Αριθμός 679/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………… 2) …………… και 3) ………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Λεμονιά Καπετάνιου.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ……….. 2) ……….. 3) ……….. και 4) ………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Βίκτωρα Παπαθεοδώρου.
Οι εφεσίβλητοι κατέθεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 18.5.2015 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………../2015) τριτανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1847/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την τριτανακοπή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι καθ΄ων η τριτανακοπή και ήδη εκκαλούντες με την από 29.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ κατάθεσης στο Πρωτοδικείο ………../2020) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο …………../2020) αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση από 29.9.2020 (αριθ.καταθ. ………../2020) έφεση, κατά της υπ’ αριθ. 1847/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει η άσκηση αυτής (υπό κρίση έφεσης) εντός τριάντα ημερών (αρ.καταθ. ………./30-9-2020) από την επίδοση της εκκαλούμενης που περάτωσε τη δίκη, όπως προκύπτει από τη σχετική από 3.8.2020 επισημείωση του δικαστικού επιμελητή, …………, επί του αντιγράφου αυτής (άρθ. 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ.1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1, 147 παρ. 2, όπως αντικαταστάθηκαν και ισχύουν εμτά την τροποποίησή τους με τον Ν.4335/2015), αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν.3994/25.7.2004). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 Κ.Πολ.Δ) κατά την ίδια διαδικασία, δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ, το νόμιμο παράβολο, όπως προκύπτει από το ενσωματωμένο στην άνω πράξη κατάθεσης της έφεσης, πράξη κατάθεσης παραβόλου αντιστοίχως της αρμοδίως γραμματέως του Πρωτοδικείου Πειραιά.
Με την από 18.5.2015 (αριθ.καταθ. …………/2015) τριτανακοπή τους, οι τριτανακόπτοντες-ενάγοντες που άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ιστορούν ότι είναι συγκύριοι κατά τα αναφερόμενα ποσοστά και συγκεκριμένα 4,68% η πρώτη και 7,035% οι λοιποί (δεύτερος και τρίτος) του λεπτομερώς περιγραφομένου ακινήτου που βρίσκεται στη Νίκαια Πειραιά. Ότι την συγκυριότητα επί αυτού απέκτησαν κατά τον αναφερόμενο παράγωγο τρόπο, λόγω κληρονομικής διαδοχής (εξ αδιαθέτου/εκ διαθήκης) και του ειδικότερα ιστορούμενο σε αυτή (τριτανακοπή-αγωγή) τρόπο, κληρονομία την οποία έχουν αποδεχθεί με τα αναφερόμενα συμβολαιογραφικά έγγραφα και έχουν μεταγραφεί νόμιμα, αλλά και με πρωτότυπο τρόπο ως νεμέμενοι αυτό (επίδικο ακίνητο) για χρονικό διάστημα πλέον των σαράντα (40) ετών διανοία κυρίων. Ότι ο απώτερος δικαιοπάροχος αυτών, …………., δυνάμει σύμβασης μίσθωσης που συνήψε με την πρώτη των καθών το έτος 1960 παραχώρησε τη χρήση αυτού (επίδικου ακινήτου) στην τελευταία (πρώτη καθών μισθώτρια), η οποία το κατείχε ως μισθώτρια, κατά τα ειδικότερα ιστορούμενα έως τον Φεβρουάριο του έτους 2005. Έκτοτε αυτή (πρώτη καθών-μισθώτρια) δεν κατέβαλλε μηνιαίο μίσθωμα, εγκατέλειψε δε αυτό το οποίο περιήλθε σε κακή κατάσταση και ότι αυτοί (τριτανακόπτοντες-ενάγοντες) την 4.11.2010, λόγω κακής χρήσης του μισθίου ακινήτου, προέβησαν σε καταγγελία της μίσθωσης. Περαιτέρω, ιστορούν ότι, αυτοί (τριτανακόπτοντες-ενάγοντες) πληροφορήθηκαν μεταγενέστερα ότι η πρώτη των καθών από το έτος 2003, είχε ασκήσει κατά της τρίτης των καθών αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή, η οποία συζητήθηκε ερήμην αυτής (τρίτης των καθών σήμερα-εναγομένης της άνω αγωγής), και έγινε δεκτή με την υπ’ αριθ. 948/2004 τριτανακοπτόμενη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία έχει νόμιμα μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά. Ότι η διεξαγωγή της ως άνω δίκης έγινε με δόλο και συμπαιγνία των διαδίκων, οι οποίες παραπλάνησαν το δικαστήριο, η δε πρώτη των καθών άσκησε προσχηματικά την ανωτέρω αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή κατά της τρίτης των καθών, προκειμένου να αποκτήσει τίτλο κυριότητας για το επίδικο ακίνητο. Ότι το έτος 2009, η πρώτη των καθών, μεταβίβασε στον δεύτερη των καθών-υιό της την ψιλή κυριότητα αυτού (επιδίκου ακινήτου), λόγω γονικής παροχής, δυνάμει του αναφερομένου συμβολαιογραφικού εγγράφου, νόμιμα μεταγραφέντος με τίτλο κυριότητας την τριτανακοπτόμενη απόφαση. Με βάση τα ανωτέρω ιστορούμενα ,οι τριτανακόπτοντες-ενάγοντες, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον, ως συγκύριοι του επιδίκου ακινήτου με τον ιστορούμενο παράγωγο αλλά και πρωτότυπο τρόπο, ζήτησα, α)να ακυρωθεί η υπ’ αριθ. 948/2004 απόφαση αυτού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, β)να αναγνωριστούν αυτοί (τριτανακόπτοντες – ενάγοντες) συγκύριοι κατά τα αναφερόμενα ποσοστά συγκυριότητας έκαστος του επιδίκου ακινήτου που βρίσκεται στο Δήμο Νίκαιας ήδη Δήμο Πειραιά, γ) να διαταχθεί η διαγραφή από τα βιβλία μερίδων και μεταγραφών της τριτανακοπτόμενης απόφασης και του υπ’ αριθ. ……/30.12.2009 συμβολαίου γονικής παροχής, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη.
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε ότι η υπό κρίση τριτανακοπή και η σωρευόμενη σε αυτή (Κ.Πολ.Δ 2018), αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή, ασκήθηκαν παραδεκτά και είναι ορισμένες και νόμιμες, ως στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων, 974, 1041, 1042, 1045, 1051, 1094, 1193, 1194, 1195, 1198, 1199, 1710 επ., 1846 ΑΚ, 70, 176 Κ.Πολ.Δ, πλην των αιτημάτων, α)να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και β)της διαγραφής της τριτανακοπτόμενης απόφασης και του συμβολαίου γονικής παροχής από τα βιβλία μεταγραφών, τα οποία απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα, δέχθηκε εν μέρει την τριτανακοπή-αναγνωριστική αγωγή, ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, ακύρωσε την υπ’ αριθμ. 948/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αναγνώρισε ότι οι ανακοπτόμενοι-ενάγοντες είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 4,68% εξ αδιαιρέτου η πρώτη, κατά ποσοστό 7,035% εξ αδιαιρέτου ο δεύτερος, κατά ποσοστό 7,035% εξ αδιαιρέτου ο τρίτος και κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου η τέταρτη μιας οικίας, επιφάνειας 66 τ.μ, κείμενη εντός της περιφέρειας του δήμου Νίκαιας και ήδη δήμου Πειραιά, και επί της οδού πρώην …. και ήδη ….., επί της οποίας φέρει τον αριθμό 57, πρώην 69 και η οποία αποτελείται από δύο δωμάτια, ένα χωλλ, υπόγειο μετά των παραρτημάτων, προσαυξημένων της και του οικοπέδου της, έκτασης 131,85 τ.μ, συνορευομένου ανατολικά με οικία κληρονόμων ………. επί πλευράς δέκα τεσσάρων και εξήντα πέντε (14,65) μέτρων, δυτικά με ακίνητο …..και ……. επί όμοιας πλευράς, αρκτικά με την οδό …. επί προσώπου εννέα (9,00) μέτρων και μεσημβρινά με ακίνητο …………., επί όμοιας πλευράς και καταδίκασε τους καθ’ ων η ανακοπή-εναγόμενους σε μέρος των δικαστικών εξόδων των τριτανακοπτόντων – εναγόντων, τα οποία όρισε στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων (3.500) ευρώ.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει, εκτός των απαιτουμένων κατά τα άρθρα 119 έως 120 του ιδίου Κώδικα στοιχείων, και τους λόγους έφεσης. Ως λόγοι έφεσης νοούνται οι αποδιδόμενες στην εκκαλουμένη απόφαση πλημμέλειες και ελλείψεις, που συνίστανται ως επί το πλείστον σε παραδρομές του πρωτοδίκως δικάσαντος δικαστηρίου. Οι παραδρομές αυτές είναι δυνατόν να ανάγονται είτε στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου είτε στην εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 1962/2006 Δνη 50,742). Ο λόγος της έφεσης πρέπει να διατυπώνεται με σαφήνεια, ώστε να διαγράφονται επακριβώς τα σφάλματα που αποδίδονται στην εκκαλουμένη και δικαιολογούν κατά το αίτημα της έφεσης την εξαφάνιση ή μεταρρύθμισή της, έτσι ώστε το δικαστήριο να μπορεί να κρίνει περί του νομίμου και βάσιμου αυτού. Έτσι λόγος έφεσης για παράβαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου τυγχάνει παντελώς αόριστος, εάν δεν μνημονεύεται συγχρόνως σε αυτόν ποιος κανόνας δικαίου και με ποιο τρόπο παραβιάστηκε (βλ. ΑΠ 1657/2002 Δνη 44.1612, Σαμουήλ “Η έφεση” έκδ.2009 παρ. 541, 562, Μπέη ΠολΔικ σελ. 1955). Οι αόριστοι λόγοι έφεσης εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και αυτεπαγγέλτως (βλ. ΑΠ 647/2007 Δνη 44,475, ΑΠ 1129/1995 Δνη 38.591, ΑΠ 1009/1988 Δνη 30.1348, Σαμουήλ ό.π, παρ. 541 σελ. 169). Αν λείπει δε ένας τουλάχιστον σαφής και ορισμένος λόγος έφεσης, το δικόγραφο είναι άκυρο και η έφεση απορρίπτεται (βλ.Σαμουήλ “Η έφεση” έκδ.2003 παρ. 541, σελ.218 και παρ.549 επ., παραπομπές στη νομολογία0. Εξάλλου, οι λόγοι της έφεσης, εκτός από σαφείς και ορισμένοι, πρέπει να είναι και λυσιτελείς, δηλαδή να άγουν, αν θεωρηθούν βάσιμοι, σε εξαφάνιση της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ.Σαμουήλ ό.π παρ. 542 σελ.221, ΑΠ 558/1990 ΕΕΝ 1991.121, ΑΠ 1444/1984).
Έτσι αλιτελής είναι ο λόγος έφεσης που πλήττει την απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, αν η αγωγή απορρίφθηκε ως νόμω αβάσιμη, αόριστη ή απαράδεκτη (βλ.Σαμουήλ ό.π παρ. 542 αρ. 6 σελ.222, ΑΠ 323/1989 Δνη 31.770), διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση (ΕφΔωδ 119/2014, ΑΠ 1003/2017, Εφ.Αθ. 1499/2018, Εφ.Λαρ. 122/2017, Χ.Απαλαγάκη Κ.Πολ.Δ Ερμηνεία Κατ’ Άρθρο, άρθ. 520 σελ. 1428 αρ. 8, Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ (2000), άρθ. 520, σελ. 926).
Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι ηττηθέντες καθών η τριτανακοπή-αναγνωριστική αγωγή ήδη εκκαλούντες και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, για το λόγο ότι α)εσφαλμένα δέχθηκε την τριτανακοπή – αναγνωριστική αγωγή η εκκαλούμενη, κυρίως όσον αφορά την κτήση της κυριότητας από την πρώτη των καθών η τριτανακοπή-αναγνωριστική αγωγή-πρώτη εκκαλούσα, η οποία είχε ήδη αναγνωριστεί κυρία με την τριτανακοπτόμενη απόφαση, χωρίς ωστόσο να αναφέρεται συγκεκριμένο, σαφές και με ακρίβεια πραγματικό σφάλμα ή παραδρομή του δικαστηρίου, ως προς την εκτίμηση ισχυρισμών που τείνουν σε κατάλυση ή παρακώλυση του ασκούμενου με την τριτανακοπή-αναγνωριστική αγωγή δικαιώματος, που προτάθηκαν παραδεκτά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, και, δικαιολογούν αυτά (εξειδικευμένα σφάλματα ή παραδρομή του δικαστηρίου) στην εξαφάνιση ή μεταρρύθμιση της εκκαλούμενης ως προς όλες ή μερικές από τις διατάξεις της σε σχέση με το αιτητικό της τριτανακοπής-αναγνωριστικής αγωγής, ως προς όλους τους εκκαλούντες ή μόνο ως προς την πρώτη εκκαλούσα (στην οποία αναφέρεται), τα ως άνω είναι αναγκαία για να οριοθετηθεί η εξουσία του Δικαστηρίου (Κ.Πολ.Δ 524, 535 παρ. 1, 536), να κριθεί σε σχέση με το συγκεκριμένο πραγματικό σφάλμα ή παραδρομή του δικαστηρίου η ορθότητα του διατακτικού και να είναι σε θέση το Δικαστήριο να κρίνει περαιτέρω το νόμιμο και βάσιμο του λόγου αυτού, μη αρκούντων των όλως περιορισμένων και μεμονωμένων πραγματικών περιστατικών που αναφέρονται αποσπασματικά χωρίς εξειδίκευση (πραγματικού σφάλματος ή παραδρομής του δικαστηρίου). Επομένως οι ανωτέρω λόγοι της υπό κρίση εφέσεως με τους οποίους οι εκκαλούντες επικαλούνται εσφαλμένη αποδοχή της τριτανακοπής-αναγνωριστικής αγωγής κυρίως όσον αφορά την πρώτη εκκαλούσα, χωρίς συγκεκριμένη και σαφή αιτίαση της εκκαλούμενης σε σχέση με το αιτητικό της υπό κρίση τριτανακοπής-αναγνωριστικής αγωγής είναι απαράδεκτοι και πρέπει να απορριφθούν, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, αφού οι εκκαλούντες δεν αναγράφουν ποια είναι συγκεκριμένα τα σφάλματα της εκκαλούμενης απόφασης ως προς τα κεφάλαια του αιτητικού της τριτανακοπής – αναγνωριστικής αγωγής, ούτε ποια τα συγκεκριμένα σφάλματα για τους εκκαλούντες και εάν αυτά οριοθετούνται ως προς όλους του εκκαλούντες. Περαιτέρω, όσον αφορά τον λόγο, ότι με την εκκαλούμενη απόφαση έπρεπε η υπόθεση να παραπεμφθεί, ως προς την αναγνωριστική κυριότητας αγωγή, στον κτηματολογικό δικαστή σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 6 Ν.2664/1998, πέραν του ότι η παράλειψη αναβολής ή αναστολής ή εκδίκαση από άλλο τμήμα του δικαστηρίου (Εφ.Πατρ. 144/2018 ΝΟΜΟΣ, Χ.Απαλαγάκη ό.π, άρθ. 520 σελ. 1430 αρ. 10), δεν θεμελιώνεται ούτε στη διάταξη του άρθ. 6 παρ. 2 Ν. 2664/1998 και δη σε χρόνο που έχει ολοκληρωθεί η ένταξη της περιοχής που βρίσκεται το επίδικο ακίνητο στο Εθνικό Κτηματολόγιο, και δεν δικαιολογεί ούτε θεμελιώνει παραδεκτός και βάσιμο λόγο εξαφάνισης της εκκαλούμενης ή μεταρρύθμισης της ως προς μερική διάταξή της σε σχέση με το αιτητικό της τριτανακοπής – αναγνωριστικής αγωγής και επομένως, πρέπει, να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Κατόπιν των ανωτέρω, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει η υπό κρίση έφεση να απορριφθεί και στο σύνολό της, ως αβάσιμη, εφόσον δεν υπάρχει προς έρευνα ένας παραδεκτός και νόμιμος λόγος έφεσης. Η δικαστική δαπάνη των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστεί, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν από το Δικαστήριο (άρθ. 179 Κ.Πολ.Δ), και τέλος, πρέπει, λόγω της ήττας των εκκαλούντων, να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου με αριθμό ………………/2020 ποσού 100 ευρώ, στο δημόσιο ταμείο (άρθ.495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά την από 29.9.2020 (αριθ.καταθ. ………./2020) έφεση κατά της υπ’ αρ. 1847/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
Απορρίπτει αυτήν κατ’ ουσίαν.
Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.
Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου ποσού εκατό (100) ευρώ με αριθμό ………………/2020 στο δημόσιο ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 21 Νοεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ