Μενού Κλείσιμο

Αριθμός αποφάσεως 638/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης          638/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: Συλλόγου ……………, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Δημήτριο Μαριόλη

Του εφεσίβλητου:  Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος εδρεύει στην Αθήνα, …………… και εν προκειμένω από τον Προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας Πειραιά, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξουσία Ν.Σ.Κ. Βασιλική Τζίφα.

Ο νυν εκκαλών άσκησε κατά του νυν εφεσίβλητου ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά την από 9.4.2017 (με αριθμ. καταθ. δικογρ. ……../2017) ανακοπή του επί της οποίας εκδόθηκε η 123/2018 απόφαση του αμέσως παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία αφού κηρύχθηκε αυτό αναρμόδιο, παρέπεμψε την υπόθεση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά ως καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την 1648/2019 απόφασή του δικάζοντας την ανακοπή αντιμωλία των διαδίκων με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, απέρριψε αυτή και επικύρωσε το υπ’ αριθ. …………/2017 πρωτόκολλο καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του Τμήματος Αιγιαλού και Παραλίας της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας Αττικής.

Ο ανακόπτων προσέβαλε την αμέσως παραπάνω οριστική απόφαση με την από 22.1.2020 έφεσή του, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 7.5.2021 με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …../2021. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στις 12.10.2021 στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2021 και Ε.Α.Κ. …../2021, οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της εφέσεως στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος και η δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ., αφού έλαβαν διαδοχικά τον λόγο, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ  ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΚΑΤΑ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Με τις παρ.1 και 2 του άρθρου 115 του ΠΔ της 11/12-11-1929 “περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων”, το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 2 του ν. 4266/1929 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν. 5895/1933, όπως περαιτέρω τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τα άρθρα 20 του ΑΝ 1540/1938, 19 του ΑΝ 1919/1939, 2 του ΑΝ 1925/1951 και 5 παρ.4 του ΑΝ 263/1968, ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι σε βάρος εκείνων που χωρίς συμβατική σχέση καρπώνονται ή κάνουν χρήση δημοσίων κτημάτων ή κτημάτων των οποίων τη νομή ή κατοχή έχει με οποιαδήποτε σχέση το Δημόσιο, βεβαιώνεται, κατά την κρίση «αγαθού ανδρός» και για το χρονικό διάστημα που έκαναν χρήση, αποζημίωση με πρωτόκολλο, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 1 εδ. γ’ του Β.Δ. 619/1965 εκδιδόταν από τον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο και ήδη, μετά την ισχύ του Π.Δ. 551/1988 (άρθρο 9) και την έναρξη λειτουργίας των Κτηματικών Υπηρεσιών των Νομαρχιών, από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου καικοινοποιείται σε αυτόν που καρπώνεται ή χρησιμοποιεί το ακίνητο, ο οποίος δικαιούται να ασκήσει ανακοπή μέσα σε ένα μήνα στον ειρηνοδίκη ή στον πρόεδρο πρωτοδικών, ανάλογα με το ποσό της αποζημίωσης, αυτοί δε, κρίνοντας εκ των ενόντων, ακυρώνουν ή επικυρώνουν το πρωτόκολλο ή περιορίζουν την αποζημίωση και ότι κατά της απόφασης αυτής, ουδέν ένδικο μέσο επιτρέπεται. Μετά την εισαγωγή του ΚΠολΔ, καθ΄ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της άνω ανακοπής είναι, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 εδ.ε και στ, 3 παρ.1, 2, 4, 24 παρ.1 και 39 παρ.1 του ΕισΝΚΠολΔ, το Μονομελές Πρωτοδικείο, που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (ΑΠ 1408/2012, ΑΠ 67/2012 στην ΤΝΠ Νόμος). Η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου τέμνει οριστικά τη διαφορά ως προς την οφειλή και το ποσό της αποζημίωσης για την κατάληψη δημόσιου κτήματος, παρά την ακολουθούμενη διαδικασία, η παραπομπή στην οποία έγινε για λόγους ταχύτητας και μόνον και δεν αφορά τη λήψη ασφαλιστικού ή ρυθμιστικού της κατάστασης μέτρου. Για το λόγο αυτό δεν ίσχυε γι’ αυτήν την απόφαση η απαγόρευση του άρθρου 699 του ΚΠολΔ, αλλά υπέκειτο στα προβλεπόμενα από τον ΚΠολΔ ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης (άρθρα 511 και 552ΚΠολΔ), καθόσον η άνω διάταξη της παρ.2 του άρθρου 115 του ΠΔ της 11/12-11-1929, που απαγόρευε την άσκηση ενδίκων μέσων κατ’ αυτής θεωρήθηκε ότι έχει καταργηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ.1 του ΕισΝΚΠολΔ(ΟλΑΠ 21-22/2002 ΕλΔνη 43,1016, ΟλΑΠ 38/2002, ΑΠ 1379/2013, ΑΠ 40/2013, ΑΠ 815/2013, ΑΠ 374/2012, ΑΠ 67/2012, ΑΠ 1389/2010 στην ΤΝΠ Νόμος). Ήδη όμως με το άρθρο 326 παρ.3 του ν. 4072/2012, που άρχισε να ισχύει από 11-4-2012, αντικαταστάθηκαν τα εδάφια δέκατο και ενδέκατο του άνω άρθρου 115 του πδ από 11/12-11-1929 και ρητά επαναλήφθηκε η απαγόρευση άσκησης ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί ανακοπών κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίων κτημάτων. Με δεδομένο ότι ο άνω νόμος (4072/2012) δεν περιλαμβάνει μεταβατική διάταξη ή άλλη διάταξη για τις κατά τη δημοσίευσή του εκκρεμείς δίκες επί των ανακοπών κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίου κτήματος, εφαρμόζεται η διαχρονικού δικαίου διάταξη του άρθρου 24 παρ.1 εδ.α του ΕισΝΚΠολΔ, κατά την οποία το παραδεκτό των ενδίκων μέσων κρίνεται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Κατά το χρόνο αυτό, συνεπώς, θα κριθεί αν η απόφαση μπορεί ή όχι να προσβληθεί με έφεση. Μετά ταύτα, η απαγόρευση άσκησης ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων, που εκδίδονται επί ανακοπών κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίων κτημάτων, καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς επ` αυτών δίκες, εφόσον η απόφαση που προσβάλλεται δημοσιεύτηκε μετά την 11-4-2012, που τέθηκε σε ισχύ το άρθρο 326 παρ.3 του ν. 4072/2012  (ΑΠ 484/2021, ΑΠ 668/2018, ΑΠ 1765/2017, ΑΠ 579/2017, ΑΠ 18/2016, ΑΠ 285/2016, ΑΠ 287/2016, ΑΠ 929/2014, ΑΠ 2148/2014, ΜονΕφΑνΚρητ 15/2022 στην ΤΝΠ Νόμος). Η άνω νομοθετική ρύθμιση του αποκλεισμού, δηλαδή, άσκησης ενδίκων μέσων κατά των άνω αποφάσεων δεν αντιβαίνει στη διάταξη του άρθρου 20 παρ.1 του Συντάγματος, που επιβάλλει μεν στην Πολιτεία την υποχρέωση παροχής στους πολίτες ένδικης έννομης προστασίας προς επίλυση των ιδιωτικών διαφορών τους, αναγνωρίζοντας σ` αυτούς αντίστοιχο δημόσιο δικαίωμα, όμως στο νομοθέτη εναπόκειται, κατ` αρχήν, να κρίνει αν, πόσα και ποια ένδικα μέσα θα χορηγήσει, καθώς και για ποιους λόγους, συνεκτιμώντας ενδεχομένως την αξία του αντικειμένου της διαφοράς και το είδος της διαδικασίας με την οποία εκδικάζεται η υπόθεση. Το ίδιο ισχύει και στο πλαίσιο της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε με το Ν.Δ 53/1974, που αναγνωρίζει μεν με το άρθρο 6 παρ.1 το δικαίωμα στα πρόσωπα για δικαστική επίλυση των ιδιωτικών διαφορών τους σε συνθήκες δίκαιης δίκης, στην έννοια όμως αυτής δεν περιλαμβάνεται και η πρόβλεψη οπωσδήποτε ασκήσεως ενδίκων μέσων. Συνεπώς, η άνω νομοθετική ρύθμιση του αποκλεισμού, δηλαδή, άσκησης ενδίκων μέσων κατά των άνω αποφάσεων, δεν αντιβαίνει στη διάταξη του άρθρου 20 παρ.1 του Συντάγματος, ούτε στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, καθόσον οι διατάξεις αυτές εξασφαλίζουν σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, η δε τελευταία και το συνακόλουθο δικαίωμα να δικάζεται υπό συνθήκες δίκαιης δίκης, δηλαδή δίκαια, δημόσια και αμερόληπτα, όχι όμως και το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων, τα οποία μπορεί να προβλέπονται ή όχι, να αποκλείονται ή και να περιορίζονται από τον κοινό νομοθέτη, με σκοπό την ταχύτερη διεξαγωγή των δικών και την αποτελεσματικότερη λειτουργία της δικαιοσύνης, σε ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων, των οποίων το αντικείμενο είναι ήσσονος σημασίας, όπως η προκείμενη, δεδομένου ότι, κατά την αιτιολογική έκθεση του άνω νόμου, «οι υποθέσεις αυτές είναι νομικά απλές και η επ` αυτών κρίση αποτελεί κατά κύριο λόγο εκτίμηση πραγματικών περιστατικών και στοιχείων», λαμβανομένου υπόψη και ότι ζητήματα που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή των κτημάτων επιλύονται μόνο κατά την τακτική διαδικασία, οπότε ο περιορισμός αυτός της άσκησης ενδίκων μέσων κατά των σχετικών αποφάσεων επί αυτών των υποθέσεων που εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, δεν είναι δυσανάλογος και δεν αντιβαίνει ούτε στην καθιερούμενη με το άρθρο 25 του Συντάγματος, αρχή της αναλογικότητας (ΑΠ 484/2021, ΑΠ 476/2020, ΑΠ 823/2019, ΑΠ 1045/2019, ΑΠ 668/2018, ΑΠ 910/2018, ΑΠ 579/2017, ΜονΕφΑιγ 95/2021στην ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, κατά το άρθρο 532 του ΚΠολΔ, αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης, το δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως. Απαράδεκτη, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, είναι, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, η έφεση, η οποία απευθύνεται κατά απόφασης που δεν υπόκειται γενικά σε έφεση, δηλαδή, είναι ανέκκλητη ή που ειδικότερα δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί με ένδικα μέσα και, συνεπώς, με έφεση, κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας (ΑΠ 384/2020, ΑΠ 476/2020, ΕφΠατρ 107/2018, ΕφΔωδ 206/2018 και 258/2017 στην ΤΝΠ Νόμος).

Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη από 22-1-2020 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ……/2021 και Ε.Α.Κ. …../2021 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2021 και Ε.Α.Κ. …./2021) έφεση του εκκαλούντος στρέφεται κατά της 1648/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε,κατόπιν παραπομπής της υπόθεσης από το Ειρηνοδικείο Πειραιά, αντιμωλία των διαδίκων, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, επί της από 9-4-2017 (κατατεθείσας ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς με ΓΑΚ …./2017 και ΕΑΚ …../2017) ανακοπής τουεκκαλούντος κατά του με αριθμό ……….2016 πρωτοκόλλου καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης του Τμήματος Αιγιαλού και Παραλίας της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας Αττικής, με το οποίο είχε επιβληθεί στον ανακόπτοντα αποζημίωση ποσού 2.935,10 ευρώ για αυθαίρετη χρήση του αναφερόμενου σε αυτό κοινόχρηστου χώρου αιγιαλού- παραλίας του Δημοσίου κατά το διάστημα από 9.5.2007 έως 8.5.2012 και με αυτή (την απόφαση) απορρίφθηκε η ανακοπή ως απαράδεκτη αφενός γιατί ενώ το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 13.3.2017, ο τελευταίος δεν επικαλέσθηκε, ούτε προσκόμισε (και μάλιστα εμπρόθεσμη) επίδοση της ένδικης ανακοπής προς τον Προϊστάμενο της Περιφερειακής Δ/νσης Δημόσιας Περιουσίας Αττικής, αφετέρου γιατί δεν καταβλήθηκε από τον ανακόπτοντα το προβλεπόμενο από τον ν. 4305/2014 παράβολο ποσοστού 20% του επιβληθέντος προστίμου ή της καθορισθείσας αποζημίωσης, ακολούθως δε το ανωτέρω Δικαστήριο επικύρωσε το προσβαλλόμενο ως άνω πρωτόκολλο αποζημίωσης. Ωστόσο, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη,  η εκκαλουμένη 1648/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, είναι ανέκκλητη και δεν μπορεί να προσβληθεί με έφεση, δεδομένου ότι, δημοσιεύθηκε στις 9-5-2019, ήτοι υπό την ισχύ (από τις 11-04-2012) του ανωτέρω ν. 4072/2012, με το άρθρο 326 παρ.3 του οποίου, όπως προαναφέρθηκε, αντικαταστάθηκαν το δέκατο και το ενδέκατο εδάφιο του άρθρου 115 του από 11/12-11-1929 ΠΔ/τος, σύμφωνα με τα οποία εδάφια, οι αποφάσεις που εκδίδονται επί ανακοπών κατά πρωτοκόλλων καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης δημοσίου κτήματος δεν υπόκεινται σε ένδικο μέσο και επομένως ούτε και σε έφεση. Η ρύθμιση δε αυτή, όπως προαναφέρθηκε, δεν αντίκειται στις αναφερόμενες διατάξεις  (άρθρα 20 και 25) του Συντάγματος, αλλά ούτε και στο άρθρο  6 παρ.1 της ΕΣΔΑ. Κατά συνέπεια, με βάση όλα τα παραπάνω και σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 532 του ΚΠολΔ, εφόσον δεν συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις παραδεκτού της έφεσης, όπως βάσιμα υποστηρίζει το εφεσίβλητο, Ελληνικό Δημόσιο, οι οποίες, άλλωστε, ερευνώνται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, πρέπει αυτή να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητουΕλληνικού Δημοσίου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά το σχετικό νόμιμο αίτημα του τελευταίου (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ.1 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), τα οποία όμως θα επιβληθούν μειωμένα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 22 παρ.1 του ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 παρ.18 του ΕισΝΚΠολΔ, σε συνδυασμό και με τα άρθρα 5 παρ.12 του ν. 1738/1987 και 2 της υπ` αριθ. 134423/8-12-1992 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, τα οποία έχουν εφαρμογή όταν επιδικάζονται δικαστικά έξοδα σε βάρος ή υπέρ του Δημοσίου (ΑΠ 656/2016, ΑΠ 929/2014, AΠ 1630/2014, ΑΠ 374/2012, ΕφΠειρ 3/2015 ΝΟΜΟΣ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.  Τέλος, κατόπιν της απόρριψης της εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος για την άσκηση της εφέσεως με κωδικό ………… e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ, στο δημόσιο ταμείο κατ’ άρθρο 495 παρ.4 προτελ. εδ. του ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει  αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την από 22.1.2020 έφεση κατά της 1648/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων).

Επιβάλλει στον εκκαλούντα τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα για την άσκηση της εφέσεως με κωδικό ………………… e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ, στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους,  στις 31.10.2022.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ