Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 591/2025

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

4ο τμήμα

Αριθμός  απόφασης :  591/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(4ο τμήμα)

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Δ.

Συνεδρίασε  στο ακροατήριό του την ………….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

TOY ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ  :  ……………… με ΑΦΜ ……………, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο του Ευστάθιο Τσιτσιπή.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : Της εταιρείας με την επωνυμία με την επωνυμία «……………» με διακριτικό τίτλο «……………» που εδρεύει στο Δήμο Αθηναίων ……….. (με αριθμ. ΓΕΜΗ …., και ΑΦΜ…… ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ) όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσας εν προκειμένω δυνάμει της από 05/11/2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσας σε περίληψη με αρ. πρωτ. …./08-11-2021 στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών στις 08/11/2021 στον τόμο … με αριθμό …., υπό την ιδιότητά της ως διάδικος μη δικαιούχος και διαχειρίστρια των απαιτήσεων της εταιρείας ειδικού σκοπού τιτλοποίησης με την επωνυμία «………..» (……………..), με έδρα στο ……….. Ιρλανδίας (με αρ. μητρώου ……… και δ/νση ……………., η οποία, δυνάμει της από 05-11-2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων διεπόμενης από τα άρθρα 10 και 14 του Ν. 3156/2003, νομίμως δημοσιευθείσας σε περίληψη με αρ. πρωτ. …………./08-11-2021 στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών στον τόμο ….. με αριθμό ……., έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….», που εδρεύει στην Αθήνα (………..) με ΑΦΜ ………., Δ.Ο.Υ ΦΑΕ Αθηνών, αρ. ΓΕΜΗ ………., ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….» (ΑΦΜ ……. και αρ. ΓΕΜΙ-……….), λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρείας (άρθρο 16 v. 2515/1997 και άρθρα 57 παρ. 3 και 59-74 του ν. 4601/2019-Ανακοινώσεις Γ.Ε.ΜΗ υπ’ αριθμ. 139241, 139264 και Ι 39406/30.12.2020), ως ειδικής διαδόχου της «……….», όπως μετονομάσθηκε η «…………..» καθολική διάδοχος της «………..» [η οποία υπήρξε καθολική διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της «……………», λόγω συγχωνεύσεως της τελευταίας με απορρόφηση από αυτήν των εταιρειών «……………>) και «…………….» και ταυτόχρονη τροποποίηση της επωνυμίας της σε «……………],  η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο  από την  πληρεξούσια Δικηγόρο της Ελένη Μουζακίτη.

Ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την από  20-6-2024  και με αριθ.καταθ. ………../2024   ανακοπή του,  επί της οποίας  εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3592/2024  απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία απέρριψε  την ανακοπή. Κατά της τελευταίας  απόφασης ο εκκαλών  άσκησε την από 9.12.2024  και  υπ’ αριθ. εκθ. κατάθεσης  …………/2024  έφεσή του, η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης,  αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η    από  9.12.2024  και με αρ. καταθ. …………./2024  έφεση του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος  κατά της υπ` αριθ. 3592/2024  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά με την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα  (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ), ενώ, επίσης, έχει κατατεθεί  το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (βλ. το με αρ…………… παράβολο των 100 € € αντίστοιχα). Πρέπει, επομένως, η έφεση αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης  προκύπτουν τα εξής : Σε εκτέλεση  της από   8-4-2024 επιταγής προς εκτέλεση κάτω από  πρώτο εκτελεστό απόγραφο της υπ’ αριθμ. υπ’ αρ. ………/2013  Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,  για την ικανοποίηση απαίτησης ύψους 210.000 €   που  απορρέει  από την με αρ. αριθμό …………/18-05 -1999 Σύμβαση Χορήγησης Πίστωσης σε Ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό   που είχε καταρτίσει ο ανακόπτων με την τραπεζική εταιρία με την επωνυμία  «………….»  επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει της με αρ. …………../2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητού του Εφετείου Αθηνών, για ποσό 100.000 €, σε ακίνητα ιδιοκτησίας του ανακόπτοντος, υπ΄αρ. 1 και 2 καταστήματα ισογείου κειμένων στο … …… εντός του εγκεκριμένου σχεδίου στη συμβολή της οδού …………… με ανώνυμη οδό.   Με την από  20-6-2024  και με αριθ.καταθ. …………./2024   ανακοπή του ο ανακόπτων  ζήτησε  για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους την ακύρωση της  επιταογής προς πληρωμή και της κατασχετήριας Έκθεσης, επί της οποίας  εκδόθηκε με την διαδικασία των περιουσιακών διαφορών η υπ’ αριθ. 3592/2024  απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία απέρριψε  την ανακοπή. Κατά της τελευταίας  απόφασης ο εκκαλών  άσκησε την προαναφερόμενη έφεσή του και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτή (έφεση) λόγους, επικαλούμενος πλημμελή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή του. Eξάλλου   με την έφεσή του ο ανακόπτων έχει ενώσει και αίτημα αναστολής της εκτέλεσης,  το οποίο πλέον στερείται αντικειμένου, αφού έγινε αυτό δεκτό με την από 13.12.2024 προσωρινή διαταγή του Προέδρου Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, με την οποία ανεστάλη η εκτέλεση μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της παρούσας έφεσης.

Από τις διατάξεις των άρθρων 904, 915, 916 και 924 του Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι η επιταγή προς εκτέλεση πρέπει να περιέχει βέβαιη και εκκαθαρισμένη την απαίτηση, για την οποία επισπεύδεται η εκτέλεση, κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Η τυχόν μερική απόσβεση της απαιτήσεως δεν δημιουργεί ακυρότητα της επιταγής για το πράγματι οφειλόμενο ποσό, καθόσον οι καταβολές του οφειλέτη ή άλλοι λόγοι απόσβεσης της ενοχής, δεν αποτελούν στοιχείο του περιεχομένου της επιταγής, αναγκαίο για το κύρος της, αλλά βάση ενστάσεως του οφειλέτη. Επιπλέον, η γενόμενη κατάσχεση δεν πάσχει ακυρότητας, εάν επιβλήθηκε για ποσό μικρότερο από το αναφερόμενο στην επιταγή, αρκεί η απαίτηση για την οποία γίνεται η κατάσχεση, να είναι και μετά τον περιορισμό της, βέβαιη και εκκαθαρισμένη (ΑΠ 1773/2001, ΕφΑθ 292/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 86/2022 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=8568, ΕφΑθ 3773/2021, ΕφΑθ 4901/2000  σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για την αποτροπή, όμως, του κινδύνου προβολής μεταγενέστερα του ισχυρισμού, ότι χώρησε παραίτηση του δανειστή από το υπόλοιπο μέρος της απαίτησης του, καθώς επίσης και του κινδύνου προσβολής της εκτέλεσης για αοριστία, σε σχέση με το ζήτημα, για ποια κονδύλια της απαίτησης διενεργήθηκε, θα πρέπει να γίνεται αφενός μεν ειδική αναφορά σε συγκεκριμένα κονδύλια για τα οποία αυτή επισπεύδεται έκτοτε και αφετέρου ρητή επιφύλαξη για το υπόλοιπο μέρος της απαίτησης (ΕφΠειρ.592/2024, ΕφΠειρ 199/2024 σε http://www.efeteio-peir.gr/,  ΕφΑθ 3761/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκείμενη περίπτωση ο ανακόπτων με το δεύτερο λόγο της έφεσής του επαναφέρει τον δεύτερο λόγο της ανακοπής του με τον οποίο υποστηρίζει ότι ενώ η απαίτηση της καθ’ ής ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 213.783 €,  όπως  αυτή προσδιορίζεται  στην  από 8.4.2024 επιταγή προς πληρωμή, συντιθέμενη από κεφάλαιο 210.000 €, δικαστική δαπάνη 3.570 €, έκδοση απογράφου και  113,00 € για  σύνταξη της επιταγής προς πληρωμή, η καθ’ ής έδωσε εντολή προς εκτέλεση στο δικαστικό επιμελητή και αυτός επέβαλε κατάσχεση μόνο για το ποσό των 100.000 €, αναφέροντας ταυτόχρονα ότι το υπόλοιπο της απαίτησης παραμένει απαιτητό, με συνέπεια η κατασχετήρια έκθεση να είναι αόριστη ως προς τη φύση και το είδος της απαίτησης.  Όπως όμως ο ίδιος ο ανακόπτων  αναφέρει και κατέγραψε ο δικαστικός επιμελητής,  το ποσό των 100.000 € αποτελεί μέρος του επιδικασθέντος κεφαλαίου, ώστε να μην υπάρχει καμία ασάφεια  για το είδος και την ποιότητα  της παροχής για την οποία επιβλήθηκε η κατάσχεση,  αφού προκύπτει σαφώς ότι το ποσό για το οποίο επιβλήθηκε αυτή αποτελεί μέρος του  κεφαλαίου των 210.000 € που επιδικάσθηκε  και ταυτόχρονα γίνεται ρητή επιφύλαξη για το υπόλοιπο της απαίτησης. Κατόπιν αυτών ο άνω λόγος ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, όπως ορθώς απέρριψε για τον ίδιο λόγο και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ώστε  ο δεύτερος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4354/2015 σχετικά με τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων: «1. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων και πιστώσεων, που έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα πλην της περίπτωσης δ” της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014, υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και αντικείμενο της μπορεί να είναι μεμονωμένες απαιτήσεις ή ομάδες απαιτήσεων κατά οποιουδήποτε δανειολήπτη, μη εφαρμοζομένου στην περίπτωση αυτή του άρθρου 479 ΑΚ. Άλλα δικαιώματα, ακόμα κι αν δεν αποτελούν παρεπόμενα δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 458 ΑΚ, εφόσον συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, μπορούν να μεταβιβάζονται μαζί με αυτές. Η πώληση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 513 επ. ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου. 2   3. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων καταχωρίζεται στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 (ΑΛ 220). Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης επέρχεται η μεταβίβαση  των  πωλούμενων  απαιτήσεων  του   μεταβιβάζοντος πιστωτικού ιδρύματος          4. Αναγγελία της καταχώρισης γίνεται ατύπως προς τους οφειλέτες και τους εγγυητές με κάθε πρόσφορο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και των μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Πριν από την καταχώριση δεν αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση απαιτήσεων της παραγράφου 1». Κατά δε το άρθρο 1 παρ. 1γ και δ του ίδιου ν. 4354/2015 «γ. Η πώληση των παραπάνω απαιτήσεων είναι ισχυρή, μόνο εφόσον έχει υπογραφεί συμφωνία των εγγράφων και όχι αποσπασμάτων. Αυτά πρέπει να κοινοποιούνται ως πρωτότυπα επίσημα έγγραφα, μη αρκούσης, της απλής μνείας τούτων στην επιταγή. Η παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου «δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση» είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας. Τυχόν ακυρότητα της επιταγής που επέδωσε ο αρχικός δικαιούχος δεν επιδρά στο κύρος της νέας επιταγής, η οποία έχει αυτοτέλεια έναντι της προηγούμενης. Παρά τα ανωτέρω, στην περίπτωση της διαδοχής του δικαιούχου λόγω σύμβασης μεταβίβασης των τιτλοποιούμενων τραπεζικών απαιτήσεων κατά τους ορισμούς των ν. 4354/2015 και 3156/2003, με δεδομένη τη συνθετότητα και την έκταση των επιμέρους πράξεων, από τις οποίες απαρτίζεται η μεταβίβαση των απαιτήσεων και εν συνεχεία η ανάθεση της διαχείρισης αυτών, άρα και των αντιστοίχων εγγράφων που την πιστοποιούν, η απαίτηση συγκοινοποίησης στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη, στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, ολόκληρων των σχετικών συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, εκτός του ότι δεν συμπορεύεται με το πνεύμα της ρύθμισης του ανωτέρω άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, είναι ιδιαιτέρως πολυτελής, εξόχως δαπανηρή, στείρα τυπολατρική και παρεμβάλει σοβαρά εμπόδια στην εκτελεστική διαδικασία, παρεμποδίζοντας αδικαιολογήτως την πρόσβαση σε αυτήν των δανειστών. Η αναγκαστική εκτέλεση θέτει μεν συνήθως τον τύπο πριν από την ουσία, όχι, όμως, σε βαθμό που να εγγίζει τα όρια της κατάχρησης. Κατ’ ανάγκη λοιπόν, θα πρέπει να επιλεγούν εκείνα μόνο τα έγγραφα, που αποδεικνύουν την συντέλεση της μεταβίβασης και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντος (πρβλ. ΑΠ 345/2006 TN ΝΟΜΟΣ). Καθώς δε τα αποτελέσματα της μεταβίβασης επέρχονται αυτοδικαίως εκ του νόμου και χωρίς άλλη διατύπωση και έναντι τρίτων από την καταχώριση της κάθε σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του αρ. 3 του ν. 2844/2000, είναι προφανές ότι και η νομιμοποίηση της εταιρίας που αναλαμβάνει τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων αρχίζει ακριβώς από τότε. Άρα, τα έγγραφα, που πιστοποιούν τις ανωτέρω πράξεις και ολοκληρώνουν τη μεταβίβαση και την ανάθεση της διαχείρισης, είναι τα μόνα κρίσιμα και θα πρέπει να συγκοινοποιούνται στον οφειλέτη με την επιταγή. Όλα τα υπόλοιπα, οσηδήποτε σπουδαιότητα και σοβαρότητα αν παρουσιάζουν για τη διαδικασία της μεταβίβασης καθ’ εαυτήν, δεν παύουν να αποτελούν στοιχεία, που αφορούν στις εσωτερικές σχέσεις των εταιρειών. Τα έγγραφα που νομιμοποιούν,  συνεπώς, την εταιρεία που ανέλαβε τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, είναι η καταχώριση σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία των συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, σύμφωνα με το αρ. 3 του ν. 2844/2000, ήτοι η δημοσίευση του εντύπου που καθορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 161/337/2003 (ήδη ΥΑ 207/2020) απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης στο ενεχυροφυλακείο του τόπου της κατοικίας ή της έδρας του μεταβιβάζοντος, με το σχετικό απόσπασμα των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων απ’ όπου θα φαίνεται η καταχώριση της μεταβίβασης της απαίτησης του καθ’ ου η εκτέλεση. Η κοινοποίηση των εγγράφων αυτών είναι αρκετή και ανταποκρίνεται πλήρως στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων που αξιώνει το όρθρο 925 παρ. 1 ΚΠολΔ (EφΠειρ 517/2025, ΕφΑθ 832/2022,  ΕφΘεσ 177/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 574/2020 http://www.efeteio-peir.gr/, ΕφΘεσ 1643/2019 αδημ., Π. Γιαννόπουλο, Η Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης – Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του Ν. 4354/2015 και de lege ferenda προτάσεις, Αρμ 2019/233 επ., Ν.Κατηφόρης σχόλιο κάτωθι ΜΠρΝαξ 57/2020, ΕΠολΔ 2020 σελ. 432 επ, αντίθετα Κ. Παπαχρήστου-Δημητράς. Η νομιμοποίηση των διαδίκων στην πολιτική δίκη εκδ. 2021 σελ. 137-140 με παραπομπές σε σύγχρονη νομολογία Πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων, Γ. Αποστολάκης, Ζητήματα από την κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση των εταιρειών διαχειρίσεως απαιτήσεων από τραπεζικά δάνεια ΕπΑΚ 2021 σελ. 703-704). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1παρ.1 β’, 2 παρ. 1 α’, 54 παρ. 1, 57 παρ. 1 και 3, και 70 παρ. 1, 2 α’ και 3 του Ν. 4601/2019 “, συνάγεται ότι, αν διασπασθεί μία ανώνυμη εταιρεία, χωρίς να λυθεί, με την απόσχιση κλάδου της και την μεταβίβασή του σε άλλη ανώνυμη εταιρεία, που συνιστάται ταυτόχρονα με την διάσπαση (επωφελούμενη εταιρεία), τότε η μεν διάσπαση συντελείται με μόνη την καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. της σύμβασης διάσπασης, η δε επωφελούμενη εταιρεία υποκαθίσταται ως καθολικός διάδοχος της διασπώμενης εταιρείας στην μεταβιβαζόμενη σε αυτήν περιουσία και συνεχίζει αυτοδίκαια και χωρίς άλλη διατύπωση τις σχετικές δίκες (πρβλ ΑΠ 37/2023).  Τα έγγραφα συνεπώς που πιστοποιούν τις ανωτέρω πράξεις και ολοκληρώνουν τη σχετική διαδικασία, είναι τα μόνα κρίσιμα και θα πρέπει να συγκοινοποιούνται στον οφειλέτη με την επιταγή, ήτοι (επί απορρόφησης) η ανακοίνωση της καταχώρισης στο ΜΑΕ (ή ΓΕΜΗ) της απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης, με την οποία εγκρίνεται η απορρόφηση, καθώς και η σχετική ανακοίνωση της καταχώρησης, στο ΜΑΕ (ή ΓΕ.ΜΗ.) (ΑΠ 1343/2022, ΑΠ 345/2006, ΑΠ 1113/2018 σε www.areiospagos.gr).

Ο εκκαλών στον  πρώτο και τρίτο λόγο της ανακοπής του (επαναφέρονται με τους τρίτο και πρώτο λόγο της έφεσης αντίστοιχα)  πλήττει την ενεργητική νομιμοποίηση της καθ’  ής η ανακοπή και ισχυρίζεται ότι : α) δεν προσκόμισε με την επιταγή προς πληρωμή τη συμβολαιογραφική πράξη απόσχισης κλάδου με αρ. ……./2020 του συμβολαιογράφου Πειραιά ………., ώστε να αποδειχθεί η καθολική διαδοχή από την αρχική πιστούχο ………… και η ειδική διαδοχή της  εταιρίας ειδικού σκοπού …………….».  β) Δεν αποδείχθηκε η ανάθεση της διαχείρισης της επίδικης οφειλής  στην καθ’ ής η ανακοπή, αφού από την περίληψη ανάθεσης της διαχείρισης δεν αναφέρονται οι προς διαχείριση απαιτήσεις και μεταξύ αυτών η επίδικη. Από τα προσκομιζόμενα έγγραφα προκύπτουν ως προς την βασιμότητα των άνω λόγων ανακοπής τα εξής : Η επίδικη απαίτηση απορρέει  από την με αρ. αριθμό …./18-05 -1999 Σύμβαση Χορήγησης Πίστωσης σε Ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό   που είχε καταρτίσει ο ανακόπτων με την τραπεζική εταιρία με την επωνυμία  «………….». Με την με αρ. ……/2013 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ο ανακόπτων υποχρεώθηκε να καταβάλει στην  ίδια Τραπεζική εταιρία όπως μετονομάσθηκε «…………»,    το ποσό των 210.000 €, με το νόμιμο τόκο πλέον εξόδων.  Η καθ ΄ής η ανακοπή με την από 8.4.2024 επιταγή προς πληρωμή κάτω από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της άνω διαταγής πληρωμής  συγκοινοποίησε  στον ανακόπτοντα τα εξής έγγραφα :  α) την από 26.0.3.2013 σύμβαση στην οποία αφορά το διάταγμα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου που καταχωρήθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας με αρ, 4640/26.3.2013, και της υπ αρ. 66/3/26.3.2013 απόφασης της ΕΠΑΘ της Τράπεζας της Ελλάδος, δυνάμει των οποίων η ………. κατέστη ειδική διάδοχος της «………….». β) περίληψη της από  από 12.9.2019 (αρ. πρωτ. …………/19.9.2019)  σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, με την οποία η ……….. μεταβίβασε λόγω τιτλοποίησης κατ΄άρθρο 10 του ν 3156/2003 στην εταιρία ειδικού σκοπού ………. τις  απαιτήσεις από τις συμβάσεις δανείων και πιστώσεων που αναφέρονται στο επισυναφθέν στη σύμβαση παράρτημα και μεταξύ αυτών και την επίδικη σε βάρος του ανακόπτοντος που καταχωρίστηκε νόμιμα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τόμος ….. αριθμός …../16.9.2019). γ) περίληψη της από 12.9.2029 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων (αρ. πρωτ. ……./16.9.2019) με την οποία η άνω εταιρία ανέθεσε την είσπραξη των απαιτήσεών της στην …………… δ) Την με αρ. πρωτ. 139241/30.12.2020 απόφαση  του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης του  τμήματος Ασφαλιστικών ΑΕ και Χρηματοδοτικών, με την οποία εγκρίθηκε η Διάσπαση της απόσχισης κλάδου της Τραπεζικής Δραστηριότητας της …………… με σύσταση νέας εταιρίας Πιστωτικού Ιδρύματος με την επωνυμία «…………… (ΕΠΩΦΕΛΟΥΜΕΝΗ) βάσει του ν. 4601/2019 και του άρθρου 145 του ν. 4261/2014. Η άνω εγκριτική απόφαση καταχωρήθηκε στο ΓΕΜΗ στις μερίδες και των 2 εταιριών  με βάση τις με αρ. πρωτ. …../30.12.2020 και …/30.12.2020 ανακοινώσεις καταχώρησης και δημοσίευσης στο ΓΕΜΗ του ιδίου ως άνω τμήματος  Σύμφωνα με το απόσπασμα του καταστατικού της η επωφελούμενη  εταιρία είχε ως σκοπό της μεταξύ άλλων την απόκτηση και διαχείριση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που έχουν χορηγηθεί από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα. Η μεταβολή αυτή καταχωρήθηκε στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αρ. πρωτ. …../10.3.2021 τόμος …. αριθμός …. με τη σημείωση ότι από 30.12.2020 η τελευταία εταιρία υποκαταστάθηκε στη θέση της διασπώμενης Τράπεζας  ως συμβαλλόμενο μέρος στην από 12.9.2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων. Όλα τα άνω έγγραφα  κοινοποιήθηκαν στον ανακόπτοντα με την επιταγή προς πληρωμή μαζί με την με αρ.  πρωτ. …../30.12.2020 απόφαση   έγκρισης της απόσχισης και οι ανακοινώσεις καταχώρησης στο ΓΕΜΗ (…../30.12.2020 και …../30.12.2020), ώστε να μην  ήταν  απαραίτητη και η κοινοποίηση της συμβολαιογραφικής πράξης της απόσχισης, προκειμένου να αποδειχθεί η καθολική διαδοχή της ………………, υπό τη νέα νομική της μορφή. Σημειωτέον ότι η εκχώρηση της επίδικης απαίτησης είχε διενεργηθεί από τις 12.9.2019  πριν δηλαδή την απόσχιση της ……………., η οποία σε κάθε περίπτωση  σημειώθηκε εκ των υστέρων και στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών.  Περαιτέρω και σε συνέχεια  η καθ΄ής η ανακοπή κοινοποίησε και τα εξής έγγραφα : δ)  περίληψη της με αρ.πρωτ. …./26.10.2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων με την οποία η  εταιρία ειδικού σκοπού «……………..»   επανεκχώρησε τις απαιτήσεις από τις συμβάσεις  δανείων και πιστώσεων που αναφέρονται στο επισυναφθέν στη σύμβαση παράρτημα και μεταξύ αυτών και την επίδικη στην …….. (με τη νέα νομική της μορφή) η οποία καταχωρίσθηκε στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (τόμος …. αρ…..) με το σχετικό παράρτημα ε) περίληψη της από 5.11.2021 και με αρ. πρωτ.  ……/8.11.2021  του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων,  με την οποία η ………. μεταβίβασε λόγω τιτλοποίησης  κατ΄άρθρο 10 του ν 3156/2003 στην εταιρία ειδικού σκοπού «……………» τις  απαιτήσεις από τις συμβάσεις δανείων και πιστώσεων που αναφέρονται στο επισυναφθέν στη σύμβαση παράρτημα και μεταξύ αυτών και την επίδικη,  η οποία καταχωρήθηκε στον τόμο   …. και αριθμός …… Στην άνω περίληψη της  σύμβαση μεταβίβασης κάτω από τον τίτλο «(1) Γενική περιγραφή των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων-κύριες διατάξεις» γίνεται ρητή μνεία ότι η ανάθεση της είσπραξης των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων  γίνεται στην καθ’  η ανακοπή εταιρία ειδικού σκοπού (ΕΔΑΔΠ) με την επωνυμία «………….», δυνάμει της από 5.11.2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων. στ)  Περίληψη της από 5.11.2021 και με αρ. πρωτ. ……/8.11.2021 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, με την οποία η ως άνω  εταιρία ειδικού σκοπού, ανέθεσε την διαχείριση των τιτλοποιημένων απαιτήσεων αυτής στην καθ΄ής η ανακοπή ……………., που καταχωρήθηκε στον τόμο ….. και αριθμό …….. Κατόπιν αυτών οι άνω  λόγοι ανακοπής που πλήττουν τη νομιμοποίηση της καθ’ ής η ανακοπή πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι διότι:  (Υπό 1): Η καθολική διαδοχή της ……….. με τη νέα νομική της μορφή αποδεικνύεται πλήρως από την απόφαση έγκρισης της  απόσχισης του κλάδου αυτής και τις καταχωρήσεις αυτής  στο ΓΕΜΗ των δύο τραπεζικών ανωνύμων εταιριών, χωρίς να είναι απαραίτητη και η κοινοποίηση της συμβολαιογραφικής πράξης. (Υπό 2) Από τη σχετική μνεία στην περίληψη της  από 5.11.2021 σύμβασης μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων μεταξύ της ………. και της εταιρίας ειδικού σκοπού «……….»,  όπου γίνεται  ρητή αναφορά στην σύμβαση ανάθεσης της διαχείρισης που έχει καταρτισθεί την ίδια ημέρα  μεταξύ της αποκτώσας τις απαιτήσεις «………….»  και της  καθ΄ής ως διαχειρίστριας αυτών,  δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι η ανάθεση της διαχείρισης των απαιτήσεων που αναφέρονται στη σύμβαση μεταβίβασης και μεταξύ αυτών και της επίδικης (βλ. παράρτημα) έχει ανατεθεί στην καθ΄ής η ανακοπή, χωρίς να είναι απαραίτητο να γίνει και ρητή αναφορά των απαιτήσεων  αυτών (δηλαδή ουσιαστικά επανάληψή τους) και στην περίληψη της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης.  Συνεπώς  οι άνω λόγοι της ανακοπής έπρεπε να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε αυτούς ως μη νόμιμους, ενώ έπρεπε κρίνοντας αυτούς νόμιμους να τους ερευνήσει ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα, για να απορριφθούν στη συνέχεια ως  αβάσιμοι στην ουσία τους. Στην περίπτωση αυτή όμως δεν είναι δυνατή η αντικατάσταση των αιτιολογιών αυτού  από το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, διότι θα καταστεί χειρότερη η θέση του εκκαλούντος – ανακόπτοντος (άρθρο 536 ΚΠολΔ βλ. ΑΠ 1010/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,  ΑΠ 1951/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και ΝοΒ 2008.917 με σημείωση Μ. Μαργαρίτη). Κατόπιν αυτών, και αφού ο ανακόπτων με τους πρώτο και τρίτο λόγους της έφεσής του,  πλήττει την απορριπτική κρίση της εκκαλούμενης, ως προς τους άνω λόγους ανακοπής, κατά παραδοχή της έφεσής του,  θα πρέπει να εξαφανισθεί εν μέρει η εκκαλούμενη απόφαση,  να κρατηθεί η ανακοπή ως προς τους πρώτο και τρίτο λόγους ανακοπής και να απορριφθούν αυτοί ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Με δεδομένο ότι εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση, πρέπει να διαταχθεί το κατατεθέν για την άσκηση του ένδικου μέσου e-παράβολο να επιστραφεί στην εκκαλούσα κατ’ άρθρο 495 παρ.3 προτελ. εδ. ΚΠολΔ. Τέλος σε βάρος του ανακόπτοντος πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της καθ΄ής η ανακοπή, λόγω της ήττας του,  μειωμένα όμως, με δεδομένη την ιδιαίτερη δυσχέρεια των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την σωρευόμενη στο δικόγραφο αίτηση αναστολής.

ΔΕΧΕΤΑΙ  τυπικά και κατ΄ουσίαν  την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση ως προς τους πρώτο και τρίτο λόγους της ανακοπής.

ΚΡΑΤΕΙ  και δικάζει την από  20-6-2024  και με αριθ.καταθ. …………../2024   ανακοπή ως προς τους αμέσως παραπάνω λόγους.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτούς

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης  σε βάρος του εκκαλούντος,  τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) €.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την    26.9.2025.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ