Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 622/2022

Αριθμός     622/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

Α. ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ΝΠΔΔ, με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e- ΕΦΚΑ)», όπως μετονομάστηκε το Ν.Π.Δ.Δ., με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)», ως οιονεί καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Σταματίνα Διακογεωργάκη

Α. ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: (1) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο, 2) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο, και 3) Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται από τον κ. Υπουργό Οικονομικών που εδρεύει στην Αθήνα και ειδικά εν προκειμένω από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ε’ Πειραιά που εδρεύει στη Δραπετσώνα και της Δ.Ο.Υ. ΙΖ’ Αθηνών που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Δικαστική Πληρεξούσια Ν.Σ.Κ. Θεοδώρα Ιατρέλλη.

Β. ΑΥΤΟΤΕΛΩΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑΣ: Μονοπρόσωπης ανώνυμης εταιρείας ………………….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της Δικηγόρο Ιωάννα Γιαννούλη.

Β. ΥΠΕΡ’ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………….. ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία …………………, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο.

Β. ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (e-ΕΦΚΑ), όπως μετονομάστηκε το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (ΕΦΚΑ), ως οιονεί καθολικός διάδοχος του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (ΕΦΚΑ), ως οιονεί καθολικός διάδοχος του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., που εδρεύει στην Αθήνα, και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή του, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Δικηγόρο Σταματίνα Διακογεωργάκη.

Β.ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ: 1) Την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία …………….., η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο 2) Το Ελληνικό Δημόσιο, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον κ. Υπουργό Οικονομικών που εδρεύει στην Αθήνα, και ειδικά εν προκειμένω από τον κ. Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Ε’ Πειραιά που εδρεύει στη Δραπετσώνα,  και της Δ.Ο.Υ ΙΖ Αθηνών, που εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ Θεοδώρα Ιατρέλλη.

Το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης ΕΦΚΑ» (υπό στοιχ Α εκκαλούν-Β καθού η πρόσθετη παρέμβαση) κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2018 ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2068/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  δέχθηκε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το ανακόπτον και ήδη υπό στοιχ Α εκκαλούν-Β καθού η πρόσθετη παρέμβαση με την από  23.11.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ κατάθεσης στο Πρωτοδικείο  ……../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο  …………./2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε  η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η υπό στοιχ Β ήδη  αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα κατέθεσε την από 22.2.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2022) εκουσια αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ  του Ελληνικού Δημοσίου και οι πληρεξούσιες δικηγόροι των λοιπών παρασταθέντων διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 23.11.2020 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………./30.11.2020 – ………../10.2.2021) έφεση τoυ πρωτοδίκως ηττηθέντος – ανακόπτοντος νπδδ κατά των νικησάντων – καθ΄ων η ανακοπή και της υπ΄αριθ. 2068/13.6.2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών) ασκήθηκε νομότυπα, με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρα 495 παρ.1 και 2, 500,511, 513 παρ.1 περ.β΄εδ.α, 516 παρ.1, 517 εδ.α και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ)και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2ΚΠολΔ, καθώς οι διάδικοι δεν επικαλούνται και ούτε προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης.  Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω  από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλην  και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια ως άνω  διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), εν όψει του ότι για το παραδεκτό της δεν απαιτείται παράβολο έφεσης, λόγω της ιδιότητας του εκκαλούντος.

Στη δίκη αυτή άσκησε την από 22.2.2022 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………../24.3.2022) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της 2ηςκαθ΄ων η ανακοπή Τράπεζας με την επωνυμία «………….» και κατά του εκκαλούντος, η οποία κοινοποιήθηκε νόμιμα (βλ. υπ΄αριθ. …, …, …, …. από 14.4.2022 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή Εφετείου Αθηνών ….. …, ……/14.4.2022 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας Εφετείου Πειραιώς ……. και …./14.4.2022 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών ……..). Ειδικότερα, από τη διάταξη του άρθρου 80 Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Επίσης, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της αποφάσεως που θα εκδοθεί είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διατάξεως του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υποθέσεως (ΑΠ 1329/2017, ΑΠ 611/2013, ΑΠ 1171/2012). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78.

Ακόμη, κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 1485/2006, ΑΠ 91/2005). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 1564/2017, ΑΠ 1731/2011).

Εν προκειμένω,    η εταιρεία με την επωνυμία «……………..», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της …………., Α.φ.Μ. ………., με αριθμ. ΓΕΜΗ …………., νομίμως αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος (Απόφαση αριθμ. 207/1/29.11.2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος), ως Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, ως εντολοδόχος και ειδικός πληρεξούσιος, αντιπρόσωπος και αντίκλητος της εταιρείας με την επωνυμία …………, με έδρα τη Σουηδία, …., Ρ.Ο. Box ………, νομίμως καταχωρημένης με αριθμό ……………, ως νομίμως εκπροσωπείται, δυνάμει του από υπ’ αριθμόν …../4.1.2019 Πληρεξουσίου του κ. Συμβολαιογράφου Αθηνών …………., η οποία ως άνω εταιρεία, έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανωνύμου τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………….» και τον δ.τ. «………», με έδρα την Αθήνα, οδός …….., με Αρ.Γ.Ε.ΜΗ. ….. και Α.Φ.Μ. ….. Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, νομίμως εκπροσωπούμενη, ως καθολική διάδοχο της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» με Αρ.Γ.Ε.ΜΗ. …. και Α.Φ.Μ. …. Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών, κατόπιν διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στη νεοσυσταθείσα εταιρεία – πιστωτικό ίδρυμα, εγκριθείσας της ως άνω διάσπασης με την υπ’ αριθμόν πρωτοκόλλου 45.089/16.4.2021 απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. και δημοσιεύθηκε στα στοιχεία της διασπώμενης και της επωφελούμενης με τις υπ’ αριθμούς πρωτοκόλλου ……/16.4.2021 και …………/16.4.2021 Ανακοινώσεις αντίστοιχα, στην προαναφερόμενη αλλοδαπή εταιρεία δυνάμει της από 30.4.2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, αντίγραφο της οποίας έχει νομίμως καταχωρηθεί στο Δημόσιο Βιβλίο του Ν. 2844/2000 και ειδικότερα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου ……/28.6.2021, η οποία εξομοιούται, κατά την διάταξη του άρθρου 75 του  ΚΝ 2190/1920, λόγω συγχωνεύσεως με απορρόφηση (ΦΕΚ 3931/01-07-2013, τ. ΑΕ-ΕΠΕ & ΓΕΜ). Ως εκ τούτου η παρεμβαίνουσα εταιρεία κατέστη μοναδική  δικαιούχος κατ΄ άρθρα 455 επ ΑΚ, τόσο της επιδικασθείσας αξίωσης της δικαιοπαρόχου, όσο και του ουσιαστικού δικαιώματος για επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, δυνάμει  του εκδοθέντος εκτελεστού τίτλου, κατά τα άρθρα 325 παρ 2 και 919 ΚΠολΔ.

Κατόπιν των ανωτέρω, η παρεμβαίνουσα εταιρεία ως ειδική διάδοχος της  ανώνυμης  τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», και τον  διακριτικό τίτλο «…………..», η οποία  έχει έννομο συμφέρον να παρέμβει και, μάλιστα, αυτοτελώς υπέρ της αρχικής διαδίκου (δικαιοπαρόχου της ως προς την ένδικη απαίτηση), προς αποκρουση της ένδικης έφεσης καθώς το εξ αυτής δεδικασμένο, η εκτελεστότητα και η τυχόν διαπλαστική ενέργεια καταλαμβάνει και την παρεμβαίνουσα εταιρεία ως ειδική διάδοχο μετά  την εκκρεμοδικία, ως καταστάσα μοναδική δικαιούχος κατ΄΄αρθρο 455 επ ΑΚ,  τόσο της επιδικασθείσας αξίωσης της δικαιοπαρόχου, όσο και του ουσιαστικού δικαιώματος για επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, δυνάμει του εκδοθέντος εκτελεστού τίτλου, κατά τα άρθρα 325 παρ 2 και 919 ΚΠολΔ.

Κατόπιν των ανωτέρω, η παρεμβαίνουσα εταιρείας ως εντολοδόχος και ειδικός πληρεξούσιος, αντιπρόσωπος και αντίκλητος της εταιρείας με την επωνυμία ………, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….» και τον διακριτικό τίτλο  «…………..», στα δικαιώματα της οποίας που αποτελούν αντικείμενο της  δίκης, έχει έννομο συμφέρον να παρέμβει και, μάλιστα, αυτοτελώς υπέρ της αρχικής διαδίκου (δικαιοπαρόχου της ως προς την ένδικη απαίτηση), προς αντίκρουση της ένδικης έφεσης,  καθώς το εξ αυτής δεδικασμένο, η εκτελεστότητα και η τυχόν διαπλαστική ενέργεια, καταλαμβάνει και την παρεμβαίνουσα εταιρεία ως ειδική διάδοχο μετά την εκκρεμοδικία.

Επομένως, η μονοπρόσωπη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία  «………………», έχει έννομο συμφέρον να νομιμοποιείται  ενεργητικά στην άσκηση της παρούσας εκούσιας αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ως μη δικαιούχος διάδικος και διαχειρίστρια της επίδικης απαίτησης, καθ΄όσον  η ισχύς της εκδοθησομένης απόφασης, δηλαδή το εξ αυτής δεδικασμένο, η εκτελεστότητα και η τυχόν διαπλαστική  ενέργεια, καταλαμβάνει και αυτή  μετά την εκκρεμοδικία.(Για τα παραπάνω βλ. από 21.12.2018 ιδιωτική σύμβαση μεταξύ ………. και παρεμβαίνουσας, υπ΄ αριθ πρωτ …/21.12.2018 δημοσίευση σύμβασης του άρθρου 3 παρ 3 ν 4354/2015 και υπ΄ αριθ πρωτ …../10.12.2020 ανακοίνωση ΓΕΜΗ).

Οι ανωτέρω έφεση και αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, είναι συναφείς μεταξύ τους και πρέπει να συνεκδικασθούν, γιατί έτσι διευκολύνεται κι επιταχύνεται η διεξαγωγή  της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (246 ΚΠολΔ).

Με την υπ΄αριθ. κατάθ. ………../2018 ανακοπή, το ήδη εκκαλούν ζητούσε για τους εν αυτή λόγους, τη μεταρρύθμιση του υπ΄αριθ. ……../2018 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών ……, επί αναγκαστικής εκτέλεσης επισπευδόμενης από την 1η των καθ΄ων και ήδη 1η των εφεσιβλήτων, ώστε να καταταγεί το ίδιο προνομιακά και οριστικά, πέραν του ποσού των 6.788,31 € που είχε ήδη καταταγεί, στο επιπλέον ποσό των 27.452,81 €, με ταυτόχρονη και ισόποση αποβολή των καθ΄ων, για τις αναγγελθείσες και μη καταταγείσες απαιτήσεις του που εκτίθεντο στην ανακοπή. Άλλως, ζητούσε τη μεταρρύθμιση του πίνακα κατάταξης, ώστε, να καταταγεί το ίδιο προνομιακά και οριστικά πέραν του ποσού των 6.788,31 € που είχε ήδη καταταγεί, στο επιπλέον ποσό των 241,8 € που παρανόμως προαφαιρέθηκε ως έξοδα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή και μεταρρύθμισε τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης, κατατάσσοντας το ανακόπτον – εκκαλούν στο επιπλέον ποσό των 241,8 €, συμψήφισε δε τη δικαστική δαπάνη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν με την ένδικη έφεση και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε να γίνει δεκτή η ως άνω ανακοπή.

Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά έστω και εάν δεν μνημονεύεται ειδικά, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Με την υπ΄αριθ. ……/9.5.2018 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού της συμβολαιογράφου Αθηνών …………, εκπλειστηριάστηκε ηλεκτρονικά ένα κατάστημα – οριζόντια ιδιοκτησία ευρισκόμενη στο Δήμο Δραπετσώνας, ανήκον, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου  στον  καθένα, στους συγκυρίους ……. και ……….., για την ικανοποίηση οφειλής τους προς την επισπεύδουσα – 1η εφεσίβλητη Τράπεζα ύψους ποσού 203.713 €, πλέον τόκων, εξόδων, κλπ. μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, απορρέουσα από την υπ΄ αριθ. ………../2013 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Στην ανωτέρω εκτελεστική διαδικασία αναγγέλθηκαν επίσης  η 2ηκαθ΄ων η ανακοπή – 2η εφεσίβλητη Τράπεζα και το 3ο των καθ΄ων η ανακοπή – 3ο εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο για τις δικές του αξιώσεις. Ακριβές αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ανωτέρω Διαταγής Πληρωμής, επιδόθηκε στους οφειλέτες με τις υπ΄αριθ. …. και …… από 21.7.2016 σχετικές εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …………, για να λάβουν γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες, μετά της παρά πόδας από 13.7.2016 παραγγελίας προς επίδοση μετ΄επιταγής προς πληρωμή, δια της οποίας διατάχθηκαν να καταβάλουν στην ανωτέρω επισπεύδουσα το ποσό των 203.713,15 € πλέον τόκων, εξόδων, κλπ. μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Ακολούθησε η από 9.9.2016 εντολή προς εκτέλεση της επισπεύδουσας επί του απογράφου, σύμφωνα με το άρθρο 927 ΚΠολΔ και δη προς αναγκαστική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας των οφειλετών και σε περίπτωση αρνήσεώς τους να εκθέσουν αυτήν (περιουσία) σε αναγκαστικό πλειστηριασμό. Σύμφωνα με την ανωτέρω εντολή συνετάγη η υπ΄αριθ. …../12.9.2016 κατασχετήρια έκθεση του ανωτέρω ακινήτου της ως άνω δικαστικής επιμελήτριας, η οποία κοινοποιήθηκε νόμιμα, με τις υπ΄ αριθ. ……………. από 12.9.2016 εκθέσεις επίδοσης της ως άνω δικαστικής επιμελήτριας, στους οφειλέτες, στον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά και στο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πειραιά. Απόσπασμα της ως άνω κατασχετήριας έκθεσης, αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών και κοινοποιήθηκε νόμιμα, ορίζοντας ημερομηνία πλειστηριασμού στις 26.4.2017, κατόπιν δε, ορίστηκε ημερομηνία πλειστηριασμού η 9η .5.2018, με ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Ταμείου Νομικών και νόμιμες κοινοποιήσεις. Κατά την τελευταία αυτήν ημερομηνία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, με συνολικό επιτευχθέν εκπλειστηρίασμα το ποσό των 74.410 €, από το οποίο προαφαιρέθηκαν έξοδα εκτέλεσης από 3.998,42 €, έξοδα επιδόσεων μετά ΦΠΑ από 477,4 €, έξοδα συμβολαιογράφου από 1.451,95 €, απομένοντος υπολοίπου προς διανομή  ποσού 68.482,23 €, το οποίο δεν εξαρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση των αναγγελθέντων. Για το λόγο αυτόν, οι αναγγελθέντες δανειστές κατετάγησαν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 975 και 977 ΚΠολΔ, όπως αυτές ίσχυαν μετά την αντικατάστασή τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015, σε ποσοστό 25%, σύμφωνα με το άρθρο 975 παρ. 3 ΚΠολΔ, σε ποσοστό 65%, σύμφωνα με το άρθρο 976 παρ. 2 ΚΠολΔ και σε ποσοστό 10%, συμμέτρως οι μη προνομιούχοι δανειστές και δη κατά την αναλογία της συγκυριότητας των οφειλετών, ήτοι : Οσο αφορά στη διανομή πλειστηριάσματος που αναλογεί στον οφειλέτη …………… : Στο 25% κατετάγησαν οριστικά, προνομιακά και σύμμετρα,  η ΔΟΥ Ε Πειραιά για ποσό 1.643,57 €, η ΔΟΥ ΙΖ Αθηνών, για ποσό 128,4 € και το εκκαλούν, για ποσό 6.788,31 €. Στο 65% κατετάγη οριστικά και προνομιακά, η επισπεύδουσα Τράπεζα, για ποσό 22.256,73 €. Στο 10% κατετάγη οριστικά και σύμμετρα, η Τράπεζα ………… για ποσό 780,70 €, η ίδια, τυχαία και σύμμετρα για ποσό 1.345,68 €, η ίδια, τυχαία και σύμμετρα για ποσό 82,18 €, η ίδια, τυχαία και σύμμετρα, για ποσό 85,60 €, η Τράπεζα …………, τυχαία και σύμμετρα, για ποσό 383,50 €, η ίδια, τυχαία και σύμμετρα, για ποσό 315,02 €, η ίδια, τυχαία και σύμμετρα, για ποσό 431,43 €. Οσο αφορά στη διανομή πλειστηριάσματος που αναλογεί στην οφειλέτιδα ………… : Στο 25% κατετάγη η ΔΟΥ Ε Πειραιά, προνομιακά και οριστικά, για ποσό 2.504,62 €. Στο 65% του εναπομείναντος και στο 25% του εναπομείναντος πλειστηριάσματος, κατετάγησαν η επισπεύδουσα, οριστικά και προνομιακά, για ποσό 28.312,39 €. Στο 10% του εναπομείναντος πλειστηριάσματος, κατετάγη, οριστικά και σύμμετρα η επισπεύδουσα, για ποσό 1.208,71 €, ή ίδια, τυχαία και σύμμετρα, για ποσό 2.081,86 € και η ίδια, τυχαία και σύμμετρα, για ποσό 133,54 €.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα : Οι νόμοι που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατάταξης δεν αφορούν, κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενάσκησής τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερούμενα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο της γένεσης του δικαιώματος ή της έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά το χρόνο της κατάταξης, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαίτησης, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους, λόγω της συνδρομής περισσοτέρων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 του ΕισΝΚΠολΔ που ορίζει, ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του ΚΠολΔ σε θέματα αναγκαστικής εκτέλεσης σε σχέση προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (ΟλΑΠ 21/1994, ΑΠ 1056/2020, ΑΠ 1441/2017, ΑΠ 1404/2007, ΑΠ 1340/2004). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου ένατου παρ.3 του Ν. 4335/2015 «Μεταβατικές και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά την 1-1-2016. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 43 του Ν. 4715/2020 «Ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας κλπ», το οποίο φέρει τον τίτλο «Ερμηνευτική διάταξη ως προς τον χρόνο εφαρμογής των νόμων 4335/2015 και 4336/2015 σε εκκρεμείς διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και ήδη κηρυχθείσες πτωχεύσεις» ορίζεται, μεταξύ άλλων, στο εδ. α΄ αυτού ότι κατά την αληθή τους έννοια οι διατάξεις του άρθρου ογδόου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (δηλαδή οι τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος αυτός στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης) δεν έχουν εφαρμογή σε διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που βρίσκονταν ήδη σε εξέλιξη και σε πτωχεύσεις που είχαν ήδη κηρυχθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, στο δε εδ. β΄ ότι για την κατάταξη των πιστωτών στην παραπάνω περίπτωση λαμβάνεται υπόψη το δίκαιο που ίσχυε κατά τον χρόνο επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της υποβολής της αίτησης για την κήρυξη της πτώχευσης. Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 43 του Ν. 4715/2020, που είναι γνήσια ερμηνευτική και ως εκ τούτου έχει αναδρομική δύναμη, το προϊσχύσαν δίκαιο θα εφαρμόζεται σε όλα τα ζητήματα αναγκαστικής εκτέλεσης, περιλαμβανομένου και του ζητήματος της κατάταξης των δανειστών στο σχετικό πίνακα, όταν η επιταγή με βάση την οποία άρχισε η εκτέλεση, είχε επιδοθεί πριν την 1-1-2016. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η ως άνω σαφής βούληση του νομοθέτη αναφέρεται μόνο στο ως άνω συγκεκριμένο ζήτημα και δεν αναιρεί τα πιο πάνω γενικώς ισχύοντα για τα προνόμια, ενόψει της απόλυτης ειδικότητας της σχετικής ρύθμισης. Περαιτέρω, ως επιταγή νοείται εκείνη που στηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών (άρθρο 926 παρ. 2του ΚΠολΔ), ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, εκείνες από τις οποίες εγκύρως παραιτήθηκε ο επισπεύδων (ΑΠ 1151/2021). Επιπροσθέτως, κατά τη διάταξη του άρθρου 61 παρ. 1 του Ν.Δ. 356/26-3-1974, όπως ίσχυε μετά την προσθήκη του δεύτερου εδαφίου με την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του Ν. 4141/2013 (ΦΕΚ Α 81/5-4-2013), «Το Δημόσιον κατατάσσεται εν αναγκαστική εκτελέσει κινητού ή ακινήτου διά τας ληξιπρόθεσμους μέχρι της ημέρας του πλειστηριασμού απαιτήσεις αυτού εκ πάσης αιτίας, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων και εν τη υπ΄ αριθ. 5 σειρά του άρθρου 975 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας. Κατ΄ εξαίρεση, για τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, το Δημόσιο κατατάσσεται στην υπ΄ αριθ. 2 σειρά του ίδιου άρθρου και πριν από την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 976 ΚΠολΔ.». Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 61 του Ν.Δ. 356/26-3-1974, όπως είχε τροποποιηθεί και συμπληρωθεί, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 404 παρ. 13 Ν. 4512/2018 (ΦΕΚ Α 5/17-1-2018), ως ακολούθως «1. Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης κινητού ή ακινήτου κατά οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται για τις μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού απαιτήσεις του από κάθε αιτία, με τις κάθε φύσης προσαυξήσεις, τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές, σύμφωνα με τα άρθρα 975 έως 977Α και 1007 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.2. Ως ημέρα του πλειστηριασμού θεωρείται η ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, ανεξάρτητα από την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε αρχικά. 3. Οι μη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, για τις οποίες κατατάχθηκε το Δημόσιο, θεωρούνται ληξιπρόθεσμες ως προς τη διανομή του πλειστηριάσματος. 4. Σε περίπτωση πτώχευσης οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται, σύμφωνα με τα άρθρα 154 έως 160 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν. 3588/2007, Α΄ 153), για όλες τις απαιτήσεις του που γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από την πτώχευση, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσής τους.». Κατά τη μεταβατικού δε δικαίου διάταξη του άρθρου 405 παρ. 4 εδ. α΄ του Ν. 4512/2018 ορίζεται ότι «Οι διατάξεις του άρθρου 61 του ΚΕΔΕ, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 13 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται ως εξής: α. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 3 εφαρμόζονται σε διαδικασίες διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν η κατάσχεση ή η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση αντίστοιχα διενεργείται μετά την 1η Ιανουάριου 2016, με εξαίρεση την παραπομπή στο άρθρο 977Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.». Το εκκαλούν ισχυρίζεται με το μοναδικό λόγο της κρινόμενης έφεσής του κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ΄ αυτόν ότι, για την κατάταξη στον ανωτέρω πίνακα,  έπρεπε να εφαρμοστούν οι διατάξεις των άρθρων 975 και 977 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν την ισχύ του ν. 4335/2015.

Ο ως άνω λόγος είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος. Τούτο δε διότι κρίσιμος χρόνος για την ύπαρξη και την έκταση των προνομίων, στο πλαίσιο του πίνακα κατάταξης, είναι ο χρόνος επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, ήτοι με βάση το δίκαιο που ισχύει κατά τον χρόνο αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση, η επιταγή προς εκτέλεση που στηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, με τη σύνταξη κατασχετήριας έκθεσης και του ένδικου πίνακα κατάταξης, είναι αυτή (επιταγή) που επιδόθηκε στους οφειλέτες στις 21.7.2016 και όχι της Διαταγής Πληρωμής που επιδόθηκε στις 4.7.2013, με την υπ΄αριθ. …../2013 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας ……………, όπως ισχυρίζεται το ανακόπτον, δεδομένου ότι δεν αναφέρεται, ούτε, σε κάθε περίπτωση, προκύπτει ότι επακολούθησαν και άλλες πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών της συνεπειών. Συγκεκριμένα από την πρώτη επιταγή που επιδόθηκε στον οφειλέτη στις 4.7.2013, είχε περάσει έτος μέχρι την ένδικη κατάσχεση που έγινε με την υπ΄ αριθ. …../12.9.2016 ως άνω έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης και άρα αυτή, είχε αποβάλλει την ισχύ της και δεν μπορούσε να στηρίξει περαιτέρω πράξεις εκτέλεσης. Επομένως, κρίσιμη επίδοση επιταγής προς εκτέλεση στη συγκεκριμένη περίπτωση για το ζήτημα της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 975 και 977 του ΚΠολΔ και γενικότερα του διαχρονικού δικαίου των προνομίων ως προς τον ένδικο πίνακα κατάταξης, είναι αυτή που έγινε στις 21.7.2016. Με βάση δε τα παραπάνω και εφόσον η κρίσιμη επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση στην παρούσα περίπτωση έγινε μετά την 1-1-2016, παρά την ισχύ της ως άνω διάταξης του άρθρου 43 του Ν. 4715/2020, η οποία είναι γνήσια ερμηνευτική με αναδρομική δύναμη και ως προς το ζήτημα της κατάταξης των δανειστών, δεν είναι δυνατό να τύχουν εφαρμογής κατά τη σύνταξη του ένδικου πίνακα κατάταξης οι ως άνω διατάξεις, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015. Επομένως, ορθά η υπάλληλος του πλειστηριασμού εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 975 και 977 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν μετά την αντικατάστασή τους με το ως άνω άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015. Εξάλλου ούτε η διάταξη του άρθρου 61 παρ. 1 του Ν.Δ. 356/1974, όπως ίσχυε μετά την προσθήκη του δεύτερου εδαφίου με την παράγραφο 2 του άρθρου 33 του Ν. 4141/2013, ήταν εφαρμοστέα στην προκειμένη περίπτωση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται το ανακόπτον, δεδομένου ότι, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 404 παρ.13 του Ν. 4512/2018, το οποίο παραπέμπει στις διατάξεις του ΚΠολΔ και δη στα άρθρα 975 έως 977Α και 1007 του ΚΠολΔ για την κατάταξη των απαιτήσεων του Δημοσίου, και εφαρμόζεται κατά τη μεταβατικού δικαίου διάταξη του άρθρου 405 παρ. 4 του ιδίου ως άνω νόμου και σε διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν η κατάσχεση ή η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση αντίστοιχα διενεργείται μετά την 1η Ιανουαρίου 2016, όπως, εν προκειμένω, κατά τα προαναφερόμενα. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, απέρριψε τον ως άνω λόγο της ανακοπής ως μη νόμιμο, έστω και με εν μέρει εσφαλμένη αιτιολογία, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε. Συνεπώς, αφού αντικατασταθεί η εν μέρει εσφαλμένη αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας αποφάσεως (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει τα αντίθετα υποστηριζόμενα με το σχετικό λόγο της ένδικης εφέσεως να απορριφθούν ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα. Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς έρευνα, πρέπει η έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, η δικαστική δαπάνη πρέπει να συμψηφισθεί μεταξύ των διαδίκων λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (179 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων α) την από 23.11.2020 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………./30.11.2020 – ………/10.2.2021) έφεση κατά της υπ΄αριθ. 2068/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και β) την από 22.2.2022 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………../24.3.2022) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Δέχεται τυπικά την έφεση και

Απορρίπτει αυτήν κατ΄ουσίαν.

Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τη δικαστική δαπάνη.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    19 Οκτωβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, της δικαστικής πληρεξουσίας ΝΣΚ του Ελληνικού Δημοσίου και των πληρεξουσίων δικηγόρων των παρασταθέντων λοιπών διαδίκων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ