωσης δωδεκαετής, αρχής γενομένης από 1.10.2008. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες ζήτησαν και εκδόθηκε η διαταγή απόδοσης χρήσης μισθίου ……/2009 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, επειδή η μισθώτρια εταιρία δεν κατέβαλλε το συμφωνηθέν μίσθωμα, η οποία (διαταγή) τελικά, ύστερα από την άσκηση ανακοπής, ακυρώθηκε με την απόφαση 17328/2010 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Εξάλλου, κατόπιν νέων αιτήσεων των πέντε πρώτων εκκαλούντων, εκδόθηκαν νέα διαταγή απόδοσης χρήσης μισθίου – η …../2010 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης κατά της μισθώτριας εταιρίας και τόσο κατά της τελευταίας, όσο και των δύο πρώτων εφεσίβλητων, η διαταγή πληρωμής ……./2010 του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, για τις οποίες επίσης, ασκήθηκαν ανακοπές. Μετά την έκδοση της ως άνω διαταγής πληρωμής για το ποσό των 535.756,59 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων, οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες ανέθεσαν στον έκτο εκκαλούντα – δικηγόρο την ανεύρεση περιουσιακών στοιχείων της μισθώτριας εταιρίας και των δύο πρώτων εκκαλούντων προς εκτέλεση αυτής (διαταγής πληρωμής. Στο πλαίσιο αυτό κατασχέθηκε αναγκαστικά, με τις εκθέσεις αναγκαστικής κατάσχεσης …/ 4.11.2010 και …/4.11.2010 του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….., μία τετραώροφη οικοδομή επί της λεωφόρου …….., που βρίσκεται στη θέση «…..» του Δήμου Πειραιά, ιδιοκτησίας από ½ εξ αδιαιρέτου των πρώτου και δεύτερου εφεσίβλητων, ώστε να τεθεί σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις 15.12.2010. Ο πλειστηριασμός, ύστερα από την απόφαση 7245/2010 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία διορθώθηκε η έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, ως προς την αξία και την τιμή πρώτης προσφοράς του ως άνω κατασχεθέντος ακινήτου, ορίστηκε για τις 16.2.2011, στη συνέχεια για τις 30.3.2011 και τις 20.4.2011, οπότε δεν διεξήχθησαν λόγω υποβολής αιτήσεων πτώχευσης σε βάρος των δύο πρώτων εφεσίβλητων, για τις οποίες ενημέρωσε την υπάλληλο του πλειστηριασμού – συμβολαιογράφο ο τρίτος εφεσίβλητος, ως πληρεξούσιος δικηγόρος τους, με τις από 7.2.2011 και από 19.4.2011 τηλεομοιοτυπικές επιστολές. Περαιτέρω, ο έκτος εκκαλών, ως πληρεξούσιος δικηγόρος των πέντε πρώτων εκκαλούντων – κατέθεσε, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την από 19.4.2011 αίτησή τους, για την κήρυξη σε κατάσταση πτώχευσης της ως άνω μισθώτριας εταιρίας και των δύο πρώτων εκκαλούντων – εγγυητών στην ως άνω σύμβαση μίσθωσης, η οποία, κατόπιν αναβολών, προσδιορίστηκε για τις 28.9.2011, επειδή εκκρεμούσε και η έκδοση απόφασης επί της από 24.3.2011 αίτησης συνδιαλλαγής, κατ’ άρθρο 99 του ν. 3588/2007, που είχαν υποβάλλει ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η ως άνω μισθώτρια εταιρία, ο …………. και οι πρώτος, δεύτερος, τέταρτη και πέμπτη εφεσίβλητοι. Ωστόσο, με την από 8.6.2011 κλήση τους, οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες ζήτησαν και προσδιορίστηκε συντομότερη δικάσιμος, για τη συζήτηση της από 19.4.2011 αίτησής τους, η 21.7.2011, οπότε είχε ήδη εκδοθεί και η απόφαση επί της ως άνω αιτήσεως συνδιαλλαγής – 582/2011 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή (η αίτηση) μόνο για την μισθώτρια εταιρία και απορρίφθηκε ως προς τους δύο πρώτους εφεσίβλητους. Η κλήση αυτή, η οποία υπογραφόταν και κατατέθηκε από την έβδομη εκκαλούσα – επίσης δικηγόρο, επιδόθηκε στους δύο πρώτους εφεσίβλητους (ως προς τη μισθώτρια ανώνυμη εταιρία οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες είχαν παραιτηθεί από το δικόγραφο της αίτησης πτώχευσης). Κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 21.7.2011, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 16.9.2011, ο τρίτος εφεσίβλητος – πληρεξούσιος δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση πτώχευσης – δύο πρώτων εφεσίβλητων, έκανε λόγο για πλαστότητα των τριών εκθέσεων επίδοσης (………/6.5.2011 του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………..) της αίτησης πτώχευσης προς τους καθ’ ων η αίτηση και περί τέλεσης κακουργηματικών πράξεων, για τις οποίες είχε κατατεθεί και έγκληση (η από 8.7.2011 και με αριθμό …….. έγκληση ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε κακουργηματική πλαστογραφία και της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Σύμφωνα με αυτή φέρονταν ότι οι έκτος και έβδομη εκκαλούντες ως πληρεξούσιοι δικηγόροι των πέντε πρώτων εκκαλούντων – αιτούντων την από 19.4.2010 πτώχευση, με σκοπό την εκδίκαση των καθ’ ων η αίτηση ερήμην, προκάλεσαν την απόφαση στον ως άνω δικαστικό επιμελητή, με την άμεση συνέργεια κάποιου άλλου προσώπου ως μάρτυρα, να καταρτίσει τις ως άνω τρεις πλαστές εκθέσεις επίδοσης, όπου φέρεται ότι το δικόγραφο της αίτησης πτώχευσης επιδόθηκε με θυροκόλληση, κατ’ άρθρο 130 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., ότι οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες προκάλεσαν την απόφαση στους ανωτέρω λοιπούς εγκαλούμενους να διαπράξουν τις ως άνω αξιόποινες πράξεις, καθώς και ότι όλοι οι εγκαλούμενοι τέλεσαν το αδίκημα της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Η έγκληση αυτή απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, με τη διάταξη 51/1.11.2013 του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς (άρθρο 47 παρ. 1, 2 του Κ.Π.Δ.), κατά της οποίας δεν ασκήθηκε προσφυγή, κατ’ άρθρο 48 παρ. 1 του Κ.Π.Δ. Κατόπιν τούτων οι εκκαλούντες άσκησαν, εκτός σχετικών εγκλήσεων και την από 6.2.2014 αγωγή τους, κατά της μισθώτριας εταιρίας και των τριών πρώτων εφεσίβλητων, στην οποία άσκησαν πρόσθετη παρέμβαση και οι τέταρτη και πέμπτη εφεσίβλητες. Με την απόφαση 2925/2015 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την απόρριψη των αντίθετων εφέσεων, κρίθηκε ότι, εκτός άλλων, με την υποβολή της ως άνω έγκλησης από τη μισθώτρια εταιρία και τους δύο πρώτους εφεσίβλητους, προσβλήθηκε η προσωπικότητα των εκκαλούντων και υποχρέωσε αυτούς (μισθώτρια εταιρία και τους δύο πρώτους εφεσίβλητους) να καταβάλουν εις ολόκληρον, ως χρηματική ικανοποίηση, στους πέντε πρώτους εκκαλούντες από ποσό 10.000 ευρώ και στους έκτο και έβδομη εκκαλούντες από 15.000 ευρώ. Αντίθετα, με την ίδια απόφαση, κρίθηκε ότι όσα δήλωσε ο τρίτος εφεσίβλητος, κατά την αρχική δικάσιμο της ως άνω αγωγής, στις 21.7.2011, που είχε αναβληθεί η συζήτησή της και καταχωρήθηκαν στα πρακτικά, συνιστούσαν τις αξιόποινες πράξεις της εξύβρισης και της απλής δυσφήμισης, έγιναν όμως, στο πλαίσιο της εκτέλεσης των νόμιμων καθηκόντων του ως πληρεξουσίου δικηγόρου των δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας και γενομένης δεκτής ως ουσιαστικά βάσιμης της κατ’ άρθρο 367 Π.Κ. ένστασής του, απορρίφθηκε η αγωγή ως προς αυτόν. Περαιτέρω, όσον αφορά στην από 5.10.2015 αγωγή, δεδομένου ότι μετά την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης, επί της οποίας οι εκκαλούντες άσκησαν την υπό κρίση έφεση μόνο για το κεφάλαιο που αφορά στην απόρριψη της τελευταίας σχετικά με όσα ανέφερε ο τρίτος εφεσίβλητος, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς στις 19.3.2014 και για το ύψος της επιδικασθείσας σ’ αυτούς χρηματικής ικανοποίησης, δεν ασκήθηκε έφεση από τους εφεσίβλητους (η εκκαλουμένη επιδόθηκε σ’ αυτούς στις 13.2.2020, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις επίδοσης ………/2020 του δικαστικού επιμελητή με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών ……..), κρίθηκαν τελεσίδικα (με την εκκαλουμένη) πως η μισθώτρια εταιρία «……..» και οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι κατέθεσαν στις 12.2.2014, στον Πειραιά, ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, αίτηση περί ανάσυρσης της με αριθμό …….. σχηματισθείσας δικογραφίας, επί της οποίας εκδόθηκε η απορριπτική διάταξη ………/2013 του τελευταίου επί της σχετικής με αυτήν έγκλησης, κατ’ άρθρο 47 ΚΠΔ και, συγκεκριμένα, ότι αυτοί (μισθώτρια εταιρία «……..» και οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι), ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς και της Γραμματέας που συνέπραξε, κατά την σύνταξη της έκθεσης εγχείρισης της ανωτέρω αιτήσεως ανάσυρσης, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή των εκκαλούντων, θέλοντας δε αυτό τούτο, διατύπωσαν και διέδωσαν ενώπιον τρίτων, γραπτώς, για αυτούς, γεγονότα [αλλά και κρίσεις] που, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εναγόντων, έχοντας επίγνωση της αναλήθειάς τους. Συγκεκριμένα, επανέλαβαν τους ισχυρισμούς τους, οι οποίοι είχαν περιληφθεί στην από 8.7.2011 και με αριθμό ………. έγκλησή τους και αφορούσαν στην πλαστότητα των …………/6.5.2011 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ………… Επιπροσθέτως, ανέφεραν ότι η εκ των ανωτέρω ………./6.5.2011 έκθεση επίδοσης πλαστογραφήθηκε δις, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια, ώστε να συνταχθεί βάσει αυτής και η ……… έκθεση επίδοσης, για την οποία αναφέρουν ότι είναι προϊόν διπλής πλαστογραφίας. Εκτός αυτών, ανέφεραν, ως προς τους εκκαλούντες, ότι η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Πειραιώς, που απέρριψε την έγκλησή τους, φαίνεται ξεκάθαρα πως εξαπατήθηκε, με τη χρησιμοποίηση αδίστακτων μεθόδων, από αδίστακτους ανθρώπους [εννοώντας τους εκκαλούντες], που, με μεθόδευση και οργάνωση, σχεδίασαν την εξαπάτησή της. Παράλληλα, ανέφεραν για τους τελευταίους και ότι δεν είναι τυχαίοι δράστες των αναφερόμενων στην ως έγκλησή τους αξιόποινων πράξεων, όταν φθάνουν στο σημείο να σχεδιάζουν, να οργανώνουν, να επινοούν και τελικά να επιτυγχάνουν να εξαπατήσουν, ακόμη και τις εισαγγελικές αρχές και μάλιστα, με τον ως άνω τρόπο που εκθέτουν στο δικόγραφο τους και ότι, με την ως άνω συμπεριφορά τους, δείχνουν ότι δεν διστάζουν σε τίποτα και γελούν σε βάρος όλων τους, τελούντες συνεχώς πράξεις κατά σύστημα και μάλιστα επαναλαμβανόμενες, προς συγκάλυψη της μίας από την άλλη, με απώτερο σκοπό να επιτύχουν των ερημοδικία της μισθώτριας εταιρία «………» και των δύο πρώτων εφεσίβλητων στη δίκη επί της από 19.4.2011 αίτησης πτώχευσης που είχε ανοιγεί με καθ’ ων τους τελευταίους. Περαιτέρω, ανέφεραν, για τους εκκαλούντες, ότι δεν είναι απλά δράστες πλαστογραφίας, κατ’ εξακολούθηση, απλά επικίνδυνοι κακοποιοί, που μεθοδεύουν ακόμη και την εξαπάτηση εισαγγελέων. Επιπλέον, με το δικόγραφο των από 10.2.2014 έγγραφων προτάσεών τους, το οποίο κατέθεσαν στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου είκοσι τουλάχιστον ημέρες προ της δικασίμου (237 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), καθώς και με το δικόγραφο της από 28.2.2014 προσθήκης σε αυτές, το οποίο κατέθεσαν δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την μετ’ αναβολή δικάσιμο της 19.3.2014 (237 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα), ήτοι την 28.2.2014, οπότε έκλεισε ο φάκελος και ορίστηκε ο εισηγητής της υπόθεσης, στον οποίο διαβιβάστηκε η δικογραφία, με το δικόγραφο των από 15.4.2015 έγγραφων προτάσεών τους, το οποίο κατέθεσαν στη γραμματεία την 13.5.2014, καθώς και με το δικόγραφο της από 16.6.2016 προσθήκης – αξιολόγησης σε αυτές, το οποίο κατέθεσαν την 23.6.2014, μετά την μετ’ αναβολή δικάσιμο της 11.6.2014, οπότε έκλεισε ο φάκελος και η δικογραφία διαβιβάστηκε στον εισηγητή, οι τρεις πρώτοι εφεσίβλητοι, προέβαλαν, από κοινού, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως εναγόμενοι και προς απόκρουση της από 28.7.2011 και με αριθμό κατάθεσης ……/2011 αγωγής, τους εξής, εκτός των άλλων, ψευδείς ισχυρισμούς και δη συγκεκριμένα : Με το δικόγραφο των από 10.2.2014, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εγγράφων προτάσεών των τριών πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «…………» επί της από 28.7.2011 αγωγής τους, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του τελευταίου δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου κατατέθηκαν οι από 10.2.2014 έγγραφες προτάσεις τους, καθώς και ενώπιον του εισηγητή του ίδιου δικαστηρίου και της σύνθεσης αυτού, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε αυτό τούτο, διατύπωσαν γραπτώς, για αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα [και κρίσεις] που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, και θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων: Ότι οι εκκαλούντες αγνοούν ή κάνουν πως αγνοούν, κάθε συμπεριφορά και ενέργεια που συνάδει με βασικές αρχές του δικαίου και συνεχίζουν να ενεργούν όπως πάντοτε, κάνοντας όχι απλά σαφή κατάχρηση κάθε δικαιώματος που νομίζουν ότι έχουν, αλλά κάτι πολύ περισσότερο, δείχνοντας με αυτή τη συμπεριφορά, την τάση τους προς την καταχρηστικότητα. Επίσης, επανέλαβαν τους ισχυρισμούς τους περί πλαστότητας των τριών εκθέσεων επίδοσης για τις οποίες έγινε λόγος και ανωτέρω, σε γνώση της οποίας (πλαστότητας) τελούσαν άπαντες οι εκκαλούντες και, ειδικότερα, το γεγονός της πλαστογράφησης δις της ……./6.5.2011 έκθεσης επίδοσης. Περαιτέρω, ανέφεραν ότι οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες, στην από 19.9.2012 έγκλησή τους προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, προέβαλαν, στο βαθμό που αυτή η έγκληση αφορά στις τρεις ένδικες εκθέσεις επίδοσης, που συντάχθηκαν την 6.5.2011, ότι το περιεχόμενο τους είναι αναληθέστατο, επισυνάπτοντας, προς παραπλάνηση του Εισαγγελέα και των τριών πρώτων εφεσίβλητων και τις τρεις πλαστές, όπως τις χαρακτήρισαν, εκθέσεις επίδοσης, επικαλούμενοι ότι γνωρίζουν πολύ καλά (οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες) ότι δεν έλαβε χώρα επίδοση της ένδικης αίτησης κήρυξης των δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «………….» σε πτώχευση και ότι ο σκοπός τους (πέντε πρώτων εκκαλούντων), όπως και παραπάνω αναφέρθηκε, με την κατάρτιση και προσκομιδή των τριών αυτών εκθέσεων επίδοσης, όπου αναφερόταν ότι έλαβε χώρα επίδοση της από 19.4.2011 αίτησης περί κήρυξης των τελευταίων σε πτώχευση, με θυροκόλληση, λόγω της άρνησης των παραληπτών τους να τις παραλάβουν, ήταν να μην μπορέσουν αυτοί να λάβουν γνώση της ύπαρξης της δίκης, που αναφερόταν σ’ αυτές (ανωτέρω εκθέσεις επίδοσης). Επίσης, ότι σκόπευαν (οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες) να μην μπορέσουν να παραστούν (οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι και η μισθώτρια εταιρία «…………»), κατά τη συζήτηση της αίτησης πτώχευσής τους, που είχε αρχικά οριστεί (18.5.2011) και οι σχετικοί ισχυρισμοί των πέντε πρώτων εκκαλούντων, κατά τους οποίους α) πράγματι έλαβε χώρα νομότυπη επίδοση της αίτησης περί κήρυξης των δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «……….» σε πτώχευση και β) ότι οι τελευταίοι ψευδώς ισχυρίζονται το αντίθετο είναι άκρως συκοφαντικά και ψευδή, αποβλέποντας, περαιτέρω, στην λήψη κάποιου χρηματικού ανταλλάγματος, σε βάρος της τυχούσας μελλοντικής συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών τους (σε περίπτωση που πτώχευαν), συμπεριφορές που στο ίδιο δικόγραφο των από 10.2.2014 προτάσεών τους, χαρακτήρισαν καταχρηστικές, τόσο για το αστικό και πτωχευτικό δίκαιο, όσο και για το ποινικό, εξομοιούμενες, σχεδόν, με εκβίαση και ότι, εντέλει, οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες, με την από 19.4.2011 αίτηση πτώχευσης αποσκοπούσαν στην επίτευξη ξένων (και συγκεκριμένα των ανωτέρω) προς την πτώχευση σκοπών, ενώ οι ανωτέρω ενέργειές τους (αίτηση πτώχευσης, αναγκαστικές κατασχέσεις κ.α.) των δήθεν, όπως ανέφεραν, πιστωτών των δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «………..», έγιναν μόνο από κακότητα, κακοβουλία και μίσος, υπερβαίνουν δε κατά πολύ τα όρια της καταχρηστικότητας, καθόσον είναι σαφέστατο, πως αυτές έγιναν προς επιδίωξη σκοπών άσχετων προς την πτώχευση. Ειδικά δε, ως προς την έκθεση επίδοσης ……/6.5.2011, αναφέρουν ότι πλαστογραφήθηκε δις, εφόσον στην μεταγενέστερη από 19.9.2012 έγκληση των εκκαλούντων, στην οποία επισυνάφθηκε αντίγραφο της, αναφέρεται, ως χρόνος επίδοσης, η ώρα 09:55 της 6.5.2011. Παράλληλα, με το δικόγραφο της από 28.02.2014 προσθήκης – αντίκρουσης που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την ίδια εκείνη ημέρα, οι τρεις πρώτοι εφεσίβλητοι, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του ίδιου δικαστηρίου, καθώς και της σύνθεσης αυτού, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή των εκκαλούντων, αποσκοπώντας σε αυτό το εγκληματικό αποτέλεσμα, διατύπωσαν γραπτά, γι’ αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εναγόντων με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων. Ειδικότερα, ανέφεραν, μεταξύ άλλων, ότι προσάγουν με επίκληση αντίγραφο της κατατεθείσας στις 17.2.2014, ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, αίτησής τους με αίτημα την ανάσυρση της ανωτέρω σχηματισθείσας δικογραφίας, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 51/2013 διάταξη, με την οποία απορρίφθηκε η από 8.7.2011 έγκλησή τους, αναφέροντας, σε συνδυασμό με την ανωτέρω αίτησή τους, ότι [εννοείται] οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες έχουν τελέσει, τουλάχιστον, την αξιόποινη πράξη της νόθευσης και της χρήσης του νοθευθέντος εγγράφου, ενώ ειδικά πλέον όλων των άλλων υπάρχει, έχει τελεσθεί και φαίνεται ξεκάθαρα, η διάπραξη και νεότερων αξιόποινων πράξεων, μεταξύ των οποίων είναι και αυτή της νόθευσης του πλαστού εγγράφου (υπονοώντας σαφέστατα την έκθεση επίδοσης …./6.5.2011 του δικαστικού επιμελητή ……..) ως και της χρήσης αυτού, προς εξαπάτηση του Εισαγγελέα. Επιπλέον, αποδείχτηκε ότι οι τρεις πρώτοι εφεσίβλητοι, με τις από 15.4.2014 έγγραφες προτάσεις τους, που κατατέθηκαν στις 13.5.2014, στον Πειραιά, προς απόκρουση της από 28.7.2011 αγωγής των εκκαλούντων, αγωγή η οποία συζητήθηκε στις 11.6.2014 και επί της οποίας εκδόθηκε η οριστική απόφαση 2925/2015 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του τελευταίου δικαστηρίου, στο οποίο κατατέθηκαν οι προτάσεις αυτές, καθώς και ενώπιον της εισηγήτριας του ίδιου δικαστηρίου και της σύνθεσής του, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια ενέργεια, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε τούτο, διατύπωσαν γραπτώς, γι’ αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων. Ειδικότερα, επανέλαβαν, κατ’ ουσία, όσα και ανωτέρω αναφέρθηκαν ως προς τις συνταχθείσες τρεις επίμαχες εκθέσεις επίδοσης, και, ειδικότερα και αναφορικά με το θέμα της νόθευσης, ως προς τον χρόνο που έλαβε χώρα η επίδοση της αίτησης όπως αυτός αποτυπώθηκε στην με αριθμό …../6.5.2011 έκθεση επίδοσης (ήτοι 09:55 π.μ. και όχι ώρα 07:55 π.μ.), ενώ, γενικότερα, ως προς τις τρεις εκθέσεις επίδοσης, αναφέρουν ότι έχουν ψευδέστατο περιεχόμενο, εφόσον, όπως στις προτάσεις τους εκείνες ισχυρίζονται, ουδέποτε έλαβε χώρα, προς τους δύο πρώτους εφεσίβλητους και την εταιρία «…….», επίδοση της αίτησης με την οποία οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες ζήτησαν να κηρυχθούν σε κατάσταση πτώχευσης, με την από 19.4.2011 αίτηση προς το δικαστήριο. Ειδικότερα, με το δικόγραφο των προτάσεών τους αυτών, οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι και η εταιρία «……..», κατονόμασαν μεν, ως φυσικό αυτουργό της παραπάνω νόθευσης τον δικαστικό επιμελητή ……….., αναφέροντας, παράλληλα, πως όλοι οι εκκαλούντες είχαν πλήρη γνώση της ως άνω ενέργειας αυτού, στην οποία οπωσδήποτε τον προέτρεψαν να προβεί. Επίσης, στο ίδιο δικόγραφο υπάρχουν σαφείς αρνητικοί υπαινιγμοί, αναφορικά με το ποιόν των εκκαλούντων (αναφορά σε κατορθώματα των εναγόντων και τον χαρακτήρα τους και μνεία του απώτερου σκοπού τους, ο οποίος, όπως στις προτάσεις αυτές αποτυπώθηκε, ήταν να επιτευχθεί, μέσω της μεθόδευσης αυτής, η ερημοδικία των δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «…….», στη δίκη που είχε ανοιγεί με την από 19.4.2011 και με αριθμό κατάθεσης ………./2011 αίτηση πτώχευσης, με την οποία ζήτησαν (οι πέντε πρώτοι εκκαλούντες) την κήρυξη των τελευταίων σε κατάσταση πτώχευσης, ώστε εξαιτίας της ερημοδικίας τους, που θα προκαλούνταν με τον τρόπο αυτό, να μην μπορούν να αντικρούσουν την αίτηση (πτώχευσης). Επιπλέον, αποδείχτηκε ότι, με την από 16.6.2014 προσθήκη – αξιολόγηση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, προς απόκρουση επίσης της από 28.7.2011 αγωγής των εκκαλούντων, η οποία συζητήθηκε την 11.6.2014, οι τρεις πρώτοι εφεσίβλητοι, στις 23.6.2014, στον Πειραιά, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, καθώς και της σύνθεσής του, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια εκούσια ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε τούτο, διατύπωσαν γραπτώς, γι’ αυτούς, τα κάτωθι που, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα [αλλά και κρίσεις], που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, και θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων, ειδικότερα ότι: κατά την φιλοσοφία των εκκαλούντων, μόνο αυτοί μπορούν να κοροϊδεύουν τα δικαστήρια και γενικά να λένε ψέματα, επαναλαμβάνοντας και στο δικόγραφο αυτό, το σχέδιο των εκκαλούντων, που συνίστατο στο να ερημοδικάσουν τους δύο πρώτους εφεσίβλητους και τη μισθώτρια εταιρία «……..», κατά τη δικάσιμο της 18.5.2011, το οποίο δεν υλοποιήθηκε, διότι η παρεμβαίνουσα εταιρεία ………, ζήτησε και πέτυχε την αναβολή της συζήτησης της από 19.4.2011 αίτησης περί κήρυξής τους σε κατάσταση πτώχευσης, από την αρχικά ορισθείσα της 18.5.2011, για την δικάσιμο της 8.6.2011, οπότε δικαζόταν η από 25.5.2011 αίτηση πτώχευσης της εταιρίας «……….», εναντίον του δευτέρου εκκαλούντος. Περαιτέρω, ανέφεραν και στο δικόγραφο αυτό τον ισχυρισμό τους ότι η από 19.4.2011 αίτηση αυτή πτώχευσης ουδέποτε τους κοινοποιήθηκε, εφόσον οι τρεις επίμαχες εκθέσεις επίδοσης ήταν ανύπαρκτες με αποτέλεσμα αυτοί να αγνοούν την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο εκείνη, καθώς και ότι οι εκκαλούντες προσπάθησαν στο Δικαστήριο που δίκασε την αγωγή εκείνη (στις 11.6.2014), να δείξουν, δήθεν, ότι δεν είχαν κανένα συμφέρον από τέτοια παρανομία, με αποτέλεσμα, όπως στο δικόγραφο της προσθήκης των προτάσεών τους αυτών αναφέρεται (οι εκκαλούντες) και ενώπιον του Δικαστηρίου που δίκασε την αγωγή εκείνη, ισχυρίζονται αναλήθειες και προσπαθούν να εμπλέξουν και να κοροϊδέψουν το Δικαστήριο εκείνο που, παραλίγο, όπως ισχυρίστηκαν, να εξαπατηθεί. Παράλληλα, προέβαλαν, στο ίδιο δικόγραφο προσθήκης και όπως ερμηνεύεται το σχετικό χωρίο, ότι οι εκκαλούντες θα ζητούσαν ανταλλάγματα για τη συναίνεσή τους στην ανάκληση της απόφασης που θα εκδιδόταν ερήμην τους και θα κήρυττε τους καθ’ ων σε κατάσταση πτώχευσης, ενώ διατύπωναν ρητορικά ερωτήματα ως προς την αξιοπιστία τους, ως προς την αλήθεια των ισχυρισμών τους και αν ισχύει το καθήκον αληθείας για αυτούς. Επίσης, ανέφεραν ότι οι εκκαλούντες, όπως φαίνεται, δε διστάζουν να κάνουν τα πάντα και ότι προσπάθησαν να εξαπατήσουν το δικαστήριο που δίκασε την αίτηση πτώχευσης, τον Εισαγγελέα αλλά και το δικαστήριο που δίκασε στις 11.6.2014 την αγωγή εκείνη. Για δε την έβδομη εκκαλούσα αναφέρουν ότι ήταν το πρόσωπο που με ευχέρεια ανέπτυξε και υποστήριξε όλους τους αναληθείς ισχυρισμούς των εκκαλούντων σε σχέση κύρια με τα στην αρχή υποστηριζόμενα για τη δικάσιμο της 18.5.2011 στη θέση της οποίας τοποθέτησε την 8.6.2011. Περαιτέρω, στο δικόγραφο αυτό της προσθήκης, μετά από εκτενή αναφορά σε όσα έλαβαν χώρα στο ακροατήριο του δικαστηρίου τη δικάσιμο της 21.7.2011, οι τρεις πρώτοι εφεσίβλητοι αναφέρονται και πάλι στο γεγονός της πλαστογράφησης της έκθεσης επίδοσης ……/6.5.2011 και στο γεγονός της προσπάθειας εξαπάτησης του Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 11.6.2014, ενώ, εμμέσως πλην σαφώς, υπονοείται ότι οι εκκαλούντες δεν μπορούν να μιλούν για ηθική και ότι είναι ξεκάθαρο πως όλοι (οι εκκαλούντες), δια των μηνύσεων και αγωγών για δήθεν προσβολή της προσωπικότητάς τους, προσπαθούν να αποκομίσουν οικονομικά ωφελήματα, ενώ όλες οι Δικαστικές και Εισαγγελικές Αρχές χρησιμοποιούνται από τους τελευταίους, για τον ίδιο λόγο. Περαιτέρω, με την από 6.02.2014 και με αριθμό κατάθεσης …/2014 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς αγωγή όλων των εφεσίβλητων (πλην του τρίτου) σε βάρος των εκκαλούντων και των δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……… και ……., η οποία απορρίφθηκε με την απόφαση 2925/2015 του ίδιου ως άνω δικαστηρίου, οι εφεσίβλητοι αυτοί, στις 11.2.2014, στον Πειραιά, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του δικαστηρίου που συνέπραξε, κατά την κατάθεση της ανωτέρω αγωγής, της Εισηγήτριας αυτού, της σύνθεσής του, του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……, ο οποίος διενήργησε την επίδοση του ως άνω δικογράφου στους έκτο και έβδομη από τους ενάγοντες, καθώς και ενώπιον της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης …………., η οποία διενήργησε την επίδοση του ανωτέρω δικογράφου στους πέντε πρώτους εκκαλούντες, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή των εκκαλούντων, θέλοντας δε αυτό, διατύπωσαν γραπτώς γι’ αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή και θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων. Συγκεκριμένα, υποστήριξαν, ότι αντιλήφθηκαν πως είχε ασκηθεί η από 19.4.2011 με ΓΑΚ ……/2011 αίτηση πτώχευσης, στην οποία αφορούσαν οι τρεις κρίσιμες εκθέσεις επίδοσης, το πρώτον, την δικάσιμο της 8.6.2011, τυχαία, κατά τη συζήτηση άλλης αίτησης που είχε καταθέσει έτερος πιστωτής της μισθώτριας εταιρίας (η εδρεύουσα στη Γαλλία εταιρία, με την επωνυμία «………..») και η συζήτηση της οποίας (άλλης αίτησης) είχε προσδιοριστεί για τη δικάσιμο της 8.6.2011, επίσης στο ακροατήριο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και δη εξ αναβολής από την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 18.5.2011, βάσει των τριών επίμαχων εκθέσεων επίδοσης. Περαιτέρω, αναφέρουν ότι τότε, για πρώτη φορά, επιδείχθηκαν στον τρίτο εφεσίβλητο – δικηγόρο, ………., κατόπιν αιτήματος του, οι τρεις αυτές εκθέσεις επίδοσης και συγκεκριμένα, φωτοτυπικά αντίγραφα εκ των πρωτοτύπων, των ……../6.5.2011 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………, από το περιεχόμενο των οποίων, κατά τα διαλαμβανόμενα στην αγωγή εκείνη, προκύπτει ότι, την 06.5.2011, ημέρα Παρασκευή και ώρες 07.55 π.μ., 07.40 π.μ. και 07.30 π.μ. αντίστοιχα, η ως άνω αίτηση επιδόθηκε στους δύο πρώτους εφεσίβλητους και στην μισθώτρια εταιρία, με θυροκόλληση, λόγω δήθεν, όπως υποστηρίζεται με την αγωγή εκείνη, μη εύρεσης του πρώτου και δεύτερου στους τόπους κατοικίας τους και δήθεν άρνησης, των δήθεν ευρεθεισών συζύγων τους, ήτοι της τέταρτης και πέμπτης εφεσίβλητων, ως και του δευτέρου από αυτούς, για λογαριασμό της μισθώτριας ανώνυμης εταιρίας, να παραλάβουν την ως άνω αίτηση, εφόσον προβάλλουν ότι ο ανωτέρω δικαστικός επιμελητής, με τη μάρτυρα ………, ουδέποτε πήγαν για να επιδώσουν την ως άνω αίτηση πτώχευσης στους καθ’ ων, επιχειρώντας, περαιτέρω, να θεμελιώσουν την αναφορά τους στο γεγονός αυτό. Επιπλέον, οι εκκαλούντες – εναγόμενοι της αγωγής εκείνης, υποστήριξαν ότι, αν και ουδείς από αυτούς, τον επιδόσαντα δικαστικό επιμελητή και τη βοηθό του, στα δικόγραφα των από 28.7.2011 και 21.11.2011 εγκλήσεών τους και την από 18.10.2011 ένορκη κατάθεσή τους στον Πταισματοδίκη Αθηνών (οι δύο τελευταίοι), αμφισβήτησε, έστω και κατ’ ελάχιστον, ότι στην ………../6.5.2011 έκθεση επίδοσης αναγράφτηκε ως χρόνος επίδοσης η ώρα 07:55 π.μ. της 6.5.2011, μεταγενέστερα, στις 28.9.2012, οι πρώτοι πέντε πρώτοι εκκαλούντες κατέθεσαν ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιά, την από 19.9.2012 έγκληση, στην οποία επισύναψαν και φωτοτυπικό αντίγραφο, τη με αριθμό …./6.5.2011 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ………., όπου, τότε το πρώτον, δήθεν ανακαλύπτουν, όπως αναγράφτηκε στην αγωγή εκείνη, ότι η ώρα που αναφέρεται στην ως άνω έκθεση, είναι η 09:55 π.μ. Με αυτόν τον τρόπο υποστηρίζουν και εμφανίζουν πως, η ώρα επίδοσης που αναγράφεται σε αυτήν είναι η 09:55π.μ, της 6.5.2011 και όχι η 7:55 π.μ., νοθεύοντας, όπως στην αγωγή εκείνη αναγράφτηκε, το αρχικό κείμενο της ως άνω έκθεσης, δια της μετατροπής του αριθμού «7» σε «9», δηλαδή η ώρα «07:55 π.μ.», μετατράπηκε σε «09:55 π.μ.»., με αποτέλεσμα το περιεχόμενο της ανωτέρω, από 19.9.2012 έγκλησης να χαρακτηρίζεται αναληθέστατο από τους ενάγοντες της αγωγής εκείνης, στο βαθμό που και οι τρεις εκθέσεις επίδοσης πάσχουν, εφόσον καμία επίδοση δεν έγινε, ενώ, ειδικά, η έκθεση επίδοσης ………/ 6.5.2011 πάσχει διττώς, εφόσον, σε πρώτη φάση, πλαστογραφήθηκε [αναφορικά με την σημείωση στο κείμενο της όπου αναφερόταν μεταξύ άλλων και το γεγονός ότι έλαβε χώρα η επίδοση την ώρα 07:55 (ορθότερα βεβαιώθηκε ψευδώς το γεγονός αυτό), όπως έγινε, κατά τα στην αγωγή εκείνη, διαλαμβανόμενα και για τις άλλες δύο] και σε δεύτερο χρόνο, νοθεύτηκε, με τη διόρθωση του χρόνου επίδοσης (από 07:55 σε 09:55). Οι ενάγοντες της αγωγής εκείνης κατέληξαν, αναφέροντας ότι όλοι οι εκεί εναγόμενοι (μεταξύ των οποίων και οι εφτά εκκαλούντες) τέλεσαν σε βάρος τους, με άμεσο δόλο και πρόθεση τέλεσης αξιόποινων πράξεων και κατασυκοφάντησής τους, νέες αξιόποινες, αδικοπρακτικές και συκοφαντικές πράξεις (συκοφαντικής δυσφήμισης, απάτης επί Δικαστηρίων κ.λπ.), προσβάλλοντας, ταυτόχρονα και τους στοιχειώδεις κανόνες της καλής πίστης και των χρηστών, ως και συναλλακτικών ηθών, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, γνώση του περιεχομένου των οποίων έλαβαν τα αναφερόμενα στην αγωγή εκείνη πρόσωπα. Περαιτέρω, με το δικόγραφο των από 15.4.2014 εγγράφων προτάσεων των α’, β’, δ’ και ε’ εφεσίβλητων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, προς υποστήριξη της από 6.02.2014 και με αριθμό κατάθεσης …../2014 αγωγής τους, σε βάρος των εκκαλούντων, οι ανωτέρω, στις 13.5.2014, στον Πειραιά, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα ίδιου δικαστηρίου, στον οποίο κατατέθηκε το δικόγραφο των από 15.4.2014 εγγράφων προτάσεών τους, καθώς και ενώπιον του εισηγητή του και της σύνθεσης του δικαστηρίου, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε αυτό, διατύπωσαν γραπτώς, γι’ αυτούς, τα κάτωθι τα οποία, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε, ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα δυνάμενα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων κατά βάση τα ίδια με όσα διαλαμβάνονται ανωτέρω (τα αναφερόμενα στην ως άνω από 6.2.2014 αγωγή, προς υποστήριξη της οποίας κατατέθηκαν οι προτάσεις), διευκρινίζοντας όμως, ότι η σημείωση πως έλαβε χώρα επίδοση τις ώρες 07:55 (αρχικά, κατά τους ισχυρισμούς τους), 07:40 και 07:30, στις τρεις επίμαχες ένορκες βεβαιώσεις συνιστά πλαστογράφηση και ψευδή βεβαίωση. Περαιτέρω, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με το δικόγραφο της από 28.01.2013 και με αριθμό κατάθεσης 967/2013 αγωγής – ανταγωγής των τριών πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας σε βάρος των εκκαλούντων, η οποία είχε προσδιοριστεί για τη δικάσιμο της 19.3.2014, όταν και οι ανωτέρω (ενάγοντες – αντενάγοντες) παραιτήθηκαν του δικογράφου αυτής, στις 4.2.2013, στον Πειραιά, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του δικαστηρίου, που συνέπραξε κατά την κατάθεση της ανωτέρω αγωγής, του εισηγητή αυτού, της σύνθεσης του δικαστηρίου, των δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Αθηνών και Θεσσαλονίκης, οι οποίοι διενήργησαν την επίδοση του ως άνω δικογράφου στους εκκαλούντες, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε αυτό, διατύπωσαν γραπτώς γι’ αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων. Συγκεκριμένα, επανέλαβαν και ανέπτυξαν και στο δικόγραφο αυτό, τον βασικό τους ισχυρισμό, κατά τον οποίο πληροφορήθηκαν την ύπαρξη της εκκρεμούσας εναντίον τους (δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «……»), από 19.4.2011 με αριθμό ……/2011 αίτησης περί κήρυξής τους σε πτώχευση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, από τυχαίο περιστατικό, κατά την δικάσιμο της 8.6.2011 (μετ’ αναβολή της αρχικά ορισθείσας), εφόσον ουδέποτε η αίτηση αυτή τους κοινοποιήθηκε. Παράλληλα, επανέλαβαν ότι οι εκκαλούντες (εκεί εναγόμενοι – αντεναγόμενοι), στο πλαίσιο της διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης, βάσει της από 8.7.2011 έγκλησης, δεν είπαν τίποτα, προκειμένου να αντικρούσουν όλες τις σε βάρος τους καταθέσεις, εμμένοντας στους συνήθεις, εντός των χώρων των δικαστηρίων, μεταξύ δικηγόρων γενόμενους φραστικούς διαξιφισμούς, που έγιναν στο ακροατήριο του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την δικάσιμο της 21.7.2011 μεταξύ των δικηγόρων τους και ήδη και διαδίκων, μέρος των πρακτικών της οποίας ενσωματώνουν στην αγωγή – ανταγωγή τους εκείνη, συμπληρώνοντας, όμως, ότι όλοι οι φραστικοί διαξιφισμοί που έλαβαν χώρα στις 21.7.2011, στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, θεωρούνται ως μη γενόμενοι, ανεξάρτητα από το γεγονός της κατάθεσης σε βάρος των εκκαλούντων της από 8.7.2011 έγκλησης, το περιεχόμενο της οποίας, κατά τους ισχυρισμούς τους, είναι αληθινό, καθόλα τα σημεία του. Περαιτέρω, ανέφεραν στην αγωγή τους αυτή ότι οι εκκαλούντες επέσπευδαν αναγκαστικούς πλειστηριασμούς, ενώ γνώριζαν ότι από το τυχόν εκπλειστηρίασμα δεν θα έμενε γι’ αυτούς τίποτα, συμπεριφορά που αποδίδουν στην πρόθεση τους να ποριστούν κάποιο [απροσδιόριστο με την αγωγή εκείνη] χρηματικό αντάλλαγμα, σε βάρος της τυχούσας μελλοντικής συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών των δύο καθ’ ων η αίτηση πτώχευσης φυσικών προσώπων (δύο πρώτων εφεσίβλητων), προς επίτευξη σκοπών αλλότριων από αυτούς στους οποίους ο νόμος αποβλέπει και με κίνητρα μόνο την κακότητα, κακοβουλία και μίσος, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα όρια της καταχρηστικότητας και αγγίζοντας αυτά της εκβίασης. Και τούτο, καθόσον είναι σαφέστατο, πως αυτές έγιναν προς επιδίωξη σκοπών ασχέτων προς την πτώχευση, εφόσον όπως αναφέρεται στην αγωγή, δεν είναι πλέον πιστωτές τους, για τους οποίους ισχυρίζονται ότι ξεπέρασαν και υπερέβησαν κάθε όριο λογικής και ειλικρίνειας και ότι οι εκεί εναγόμενοι, προκειμένου να αμυνθούν κατά των σε βάρος τους παραπάνω κατηγοριών, άσκησαν σε βάρος όλων των εκεί εναγόντων, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την με αριθμό κατάθεσης ……./02.8.2011 από 28.7.2011 αγωγή. Επίσης, στην ίδια αγωγή τους, οι ενάγοντες σ’ αυτήν, ανέφεραν, ως προς εναγομένους – εδώ εκκαλούντες, ότι όλοι τους και, ειδικά, οι δύο τελευταίοι από αυτούς, (δικηγόροι), αγνοούν ή κάνουν πως αγνοούν, κάθε συμπεριφορά και ενέργεια που συνάδει με βασικές αρχές του δικαίου και συνεχίζουν να ενεργούν όπως πάντοτε, κάνοντας σαφή κατάχρηση κάθε δικαιώματος που νομίζουν ότι έχουν, δείχνοντας με αυτή τη συμπεριφορά, πως δεν διστάζουν σε τίποτα, ενώ, στη συνέχεια, παραθέτουν αυτούσια μεγάλα τμήματα της αγωγής εκείνης η οποία, όπως και παραπάνω αναφέρθηκε, έγινε δεκτή με την απόφαση 2925/2015 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έχει καταστεί ήδη τελεσίδικη. Περαιτέρω, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με το από 7.2.2014 και με αριθμό κατάθεσης …../2014 δικόγραφο, πρόσθετης παρέμβασης της τέταρτης και πέμπτης εφεσίβλητων, που συνεκδικάστηκε με τις δύο αντίθετες αγωγές και επί των οποίων εκδόθηκε η απόφαση 2925/2015 του ίδιου δικαστηρίου, με την οποία το ανωτέρω δικόγραφο απορρίφθηκε ως απαράδεκτο, οι εφεσίβλητες αυτές, στις 11.2.2014, στον Πειραιά, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του ως άνω δικαστηρίου, που συνέπραξε κατά την κατάθεση της πρόσθετης παρέμβασης, της εισηγήτριας αυτού, της σύνθεσής του δικαστηρίου, των δικαστικών επιμελητών, οι οποίοι διενήργησαν την επίδοση του ως άνω δικογράφου στους εκκαλούντες, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε αυτό, διατύπωσαν γραπτώς γι’ αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή, αντίληψη περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, και θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων. Συγκεκριμένα, ανέφεραν, κατά τον τρόπο που και ανωτέρω αναφέρθηκε σε άλλα δικόγραφα, ότι, κατά τη δικάσιμο της 8.6.2011, στο ακροατήριο του ως άνω Δικαστηρίου (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας), όπου βρίσκονταν οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι, προκειμένου να παραστούν στην συζήτηση της από 25.5.2011 αίτησης πτώχευσης, που είχε ασκήσει εναντίον του δευτέρου η εδρεύουσα στη Γαλλία εταιρία με την επωνυμία «……………», αυτοί, το πρώτον τότε, διαπίστωσαν πως είχε προσδιοριστεί να δικαστεί ενώπιον αυτού και μάλιστα μετ’ αναβολή (αρχική δικάσιμος η 18.5.2011), η από 19.4.2011, με αριθμό κατάθεσης …../2010 αίτηση πτώχευσης των πέντε πρώτων εκκαλούντων, με την οποία ζητούταν η κήρυξη σε πτώχευση των δύο πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «………..», την ύπαρξη της οποίας, αναφέρουν ότι άπαντες αγνοούσαν, αναφέροντας, ότι ουδέποτε είχε κοινοποιηθεί προς αυτούς το δικόγραφο της ως άνω αίτησης και ότι τότε πληροφορήθηκαν, για πρώτη φορά, το περιεχόμενο των τριών επίμαχων εκθέσεων επίδοσης (με αριθμούς ………../6.5.2011 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ……..), με βάση τα οποία προκύπτει ότι, την Παρασκευή 6.5.2011, και ώρες 07.55 π.μ., 07.40 π.μ. και 07.30 π.μ. αντίστοιχα, η ως άνω αίτηση επιδόθηκε στους τρεις καθ’ ων με θυροκόλληση, λόγω δήθεν μη εύρεσης των συζύγων τους στους τόπους κατοικίας τους και δήθεν άρνησης, τόσο των δήθεν ευρεθεισών συζύγων αυτών (των ιδίων των παρεμβαινουσών), όσο και του ………, ενεργούντος για λογαριασμό της ως άνω ανώνυμης εταιρίας, να παραλάβουν την ως άνω αίτηση, ενώ, ως προς την τρίτη – ανώνυμη εταιρία, πως με βάση την αντίστοιχη έκθεση επίδοσης, δήθεν βρέθηκε, πλην όμως αρνήθηκε δήθεν να παραλάβει την ως άνω αίτηση, ο ………, υπό την ιδιότητα του νόμιμου εκπρόσωπου της. Παράλληλα, οι ανωτέρω εφεσίβλητες, στο δικόγραφο τους αυτό, όπως ακριβώς και στα προηγούμενα, όπου περιλήφθηκε ο αντίστοιχος ισχυρισμός, ανέφεραν ότι ουδέποτε έγινε επίδοση της από 19.4.2011 αίτησης πτώχευσης προς τους τρεις καθ’ ων, εφόσον, όπως προβάλλουν, ο δικαστικός επιμελητής που δήθεν πραγματοποίησε τις ως άνω επιδόσεις, δεν πήγε ποτέ να επιδώσει την ως άνω αίτηση πτώχευσης, στους τρεις καθ’ ων, που έπρεπε να επιδοθεί αυτή και ότι, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν υπήρξε μάρτυρας κατά τις επιδόσεις, ενώ επιχείρησαν να στηρίξουν και περαιτέρω τους ισχυρισμούς τους αυτούς, προβάλλοντας ότι ειδικά ως προς την επίδοση προς την τρίτη καθ’ ης η αίτηση – ανώνυμη εταιρία, κατά την ώρα 07.55 π.μ. της 06.5.2011, χρόνο κατά τον οποίο, με βάση την με αριθμό ……./2011 έκθεση επίδοσης, φέρεται να επιδόθηκε προς εκείνη με θυροκόλληση, μετά από εύρεση του δευτέρου εφεσίβλητου, στα γραφεία και την έδρα αυτής και στη συνέχεια της άρνησης του ως άνω να παραλάβει την ανωτέρω αίτηση πτώχευσης, τα γραφεία της ως άνω εταιρίας ήταν κλειστά, με αδύνατη την είσοδο σε αυτά και ο δεύτερος καθ’ ου απουσίαζε, ενώ η είσοδος στα γραφεία ξεκινά περί ώρα 08.45 π.μ. Παράλληλα, ανέφεραν ότι οι καθ’ ων η πρόσθετη εκείνη παρέμβαση, πλην των δύο δικηγόρων (…….. και ……), σε νεότερη, από 19.9.2012 έγκληση τους προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιά ανάφεραν ότι η από 19.4.2011 αίτηση, βάσει της έκθεσης επίδοσης ………/6.5.2011, δεν επιδόθηκε την 07:55 π.μ. αλλά την 09:55 της ίδιας ημέρας, πράγμα που, όπως αναφέρουν, δεν αναφέρεται ούτε στο περιεχόμενο της προηγούμενης, από 28.7.2011 έγκλησής τους. Επίσης, ότι ούτε στην έχουσα όμοιο περιεχόμενο από 21.10.2011 έγκληση των δικαστικών επιμελητών (……… και ………, μάρτυρα κατά την επίδοση), κάτι τέτοιο αναφέρεται, όπως επίσης και σε τέσσερις (4) ένορκες εξετάσεις που έγιναν ενώπιον του Πταισματοδίκη Αθηνών την 18.10.2011 οι δύο και την 11.5.2012 οι άλλες δύο, από τους ως άνω δύο (2) δικαστικούς επιμελητές και τους παραπάνω δύο (2) δικηγόρους, το οποίο αν ίσχυε και ήταν αληθές (ήτοι χρόνος επίδοσης ώρα 09:55) θα ανέτρεπε όλους τους ισχυρισμούς της αντίθετης πλευράς (δηλαδή των δύο πρώτων και δύο τελευταίων εφεσίβλητων), έκθεση επίδοσης την οποία και επισύναψαν στην έγκλησή τους αυτήν. Κατά τις προσθέτως παρεμβαίνουσες, η ενέργεια αυτή αποτελεί νόθευση του αρχικού κειμένου της ως άνω έκθεσης, δια της μετατροπής του αριθμού «7» σε «9», δηλαδή η ώρα «07:55π.μ», μετατράπηκε σε «09:55π.μ.» Αντίθετα, η αναφορά τους, κατά την οποία ο έκτος εκκαλών ανέφερε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου ότι «Οι θυροκολλήσεις δεν έγιναν λόγω άρνησης Κύριε Πρόεδρε» και ότι συνομολογεί, όπως ισχυρίζονται, ότι δεν έγιναν οι ως άνω επιδόσεις, εντάσσεται στην έννοια της κρίσης και όχι της διατύπωσης γεγονότος. Περαιτέρω, επαναλαμβάνουν τον ισχυρισμό, που και ανωτέρω αναφέρθηκε, κατά τον οποίο οι επιδόσεις αυτές, στην πραγματικότητα, ποτέ δεν έγιναν και οι εκθέσεις αυτές συντάχθηκαν, με το παραπάνω περιεχόμενο, προκειμένου να υλοποιηθεί το σχέδιο όλων των εκκαλούντων να ερημοδικάσουν τους τρεις καθ’ ων η αίτηση πτώχευσης. Επιπλέον, παραθέτουν αυτούσια αποσπάσματα των καταθέσεων των δύο πρώτων και της τέταρτης και πέμπτης εφεσίβλητων ενώπιον του Πταισματοδίκη του 5ου Τακτικού Τμήματος Πειραιώς, καθώς επίσης και της ανωτέρω από 19.9.2012 έγκλησής τους και ενσωμάτωσαν στο δικόγραφο της παρέμβασης εκείνης τα ως άνω δύο σώματα της με αριθμό ……/6.5.2011 έκθεσης επίδοσης του έκτου εκκαλούντος από τα οποία, το δεύτερο αποτυπωμένο είναι, αυτό που παραδόθηκε από τον …………. προς τον τρίτο εφεσίβλητο, δικηγόρο ………., την 08.6.2011 και το πρώτο, αναφερόμενο στην από 19.9.2012 έγκληση. Περαιτέρω, με το δικόγραφο των από 15.4.2014 εγγράφων προτάσεων των ανωτέρω δύο προσθέτως παρεμβαινουσών ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, προς υποστήριξη της ως άνω από 07.02.2014 και με αριθμό κατάθεσης ……./2014 πρόσθετης παρέμβασης τους, οι τέταρτη και πέμπτη εφεσίβλητες, στις 13.5.2014, στον Πειραιά, ενώπιον τρίτων και δη ενώπιον του Γραμματέα του τελευταίου δικαστηρίου, όπου και κατατέθηκε το δικόγραφο των από 15.4.2014 εγγράφων προτάσεών τους, καθώς και ενώπιον του εισηγητή του δικαστηρίου και της σύνθεσής του, γνωρίζοντας ότι, με τέτοια οικειοθελή ενέργειά τους, προσβάλλεται η τιμή τους, θέλοντας δε αυτό, διατύπωσαν γραπτώς γι’ αυτούς, τις ακόλουθες λέξεις και φράσεις, οι οποίες, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν άρνηση της ηθικής, επαγγελματικής και κοινωνικής τους αξίας και αποτελούν εκδήλωση περιφρόνησης για το πρόσωπο τους, διέδωσαν δε ενώπιον τρίτων, τα κατωτέρω ψευδή γεγονότα, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των πέντε πρώτων εκκαλούντων, αλλά και του έκτου και της έβδομης των εκκαλούντων, με δόλια προαίρεση, η οποία περιλαμβάνει τη γνώση τους ότι είναι πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή τους, καθώς και ψευδή, και θέλοντας να τα διαδώσουν ενώπιον τρίτων. Συγκεκριμένα, πρώτον, υιοθέτησαν όλο το περιεχόμενο των ισχυρισμών και των ενστάσεων, που προβάλλουν, οι υπέρ ων άσκησαν την πρόσθετη παρέμβασή τους (τριών πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «…………..»). Παράλληλα, αναφέρουν ότι οι εκκαλούντες κατόρθωσαν να ξεγελάσουν τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς προς τον οποίο απηύθυναν οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι και η μισθώτρια εταιρία «……….» την από 8.7.2011 έγκληση, την απόρριψη της οποίας αποδίδουν στο γεγονός ότι η ανωτέρω έκθεση επίδοσης ……/6.5.2011 νοθεύθηκε εκ των υστέρων, ως προς την ακριβή ώρα επίδοσης, ισχυρισμός που διατυπώνεται και στο δικόγραφο αυτό και, ειδικότερα, ότι η νόθευση της αρχικής επίδοσης, με ώρα 07:55 (η οποία νόθευση, κατά τις αιτιάσεις τους, έγινε στο ισότυπο του δευτέρου πρωτοτύπου, που κρατάει ο επιδόσας δικαστικός επιμελητής στο αρχείο του και, έτσι, εμφανίζονται δύο πρωτότυπα, τα οποία διαφέρουν μεταξύ τους, του ενός αναφέροντος ως ώρα επίδοσης την 07:55 π.μ. και του άλλου, του ευρισκόμενου στο αρχείο του επιδόσαντος δικαστικού επιμελητή αναφέροντος ως ώρα επίδοσης την 09:55 π.μ.). Περαιτέρω, επαναλαμβάνουν τον ισχυρισμό που και ανωτέρω αναπτύχθηκε, κατά τον οποίο δεν έλαβε χώρα ποτέ επίδοση της από 19.4.2011 αίτησης πτώχευσης προς τους τρεις καθ’ ων και ότι οι εκκαλούντες προσπάθησαν με την κατασκευή, ουσιαστικά, των τριών αυτών εκθέσεων επίδοσης, να επιτύχουν την ερημοδικία των τριών καθ’ ων, στη δίκη με την οποία ζητούσαν την κήρυξή τους σε κατάσταση πτώχευσης, κατά την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 8.5.2011. Εκτός των ανωτέρω γεγονότων, τα οποία, κρίθηκαν ως συκοφαντικά, με την ήδη τελεσίδικη απόφαση 2925/2015 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, καθ’ ο μέρος δεν εκκαλείται, επιπλέον από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε ότι με βάση τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά συνεδρίασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία), κατά τη συνεδρίαση της 19.3.2014, οπότε συζητήθηκε η από 28.7.2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……/2011 αγωγή των εδώ εκκαλούντων κατά των τριών πρώτων εφεσίβλητων και της μισθώτριας εταιρίας «…….», οι δύο πρώτοι εφεσίβλητοι εμφανίστηκαν και η μισθώτρια εταιρία εκπροσωπήθηκε, από τον τρίτο εξ αυτών, πληρεξούσιο δικηγόρο τους, ο τελευταίος δε, παραστάθηκε αυτοπροσώπως ως δικηγόρος, ο οποίος κατά τον ανωτέρω χρόνο και τόπο, αφού έλαβε το λόγο, ενώπιον τρίτων, ανέφερε ότι : «… δηλαδή τις τρεις επιδόσεις για τις οποίες εμείς λέμε, υποστηρίζουμε ότι είναι πλαστές η τρίτη εκ των οποίων στην εταιρεία πλαστογραφήθηκε δύο φορές, για την ακρίβεια νοθεύτηκε το ήδη πλαστό κάνοντας το επτά εννέα, πέραν όλων των άλλων που επισημαίνω στις προτάσεις μου, ασκήθηκε από τις ………… και ……… πρόσθετη παρέμβαση, διότι είναι αυτές οι οποίες φέρονται στις δύο πρώτες επιδόσεις να βρέθηκαν και να αρνήθηκαν σε αυτές που έγιναν δήθεν επτά και τριάντα και επτά και σαράντα και ασκήθηκε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της πλευράς της δικής μας, δηλαδή των εναγομένων, διότι το έννομο συμφέρον τους είναι προφανές και οι δικές τους οι συμπεριφορές αφορούν είπαμε το ίδιο βιωτικό συμβάν. Χωρίζεται σε τρία περιστατικά. Αυτές είναι πλαστές και η άλλη πλευρά υποστηρίζει το αντίθετο, ότι είναι γνήσιες, ότι συκοφαντείται με αυτά…[…]». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο τρίτος εφεσίβλητος αναφέρεται στη διάπραξη της αξιόποινης πράξης της πλαστογραφίας των τριών εκθέσεων επίδοσης και ισχυρίζεται ψευδώς, εν γνώσει του ψεύδους του, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, πως είναι πλαστές, αντίθετα με τους εκκαλούντες, που υποστήριξαν ότι είναι γνήσιες, οι οποίοι μάλιστα, όπως αναφέρει, συκοφαντούνται από την πλαστότητα αυτή. Με βάσει τα ανωτέρω ο ισχυρισμός του αυτός συνιστά γεγονός, του οποίου έλαβαν γνώση τρίτοι (οι δικαστές που δίκασαν την υπόθεση και ο γραμματέας του δικαστηρίου) και έβλαψε την τιμή και την υπόληψη των εκκαλούντων, των οποίων προσβλήθηκε η προσωπικότητα, αφού παρουσιάζονταν ψευδώς ως δράστες της πλαστογραφίας των ως άνω εκθέσεων επίδοσης. Σημειωτέον ότι για την πράξη αυτή ο τρίτος εφεσίβλητος κρίθηκε ένοχος για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμισης, με την απόφαση 245, 251/2018 του Πενταμελούς Εφετείου Πειραιώς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι η ανωτέρω αναφορά ενώπιον του Δικαστηρίου – ισχυρισμός, δεν συνιστά γεγονός κατά την έννοια του νόμου, διότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για απόδοση, συγκεκριμένα της υποτιθέμενης αυτής πλαστογράφησης στους εκκαλούντες ή σε κάποιο άλλο πρόσωπο που λειτούργησε για λογαριασμό τους, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος της έφεσης και ως ουσιαστικά βάσιμος. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι ανωτέρω παράνομες και υπαίτιες συμπεριφορές των εφεσίβλητων αυτών, οι οποίες στοιχειοθετούν, το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, είχε ως συνέπεια την προσβολή της προσωπικότητας των εκκαλούντων και, ειδικότερα, της τιμής και της υπόληψής τους, αλλά και της επαγγελματικής υπόστασης του έκτου και έβδομης αυτών ως δικηγόρων, αφού δημιουργήθηκε η εντύπωση σε ευρύτερο αριθμό προσώπων, καθώς και στον επαγγελματικό κύκλο των τελευταίων, ότι έχουν προβεί στην τέλεση ατιμωτικών αξιόποινων πράξεων, όντας πρόσωπα μειωμένης ηθικής και κοινωνικής αξίας, από την παράνομη δε, προσβολή αυτή της προσωπικότητάς τους, οι εκκαλούντες υπέστησαν σημαντική ηθική βλάβη. Λαμβανομένων δε υπόψη των εν γένει συνθηκών τέλεσης της προσβολής, του είδους και της βαρύτητας αυτής, του έντονου ψυχικού άλγους, που τους προκλήθηκε, εξαιτίας της προσβολής της προσωπικότητάς τους, του βαθμού του πταίσματος των εφεσιβλήτων, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, όπως τα στοιχεία αυτά προαναφέρθηκαν και εκτιμώνται βάσει των κανόνων της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο κρίνει ότι καθένας από τους πέντε πρώτους εκκαλούντες δικαιούται ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 10.000 ευρώ και καθένας από τους έκτο και έβδομη εκκαλούσες αυτό των 15.000 ευρώ, τα οποία (ποσά) κρίνονται εύλογα μετά τη στάθμιση των κατά νόμο στοιχείων (άρθρο 932 του Α.Κ.), καθώς και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (Ολ.Α.Π. 9/2015 στην ιστοσελίδα Α.Π.). Σημειωτέον ότι στα ανωτέρω ποσά συμπεριλαμβάνεται και η προσβολή της προσωπικότητας των εκκαλούντων από τον τρίο εφεσίβλητο, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη συνεδρίασή του, στις 19.3.2014. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση, επιδίκασε σε καθένα από τους εκκαλούντες το ποσό των 5.000 ευρώ, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος έφεσης των τελευταίων, με τον οποίο ζητείται η επιδίκαση μεγαλύτερων ποσών χρηματικής ικανοποίησης.
VΙ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη οριστική απόφαση 1915/2019 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως προς τα ανωτέρω κεφάλαια, για τα οποία έγιναν δεκτοί οι σχετικοί λόγοι της έφεσης (επιμέρους πράξη προσβολής της προσωπικότητας των εκκαλούντων από τον τρίτο εφεσίβλητο, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη συνεδρίασή του, στις 19.3.2014 και επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης καθ’ όλων των εφεσίβλητων). Ακολούθως, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), ως προς τα ανωτέρω, να ερευνηθεί η από 5.10.2015 αγωγή ως προς αυτά, να γίνει αυτή δεκτή κατά το ως άνω πρώτο αίτημα και εν μέρει δεκτή κατά το δεύτερο, ως και κατ’ ουσία βάσιμη και να υποχρεωθούν οι πρώτος, δεύτερος, τέταρτος, πέμπτη και έκτη εναγόμενοι σ’ αυτήν να καταβάλλουν εις ολόκληρον σε καθένα από τους πέντε πρώτους ενάγοντες το ποσό των 10.000 ευρώ και σε καθένα από τους έκτο και έβδομη ενάγοντες αυτό των 15.000 ευρώ, τα ποσά δε αυτά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επιπλέον, πρέπει να ορισθεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από τους ερημοδικαζόμενους εφεσίβλητους (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.) και εφόσον έγινε δεκτή η έφεση και εξαφανίστηκε, έστω και εν μέρει, η εκκαλούμενη απόφαση (πρέπει), να διαταχθεί η επιστροφή στον πρώτο εκκαλούντα του παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που κατέθεσε με το …………. ηλεκτρονικό παράβολο. Τέλος, η εκκαλούμενη απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί ως προς τη διάταξή της για τη δικαστική δαπάνη, για όλα τα κεφάλαια της απόφασης, που αφορά στην ως άνω αγωγή, ενόψει της αναγκαιότητας ενιαίου καθορισμού αυτής (Α.Π. 192/1998 Ελλ.Δ/νη 1998, σελ. 825, Α.Π. 748/1984 Ελλ.Δ/νη 1985, σελ. 642, Μαργαρίτης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Τόμος Ι, άρθρα 535 αρ. 1 και 522 αρ. 13 και Βασ. Βαθρακοκοίλης ΚΠΟΛΔ Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση (κατ’ άρθρο), Τόμος Γ, άρθρο 535, αρ. 4) και να καταδικαστούν οι πρώτος, δεύτερος, τέταρτος, πέμπτη και έκτη εναγόμενοι στην εις ολόκληρον, πληρωμή της δικαστικής δαπάνης των εναγόντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματός τους (άρθρα 69 παρ. 1, 68 παρ. 1, 63 παρ. 1 στοιχ. i περ. α του ν. 4194/2013, 178 παρ. 1, 180 παρ. 3, 183 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την από 30.1.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./ /2020 έφεση, ερήμην των εφεσιβλήτων.
Ορίζει το παράβολο στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, για τον κάθε εφεσίβλητο, για την περίπτωση άσκησης, ανακοπής ερημοδικίας, κατά της απόφασης αυτής.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την έφεση ως προς τα κεφάλαια: α) περί προσβολής της προσωπικότητας των εκκαλούντων από τον τρίτο εφεσίβλητο, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη συνεδρίασή του, στις 19.3.2014 και β) περί καταβολής χρηματικής ικανοποίησης, καθ’ όλων των εφεσίβλητων.
Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 1915/2019 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, κατά το μέρος που εκδίκασε τα ανωτέρω αιτήματα.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 5.10.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………./2015 αγωγή, ως προς τα ανωτέρω αιτήματα.
Δέχεται την αγωγή κατά το πρώτο αίτημα και εν μέρει κατά το δεύτερο αίτημα περί καταβολής χρηματικής ικανοποίησης.
Υποχρεώνει τους πρώτο, δεύτερο, τέταρτο, πέμπτη και έκτη εναγόμενους, ………….. αντίστοιχα, να καταβάλλουν εις ολόκληρον σε καθένα από τους πέντε πρώτους ενάγοντες, ……….., το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και σε καθένα από τους έκτο και έβδομη ενάγοντες, ……….και ………., αυτό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, τα ανωτέρω δε, ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.
Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα, …………., του κατατεθέντος από αυτόν παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό. Και
Καταδικάζει τους ανωτέρω εναγόμενους – εφεσίβλητους στην πληρωμή εις ολόκληρον μέρους της δικαστικής δαπάνης εναγόντων – εκκαλούντων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει, για τους πέντε πρώτους (εκκαλούντες) στο ποσό των δύο χιλιάδων οκτακοσίων πενήντα (2.850) ευρώ και για τους έκτο και έβδομη (εκκαλούντες) σ’ αυτό των χιλίων εφτακοσίων (1.700) ευρώ.
Κρίθηκε, και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 19 Απριλίου 2022.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 28 Απριλίου 2022.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ