Αριθμός 731/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………….ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Φωτεινή Χαλκιά (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: …………… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ευθυμία Παπαϊωάννου.
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 5.10.2015 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2015) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2182/2016 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 7.6.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2017) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς …………/2022), αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 παρ. 1 και 2 και 528 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ενώπιον των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων η προφορική συζήτηση είναι υποχρεωτική μόνο στην περίπτωση κατά την οποία η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε από το διάδικο, που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό ερήμην, οπότε, με την τυπική παραδοχή της έφεσης, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση, μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της έφεσης και αναδικάζεται η υπόθεση από το Εφετείο, ενώπιον του οποίου η συζήτηση γίνεται πλέον προφορικά. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση αυτή, που είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση ενώπιον του Εφετείου, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, και έτσι δεν είναι επιτρεπτή η παράσταση κατά τη συζήτηση με κοινή δήλωση των διαδίκων, που υπογράφεται από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους ή με δήλωση του ενός ή ορισμένων μόνο πληρεξουσίων, ότι δεν θα παραστούν κατά την εκφώνηση. Η απαγόρευση της παράστασης με δήλωση πληρεξούσιου δικηγόρου στην περίπτωση του άρθρου 528 του ΚΠολΔ ισχύει όχι μόνο για το διάδικο, ο οποίος δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό σαν να ήταν παρών, οπότε η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται αμέσως χωρίς έρευνα των λόγων της έφεσης, αλλά και για τον αντίδικο του, ο οποίος είχε παραστεί κανονικά στον πρώτο βαθμό, γιατί διαφορετικά προφορική συζήτηση δεν νοείται, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα εκατέρωθεν ακροάσεως και κατ’ αντιδικία συζητήσεως της υποθέσεως, για να εξασφαλίζεται η αρχή της δίκαιης δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 της ΕΙΔΑ (ΑΠ 476/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 11/2016 Ε7 2016, 855, ΑΠ 2150/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 280/2012 ΝΟΜΟΣ). Η υποβολή τέτοιας δήλωσης από μη παριστάμενο πληρεξούσιο δικηγόρο διαδίκου κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, για την οποία είναι υποχρεωτική η προφορική συζήτηση, συνιστά μη προσήκουσα παράσταση αυτού έστω και αν έχει καταθέσει προτάσεις, συνεπαγόμενη την ερημοδικκ του (Ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, συμπλήρωμα στο άρθρο 271, ΕφΠειρ 123/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 792/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 3137/200S ΕλλΔνη 2009, 1520, ΕφΑΘ 3287/2008 ΕλλΔνη 2008, 1514) και ως εκ τούτου, σύμφωνα με όσα αναφέρονται παραπάνω οι προτάσεις του και οι σε αυτές περιεχόμενοι αυτοτελείς ισχυρισμοί, καθώς και τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα, δεν λαμβάνονται υπόψη (ΑΠ 93/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 251/2009 ΝΟΜΟΣ). Εαν ο μη προσήκοντα παριστάμενος και γι’ αυτό ερήμην δικαζόμενος διάδικος είναι ο εκκαλών, τότε η έφεσή του απορρίπτεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524 παρ 3 ΚΠολΔ και η απόρριψη συντελείται κατ’ ουσίαν, ανεξάρτητα από την υποβολή ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσίβλητου, διότι ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και, αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (ΑΠ 476/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) που αφορά σε υπόθεση διαζυγίου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 260 § 1 του ΚΠολΔ, το οποίο ισχύει και στην εκκλητή δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 524 § 1 του ΚΠολΔ: «1. Αν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης δεν εμφανίζονται όλοι οι διάδικοι ή εμφανίζονται αλλά δεν μετέχουν κανονικά στη συζήτηση, η συζήτηση ματαιώνεται». Σημειωτέον ότι αν η μη εμφάνιση ή η μη προσήκουσα εμφάνιση των διαδίκων διαπιστωθεί μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη, η ματαίωση της συζήτησης κηρύσσεται με δικαστική απόφαση. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το συνδυασμό της ανωτέρω διάταξης προς εκείνη του άρθρου 299 του ΚΠολΔ, σε περίπτωση ερημοδικίας κάποιου διαδίκου, η δήλωση του αντιδίκου του που εμφανίσθηκε νομότυπα, την οποία κάνει μετά το πέρας της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο ότι δεν επιθυμεί την έκδοση απόφασης, είτε αμέσως μετά το πέρας της συζήτησης, είτε και μεταγενέστερα, μέχρι την έκδοση απόφασης, να θεωρηθεί και αυτός απών και να μην εκδοθεί απόφαση για την υπόθεση, ενέχει δήλωση ανάκλησης της παράστασης του, η οποία από την άποψη των συνεπειών της θεωρείται ότι δεν έγινε, με αποτέλεσμα να θεωρείται αναδρομικά ματαιωμένη η συζήτηση της υπόθεσης (βλ.ΑΠ 1568/ 2017, ΜονΕφ Λαρ 309/ 2020, ΜονΕφΠειρ 242/ 2020, ΜονΕφ Πειρ 409/ 2016).
II. Στην προκειμένη περίπτωση όπως αποδεικνύεται από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, στην αναφερόμενη στην αρχή δικάσιμο, κατά τη συζήτηση της υπόκριση έφεσης κατά της με αριθμό 2182/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών, ερήμην του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος, ο τελευταίος εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσια δικηγόρο, που, όμως, μη κανονικώς παραστάθηκε με δήλωση του άρθρου 242 ΚΠολΔ (άρθρο 524 παρ.2 εδ.β’ ΚΠολΔ), με συνέπεια να θεωρείται δικονομικώς απών, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, ενώ η εφεσίβλητη παραστάθηκε δια πληρεξουσίου δικηγόρου. Στη συνέχεια, οι ως άνω πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων προσυπέγραψαν μεταγενέστερη της συζητήσεως της υποθέσεως κοινή δήλωση, που υποβλήθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 8-12-2022 και επισυνάπτεται στη δικογραφία, με την οποία δηλώνουν ότι επιθυμούν τη ματαίωση της συζήτησης της ένδικης εφέσεως. Μετά ταύτα, εφόσον η εν λόγω δήλωση ενέχει έμμεση, πλην σαφή δήλωση παραιτήσεως από τη διαδικαστική πράξη της επισπεύσεως της συζητήσεως της ενδίκου εφέσεως και ανακλήσεως της παραστάσεως των διαδίκων, και δη της κανονικώς παρασταθείσας πληρεξούσιας δικηγόρου της εφεσίβλητης, η συζήτηση αυτής κατά τη δικάσιμο της 3-11-2022, πρέπει, κατ’ άρθρο 260 ΚΠολΔ, να θεωρηθεί αναδρομικά ματαιωθείσα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΚΗΡΥΣΣΕΙ ματαιωμένη τη συζήτηση της έφεσης.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 16 Δεκεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ