ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Αριθμός απόφασης : 616/ 2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.
Συνεδρίασε στο ακροατήριό του στις ……….. στην αίθουσα 716 του 7ου ορόφου του Δικαστικού Μεγάρου Πειραιώς, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
TΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ : 1) ………, 2) ………….., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο τους Αθανάσιο Λουκόπουλο.
ΤΗΣ ΚΑΘ΄ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Της ανώνυμης εταιρείας ……………………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο της Αδάμ Μαγριπλή.
Οι αιτούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς την από 11.10.2022 και με αρ. καταθ. …………./2022 αίτησή τους για την αναστολή της εκτέλεσης.
Δικάσιμος για την εκδίκαση της ως άνω αίτησης ορίσθηκε η 13η Οκτωβρίου 2022.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα από το σχετικό έκθεμα και οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως παραπάνω σημειώνεται, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και υπέβαλαν έγγραφα σημειώματα.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι αιτούντες με την από 11.10.2022 και με αρ. καταθ. …………/2022 αίτησή τους, ζητούν να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος τους, στα πλαίσια της οποίας έχει ορισθεί ηλεκτρονικός πλειστηριασμός του ακινήτου του την 19.10.2022, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της από 11.10.2022 και με αρ. εκθ. κατάθεσης …………/2022 έφεσης, που έχει ασκήσει νομότυπα και εμπρόθεσμα κατά της υπ` αριθ. 2710/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθ. 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ), κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 686 επ. Κ.Πολ.Δ). Έχει δε ασκηθεί παραδεκτά δεδομένου ότι η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (προ πάσης επιδόσεως), ενώ η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε την 11.10.2022, ήτοι εντός πέντε εργάσιμων ημερών πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού (19.10.2022, άρθ. 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ). Απορριπτέο, όμως, ως μη νόμιμο κρίνεται το παρεπόμενο αίτημα περί καταδίκης της καθ’ ης η αίτηση στα δικαστικά έξοδα των αιτούντων, διότι, κατ’ άρθρ. 84 παρ. 2 Κωδ.Δικ., σε αποφάσεις που εκδίδονται για αιτήσεις χορήγησης αναστολής, τα έξοδα και η αμοιβή του δικηγόρου του καθ’ ού επιδικάζονται πάντοτε σε βάρος της αιτούσας. Πρέπει, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από τα προσκομιζόμενα έγγραφα πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα : Σε εκτέλεση της 23-11-2021 επιταγής προς εκτέλεση κάτω από το υπ’ αρ. …../2013 πρώτο εκτελεστό απόγραφο της υπ’ αριθμ. ……/2013 διαταγής πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει της με αρ. ………../11.03.2022 Έκθεσης Αναγκαστικής Κατάσχεσης Ακίνητης Περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …………. , επί ενός (1) οικοπέδου, μετά της επ’ αυτού τριώροφης οικοδομής, που βρίσκεται στη θέση “…..”, της Περιφέρειας του Δήμου Κερατσινίου -Δραπετσώνας, στη δημοτική ενότητα Κερατσινίου Αττικής, μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο του ομώνυμου Δήμου, στο Ο.Τ. στην οδό ……., στην οποία έχει τον αριθμό 18.που περικλείεται από ης οδούς: ………….., ιδιοκτησίας των αιτούντων κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου στον καθένα για την είσπραξη ποσού απαίτησης 80.293,60 ελβετικών φράγκων (CHF), για το ισόποσο αυτού σε ευρώ (€).
Με την από την από 18.04.2022 και με αρ. καταθ. ………./2022 ανακοπή και τους από 10.05.2022 και με αρ. καταθ. …../ …/2022) πρόσθετους λόγους αυτής, ζήτησαν για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους την ακύρωση της επισπευδόμενης σε βάρος τους αναγκαστικής εκτέλεσης, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 2710/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία απέρριψε την ανακοπή. Κατά της τελευταίας απόφαση οι αιτούντες άσκησαν την προαναφερόμενη έφεσή τους και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτή (έφεση) λόγους, επικαλούμενος πλημμελή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή του.
Από τις διατάξεις των άρθρων 904, 915, 916 και 924 του Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι η επιταγή προς εκτέλεση πρέπει να περιέχει βέβαιη και εκκαθαρισμένη την απαίτηση, για την οποία επισπεύδεται η εκτέλεση, κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Η τυχόν μερική απόσβεση της απαιτήσεως δεν δημιουργεί ακυρότητα της επιταγής για το πράγματι οφειλόμενο ποσό, καθόσον οι καταβολές του οφειλέτη ή άλλοι λόγοι απόσβεσης της ενοχής, δεν αποτελούν στοιχείο του περιεχομένου της επιταγής, αναγκαίο για το κύρος της, αλλά βάση ενστάσεως του οφειλέτη. Επιπλέον, η γενόμενη κατάσχεση δεν πάσχει ακυρότητας, εάν επιβλήθηκε για ποσό μικρότερο από το αναφερόμενο στην επιταγή, αρκεί η απαίτηση για την οποία γίνεται η κατάσχεση, να είναι και μετά τον περιορισμό της, βέβαιη και εκκαθαρισμένη. Mάλιστα, ούτε η μείωση του ποσού, λόγω καταβολών καθιστά ανεκκαθάριστη την παροχή, αφού η καταβολή στηρίζει ένσταση περιορισμού της απαίτησης (ΑΠ 1016/2018, ΑΠ 1543/2014, ΕφΑθ 4901/2000, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). (ΑΠ 1773/2001,ΕφΑθ 292/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 86/2022 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=8568, ΕφΑθ 3773/2021, ΕφΑθ 4901/2000 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται στον δεύτερο πρόσθετο λόγο της ανακοπής τους που επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους ότι παρόλο που με βάση την από 23.11.2021 επιταγή προς πληρωμή έχουν επιταχθεί να καταβάλουν στην καθ’ ής το ποσό των 296.793,85 ελβετικών φράγκων η επισπεύδουσα προέβη σε εμφανή περιορισμό της απαίτησής της, καθώς επέβαλε κατάσχεση στην ακίνητη περιουσία αυτού μόνο για το ποσό των 80.293,60 ελβετικών φράγκων, ήτοι για ποσό σημαντικά χαμηλότερο από το οφειλόμενο χωρίς να προσδιορίζεται σε τι αφορά ο περιορισμός αυτός, ώστε η απαίτηση της καθ΄ής να καθίσταται ανεκκαθάριστη. ¨Όμως όπως αναφέρεται ρητώς στην άνω κατασχετήρια έκθεση, το ποσό των 80.293,60 ελβετικών φράγκων αποτελεί μέρος του επιδικασθέντος κεφαλαίου της οφειλής, η δε καθ΄ ής επιφυλάχθηκε για την είσπραξη του υπολοίπου και ο περιορισμός αυτός έγινε αποκλειστικά για μείωση των εξόδων. Συνεπώς η ανωτέρω καταγραφή – δήλωση περιορισμού είναι σαφής και η απαίτηση της καθ’ ής και μετά τον περιορισμό της, είναι βέβαιη και εκκαθαρισμένη, αφού μετά από αφαίρεση του επιτασσόμενου ποσού από το κεφάλαιο της οφειλής, το υπόλοιπο αυτής από κεφάλαιο τόκους και δικαστικά έξοδα προκύπτει από απλό μαθηματικό υπολογισμό, με εφαρμογή και των αρχών της διάταξης του άρθρου 423 ΑΚ. Συνεπώς ο λόγος αυτός πιθανολογείται ότι θα απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 ΑΚ, 116 και 933 του ΚΠολΔ, 20 παρ. 1 και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, συνάγεται ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος, που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο, αποτελεί και η μέσω αναγκαστικής εκτέλεσης πραγμάτωση της απαίτησης του δανειστή. Επομένως, λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια του άρθρου 281 ΑΚ όταν η αναγκαστική εκτέλεση έρχεται σε προφανή αντίθεση προς την ευθύτητα και εντιμότητα, που πρέπει να κρατούν στις συναλλαγές ή προς τα επιβαλλόμενα συναλλακτικά ήθη ή προς τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, έτσι ώστε η άσκηση του δικαιώματος αυτού να προσκρούει στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (Ολ. ΑΠ. 12/2009, Ολ. ΑΠ 33/2005, ΑΠ 939/2019, ΑΠ 1179/2017, ΑΠ 261/2017, ΑΠ 1484/2014).
Οι αιτούντες ισχυρίζονται στον δεύτερο λόγο της ανακοπής τους που επαναφέρεται με το δεύτερο λόγο της έφεσής τους ότι η αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδεται σε βάρος τους τυγχάνει άκυρη ως καταχρηστική, καθώς η καθ΄ής επιδιώκει την εκπλειστηρίαση του ακινήτου, που αποτελεί την κύρια κατοικία των ανακοπτόντων, αξίας 158.000 ευρώ για απαίτησή της σημαντικά κατώτερη ύψους 80.293,60 ελβετικών φράγκων. ¨Όμως με βάση τα όσα εκθέτουν οι ανακόπτοντες η αξία της ιδιοκτησίας τους δεν υπολείπεται καταφανώς της απαίτησης, αν ληφθεί υπόψη ότι η απαίτηση της καθ΄ής είναι σε ελβετικά φράγκα (ισοτιμία 1,04 περίπου), ώστε να μην πρόκειται για έκδηλη δυσαναλογία μεταξύ του μέσου εκτέλεσης και του σκοπού για τον οποίο αυτή επιβάλλεται. Οι αιτούντες δεν επικαλούνται ότι υπάρχει άλλο περιουσιακό στοιχείο, από το οποίο που θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η απαίτηση της καθ’ ής η ανακοπή, ώστε η εκτελεστέα αξίωση να επιτευχθεί με άλλο μέσο συγκριτικά ηπιότερο για τον οφειλέτη, ή να περιορισθεί η κατάσχεση στα αναγκαία περιουσιακά στοιχεία (άρθρο 951 παρ.2 ΚΠολΔ). Μόνο το γεγονός ότι επισπεύδεται πλειστηριασμός κατά της κύριας κατοικίας τους (όπως χαρακτηρίζουν αυτή, ενώ αναφέρουν ταυτόχρονα ότι πρόκειται για ημιτελή οικοδομή) δεν σημαίνει ότι χωρίς άλλο ότι η επισπευδόμενη εκτέλεση είναι καταχρηστική. Η προστασία της κύριας κατοικίας είναι δυνατή με τις ρυθμίσεις του άρθρου 9 του νόμου 3869/2010 (υποβολή αίτησης μέχρι την 28.2.2019), Ν. 4605/2019 (υποβολή αίτησης έως την 31η.7.2020, άρθρο 72) , ενώ με βάση τη διάταξη του άρθρου 18 του ν. 4738/2020 η υποβολή αίτησης για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών και η αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης που καθιερώνεται με αυτή, δεν καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, καθώς και οποιαδήποτε διαδικαστική ενέργεια προπαρασκευαστική της διενέργειας πλειστηριασμού από ενέγγυο πιστωτή (περιλαμβανομένης και της κατάσχεσης). Ενόψει των ανωτέρω δεν πιθανολογείται ότι θα ευδοκιμήσει και ο δεύτερος λόγος της έφεσης, ο οποίος θα απορριφθεί πρωτίστως ως αόριστος, όπως έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Κατόπιν των παραπάνω κι αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, δεν πιθανολογήθηκε η ευδοκίμηση της έφεσης, έκρινε το δε πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ομοίως δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου ώστε η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθ’ής η αίτηση πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των αιτούντων, λόγω της ήττας τους, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος (άρθρο 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της καθ’ής σε βάρος των αιτούντων, τα οποία ορίζει σε διακόσια (200) €.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 17.10.2022.
(για τη δημοσίευση)
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ