Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 303/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

2Ο τμήμα

Αριθμός απόφασης:   303/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Κ.Σ .

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο του Δικηγόρο Αλέξανδρο Λάμπρου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.)·

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : TOY O.T.A με την επωνυμία «Δήμος Περάματος» Νομού Αττικής, που εδρεύει στο Πέραμα Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικός διάδοχος του συσταθέντος από τη συγχώνευση των Ν.Π.Δ.Δ. A’, Β’, Γ’ και Δ’ ΚΑΠΗ (ως παραρτήματος του Β’ΚΑΠΗ) Ν.Π.Δ.Δ., νέου Ν.Π.Δ.Δ. «ΕΝΙΑΙΟ ΚΑΠΗ Δήμου Περάματος και στη συνέχεια λόγω κατάργησης του Ν.Π.Δ.Δ. «ΕΝΙΑΙΟ ΚΑΠΗ Δήμου Περάματος» και την υπαγωγή του, ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του στην αρμοδιότητα του Δημάρχου Περάματος Ν. Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο του Δικηγόρο Στέφανο Μυλωνά (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.ΠολΔ).

Ο ενάγων και ήδη εκκαλών άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την από 7.2.2017 και με αρ. καταθ. ………../2017 αγωγή του, της οποίας εκδόθηκε η με αρ. 371/2018 μη οριστική και η με αρ. 640/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έκανε αυτή εν μέρει δεκτή.

Κατά της απόφασης αυτής ο ενάγων και ήδη εκκαλών άσκησε την από 12-8-2021 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ ……………/2021 έφεσή του, η οποία προσδιορίστηκε προς συζήτηση για την παρούσα συνεδρίαση.

Κατά τη συζήτηση των υπόθεσης, αφού εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν όπως παραπάνω και αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους, που είχαν προκαταθέσει.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος κατά της με αρ. 640/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε με την τακτική διαδικασία έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1,2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ), ενώ, επίσης, έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (βλ. το με αρ. …………….. παράβολο ποσού 100 €). Πρέπει να ερευνηθεί ως προς τη βασιμότητα των λόγων της.

Ο ενάγων ισχυρίστηκε στην από 7.2.2017 και με αρ. καταθ. ………/2017 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ότι δυνάμει διαδοχικών, συμβάσεων έργου, που συνήψε τα έτη 2007 έως 2011, με τα A’ Β’ και Γ” Κέντρα Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων (ΚΑΠΗ) Περάματος, και στη συνέχεια με το Ενιαίο ΚΑΠΗ Περάματος, στο οποίο συγχωνεύτηκαν τα ως άνω ΚΑΠΗ, ανέλαβε την υποχρέωση, έναντι αμοιβής, να παράσχει στα μέλη των εν λόγω ΚΑΠΗ ιατρικές υπηρεσίες, επί ένα έτος κάθε φορά, (συνολικά 1.1.2007 – 31.12.2011] συνιστάμενες στην διενέργεια ιατρικών εξετάσεων, στην παροχή ιατρικών γνωματεύσεων και στην υπόδειξη και χορήγηση κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. Ότι για την κατάρτισή των άνω οποίων τηρήθηκαν οι νόμιμες διατυπώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 του Ν. 2527/1997 και ειδικότερα πριν από κάθε σύμβαση εκδόθηκε απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας με το απαιτούμενο από την άνω διάταξη περιεχόμενο και όλες οι συμβάσεις αυτές (2007-2010) καταρτίσθηκαν εγγράφως, όπως και αυτή του 2011, που κατάρτισε με το Δήμαρχο Περάματος, αντίγραφο της οποίας οποία όμως ουδέποτε του παραδόθηκε. Ότι παρείχε προσηκόντως τις υπηρεσίες του κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα κι επιπλέον τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2012, χωρίς να υπογραφεί νέα σύμβαση και από τις συμφωνημένες αμοιβές (όπως αναφέρει αναλυτικά), έλαβε το συνολικό ποσό των 10.370 €, ώστε του οφείλεται το υπόλοιπο των 72.948 €, τον οποίο, ο εναγόμενος Δήμος Περάματος, ο οποίος υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Ενιαίου ΚΑΠΗ Περάματος, ως καθολικός διάδοχος αυτού, δεν του έχει ακόμα καταβάλει, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του. Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων και μετά από νόμιμο (άρθρα 223, 295 παρ. 1, 297 ΚΠολΔ) περιορισμό του αιτήματος από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικό, ζήτησε να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος του οφείλει να του καταβάλει το παραπάνω ποσό των 72.948 €, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της προγενέστερης από 19-12-2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2012 αγωγής του, άλλως από την επίδοση της προηγούμενης από 25-11-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2013 αγωγής του, άλλως από την επίδοση της ένδικης αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επικουρικώς σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο οι ανωτέρω συμβάσεις έργου ήθελαν κριθούν άκυρες, ζήτησε την καταβολή του ιδίου ποσού με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς την επικουρική της βάση από αδικαιολόγητο πλουτισμό ως προς το κονδύλιο ποσού 11.520 €, που αφορούσε τις αξιώσεις του ενάγοντος του έτους 2011 και αναγνώρισε ότι ο εναγόμενος οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το άνω ποσό με τόκο 6 % από την επίδοση της από 25-11-2013 και με αριθμό κατάθεσης ……/2013 αγωγής ενώ απέρριψε αυτήν ως προς τις προγενέστερες αξιώσεις των ετών 2007-2010, δεχόμενο ότι είχε συμπληρωθεί η πενταετής παραγραφή της διάταξης του άρθρου 90 § 1 του ν. 2362/1995. Κατά της απόφασης αυτής βάλλει ο ενάγων και ήδη εκκαλών, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων.

Κατά το άρθρο 90 § 1 του ν. 2362/1995 περί δημοσίου λογιστικού, που έχει εφαρμογή και επί αξιώσεων κατά των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (οι οποίοι σημειωτέον κατά το άρθρο 304 του π.δ. 410/1995 «Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας» και ήδη άρθρο 276 §§ 1 εδ. 2,2 του ν. 3463/2006 «Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων», με χρόνο ενάρξεως της ισχύος του από 1.1.2007 (ακροτελευταίο άρθρο αυτού), έχουν όλα τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο), οποιαδήποτε απαίτηση κατά του Δημοσίου ή κατά των ΟΤΑ παραγράφεται μετά πενταετία, εφόσον από άλλη γενική ή ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής. Η παραγραφή αυτή, κατά το άρθρο 91 του ίδιου νόμου, αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο γεννήθηκε η απαίτηση και ήταν δυνατή η δικαστική αυτής επιδίωξη. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ως προς την παραγραφή των πάσης φύσεως ενοχικών αξιώσεων κατά του Δημοσίου ή των ΟΤΑ, ο χρόνος αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία, και λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως και από το Δικαστήριο (άρθρο 94 εδάφιο δ του ιδίου νόμου, βλ. ΑΠ 666/2018 ΤΝΠ ΔΣΑ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 93 περ. α’ του αυτού ως άνω Ν. 2362/1995, η παραγραφή των χρηματικών απαιτήσεων κατά του Δημοσίου διακόπτεται και με την υποβολή της υποθέσεως στο δικαστήριο ή σε διαιτητές, οπότε η παραγραφή αρχίζει εκ νέου από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων, του δικαστηρίου ή των διαιτητών. Κατά δε το άρθρο 92 εδ. β αυτού η παραγραφή απαιτήσεως κατά του Δημοσίου αναστέλλεται για όσο χρόνο ο έχων την απαίτηση λόγω ανώτερης βίας έχει εμποδιστεί να ασκήσει την αξίωση μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής. Κατά δε το άρθρο 94 εδάφ. δ’ (τελευταίο) του ίδιου Ν. 2362/1995, η παραγραφή των κατά του Δημοσίου αξιώσεων των υπαλλήλων του λαμβάνεται υπόψη αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο. Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του Ν. 2362/1995, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 261 του ΑΚ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 101 παρ. 1 Ν. 4139/2013 – ΦΕΚ Α’ 74/20-3-2013), 106 και 262 του ΚΠολΔ, συνάγεται σαφώς, ότι η παραγραφή αξίωσης κατά του Δημοσίου λαμβάνεται υπόψη και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο της ουσίας, ενώ η διακοπή της παραγραφής αυτής, που συντελείται με έναν από τους αναφερόμενους στο άνω άρθρο 93 του Ν. 2362/1995 τρόπους, μεταξύ των οποίων και η υποβολή της υποθέσεως στο Δικαστήριο, όσο και η εκ του άρθρου 92 εδ.β του Ν. 2362/1995 αναστολή  συνιστούν αντενστάσεις, τις οποίες πρέπει να προτείνει, παραδεκτώς και νομίμως, ο διάδικος που αποκρούει την παραγραφή, και δεν μπορεί να λάβει υπόψη του αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο. (Ολ.ΑΠ 11/2003, Α.Π 1444/2020, ΑΠ 1241/2018, ΑΠ666/2018, ΑΠ 766/2010, ΑΠ 1270/2003). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρο 263 ΑΚ κάθε παραγραφή, που διακόπηκε με την έγερση της αγωγής θεωρείται σαν να μη διακόπηκε, αν η αγωγή απορριφθεί τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς. Αν ο δικαιούχος εγείρει και πάλι την αγωγή μέσα σε έξι μήνες, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή. Απόρριψη της αγωγής για λόγους μη ουσιαστικούς υπάρχει σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία η παροχή δικαστικής προστασίας ματαιώνεται για λόγο που δεν ανάγεται στη νομική ή ουσιαστική βασιμότητα της υπό διάγνωση απαιτήσεως. Τέτοιοι λόγοι μπορεί να είναι η μη συνδρομή των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης, η έλλειψη της ικανότητας δικαστικής παραστάσεως, η αοριστία της αγωγής και γενικότερα οι λόγοι εκείνοι οι οποίοι ερευνώνται πριν από την αξιολόγηση της υπάρξεως και του περιεχομένου της ουσιαστικής αξιώσεως και των οποίων η θετική ή αρνητική συνδρομή παρεμποδίζει τη διάγνωση της. Ως νέα έγερση της αγωγής νοείται η υποβολή νέου αιτήματος παροχής δικαστικής προστασίας από τον ίδιο ενάγοντα που βασίζεται στην ίδια με την προηγούμενη νομική και ιστορική αιτία. Ειδικότερα, ταυτότητα ιστορικής αιτίας υπάρχει, όταν τα περιστατικά που συγκροτούν το πραγματικό της εφαρμοστέας ουσιαστικής διάταξης, στην προηγούμενη αγωγή, είναι τα ίδια με αυτά που συνθέτουν το πραγματικό της εφαρμοστέας στην νέα δίκη διάταξης και όχι όταν με την μεταγενέστερη αγωγή τίθενται πρόσθετα και νέα, περιστατικά, δυνάμενα να υπαχθούν σε διαφορετικό ουσιαστικό κανόνα δικαίου (ΑΠ 198/2021, ΑΠ 1267/2017, ΑΠ 1184/2012, ΑΠ 252/2016, ΑΠ 190/2008 www.areiospagos.gr). Η ταυτότητα της νομικής αιτίας προϋποθέτει θεμελίωση και των δύο αγωγών στο ίδιο νομικό γεγονός (νομικό κανόνα) που αφορά τη συγκεκριμένη έννομη σχέση (ΑΠ 591/2017, ΑΠ 1685/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 81/2023 http://www.efeteio- peir.gr/wordpress/?p=10182). Εξάλλου, από την ίδια διάταξη του άρθρου 904 του ΑΚ προκύπτει ότι, η αγωγή του αδικαιολόγητου πλουτισμού τόσο από ουσιαστική όσο και από δικονομική άποψη είναι επιβοηθητικής ουσιαστικά φύσης και μπορεί να ασκηθεί μόνον όταν λείπουν οι προϋποθέσεις της αγωγής από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία, εκτός εάν θεμελιώνεται σε πραγματικά περιστατικά διαφορετικά ή πρόσθετα από εκείνα στα οποία στηρίζεται η αγωγή από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία και υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση (επικουρικώς) κατ’ άρθρ. 219 ΚΠολΔ της απόρριψης της κύριας βάσης της αγωγής από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία. Έτσι, λόγω του ως άνω επιβοηθητικού χαρακτήρα της αγωγής του αδικαιολογήτου πλουτισμού, αν αυτή στηρίζεται στα ίδια περιστατικά, στα οποία θεμελιώνεται η αγωγή από σύμβαση ή αδικοπραξία, είναι νομικά αβάσιμη (Ολ ΑΠ 22/2003 ΔΕΕ 2003:1358, ΑΠ 1372/2022, ΑΠ 1325/2019, ΑΠ 170/2016, ΑΠ 449/2014, ΑΠ 2019/2007 σε www.areiospagos.gr). Στην προκειμένη περίπτωση ο εκκαλών παραπονείται με τον πρώτο λόγο της έφεσής του ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως προς τις αξιώσεις του, των ετών 1.1.2007 έως 31.12.2010 λόγω παραγραφής που είχε συμπληρωθεί στις 5.12.2016, ενώ όπως ισχυρίζεται, η παραγραφή είχε διακοπεί και ειδικότερα : α] με την άσκηση της από την από 19-12-2012 και με αριθμό κατάθεσης ……/2012 αγωγής του, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθ. 3180/2013 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που απέρριψε την αγωγή του ως αόριστη, β) με την άσκηση της από 25-11-2013 και με αριθμό κατάθεσης ……/2013 αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμόν 2934/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που επίσης απέρριψε την αγωγή του ως αόριστη και διέκοψε εκ νέου την παραγραφή γ] με την άσκηση της κρινόμενης αγωγής (επίδοση αυτής την 2.3.2017). Με τον άνω λόγο έφεσης επαναφέρει, όπως εκτιμάται την αντένταση διακοπής της παραγραφής, που είχε νομότυπα προτείνει στον πρώτο βαθμό (με τις από 5.12.2018 προτάσεις του, μετά την δημοσίευση της με αρ. 371/2018 απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που είχε διατάξει επανάληψη συζητήσεως). Από τα έγγραφα που προσκομίζουν κι επικαλούνται οι διάδικοι προκύπτει ότι ο ενάγων άσκησε κατά του εναγόμενου την από 19-12-2012 και με αριθμό κατάθεσης …./2012 αγωγή του, επικαλούμενος τις αξιώσεις του από συμβάσεις έργου/παροχής υπηρεσιών, χωρίς να αναφέρει όμως ότι είχαν καταρτισθεί εγγράφως και με την με αριθ. 3180/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η αγωγή του απορρίφθηκε ως αόριστη. Στη συνέχεια άσκησε την από 25-11-2013 και με αριθμό κατάθεσης ……/2013 αγωγή του για τις ίδιες ως άνω αξιώσεις του, επικαλούμενος ότι οι διαδοχικές συμβάσεις έργου είχαν καταρτισθεί εγγράφως, αλλά στηρίζοντας αυτή ευθέως στις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 2934/2015 απόφαση του Δικαστηρίου Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που επίσης απέρριψε την αγωγή του ως αόριστη, λόγω μη αναφοράς των θεμελιωτικών στοιχείων της αγωγής αδικαιολογήτου πλουτισμού. Επισημαίνεται ότι κατά των άνω αποφάσεων δεν ασκήθηκαν ένδικα μέσα, ώστε έχουν καταστεί τελεσίδικες και παράγουν δεδικασμένο ως προς την απόρριψη των αγωγών για τυπικό λόγο. Κατόπιν άσκησε την παρούσα αγωγή και επέδωσε αυτή στις 2.3.2017 (βλ. την με αρ. …../2.3.2017 έκθεση επιδόσεως του δικ. επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά ……………), που στηρίζεται κυρίως στην κατάρτιση συμβάσεων και επικουρικώς στις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Όμως μετά την έκδοση της απόφασης επί της αρχικής αγωγής (……/2013) η δεύτερη κατά σειρά αγωγή, με την οποία επανήλθε (από 25-11-2013 και με αριθμό κατάθεσης ……/2013), στηριζόταν ευθέως στις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, που προϋπέθετε την ανυπαρξία της έγκυρης κατάρτισης των επιδίκων συμβάσεων, δηλαδή διαφορετική ιστορική και νομική αιτία (ΑΠ 1372/2022, ΑΠ 198/2021). Συνεπώς μετά την απόρριψη της αρχικής αγωγής, δεν ασκήθηκε εκ νέου αγωγή με την ίδια ιστορική και νομική αιτία, δηλαδή τη σύμβαση, με συνέπεια να μην θεωρείται ότι έχει διακοπεί με τη δεύτερη κατά σειρά αγωγή, η παραγραφή κατ’ εφαρμογήν της διάταξης του άρθρου 263 ΑΚ. Η με αρ. 3180/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που απέρριψε την πρώτη αγωγή ως αόριστη δημοσιεύτηκε στις 5.6.2013, η δε παρούσα αγωγή ασκήθηκε, όπως εκτέθηκε στις 7.2.2017 κι επιδόθηκε στις 7,3.2017, δηλαδή μετά την πάροδο 6 μηνών μετά την τελεσιδικία της με αρ. 3180/2013 απόφασης. Κατά συνέπεια, ούτε η από 19-12-2012 και με αριθμό κατάθεσης …./2012 αγωγή, ούτε η από 25-11-2013 και με αριθμό κατάθεσης ……/2013 διέκοψαν την πενταετή παραγραφή, που για τις αξιώσεις του ενάγοντος του έτους 2010 είχε αφετηρία την 1.1.2011 (των προγενέστερων ετών του έτους 2007 1.1.2008, του 2008 1.1.2009 και του 2009 1.1.2010 αντίστοιχα) και είχε συμπληρωθεί, για όλες τις άνω αξιώσεις του ενάγοντος των ετών 2007-2010, την 1.1.2016 (1.1.2015, 1.1.2013, 1.1.2014 για τα προγενέστερα έτη) πριν την άσκηση της κρινόμενης αγωγής. Συνεπώς η αγωγή ως προς τις αξιώσεις του ενάγοντος των άνω ετών έπρεπε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη κατόπιν της ένστασης παραγραφής που πρότεινε ο εναγόμενος ΟΤΑ (και επαναφέρει στο παρόν Δικαστήριο) αλλά και μετά από αυτεπάγγελτη έρευνα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την αγωγή ως προς τις άνω αξιώσεις του ενάγοντος ως ουσιαστικά αβάσιμη γιατί τον ίδιο λόγο, ορθά εφάρμοσε το νόμο, ώστε ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, όπως και ο δεύτερος λόγος της έφεσης που αναφέρεται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου της εφέσεως στο Δημόσιο Ταμείο και να επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος, τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, μειωμένα ενόψει της ιδιαίτερης δυσχέρειας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και την απορρίπτει κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παράβολου της έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος, μέρος των δικαστικών εξόδων του εναγόμενου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300)€.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους Δικηγόρων, στις 29.5.2023.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ